image with the sign of the Greek Church

Κεντρική Σελίδα | Ιερά Σύνοδος | Αρχιεπίσκοπος | 89,5 Radio | Ειδήσεις | Κοινωνία
Βιβλιοθήκη | Μουσείο | Multimedia | Τεχνική Βοήθεια | Σύνδεσμοι | Επικοινωνία

Ιερά Σύνοδος



ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA






ΕΙΣΗΓΗΣH


Προηγούμενη σελίδα


"Ἐνημέρωσις ἐπί τῆς πορείας τοῦ θέματος τῶν ταυτοτήτων.

Συμπεράσματα, ἀποτελέσματα καί προτάσεις"

τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγ. Βλασίου

κ. ΙΕΡΟΘΕΟΥ


Ἔχω τήν τιμή γιά τρίτη φορά, μέ πρόταση τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστοδούλου καί ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, νά παρουσιάζομαι ἐνώπιόν σας γιά νά ἀναπτύξω ἕνα θέμα, τό ὁποῖο ἔχει σχέση μέ τίς ταυτότητες τῶν Ἑλλήνων Πολιτῶν.

Ἡ πρώτη εἰσήγησή μου στήν Ἱεραρχία ἔγινε τήν 6η Ἰουνίου 2000 μέ θέμα: "Ἱστορική ἐξέλιξις τοῦ θέματος τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος εἰς τά Δελτία τῶν Ἀστυνομικῶν Ταυτοτήτων τῶν Ἑλλήνων Πολιτῶν". Καί βέβαια ἡ εἰσήγηση αὐτή ἔγινε μέ τήν ἰδιότητα τοῦ Προέδρου τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς γιά τήν παρακολούθηση τοῦ προβλήματος τῆς ἐκδόσεως νέου τύπου ταυτοτήτων "τῆς προαιρετικῆς ἤ ὑποχρεωτικῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος εἰς αὐτάς, ὡς καί ἄλλων συναφῶν ζητημάτων, ἡ ὁποία συγκροτήθηκε μέ τήν ὑπ' ἀριθμ. Πρωτ. 321/22-1-1999 ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου.

Ἡ δεύτερη εἰσήγησή μου ἔγινε στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τήν 11η Ὀκτωβρίου 2000 μέ θέμα "Ἐνημέρωσις ἐπί τῆς πορείας τοῦ θέματος τῶν Ταυτοτήτων", μέ τήν ἰδιότητα τοῦ Προέδρου τῶν δύο Εἰδικῶν Ἐπιτροπῶν, ἤτοι τῆς Ἐπιτροπῆς γιά τήν Συλλογή Ὑπογραφῶν Ἑλλήνων Πολιτῶν, πού συγκροτήθηκε μέ τό ὑπ' ἀριθμ. Πρωτ. 3082/3-7-2000 ἔγγραφο τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί τῆς Ἐπιτροπῆς Ἐλέγχου καί Διαφάνειας γιά τήν Συλλογή τῶν Ὑπογραφῶν, ἡ ὁποία συγκροτήθηκε μέ τήν ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς 31ης Αὐγούστου 2000.

Καί σήμερα θά προσπαθήσω νά ἀναλύσω, ὅσο τό δυνατόν συντομότερα, τό θέμα πού μοῦ ἀνέθεσε ἡ ΔΙΣ μέ τίτλο "Ἐνημέρωσις ἐπί τῆς πορείας τοῦ θέματος τῶν ταυτοτήτων. Συμπεράσματα, ἀποτελέσματα καί προτάσεις", ἀκριβῶς ἐπειδή ὡς Πρόεδρος τῶν τριῶν προηγουμένων Ἐπιτροπῶν, παρακολούθησα τήν ὅλη ἐξέλιξη τόσο τῆς ἐκδόσεως τοῦ νέου τύπου ταυτοτήτων, ὅσο καί τῆς συλλογῆς ὑπογραφῶν τῶν Ἑλλήνων Πολιτῶν.

Βέβαια, ἡ θέση μου δέν εἶναι εὐχάριστη, ὅταν ἀσχολοῦμαι συνεχῶς μέ τό θέμα αὐτό, δεδομένου ὅτι πιστεύω πώς ὑπάρχουν πολλά ἄλλα σοβαρότερα θεολογικά καί ἐκκλησιολογικά θέματα, τά ὁποῖα μπορεῖ νά ἀπασχολήσουν τήν Ἐκκλησία. Ὅμως θά προσπαθήσω μέ τήν δική σας κατανόηση καί νά νᾶς ἐνημερώσω, κατά τό δυνατόν ὑπεύθυνα, πάνω στό θέμα αὐτό, ἀλλά καί νά τό ἐντάξω στήν ὅλη προβληματική τοῦ ζητήματος.

Στήν συνέχεια θά ἐντοπίσω ἕξι συγκεκριμένα σημεῖα:
  1. Τά πεπραγμένα τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς γιά τήν συλλογή τῶν ὑπογραφῶν
  2. Ἡ ἀξιολόγηση τῆς προσπάθειας γιά τήν συλλογή τῶν ὑπογραφῶν
  3. Ἀνακοίνωση τῶν ἀποτελεσμάτων
  4. Συμπερασματικές ἐκτιμήσεις
  5. Προτάσεις
  6. Ἀντιμετώπιση τῶν μελλοντικῶν προκλήσεων
Θά προσπαθήσω μέ κάθε δυνατή συντομία νά σᾶς ἐνημερώσω γιά τήν ὅλη ἐξέλιξη τοῦ θέματος καί νά ἐκθέσω τίς ἀπόψεις μου πάνω στά συγκεκριμένα αὐτά σημεῖα.

1. Τά πεπραγμένα τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς γιά τήν συλλογή τῶν ὑπογραφῶν

Εἶναι γνωστόν ὅτι ἡ συλλογή τῶν ὑπογραφῶν ἦταν ἀποτέλεσμα τῶν ἀποφάσεων τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί ὄχι ἁπλῶς τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου.

Κατά τήν Ἱεραρχία τῆς 6ης Ἰουνίου 2000 ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἀλεξανδρουπόλεως κ. Ἄνθιμος μεταξύ τῶν προτάσεων πού ὑπέβαλε στό Σῶμα τῆς Ἱεραρχίας ἦταν καί συλλογή ὑπογραφῶν τῶν Ἑλλήνων Πολιτῶν γιά τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες. Βέβαια δέν συζητήθηκαν ὅλες οἱ προτάσεις τοῦ Σεβασμιωτάτου, παρά μόνον ἡ πρόταση τῆς συναντήσεως τῆς Ἐπιτροπῆς τῆς Ἱεραρχίας μέ τόν Πρωθυπουργό τῆς Χώρας. Ὕστερα ἀπό τήν ἄρνηση τοῦ Πρωθυπουργοῦ γιά συνάντηση, ἡ Ἱεραρχία κατέληξε στήν πραγματοποίηση τῶν δύο "λαοσυνάξεων", χωρίς βέβαια νά ἀπορριφθοῦν οἱ ἄλλες προτάσεις τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ἀλεξανδρουπόλεως.

Κατά τήν "λαοσύναξη" τῶν Ἀθηνῶν ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστόδουλος ἀνακοίνωσε ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος θά ἀποφασίση τήν συλλογή ὑπογραφῶν, πράγμα τό ὁποῖο τελικά ἀποφασίσθηκε ἀπό τή Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο καί, βεβαίως, ἡ συλλογή τῶν ὑπογραφῶν ἄρχισε τήν 14η Σεπτεμβρίου τοῦ 2000.

Ὅμως κατά τήν Ἱεραρχία τοῦ Ὀκτωβρίου 2000 ἐτέθη ἐπισήμως ἀπό τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστόδουλο τό ἐρώτημα ἄν πρέπει νά συνεχίσουμε ἤ νά σταματήσουμε τήν συλλογή ὑπογραφῶν. Ἀπό τούς παρόντας Μητροπολίτας μόνον ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἰωαννίνων κ. Θεόκλητος ἦταν ἀντίθετος μέ τήν συνέχιση τῆς προσπάθειας αὐτῆς.

Ἑπομένως, ἡ συλλογή τῶν ὑπογραφῶν Ἑλλήνων Πολιτῶν γιά τήν διενέργεια Δημοψηφίσματος ἦταν σχεδόν ὁμόφωνη ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

Ἡ Ἐπιτροπή μας συνεδρίασε ἐπανειλημμένως γιά νά μελετήση τόσο τόν τρόπο τῆς συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν ὅσο καί τήν ἐπιλογή τοῦ σκοποῦ γιά τόν ὁποῖο θά διεξαχθῆ τό ὅλο ἐγχείρημα.

• Συγκεκριμένα: συνεδρίασε κατά τίς ἀκόλουθες ἡμερομηνίες, ἤτοι: 5 Ἰουλίου 2000, 14 Ἰουλίου 2000, 21 Αὐγούστου 2000, 1 Σεπτεμβρίου 2000, 28 Σεπτεμβρίου 2000, 3 Νοεμβρίου 2000, 19 Δεκεμβρίου 2000, 26 Ἰανουαρίου 2001, 21 Φεβρουαρίου 2001, 13 Μαρτίου 2001, 25 Μαΐου 2001, 20 Ἰουνίου 2001 καί 21 Ἰουνίου 2001.

Βεβαίως, συνῆλθε καί ἄλλες τέσσερεις φορές σέ κοινή Συνεδρίαση μέ τήν ἐπιτροπή ἐλέγχου καί Διαφάνειας πού θά ἀναφέρω πιό κάτω. Συνολικά πραγματοποίησε δεκαεπτά (17) πολύωρες ἐπίσημες Συνεδριάσεις. Ἔγιναν δέ καί πολλές ἀνεπίσημες.

Ἐλήφθησαν διάφορες ἀποφάσεις, ὅπως ἐκτίθενται στά ἀνακοινωθέντα, τά ὁποῖα ἐκδίδονταν μετά τό πέρας κάθε συνεδρίασης καί ἀκολουθοῦσε πάντοτε ἐνημέρωση Τύπου. Μέ τόν τρόπον αὐτόν ἔγινε πλήρης ἐνημέρωση τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ γιά τό κρίσιμο θέμα τόσο τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία Ἀστυνομικῶν Ταυτοτήτων ὅσο καί τῆς αἰτήσεως γιά τήν διενέργεια τοῦ Δημοψηφίσματος, ὥστε ὁ ἑλληνικός λαός νά ἀποφασίση γιά τήν ἀναγραφή ἤ μή τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία Ταυτοτήτων.

• Ἡ Ἐπιτροπή μας πρότεινε στήν Ἱερά Σύνοδο τήν συγκρότηση Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς Ἐλέγχου καί Διαφάνειας γιά τόν ἔλεγχο καί τήν ἐγκυρότητα τοῦ ὅλου αὐτοῦ ἐγχειρήματος. Ἡ Εἰδική αὐτή Ἐπιτροπή ἀποτελέσθηκε ἀπό ἐγκρίτους Νομικούς καί ἀκαδημαϊκούς διδασκάλους, ἤτοι: Ἀνδρέα Δημητρόπουλο, Ἀν. Καθηγητή Συνταγματικοῦ Δικαίου Νομικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Παναγιώτη Δροσίτη, Ἐπίτιμο Πρόεδρο Διοικητικῶν Δικαστηρίων, Χρυσάνθη Ἐμπορίδου, Ἐπίτιμο Πρόεδρο Ἐφετῶν, Ἠλία Νικολόπουλο, Καθηγητή Συνταγματικοῦ Δικαίου Παντείου Πανεπιστημίου, Διονύσιο Πελέκη, Δικηγόρο παρ' Ἀρείῳ Πάγῳ, Ἀνδρομάχη Σκαλτσᾶ, Ἐπ. Καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου, Κωνσταντῖνο Τράκα, πρ. Πρόεδρο τοῦ Ἐλεγκτικοῦ Συνεδρίου, Σπυρίδωνα Τρωϊάνο, Καθηγητή Πανεπιστημίου, Ἀδαμάντιο Φαρμάκη, Ἐπίτιμο Σύμβουλο Ἐπικρατείας.

Τῆς Ἐπιτροπῆς αὐτῆς προήδρευε ὁ ὁμιλῶν καί συμμετεῖχαν ὅλα τά μέλη τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς γιά τήν συλλογή τῶν ὑπογραφῶν.

• Οἱ δύο αὐτές Ἐπιτροπές, ἤτοι ἡ Εἰδική Συνοδική Ἐπιτροπή γιά τήν συλλογή τῶν ὑπογραφῶν καί ἡ Ἐπιτροπή Ἐλέγχου καί Διαφάνειας συνεδρίασαν ἐπανειλημμένως ἀπό κοινοῦ τήν 31η Αὐγούστου 2000, τήν 18η Δεκεμβρίου 2000, τήν 27η Μαρτίου 2001, μάλιστα δέ τήν 27η Μαρτίου 2001 ἡ Συνεδρίαση ἔγινε ὑπό τήν προεδρία τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστοδούλου, καί καθόρισαν τόν τρόπο τῆς συλλογῆς καί ἐλέγχου τῶν ὑπογραφῶν. Στίς Συνεδριάσεις αὐτές ἀποφασίσθηκε ἡ συλλογή τῶν ὑπογραφῶν νά γίνη μέ τήν εὐθύνη τῶν κατά τόπους Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί μέ τήν βοήθεια εἰδικῶν Ἐπιτροπῶν Ἐλέγχου καί Διαφάνειας πού συγκροτήθησαν στίς Ἱερές Μητροπόλεις.

• Πέραν τούτου γιά τήν ἐπιτυχία τοῦ ὅλου ἐγχειρήματος πραγματοποιήθηκαν δύο Συσκέψεις μεταξύ τῶν ὑπευθύνων τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων, ἤτοι ἡ πρώτη τήν 1η Σεπτεμβρίου 2000 καί ἡ δεύτερη τήν 8η Ἰανουαρίου 2001 καί δόθηκαν εἰδικές ἐντολές καί κατευθύνσεις γιά τήν ἐπιτυχία τοῦ ὅλου ἔργου. Στίς συνάξεις αὐτές ἐκτός τῶν εἰδικῶν ἐντολῶν, πρακτικῆς σημασίας, ἀναπτύχθηκε ἡ ὅλη θεωρητική ὑποδομή τῆς πρωτοβουλίας αὐτῆς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

• Ἡ Ἐπιτροπή μας ἀπέστειλε δύο βασικά ἔγγραφα στήν Ἱερά Σύνοδο, τό πρῶτο τήν 18η Ἰουλίου 2000 καί ἐπρότεινε τήν ἀλλαγή τοῦ σκοποῦ τῆς συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν, πού ἔγινε ἀποδεκτή, καί τό δεύτερο τήν 27η Φεβρουαρίου 2001 καί ἐπρότεινε νά γίνη ὁπωσδήποτε ἔλεγχος τῶν ἀριθμῶν τῶν ταυτοτήτων πού κατεγράφησαν στά ἔντυπα ἀπό ἠλεκτρονικούς ὑπολογιστάς καί ἔγινε ἀποδεκτό.

• Ἡ Ἐπιτροπή μας ἐπρότεινε στήν Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδο τήν ἀποστολή δύο Ἐγκυκλίων πρός τό Χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιά τό θέμα αὐτό, καί βεβαίως συνέταξε δύο κείμενα τά ὁποῖα ἀπετέλεσαν τίς ὑπ' ἀριθμ. 2698 (ἀριθ. Πρωτ. 3782/31-8-2000) καί 2711 (ἀριθμ. Πρωτ. 763/22-2-2001) Ἐγκυκλίους τῆς Ἱερᾶς Συνόδου πού ἀνεγνώσθησαν στούς Ἱερούς Ναούς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

• Ὁ Πρόεδρος καί τά μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς ἔδωσαν Συνεντεύξεις καί δημοσίευσαν ἄρθρα στά Μ.Μ.Ε., ἀναλύοντας τήν σημασία τῆς συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν γιά τήν Ἐκκλησία καί τό Ἔθνος.

• Ὡς Πρόεδρος τῆς Ἐπιτροπῆς εἰσηγήθηκα στήν Ἱεραρχία τοῦ Ὀκτωβρίου 2000 τό θέμα: "Ἐνημέρωσις ἐπί τῆς πορείας τοῦ θέματος τῶν ταυτοτήτων" καί ἐξέδωσα ἕνα ὁλόκληρο βιβλίο 289 σελίδων μέ τίτλο: "Ταυτότητα καί Ταυτότητες", στό ὁποῖο συμπεριέλαβα ὅλα τά κείμενα πού ἔγραψα γιά τό θέμα τῶν ταυτοτήτων.

• Ἡ Ἐπιτροπή μας ἀπό τήν ἀρχή εἶχε βασικά δύο σκοπούς, ὁ ἕνας νά διοργανώση μέ τόν κατά τό δυνατόν καλύτερο τρόπο ὅλην αὐτή τήν προσπάθεια, καί τό ἔκανε χρησιμοποιώντας τόν διαρθρωμένο ἐκκλησιαστικό ὀργανισμό, καί ὁ δεύτερος νά ἐνημερώση τόν λαό μέσα ἀπό τά Μέσα Μαζικῆς Ἐπικοινωνίας, ἀπαντώντας συγχρόνως στίς ἀντίθετες ἀπόψεις.

Στίς ἀνακοινώσεις πού ἔγιναν ἐκ μέρους μου, κατά τήν 28η Αὐγούστου 2001, ἀνέφερα συνοπτικά τό ποιές ἀπαντήσεις δώσαμε σέ διάφορα τεθέντα ἐρωτήματα, σχετικά μέ τήν συλλογή ὑπογραφῶν, γι' αὐτό καί δέν θεωρῶ καλό νά ἐπανέλθω τώρα στό θέμα αὐτό.

• Προτείναμε στήν Ἱερά Σύνοδο τό περιεχόμενο τοῦ Ὑπομνήματος πού θά διδόταν στήν πολιτειακή καί πολιτική ἡγεσία τῆς Χώρας μας καί βέβαια ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀπεφάσισε σχετικῶς.

• Τελικά ἡ Ἐπιτροπή μας, μαζί μέ τήν Ἐπιτροπή Ἐλέγχου καί Διαφάνειας εἶχε τήν εὐθύνη τῆς διαδικασίας τῆς συλλογῆς ὑπογραφῶν καί τῆς ἐγκυρότητας τῆς ὅλης προσπάθειας. Ἡ καταγραφή τῶν στοιχείων τῶν ἐντύπων μέ ἠλεκτρονικούς ὑπολογιστάς ἔγινε μέ εὐθύνη τῶν Ἐπιτροπῶν μας.

Μετά τό πέρας τῆς προσπάθειας αὐτῆς ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος μοῦ ἀπέστειλε, ὅπως τό ἔκανε καί γιά τά ἄλλα μέλη, τό ὑπ' ἀριθμ. Πρωτ. 3163/4-9-2001 ἔγγραφό της, τοῦ ὁποίου τό περιεχόμενο ἔχει ὡς ἀκολούθως:

"Πρός τόν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην

Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεον

Πρόεδρον τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Διαδικασίας διά τήν συλλογήν ὑπογραφῶν τῶν Ἑλλήνων Πολιτῶν

Εἰς Ναύπακτον

Σεβασμιώτατε ἐν Χριστῷ ἀδελφέ,

Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐν τῇ Συνεδρίᾳ Αὐτῆς τῆς 28ης παρελθόντος μηνός Αὐγούστου ἐ.ἔ., ἀπεφάσισεν ὅπως ἐκφράση τάς ὁλοθύμους Αὐτῆς εὐχαριστίας πρός τήν ὑμετέραν Σεβασμιότητα, διά πάνθ' ὅσα ἐμόγησεν ἐπί ἕν καί πλέον ἔτος ὑπό τήν ἰδιότητα τοῦ Προέδρου τῆς Ἐπιτροπῆς Διαδικασίας διά τήν συλλογήν ὑπογραφῶν τῶν Ἑλλήνων Πολιτῶν πρός διενέργειαν Δημοψηφίσματος διά τήν προαιρετικήν ἤ μή ἀναγραφήν τοῦ Θρησκεύματος ἐπί τῶν νέου τύπου Δελτίων Ἀστυνομικῶν Ταυτοτήτων.

Ἐν διαθέσει οὐσιαστικῆς προσφορᾶς διά τήν δόξαν τῆς Ἐκκλησίας εἰργάσθητε ἀόκνως καθ' ἅπαν τό διαρρεῦσαν χρονικόν διάστημα, τόσον κατά τήν διάρκειαν τῶν ἀλλεπαλλήλων καί πολυώρων συσκέψεων τῆς καθ' ὑμᾶς Ἐπιτροπῆς ὅσον καί διά τήν ἐπιμέλειαν, τόν συντονισμόν καί τήν ἐπίλυσιν τῶν ἑκάστοτε ἀνακυπτόντων κρισίμων ζητημάτων.

Ταῦτα δέ πάντα ἐν συνδυασμῷ πρός τήν καθ'ὅλα ἀνελλιπῆ συνέχισιν τῆς θεοφιλοῦς ἀσκήσεως τῶν πολυευθύνων ποιμαντορικῶν ὑμῶν καθηκόντων ἐν τῇ ὑμετέρα Θεοσώστῳ Ἐπαρχίᾳ, καθιστοῦν τήν προσφοράν ἡμῶν ἐξόχως σημαντικήν καί οὐσιαστικήν διά τήν ὅλην διοργάνωσιν καί ἐπιτυχῆ ἔκβασιν τῆς ὡς ἄνω διαδικασίας, ἀνεξαρτήτως τῆς τελικῆς βουλήσεως τῶν κρατούντων.

Ἐπί δέ τούτοις, συγχαίροντες καί αὖθις εὐγνωμόνως διά τούς κόπους εἰς οὕς ὑπεβλήθητε, ἵνα φέρητε εἰς αἴσιον πέρας τήν ὑπό τῆς Ἁγιωτάτης ἡμῶν Ἐκκλησίας ἀνατεθεῖσαν ὑμῖν σπουδαιοτάτην διακονίαν καί κατασπαζόμενοι τήν ὑμετέραν Σεβασμιότητα ἐν Κυρίῳ, διατελοῦμεν μετ' ἀγάπης.

Ὁ Ἀθηνῶν Χριστόδουλος, Πρόεδρος

Ὁ Ἀρχιγραμματεύς Ἀρχιμ. Θεολόγος Ἀποστολίδης".

