Επιλογές Επιτροπής








ΚΑ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΙΣ ΕΝΤΕΤΑΛΜΕΝΩΝ
ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΚΑΙ ΙΕΡΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΝ
ΔΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΑΣ


ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ
1. Ὁ Χριστός πρίν ἀναληφθῆ στόν οὐρανό μᾶς ἔδωσε τήν Μία Ἐκκλησία Του –νά συγκαλεῖ ὅλους εἰς ἑνότητα σέ ἕνα πνεῦμα, σέ μία πίστη.

Ἀφοῦ ἕνας εἶναι ὁ Χριστός καί ἡ πίστη σ’ Αὐτόν πρέπει νά εἶναι μία. Καί ἡ Ἐκκλησία πρέπει ἔτσι νά Τόν πιστεύει καί νά Τόν κηρύσσει.

2. Ἡ ὕπαρξη πολλῶν ὁμολογιῶν εἶναι σημεῖο θλιβερό. Εἶναι δικαιολογημένη ἡ διοικητική διαίρεση τῶν διαφόρων τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἀλλά δέν δικαιολογεῖται ἡ ἀποκοπή ἀπό τήν Μία Ἐκκλησία μεγάλων ὁμάδων ἀνθρώπων καί ἡ δημιουργία ἄλλων «Ἐκκλησιῶν» μέ διαφορετική διδασκαλία καί διαφορετική πίστη γιά τόν ΕΝΑ Χριστό.

3. Πολλές τέτοιες χωριστές «ἐκκλησίες» δημιουργήθηκαν στόν σύγχρονο κόσμο ἀπό ἀνησυχία καί ἀγωνία ἀνθρώπων γιά μιά πιό «σύγχρονη διατύπωση» τῆς πίστης, πού δέν εἶναι ἐπιτυχής. Ἄλλες πολλές νέες ὁμολογίες πρόβαλαν ἀπό ἀγανάκτηση ἀτόμων καί συνόλων γιά τήν κατάπτωση καί ἐκκοσμίκευση τοῦ κλήρου, πού ὅταν μειώνεται ὁ ζῆλος του γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου ἤ ὅταν πλεονάζει στούς κόλπους του ἡ ἁμαρτία –καταντάει ἐξουσιαστικός καί παγερός.

4. Σέ παλαιότερες ἐποχές, αὐταρχικά πολιτικά καθεστῶτα ἀρνοῦνταν στούς αἱρετικούς δικαίωμα ὕπαρξης. Σήμερα ἡ ἐλευθερία συνειδήσεως εἶναι ἀδιαφιλονίκητη. Ἡ Ἐκκλησία, πιστή στόν λόγο τοῦ Χριστοῦ, ἀναγνωρίζει τό δικαίωμά τους νά πιστεύουν ὅ,τι οἱ ἴδιοι θέλουν. Δέν παύει ὅμως νά διακηρύσσει, ὅτι ἡ ὕπαρξη αἱρέσεων εἶναι ζημία γιά τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ἔχει σάν ἀποτέλεσμα τήν ἀπώλεια πολλῶν γιά τήν αἰώνια ζωή.

5. Tό μεγάλο δῶρο τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου θεμελιώνεται στήν «κατ’ εἰκόνα Θεοῦ» δημιουργία του. Ὁ σεβασμός ὅμως τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας κατοχυρώνει καί τό διπλό χρέος τῶν Ὀρθοδόξων ποιμένων: α) Νά κάνουν σαφῆ διάκριση τῆς κατά τόν ἅγιο Ἰγνάτιο τόν Θεοφόρο «χριστιανῆς τροφῆς» ἀπό τήν «ἀλλοτρία βοτάνη» τῶν αἱρέσεων. Καί β) νά ἀποκαλύπτουν καί νά καταγγέλλουν τίς ἀθέμιτες διαστρεβλώσεις καί παραπλανητικές μεθοδεύσεις τῶν αἱρετικῶν ὁμάδων.

6. Ἡ προτροπή τοῦ ὄφεως στήν Εὔα γιά αὐτοθέωση, ὅπως περιγράφεται στήν Γένεση, ὁδήγησε τόν κόσμο στήν ἄρνηση καί στήν ἀθεΐα. Συνέπεια τῆς πρόκλησης αὐτῆς εἶναι ἡ αὐτονόμηση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό καί ἡ ἀποκοπή του ἀπό τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.

