ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΕΙΜΕΝΑ



��������

Προηγούμενη σελίδα


Προς την εν Μόσχα Παγκόσμιον Διάσκεψιν Θρησκευτικών Ηγετών

3/7/2006

Μακαριώτατε και Αγιώτατε Πατριάρχα Μόσχας και Πάσης Ρωσίας κ. Αλέξιε,



Ευρισκόμενοι εις την ιστορικήν κεθέδραν της Αγιωτάτης Ορθοδόξου Ρωσικής Εκκλησίας εκφράζομεν προς την Υμετέραν Μακαριότητα τα ειλικρινή, εγκάρδια και αδελφικά συναισθήματα Ημών και απάσης της καθ’ Ελλάδα Εκκλησίας. Συγχαίρομεν ωσαύτως θερμότατα Υμάς διά την διοργάνωσιν της σημαντικής ταύτης διαθρησκειακής συναντήσεως.



Η ως άνω συνάντησις συμπίπτει χρονικώς με αυτήν των αρχόντων των ισχυροτέρων κρατών της Γης, οι οποίοι συνεδριάζουν, ίνα εύρουν κατά κόσμον λύσεις εις τα πολλά, σοβαρά και ακανθώδη προβλήματα της Οικουμένης. Ημείς, οι θρησκευτικοί ηγέται, οφείλομεν από της πλευράς ημών να προσφέρωμεν εις την ανθρωπότητα ελπίδα και να συμβάλωμεν εις την παγκόσμιον καταλλαγήν και ειρήνην. Παραλλήλως, έχομεν την ιστορικήν ευθύνην, να προτείνωμεν την διεύρυνσιν της θρησκευτικής ελευθερίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εις απάσας τας χώρας, να εντείνωμεν τας προσπαθείας ημών προς άμβλυνσιν των ανισοτήτων μεταξύ των λαών, προς μείωσιν της κοινωνικής αδικίας και προς κατάργησιν της εκμεταλλεύσεως του ανθρώπου από τον συνάνθρωπόν του και να διδάξωμεν εμπράκτως τον σεβασμόν και την ανεκτικότητα του ενός προς την πίστιν, την ιδεολογίαν και την άποψιν του άλλου.



Από της καρδίας ταύτης της Αγιωτάτης Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας αναμιμνήσκομαι, ότι η χώρα σας εδοκίμασε, κατά τον 20όν αιώνα, την βίαν, τον αυταρχισμόν, τας διώξεις, τα βασανιστήρια, τας αδίκους φυλακίσεις, τας εξορίας, τας βιαίας εσωτερικάς μεταναστεύσεις και τας αδίκους θανατικάς καταδίκας εκατομμυρίων πιστών τέκνων της. Πρέπει, Αγιώτατε, να είσθε κατά Χριστόν υπερήφανοι, διότι είσθε απόγονοι τοσούτου και τηλικούτου νέφους Αγίων Μαρτύρων της Πίστεως, Μαρτύρων οι οποίοι εσυνέχισαν την παράδοσιν των Μαρτύρων των πρώτων χριστιανικών αιώνων. Έτι γενικώτερον, η πραγματικότης είναι, ότι, κατά τον 20όν αιώνα, τα τυραννικά καθεστώτα, τα οποία προεκάλεσαν εκατομμύρια αθώων θυμάτων, είχον ως ιδεολογίαν των την αθεϊαν, διά την οποίαν ο άνθρωπος ουδεμίαν αξίαν κέκτηται, και, επί πλέον, ένα τυφλόν φυλετικόν ή/και εθνικιστικόν φανατισμόν, εις βάρος αθώων και αδυνάμων ανθρώπων, Εβραίων ή Χριστιανών κατά το θρήσκευμα. Κατά τον αυτόν 20όν αιώνα, τα συμφέροντα των ισχυρών της Γης και αι πολιτικαί και εθνικαί σκοπιμότηται προεκάλεσαν γενοκτονίας, όπως αυταί των Αρμενίων και των Ελλήνων, κατοίκων των παραλίων του Ευξείνου Πόντου, και βιαίας εκτοπίσεις πληθυσμών. Οφείλομεν, εξ άλλου, να ομολογήσωμεν, ότι προς του 20ού αιώνος, κυρίως εις την Ευρώπην ή εκ της Ευρώπης, χιλιάδες ήσαν τα θύματα θρησκευτικών πολέμων, θρησκευτικών διώξεων και βιαίων κατακτήσεων και προσηλυτισμών.



