Κεντρική σελίδα Επιτροπής
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Μ. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
Ὁμ. Καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

"Η ΑΝΤΙΛΗΨΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΟΔΗΜΙΩΝ"

1o ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΠΕΡΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
ΚΥΠΡΟΣ 2006



Ὁ ἄνθρωπος ὁδίτης καὶ ταξιδευτὴς

Στὴ βάση μιᾶς προσκυνηματικῆς περιηγήσεως ὑπάρχει πάντοτε ἡ ἰδέα τοῦ ταξιδιοῦ, τῆς μετακίνησης. Ὁ ἄνθρωπος μετακινούμενος ἀπὸ τὴν αὐγὴ τῆς ἀνθρωπότητος καὶ ἐγκαθιστάμενος κάπου μόνιμα ἀναζητεῖ σὲ λίγο ἄλλη γῆ καὶ ἄλλα μέρη. Πιστεύει ὅτι κάπου ἀλλοῦ τὸν περιμένουν καλλίτερες συνθῆκες καὶ ἐλπίζει ὅτι πηγαίνοντας ἐκεῖ θὰ τὶς συναντήσει καὶ θὰ διευκολυνθεῖ στὴ ζωή του. Δὲν ἐπιθυμῶ σ’ αὐτὴ τὴν ὀλιγόλεπτη εἰσήγησή μου νὰ κάνω μία ἐπισκόπηση τῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου ὡς ὀδίτη (homo viator) καὶ ταξιδευτή. Ἁπλᾶ ἐπεσήμανα μία κρυφὴ ἢ καὶ φανερὴ ἐπιθυμία ἐκείνου ποὺ ἀναλαμβάνει μία ἔξοδο ἀπὸ τὸν τόπο του γιὰ νὰ συναντήσει κάτι διαφορετικὸ ἀπὸ τὸ οἰκεῖο ποὺ γνωρίζει, μία ἀπάντηση σὲ μία προσδοκία ποὺ τὸν ὑποκινεῖ νὰ φύγει.


Τί κάνει τὴ διαφορὰ

Μία προσκυνηματικὴ περιήγηση, ἕνα ταξίδι γιὰ προσκυνηματικοὺς λόγους διαφέρει ἀπὸ ἄλλες συνήθεις μετακινήσεις: κατακτητικές, ἐμπορικές, οἰκονομικές, μεταναστευτικές, ἐπιστημονικὲς κ.ἄ. Ἡ περιήγηση αὐτὴ ἔχει γιὰ προορισμὸ ἕνα τόπο μὲ θρησκευτικὴ σημασία. Ἕνα σημεῖο γῆς ποὺ μπορεῖ νὰ σὲ ἀπο-γειώσει, νὰ σὲ φέρει δηλαδὴ σὲ ἐπαφὴ μὲ μία ἄλλη πραγματικότητα, ποὺ δὲν περιορίζεται σ’ αὐτὰ πού σοῦ προσφέρουν οἱ πέντε αἰσθήσεις σου. Εἶναι ἕνας τόπος ὁ ὁποῖος καὶ ὅταν τὸν φθάσεις ὡς προορισμὸ σὲ παραπέμπει κάπου ἀλλοῦ.

Καὶ ἀκριβῶς, αὐτὸ εἶναι ποὺ ἐπιδιώκει ὁ «προσκυνητής» ὅταν ἐπισκέπτεται ἱερὰ προσκυνήματα, ἐκκλησίες ὅπου ὑπάρχουν θαυματουργὲς εἰκόνες καὶ ἅγια λείψανα, μοναστήρια καὶ ἡσυχαστήρια, ἁγιάσματα, τόπους ποὺ συγκεντρώνουν θρησκευτικὲς μνῆμες, μικρὰ ξωκκλήσια ποὺ πανηγυρίζουν· ἀκόμα πρόσωπα, ποὺ ἡ φήμη τους ἔχει ξεπεράσει τὴν τοπικὴ ἐμβέλεια καὶ ἑλκύουν ἀπὸ παντοῦ ἀνθρώπους ποὺ ἐπιζητοῦν ἀνάπαυση σώματος καὶ ψυχῆς. Εἶναι ἀναγκαῖο νὰ μὴ ξεχνᾶμε τὸ σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖο ξεκινοῦν οἱ ἄνθρωποι σ’ αὐτὲς τὶς περιοδεῖες.