7. Ἀναζητώντας κατά φυσική προδιάθεση ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό, φτιάχνει δικῆς του ἐπινόησης θρησκεῖες, πού ὅλες ἐξελίχθηκαν σέ παγανιστικές εἰδωλολατρίες. Ἡ Ἐκκλησία δέν ἀποτελεῖ μία ἀκόμη περίπτωση –καρπό τῆς ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου ἀναζήτησης τοῦ Θεοῦ˙ δέν εἶναι μία ἀπό τίς θρησκεῖες. Ἀντίθετα εἶναι καρπός τῆς ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ ἀναζήτησης τοῦ πλανεμένου. Εἶναι καρπός ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ, Θεία ἀποκάλυψη καί ὄχι ἀνθρώπινη ἀνακάλυψη.

8. Ὁ Θεός διά τοῦ Υἱοῦ Του Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀναζητεῖ τόν ἄνθρωπο καί θέλει νά τόν ἐπαναφέρει στήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί στήν κοινωνία μαζί Του˙ σέ μία σχέση ἀγάπης˙ σέ μία φιλική ἐπικοινωνία «ὡς εἴ τις λαλήσει πρός τόν ἑαυτοῦ φίλον». Ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα καί ὄργανο τοῦ Χριστοῦ γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου ἀντιμετωπίζει τήν αἵρεση σάν ἀσθένεια πού ὁδηγεῖ στόν θάνατο, σάν ζημία γιά τήν αἰώνια ζωή.

9. Οἱ τάχα ἀποκαλύψεις τοῦ Θεοῦ σέ διάφορους αἱρετικούς πρέπει νά ἀντιμετωπίζονται μέ πολλή δυσπιστία. Ἄν προέρχονταν ἀπό τόν Χριστό θά ὁδηγοῦσαν σέ ἀγάπη, ταπείνωση, εἰρήνη, νηφαλιότητα καί ἑνότητα πίστεως. Ἀποκαλύψεις πού δέν προέρχονται ἀπό τόν Χριστό προκαλοῦν ταραχή, σύγχυση, διχοστασίες καί διαιρέσεις.

10. Ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά ἀποφεύγει κάθε δημαγωγική κινδυνολογία καί δημιουργία πανικοῦ, νά καλλιεργεῖ ὑγιῆ μνήμη καί μελέτη τῶν ἐσχάτων καί νά ὑποδεικνύει καί νά ὑπενθυμίζει τίς ἐσχατολογικές διαστάσεις τόσο τῆς λατρείας ὅσο καί τήν σημασία τῆς μέ συνέπεια ὑπακοῆς στίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ.

11. Χρέος ὅλων τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά προεχόντως καί περισσότερο τῶν ποιμένων της (ἀρχιερέων καί ἱερέων) εἶναι ἡ μέριμνα γιά τούς αἱρετικούς˙ νά τούς καλεῖ σέ ἑνότητα πίστεως καί στήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τό χρέος της αὐτό ἀπαιτεῖ, ὁ κάθε ἱερέας –καλός ποιμένας νά ἀναζητεῖ τό πλανηθέν πρόβατο τῆς ποίμνης του μέ ταπείνωση, μέ ἀγάπη καί μέ πολλή προσευχή «πορευόμενος ἐπί τά ὄρη», δηλαδή μή διστάζοντας νά προβῆ γιά τόν σκοπό αὐτό σέ κόπους καί θυσίες.

12. Ἡ Συνδιάσκεψή μας προσκαλεῖ ὅλους τούς ἀδελφούς ποιμένες καί ποιμαινομένους νά μή ξεχνοῦν τό χρέος αὐτό τῆς ἀγάπης. Καί ἀπευθύνει ἔκκληση πρός τούς ποιμένες καί πατέρες μας ἀρχιερεῖς καί ἰδίως στήν διοικοῦσα Ἱερά Σύνοδο νά ἀναλάβει πολλές σχετικές πρωτοβουλίες καί νά συντονίζει τό ἔμψυχο δυναμικό της στό μεγάλο αὐτό ἔργο, ὑποβοηθώντας το μέ ὅλα τά ὑλικά μέσα πού διαθέτει καί ἀξιοποιώντας τά σύγχρονα τεχνολογικά ἐπιτεύγματα (ραδιόφωνο, τηλεόραση, διαδίκτυο, Η/Υ κλπ.).


Προηγούμενη σελίδα