2. Ἡ ἀξιολόγηση τῆς προσπάθειας γιά τήν συλλογή τῶν ὑπογραφῶν

Ὑπῆρχαν μερικοί πού ὑποστήριζαν, καί ἐνδεχομένως ἐξακολουθοῦν νά ὑποστηρίζουν, ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος μέ τήν ἀπόφαση τήν ὁποία ἔλαβε νά συγκεντρώση ὑπογραφές Ἑλλήνων Πολιτῶν γιά τήν διενέργεια Δημοψηφίσματος, δέν πρόκειται νά ἐπιτύχη τίποτα, ἀκριβῶς γιατί εἶναι ἔργο τῆς Κυβερνήσεως νά προτείνη στό Κοινοβούλιο τήν διενέργεια Δημοψηφίσματος καί βεβαίως μέ τίς ὑπάρχουσες συνθῆκες δέν πρόκειται ἡ Κυβέρνηση νά προβῆ σέ μιά τέτοια ἐνέργεια. Ἑπομένως ὑποστηρίχθηκε ἡ ἄποψη ὅτι ἡ ὅλη προσπάθεια ὑπῆρξε μάταιη.

Ὅμως κατά τήν γνώμη μου, ἡ συλλογή τῶν ὑπογραφῶν εἶχε καί ἄμεσο καί μακροπρόθεσμο σκοπό, δηλαδή ἀποσκοποῡσε στήν προσπάθεια ἀλλαγῆς τῆς ἀπόφασης τῆς Κυβερνήσεως στό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἀλλά ἀπέβλεπε καί στήν ἀποθάρρυνση μερικῶν διαφωτιστικῶν κύκλων νά προβοῦν καί σέ ἄλλες ἐνέργειες γιά τήν ἀλλοίωση τῆς πολιτιστικῆς παραδόσεως τοῦ τόπου, καθώς ἐπίσης καί τήν ἀποδυνάμωση τῶν θεσμῶν καί τῶν κοινωνιῶν ἀπό τήν Ἑλληνορθόδοξη Παράδοση, καί βεβαίως, ἤθελαν διάφορες θεσμικές καί νομικές ἀλλαγές στίς σχέσεις τῆς Πολιτείας μέ τήν "Ἐκκλησία".

Ὁ ἄμεσος σκοπός τῆς συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν βρίσκεται σέ μιά κινητικότητα, τήν ὁποία βέβαια ἐξέλιξη θά καθορίση, μέ ἀπόφασή της, ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας. Ὅμως ὁ μακροπρόθεσμος σκοπός τῆς ὅλης προσπάθειας πού κατέβαλε ἡ Ἐκκλησία, κατά τήν γνώμη μου, ἔχει ἐπιτευχθῆ.

Αὐτό δέν λέγεται γιά νά μᾶς ἀδρανοποιήση στίς περαιτέρω ἐνέργειές μας, ἀλλά γιά νά ἀποβάλη τήν ἀπαισιόδοξη ἄποψη ὅτι τελικά ἡ Ἐκκλησία δέν ἐπέτυχε τίποτε μέ τήν προσπάθεια αὐτή.

Γιά νά ὑποστηρίξω τήν ἄποψη ὅτι τελικά ἡ Ἐκκλησία ἐπέτυχε τόν μακροπρόθεσμο σκοπό της, θά ἤθελα νά ὑπογραμμίσω μερικά ἐνδεικτικά σημεῖα.

Πρῶτον. Πρίν χρόνια, τουλάχιστον δύο, ἀπό τότε πού ὁ Πρωθυπουργός ἀνακοίνωσε στήν Βουλή τήν διαγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς Ταυτότητες, σχεδιαζόταν ἡ ἀλλαγή τῶν ταυτοτήτων καί τῶν διαβατηρίων γιά ὅλους τούς Ἕλληνας πολίτες. Ὑπάρχουν πάρα πολλά παραδείγματα πάνω στό θέμα αὐτό, ἀλλά θά περιορισθοῦμε σέ λίγα.

Στήν διεύθυνση Ἀστικῆς καί Δημοτικῆς Κατάστασης καί μάλιστα στό Τμῆμα Διαβατηρίων καί Ταυτοτήτων μεταξύ τῶν ἄλλων ἁρμοδιοτήτων πού ἐδόθησαν ἦταν καί ἡ ἑξῆς: "Στήν (ἡ) ἔκδοση, ἀκύρωση, ἀντικατάσταση καί στόν τύπο τῶν δελτίων ταυτότητας, στήν (ἡ) καθιέρωση Ἑνιαίου Κωδικοῦ Ἀριθμοῦ Μητρώου (ΕΚΑΜ) γιά κάθε Ἕλληνα πολίτη καί στήν (ἡ) ἐφαρμογή γενικά τῆς νομοθεσίας ′περί ταυτοτήτων ‵ ".

Ἀπό τίς ἀρχές τοῦ ἔτους 1999 γινόταν λόγος γιά τήν ἠλεκτρονική ταυτότητα ἡ ὁποία ἐφαρμοζόταν γιά ὅλους τούς Ἕλληνες πολίτες. Γιά παράδειγμα στό "Βῆμα"(27-4-1999) γραφόταν γιά "τήν ἀνάγκη μιᾶς "ἠλεκτρονικῆς ταυτότητας" πού οἱ εἰδικοί τώρα ἀποκαλοῦν ἠλεκτρονική ὑπογραφή... Ὁ ὑφυπουργός Μεταφορῶν καί Ἐπικοινωνιῶν κ. Ν. Σαλαγιάννης μιλώντας πρός "τό Βῆμα" ἐξήγησε ὅτι ἡ ἠλεκτρονική ὑπογραφή θά εἶναι μία ἁλυσίδα στοιχείων πού δημιουργοῦνται χρησιμοποιώντας μία προσωπική "κλεῖδα", ἕνα εἶδος κωδικοῦ". Στά "Νέα" (6-3-1999) γινόταν λόγος γιά "δεύτερη ταυτότητα", δηλαδή γιά μιά "ἔξυπνη" κάρτα πού μπαίνει στήν ζωή μας ἕως τό τέλος τοῦ χρόνου καί ὅτι "ἡ πρώτη ἑλληνική πόλη τῆς ὁποίας οἱ δημότες θά κυκλοφοροῦν μέ τήν "ἔξυπνη" κάρτα στήν τσέπη εἶναι ἡ Θεσσαλονίκη". Καί μάλιστα γραφόταν ὅτι ἡ "ἔξυπνη" κάρτα "θά μπορεῖ νά χρησιμοποιεῖται ἀπό τούς κατόχους της σέ πάρα πολλές πτυχές τῆς καθημερινότητας". Ἐπίσης γραφόταν ὅτι "ἡ ἔξυπνη" κάρτα "θά μπορεῖ νά χρησιμοποιεῖται ἀπό τούς κατόχους της σέ πάρα πολλές πτυχές τῆς καθημερινότητας". Ἐπίσης γραφόταν ὅτι "ἡ ἔξυπνη" κάρτα θά ἐμπεριέχει χαρακτηριστικές πληροφορίες γιά τό πρόσωπο πού τήν κατέχει, ὅπως εἶναι ἡ ὁμάδα αἵματος καί τά στοιχεῖα τῆς ταυτότητάς του".

Ὅμως ἡ μεγαλύτερη κινητικότητα γιά τό θέμα τῆς ἀλλαγῆς τῶν ταυτοτήτων καί τῶν διαβατηρίων παρατηρήθηκε τίς ἀρχές τοῦ 2000. Ἰδιαιτέρως νά ὑπενθυμίσω τήν εἰσήγηση τοῦ Καθηγητοῦ κ. Μιχάλη Σταθόπουλου στήν Ἐπιτροπή θρησκευτικῶν ἐλευθεριῶν τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν γιά τήν ἀπάλειψη τῆς ἀναγραφῆς τοῦ Θρησκεύματος στίς ταυτότητες, τήν καθιέρωση ὑποχρεωτικοῦ πολιτικοῦ γάμου, τήν ἀνατροπή τῶν μέχρι σήμερα σχέσεων Ἐκκλησίας - Πολιτείας, καθώς ἐπίσης καί τήν εἰσήγηση τοῦ ἰδίου Καθηγητοῦ στήν Ἀρχή Προστασίας Προσωπικῶν Δεδομένων γιά τήν κατάργηση τοῦ ἰσοκύρου θρησκευτικοῦ καί πολιτικοῦ γάμου καί τήν καθιέρωση τοῦ πολιτικοῦ ὡς ὑποχρεωτικοῦ. Νά ὑπενθυμίσω καί τίς δηλώσεις τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐξωτερικῶν κ. Γεωργίου Παπανδρέου σέ συνέντευξή του στήν Ἕνωση Ἀνταποκριτῶν Ξένου Τύπου γιά τήν ἀπάλειψη τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς νέες ταυτότητες, καθώς ἐπίσης τήν ἄποψή του ὅτι ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος συνιστᾶ στοιχεῖο ἀντιδημοκρατικότητας.

Σχετικά μέ τό τελευταῖο πρέπει νά σημειώσω ὅτι ὁ δημοσιογράφος Βίκτωρ Ἰλιέζερ ἔκανε στόν Ὑπουργό Ἐξωτερικῶν τήν ἑξῆς ἐρώτηση:

"Κύριε Ὑπουργέ, θά ἤθελα νά σᾶς ρωτήσω ἐάν καί πότε πρόκειται ἡ ἑλληνική Νομοθεσία νά εὐθυγραμμιστεῖ μέ τήν Εὐρωπαϊκή στό θέμα τῆς ὑποχρωτικῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ὑπό ἔκδοσιν ταυτότητες καί ἄν μοῦ ἐπιτρέπετε, μιά ἐπιπλέον ἐρώτηση - μᾶλλον νά σᾶς ὑπενθυμίσω - γιά τό πότε θά ἐπισκεφτεῖ ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας τό κράτος τοῦ Ἰσραήλ".

Ἕνα μικρό σχόλιο γιά τήν ἐρώτηση.

Κάνει ἐντύπωση ὅτι ὁ δημοσιογράφος συνδέει στενῶς τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες μέ τήν ἐπίσκεψη τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας στό κράτος τοῦ Ἰσραήλ. Ἐπίσης, κάνει λόγο γιά τίς "ὑπό ἔκδοσιν ταυτότητες", πού σημαίνει ὅτι θά ἴσχυαν γιά ὅλους τούς Ἕλληνες, καθώς ἐπίσης ἐρωτᾶ "πότε πρόκειται ἡ Ἑλληνική Νομοθεσία νά εὐθυγραμμισθῆ μέ τήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση στό θέμα τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος", ἄν καί δέν τέθηκε τό θέμα αὐτό ἀπό τήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση.

Ὁ Ὑπουργός Ἐξωτερικῶν κ. Γεώργιος Παπανδρέου ἀπήντησε γιά τό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία Ταυτοτήτων ὡς ἑξῆς:

"Σέ σχέση μέ τήν ἐρώτηση, σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τίς ταυτότητες. Αὐτό εἶναι ἕνα θέμα τό ὁποῖο εἶχε συζητηθῆ πρίν ἀπό κάποια χρόνια στήν Βουλή. Μπορεῖ νά ἐπανέλθει, δέν ξέρω πότε ἀκριβῶς, δέν ἔχω παρακολουθήσει τό χρονοδιάγραμμα, τό πότε οἱ νέες ταυτότητες θά βγοῦν.

Μπορῶ νά σᾶς πῶ τήν ἄποψή μου ὅμως. Εἶμαι κατά τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες. Νομίζω κατ' ἀρχήν, ὅτι αὐτό, πολλοί τῆς Ἐκκλησίας τό βλέπουν μέ ἕνα ἄλλο μάτι. Ἐγώ θεωρῶ ὅτι ἀκόμα καί γιά τό συμφέρον τῆς ὅποιας Ἐκκλησίας δέν χρειάζεται μιά βούλα πάνω σέ μία ταυτότητα γιά τό τί πιστεύει ὁ καθένας καί εἶναι ἕνα στοιχεῖο ἀκριβῶς δημοκρατίας, δηλαδή ὅτι εἶναι ἐλεύθερος ὁ καθένας νά ἐπιλέγει τήν θρησκεία του, τό πιστεύω του, τό ὁποῖο νομίζω συνάδει μέ τίς πολύ βασικές ἀξίες τῆς δικιᾶς μας κοινωνίας, τίς πολύ βαθιά δημοκρατικές ἀξίες τῆς δικιᾶς μας κοινωνίας.

Αὐτή εἶναι ἡ ἄποψή μου καί τήν ὁποία, βεβαίως, θά πῶ ὅταν ἔρθει τό θέμα στό Ὑπουργικό Συμβούλιο, ἄν ἔρθει καί ὅποτε θά ἔρθει".

Ἀπό τήν ἀπάντηση αὐτή μποροῦμε νά ὑπογραμμίσουμε τά ἑξῆς σημεῖα:

Τό ἕνα εἶναι ὅτι ὁ Ὑπουργός δηλώνει σαφῶς ὅτι εἶναι ἐναντίον τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία Ταυτοτήτων, καί μάλιστα ὅτι αὐτό εἶναι στοιχεῖο δημοκρατίας! Βέβαια, κάνει σύγχυση μεταξύ ἐπιλογῆς τῆς θρησκείας καί τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία Ταυτοτήτων!

Τό ἄλλο σημεῖο εἶναι ὅτι συνδέει τήν ἀλλαγή ὡς πρός τό σημεῖο αὐτό μέ τήν Βουλή, τό Κοινοβούλιο, πού πράγματι εἶναι τό μόνο ἁρμόδιο νά ἀντιμετωπίση τό θέμα αὐτό. Καί τό λέγει αὐτό καίτοι εἶχε ψηφισθῆ ὁ νόμος 2472/1997, πράγμα πού σημαίνει ὅτι μέχρι τότε δέν γινόταν καμμία συσχέτιση τοῦ θέματος τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία Ταυτοτήτων μέ τόν νόμο περί προστασίας τῶν εὐαισθήτων προσωπικῶν δεδομένων. Ἐπίσης, σέ ἄλλο σημεῖο τῆς ἀπαντήσεώς του λέγει ὅτι θά πῆ τήν ἄποψή του "ὅταν ἔρθει τό θέμα στό Ὑπουργικό Συμβούλιο, ἄν ἔρθει καί ὅποτε θά ἔρθει". Ἀλλά ὅπως γνωρίζουμε τό θέμα τῆς διαγραφῆς τοῦ θρησκεύματος ἀπό τά Δελτία Ταυτοτήτων οὔτε στό Κοινοβούλιο πῆγε οὔτε στό Ὑπουργικό Συμβούλιο, γιά νά διατυπώσουν τίς ἀπόψεις τους οἱ Ὑπουργοί καί οἱ Βουλευτές.

Δηλώσεις γιά τήν ἀλλαγή τῶν ταυτοτήτων καί τῶν διαβατηρίων γιά ὅλους τούς Ἕλληνες πολίτες, καί μάλιστα "ἐκ μηδενικῆς βάσεως" ἔκανε καί ὁ Ὑπουργός Δημόσιας Τάξης κ. Μιχάλης Χρυσοχοΐδης.

Κατά τό "Βῆμα" (20 - 2- 2000): "τό σχέδιο νόμου μάλιστα μέ τό ὁποῖο ἡ ἁρμοδιότητα τῆς ἔκδοσης τῶν διαβατηρίων θά "περάσει" στό ὑπουργεῖο Δημόσιας Τάξης καί θά ἔλθει πρός ψήφιση στή Βουλή πρίν ἀπό τίς ἐκλογές προβλέπει ρητῶς ὅτι σέ εὔλογο χρονικό διάστημα θά ἀντικατασταθοῦν ὅλα ἀνεξαιρέτως τά διαβατήρια καί οἱ ταυτότητες τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν. Καταβάλλεται προσπάθεια δηλαδή ὥστε ἡ ὑπόθεση νά ἐπανεξετασθεῖ ἐκ μηδενικῆς βάσεως. Ἔτσι λοιπόν θά ἀλλάξουν τό σχῆμα, ἡ μορφή καί οἱ βαθμοί ἀσφαλείας τόσο τῶν διαβατηρίων ὅσο καί τῶν ταυτοτήτων. Οἱ ἀλλαγές αὐτές ἐπιβάλλονται καί ἀπό τήν ἔναρξη ἰσχύος ἀπό τήν 1η Ἀπριλίου 2000 τῆς Συμφωνίας Σένγκεν, ἡ ὁποία θά ἐπιτρέπει, ὡς γνωστόν, τήν κίνηση τῶν πολιτῶν πρός τίς χῶρες τῆς Εὐρώπης μέ τήν ἐπίδειξη μόνο τῆς ἀστυνομικῆς ταυτότητάς τους.

Σχετικά μέ τήν ἀπόφαση νά ἀλλάξουν τά διαβατήρια καί οἱ ταυτότητες ἔχει ἀναπτυχθεῖ ἐσχάτως καί ἔντονο παρασκήνιο μέ ἀφορμή τήν κατάργηση τῆς βίζας πρός τίς ΗΠΑ".

Καί τό "Ἔθνος" τήν ἴδια ἡμέρα (20 - 2 - 2000) μέ γενικό τίτλο "ἀλλάζουμε ταυτότητα. Ἀντικαθίστανται διαβατήρια καί δελτία ἀστυνομικῆς ταυτότητας γιά λόγους ἀσφαλείας. Οἱ ἀλλαγές ἀναμένεται νά ὁλοκληρωθοῦν μέχρι τό τέλος τοῦ χρόνου", κάνει εὐρύτατη ἀνάλυση τοῦ θέματος πού ἀπασχολοῦσε τότε τήν Κυβέρνηση, ἐννοεῖται πρίν τίς ἐκλογές τῆς 9 - 4 - 2000. Συγκεκριμένα, στό ρεπορτάζ τῆς Ἐφημερίδας "Ἔθνος" γράφεται:

"Τήν ἀλλαγή τῶν ἀστυνομικῶν ταυτοτήτων μέσα στό τρέχον ἔτος ἐπιβεβαίωσε μέ δήλωσή του στό "Ἔθνος" καί ὁ ὑπουργός Δημόσιας Τάξης Μιχάλης Χρυσοχοΐδης.

Ἡ ἀλλαγή τοῦ τρόπου ἔκδοσης τῶν διαβατηρίων ἦταν μέσα στά σχέδια τῆς κυβέρνησης, ἀλλά ἐπισπεύδεται ὕστερα ἀπό πιέσεις τῆς Οὐάσιγκτον, πού τή θέτει ὡς ὅρο γιά τήν κατάργηση τῆς βίζας γιά τούς Ἕλληνες. Ἡ δικαιολογία πού προβάλλει ἡ ἀμερικανική πλευρά εἶναι ὅτι στίς Ἡνωμένες Πολιτεῖες σημειώθηκαν ἀρκετά κρούσματα μέ πολίτες χωρῶν τῆς κεντρικῆς καί ἀνατολικῆς Εὐρώπης, πού ἐνῶ δέν εἶχαν καμία σχέση μέ τήν Ἑλλάδα, ἦταν κάτοχοι ἑλληνικῶν διαβατηρίων.

Τό ἑλληνικό ὑπουργεῖο Δημόσιας Τάξης φιλοδοξεῖ, μέ τήν ἀλλαγή τοῦ τρόπου ἔκδοσης τῶν διαβατηρίων, νά λύσει ὁριστικά τό τεράστιο πρόβλημα τῶν ἑλληνοποιήσεων, τίς διαστάσεις τοῦ ὁποίου κανένας δέν εἶναι σέ θέση νά προσδιορίσει.

Κανένας, δηλαδή δέν μπορεῖ νά προσδιορίσει ἄν οἱ ἑλληνοποιημένοι Ρῶσοι καί ἄλλοι ἀλλοδαποί ἀνέρχονται σέ ἑκατοντάδες ἤ χιλιάδες. Γιά νά λυθεῖ μάλιστα ὁριστικά τό πρόβλημα, θά ἀναγκαστοῦν ὅλοι οι Ἕλληνες νά ἀλλάξουν κάποια στιγμή τά διαβατήριά τους, ἀνεξάρτητα ἄν ἔχει λήξει ἡ ἰσχύς τους ἤ ὄχι.

Ἡ ἀλλαγή αὐτή δέν πρόκειται βέβαια νά γίνει ἄμεσα, ἀλλά τούς προσεχεῖς μῆνες, ὅταν θά ἔχουν ὀργανωθεῖ οἱ ὑπηρεσίες τῆς ἀστυνομίας πού θά ἐκδίδουν τά νέα διαβατήρια.

Γιά τήν ἔκδοση τῶν νέων διαβατηρίων, θά εἶναι ἀναγκαία ἡ παρουσία τοῦ ἐνδιαφερομένου στίς ἀστυνομικές ἀρχές καί δέν θά γίνεται δι' ἀντιπροσώπου, ὅπως γίνεται σήμερα...

Σέ κάθε ἀστυνομική διεύθυνση πού θά ἐκδίδει διαβατήρια θά ὑπάρχει σύστημα on line σύνδεσης μέ τά κεντρικά τῆς Ἀσφάλειας, ὥστε νά γίνεται αὐτομάτως διασταύρωση στοιχείων.

Ἡ νομοθετική ρύθμιση γιά τήν ἀλλαγή τοῦ τρόπου ἔκδοσης διαβατηρίων βρίσκεται ἤδη στό τελικό στάδιο καί πρόκειται ἐντός τῶν προσεχῶν ἡμερῶν νά κατατεθεῖ στήν Βουλή. Τήν ρύθμιση αὐτή ἐπεξεργάζεται ἐπιτροπή ἀπό ἐκπροσώπους τῶν ὑπουργείων Ἐσωτερικῶν, Ἐξωτερικῶν καί Δημόσιας Τάξης. Ἀπό τήν στιγμή πού θά ἀλλάξει ὁ τρόπος ἔκδοσης τῶν διαβατηρίων, θά καταργηθεῖ ἡ βίζα γιά τίς ΗΠΑ καί οἱ Ἕλληνες πολίτες θά μποροῦν νά παραμένουν ἐκεῖ γιά διάστημα 90 ἡμερῶν, ὅπως ἰσχύει καί γιά τούς πολίτες χωρῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης.

"Οἱ νέες ἀστυνομικές ταυτότητες θά εἶναι κατασκευασμένες μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε ἡ πλαστογράφησή τους νά εἶναι ἀδύνατη".