Ὁ σκοπὸς αὐτὸς, συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα, περικλείει τὶς περισσότερες φορὲς τὴν ὑπέρβαση τῆς καθημερινότητας, ψυχικὴ ἀνάταση καὶ κατάνυξη, συνάντηση μὲ μιὰν ἄλλη πραγματικότητα, προσδοκία παρακλήσεως, ἀναζήτηση τοῦ προσωπικοῦ καὶ σὲ περιπτώσεις ὁμαδικοῦ–μαζικοῦ τουρισμοῦ. Ἐκεῖ εἶναι δυνατὸν νὰ ἀπολαύσουν πνευματικὴ θεραπεία, ν’ ἀναγεννηθοῦν σωματικὰ καὶ ψυχικά, ν’ ἀποκτήσουν ψυχοσωματικὴ εὐεξία καὶ δύναμη γιὰ ν’ ἀντιμετωπίσουν εὐθύνες καὶ δυσκολίες γιὰ ὅταν ἐπιστρέψουν.

Αὐτοὶ λοιπὸν οἱ τόποι συνιστοῦν «σημεῖα» ποὺ ἐντάσσονται σὲ μία «πνευματικὴ γεωγραφία», τὰ ὁποία ὅταν ἑνωθοῦν μεταξύ τους, χαρτογραφοῦν ὁδοιπορικὰ προσκυνηματικοῦ τουρισμοῦ, ὑποβάλλουν σχέδια γιὰ εὐσεβεῖς, ἱερὲς ἀποδημίες καὶ ὁδοιπορίες.


Προσκυνεῖν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθεία

Θὰ πρέπει ἀσφαλῶς σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο νὰ τονίσουμε ὅτι αὐτὴ ἡ πνευματικὴ ὠφέλεια γιὰ τὴν ὁποία μιλήσαμε δὲν εἶναι ἀπροϋπόθετη. Δὲν ἀρκεῖ ὁ τόπος ἀκόμη καὶ ὁ ἁγιασμένος τόπος γιὰ νὰ σοῦ δώσει τὰ ὀφέλη ποὺ περιμένεις. Εἶναι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο προσεγγίζεις αὐτὰ τὰ μέρη. Εἶναι ἡ προετοιμασία ἡ ὁποία ἔχει προηγηθεῖ γιὰ νὰ πλησιάσεις τὰ προσκυνήματα. Κι ἂν σκοπός σου εἶναι στὰ ἰδιαίτερα αὐτὰ μέρη νὰ πλησιάσεις μ’ ἕναν ἰδιαίτερο τρόπο τὸ Θεὸ πρέπει νὰ λάβεις ὑπόψη σου τὴν προειδοποίηση τοῦ ἴδιου του Κυρίου μας, ὁ Ὁποῖος στὸν ἐμπνευσμένο διάλογό Του μὲ τὴν Σαμαρείτιδα στὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο ἀπομακρύνει τὸν κίνδυνο μιᾶς ἀπόλυτης καὶ ἀποκλειστικῆς τοπολογικῆς προσκυνήσεως τοῦ Θεοῦ Πατέρα.

«Πίστεψέ με γυναίκα, ὅτι ἔρχεται ὤρα ποὺ οὔτε εἰς τὸ ὄρος τοῦτο οὔτε εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα θὰ λατρεύετε τὸν Πατέρα. Ἀλλ’ ἔρχεται ὤρα, καὶ μάλιστα ἦλθε ἤδη, ποὺ οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ θὰ λατρεύσουν τὸν Πατέρα πνευματικὰ καὶ ἀληθινά, διότι τέτοιοι θέλει ὁ Πατέρας νὰ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ τὸν λατρεύουν» (Ἰωάννου 4, 21, 23).

Ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Κυρίου αἴρει τὴν ἀποκλειστικότητα, τὸ ἐκεῖ καὶ μόνον, ὄχι τὴν ὠφελιμότητα ἑνὸς τόπου ἁγιασμένου γιὰ τοὺς ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ προσκυνητές.


