Κεντρική σελίδα Επιτροπής


ΜΙΑ ΝΕΑ… ΠΛΟΥΤΟΚΡΑΤΙΑ
Μὲ ἀφορμὴ τὴν ἀρχὴ τῆς Ἰνδίκτου ὡς «Ἡμέρας
Προστασίας τοῦ Περιβάλλοντος»


Του Ἀ. Μ. Σταυρόπουλου,
Ὁμ. Καθηγητοῦ Παν/μίου Ἀθηνῶν

Ἀπὸ τὸ 448 τεῦχος, Ἀπριλίου 2009, τοῦ Περιοδικοῦ «Εὐθύνη». Ἀφιέρωμα:
Τὸ καθῆκον τοῦ ἀνθρώπου σὲ περίοδο οἰκονομικῆς κρίσης


Σὲ πρόσφατο ταξίδι μου στὸ ἐξωτερικό μοῦ εἶχε κάνει πολλὴ ἐντύπωση, πηγαίνοντας μὲ τὸ μετρό, ἡ ἀναρτημένη ἐπιγραφὴ πάνω ἀπὸ τὸ κάθισμα συνεπιβάτη μου. Ἐκεῖ διάβαζα: «Ἐπιθυμοῦμε πολλὰ πράγματα ἀλλὰ στὴν οὐσία ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ λιγοστά». Βάσιμα, λοιπόν, ὑποστηρίζεται ἀπὸ πολλοὺς ὅτι ἡ οἰκονομικὴ κρίση ὀφείλεται στὴν ἀπληστία τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία μάλιστα ἀνήκει στὴ φύση του καὶ συνιστᾷ τὴ γενεσιουργὸ αἰτία τῆς οἰκονομίας. Ἄν, ὅμως, ἐμπλακοῦμε στὶς οἰκονομικὲς θεωρίες καὶ τὴν ἱστορία τους δὲν θὰ τὰ βγάνουμε εὔκολα πέρα. Ἡ ἐπιγραφὴ τοῦ μετρό μοῦ θύμισε ἕναν «ἐν τῷ ὀλίγῳ ἀναπαυόμενο» Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη σύμφωνα μὲ τὸν χαρακτηρισμὸ τοῦ Κωστῆ Μπαστιᾶ.

Τί μποροῦμε νὰ ἀντιτάξουμε ὡς τὴν ἑτέρα ὄψη τῆς ἀπληστίας; «Τὴν ἀφιλαργυρία», ἀκούω μία ἐσωτερικὴ φωνὴ νὰ μοῦ ψιθυρίζει. Καὶ ποιοὺς τάχα ὅρους μᾶς θέτει αὐτὴ ἡ ἑτέρα ὄψη; Τὴν ἀπάντηση μᾶς τὴ δίδει ἕνας ἅγιος της Ἐκκλησίας μας, ὁ Διάδοχος Ἐπίσκοπος Φωτικῆς: «οὕτω θέλειν τὸ μὴ ἔχειν, ὡς θέλει τις τὸ ἔχειν». Πόσο εὔκολο ὅμως εἶναι νὰ κατορθώσουμε αὐτὸν τὸν ὅρο τῆς ἀφιλαργυρίας –σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἀπληστία– μιᾶς καὶ ὅλοι μας θέλουμε καὶ ἐπιθυμοῦμε τὸ «ἔχειν»;

Ὅλοι ἐπιδιώκουμε νὰ γίνουμε πλούσιοι, πλουσιότεροι, πλουσιότατοι• νὰ γίνουμε δηλαδὴ τὰ «χρυσὰ παιδιὰ» (golden boys) τῆς οἰκονομικῆς εὐμάρειας. Ξεχνᾶμε, ὅμως, ὅτι κατὰ μία ἄποψη «πλούσιός ἐστι… ὁ μὴ πολλῶν δεόμενος» (ἱ. Χρυσόστομος), ἄποψη ποὺ μπορεῖ ἐνδεχομένως νὰ θεωρηθεῖ καὶ ὡς ἀρχὴ ἀντιμετωπίσεως τῆς σημερινῆς κρίσεως.