Αὐτή τή δήλωση ἔκανε στό "Ἔθνος" ὁ ὑπουργός Δημόσιας Τάξης Μιχάλης Χρυσοχοΐδης καί πρόσθεσε ὅτι δέν γνωρίζει ἀκόμα τά τεχνικά στοιχεῖα τῆς νέας ταυτότητας, γιατί δέν ἔχει γίνει ἡ σχετική μελέτη ἀπό τούς ἁρμοδίους ὑπηρεσιακούς παράγοντες.

"Κατά πᾶσα πιθανότητα, θά χρησιμοποιηθεῖ ἡ ψηφιακή τεχνολογία καί σίγουρα ἡ ἐμπειρία ἄλλων χωρῶν", εἶπε ὁ ὑπουργός.

Τόνισε, ὅμως, ὅτι ἡ ἀντικατάσταση τῶν ἀστυνομικῶν ταυτοτήτων ἔχει δρομολογηθεῖ καί ὅτι μέσα στό 2000 θά ἔχει ὁλοκληρωθεῖ. Σέ ἐρώτηση ἄν οἱ νέες ταυτότητες θά γίνουν μέ βάση κάποια πρότυπα πού ἰσχύουν σέ χῶρες τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, ὁ κ. Χρυσοχοΐδης ἀπάντησε ὅτι δέν ὑπάρχουν τέτοια πρότυπα, οὔτε ἑνιαῖος τρόπος κατασκευῆς ταυτοτήτων.

"Αὐτό πού ἐνδιαφέρει εἶναι νά μήν πλαστογραφοῦνται", τόνισε ὁ ὑπουργός.

Σύμφωνα, ὡστόσο, μέ πληροφορίες ἀπό ὑπηρεσιακούς παράγοντες τοῦ ὑπουργείου Δημόσιας Τάξης, πού ἔχουν ἀσχοληθεῖ μέ τό θέμα, οἱ νέες ταυτότητες θά ἔχουν κατά πᾶσα πιθανότητα καί λατινικά στοιχεῖα, ὥστε νά εἶναι ἀναγνώσιμες ἀπό τίς ἀστυνομίες τῶν εὐρωπαϊκῶν χωρῶν".

Καί ἄλλες Ἐφημερίδες ἔκαναν ρεπορτάζ γύρω ἀπό τό θέμα τῆς ἀλλαγῆς τῶν διαβατηρίων, ὅπως γιά παράδειγμα ἡ "Ἐλευθεροτυπία" (17-2-2000), ὁ "Ἐπενδυτής" (18-3-2000), καί μάλιστα τόνιζαν τήν ἐπέμβαση τῶν Ἀμερικανῶν γιά τό θέμα αὐτό. Γιά παράδειγμα στήν "Ἐλευθεροτυπία" (17-2-2000) γράφτηκε:

"Ὁ κ. Μπέρνς ἐπισήμανε ἀκόμη ὅτι ἡ ἑλληνική κυβέρνηση θά ἔπρεπε νά βιαστεῖ νά ἀλλάξει τή διαδικασία ἔκδοσης τῶν διαβατηρίων, διότι στίς 30 Ἀπριλίου ἀλλάζει καί ἡ ἀμερικανική νομοθεσία γιά τή χορήγηση βίζας, μέ τήν υἱοθέτηση αὐστηρότερων προδιαγραφῶν.

Χθες τό μεσημέρι, πάντως, ὁ κυβερνητικός ἐκπρόσωπος ἔδωσε τό πράσινο φῶς γιά τήν ἀπόφαση τῆς κυβέρνησης νά ἀλλάξει τή διαδικασία ἔκδοσης ἑλληνικῶν διαβατηρίων καί τήν προσαρμογή της στά ἀμερικανικά αἰτήματα. Ὁ κ. Ρέππας ἀνέφερε ὅτι ἡ κυβέρνηση ἀποφάσισε νά ἀλλάξει τό ἰσχῦον σύστημα ἔκδοσης διαβατηρίων".

Ἀπό τίς παραθέσεις αὐτές φαίνεται ὅτι ὑπῆρχε σαφής πρόθεση νά γίνη ἀλλαγή καί ἀντικατάσταση τῶν ταυτοτήτων καί τῶν διαβατηρίων γιά ὅλους τούς Ἕλληνες πολίτες, καί μάλιστα στίς ταυτότητες δέν θά ἀναγραφόταν τό θρήσκευμα, καθώς ἐπίσης θά εἰσάγονταν ἠλεκτρονική ἐπεξεργασία τῶν στοιχείων. Ὅμως ἡ ἀντίδραση τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ μεγάλη κινητικότητα τοῦ λαοῦ συνετέλεσαν στό νά ματαιωθοῦν τά σχέδια αὐτά καί νά ἀρκεσθοῦν στήν ἔκδοση τῶν ταυτοτήτων χωρίς τό θρήσκευμα μόνον γιά ἐκείνους πού θά ἐλάμβαναν γιά πρώτη φορά ταυτότητα ἤ θά ἀντικαθιστοῦσαν τίς παλιές τους ταυτότητες. Βέβαια, τώρα τελευταῖα, μετά τίς γνωστές τρομοκρατικές ἐνέργειες συζητεῖται τό θέμα τῶν ἠλεκτρονικῶν ταυτοτήτων.

Δεύτερον. Πρό τῶν ἐκλογῶν γινόταν, ὅπως εἴδαμε προηγουμένως, μεγάλη συζήτηση ἀφ' ἑνός μέν γιά τήν ἀναγραφή ἤ μή τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία Ταυτοτήτων, ἀφ' ἑτέρου δέ γιά τίς σχέσεις μεταξύ Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, κυρίως γιά τόν χωρισμό τῆς Πολιτείας ἀπό τήν Ἐκκλησία.

Ἔκφραση αὐτῆς τῆς συζητήσεως τῶν ἡμερῶν ἐκείνων, καθώς ἐπίσης καί τοῦ τρόπου μέ τόν ὁποῖον ἀντιμετωπιζόταν ἀπό πλευρᾶς Κυβερνήσεως τό θέμα, εἶναι ἡ συνέντευξη πού ἔδωσε ὁ Πρωθυπουργός κ. Κωνσταντῖνος Σημίτης στήν τηλεόραση τοῦ Mega τήν 14η Μαρτίου 2000, λίγες ἡμέρες πρό τῶν ἐκλογῶν, στούς Δημοσιογράφους Νίκο Χατζηνικολάου καί Παῦλο Τσίμα. Θά παραθέσω τίς σχετικές ἐρωτήσεις καί ἀπαντήσεις τοῦ Πρωθυπουργοῦ, καί στήν συνέχεια θά κάνω μερικά σχόλια.

"Π. Τσίμας: Κι ἐγώ μιά ἐρώτηση. Ἀρχίσαμε μ' ἕνα θέμα πού συζητεῖται πολύ στήν ἐπικαιρότητα, μέ τό Χρηματιστήριο. Ἕνα δεύτερο θέμα πού συζητεῖται πολύ αὐτές τίς ἡμέρες εἶναι τό θέμα τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν σχέσεών της μέ τό κράτος. Ἕνας ὑπουργός τῆς κυβέρνησής σας, ὁ Γιῶργος Παπανδρέου, ἔθεσε δημόσια ἕνα θέμα - καί σχεδόν ἀφορίστηκε - τό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στήν ταυτότητα.

Ἐάν ἕνας ἄνθρωπος εἶναι ἄθεος, γιατί αὐτό πρέπει νά ἀναγράφεται στήν ταυτότητά του μέ ὅλες τίς κοινωνικές συνέπειες κι ἄν ἀλλαξοπιστήσει, ἄν αὔριο προσηλυτιστεῖ στήν ὀρθόδοξη πίστη ἤ στό βουδισμό, γιατί πρέπει νά πάει νά ἀλλάξει ταυτότητα;

Ἐσᾶς ἡ θέση σας ποιά εἶναι ἐπ' αὐτοῦ;

Πρωθυπουργός: Αὐτό τό θέμα ἔχει συζητηθεῖ νομίζω στήν προπερασμένη Βουλή. Ἀποφασίσθηκε, ὅταν ἔρθει ἡ συζήτηση γιά τήν ἀναθεώρηση τοῦ Συντάγματος πώς μπορεῖ πάλι νά τεθεῖ, δέν ξέρω ἄν εἶναι μέσα στό πλαίσιο τῶν ἀναθεωρητέων διατάξεων. Πάντως, δέν εἶναι αὐτή τήν στιγμή ἕνα θέμα τό ὁποῖο πιστεύω πρέπει νά ἐπικεντρώσει τήν προσοχή.

Π. Τσίμας: Δέν αἰσθάνεστε τήν πίεση νά ἀλλάξουν οἱ σχέσεις Κράτους - Ἐκκλησίας, νά γίνει αὐτός ὁ περίφημος διαχωρισμός;

Πρωθυπουργός: Πιστεύω ὅτι δέν εἶναι ὥριμη ἀκόμη ἡ ἑλληνική κοινωνία γιά κάτι τέτοιο καί γι' αὐτό δέν συμπεριελήφθη ἡ σχετική διάταξη στίς ἀναθεωρητέες διατάξεις. Οἱ σχέσεις Ἐκκλησίας καί Κράτους, εἶναι σχέσεις οἱ ὁποῖες μέ τήν πρόοδο παίρνουν μιά ἄλλη μορφή, πρέπει νά ὑπάρχει μιά συνεννόηση μέ τήν Ἐκκλησία γιά τή μορφή πού θά πάρουν καί θά πρέπει νά ὑπάρχει μιά κοινή συμφωνία.

Γιατί μήν ξεχνᾶμε ὅτι στήν χώρα μας ἡ Ἐκκλησία εἶναι δεμένη μέ τήν ἱστορία τῆς Ἑλλάδος. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ὅ,τι ὑπάρχει πρέπει νά μένει ἔτσι ὅπως εἶναι. Σημαίνει ὅτι πρέπει νά ὑπάρχει μιά ἐξέλιξη, ἀλλά ὅ,τι γίνει πρέπει νά γίνεται μέσα ἀπό μία συνεννόηση".

Καί τώρα μερικά σχόλια, πού εἶναι ἀρκετά ἐκφραστικά. α) Ὅπως φαίνεται ἀπό τήν ἐρώτηση τοῦ δημοσιογράφου, τό θέμα τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, καθώς ἐπίσης καί τό θέμα τῆς ἀναγραφῆς ἤ μή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες συνεζητεῖτο τό καιρό ἐκεῖνο πάρα πολύ. Ἄλλωστε, προηγουμένως εἴδαμε μερικές τέτοιες ἀναφορές στά Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης.

β) Ὁ Πρωθυπουργός στήν ἀπάντησή του προσπαθεῖ νά καθησυχάση τόν ἑλληνικό λαό διά μέσου τῶν δημοσιογράφων, ἄλλωστε πλησίαζαν οἱ βουλευτικές ἐκλογές πού θά γίνονταν ὕστερα ἀπό μερικές ἡμέρες. Ὅμως, καίτοι κάνει λόγο γιά τίς σχέσεις Ἐκκλησίας καί Κράτους, ἐν τούτοις δέν ἀπαντᾶ καθόλου γιά τό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία τῶν Ἀστυνομικῶν Ταυτοτήτων.

γ) Ὁμολογεῖ σαφῶς ὁ Πρωθυπουργός ὅτι "στήν χώρα μας ἡ Ἐκκλησία εἶναι δεμένη μέ τήν ἱστορία τῆς Ἑλλάδος", καθώς ἐπίσης ὅτι "δέν εἶναι ὥριμη ἡ ἑλληνική κοινωνία γιά κάτι τέτοιο", ὅμως ταυτόχρονα πιστεύει καί ὁμολογεῖ ὅτι πρέπει νά λάβουν κάποια ἄλλη μορφή οἱ σχέσεις Ἐκκλησίας - Πολιτείας. Γι' αὐτό λέγει: "οἱ σχέσεις Ἐκκλησίας καί Κράτους εἶναι σχέσεις οἱ ὁποῖες μέ τήν πρόοδο παίρνουν μιά ἄλλη μορφή", γιατί "δέν σημαίνει ὅτι ὅ,τι ὑπάρχει πρέπει νά μείνει ἔτσι ὅπως εἶναι. Σημαίνει ὅτι πρέπει νά ὑπάρχει μιά ἐξέλιξη".

δ) Στά ὅσα λέγει ὁ Πρωθυπουργός ἐπικρατεῖ μιά ἀντιφατικότητα. Σέ ἕνα σημεῖο λέγει ὅτι "ἀποφασίστηκε, ὅταν ἔρθει ἡ συζήτηση γιά τήν ἀναθεώρηση τοῦ Συντάγματος πώς μπορεῖ πάλι νά τεθεῖ" τό θέμα σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας. Σέ ἄλλο σημεῖο ἰσχυρίζεται ὅτι ἐπειδή ἡ ἑλληνική κοινωνία δέν εἶναι ὥριμη γιά ἀλλαγή στό θέμα αὐτό, "γι' αὐτό δέν συμπεριελήφθη ἡ σχετική διάταξη στίς ἀναθεωρητικές διατάξεις". Ὅμως σέ ἄλλο σημεῖο ὁμολογεῖ: "δέν ξέρω ἄν εἶναι μέσα στό πλαίσιο τῶν ἀναθεωρητέων διατάξεων". Τελικά ἰσχυρίζεται ὅτι "δέν εἶναι αὐτή τήν στιγμή ἕνα θέμα τό ὁποῖο πιστεύω πρέπει νά ἐπικεντρώσει τήν προσοχή".

Φαίνεται καθαρά ὅτι ὑπῆρχαν σοβαρές σκέψεις γιά τήν ἀλλαγή τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, ἴσως μέσα ἀπό τίς ἀναθεωρητέες διατάξεις, ἀλλά μέ ἄλλο τρόπο, ὅπως θά τό δοῦμε λίγο πιό κάτω. Τό γεγονός εἶναι ὅτι κάτι ἑτοιμαζόταν, καίτοι κρυβόταν ἐπειδή θά ἀκολουθοῦσαν οἱ βουλευτικές ἐκλογές.

ε) Τό σημαντικό ὅμως τῆς ὑποθέσεως εἶναι ὅτι ὁ Πρωθυπουργός στήν συνέντευξη αὐτή ἰσχυρίζεται ὅτι ὅ,τι θά γίνη, πρέπει νά πραγματοποιηθῆ μέ συνεργασία καί συναίνεση τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό τό λέγει ἐπανειλημμένως στήν συνέντευξή του: "πρέπει νά ὑπάρχει μιά συνεννόηση μέ τήν Ἐκκλησία... καί θά πρέπει νά ὑπάρχει μιά κοινή συμφωνία". Καί σέ ἄλλο σημεῖο λέγει σαφῶς: "ὅ,τι γίνει πρέπει νά γίνεται μέσα ἀπό μία συνεννόηση".

Τό θέμα τῆς διαγραφῆς τοῦ Θρησκεύματος ἀπό τά Δελτία Ταυτοτήτων, πού ἀποσιωπήθηκε στήν συνέντευξη αὐτή, τέθηκε ἀμέσως μετά τίς βουλευτικές ἐκλογές, ἀπό τόν Ὑπουργό Δικαιοσύνης, καί μάλιστα χωρίς καμμία συνεννόηση μέ τήν Ἐκκλησία, ἀφοῦ κατά τήν ἄποψη τῆς Πολιτείας αὐτό εἶναι ἕνα ἀποκλειστικό της δικαίωμα, πού δέν χρειάζεται συζήτηση μέ τήν Ἐκκλησία. Ἀλλά βεβαίως τό θέμα τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας δέν τέθηκε κατά τήν ἀναθεώρηση τοῦ Συντάγματος, ἔστω καί ἐμμέσως, ὅπως θά δοῦμε πιό κάτω. Καί σέ αὐτό συνετέλεσε ἡ ἀντίδραση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί ἡ κινητοποίηση τοῦ λαοῦ.

Τρίτον. Ὁ Ὑπουργός Δικαιοσύνης κ. Μιχάλης Σταθόπουλος εἶχε ἀπό πολλά χρόνια παγιωμένες ἀπόψεις γύρω ἀπό τίς σχέσεις τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν Πολιτεία καί βεβαίως ὅταν ἀνέλαβε Ὑπουργός Δικαιοσύνης θά εἶχε πρόθεση νά τίς προωθήση.

Συγκεκριμένα ἔχουμε ὅλοι μας ὑπ' ὄψη τίς θέσεις τίς ὁποῖες διετύπωσε ὁ κ. Μιχάλης Σταθόπουλος σέ σχετικό ἄρθρο "γιά τίς σχέσεις Πολιτείας - Ἐκκλησίας καί τήν θρησκευτική ἐλευθερία", τό ὁποῖο δημοσιεύθηκε στό νομικό περιοδικό "Ποινική Δικαιοσύνη". Στό κείμενο αὐτό ἐπρότεινε τέσσερεις νομοθετικές ρυθμίσεις γιά τήν βελτίωση τῆς νομοθεσίας μας προκειμένου νά ἐναρμονισθῆ μέ τήν ἀρχή τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας.

Ἡ πρώτη ἀναφερόταν στό Σύνταγμα καί τούς σχετικούς νόμους, ἤτοι τήν κατάργηση τοῦ προοιμίου τοῦ Συντάγματος, μέ τό ὁποῖο γίνεται ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος, τήν κατάργηση τοῦ τρίτου ἄρθρου τοῦ Συντάγματος, τήν διαγραφή καί τροποποίηση ἄρθρων καί νόμο περί τοῦ προσηλυτισμοῦ, τήν διαγραφή στό Σύνταγμα καί τούς νόμους φράσεων γιά τήν ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως καί τήν μετάδοση τῶν γνησίων στοιχείων τῆς Ὀρθόδοξης Χριστιανικῆς παραδόσεως, τήν τροποποίηση τοῦ ἄρθρου 33, παρ. 2 τοῦ Συντάγματος γιά τόν θρησκευτικό ὅρκο, τήν κατάργηση τῶν νόμων γιά τήν ἀνέγερση Ναοῦ ἄλλων δογμάτων καί θρησκειῶν, τήν κατάργηση τῆς ὑποχρεωτικῆς ἤ προαιρετικῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία Ταυτότητας καί τήν ἀπάλειψη τῆς κατοχύρωσης τῆς βάπτισης ἤ ἄλλων πληροφοριῶν ἑνός προσώπου στίς ληξιαρχικές πράξεις.

Ἡ δεύτερη νομοθετική ρύθμιση ἀφορᾶ τήν ἐκκλησιαστική νομοθεσία, ἤτοι τήν ἀντικατάσταση τοῦ νόμου 590/1977 "περί τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος" καί τοῦ νόμου 4149/1961 "περί τοῦ Καταστατικοῦ Νόμου τῆς ἐν Κρήτη Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας", μέ ἄλλον νόμον πού θά ἀναφέρεται στήν νομική προσωπικότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, στήν μισθοδοσία, τόν ἔλεγχο τῆς περιουσιακῆς καταστάσεως τῆς Ἐκκλησίας καί τήν προστασία καί διοίκηση Ἐκκλησιαστικῶν μνημείων καί κειμηλίων μέ ἐθνική σημασία. Ἐπίσης προτείνει τήν κατάργηση τοῦ νόμου περί Ἐκκλησιαστικῶν Δικαστηρίων, τοῦ νόμου γιά τίς Ἱερατικές Σχολές καί τήν ἐκκλησιαστική ἐκπαίδευση.

Ἡ τρίτη νομοθετική ρύθμιση ἀφορᾶ τόν ἀστικό καί ποινικό κώδικα σχετικά μέ τήν τέλεση τοῦ ὑποχρεωτικοῦ πολιτικοῦ γάμου καί τήν διαγραφή ἀπό τόν ποινικό κώδικα σχετικοῦ ἄρθρου πού προβλέπει τήν ἀντιποίηση ὑπηρεσίας θρησκευτικοῦ λειτουργοῦ.

Καί ἡ τέταρτη νομοθετική ρύθμιση ἀφορᾶ τήν πρόβλεψη καθιερώσεως πολιτικῆς ἤ κοσμικῆς κηδείας, τήν προώθηση νομοσχεδίου γιά τήν ἀποτέφρωση τῶν νεκρῶν.

Φαίνεται, λοιπόν, καθαρά ὅτι ὁ κ. Μ. Σταθόπουλος ὡς Καθηγητής τῆς Νομικῆς Σχολῆς εἶχε παγιωμένες σκέψεις γύρω ἀπό τήν σχέση Ἐκκλησίας - Πολιτείας, τίς ὁποῖες, βέβαια, γνώριζαν ὅλοι ὅσοι μελέτησαν τά σχετικά κείμενα καί, βεβαίως, καί ἐκεῖνοι πού τόν ἐπέλεξαν γιά ἐξωκοινοβουλευτικό Ὑπουργό Δικαιοσύνης στήν Κυβέρνηση. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὡς Ὑπουργός Δικαιοσύνης θά ἤθελε νά προχωρήση στήν ὑλοποίηση τῶν ἀπόψεών του.

Αὐτό ἀκριβῶς ἔκανε μέ τίς δηλώσεις του ὡς Ὑπουργός Δικαιοσύνης στήν Ἐφημερίδα "Ἔθνος" (8 Μαΐου 2000). Ἐπειδή ἡ συνέντευξη τήν ὁποία ἔδωσε ὁ κ. Μιχάλης Σταθόπουλος ὡς Ὑπουργός ὑπῆρξε ἡ ἀφετηρία τῆς διενέξεως μεταξύ "Ἐκκλησίας καί Πολιτείας", γιά τόν λόγο αὐτόν θά ἤθελα νά δοῦμε τό τί ἀκριβῶς εἶπε. Καί βεβαίως αὐτό θά γίνη ὕστερα ἀπό ἑνάμιση περίπου χρόνο, ὁπότε θά ἀξιολογήσουμε τά καίρια σημεῖα τῆς συνεντεύξεως μέ νηφαλιότητα.

Ὅσον ἀφορᾶ τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος σέ ἐρώτηση δημοσιογράφου ἐάν "ἡ ὑποχρεωτική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ἀστυνομικές ταυτότητες ἀντιβαίνει στό δικαίωμα διασφάλισης τῶν προσωπικῶν δεδομένων καί φιλοσοφικῶν ἀπόψεων", ὁ Ὑπουργός ἀπάντησε: "Εἶναι ἤδη, χωρίς συγκατάθεση τοῦ προσώπου, ἀντίθετη πρός τό νόμο 24721997 γιά τήν προστασία τοῦ ἀτόμου ἀπό τήν ἐπεξεργασία προσωπικῶν δεδομένων, ἐπειδή πρόκειται γιά εὐαίσθητο δεδομένο".