Ἁγιασμένοι τόποι

Γι’ αὐτοὺς τοὺς τόπους ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Ρεθύμνης καὶ Μυλοποτάμου κυρὸς Θεόδωρος σὲ πρόλογό του στὸ βιβλίο τοῦ τότε Ἀρχιμανδρίτου – τώρα Μητροπολίτου Ρεθύμνης καὶ Μυλοποτάμου- κ. Ἀνθίμου Συριανοῦ, Παναγία Χαρακιανή, τὸ Ἱερὸ προσκύνημα τοῦ Μυλοποτάμου, διατύπωνε τὴν ἄποψη:

«…ὑπάρχουν τόποι ἐξαγιασθέντες μὲ τὸν σύνδεσμόν των μετὰ γεγονότων ἢ προσώπων ἱερῶν, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν μέσα ἀναφορᾶς πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τᾶς ὑπερβατικάς πραγματικότητας, χῶρον συναντήσεως δυὸ ἤ τριῶν πιστευόντων ἀνθρώπων, ὅπου ἐν μέσῳ αὐτῶν κατὰ τὴν διαβεβαίωσιν τοῦ Κυρίου εἶναι Ἐκεῖνος παρών, καὶ συχρόνως ἔτσι καθίστανται ἡ πρώτη βαθμὶς μιᾶς νοητῆς καὶ εὐλογημένης κλίμακος πνευματικῶν ἀναβάσεων».

Συναφεῖς εἶναι καί οἱ ἐμπειρίες τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Πορφυρίου (Μπαϊρακτάρη, 1906-1991), ὁ ὁποῖος ἦταν ἕνας ἀπό τούς κύριους ἐμπνευστές τῆς ἔρευνάς μου πού φέρει τόν τίτλο «Πνευματική Γεωγραφία». Ἀξίζει νά ἀναφερθοῦμε στή μαρτυρία τοῦ Κλείτου Ἰωαννίδη, (Ὁ Γέρων Πορφύριος, Ἀθῆναι 1993, σ. 94):

«Μᾶς ἔλεγε ὁ Γέρων ὅτι ὁσάκις πῆγε σέ ἁγιασμένους χώρους, ὅπως εἶναι τό ὄρος Σινᾶ, τό Σπήλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως στή νῆσο Πάτμο ἤ τά Ἱεροσόλυμα, αἰσθανόταν ἀπερίγραπτα βιώματα. Πάντοτε τόνιζε ὅτι ὑπάρχει ἁγιασμός τῶν τόπων, ὅτι οἱ τόποι εἶναι διαποτισμένοι ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Μᾶς ἔλεγε χαρακτηρι-στικά ὅτι, ὅταν ἀγωνιζόταν σέ κάποιο μέρος, προκειμένου νά φτάσει σέ μιά πνευματική κατάσταση μέ τήν προσευχή, χρειαζόταν λ.χ. ἑνός τετάρτου ἤ μισῆς ὤρας ἀγώνα. Ἀλλά ὅταν αὐτό γινόταν σέ ἁγιασμένο τόπο, τά πράγματα ἦταν διαφορετικά. “Μπαίνω γιά παράδειγμα”, μᾶς ἔλεγε “μέσα σ’ ἕνα ἅγιο σπήλαιο, ὅπως τό σπήλαιο τοῦ ἁγίου Νήφωνος ἤ τοῦ ἁγίου Νείλου στό Ἅγιον Ὄρος ἤ στό Σπήλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως• καί δέν προλαβαίνω ν’ ἀρχίσω νά προσεύχομαι καί ἀμέσως ὁ ἁγιασμένος χῶρος μέ ἀνεβάζει στά ὕψη“».

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ἀναγνωρίζει τὴν τοποθεσία ὡς βοηθητικὴ γιὰ τὴν κατάνυξη:

«Πολλὲς φορὲς ὁδηγεῖ τὸν νοῦ μας σὲ κατάνυξι καὶ ἡ τοποθεσία ποὺ μένομε καὶ ἡ θέα ποὺ ἔχει. Ἂς σὲ πείσουν γι’ αὐτὸ ὁ Κύριος, ὁ Ἠλίας καὶ ὁ Ἰωάννης, οἱ ὁποῖοι προσεύχονταν κατὰ μόνας (σὲ διαλεγμένους ἐρημικοὺς τόπους)».