Μιλώντας γιὰ κρίση εἶναι ἴσως χρήσιμο νὰ θυμίσουμε ὅτι στὰ κινέζικα ἡ λέξη κρίση ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο χαρακτῆρες. Ὁ πρῶτος σημαίνει κίνδυνος, ἐνῶ ὁ δεύτερος δυνατότητα, εὐκαιρία. Γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουμε, βέβαια, τὸν κίνδυνο ποὺ μᾶς ἀπειλεῖ καὶ νὰ τὸν ξεπεράσουμε, πρέπει καταρχὰς νὰ παραδεχθοῦμε ὅτι ἀντιμετωπίζουμε κρίση. Πῶς, ὅμως, νὰ συμπεριφερθοῦμε σὲ μία κοινωνία στὴν ὁποία καὶ λόγῳ τῆς παγκοσμιοποιήσεως τῶν οἰκονομιῶν, οἱ πλούσιοι, ἰδιαίτερα τὰ χρυσὰ παιδιὰ ποὺ τὴν ὁδήγησαν στὴν κρίση, γίνονται πλουσιότεροι καὶ οἱ φτωχοὶ φτωχότεροι;

Ἀσφαλῶς οἱ εὐθῦνες Κυβερνήσεων, Τραπεζῶν, Χρηματηστηρίων, λοιπῶν χρηματοπιστωτικῶν Ὀργανισμῶν καὶ Βιομηχανιῶν εἶναι μεγάλες καὶ ὀφείλουν συνεπῶς νὰ τὶς ἀναλάβουν μήπως καὶ ἀποσοβηθεῖ ἡ κρίση μὲ τὴ λήψη γενναίων μέτρων καὶ ἀποφασιστικῶν κινήσεων. Αὐτὸ σὲ ἐπίπεδο μακροοικονομίας.

Σὲ ἐπίπεδο, ὅμως, μικροοικονομίας, ὅταν ἡ κρίση ἐγγίζει τὸ συγκεκριμένο καθημερινὸ ἄνθρωπο τί μπορεῖ νὰ γίνει; Ποιὰ εἶναι ἡ εὐθύνη του καὶ μὲ ποιὸ τρόπο θὰ μπορέσει ν’ ἀντεπεξέλθει; Ἡ ὀλιγάρκεια γιὰ τὴν ὁποία μιλήσαμε ἐπαρκεῖ;

Γιὰ τὴν ὑπέρβαση τῆς κρίσεως πολλοὶ ὁμιλοῦν γιὰ χρηματοδότηση τῶν πολιτῶν μὲ κάποιο ποσὸν γιὰ νὰ μποροῦν αὐτοὶ νὰ προβαίνουν σὲ ἀγορὲς προϊόντων ὥστε νὰ ἀναθερμανθεῖ ἡ ἀγορὰ ἐπιτυγχάνοντας κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο μία μικρὴ «συνωμοσία» πολιτῶν καὶ πωλητῶν. Ἡ ἐπιθυμία ἐντούτοις, καιροφυλακτεῖ… σ’ αὐτὴ τὴ μετέωρη χώρα, ποὺ μεταλλάχτηκε τὰ τελευταῖα τριάντα χρόνια (1975-2005) ἀπὸ κοινωνία τῆς ἀνάγκης σὲ κοινωνία τῆς ἐπιθυμίας (Ἀντώνης Καρακούσης).

Πῶς νὰ μιλήσεις γιὰ ἀφιλαργυρία, ὅταν ἡ φιλοχρηματία ἐξελίσσεται σὲ λατρεία τοῦ χρήματος στὴ νέα θρησκεία τοῦ Μαμμωνισμοῦ, ποὺ καθιστᾷ νέες ἱεραρχίες καὶ προκαλεῖ τόσο τὸν πανικὸ ὅσο καὶ τὸν ἐνθουσιασμό; Πῶς νὰ μιλήσεις γιὰ περιορισμὸ τῆς καταλάνωσης, ὅταν τὸ σύγχρονο μοντέλο ζωῆς ταυτίζει τὴν εὐτυχία μὲ τὸν ἀκόρεστο καταναλωτισμό; Μιλώντας, ὅμως, γιὰ Μαμμωνισμό, μᾶλλον φαίνεται νὰ ἔχουμε σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο δίκηο, ἂν ἀναφερθοῦμε μάλιστα στὸν τρίτο πειρασμὸ τοῦ Χριστοῦ στὴν ἔρημο (Ματθαίου 4, 8-11).