Κατά την αρχήν του 21ου αιώνος, είχομεν τας εν ονόματι της θρησκείας θλιβεράς και απανθρώπους τρομοκρατικάς ενεργείας, αι οποίαι ήλθον, ίνα προστεθώσιν εις τας εν ονόματι πολιτικών, ιδεολογικών ή εθνικιστικών αρχών τοιαύτας. Αλλά, όπως κατ’ επανάληψιν έχει λεχθή, η χρησιμοποίησις της βίας εν ονόματι της θρησκείας είναι πράξις εναντίον της θρησκείας. Και η χρήσις της βίας εις απάντησιν της αδικίας οδηγεί εις ατελέσφορον προσπάθειαν επιτεύξεως ειρηνικής διευθετήσεως των διαφωνιών ή των αντιπαραθέσεων ή επιβολής του δικαίου. Όλοι ημείς είμαι βέβαιος, ότι καταδικάζομεν την επικράτησιν του φόβου εν τη κοινωνία, εν τη οποία ζώμεν. Και ο φόβος προέρχεται εκ της ελλείψεως αγάπης, διότι, όπως είπεν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, «η αγάπη έξω βάλλει τον φόβον» προς τον Θεόν και, κατ’ επέκτασιν, προς την εικόνα Αυτού, τον Άνθρωπον. Διά να αντιμετωπίσωμεν την αδικίαν εις τον κόσμον, πρέπει να συμφωνήσωμεν, ότι οφείλομεν να αποκλείσωμεν την βίαν, την τρομοκρατίαν, την δολοφονίαν αθώων πολιτών και να αναζητήσωμεν ειρηνικούς τρόπους, όχι θεωρητικούς, αλλά και πρακτικούς, διά των οποίων να συμβάλωμεν εις την δημιουργίαν κλίματος «επί γης ειρήνης και εν ανθρώποις ευδοκίας».





Αγιώτατε Πατριάρχα Μόσχας και Πάσης Ρωσίας κ. Αλέξιε,



Διά να επιτύχωμεν, ως θρησκευτικοί ηγέται, να συμβάλωμεν εις την ειρήνην και την πρόοδον της ανθρωπότητος, οφείλομεν πρώτοι ημείς να διενεργήσωμεν την αυτοκριτικήν ημών, να μετανοήσωμεν διά τα σφάλματα τά τε ημέτερα και τα των προ ημών και να αποφασίσωμεν, ότι δεν θα δεχθώμεν πλέον να χρησιμοποιηθή η θρησκεία ως εργαλείον πολιτικής, εθνικής ή φυλετικής αντιπαραθέσεως. Ημείς οφείλομεν να ενισχύωμεν την συντριπτικήν πλειονότητα των φιλησύχων, μετριπαθών και ειρηνοφίλων πολιτών, να προστατεύωμεν τους αδυνάτους από των αυθαιρεσιών των ισχυρών και να απομονώνωμεν τας ελαχίστας φονταμενταλιστικάς μειονοψηφίας, αι οποίαι δυσφημούν τας θρησκείας. Οφείλομεν εν τη πράξει να διαψεύσωμεν την περί συγκρούσεως των θρησκειών και πολιτισμών θεωρίαν του Huntington και να μη δώσωμεν, διά των σφαλμάτων ημών, την ευκαιρίαν εις τας αθέους και ολοκληρωτικάς ιδεολογίας της Νέας Εποχής, να επιτεθώσιν κατά των θρησκειών. Οφείλομεν όλοι, από κοινού, να αντιμετωπίσωμεν ειρηνικώς, πνευματικώς, αλλά και αποφασιστικώς και μετά σταθερότητος, τας επιθέσεις ταύτας, καθώς και τας προκλήσεις της παγκοσμιοποιήσεως και, κυρίως, το θρησκευτικόν και πολιτισμικόν συγκρητιστικόν συνονθύλευμα.