Ἡ γῆ, κατά παράδοξο τρόπο ἁγιάζεται μὲ τὰ συρόμενα βήματα τῶν μαρτύρων καὶ ἐμεῖς ἀκολουθοῦντες τὰ βήματα αὐτὰ σὲ ταξίδια προσκυνηματικὰ μετέχουμε στὴν ἀκολουθία τοῦ Ἰησοῦ κατὰ τὸ «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι». Τὰ ταξίδια αὐτὰ μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ κοπιαστικά, νὰ σὲ κάνουν νὰ μοχθεῖς. Δὲν εἶναι ταξίδια ἀναψυχῆς, ἀσχέτως ἂν σὲ ἀναπαύουν καὶ τελικὰ σὲ θεραπεύουν καὶ σὲ σώζουν. Εἶναι ταξίδια ποὺ ἀκολουθοῦν το καλοτάξιδο πλοῖο τῆς Ἐκκλησίας ποὺ χαρακτηρίζεται ὡς «εὔπλους ναῦς». Ἡ ψυχή μας κάνει τότε πανιά… Γίνεται γοργοτάξιδο σκαρὶ σὲ ὅλα τὰ μήκη καὶ πλάτη.

Ἐδῶ ἂς θυμηθοῦμε τὸ τροπάριον τῆς η’ ᾠδῆς τοῦ κανόνος τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Ἀγαθονίκου ποὺ τιμοῦμε τὴ μνήμη του στὶς 22 Αὐγούστου καὶ διαζωγραφίζει ὅσα πιὸ πάνω λέχθηκαν:

«ἐκ τόπων συρόμενος εἰς τόπον ἀθλητά, τὴν γῆν καθηγίασας, τοῖς βήμασι τοῖς σοῖς, καὶ κλίνας αὐχένα ξίφει τέμνοντι, σαρκὸς διεζεύχθης, καὶ τῷ Θεῷ ἡνώθης» (Μηναῖον Αὐγούστου).

Ἀνάλογα δρώμενα περιγράφονται καὶ στὸ συναξάρι τῆς 25ης Αὐγούστου ποὺ τιμᾶται ἡ μνήμη τῆς ἐπανόδου τοῦ Λειψάνου τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Ἀποστόλου Βαρθολομαίου.

Σταυρώθηκε ἐν τῇ Μεγάλῃ Ἀρμενία τῆς Ἀνατολῆς. Ἡ σορός του ἀπετέθη στὴν Ἀλβανούπολη ἐν λάρνακι λιθίνη. Ἐπειδὴ ἐγένοντο πολλὰ θαύματα οἱ ἐθνικοὶ τὴν ἔριξαν στὴ θάλασσα μαζὶ μὲ ἄλλες τέσσερις ποὺ ἀνῆκαν σὲ μάρτυρες ἐπίσης. Μία ὁλόκληρη νηοπομπή! Πέρασαν ἀπὸ πολλὲς θάλασσες καὶ ἡ λάρνακα τοῦ Ἀποστόλου προσορμίζεται στὴν Λίταρη τῆς Σικελίας. Οἱ ἄλλες ἔφθασαν σὲ ἄλλες πόλεις. Ποιὰ ὅμως ἡ ἐξήγηση ὅλων αὐτῶν;

«Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἴνα καὶ ἡ τοσαύτη θάλασσα ἢν διῆλθον, ἁγιασθῆ δι’ αὐτῶν, καὶ οἱ τόποι καθ’οὓς ἡ θεία χάρις αὐτοὺς διεμέρισεν εὐλογηθῶσι, καὶ ὁ Θεὸς θαυμαστωθῆ ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ, κατὰ τὸ γεγραμμένον» (Συναξάριον, Μηναῖον Αὐγούστου).