Ἀπό τήν ἀπάντηση αὐτή φαίνεται ἀφ' ἑνός μέν ὅτι πρώτη φορά γίνεται ἐπίκληση τοῦ νόμου 2472/1997 "περί προστασίας δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτήρα", ἐνῶ μέχρι τότε γινόταν λόγος γιά τροποποίηση τοῦ νόμου 1988/1991 περί ταυτοτήτων, ἀφ' ἑτέρου δέ ὅτι γίνεται λόγος γιά ὑποχρεωτική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία τῶν Ταυτοτήτων. Τό σημαντικό τῆς ὑποθέσεως εἶναι ὅτι καί ἡ Ἱερά Σύνοδος εἶχε μετακινηθῆ ἀπό τήν ὑποχρεωτική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος καί ἐπρότεινε τήν προαιρετική ἀναγραφή. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἐκ πρώτης ὄψεως δέν ἔπρεπε νά δημιουργήση πρόβλημα αὐτό τό σημεῖο τῆς συνεντεύξεως τοῦ κ. Ὑπουργοῦ Δικαιοσύνης.

Ὅμως, τό πρόβλημα δημιουργήθηκε ὄχι τόσο ἀπό τήν συγκεκριμένη δήλωση τοῦ Ὑπουργοῦ γιά τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος, ἡ ὁποία ἄλλωστε ἀποτελοῦσε τήν τελευταία παράγραφο τῆς συνεντεύξεώς του, ἀλλά κυρίως ἀπό τό ὅλο "πνεῦμα" τῆς συνεντεύξεως.

Πράγματι, ἡ συνέντευξή του ἐκτός ἀπό τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία Ταυτοτήτων, ἔκανε λόγο γιά μιά γενική ἀλλαγή στίς σχέσεις μεταξύ Ἐκκλησίας καί Πολιτείας.

Γιά παράδειγμα, ὁ Ὑπουργός μίλησε γιά τήν κοσμική κηδεία, γιά τόν πολιτικό ὅρκο, γιά τόν χωρισμό Ἐκκλησίας καί Κράτους μέ τήν ἔννοια ὅμως "γιά τόν σαφέστερο καθορισμό τῶν ἁρμοδιοτήτων τῶν δύο μερῶν καί γιά μή ἀνάμειξη τοῦ ἑνός στήν ἁρμοδιότητα τοῦ ἄλλου, πέρα ἀπό τήν ἁπλή ἔκφραση γνώμης, πού φυσικά εἶναι ἐλεύθερη", καθώς ἐπίσης καί γιά τόν "πολιτικό τύπο τέλεσης τοῦ γάμου". Ἀκόμη, ἀναφέρθηκε στήν λεγομένη "ὑπερπροστασία τῆς ἐπικρατούσας θρησκείας" καί ἔχω τήν γνώμη ὅτι ἐδῶ ἐννοοῦσε τόν Καταστατικό Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πού εἶναι νόμος τοῦ Κράτους, καθώς καί μερικούς ἄλλους νόμους ἐκκλησιαστικούς.

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὅταν μελετᾶ κανείς τήν ὅλη συνέντευξή του, διαπιστώνει ὅτι ὁ Ὑπουργός Δικαιοσύνης διετύπωσε τίς ἀπόψεις του μέ πολλή προσοχή, ἤ τουλάχιστον θά μποροῦσα νά πῶ, ὅτι ἐξέφρασε τίς ἀπόψεις του πολύ ἔξυπνα καί γι' αὐτό θά μποροῦσε νά γίνη ἕνας διάλογος δημιουργικός.

Ὅμως ἐκεῖνο πού δημιούργησε τό πρόβλημα δέν ἦταν τόσο ἡ συνέντευξη, ὅσο μερικοί ἄλλοι παράγοντες.

Ὁ πρῶτος ἀπό αὐτούς ἦταν ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο παρουσιάσθηκε ἡ συνέντευξη ἀπό τήν ἐφημερίδα. Ὁ πρωτοσέλιδος τίτλος τῆς Ἐφημερίδας ἦταν προκλητικός: "Ὁ νέος ὑπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Σταθόπουλος στήν πρώτη του συνέντευξη ρίχνει τό γάντι στήν Ἐκκλησία" καί ὁ ὑπότιτλος: "Ταυτότητες χωρίς θρήσκευμα, καθιέρωση πολιτικοῦ ὅρκου, ἀλλά καί "κοσμική κηδεία" καί μέ εἰδική ὑπογράμμιση τῆς φράσεως "ὑπάρχει μιά ὑπερπροστασία τῆς ἐπικρατούσας θρησκείας στήν Ἑλλάδα", καθώς ἐπίσης στήν 6η καί 7η σελίδα γράφει: "Ἀλλαγές, ὑπερπροστατεύεται ἡ θρησκεία μας". Φαίνεται καθαρά ὅτι ἡ διεύθυνση τῆς Ἐφημερίδας ὑπερτόνισε τίς ἀπόψεις τοῦ Ὑπουργοῦ.

Ὁ δεύτερος παράγοντας ἦταν μερικές ἄλλες φράσεις τοῦ Ὑπουργοῦ Δικαιοσύνης στήν συνέντευξη αὐτή, ὅπως γιά παράδειγμα: "Γιά τό θέμα ἔχω ἐκφράσει καί στό παρελθόν ἐπανειλημμένα τήν γνώμη μου σέ διάφορες μελέτες μου". Ἐπίσης σέ ἄλλο σημεῖο λέγει: "Ἀφ' ἑτέρου ὡς ἐξωκοινοβουλευτικός αἰσθάνομαι πιό ἀδέσμευτος". Καί οἱ δύο αὐτές φράσεις δημιούργησαν ἕναν προβληματισμό σέ αὐτούς πού ἐγνώριζαν τίς σκέψεις τοῦ Ὑπουργοῦ. Γιά παράδειγμα ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστόδουλος ἦταν γνώστης τοῦ ὅλου πνεύματος ἀπό τό ὁποῖο διακατεχόταν ὁ κ. Μιχάλης Σταθόπουλος. Μάλιστα τό ὅτι στήν πρώτη του αὐτή συνέντευξη συνέχεε τούς ρόλους τοῦ καθηγητοῦ τῆς Νομικῆς μέ τοῦ Ὑπουργοῦ Δικαιοσύνης, αὔξησαν τόν προβληματισμό.

Ὁ τρίτος παράγοντας ἦταν τά πρόσωπα τῆς Ἐκκλησίας, κυρίως τά ἐκκλησιαστικά ἔντυπα, διάφοροι Κληρικοί καί θεολόγοι, οἱ ὁποῖοι δέν ἀντιμετώπισαν μέ τήν ἐπιβαλλόμενη σοβαρότητα καί ψυχραιμία τήν συνέντευξη αὐτή.

Ὅταν διαβάζουμε τήν συνέντευξη μετά ἀπό παρέλευση μεγάλου χρονικοῦ διαστήματος, διαπιστώνουμε ὅτι τό πρόβλημα πού δημιουργήθηκε δέν ὀφειλόταν ἁπλῶς στήν δήλωση περί τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία Ταυτοτήτων, ἀλλά κυρίως στόν προβληματισμό γιά τό τί θά ἐπακολουθοῦσε, καθώς ἐπίσης καί στήν ἀπώλεια ψυχραιμίας μερικῶν ἐκκλησιαστικῶν παραγόντων.

Ἑπομένως, τό ὅλο πνεῦμα τῆς συνεντεύξεως λειτούργησε ὡς προσπάθεια νά διαπιστωθῆ ἡ ἀντίδραση τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ σέ τέτοιου εἴδους ἀλλαγές. Ἄλλωστε, στήν συνέχεια ὁ ἴδιος Ὑπουργός ἔθεσε καί τό θέμα τοῦ πολιτικοῦ ὅρκου καί τοῦ πολιτικοῦ γάμου, χωρίς βέβαια ἰδιαίτερο ἀποτέλεσμα.

Γι' αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο θεωρῶ ὅτι ἡ ἀντίδραση τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ ἀνέκοψε τά σχέδια τῶν διαφωτιστικῶν αὐτῶν κύκλων νά ἐπιφέρουν τραύματα στήν ἑνότητα μεταξύ Ἐκκλησίας καί λαοῦ.

Τέταρτον. Ἡ ὅλη συζήτηση γιά τήν ἀναγραφή τοῦ Θρησκεύματος στίς ταυτότητες ἄρχισε ἀμέσως μετά τίς ἐκλογές τῆς 9ης Ἀπριλίου τοῦ 2000. Καί εἶναι γνωστόν ὅτι ἡ νέα Βουλή πού ψηφίσθηκε ἀπό τόν ἑλληνικό λαό εἶχε ἀναθεωρητικό χαρακτήρα, ἀφοῦ θά προέβαινε σέ ἀναθεώρηση διατάξεων τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος 1975/86. Ἔχω τήν ὑποψία ὅτι ὅλη ἡ συζήτηση γιά τό θρήσκευμα εἶχε σχεδιασθεῖ ἀπό μερικούς ἤ χρησιμοποιήθηκε γιά νά δημιουργήση ἕνα ἰδιαίτερο κλίμα τόν καιρό ἐκεῖνο πού θά συνεζητεῖτο στήν Βουλή ἡ ἀναθεώρηση τοῦ Συντάγματος.

Βεβαίως, τό θέμα τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας - Πολιτείας δέν συμπεριλαμβανόταν μέσα στίς ἀναθεωρητικές διατάξεις, διότι σύμφωνα μέ τήν ἀπόφαση τῶν δύο μεγάλων Κομμάτων δέν ἐπρόκειτο νά προχωρήσουν στήν ἀναθεώρηση τῶν ἄρθρων 3 καί 13 τοῦ Συντάγματος, τά ὁποῖα ἀναφέρονται στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλλάδος καί τήν θρησκευτική ἐλευθερία.

Ὅμως, ἡ ὅλη προβληματική γύρω ἀπό τό θέμα αὐτό θά βοηθοῦσε ἀποτελεσματικά γιά νά δημουργήση τό κατάλληλο κλῖμα ὥστε τό θέμα τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας - Πολιτείας, σύμφωνα μέ τίς σκέψεις τοῦ κ. Μιχάλη Σταθόπουλου, τίς ὁποῖες ἀνέφερα προηγουμένως, νά τεθῆ στήν ἑπόμενη ἀναθεωρητική Βουλή. Ἄλλωστε εἶναι γνωστόν ὅτι πρῶτα προετοιμάζεται τό ἔδαφος καί ὕστερα ἀπό χρόνια δημιουργοῦνται οἱ ἀλλαγές.

Πέρα ἀπό αὐτήν τήν ἐνδεχόμενη μελλοντική προοπτική ἡ συζήτηση τοῦ θέματος τοῦ θρησκεύματος, καθώς ἐπίσης καί τοῦ θέματος τῆς σχέσεως Ἐκκλησίας - Πολιτείας, βοηθοῦσε ἄριστα στόν ἐπανακαθορισμό τῶν σχέσεων μεταξύ αὐτῶν τῶν δύο "κορυφαίων θεσμῶν", ἀκόμη καί κατά τήν συζήτηση στήν Βουλή τῆς ἀναθεωρήσεως τοῦ Συντάγματος.

Τήν ἄποψη αὐτή τήν στηρίζω στό γεγονός ὅτι τόν καιρό ἐκεῖνο ἔγινε εὐρύτατη συζήτηση γύρω ἀπό τό θέμα τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας καί μάλιστα ὁ κ. Εὐάγγελος Βενιζέλος, ἐκπρόσωπος τοῦ ΠΑΣΟΚ κατά τήν συζήτηση στήν Βουλή γιά τήν ἀναθεώρηση τοῦ Συντάγματος, διετύπωσε τήν ἄποψη ὅτι οἱ σχέσεις μεταξύ Ἐκκλησίας καί Πολιτείας δέν ἐπηρεάζονται ἀπό τά ἄρθρα 3 καί 13 τοῦ Συντάγματος. Βεβαίως, ὅπως πιστεύω, ὁ κ. Εὐάγγελος Βενιζέλος τό ἔλεγε μέσα στήν προσπάθεια νά ἀνακόψη τά σχέδια τῶν διαφωτιστικῶν κύκλων πού μιλοῦσαν γιά χωρισμό Ἐκκλησίας καί Πολιτείας καί γιά ἀλλαγή τῶν ἄρθρων 3 καί 13 τοῦ Συντάγματος, δεδομένου ὅτι ὁ ἴδιος ἔχει καλές σχέσεις μέ τήν Ἐκκλησία. Ὅμως τήν τεκμηριωμένη αὐτή ἐπιστημονική ἄποψη τοῦ κ. Βενιζέλου θά μποροῦσαν οἱ διαφωτιστικοί αὐτοί κύκλοι νά τήν χρησιμοποιήσουν γιά νά ἐπιτύχουν τόν σκοπό τους. Ἤτοι νά ἀφήσουν ἀνέπαφα τά ἄρθρα 3 καί 13 τοῦ Συντάγματος καί νά προχωρήσουν σέ ἄλλες, νομικῆς ρυθμίσεως, ἀλλαγές οἱ ὁποῖες ἐμμέσως νά ἐπηρεάσουν τίς σχέσεις Ἐκκλησίας καί Πολιτείας.

Τελικά ὅμως, δέν ἔγινε τίποτα ἀπό ὅλα αὐτά, διότι διεπίστωσαν τήν ἀντίδραση τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ σέ κάθε ἐνδεχόμενη ἀλλαγή στίς πατροπαράδοτες σχέσεις Ἐκκλησίας - Πολιτείας. Καί αὐτό τό προσμετρῶ στίς ἐπιτυχίες τῶν λαοσυνάξεων καί στά ἀποτελέσματα τῆς συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν.

Πέμπτον. Εἶναι γνωστόν ὅτι μέ τό νόμο 2472/1997 συγκροτήθηκε ἡ Ἀρχή Προστασίας τῶν Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτήρα, ἡ ὁποία ὑποτίθεται ὅτι προστατεύει τά εὐαίσθητα προσωπικά δεδομένα τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν, ἀλλ' ὅμως τελικά ὄχι μόνον δέν προστατεύονται αὐτά τά δεδομένα, ἀλλά ἀνοίγεται ὁ δρόμος τῆς ἀρχειοθετήσεως καί τῆς διασυνοριακῆς ροῆς συνδέσεως μέ ἄλλα κέντρα ἐξουσίας (ἄρθρο 9). Σαφῶς στό ἄρθρο 9 λέγεται "Ἡ διαβίβαση δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτήρα σέ χῶρες τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης εἶναι ἐλεύθερη. Ἡ διαβίβαση πρός χώρα πού δέν ἀνήκει στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση δεδομένων προσωπικοῦ χαρακτήρα, τά ὁποῖα ἔχουν ὑποστεῖ ἤ πρόκεται νά ὑποστοῦν ἐπεξεργασία μετά τήν διαβίβασή τους, ἐπιτρέπεται ὕστερα ἀπό ἄδεια τῆς Ἀρχῆς".

Κατά τό τέλος τοῦ 1999 καί ἀρχές τοῦ 2000 γινόταν εὐρύτατος λόγος γιά τό ὅτι ἔπρεπε ὅλες οἱ ὀργανώσεις, οἱ ὁποῖες ἔχουν ἀρχεῖα, νά τά δηλώσουν στήν Ἀρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτήρα. Στήν Συνοδική Ἐπιτροπή γιά τίς Ταυτότητες, τῆς ὁποίας προήδρευα, ἔγινε συζήτηση γύρω ἀπό τό κρίσιμο αὐτό ζήτημα καί κατά πόσον ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, μέ τά Νομικά της Πρόσωπα, ἔχει τό καθῆκον καί τήν ὑποχρέωση ἀπό τόν νόμο νά δηλώση τά ἀρχεῖα τά ὁποῖα διαθέτει, ἤτοι ἀρχεῖα Κληρικῶν, ἀρχεῖα γάμων, βαπτίσεων κ.λπ. ἀρχεῖα δικαστικῶν ἀποφάσεων κ.ἄ.

Ἐπεσκέφθηκα προσωπικά τόν κ. Δαφέρμο καί συζήτησα ἐπί μακρόν τό ζήτημα αὐτό. Ἀπό τήν συζήτηση ἀντελήφθηκα ὅτι ἡ Ἀρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτήρα εἶχε πρόθεση νά γνωρίζη ποιά ἀρχεῖα τηροῦν ἡ Ἱερά Σύνοδος καί οἱ Ἱερές Μητροπόλεις, ἐπιθυμοῦσε δέ νά λαμβάνη ἄδεια ἡ Ἐκκλησία ἀπό τήν Ἀρχή γιά τά ἀρχεῖα τά ὁποῖα διαθέτει καί βέβαια ἡ Ἀρχή νά ἔχει πρόσβαση σ' αὐτά.

Ὅταν ἄρχισε ὁ ἀγώνας γιά τίς ταυτότητες εἶχε τεθῆ καί τό θέμα τῶν ἀρχείων καί μάλιστα ἔπρεπε μέχρι τέλους τοῦ 2000 νά ἀποσταλῆ ἔγγραφο ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο στήν Ἀρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτήρα, στό ὁποῖο νά δηλώνη τά ἀρχεῖα, τά ὁποῖα διαθέτει. Μάλιστα δέ ἀπό τόν νόμο 2472/1997 προβλέπεται ποινή σέ ἐκεῖνον πού διαθέτει καί ἐπεξεργάζεται ἀρχεῖα χωρίς νά ἔχη ἄδεια ἀπό τήν Ἀρχή.

Θεωρῶ λοιπόν ὅτι ἡ ἀντίδραση τῆς Ἐκκλησίας γιά τίς ταυτότητες καί ἡ κινητοποίηση τοῦ λαοῦ συνετέλεσαν στό νά ἀποβληθοῦν τέτοιες ἐπιθυμίες καί νά μή προχωρήσουν οἱ κρατικοί ὑπεύθυνοι σέ ἄλλες προκλήσεις σέ βάρος τῆς Ἐκκλησίας.

Ἕκτον. Κατά τήν διάρκεια τῶν συζητήσεων γύρω ἀπό τό Θρήσκευμα στίς ταυτότητες ἐτέθησαν ἀπό πολλούς δημοσιογράφους καί μή διάφορα θέματα ὡς συνδεόμενα μέ τίς σχέσεις Ἐκκλησίας - Πολιτείας, ὅπως τό θέμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν, τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοσύνης κ.λπ.

Ὅμως, καί στήν περίπτωση αὐτή ἡ ἀντίδραση τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ κινητοποίηση τοῦ λαοῦ ματαίωσαν τά σχέδια τῶν διαφωτιστικῶν κύκλων γιά νά βλάψουν τήν Ἐκκλησία καί νά ἀποκόψουν τίς σχέσεις της μέ τόν λαό.

Ἕβδομον. Πέρα ἀπό ὅλα τά ἄλλα τά ὁποῖα ἀνέφερα προηγουμένως ὑπῆρχε βασικά μιά τάση νά τεθῆ ἡ Ἐκκλησία μέ τόν ὅλο της διαρθρωμένο ἐκκλησιαστικό ὀργανισμό στό περιθώριο τοῦ ἔθνους. Δηλαδή, τό θέμα τῶν ταυτοτήτων ἦταν ἁπλῶς ἡ ἀφορμή γιά νά προχωρήσουν στό ἑπόμενο βῆμα, ἤτοι νά μήν ἐπιτρέπεται στούς ἡγέτες τῆς Ἐκκλησίας νά ἐκφράσουν ἀπόψεις πάνω σέ διάφορα ζητήματα τά ὁποῖα ἀπασχολοῦσαν καί ἀπασχολοῦν τόν λαό.

Γιά παράδειγμα ὁ Ὑπουργός Δικαιοσύνης κ. Μιχάλης Σταθόπουλος ἀναφερόμενος σέ συνέντευξή του στό θέμα τῶν Ταυτοτήτων εἶπε:

""Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος ἔδωσε στήν Ἐκκλησία ἕναν ἔντονα πολιτικό καί ἐπιθετικό λόγο, πού δέν τό εἶχε ὥς τώρα ἡ Ἐκκλησία. Ἐκφράζεταισυχνά μέ ἀρνητικό καί μειωτικό τρόπο γιά τόν πολιτικό κόσμο συλλήβδην. Καί συχνά μιλάει ἐξ ὀνόματος τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, πού ποτέ δέν τόν ἐξουσιοδότησε γι' αὐτό. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἔχει ἐκλεγεῖ ἀπό τούς λοιπούς μητροπολίτες, ὄχι ἀπό τόν ἑλληνικό λαό. Ἡ ἀξίωση ἐκπροσώπησης τοῦ λαοῦ ἀποτελεῖ οἰκειοποίηση ἀνύπαρκτης ἐντολῆς καί σημαίνει πράγματι διεκδίκηση κοσμικῆς ἐξουσίας πού βρίσκεται ἔξω ἀπό τό ρόλο καί τήν ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας. Σημαίνει πολιτικοποίηση τῆς Ἐκκλησίας, πού βλάπτει καί τήν ἴδια τήν Ἐκκλησία. Αὐτή εἶναι ἡ πραγματική αἰτία τῆς κρίσης. Τό θέμα τῶν ταυτοτήτων ἦταν μιά ἀφορμή νά ἔλθει στήν ἐπιφάνεια τό πρόβλημα αὐτό πού σοβοῦσε ἀπό πρίν καί ἐκδηλωνόταν πολλαπλῶς. Ἐλπίζω ὅτι στήν Ἐκκλησία θά ἐπικρατήσει τελικά ἡ σωφροσύνη καί οἱ ταγοί της θά ἐπανέλθουν στόν, ἔτσι καί ἀλλιῶς σημαντικό, πνευματικό κοινωνικό τους ρόλο".

Ἡ συλλογή ὅμως ἑνός τόσο μεγάλου ἀριθμοῦ ὑπογραφῶν ἔκανε τούς διαφωτιστικούς κύκλους νά ἀλλάξουν νοοτροπία ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας καί νά ἐκφράζουν μέ ποικίλους τρόπους τόν σεβασμό στούς ἐκκλησιαστικούς θεσμούς καί τήν παράδοση τοῦ λαοῦ.