Σήμερα μὲ τὸ χρῆμα, τὰ ἀργύρια –λιγότερα ἢ περισσότερα ἀπὸ τριάκοντα– μπορεῖς ν’ ἀγοράσεις καὶ νὰ πουλήσεις τὰ πάντα• ὅλα τὰ βασίλεια καὶ τὶς βασιλικὲς θέσεις ποὺ ἴσως δὲν διαφέρουν καὶ πολὺ ἀπὸ τὶς προεδρικὲς γενικὲς διευθυντικὲς θέσεις τῶν σημερινῶν πολυεθνικῶν ἑταιρειῶν. Τὰ πάντα ἐξαγοράζονται ἐκτὸς κι ἂν ἀντισταθεῖς καὶ δὲν προσκυνήσεις, μείνεις ἀπροσκύνητος κι ἀνυποχώρητος στὸ ξέπλυμα μαύρου ἢ ὁποιουδήποτε χρωματισμοῦ χρήματος, ποὺ μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο τρόπο ἀνταλλάσσεται σήμερα στὶς κοινωνίες μας.

Νομίζω, ὅτι μία στάση ἐπαν-αγωγῆς τῆς ἐπιθυμίας στὰ οὐσιώδη, στὸ ἕνα ἐπάναγκες, ποὺ ἀπαιτεῖται νὰ τὸ προσδιορίζουμε ἢ νὰ τὸ ἐπαναπροσδιορίζουμε ἀνὰ πᾶσαν στιγμήν, εἶναι ἀναγκαία ὄχι μόνο σὲ περίοδο οἰκονομικῆς κρίσεως ἀλλὰ καὶ ἐκτὸς κρίσεως ὥστε νὰ ἀποφευχθεῖ καὶ κάθε ἐπερχόμενη στὸ μέλλον κρίση. Ἐδῶ εἶναι ἀσφαλῶς χρήσιμο ὁ καθένας μας νὰ ἔλθει εἰς ἑαυτὸν καὶ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ χίλια δυὸ αὐτονόητα ποὺ τοῦ ἔχουν ἐπιβάλει ἔξωθεν γιὰ τὰ ἀπαιτούμενα ὡς πρὸς τὴν εὐτυχία του.

Στὸ ἐξωτερικὸ διαδίδεται ἡ ἰδέα μίας «ἑκούσιας ἁπλότητας» -ποὺ μὰ θυμίζει τὸ δικό μας «φιλοκαλοῦμεν μετ’ εὐτελείας». Δὲν χρειάζεται, γιὰ παράδειγμα , νὰ ἔχουμε καὶ τὴν τελευταία οἰκιακὴ συσκευὴ στὴν κουζίνα μας. Ἀξίζει νὰ προσπαθοῦμε νὰ ἀνακυκλώνουμε καὶ νὰ ἀνταλλάσουμε ἢ νὰ μοιραζόμαστε ἀκόμη καὶ αὐτοκίνητα ἢ ἐξοχικά. Μποροῦμε νὰ ζοῦμε (σχεδὸν) χωρὶς λεφτά; Δύσκολο πρᾶγμα, γιατί ὑπάρχει καταιγισμὸς ποικίλων ἰδεῶν ποὺ σὲ ἀποτρέπουν ἀπὸ τὴν ἐφαρμογὴ τέτοιων προτάσεων, ἰδεῶν ποὺ περνοῦν ἀκόμη καὶ στὶς διαφημίσεις, ἰδιαίτερα σ’ αὐτὲς. Ἀπευθυνόμενη σὲ παιδιὰ διαφήμιση φαγώσιμου προϊόντος ἐπιτάσσει: «Ἡ μαμά σου σὲ ἔχει καλομάθει τόσο ποὺ δὲν τὰ μοιράζεσαι μὲ κανέναν». Αὐτὴ ἡ συμπεριφορά, στὴν περίπτωση ποὺ τὸ παιδὶ ἀνταποκριθεῖ στὸ πρόσταγμα, εἶναι ἑνὸς καλομαθημένου ἢ κακομαθημένου παιδιοῦ συμπεριφορά;

Χρειαζόμαστε, συνεπῶς, μία σύγχρονη χρηστομάθεια γιὰ τὸ καλό, τὸ χρήσιμο, τὸ ἀναγκαῖο, ποὺ νὰ μᾶς μαθαίνει νὰ μὴ χρειαζόμαστε πολλά. Ἄλλωστε ὅπως εἴδαμε «πλούσιος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ δὲν χρειάζεται πολλά». Αὐτὴ ἡ στάση μπορεῖ καὶ νὰ κηρύσσει τὴν ἀπαρχὴ μιᾶς νέας… πλουτοκρατίας, μιᾶς νέου τύπου Οἰκονομίας, ποὺ ὑπάρχει περίπτωση νὰ ξεπεράσει τὴν τωρινὴ ἀλλὰ καὶ τὴν κάθε κρίση στὸ μέλλον.

Κεντρική σελίδα Επιτροπής