Αὐτὰ τὰ ὀλίγα νομίζω ὅτι ἀρκοῦν θεολογικὰ γιὰ νὰ θεμελιώσουν τὴν τιμὴ ποὺ ὀφείλουμε στοὺς ἁγιασμένους τόπους καὶ τὰ ὀφέλη ποὺ ἀποκομίζουμε ὅταν φθάνουμε σεμνὰ καὶ ταπεινὰ ὡς προσκυνητὲς μὲ βαθειὰ συναίσθηση τῆς «ἱερότητας» τοῦ τοπίου. Μὴ ξεχνᾶμε ὅτι «τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς» (Ψαλμὸς 23,1)

Ὡς προσκυνητὴς ὁ ἄνθρωπος μπαίνει σὲ νέες περιπέτειες προσπαθώντας νὰ πορευτεῖ σὲ δρόμους θεραπευτικοὺς γιὰ νὰ θεραπεύσει βαθειὲς ἀνθρώπινες ἀνάγκες του. Ἡ στάση σεβασμοῦ μὲ τὴν ὁποία πλησιάζουμε τόπους καὶ πρόσωπα κάνει νὰ ἀναδυθοῦν μὲ ἕνα καινούριο ἐντελῶς νόημα. «Κοινοὶ τόποι» ποὺ γίνονται ξεχωριστοί. Ὄχι μόνο γιατί ἐγὼ τοὺς εἶδα καὶ τοὺς ξεχώρισα. Κι αὐτὸ μπορεῖ νὰ συμβεῖ. Ἀλλὰ γιατί ἄλλοι πρὶν ἀπὸ ἐμένα ἔζησαν σ’ αὐτοὺς καὶ τοὺς ξεχώρισε ἡ παρουσία τους. Τόποι ποὺ γαληνεύει ἡ ψυχή μας ὅταν τοὺς πλησιάσουμε. Ἡ ἀνθρώπινη παρουσία δέθηκε μαζί τους καὶ ἀναδύεται.


Ποιοτικὴ φιλοξενία

Ἂν αὐτὲς εἶναι οἱ προϋποθέσεις μὲ τὶς ὁποῖες ὀφείλει ὁ προσκυνητὴς νὰ πλησιάζει τὰ προσκυνήματα ἀπαιτοῦνται καὶ ἄλλες προϋποθέσεις ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ ὑποδέχονται τοὺς προσκυνητές. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ ποιμαντική τοῦ ἐλευθέρου χρόνου, τὰ προσκυνηματικὰ ταξίδια ἢ οἱ ἱερὲς ἀποδημίες ἀπασχολοῦν ἔντονα μεμονωμένους ποιμένες καὶ τὴν διοικοῦσα Ἐκκλησία. Στὶς σύγχρονες ἀνάγκες προσπαθοῦν ν’ ἀνταποκριθοῦν προβάλλοντας παραδοσιακοὺς θησαυροὺς μὲ ἐπίκαιρο τρόπο. Μέριμνά τους δὲν εἶναι μία «μουσειακή» συντήρηση ἀλλὰ μία ζωντανὴ ἐνεργοποίηση καὶ προβολὴ ἐκείνου τοῦ ὁποίου αἰσθάνονται ὡς ἄγρυπνοι θεματοφύλακες. Ἐκεῖνο ποὺ πρέπει νὰ προσεχθεῖ ἰδιαίτερα εἶναι ἡ ποιότητα τῆς ἐπὶ τόπου προσφορᾶς μας, ἡ ὕπαρξη στοιχειώδους προετοιμασίας καὶ ἀνάλογης ὑποδομῆς καὶ ὄχι μόνο ὑλικῆς.