Συμπερασματικά νομίζω ὅτι ὁ μακροπρόθεσμος σκοπός τῶν λαοσυνάξεων καί τῆς συλλογῆς ὑπογραφῶν ἔχει ἐπιτευχθῆ, ἀνεξάρτητα ἀπό τό τί θά ἀποφασίση ἡ Ἱεραρχία γιά τό θρήσκευμα στίς Ταυτότητες. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ Κυβέρνηση, ὅπως νομίζω, ὑπεχώρησε ἀπό τίς ἀρχικές της προθέσεις καί ἐλπίζω ὅτι δέν θά θελήση νά "προσβάλη" στό μέλλον τήν εὐσέβεια τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ.

3. Ἀνακοίνωση τῶν ἀποτελεσμάτων

Ὅπως εἶναι γνωστόν κατ' ἀρχάς εἶχε ἀποφασισθῆ ἡ ἀνακοίνωση τῶν ἀποτελεσμάτων νά γίνη κατά τήν 26η Ἰουνίου ἐ.ἔ., ἀλλά ἡ Ἱερά Σύνοδος λαμβάνοντας ὑπ' ὄψη τίς συγκυρίες τῆς περιόδου ἐκείνης ἀνέβαλε τήν ἀνακοίνωση γιά τόν κατάλληλο χρόνο.

Τελικά, ἡ ἀνακοίνωση τῶν ἀποτελεσμάτων, μετά ἀπό ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἔγινε τήν 28η Αὐγούστου ἐ.ἔ, στήν μεγάλη Αἴθουσα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, παρουσία ὅλων τῶν μελῶν της καί ἐκπροσώπων τῶν Μ.Μ.Ε.

Στήν ἀρχή ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστόδουλος προέβη σέ ἀνακοινώσεις γιά τό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, καθώς ἐπίσης καί γιά τό θέμα τῆς συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν. Στήν συνέχεια ὁ ὁμιλῶν ἐξέθεσα τόν τρόπο τῆς διαδικασίας τῆς συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν καί παρουσίασα συνοπτικά μερικές ἐκτιμήσεις μου.

Στήν παροῦσα εἰσήγηση δέν ἐπιθυμῶ νά ἀναφερθῶ διεξοδικῶς στό περιεχόμενο τῶν δύο αὐτῶν ἀνακοινώσεων, διότι τά κείμενα ἔχουν δημοσιευθῆ καί ἔχουν γίνει κατά βάση γνωστά, ἄν καί μερικά σημεῖα παραποιήθηκαν καί διαστρεβλώθηκαν. Ἁπλῶς θά ἤθελα νά καταγράψω τά τελικά ἀποτελέσματα:

συνολικά ὑπογεγραμμένα ἔντυπα: 3.025.245

ἔγκυρα ἔντυπα: 3.008.901

διπλοϋπογεγραμμένα - ἄκυρα ἔντυπα: 16.344

Ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος ἀπεφάσισε ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστόδουλος μαζί μέ τήν τριμελῆ Συνοδική Ἐπιτροπή, ἡ ὁποία ἀντιμετώπισε τό ὅλο θέμα νά ἐπισκεφθοῦν τόν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας καί νά τοῦ ἐγχειρίσουν φάκελλο, ὁ ὁποῖος περιεῖχε τήν Διαπιστωτική Πράξη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου μέ τήν ὁποία ἐπιβεβαιωνόταν τό ἀποτέλεσμα τῆς συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν, τό Ὑπόμνημα στό ὁποῖο δίδονταν ἐξηγήσεις καί διασαφήσεις γιά τήν ὅλη προσπάθεια τῆς Ἐκκλησίας, καθώς ἐπίσης καί τίς ἀνακοινώσεις τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου καί ἐμοῦ. Ἐπίσης, ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀπεφάσισε ἡ Τριμελής Ἐπιτροπή νά ἐπιδώση ἀνάλογο φάκελλο στόν Πρωθυπουργό, τόν Πρόεδρο τῆς Βουλῆς καί τούς ἀρχηγούς τῶν Κομμάτων.

Πράγματι, ὁ Μακαριώτατος μέ τήν Ἐπιτροπή ἐπισκέφθηκε τόν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας τήν 29η Αὐγουστου γιά νά τόν ἐνημερώση καί νά τοῦ ἐπιδώση τόν φάκελλο. Δέν εἶναι στίς προθέσεις μου νά ἐκθέσω τά ὅσα διαμείφθηκαν κατά τήν ὡριαία συνάντηση μεταξύ τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας καί τῶν ἐκπροσώπων τῆς Ἱερᾶς Συνόδου. Ἄλλωστε, μερικά ἀπό αὐτά ἔγιναν γνωστά ἀμέσως ἤ ἐμμέσως, ἀποκαλυπτικῶς ἤ συνεσκιασμένως, ἀπό τά Μ.Μ.Ε.

Ἡ ὡς ἄνω Ἐπιτροπή, ἐκτός τοῦ Μακαριωτάτου, ἄν καί ἔγινε γνωστή ἡ θέση τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας μέ τήν ἀνακοίνωση πού ἐξέδωσε, ἐπισκέφθηκε, κατά ἐξουσιοδότηση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τόν Πρόεδρο τῆς Βουλῆς, τούς ἀρχηγούς τῶν Κομμάτων, τόν κ. Κωνσταντῖνο Σκανδαλίδη ὡς ἐκπρόσωπο τοῦ ΠΑΣΟΚ, καί τόν Ὑπουργό Παιδείας κ. Πέτρο Εὐθυμίου, στόν ὁποῖο παρέπεμψε τήν Ἐπιτροπή ὁ Πρωθυπουργός.

Ὀφείλω νά σᾶς ἐνημερώσω ὅτι μέ ὅλους τούς προαναφερθέντας ἔγινε γόνιμη καί δημιουργική συζήτηση, ἀφοῦ ἐκτέθηκαν οἱ ἀπόψεις τῆς Ἐκκλησίας. Μάλιστα εἶναι πολύ σημαντικό νά ὑπογραμμισθῆ ὅτι ὅλοι τους ἔδειξαν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιά τά ὅσα ἀναλύθηκαν καί βέβαια ἐξέθεσαν καί τίς δικές τους ἀπόψεις.

Γιά τήν ἱστορία τοῦ θέματος ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ νά καταθέσω τίς βασικές θέσεις τίς ὁποῖες ἡ Ἐπιτροπή μας ἀνέλυσε στά πολιτικά πρόσωπα, τά ὁποῖα ἐπισκέφθηκε.

"Εἴμαστε ἐξουσιοδοτημένοι ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο γιά νά σᾶς ἐγχειρίσουμε ἕνα φάκελλο μέσα στόν ὁποῖο ὑπάρχουν:

• ἡ διαπιστωτική πράξη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου πού ἐπιβεβαίωσε τό ἀποτέλεσμα τῆς συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν,

• τό ὑπόμνημα στό ὁποῖο ἀναλύεται ἡ ὅλη προσπάθεια τῆς Ἱερᾶς Συνόδου,

• οἱ ἀνακοινώσεις τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστοδούλου, καί

• οἱ ἀνακοινώσεις τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου.

Θά μπορούσαμε, βέβαια, νά ἀποστείλουμε τόν φάκελλο αὐτόν ὑπηρεσιακῶς, ἀλλά ὅμως ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀπεφάσισε νά ἐξουσιοδοτήση ἐμᾶς πού ἀποτελούσαμε τήν Ἐπιτροπή γιά τήν συλλογή τῶν ὑπογραφῶν ὥστε νά σᾶς τόν παραδώσουμε, ἀφ' ἑνός μέν γιά νά τιμήσουμε τόν πολιτικό κόσμο, ἀφ' ἑτέρου δέ γιά νά σᾶς ἐνημερώσουμε γιά τήν ὅλη ἐξέλιξη τῆς διαδικασίας, ἀφοῦ τήν παρακολουθήσουμε ἀπό τήν ἀρχή μέχρι τό τέλος.

Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή θά θέλαμε νά σᾶς ἐνημερώσουμε γιά τά ἀκόλουθα σημεῖα, τά ὁποῖα θεωροῦμε σημαντικά γιά νά ἀρθοῦν μερικές παρεξηγήσεις.

1. Ἡ συγκέντρωση τῶν ὑπογραφῶν ἔγινε μέσα στά συνταγματικά πλαίσια. Ἡ Ἐπιτροπή Ἐλέγχου καί Διαφάνειας ἀπαρτίσθηκε ἀποκλειστικῶς ἀπό Καθηγητές τῆς Νομικῆς Σχολῆς καί τοῦ Πανεπιστημίου, Ἀνωτάτους πρώην Δικαστές καί Νομικούς, οἱ ὁποῖοι ἤλεγξαν τήν ὅλη διαδικασία ὁλοκληρωμένη, καθώς ἐπίσης ἐρωτήσαμε καί ἄλλους Καθηγητάς καί εἰδικούς Νομικούς, οἱ ὁποῖοι μᾶς ἐπιβεβαίωσαν τήν ἀπόλυτη συνταγματικότητα τῆς συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν.

Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ συλλογή τῶν ὑπογραφῶν ἔγινε μέ βάση τά ἄρθρα 5 καί 10 τοῦ Συντάγματος. Τό ἄρθρο 5, παρ. 1 ὁρίζει: " καθένας ἔχει δικαίωμα νά ἀναπτύσσει ἐλεύθερα τήν προσωπικότητά του καί νά συμμετέχει στήν κοινωνική, οἰκονομική καί πολιτική ζωή τῆς Χώρας, ἐφόσον δέν προσβάλλει τά δικαιώματα τῶν ἄλλων καί δέν παραβιάζει τό Σύνταγμα ἤ τά χρηστά ἤθη". Καί τό ἄρθρο 10, παρ. 1 ὁρίζει: "καθένας ἤ πολλοί μαζί ἔχουν τό δικαίωμα, τηρώντας τούς νόμους τοῦ Κράτους, νά ἀναφέρονται ἐγγράφως στίς ἀρχές, οἱ ὁποῖες εἶναι ὐποχρεωμένες νά ἐνεργοῦν σύντομα κατά τίς κείμενες διατάξεις καί νά ἀπαντοῦν αἰτιολογημένα σέ ἐκεῖνον πού ὑπέβαλε τήν ἀναφορά, σύμφωνα μέ τόν νόμο".

2. Ὡς σκοπός τῆς συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν ἐτάχθη καί διεκηρύχθη ρητῶς ἀπ' ἀρχῆς ἡ ἐνεργοποίηση ἀπό τήν Κυβέρνηση καί τό Κοινοβούλιο τοῦ ἄρθρου 44, παρ. 2 τοῦ Συντάγματος γιά τό Δημοψήφισμα. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος δέν ἔκανε Δημοψήφισμα, ἀλλά συνέλεξε ὑπογραφές, ὥστε ἡ Κυβέρνηση νά κάνη Δημοψήφισμα, καθώς ἐπίσης ἡ συλλογή τῶν ὑπογραφῶν δέν ἔγινε μέ βάση τό ἄρθρο 44 τοῦ Συντάγματος, ἀλλά μέ βάση ἄλλα ἄρθρα τοῦ Συντάγματος (5 καί 10) πού κάνουν λόγο γιά τό δικαίωμα τοῦ πολίτη νά συμμετέχη στήν οἰκονομική, κοινωνική καί πολιτική ζωή τοῦ τόπου καί τό δικαίωμα τοῦ ἀναφέρεσθαι. Γνωρίζαμε σαφῶς ἀπό τήν μελέτη τοῦ θέματος καί τήν συζήτηση μέ Συνταγματολόγους ὅτι δέν προβλέπεται ἀπό τό ἰσχῦον Σύνταγμα ἡ λεγομένη δημοψηφισματική πρωτοβουλία τῶν πολιτῶν, ὅπως ἰσχύει σέ ἄλλες χῶρες τῆς Εὐρώπης καί στίς Ἡνωμένες Πολιτεῖες τῆς Ἀμερικῆς. Στήν Ἑλλάδα ἀκόμη ἰσχύει, δυστυχῶς, ἡ "φεουδαλιστική" ἀντίληψη γιά τό Δημοψήφισμα, δηλαδή ἀποφασίζεται ἀπό τήν Κυβέρνηση καί τήν Βουλή τῶν Ἑλλήνων, ἀπό τό λεγόμενο ἀντιπροσωπευτικό σύστημα. Μέ ἄλλο λόγια ἐπιβάλλεται ἐκ τῶν "ἄνω" καί ὁ λαός παραμένει ἕνας ἁπλός θεατής. Γιά τόν λόγο αὐτόν καί δέν ἔγινε κανένα Δημοψήφισμα ἀπό τότε πού ψηφίστηκε τό ἰσχῦον Σύνταγμα, παρά τό ὅτι ἀνεφύησαν πολλά κρίσιμα καί σοβαρά ἐθνικά καί κοινωνικά θέματα. Εἶναι γνωστόν ὅτι τό Σύνταγμα προβλέπει καί τόν θεσμό τῆς ἀντιπροσωπευτικῆς δημοκρατίας καί τόν θεσμό τῆς ἀμέσου δημοκρατίας (Δημοψήφισμα). Ἐπειδή ὅμως δέν ἔγινε ποτέ Δημοψήψισμα, σημαίνει ὅτι παρατηρεῖται ἔλλειμμα δημοκρατικότητος.

Ἑπομένως κινηθήκαμε μέσα ἀπό νομοθετικές διαδικασίες καί ἐνδιαφερθήκαμε γιά τήν ἐνεργοποίηση τῶν ἁδρανοποιημένων διατάξεων τοῦ Συντάγματος καί ὄχι γιά τήν κατάργησή τους.

3. Εἶναι γνωστές οἱ ἀποφάσεις τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας γιά τό ζήτημα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία Ταυτοτήτων καί ἡ θέση τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας. Σεβόμαστε ὅμως τούς θεσμούς καί γι' αὐτό ἀντιμετωπίσαμε τήν κατάσταση μέ νηφαλιότητα καί ψυχραιμία, παρά τό ὅτι αἰσθανθήκαμε ἀδικημένοι, κυρίως ἀπό διαφόρους ἀναλυτές, οἱ ὁποῖοι δέν ἠθέλησαν νά ἀντιληφθοῦν τήν οὐσία τῆς προσπάθειας τῆς Ἐκκλησίας ὅλον αὐτόν τόν καιρό.

Ἡ πρόσφατη ἀπόφαση τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας εἶναι μιά ἀπόφαση ἡ ὁποία δημιουργεῖ δεδικασμένον μόνον μεταξύ τῶν διαδίκων (Interpartes), χωρίς νά δεσμεύη κανέναν ἄλλο καί δέν ἔχει καθολική ἰσχύ, δηλαδή ἡ ἰσχύς της δέν ἐκτείνεται σέ τρίτους (erga omnes). Ἀνεξάρτητα ἀπό αὐτό ἡ ἀπόφαση αὐτή μπορεῖ νά ἀνατραπῆ ἀπό κάποιο ὑπέρτερο Δικαστήριο, ὅπως εἶναι τό Ἀνώτατο Εἰδικό Δδικαστήριο, τοῦ ἄρθρου 100 τοῦ Συντάγματος ἤ τό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων τοῦ Στρασβούργου, τό ὁποῖο σέ ἄλλες περιπτώσεις δικαίωσε τήν Ἐκκλησία, παράδειγμα στό θέμα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας. Ἡ πείρα στά θέματα αὐτά ἀποδεικνύει ὅτι οἱ ἀποφάσεις ἀνωτέρων δικαστηρίων κατέστησαν ἀνενεργεῖς τίς ἀποφάσεις τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας, καθώς ἐπίσης καί τό ἴδιο τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας μέ μεταγενέστερες ἀποφάσεις του ἄλλαξε νομολογία γιά τό ἴδιο θέμα.

Πέρα ἀπό αὐτό ἡ Κυβέρνηση θά πρέπει νά ἐφαρμόση τίς ἀποφάσεις τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας, χωρίς, βέβαια, τήν συνδρομή τῆς Ἐκκλησίας - ἀφοῦ θεωρεῖ ὅτι δέν εἶναι ἁρμοδιότητά της νά ἀσχολῆται μέ τέτοια ζητήματα - δηλαδή θά πρέπει νά ἐφαρμόση ἡ ἴδια τήν συγκεκριμένη ἀπόφαση τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας ὡς πρός τήν ἰθαγένεια καί τό θρήσκευμα.

Ὡς πρός τήν ἰθαγένεια πρέπει νά ἀποσυρθοῦν ὅλα τά Δελτία Ταυτοτήτων πού ἐκδόθηκαν καί ἐχορηγήθηκαν στούς Ἕλληνες πολίτες χωρίς τήν ἀναγραφή τῆς ἰθαγένειας, καθώς ἐπίσης νά ἐκδοθῆ ἄλλη ὑπουργική ἀπόφαση μέ τήν ὁποία θά τυπωθοῦν νέα Δελτία Ταυτοτήτων στά ὁποῖα θά ἀναγράφεται καί ἡ ἰθαγένεια στά Δελτία Ταυτοτήτων ΟΛΩΝ τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν.

Ὡς πρός τό θρήσκευμα πρέπει νά γίνη ἰδιαίτερη ρύθμιση. Ἐπειδή τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας ἔκρινε ὅτι ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες εἶναι ἀντισυνταγματική, θά πρέπει ἡ Κυβέρνηση νά ἀναλάβη τήν ὑποχρέωση νά ἀντικαταστήση τά Δελτία Ταυτοτήτων ΟΛΩΝ τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν, ὥστε νά μή ἀναγράφεται τό θρήσκευμα, διότι διαφορετικά οἱ Ἕλληνες θά εἶναι ἄνισοι ἐνώπιον τοῦ νόμου, ἀφοῦ ἄλλοι θά ἔχουν ταυτότητα μέ τό θρήσκευμα καί θά εἶναι ἀντισυνταγματικοί, σύμφωνα μέ τήν πρόσφατη ἀπόφαση τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας, ἄλλοι θά εἶναι συνταγματικοί, διότι θά ἔχουν ταυτότητα μέ τίς προδιαγραφές πού προβλέπει τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας καί ἄλλοι θά ἔχουν ταυτότητα χωρίς ἰθαγένεια καί χωρίς θρήσκευμα, ἀφοῦ δέν θά ἀποσυρθοῦν ὅσα δελτία ἐδόθηκαν τούς τελευταίους μῆνες. Ἔτσι θά κυκλοφοροῦν τριῶν εἰδῶν ταυτότητες (!) κατά παράβαση τοῦ ἄρθρου 4 τοῦ Συντάγματος πού προβλέπει ὅτι ὅλοι οἱ Ἕλληνες πολίτες εἶναι ἴσοι ἐνώπιον τοῦ Νόμου.

Καί πάνω ἀπό ὅλα ἡ Κυβέρνηση θά πρέπη νά προωθήση νέα νομοθετική ρύθμιση, διότι τέτοια ζητήματα πρέπει νά ρυθμίζωνται νομοθετικά ἀπό τό Κοινοβούλιο πού εἶναι τό προπύργιο τῆς Δημοκρατίας.

4. Γίνεται τόν τελευταῖο καιρό ἐπίκληση τοῦ σεβασμοῦ τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων τῆς μειοψηφίας. Πρέπει νά παρατηρήσουμε ὅτι βάσει τοῦ ἄρθρου 4 τοῦ Συντάγματος οἱ Ἕλληνες πολίτες εἴμαστε ἴσοι ἐνώπιον τοῦ Νόμου, τό Κράτος ἔχει ὑποχρέωση νά σέβεται τά ἀνθρώπινα δικαιώματα καί τοῦ ἑνός καί τῶν πολλῶν, καί τῆς μειοψηφίας καί τῆς πλειοψηφίας, διαφορετικά δέν θά εἴμαστε ἴσοι ἐνώπιον τοῦ Νόμου. Εἶναι παραπλάνηση τοῦ λαοῦ τό νά λέγεται ὅτι τό Κράτος πρέπει νά προστατεύη τά δικαιώματα μόνον τῶν λίγων ἤ τῆς μειοψηφίας. Ἄλλωστε ἡ Ἑλλάδα εἶναι ἡ μόνη χώρα στήν Εὐρώπη πού δέν ἀσκεῖ ἔλεγχο στίς καταστροφικές ἐνέργειες τῶν μελῶν διαφόρων σεκτῶν καί παραθρησκευτικῶν ὀργανώσεων, παρά τίς ἐπανειλημμένες ἀποφάσεις τοῦ Εὐρωπαϊκου Κοινοβουλίου.

Πέραν αὐτοῦ πρέπει νά γίνη ἀντιληπτό ὅτι τό 18 ἄρθρο τῆς Διακήρυξης τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων λέγει: "Κάθε ἄτομο ἔχει τό δικαίωμα τῆς ἐλευθερίας τῆς σκέψης, τῆς συνείδησης καί τῆς θρησκείας· στό δικαίωμα αὐτό περιλαμβάνεται ἡ ἐλευθερία γιά τήν ἀλλαγή θρησκείας ἤ πεποιθήσεων, ὅπως καί ἡ ἐλευθερία νά ἐκδηλώνει κανείς τήν θρησκεία ἤ τίς θρησκευτικές του πεποιθήσεις, μόνος ἤ μαζί μέ ἄλλους, δημόσια ἤ ἰδιωτικά, μέ τήν διδασκαλία, τήν ἄσκηση, τήν λατρεία καί τήν τέλεση τῶν θρησκευτικῶν τελετῶν".

Αὐτό σημαίνει ὅτι ὅλοι οἱ Ἕλληνες πολίτες ἔχουν τό δικαίωμα νά ἐκφράζουν καί νά ἐξωτερικεύουν τό δικαίωμα τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας. Καί βέβαια τό Κράτος πρέπει νά προστατεύη τά δικαιώματα τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης ὅλων τῶν πολιτῶν.

5. Παραβλέπεται τόν τελευταῖο καιρό ἡ ὅλη φιλανθρωπική καί κοινωνική ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί ἡ προσφορά της στόν λαό καί τήν κοινωνία. Τό ὕψος τῶν τριῶν ἑκατομμυρίων Ἑλλήνων Πολιτῶν δείχνει μεταξύ τῶν ἄλλων καί τήν ἀνταπόκριση τῶν Πολιτῶν στό κέλευσμα τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἀποδοχή τοῦ ὅλου ποιμαντικοῦ καί κοινωνικοῦ της ρόλου. Καί εἶναι γνωστόν ὅτι ἡ Ἐκκλησία λειτουργεῖ πάνω ἀπό 800 κοινωφελῆ καί φιλανθρωπικά ἱδρύματα καί διά τοῦ ἔργου αὐτοῦ προσφέρει μεγάλες ὑπηρεσίες στόν λαό.