Αγιώτατε Πατριάρχα Μόσχας και Πάσης Ρωσίας κ. Αλέξιε,



Η εις Μόσχαν συγκέντρωσις ημών δίδει ημίν την ευκαιρίαν, να αποστείλωμεν προς άπασαν την Οικουμένην το Μήνυμα της Ελπίδος και να καταθέσωμεν τας προτάσεις ημών διά την ειρήνην και την ανάπτυξιν της ανθρωπότητος. Η εμή ταπεινότης προτείνει, όπως η Διάσκεψις ημών εν τω μηνύματι αυτής περιέχη και τα ακόλουθα σημεία:



Οι ηγέται των οκτώ ισχυρών κρατών του κόσμου να δείξουν εμπράκτως, ότι σκέπτονται και τους αδυνάμους της Γης αυτής και ότι επιθυμούν την εμπέδωσιν της παγκοσμίου ειρήνης διά της ελευθερίας και της δικαιοσύνης και όχι διά του δικαίου του ισχυροτέρου, το οποίον εντείνει τα πάθη και τα μίση και διαιωνίζει την βίαν.
Πολιτικοί και θρησκευτικοί ηγέται, να αγωνισθώμεν, ώστε να καταπολεμηθούν η πτωχεία, η ανεργία, η ψυχική αλλοτρίωσις, το σύγχρονον δουλεμπόριον και αι διακρίσεις εις βάρος πολιτών διά λόγους πολιτικούς, ιδεολογικούς, οικονομικούς ή θρησκευτικούς.
Να αποδεχθώμεν όλοι από κοινού την προστασίαν της ζωής και ιδιαιτέρως των ανθρωπίνων υπάρξεων, αι οποίαι δεν έχουν την δυνατότητα διαμαρτυρίας ή αμύνης, όπως τα από της δημιουργίας των έμβρυα, οι γέροντες και οι ασθενούντες συνάνθρωποί μας.
Να προτείνωμεν όλοι μαζί την κατάργησιν της ποινής του θανάτου και εν ταις χώραις εν ταις οποίαις δεν έχει ακόμη καταργηθή, καθώς επίσης και των παντός είδους βασανιστηρίων.
Να φροντίσωμεν διά την διατήρησιν της οικογενείας ως του υγιούς πυρήνος της κοινωνίας. Να αρνηθώμεν τον ατομικισμόν και το ίδιον συμφέρον ως ελατήρια κοινωνικής καταξιώσεως.
Να φροντίσωμεν να διδάξωμεν την αγάπην και τον σεβασμόν προς το περιβάλλον, και την αποφυγήν της επ’ αυτού κυριαρχίας, η οποία υποβαθμίζει τελικώς την ζωήν ημών.




Αγιώτατε Προκαθήμενε του Πατριαρχείου Μόσχας και Πάσης Ρωσίας,



Συγχαίρομεν και αύθις την Υμετέραν Αγιότητα διά την πρωτοβουλίαν ταύτην της Παγκοσμίου Διασκέψεως Θρησκευτικών Ηγετών και ευχόμεθα, όπως ο Κύριος χαρίζη αυτή υγιείαν, ώστε να συνεχίση να προσφέρη την πολύτιμον διακονίαν αυτής εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν και δι’ Αυτής εις άπασαν την ανθρωπότητα. Αμήν.



Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος

Χριστόδουλος


Προηγούμενη σελίδα