Γνωρίζουμε ὅτι οἱ ἁρμόδιοι τοῦ Ἑλληνικοῦ Ὀργανισμοῦ Τουρισμοῦ (Ε.Ο.Τ.) καὶ τοῦ Ὑπουργείου Τουριστικῆς Ἀνάπτυξης φροντίζουν γι’ αὐτὸ καὶ ἐκκλησιαστικοὶ ὑπεύθυνοι συμβάλλουν ἱκανῶς πρὸς αὐτὴν τὴν κατεύθυνση. Πέρα ἀπὸ καθαριότητα καὶ τάξη ποὺ πρέπει νὰ ἐπικρατεῖ, εἶναι ἀναγκαῖο νὰ μὴν ξεχνᾶμε τὸν σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖο ξεκινοῦν οἱ ἄνθρωποι σ’ αὐτὲς τοὺς τὶς περιοδεῖες. Πόσο εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ προσφέρουμε αὐτὸ τὸ ποιοτικὸ στοιχεῖο ζωῆς ποῦ ὁ κόσμος περιμένει καταφεύγοντας ἐκεῖ; Ἡ προετοιμασία, βέβαια, αὐτὴ δὲν εἶναι θέμα ὑποδείξεων, συνταγῶν, ἐντολῶν. Εἶναι ἑτοιμασία γιὰ «στάση ζωῆς» ποὺ ἀναπαύει ὅσους προσέρχονται. Μία στάση φιλοξενίας ποὺ συνοψίζει ὑποδοχὴ καὶ ἀγάπη. Οἱ ἄνθρωποι αὐτὴν τὴ φιλοξενία ἔχουν ἀνάγκη. Σ’ ἕναν κόσμο, μέσα στὸν ὁποῖο τὶς περισσότερες φορὲς αἰσθάνονται ἀνέστιοι, στὴν Ἐκκλησία καὶ στοὺς χώρους της περιμένουν νὰ νοιώσουν σά στὸ σπίτι τους, οἰκεῖοι καὶ δικοί.

Κι ὅμως εἶναι φορές, ποὺ κι ἐκεῖ λείπει ἡ ζεστασιὰ τῆς ἀνθρώπινης ἐπαφῆς· ἀπουσιάζει ὁ θερμὸς λόγος· ἡ ὑποδοχὴ γίνεται ψυχρὰ καὶ βαρετά, σὰ νὰ ἐνοχλεῖ ὁ ἐπισκέπτης· οἱ χῶροι ἔτσι ὅπως εἶναι διαμορφωμένοι μερικὲς φορές, ἀποδιώχνουν καὶ ἀπωθοῦν.

Αὐτὴ ἡ φροντίδα γιὰ ποιότητα γιὰ τὴν ὁποία μιλούσαμε πιὸ πάνω πρέπει νὰ ἐπεκτείνεται ὄχι μόνο στὸ ἀνθρώπινο δυναμικὸ ποὺ θὰ ὑποδέχεται τοὺς ξένους ἀλλὰ καὶ στὰ ἀντικείμενα ποὺ θὰ ἔχουμε προετοιμάσει νὰ προσφέρουμε ἀναμνηστικά, δωρεάν ἤ πρὸς πώληση. Καὶ σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο χρειάζεται ἡ ἀπαιτούμενη προσοχή.

Πολλὲς φορὲς καὶ γιὰ νὰ κρατήσουμε τὶς τιμὲς προσιτές, ὅταν τὰ κατασκευάζουμε οἱ ἴδιοι ἢ διότι τὰ προμηθευόμαστε ἀπὸ ἐργαστήρια μαζικῆς παραγωγῆς, παραμελοῦμε τὴ φιλοκαλικὴ παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας ἐμπορευματοποιώντας την καὶ προσφέρουμε «ἀναμνηστικά» (σουβενίρ) ποὺ τελικὰ «δὲν θὰ θυμίζουν τίποτε» ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ ἐπισκεφθήκαμε. Τὰ ἐργόχειρα δὲν εἶναι «ἐργόχειρο» ἀλλὰ κακῆς ποιότητος κατασκευάσματα ποὺ δυσφημοῦν αὐτὸν ποὺ τὰ προσφέρει ἢ τὰ πωλεῖ.

Ἂς μὴ ξεχνᾶμε μάλιστα, ὅτι αὐτὸ ποὺ θ’ ἀποκομίσει ὁ ἐπισκέπτης ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ ἐπισκέπτεται θὰ πρέπει νὰ ἔχει καὶ ἕναν αἰσθητικὰ παιδαγωγικὸ χαρακτήρα ποὺ νὰ τὸν πλησιάζει στὴν ἄπειρη ὀμορφιά, στὸ ἄλλο Κάλλος, τὸ ὁποῖο στὴν οὐσία συμβολίζει. Καὶ τὸ πιὸ μικρὸ ἀντικείμενο ἂς μὴ τραυματίζει τουλάχιστον τὴν εὐαισθησία μας ἂν δὲν μπορεῖ νὰ κάνει αἰσθητὴ αὐτὴ τὴν ἄλλη πραγματικότητα.