6. Ἡ ὅλη ἐξέλιξη τῆς ὑποθέσεως αὐτῆς καί κυρίως τά ὅσα εἶδαν τό φῶς τῆς δημοσιότητας ὁδηγοῦν σέ μερικές διαπιστώσεις, οἱ ὁποῖες προβληματίζουν ὅλους μας. Θά ἐντοπίσουμε τίς κυριότερες ἀπό αὐτές. Ὁδηγοῦν στό:

α) Νά λύνονται τά θέματα χωρίς διάλογο καί νά ἐπιβάλλονται λύσεις ἀπό τήν ἑκάστοτε ἐξουσία χωρίς νά λαμβάνεται ὑπ' ὄψη ἡ βούληση τοῦ λαοῦ.

β) Νά μήν εἰσέρχονται τά θέματα στό Κοινοβούλιο γιά τήν ἀντιμετώπισή τους ἀπό τούς ἀντιπροσώπους τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ. Οἱ ὑπάρχοντες νόμοι νά μή τροποποιοῦνται ἀπό τό Κοινοβούλιο, πού εἶναι τό προπύργιο τῆς Δημοκρατίας, ἀλλά νά ἐμπλέκονται τά Δικαστήρια στίς ὑποθέσεις αὐτές καί μέ αὐτόν τόν τρόπο νά συγχέονται οἱ διακριτοί ρόλοι μεταξύ νομοθετικῆς, δικαστικῆς καί ἐκτελεστικῆς ἐξουσίας.

γ) Νά παραθεωρῆται ἡ ἀρχή τῆς ἀμέσου δημοκρατίας, στήν κοιτίδα της, ὅπως ἐκφράζεται ἀπό τό Δημοψήφισμα καί ἔτσι νά μή ἐκσυγχρονίζεται ἡ ἑλληνική κοινωνία. Καί εἶναι γνωστόν ὅτι πατέρας τοῦ Δημοψηφίσματος στήν σύγχρονη ἐποχή εἶναι ὁ διαφωτιστής Ρουσώ, ὅπως ἐκφράζεται στό περίφημο βιβλίο του "τό κοινωνικό Συμβόλαιο". Καί συνέβη στίς ἡμέρες μας τό ἑξῆς ἀξιοπερίεργο: οἱ "διαφωτιστές" τῆς Ἑλλάδος νά δίδουν τό τελειωτικό κτύπημα ἐναντίον τοῦ κατ' ἐξοχήν δημοκρατικοῦ θεσμοῦ, δηλ. τοῦ δημοψηφίσματος, τό ὁποῖο γέννησε ἡ Ἑλλάδα, καί αὐτό ἐπειδή τόλμησε νά τό προτείνη ἡ Ἐκκλησία. Ἐάν δέν ἀποδέχονται τό αἴτημα τῶν τριῶν ἑκατομμυρίων ὑπογραφῶν Ἑλλήνων πολιτῶν γιά νά γίνη Δημοψήφισμα, αὐτό δημιουργεῖ τήν ἀνάγκη νά εἰσαχθῆ ὁ θεσμός τῆς ἀναδείξεως τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας μέ τήν ἀπ' εὐθείας ψῆφο τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Μόνον ὅταν ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας ἐκλέγεται ἀπό τόν λαό, θά μπορῆ νά ἀντιλαμβάνεται καλύτερα τίς εὐαισθησίες τοῦ λαοῦ.

δ) Νά παραθεωροῦνται καί νά περιφρονοῦνται οἱ πάνω ἀπό τρία ἑκατομμύρια ὑπογραφές Ἑλλήνων καί μάλιστα γιά ἕνα σοβαρό ζήτημα. Ὅταν οἱ πολίτες διαπιστώνουν ὅτι δέν ἔχουν καμμιά τύχη οἱ ὑπογραφές τους, τότε ἀπογοητεύονται καί δέν συμμετέχουν στήν κοινωνική καί πολιτική ζωή τοῦ τόπου μέ ἄμεσο ἀποτέλεσμα νά ἐπέρχεται μιά ἀδράνεια καί ἀποχαύνωση στόν λαό.

ε) Νά χωρίζονται οἱ ἄνθρωποι σέ πολίτες πρώτης, δευτέρας καί τρίτης κατηγορίας. Καί τό σπουδαιότερο, οἱ πρώτης κατηγορίας πολίτες νά ἔχουν τήν δυνατότητα νά ἐκφράζονται καί νά ἐπιβάλλουν τήν ἄποψή τους, ἐνῶ οἱ ἄλλων κατηγοριῶν πολίτες νά μή εἰσακούονται. Αὐτό βοηθᾶ στήν νοοτροπία πού περιγράφει ὁ Τσόμσκι, παρουσιάζοντας τήν ἄποψη τοῦ Λίπμαν, νά χωρίζεται ἡ κοινωνία μας στήν λεγομένη "εἰδικευμένη τάξη" καί στό λεγόμενο "ζαλισμένο κοπάδι". Μιά τέτοια ὅμως δημοκρατία δέν ἀντέχει στήν σύγχρονη ἐποχή.

στ) Νά ὑβρίζεται ἡ Ἐκκλησία ἄν καί ἔχη μιά τέτοια μεγάλη ἱστορία καί κοινωνική προσφορά ὄχι μόνον στό παρελθόν, ἀλλά καί στό παρόν. Τόν τελευταῖο καιρό ἀκούστηκαν καί ἐγράφησαν πάρα πολλά πού δείχνουν ἄγνοια τῆς ἱστορικῆς πραγματικότητας, ἀλλά καί ἄγνοια τῶν ὅρων πού χρησιμοποιοῦνται. Ἀπέδειξαν ὅτι δέν γνωρίζουν τούς ὅρους θεοκρατία, Μεσαίωνας κ.λπ. δέν μπόρεσαν νά ξεχωρίσουν τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπό τίς ἄλλες χριστιανικές παραδόσεις.

ζ) Νά μᾶς ἀπαγορεύεται νά ἀσχολούμαστε μέ τά πολιτικά (ὄχι κομματικά) δρώμενα τῆς χώρας μας καί νά ἔχουμε ἄποψη γιά ὅλα τά τεκταινόμενα, ὡσάν νά μή εἴμαστε Ἕλληνες Πολιτες. Ὅμως ἐμεῖς αἰσθανόμαστε ὅτι ἀνήκουμε στό κοινωνικό σύνολο καί ἔχουμε, ὡς ὑπεύθυνα πρόσωπα, ἄποψη γιά τά δρώμενα στήν κοινωνία, χωρίς νά ἀναμειγνυόμαστε στήν κομματική ζωή. Γεννηθήκαμε πρῶτα ὡς Ἕλληνες Πολίτες καί ἔπειτα βαπτισθήκαμε Χριστιανοί καί πολύ ἀργότερα χειροτονηθήκαμε Ἱερεῖς καί Ἐπίσκοποι. Αὐτό σημαίνει ὅτι κανείς δέν ἔχει τό δικαίωμα νά μᾶς ἀφαιρέση τήν πρώτη μας ἰδιότητα, τήν ἰδιότητα, δηλαδή, τοῦ Ἕλληνα πολίτη.

η) Νά ἐπικρατῆ ἡ νοοτροπία τῆς αὐθαιρεσίας τῆς κάθε ἐξουσίας, πού θά ἐπιβάλλεται μέ τά μέσα πού διαθέτει καί μέ τόν τρόπο αὐτό νά ἐκφράζεται ἡ ἀλαζονεία τῆς ἐξουσίας. Ὁ Θέμος Ἀναστασιάδης αὐτές τίς ἡμέρες ἔγραψε ἕνα ἄρθρο μέ τίτλο "Δημοκρατία χωρίς Βουλή καί λαό", ἐννοώντας ὅτι ἐπιβάλλεται μιά ἄποψη ἀπό τήν κατεστημένη τάξη, χωρίς τό θέμα νά εἰσαχθῆ στό Κοινοβούλιο καί χωρίς νά γίνη Δημοψήφισμα, ὅπως τό ζήτησαν τρία ἑκατομμύρια Ἑλλήνων πολιτῶν.

θ) Νά ἀγνοῆται ἡ πολιτισμική παράδοση τοῦ τόπου, ἀφοῦ εἶναι γνωστόν ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Θεανθρώπινο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ταυτόχρονα εἶναι καί ἐκφραστής ἑνός ὁλοκλήρου πολιτισμοῦ. Ἡ Ἐκκλησία μέ τήν λατρεία της, τίς ἐκκλησιαστικές τέχνες καί τόν ὅλο τρόπο διοικήσεώς της διαφυλάσσει ἕναν πολιτισμό πού μπορεῖ νά προσφέρη πολλά στήν σύγχρονη παγκόσμια πραγματικότητα.

ι) Νά τίθεται ἡ Ἐκκλησία στό περιθώριο τοῦ Ἔθνους, πράγμα τό ὁποῖο σημαίνει ὅτι ἀφήνεται νά διοργανώνεται ἡ κοινωνία ἀνθρωποκεντρικά καί οἱ ἄνθρωποι, ἰδιαιτέρως οἱ νέοι μας, νά μή ἔχουν τήν δυνατότητα νά ἀποκτήσουν νόημα ζωῆς, γιά νά λύσουν τά μεγάλα προβλήματα πού τούς ἀπασχολοῦν.

ια) Νά ὑποτιμᾶται ὁ αὐθόρμητος καί εἰλικρινής λόγος καί βεβαίως νά ὑπερτιμᾶται καί νά θεοποιῆται ἡ ξύλινη γλώσσα πού διακρίνεται γιά τόν τετορνευμένο λόγο, τήν ἔκφραση τῆς μισῆς ἀλήθειας, τίς ἀφηρημένες ἐκφράσεις, πού δημιουργεῖ μεγάλη ἀπογοήτευση στόν λαό. Ἡ ξύλινη αὐτή γλώσσα, ὅταν συνδέεται καί μέ τά λεγόμενα διαπλεκόμενα συμφέροντα, κάνει τούς ἀνθρώπους νά ἀπογοητεύονται καί ἀπό αὐτήν τήν πολιτική ζωή.

ιβ) Νά ἐκλαμβάνεται τό συνταγματικό δικαίωμα τοῦ λαοῦ νά ἀναφέρεται μέ τήν ὑπεύθυνη ὑπογραφή του στήν Κυβέρνηση καί νά ὑποβάλη ἕνα αἴτημα, ὥστε ἐκείνη νά ἐνεργοποιήση τό σχετικό ἄρθρο τοῦ Συντάγματος γιά τό Δημοψήφισμα, ὡς ἐκτροπή ἀπό τήν συνταγματική τάξη καί κατά κάποιο τρόπο ὡς ἕνα... πραξικόπημα. Πρόκειται γιά ἕνα χαρακτηριστικό παράδειγμα ἀποπροσανατολισμοῦ τῆς κοινῆς γνώμης, καθώς ἐπίσης δείχνει τό πώς ἑρμηνεύεται κακῶς τό Σύνταγμα καί ἐπί πλέον ὅτι ἐκεῖνοι πού δίνουν μιά τέτοια ἑρμηνεία πάσχουν ἀπό ἕνα αἴσθημα ἀνασφάλειας.

[Ἐπειδή πιό πάνω ἀναφερθήκαμε στήν διάκριση πού γίνεται μεταξύ τῆς τάξης τῶν εἰδικευμένων καί τοῦ ζαλισμένου κοπαδιοῦ, θά θέλαμε νά καταγράψουμε ἕνα μικρό ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ Νόαμ Τσόμσκι "Νέα Τάξη, μυστικά καί ψέματα", τό ὁποῖο ἐφαρμόσθηκε ἀκριβῶς στήν δική μας περίπτωση.

"Ὁ Λίπμαν τό ὑποστήριξε αὐτό μέ μιά πολύ καλά ἐπεξεργασμένη θεωρία γιά τή σύγχρονη δημοκρατία. Ὑποστήριξε ὅτι σέ μία δημοκρατία πού λειτουργεῖ σωστά ὑπάρχουν τάξεις πολιτῶν. Ὑπάρχει πρῶτ' ἀπ' ὅλα ἡ τάξη τῶν πολιτῶν πού πρέπει νά συμμετέχουν ἐνεργητικά στή διαχείριση τῶν δημοσίων ὑποθέσεων. Αὐτή εἶναι ἡ εἰδικευμένη τάξη. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι πού ἀναλύουν, ἐκτελοῦν, παίρνουν ἀποφάσεις καί διαχειρίζονται τά πράγματα στά πολιτικά, οἰκονομικά, καί ἰδεολογικά συστήματα. Αὐτό εἶναι μόνο ἕνα μικρό ποσοστό τοῦ πληθυσμοῦ. Φυσικά, ὁποιοσδήποτε προτείνει αὐτές τίς ἰδέες πάντα εἶναι μέλος αὐτῆς τῆς μικρῆς ὁμάδας, καί μιλᾶ γιά τό τί θά ἔπρεπε νά κάνουν γιά αὐτούς τούς ἄλλους. Αὐτούς τούς ἄλλους, αὐτούς ἔξω ἀπό τή μικρή ὁμάδα, τή μεγάλη πλειονότητα τοῦ πληθυσμοῦ, τό "κοπάδι πού τά' χει χαμένα" ὅπως ἔλεγε ὁ Λίπμαν. Πρέπει νά προστατεύσουμε τούς ἑαυτούς μας ἀπό "τό ποδοπάτημα καί τό βρυχηθμό τοῦ ζαλισμένου κοπαδιοῦ". Τώρα ὑπάρχουν δύο "λειτουργίες" σέ μιά δημοκρατία. Ἡ εἰδικευμένη τάξη, οἱ ὑπεύθυνοι ἄνθρωποι διεξάγουν τήν ἐκτελεστική λειτουργία, πού σημαίνει ὅτι αὐτοί εἶναι πού σκέφτονται, σχεδιάζουν καί καταλαβαίνουν τά κοινά συμφέροντα. Μετά εἶναι καί τό ζαλισμένο κοπάδι, καί αὐτό ἔχει μιά λειτουργία στή δημοκρατία. Ἡ λειτουργία του σέ μιά δημοκρατία, εἶπε, συνίσταται στό νά ἀποτελεῖ τούς "θεατές" καί ὄχι τούς συμμετέχοντες στή δράση. Ἀλλά ἔχει κάτι περισσότερο ἀπό αὐτή τή λειτουργία, γιατί ὑπάρχει δημοκρατία. Περιστασιακά ἐπιτρέπεται νά ρίχνει τό βάρος του στό ἕνα ἤ τό ἄλλο μέλος τῆς εἰδικευμένης τάξης. Μέ ἄλλα λόγια, ἐπιτρέπεται στά μέλη τοῦ κοπαδιοῦ νά ποῦν "Σέ θέλουμε γιά ἀρχηγό μας" ἤ "Θέλουμε ἐσένα γιά ἀρχηγό μας". Καί αὐτό ἐπειδή ὑπάρχει δημοκρατία καί ὄχι ἀπολυταρχία. Αὐτό λέγεται ἐκλογές. Ἀλλά ἀφοῦ ἔχουν ἐκλέξει τό ἕνα ἤ τό ἄλλο μέλος τῆς εἰδικευμένης τάξης ὑποτίθεται ὅτι βυθίζονται πάλι καί γίνονται θεατές τῆς δράσης καί ὅχι συμμετέχοντες. Αὐτή εἶναι μιά δημοκρατία πού λειτουργεῖ σωστά.

Καί ὑπάρχει λογική σ' αὐτό. Ὑπάρχει ἀκόμη ἕνα εἶδος ἀναγκαστικῆς ἠθικῆς ἀρχῆς. Ἡ ἀναγκαστική ἠθική ἀρχή εἶναι ὅτι ἡ μάζα τοῦ κοινοῦ εἶναι πολύ ἠλίθια γιά νά μπορεῖ νά κατανοεῖ τά πράγματα. Ἐάν ἐπιχειρήσουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι νά συμμετέχουν στή διαχείριση τῶν δικῶν τους ὑποθέσεων, τό μόνο πού θά προκαλέσουν εἶναι προβλήματα. Συνεπῶς, θά ἦταν ἀνήθικο καί μή ἁρμόζον νά τούς ἐπιτρέψουμε νά τό κάνουν. Πρέπει νά δαμάσουμε τό ζαλισμένο κοπάδι, νά μήν ἐπιτρέψουμε στό ζαλισμένο κοπάδι νά ὀργιστεῖ καί νά τσαλαπατήσει καί νά καταστρέψει πράγματα. Εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἴδια λογική πού λέει ὅτι δέν εἶναι σωστό ν' ἀφήνεις ἕνα τρίχρονο παιδί νά τρέχει μέσα στό δρόμο. Δέν παρέχεις σέ ἕνα παιδί τριῶν χρονῶν αὐτό τό εἶδος τῆς ἐλευθερίας, διότι δέν ξέρει πῶς νά χειριστεῖ αὐτή τήν ἐλευθερία. Ἀντίστοιχα, δέν ἐπιτρέπεις στό ζαλισμένο κοπάδι νά συμμετέχει στή δράση. Θά προκαλέσει μπελάδες".

Εἶναι σίγουρο ὅτι δέν ἐπιθυμοῦμε μιά τέτοια δημοκρατία, ἡ ὁποία λειτουγεῖ ὡς μιά τρομοκρατία μέ ἐπιστημονικό τρόπο. Καί φυσικά μιά παρέμβαση ὥστε ὁ λαός νά ἐκφράση τίς ἀπόψεις του, εἶναι ἀρκετά ἐπικίνδυνη γιά τήν νέου τύπου δημοκρατία πού θέλει νά ἐπιβάλη ἡ Νέα Τάξη, ὅπως τήν εἴδαμε στό πιό πάνω ἀπόσπασμα].

7. Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἀντιμετωπίσθηκαν ἀπό τήν Πολιτεία τά τρία ἑκατομμύρια ὑπογραφῶν τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν πού ζητοῦσαν τήν διενέργεια Δημοψηφίσματος, δημιούργησε πικρίαν στόν λαό καί κυρίως σέ αὐτούς πού ὑπέγραψαν καί ἀνέλαβαν τήν εὐθύνη τῆς ὑπογραφῆς τους. Καί αὐτή ἡ πικρία δέν θεραπεύεται οὔτε μέ τίς ἀποφάσεις τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας, οὔτε μέ τήν θέση τήν ὁποία ἔλαβε ὁ Ἀνώτατος Πολιτειακός ἄρχοντας, οὔτε μέ τίς νομικίστικες αἰτιολογίες πού χρησιμοποιήθηκαν, οὔτε μέ τίς ὕβρεις καί τίς ἐπιθέσεις ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστοδούλου, οὔτε μέ τήν παρέλευση τοῦ χρόνου. Πρόκειται γιά μιά πληγή πού καλύφθηκε ἐξωτερικά, ἀλλά ἐάν δέν θεραπευθῆ στό βάθος αὐτή ἡ πληγή, τότε ἀργά ἤ γρήγορα θά δημιουργήση πολλά προβλήματα. Γι' αὐτό κυρίως ἡ Πολιτεία πού δημιούργησε τό πρόβλημα, κατά τό "ὁ τρώσας καί ἰάσεται", πρέπει νά βρῆ τούς κατάλληλους τρόπους, γιά νά θεραπεύση τήν ἀπογοήτευση πού αἰσθάνθηκε ὁ λαός ἀπό τήν πολιτική καί πολιτειακή του ἡγεσία.

Γενικά πρέπει νά παρατηρήσουμε καί νά ὑπογραμμίσουμε ἐμφαντικά ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνας ἅγιος θεσμός πού ἄντεξε στόν χρόνο καί δέν ἔπαθε ἀπολύτως τίποτε, ἄν καί πέρασε ἀπό διωγμούς καί πιέσεις.

[Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γράφει πολύ χαρακτηριστά γιά τήν δύναμη τῆς Ἐκκλησίας:

"Ἐκκλησίας οὐδέν ἴσον. Μή μοι λέγε τείχη καί ὅπλα· τείχη μέν γάρ τῷ χρόνῳ παλαιοῦνται, ἡ Ἐκκλησία δέ οὐδέποτε γηρᾷ. Τείχνη βάρβαροι καταλύουσιν, Ἐκκλησίας δέ οὐδέ δαίμονες περιγίνονται. Καί ὅτι οὐ κόμπος τά ρήματα, μαρτυρεῖ τά πράγματα. Πόσοι ἐπολέμησαν τήν Ἐκκλησίαν καί οἱ πολεμήσαντες ἀπώλοντο; Αὕτη δέ ὑπέρ τῶν οὐρανῶν ἀναβέβηκε. Τοιοῦτον ἔχει μέγεθος ἡ Ἐκκλησία· πολεμουμένη νικᾷ· ἐπιβουλευομένη περιγίνεται· ὑβριζομένη, λαμπροτέρα καθίσταται· δέχεται τραύματα, καί οὐ καταπίπτει ὑπό τῶν ἐλκῶν· κλυδωνίζεται, ἀλλ' οὐ καταποντίζεται· χειμάζεται, ἀλλά ναυάγιον οὐχ ὑπομένει· παλαίει, ἀλλ' οὐχ ἡττᾶται· πυκτεύει, ἀλλ' οὐ νικᾶται. Διά τί οὖν συνεχώρησε τόν πόλεμον; Ἵνα δείξῃ λαμπρότερον τό τρόπαιον. Παρῆτε κατά τήν ἡμέραν ἐκείνην, καί ἐβλέπετε ὅσα ἐκινεῖτο ὅπλα, καί θυμός στρατιωτικός πυρός σφοδρότερος, καί ἡμεῖς ἐπί τάς βασιλικάς αὐλάς ἐπειγόμεθα. Ἀλλά τί; Τοῦ Θεοῦ χάριτι οὐδέν ἡμᾶς ἐκείνων κατέπληξε" ].

Ἐπίσης πρέπει νά παρατηρήσουμε ὅτι καμμιά προσπάθεια δέν χάνεται, ἀφοῦ ὑπάρχει ὁ ἱστορικός νόμος τῆς ἑτερογονίας τῶν σκοπῶν. Πιστεύουμε ὅτι ἡ προσπάθεια πού ἔκανε ὅλον αὐτόν τόν καιρό ἡ Ἐκκλησία μέ τήν ὑπενθύμιση τοῦ λησμονημένου καί παραθεωρημένου θεσμοῦ τοῦ Δημοψηφίσματος θά γονιμοποιήση ἄλλες πραγματικότητες. Ἤδη ὁ σπόρος ἔπεσε πολύ βαθειά καί ἀργότερα θά καρποφορήση. Ἐνδεχομένως θά περάση χειμώνας, ἀλλά ὁ σπόρος τόν ὁποῖο ἔσπειρε ἡ Ἐκκλησία ὅλον αὐτόν τόν τελευταῖο καιρό θά ἀνθίση τήν ἄνοιξη. Θά δοῦμε στό ἄμεσο καί προσεχές μέλλον νά ἐκλέγονται ἀπό τόν λαό οἱ Πρόεδροι τῆς Δημοκρατίας, ἀλλά καί οἱ ἀρχηγοί τῶν κομμάτων, θά δοῦμε νά εἰσάγεται ἡ ἀρχή τῶν Δημοψηφισμάτων γιά κρίσιμα καί κοινωνικά ζητήματα, θά δοῦμε νά ἐπικρατοῦν διακριτοί ρόλοι μεταξύ νομοθετικῆς καί ἐκτελεστικῆς ἐξουσίας πού εἶναι ἡ οὐσία τῆς δημοκρατίας, ὅπως τό πρότεινε ἀκόμη καί ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς καί γενικά θά δοῦμε νά συμμετέχη ὁ λαός στήν διακυβέρνηση τῆς χώρας ἐνεργότερα. Οἱ ἀγῶνες καί μάλιστα οἱ ἰδεολογικοί καί πνευματικοί ἀγῶνες, ἔχουν πάντοτε καρπούς καί ἀποτελέσματα, ἔστω καί ἄν δέν εἶναι ἄμεσα ὁρατά. Καί κάποτε σέ αὐτόν τόν τόπο θά λένε ὅτι πρώτη φορά μέ τόσο ἰσχυρό λόγο ἡ Ἐκκλησία μίλησε γιά Δημοψήφισμα. Καθώς ἐπίσης θά χαρακτηρίσουν μέ τόν ἀνάλογο τρόπο καί ἐκείνους πού συνετέλεσαν στό νά σβήση πρός τό παρόν μιά ἐλπίδα "δημοκρατικοποίησης τῆς Δημοκρατίας".

Ἐμεῖς κάναμε τό καθῆκον μας καί ἡ ἱστορία θά κρίνη. Δέν αἰσθανόμαστε ἡττημένοι, ἀλλά ἐκφραστές τῆς ἐπιθυμίας τοῦ λαοῦ καί πρωτοπόροι μιᾶς εὐγενικῆς προσπάθειας, ἡ ὁποία ὅμως ἀντιμετωπίσθηκε μέ τίς μεθόδους τῆς Νέας Τάξης καί τῆς νοοτροπίας τῆς παγκοσμιοποίησης. Ζήσαμε στήν ὕπαρξή μας τί θά πῆ Νέα Τάξη πραγμάτων καί παγκοσμιοποιημένη Κοινωνία".

4. Συμπερασματικές ἐκτιμήσεις

Εἶναι φυσικό μετά ἀπό κάθε προσπάθεια νά γίνεται ἀνάλυση τῶν γεγονότων πού προηγήθηκαν καί νά καταγράφονται μερικά συμπεράσματα. Μέσα στά πλαίσια αὐτά θά ἤθελα νά μοῦ ἐπιτρέψετε νά ἐκθέσω μερικές συμπερασματικές ἐκτιμήσεις μου, πέρα ἀπό ὅσα μπορεῖ κανείς νά συμπεράνη ἀπό τήν ἀνάγνωση τῶν δύο προηγουμένων εἰσηγήσεών μου καί τῆς παρούσης.

Πρώτη ἐκτίμησή μου εἶναι ὅτι ὁ ἀγώνας γιά τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες δέν προκλήθηκε ἀπό τήν ἴδια τήν Ἐκκλησία. Ἀντίθετα μάλιστα ἡ Ἱερά Σύνοδος, ἔχοντας ὑπ' ὄψη της τήν ἀγωνία τοῦ ποιμνίου της, εἶχε συγκροτήσει ἀπό νωρίς εἰδική Συνοδική Ἐπιτροπή καί ἦταν ἕτοιμη νά ἀντιμετωπίση νηφάλια τό θέμα μέ τήν Πολιτεία, ὅταν θά γινόταν διάλογος. Ὅμως, ὅπως εἶναι γνωστόν, διάλογος δέν ἔγινε ποτέ γιά τό θέμα αὐτό. Πέρα ἀπό τίς ἀποφάσεις τῆς Κυβερνήσεως, τίς ὁποῖες εἶχε τήν ἁρμοδιότητα νά λάβη, ἄν καί ἡ ἴδια ἰσχυριζόταν ὅτι θά γίνη διάλογος μέ τήν Ἐκκλησία, ἡ ὅλη μεθοδολογία καί διαδικασία πού ἐπέλεξε ἦταν λανθασμένη. Ὅλοι οἱ ἀρχηγοί τῶν Κομμάτων τούς ὁποίους ἐπισκεφθήκαμε, ἀλλά καί τά μέλη τῆς Κυβερνήσεως, ὁμολόγησαν ὅτι οἱ χειρισμοί ἀπό πλευρᾶς τῆς Κυβερνήσεως δέν ἦταν οἱ κατάλληλοι.

Δεύτερη ἐκτίμηση εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν εἶχε πρόθεση νά ἀντιμετωπίση τό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες πολιτικά καί κομματικά. Θά μποροῦσα στό σημεῖο αὐτό νά ἀναφέρω πολλά παραδείγματα, ἀλλά δέν θά τό πράξω. Παρά τήν πρόθεση ὅμως τῆς Ἐκκλησίας νά μήν ἐμπλακῆ σέ κομματικές διενέξεις, ἐν τούτοις τό θέμα ἐνεπλάκη, δυστυχῶς, σέ κομματικές ἀντιπαραθέσεις, ὄχι ὅμως μέ εὐθύνη τῆς Ἐκκλησίας. Σχεδόν ὅλες οἱ κομματικές παρατάξεις προσπάθησαν νά ἐκμεταλλευθοῦν τήν κατάσταση. Καί αὐτό εἶναι δεῖγμα ὅτι ζοῦμε σέ μιά κοινωνία ἀπόλυτα κομματικοποιημένη, ὁπότε τό ἔργο τῆς ἑνοποιήσεως τῆς κοινωνίας ἀπό τήν Ἐκκλησία καθίσταται μέρα μέ τή μέρα δυσκολότερο. Θά ἤθελα ἁπλῶς νά ἀναφερθῶ σέ ἕνα προσωπικό μου παράδειγμα. Ἐνῶ στίς ἀνακοινώσεις τίς ὁποῖες ἔκανα, ἀλλά καί στό ὅλο συγγραφικό μου ἔργο, ὑποστήριξα καί ὑποστηρίζω ὅτι ἡ Ἐκκλησία κινεῖται πέρα καί πάνω ἀπό κομματικές παρατάξεις, ἐν τούτοις μέ παρουσίασαν ὅτι δῆθεν εἶπα ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔγινε τό πρῶτο Κόμμα, πράγμα ἀναληθές καί ἀνακριβές. Ἔζησα ἔτσι στήν ζωή μου τί θά πῆ διαστρέβλωση τῶν λόγων καί, βεβαίως, τί θά πῆ νεοταξική ἀντίληψη.

Τρίτη ἐκτίμηση εἶναι ὅτι τά Συνοδικά κείμενα, τά ὁποῖα ἐκδόθηκαν κατά τήν διάρκεια τοῦ ἀγῶνος γιά τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία Ταυτοτήτων, κινήθηκαν σέ σωστή κατεύθυνση, διότι παρουσίασαν τό θέμα θεολογικά, ἐκκλησιολογικά, πολιτισμικά καί κοινωνιολογικά. Ὅμως διάφορα μέλη τῆς Ἐκκλησίας, Κληρικοί καί λαϊκοί, ἔκαναν λάθη μέ τίς δηλώσεις τους καί τά γραπτά τους κείμενα. Καί βεβαίως συνετέλεσαν καί αὐτοί στό νά ὀξυνθῆ ἡ κατάσταση καί νά ἐπέλθη αὐτή ἡ πόλωση μεταξύ Ἐκκλησίας καί Πολιτείας. Εὐτυχῶς ὅμως, ἡ ὅλη ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί ἡ διδασκαλία της, ὅπως διατυπώθηκε ἀπό τούς ἁγίους Πατέρας, ἄμβλυναν τά ἀποτελέσματα αὐτῆς τῆς νοοτροπίας.

Τέταρτη ἐκτίμηση εἶναι ὅτι παρά τά μικρά λάθη τά ὁποῖα ἔγιναν, ἐν τούτοις ἡ προσπάθεια τῆς Ἐκκλησίας συνετέλεσε στό νά ἐνεργοποιηθῆ ἡ ἀγρυπνοῦσα συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ λαός. Ἡ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου γιά τήν συλλογή τῶν ὑπογραφῶν, πέρα ἀπό τίς ὅποιες ἄλλες κρίσεις, συνετέλεσε στό νά γίνη εὐρύτατη συζήτηση σέ ὅλα τά στρώματα τοῦ λαοῦ γιά τήν θέση τῆς Ἐκκλησίας μέσα στήν Κοινωνία, γιά τήν παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, γιά τήν ἑτερότητα τῆς πολιτισμικῆς μας παραδόσεως, σέ σχέση μέ ἄλλες παραδόσεις, γιά τήν καλύτερη διοργάνωση τῆς κοινωνίας μας, γιά τήν ἐνεργοποίηση τοῦ θεσμοῦ τῆς ἀμέσου δημοκρατίας, πού εἶναι τό Δημοψήφισμα. Αὐτή ἡ ἐνεργοποίηση τοῦ λαοῦ εἶναι ἕνα σημαντικό γεγονός, γιατί ἀφ' ἑνός μέν ἀποφεύγεται νά περιπίπτη ὁ λαός σέ μιά ἀδράνεια, ἀφ' ἑτέρου δέ ἀποτελεῖ μιά ἀνάσχεση γιά ὅσους ἐπιδιώκουν τήν ἀπώλεια τῆς πολιτισμικῆς μας ἑτερότητος.

Πέμπτη διαπίστωση εἶναι ὅτι ἡ ἀπόφαση τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας γιά τό θέμα τῶν Δελτίων Ταυτοτήτων καί ἡ θέση τήν ὁποία ἔλαβε ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας δέν εἶναι δυνατόν νά σταματήσουν τήν ἐπιθυμία τοῦ λαοῦ νά ἐκφράζη τίς ἀπόψεις του καί νά συντελῆ στήν καλύτερη διοργάνωση τῆς κοινωνίας. Ὁ ἱστορικός νόμος τῆς ἑτερογονίας τῶν σκοπῶν θά ἔχη ἐφαρμογή καί στό σημεῖο αὐτό. Καμμία προσπάθεια δέν πίπτει στό κενό, ἀλλά ὅλες ἔχουν ἄμεσα καί ἔμμεσα ἀποτελέσματα. Ἤδη μπορῶ νά σᾶς διαβεβαιώσω ὅτι ἡ συμμετοχή τοῦ μισοῦ περίπου ἐνεργοῦ πληθυσμοῦ τοῦ λαοῦ προξένησε μεγάλη ἐντύπωση σέ διεθνεῖς ὀργανώσεις πού ἐνδιαφέρονται γιά τόν θεσμό τῆς ἀμέσου Δημοκρατίας.

Ὁ κ. Γεώργιος Κόκκας, ἐκπρόσωπος τῆς μή Κυβερνητικῆς Ὀργάνωσης "Βῆμα γιά Δημοκρατία Πολιτῶν" μέ τήν ἀπό 3η Ὀκτωβρίου 2001 ἐπιστολή του μοῦ ἔγραψε:

"Σᾶς γνωρίζουμε ὅτι ἔχουμε ἀνακοινώσει κατ' ἀρχήν τήν ἐπιτυχέστατη δημοψηφισματική πρωτοβουλία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στίς ἑξῆς Διεθνεῖς Ὀργανώσεις πού συμμετέχουμε καί ἐκπροσωποῦμε στήν Ἑλλάδα, ἐνῶ σᾶς ἐκφράζουμε ταυτόχρονα τά συγχαρητήρια καί τόν θαυμασμό ὅλων γιά τό ἐπίτευγμα τοῦ ὑψηλότατου ποσοστοῦ ἀνταπόκρισης τοῦ λαοῦ, ἀλλά καί τήν ἀπορία τους γιά τό ἔλλειμα δημοκρατικῆς εὐαισθησίας, πού ἐπέδειξε ἡ συντεταγμένη "Ἑλληνική Δημοκρατία" στό κέλευσμα τῆς λαϊκῆς κυριαρχίας πού προκαλέσατε...".

Καί παραθέτει τίς Διεθνεῖς αὐτές Ὀργανώσεις, καθώς ἐπίσης τήν ἱστορία καί τό ἔργο κάθε Ὀργανώσεως, ἤτοι:

α) CICDD - Διαρκές Διεθνές Συνέδριο Ἄμεσης Δημοκρατίας - (Continuing International Congress on Direct Democracy)",

β) "WDDM - Παγκόσμιο Κίνημα Ἄμεσης Δημοκρατίας - (Worldwide Derect Democrasy Movement)",

γ) "NDDIE - Δίκτυο τῶν Ἀμεσοδημοκρατικῶν Πρωτοβουλιῶν Εὐρώπης - (Network of Direct Democratic Initiatives in Europe)",

δ) "Eurotopia, ἤ "‘Εὐρω(ου)τοπία ’",

ε) "IRI Europe - Τό Εὐρωπαϊκό Ἰνστιτοῦτο Πρωτοβουλιῶν Ἀνάκλησης Νόμων καί Δημοψηφισμάτων (Initiative & Referendum Institute of Europe) ".

Αὐτό σημαίνει ὅτι ὅλες αὐτές οἱ Διεθνεῖς Ὀργανώσεις, πού ἐνδιαφέρονται γιά τό θέμα τῆς ἄμεσης Δημοκρατίας, ἔχουν ἐνημερωθῆ γιά τήν προσπάθεια τῆς Ἐκκλησίας καί ἀσφαλῶς θά τήν ἀξιοποιήσουν.

Ἐπίσης, πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον ἔχει ἐπιδείξει ἡ "Ἕνωση Ἐνεργῶν Πολιτῶν" τῆς ὁποίας βασικός στόχος εἶναι ἡ καθιέρωση τοῦ Δημοψηφίσματος καί τῆς Δημοψηφισματικῆς Πρωτοβουλίας τῶν πολιτῶν καί μάλιστα ἔχει ὑποβάλλει σχετικές προτάσεις.

Ἔχω δέ πληροφορίες ὅτι αὐτό καθεαυτό τό γεγονός θά ἔχη συνέπειες στόν Εὐρωπαϊκό χῶρο, ἀλλά καί στήν Χώρα μας, ἔστω καί ἄν δέν ἱκανοποιήθηκε τό αἴτημά μας.

Ἕκτη διαπίστωση εἶναι ὅτι πέραν ἀπό τούς κοσμικούς καί θεσμικούς νόμους, λειτουργοῦν οἱ λεγόμενοι πνευματικοί νόμοι, πρόκειται δηλαδή γιά τό γεγονός ὅτι ὁ Θεός διευθύνει τήν ἱστορία. Μπορεῖ νά φαίνεται ὅτι πρός τό παρόν ἐπικρατοῦν οἱ ἀνθρώπινοι νόμοι, ὅμως τελικά θά κατισχύσουν καί θά ἐπικρατήσουν οἱ πνευματικοί νόμοι. Ἡ ἱστορία ἀποδεικνύει ὅτι κατέρρευσαν ὁλόκληρες αὐτοκρατορίες, ἀλλά ἡ Ἐκκλησία μένει στόν αἰώνα. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης λέγει: "ὁ κόσμος παράγεται καί ἡ ἐπιθυμία αὐτοῦ· ὁ δέ ποιῶν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μένει εἰς τόν αἰώνα" (Ἰω. Α´, β´ 17). Πρέπει νά μᾶς διακατέχη ὁ φόβος τῆς παραβάσεως τῶν πνευματικῶν νόμων.

Ἕβδομη διαπίστωση εἶναι ὅτι παρά τό φαινομενικά ἀπαισιόδοξο ἀποτέλεσμα, τά πράγματα δέν εἶναι ἀνησυχητικά. Ἐννοῶ ὅτι ἐπικρατεῖ μιά κοσμική ἀλλά καί θεολογική ἑρμηνεία περί τῆς νίκης καί τῆς ἦττας. Μερικοί ἰσχυρίσθηκαν ὅτι στόν ἀγώνα αὐτόν ἠττήθηκε ἡ Ἐκκλησία, ὅμως ἐμεῖς ἀπό τήν διαχρονική πείρα πού διαθέτουμε γνωρίζουμε πολύ καλά ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν ἡττᾶται ποτέ. Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἕνα ἀνθρώπινο σωματεῖο, ἀλλά τό Θεανθρώπινο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.

Βεβαίως, ἡ κοσμική νοοτροπία φαίνεται ὅτι νικᾶ σέ ἱστορικό καί ἐπιφανειακό ἐπίπεδο, ὅμως ἡ θεολογία, ἡ ἐκκλησιαστική ζωή νικᾶ σέ μεταϊστορικό ἐπίπεδο.

Εἶναι δέ γνωστόν ἀπό ὅλη τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία ὅτι "ὁ Σταυρός εἶναι ἡ καθέδρα τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας", κατά τόν Μπρατσιανίνωφ, ὅτι τό "ἦθος" τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ εἶναι ἡ κενωτική προσφορά, καί βεβαίως ὅσο κανείς βιώνει τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ στά ὅρια τῆς προσωπικῆς του ζωῆς καί ὅσο κανείς μετέχει τῆς κενώσεως τοῦ Χριστοῦ τόσο καί δοξάζεται. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διαβεβαιώνει "ὅταν γάρ ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμί" (Β´ Κορ. ιβ´ 10). Καί εἶναι γνωστή ἡ πνευματική συνομιλία τήν ὁποία εἶχε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μέ τόν Χριστό καί ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ, "ἡ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται" (Β´ Κορ. ιβ´ 9). Ἡ Ἐκκλησία μεγαλούργησε κυρίως κατά τήν διάρκεια τῶν διωγμῶν, ἐνῶ μετά τήν παύση τῶν διωγμῶν ἔζησε σέ μικρό ἤ μεγάλο βαθμό τήν ἐκκοσμίκευση.

Καί ἡ ὄγδοη διαπίστωση πού ἔκανα τόν τελευταῖο καιρό ἦταν ὅτι εἶναι ἄκρως ἀπαραίτητο ὡς Ποιμένες τοῦ λαοῦ καί Κληρικοί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας νά θεολογοῦμε, γιατί δυστυχως ἰσχύει καί γιά τήν ἐποχή μας ὁ λόγος τοῦ Μ. Βασιλείου ὅτι οἱ ἄνθρωποι "τεχνολογοῦσι καί οὐ θεολογοῦσι".

Βεβαίως ἀναφύονται πολλά σύγχρονα προβλήματα, ἀνθρώπινα, κοινωνικά, ἐπιστημονικά, στά ὁποῖα καλούμαστε νά διώσουμε τήν δική μας ἀπάντηση. Ὅμως οἱ Ποιμένες ἀφ' ἑνός μέν δέν πρέπει νά ἀποστασιοποιοῦνται ἀπό τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖον μιλοῦσαν οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ Πατέρες, οἱ ὁποῖοι ἐνδιαφέρονταν κυρίως γιά τόν ἁγιασμό καί τήν θέωση τοῦ ἀνθρώπου, γιά τό λεγόμενο "μυστήριο τοῦ Σταυροῦ", ἀφ' ἑτέρου δέ ὅταν ἀντιμετωπίζουμε σύγχρονα κοινωνικά θέματα, πρέπει νά τό κάνουμε θεολογικά. Γιατί μιά Ἐκκλησία πού δέν θεολογεῖ, εἶναι ἐκκοσμικευμένη.

5. Προτάσεις

Τό θέμα πού μοῦ ἀνέθεσε ἡ Ἱερά Σύνοδος νά ἐπεξεργασθῶ προβλέπει καί τήν διατύπωση προτάσεων γιά τό τί δέον γενέσθαι. Πρίν προχωρήσω πρός τήν κατεύθυνση αὐτή θά ἤθελα νά σημειώσω ὅτι ἡ Ἱεραρχία, προκειμένου νά καταλήξη σέ συγκεκριμένες ἀποφάσεις, θά πρέπει νά λάβη ὑπ' ὄψη της ὅτι ἡ Πολιτεία, ὅπως ἀναπτύξαμε στό δεύτερο κεφάλαιο, ἔχει ἤδη ὑποχωρήσει σέ πολλά σημεῖα, ἔστω καί ἄν δέν ὑπεχώρησε στό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία Ταυτοτήτων. Καί, βεβαίως, ἡ Πολιτεία, ὕστερα ἀπό τήν ἀνταπόκριση τῶν Ἑλλήνων Πολιτῶν στήν πρόσκληση τῆς Ἱεραρχίας, θά σκεφθῆ πολύ στό μέλλον νά δημιουργήση ἄλλα προβλήματα στήν Ἐκκλησία. Αὐτή ἡ ἐκτίμηση θά βοηθήση πολύ στίς ἀποφάσεις πού πρέπει νά λάβουμε γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ θέματος αὐτοῦ.

Θά καταθέσω δέκα προτάσεις.

Πρῶτον. Νά υἱοθετήσουμε τό ἀνακοινωθέν τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς 4ης Σεπτεμβρίου 2001, τοῦ ὁποίου τά κεντρικά σημεῖα εἶναι τά ἀκόλουθα:

• Ἡ Ἐκκλησία μέ ὅλον τόν ἀγῶνα της τόν τελευταῖο καιρό, δέν ἔκανε πολιτική, ἀλλά καλοῦσε "τήν Κυβερνοῦσα Πολιτική Ἡγεσία τοῦ Τόπου νά συνεργασθεῖ μέ τήν Ἐκκλησία, μέ σκοπό τήν προστασία τῆς ἐθνικῆς μας ἰδιοπροσωπίας... Ζητήσαμε νά ὑπερασπίσουμε τήν ἱστορική μας συνείδηση". Τό θέμα, λοιπόν, δέν ἦταν ἁπλῶς ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος, ἀλλά ἡ διατήρηση τῆς πολιτιστικῆς μας παράδοσης.