Ἂς φροντίσουμε, λοιπόν, μὲ κάθε τρόπο ξεκινώντας ἀπὸ τὰ δικά μας, τὰ ἐκκλησιαστικά, νὰ ἀποχαρακτηρισθεῖ καὶ ἡ Ἑλλάδα ὡς «χώρα τοῦ κίτς». Ἂς μὴ ξεχνᾶμε, ὅτι ἡ Ἐκκλησία διαφύλαξε στὸ σῶμα Της ὡς κιβωτὸς ὅ,τι πιὸ ἐκλεκτὸ δημιούργησε ὁ λαϊκός μας πολιτισμός. Αὐτὸ πρέπει νὰ καθοδηγήσει καὶ τώρα κάθε εἴδους πρωτοβουλίες ἔτσι ὥστε ἡ θεραπεία νὰ ἀνάγεται σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα καὶ νὰ καλύπτει ὅλες τὶς χρεῖες τοῦ ἀνθρώπου.


Βιβλιογραφία

Γιά τή συγγραφή τῆς εἰσηγήσεως ὁ ὁμιλητής στηρίχθηκε κυρίως σέ μελέτες καί ἔρευνές του γύρω ἀπό τή θεματική «Πνευματική Γεωγραφία» καί «Θεραπευτικός Τουρισμός», οἱ ὁποῖες ἔχουν ἀποτυπωθεῖ ἐν μέρει στήν ἀκόλουθη ἀρθρογραφία του:

Φιλοξενία, στὸ περ. «Ὁ Ἐφημέριος» 1984, σ. 184-185 καί στό ἀνάτυπο Στιγμιότυπα καὶ περιπλανήσεις σὲ δρόμους ποιμαντικῆς διακονίας 3, Ἀθήνα 1985, σ. 34-40.

Σχεδίασμα πνευματικῆς γεωγραφίας, στὸ περ. «Ὁ Ἐφημέριος» 1985, σ. 56-58 καὶ στὸ ἀνωτέρω ἀνάτυπο, σ. 82-96.

Θεραπευτικὸς Τουρισμός, στὸ περ. «Ὁ Ἐφημέριος» 1987, σ. 272-273 καὶ 1988 σ. 112-114, 136-138) καὶ στὸ ἀνάτυπο Σύγχρονοι Ποιμαντικοὶ Προβληματισμοί, Ἀθήνα 1988 σ. 55-72.

Θεραπευτικὸς Τουρισμός, στὸ περ. «Ὁ Ἐφημέριος» 1989, σ. 16-18 καὶ στὸ ἀνάτυπο Θεραπευτικὴ Διακονία, Ἀθήνα 1989, σ. 100-109.

«Ταξιδεύοντας», στὸ περ. «Ὁ Ἐφημέριος» 1991, σ. 272-274 καὶ στὸ ἀνάτυπο Ποιμαντική τῆς καθημερινῆς Ζωῆς, Ἀθήνα 1992, σ. 176-182.

Αἰγαιοπελαγίτικες σελίδες, στό περ. «Ὁ Ἐφημέριος» 1993, σ. 272-274 καὶ στὸ ἀνάτυπο Ποιμαντική πολλαπλῶν διαδρομῶν, Ἀθήνα 1995, σ. 228-236.


Ἐπίσης:

Ἀλεξάνδρου Μ. Σταυροπούλου - Ἄγγελου Βαλλιανάτου – Ἀριάδνης Σαραντουλάκου – Τριαντάφυλλου Μπολτέτσου, Οἱ δρόμοι τοῦ νεροῦ. Ὁδοιπορικό θεραπευτικοῦ τουρισμοῦ στά ἁγιάσματα τῆς Ἑλλάδας. Ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2002, 60 σ.



Κεντρική σελίδα Επιτροπής