• Ἡ Ἐκκλησία δέν ταυτίζεται μέ μερικά Κόμματα, ἀλλά "ἐργάζεται γιά τήν ἀπομάκρυνση κάθε τάσεως πού θέλει νά διακρίνει τά Πολιτικά Κόμματα σέ ἐχθρικά καί φιλικά πρός τήν Ἐκκλησία καί τήν Πίστη μας".

• Ἡ ἐπαναλαμβανόμενη ἄποψη ἀπό μέρους τῆς Πολιτείας ὅτι τό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τῶν ταυτοτήτων ἔχει κλείσει "φανερώνει λανθασμένη ἐκτίμηση τοῦ μεγέθους αὐτοῦ τοῦ ζητήματος". Ἡ Ἱερά Σύνοδος διαβεβαιώνει τόν ἑλληνικό λαό ὅτι τό θέμα δέν ἔχει κλείσει οὔτε γιά τήν Ἐκκλησία οὔτε γιά τήν Πολιτεία. Γι' αὐτό γράφεται: "(Ἡ Ἱερά Σύνοδος) ἐπιθυμεῖ νά διαβεβαιώσει καί τά ἑκατομμύρια τῶν Ἑλλήνων καί ὅσους ἐπιχειροῦν νά τούς φιμώσουν, ὅτι στήν αἴθουσα αὐτή, σήμερα καί γιά πάντα, θά βρίσκονται μπροστά μας τά ἑκατομμύρια τῶν Ὀρθοδόξων πού ὑπέγραψαν, ζητώντας ἀπό τήν Πολιτεία δημοκρατικότητα καί ἀπό τήν Ἐκκλησία εὐθύνη καί σθένος".

• Ἐκφράζεται ἡ εὐθύνη μέ τήν ὁποία ἀντιμετωπίζει ἡ Ἐκκλησία τήν κατάσταση αὐτή, διότι ἀφ' ἑνός μέν αἰσθάνεται ὑποχρέωση "νά ἀποτρέψει ὁποιαδήποτε ἀντιπαράθεση μεταξύ τῶν κορυφαίων θεσμῶν τοῦ Ἔθνους μας", ἀφ' ἑτέρου δέ ἐνεργεῖ μέ τέτοιον τρόπο "ὥστε νά μήν αἰσθανθεῖ ὁ πιστός Λαός μας ποτήρι πικρίας στά χείλη του, νά μήν ἐπιτρέψει σέ αὐτά τά αἰσθήματα νά δηλητηριάσουν τήν ψυχική ἑνότητα τῆς κοινωνίας. Ἡ Ἐκκλησία δίδει πάντοτε τόν ἀγῶνα τῆς ψυχικῆς ἑνότητας ὅλου τοῦ λαοῦ μας".

Φαίνεται, λοιπόν, ἀπό τό περιεχόμενο τοῦ ἀνακοινωθέντος αὐτοῦ ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐνεργεῖ ψύχραιμα καί νηφάλια, σοβαρά καί μετρημένα, ἀλλά καί ἀγωνιστικά. Θεωρεῖ ὅτι τό θέμα τῶν ταυτοτήτων δέν ἔχει κλείσει, παραμένει παντοτε ἀνοικτό, ἀκριβῶς γιατί ὁ ἀγώνας δέν ἔγινε γιά τυπικούς λόγους καί ἐξωτερικές ἀναγραφές, ἀλλά γιά τήν διατήρηση τῆς ἰδιοπροσωπίας καί τῆς ἑτερότητας τῆς παραδόσεώς μας, πράγμα τό ὁποῖο εἶναι ἀπαραίτητο περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά στήν ἐποχή μας, μέ τίς πρόσφατες τρομοκρατικές ἐνέργειες καί τήν ὅλη ἀναστάστωση πού δημιουργεῖται στήν Οἰκουμένη ἀπό διαφόρους πολιτισμούς καί τίς ἀδικίες.

Βεβαίως, ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Θεανθρώπινο Σῶμα Χριστοῦ καί κοινωνία θεώσεως καί ὄχι ἕνα ἀνθρώπινο σωματεῖο, καί ὡς Σῶμα Χριστοῦ ἐπιδιώκει νά ἑνώση τούς πάντας μέ τήν Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας πού εἶναι ὁ Χριστός. Ὅμως οἱ ἅγιοι πού εἶναι ζωντανά μέλη τῆς Ἐκκλησίας μεταφέρουν αὐτήν τήν ἐμπειρία τους στόν ὅλο τρόπο ζωῆς τους καί στήν κοινωνία. Ἔτσι, παράγεται καί ἕνας ἰδιαίτερος πολιτισμικός τρόπος ζωῆς. Καί στήν συνέχεια ὅλοι ἐμεῖς παραμένουμε μέσα σέ αὐτήν τήν πνευματική μήτρα τοῦ πολιτισμοῦ τῶν θεουμένων ἁγίων, ὁπότε μποροῦμε νά μεγαλώσουμε αὐθεντικά καί νά φθάσουμε στόν ἁγιασμό καί τήν θέωση. Γιά τόν λόγο αὐτόν ἔργο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά διαφυλάσση καί τόν ἀποκαλυπτικό λόγο, ἀλλά καί τίς συνθῆκες μέσα στίς ὁποῖες μπορεῖ κανείς νά συναντήση τήν θεοποιό Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀτμόσφαιρα τῶν ἁγίων.

Ἐπί πλέον γνωρίζουμε σαφέστατα ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν ἔγινε γιά νά βοηθήση τόν κόσμο, ἀλλά ὁ κόσμος δημιουργήθηκε γιά νά γίνη Ἐκκλησία. Ἔχοντας αὐτήν τήν αὐτοσυνειδησία, πιστεύουμε ἀπόλυτα ὅτι δέν θά κρίνη ἡ ἱστορία τήν Ἐκκλησία, ἀλλά ἡ Ἐκκλησία καί μάλιστα ἡ Κεφαλή της πού εἶναι ὁ Χριστός, θά κρίνη τήν ἱστορία.

Μέσα ἀπό τίς προϋποθέσεις αὐτές μποροῦμε ἀνεπιφύλακτα νά ποῦμε ὅτι τό θέμα τῶν ταυτοτήτων ἀπό πλευρᾶς Ἐκκλησίας δέν ἔχει κλείσει, ἀκριβῶς γιατί αὐτή ἡ δυναμική πού παρουσιάσθηκε ὅλον αὐτόν τόν καιρό εἶναι πνευματική, ἡ ὁποία ὑπερβαίνει τόν χρόνο καί δέν περικλείεται στά σχήματα τοῦ παρόντος κόσμου καί τῶν ἀσφυκτικῶν δεσμῶν τοῦ χρόνου.

Δεύτερον. Τό θέμα ὅμως πρέπει νά κλείση (ἀφοῦ εἶναι ἀνοικτό) καί ἀπό πλευρᾶς Κυβερνήσεως, καίτοι ἡ τελευταία ἰσχυρίζεται ὅτι ἔχει ἤδη κλείσει. Αὐτό λέγεται ἀπό τήν ἄποψη ὅτι τό θέμα πρέπει νά ἀντιμετωπισθῆ ἀπό τό Ἑλληνικό Κοινοβούλιο, τό ὁποῖο πρέπει νά τροποποιήση τόν ὑφιστάμενο νόμο περί ταυτοτήτων.

Γιά τό θέμα αὐτό ὁ κ. Μανόλης Δρεττάκης, πρώην Ἀντιπρόεδρος τῆς Βουλῆς, πρώην Ὑπουργός καί Καθηγητής τῆς ΑΣΟΕΕ, ὑποστήριξε πρόσφατα σέ ἄρθρο του καί τά ἑξῆς:

"Τό θέμα, ὅμως, δέν ἔχει κλείσει δεδομένου ὅτι ἐξακολουθεῖ νά ἰσχύει ὁ Ν. 1988/91 ὁ ὁποῖος προβλέπει τήν ὑποχρεωτική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες. Ὁ νόμος αὐτός ὡς εἰδικός, δέν ἔχει ἀκυρωθεῖ, ὅπως ἰσχυρίζεται ἡ κυβέρνηση, ἀπό τό γενικό νόμο 2472/97 γιά τήν προστασία τῶν προσωπικῶν δεδομένων.

...Γιά λόγους, ὅμως, πρῶτα καί κύρια ἐθνικούς, ἀλλά καί γιά λόγους πολιτικούς καί κοινωνικούς, τό θέμα πρέπει νά κλείσει τό συντομότερο δυνατό (βλέπε καί σχετικό ρεπορτάζ στήν "Καθημερινή" τῆς 23-9-2001). Μέ δεδομένο ὅτι τή νομοθετική πρωτουβλία ἔχει ἡ κυβέρνηση καί μέ δεδομένη, ἐπίσης, τήν ἰσχύ τοῦ νόμου 1988/91 γιά τήν ὑποχρεωτική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἕνας καί μόνο τρόπος ὑπάρχει γιά νά κλείσει ὁριστικά τό θέμα: Νά καταθέσει ἡ κυβέρνηση στή Βουλή νομοσχέδιο μέ ἕνα καί μόνο ἄρθρο μέ τό ὁποῖο θά καταργεῖται ἡ διάταξη τοῦ Ν. 1988/91 γιά τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες. Τό νομοσχέδιο αὐτό, μέ βάση τίς διατάξεις τοῦ Συντάγματος, θά πρέπει νά συζητηθεῖ στήν Ὁλομέλεια τῆς Βουλῆς, ἡ ὁποία ἐπαναλαμβάνει αὔριο τίς ἐργασίες της.

Στή συζήτηση τοῦ νομοσχεδίου στήν Ὁλομέλεια τῆς Βουλῆς ὅσοι βουλευτές, ἀνεξάρτητα ἀπό τό κόμμα στό ὁποῖο ἀνήκουν, εἶναι τῆς ἄποψης ὅτι ἀντί τῆς κατάργησης τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος θά πρέπει νά ὑπάρξει τροποποίηση τοῦ σχετικοῦ ἄρθρου τοῦ Ν. 1988/91 ὥστε ἡ ἀναγραφή του ἀπό ὑποχρεωτική νά γίνει προαιρετική, μποροῦν νά καταθέσουν σχετική τροπολογία ἡ ὁποία θά συζητηθεῖ μαζί μέ τό ἕνα καί μοναδικό ἄρθρο τοῦ νομοσχεδίου. Μετά τό τέλος τῆς συζήτησης θά διεξαχθεῖ ψηφοφορία τόσο γιά τό ἄρθρο τοῦ νομοσχεδίου τῆς Κυβέρνησης ὅσο καί γιά τήν τροπολογία τῶν βουλευτῶν. Ὅποια ἀπό τίς δύο διατάξεις ψηφιστεῖ ἀπό τουλάχιστον 151 βουλευτές θά ἀντικαταστήσει τήν ἰσχύουσα διάταξη καί θά καταστεῖ νόμος τοῦ Κράτους στόν ὁποῖο οἱ πάντες θά πρέπει νά συμμορφωθοῦν".

Ἡ Ἐκκλησία ἀπό τήν ἀρχή ὑποστήριζε τήν ἄποψη ὅτι τό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες ἔπρεπε νά ἀντιμετωπισθῆ στό Ἑλληνικό Κοινοβούλιο, πού εἶναι τό προπύργιο τῆς Δημοκρατίας. Ἦρθε ὁ καιρός νά πάη ἔστω καί τώρα, ὥστε ἡ γνωστή ἀπόφαση τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας νά ἰσχύη γιά ὅλους (erga omnes). Καί βεβαίως νά συμφωνήσουμε ὅτι ὅλοι θά σεβασθοῦμε τήν ὁποιαδήποτε ἀπόφαση.

Ὅμως ὑπάρχει καί μιά ἄλλη διάσταση πού εἶναι ἐνδιαφέρουσα. Νεώτερες πληροφορίες μετά τήν τρομοκρατική ἐνέργεια στήν Ἀμερική λένε ὅτι οἱ Εὐρωπαῖοι ἡγέτες εἰσηγοῦνται νά "ἐμπλουτίσουν" τά στοιχεῖα, τά ὁποῖα θά περιλαμβάνουν οἱ νέες εὐρωπαϊκές ταυτότητες, μέ τό θρήσκευμα τῶν πολιτῶν.

Σημειώνεται: "Τώρα, ὅμως, πού διαμορφώνεται νέο πλαίσιο στόν τομέα καταπολέμησης τῆς τρομοκρατίας, τό στοιχεῖο αὐτό, ὅπως πολλοί Εὐρωπαῖοι εἰσηγοῦνται, πρέπει νά συμπεριληφθεῖ στά δεδομένα ἀναγνώρισης τοῦ κάθε Εὐρωπαίου πολίτη, ἀλλά καί τοῦ κάθε εἰσερχόμενου σέ χώρα - μέλος". Καί αὐτό γιατί πολλοί Εὐρωπαῖοι ἡγέτες θεωροῦν τό θρήσκευμα "ὡς στοιχεῖο χρήσιμο στήν διαμόρφωση τῆς ἑνιαίας εὐρωπαϊκῆς πολιτικῆς, γιά τήν ἀσφάλεια".

Βέβαια αὐτό τό θέμα, ἄν ἀληθεύουν οἱ πληροφορίες, πρέπει νά ἀντιμετωπισθῆ μέ μεγάλη σοβαρότητα γιά νά μή καταλήξουμε σέ θρησκευτικούς ρατσισμούς καί φανατισμούς. Εἶναι χαρακτηριστική ἡ δήλωση τῆς προέδρου τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου Νικόλ Φοντέϊν: "Εἴμαστε πολύ προσεκτικοί. Προσπαθοῦμε νά βροῦμε τή λεπτή ἰσορροπία ἀνάμεσα στήν ἐλευθερία καί τήν ἀσφάλεια".

Μέσα στά πλαίσια αὐτά πρέπει νά ἐνταχθῆ καί τό ὅτι σχεδιάζεται ἀπό τό Ὑπουργεῖο Ἐσωτερικῶν νά ἐκδοθῆ ἡ ἠλεκτρονική ταυτότητα στήν ὁποία θά καταχωροῦνται ἀφ' ἑνός μέν τά "σταθερά προσωπικά δεδομένα", ἀφ' ἑτέρου δέ τά "εὐμετάβλητα προσωπικά δεδομένα", καί ὑπάρχει τό ἐνδεχόμενο "νά περιληφθεῖ καί τό θρήσκευμα".

Ἑπομένως, πρέπει τό θέμα νά παραμείνη ἀνοικτό, ἀλλά μέσα στήν προοπτική τοῦ σεβασμοῦ τῆς προσωπικῆς ἐλευθερίας, μέ παράλληλη καταπολέμηση τόσο τῆς τρομοκρατίας ὅσο καί τοῦ θρησκευτικοῦ ρατσισμοῦ.

Τρίτον. Πρέπει νά ἐκδοθῆ ἕνας τόμος μέ τίτλο "Ἐκκλησία καί Δημοψήφισμα", στόν ὁποῖον θά συμπεριληφθοῦν ὅλα τά κείμενα τά ὁποῖα ἔχουν σχέση μέ τήν πρωτοβουλία αὐτήν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἤτοι οἱ Εἰσηγήσεις, τό Ὑπόμνημα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, οἱ ἀνακοινώσεις, καθώς ἐπίσης καί ὅλα τά ἄρθρα τά ὁποῖα δημοσιεύθηκαν ἀπό ἐπωνύμους στίς ἐφημερίδες καί τά περιοδικά. Μέ αὐτόν τόν τρόπο θά κωδικοποιηθῆ ἡ προσπάθεια τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν διενέργεια Δημοψηφίσματος. Ὁ Τόμος αὐτός πρέπει νά ἀποσταλῆ σέ ὅλους τούς Βουλευτάς, τούς Πανεπιστημιακούς δασκάλους, τά Ἀνώτατα Δικαστήρια τῆς Χώρας, τούς Δικηγορικούς Συλλόγους κ.λπ.

Τέταρτον. Νά ἐξετασθῆ τό ἐνδεχόμενο νά ἐνημερωθῆ ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωση γιά τήν προσπάθεια πού ἔκανε ἡ Ἐκκλησία νά προταθῆ ἡ διενέργεια Δημοψηφίσματος γιά ἕνα σοβαρό θέμα πού ἀπησχόλησε γιά ἑνάμισυ περίπου χρόνο τήν ἑλληνική κοινωνία. Αὐτό, βέβαια, θά γίνη μέ σκοπό νά ἐνδιαφερθεῖ ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωση γιά νά νομιμοποιηθῆ σέ ὅλες τίς Εὐρωπαϊκές Χῶρες ὁ θεσμός τῆς ἄμεσης Δημοκρατίας, πού εἶναι τό Δημοψήφισμα καί κυρίως νά καθιερωθῆ διά νόμου ἡ δημοψηφισματική πρωτοβουλία τῶν πολιτῶν.

Πέμπτον. Ὑπάρχουν δύο δεδομένα, τό ἕνα ὅτι ἡ αἴτηση γιά τήν διενέργεια Δημοψηφίσματος ἀναφερόταν πρός τήν Κυβέρνηση καί τό ἄλλο ὅτι ἡ ἀπόφαση τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία Ταυτοτήτων εἶναι ἀντισυνταγματική, πρέπει νά τεθῆ σέ ἐφαρμογή καί νά ἰσχύη γιά ὅλους. Ὁπότε, ἡ Ἱερά Σύνοδος πρέπει νά ἀποστείλη ἔγγραφο πρός τήν Κυβέρνηση μέ τό ὁποῖο θά ζητᾶ ἔγγραφη ἀπάντησή της γιά τήν διενέργεια τοῦ Δημοψηφίσματος. Τό ἄρθρο 10, παρ. 1, τοῦ Συντάγματος εἶναι σαφές: "καθένας ἤ πολλοί μαζί ἔχουν τό δικαίωμα, τηρώντας τούς νόμους τοῦ κράτους, νά ἀναφέρονται ἐγγράφως στίς ἀρχές, οἱ ὁποῖες εἶναι ὑποχρεωμένες νά ἐνεργοῦν σύντομα κατά τίς κείμενες διατάξεις καί νά ἀπαντοῦν αἰτιολογημένα σέ ἐκεῖνον πού ὑπέβαλε τήν ἀναφορά, σύμφωνα μέ τόν νόμο".

Ἐπίσης, θά πρέπει νά ζητηθῆ ἀπό τήν Κυβέρνηση νά ἀπαντήση γιά τό τί προτίθεται νά κάνη, ὥστε νά μή κυκλοφοροῦν δύο ἤ τρία εἴδη ταυτοτήτων μεταξύ τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν. Λέγεται αὐτό γιατί μέ τήν ὑπ' ἀριθμ. 8200/0-496210/28-8-2001 ἀπόφαση τῶν Ὑπουργῶν Οἰκονομικῶν - Δημοσίας Τάξεως (ΦΕΚ, Β´, 1181, 11-9-2001) γίνεται λόγος γιά ἀντικατάσταση τῶν παλαιῶν Δελτίων Ταυτοτήτων "ἐφ' ὅσον ζητηθῆ ἀπό τόν ἐνδιαφερόμενον" καί "γιά τήν ἀντικατάσταση δελτίου ταυτότητος πού ἐκδόθηκε σύμφωνα μέ τίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 4 τῆς ἴδιας ἀπόφασής μας, ὅπως ἴσχυε πρίν τήν τροποποίησή του μέ τήν παροῦσα". Αὐτό σημαίνει ὅτι θά κυκλοφοροῦν τοὐλάχιστον δύο εἴδη ταυτοτήτων, κατά παράβαση τοῦ ἄρθρου 4 τοῦ Συντάγματος περί ἰσότητος ὅλων τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν ἔναντι τοῦ Νόμου.

Ἕκτον. Τίθεται τό ἐρώτημα κατά πόσον ἡ Ἱερά Σύνοδος πρέπει ἤ δύναται νά προσφύγη στό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων. Μιά ἐνημερωτική ἀπάντηση εἶναι ἡ ἀκόλουθη. Ἡ Ἱερά Σύνοδος δέν νομιμοποιεῖται νά προσφύγη στό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων, διότι δέν ὑπῆρξε διάδικος στό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας. Ὅμως τό ἄρθρο 36, παρ. 2 τῆς Εὐρωπαϊκῆς Σύμβασης Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.) παρέχει τήν διακριτική εὐχέρεια στόν Πρόεδρο τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαστηρίου νά ἐπιτρέψη παρέμβαση σέ τρίους εἴτε νά ὑποβάλουν ἔγγραφες παρατηρήσεις εἴτε νά λάβουν μέρος στήν διαδικασία. Συγκεκριμένα γράφεται: "Στά πλαίσια τῆς ὀρθῆς ἀπονομῆς τῆς δικαιοσύνης, ὁ πρόεδρος τοῦ Δικαστηρίου μπορεῖ νά καλέσει κάθε Ὑψηλό Συμβαλλόμενο Μέρος πού δέν εἶναι διάδικο ἤ κάθε ἐνδιαφερόμενο πρόσωπο πλήν τοῦ αἰτοῦντος, νά ὑποβάλουν ἐγγράφως παρατηρήσεις ἤ νά λάβουν μέρος στίς ἀκροαματικές διαδικασίες". Βέβαια, αὐτό προϋποθέτει ὕπαρξη προσφυγῆς ἀπό τούς διαδίκους, πράγμα τό ὁποῖο δέν ἔχει γίνει μέχρι τώρα. Ὁπότε θεωρῶ ὅτι ἡ Ἱεραρχία δέν μπορεῖ στήν παροῦσα Σύνοδο νά ἀποφασίση γιά τό θέμα αὐτό. Ἄλλωστε, ὑπάρχει ἀκόμη πολύς καιρός.

Ἕβδομον. Θεωρῶ ὅτι ἡ Ἱεραρχία πρέπει νά ἀποστείλη μιά Ἐγκύκλιο πρός τόν ἑλληνικό λαό μέ τήν ὁποία ἀφοῦ εὐχαριστήσει ὅλους τούς Ἑλληνας πολίτας, οἱ ὁποῖοι βοήθησαν τήν Ἐκκλησία στήν προσπάθεια αὐτή, καί ἀφοῦ δώση μερικές ἀπαραίτητες ἐπεξηγήσεις, στήν συνέχεια νά ὑπογραμμίση ὅτι Κύριος τοῦ κόσμου εἶναι ὁ Χριστός, στόν ὁποῖο παραθέτουμε ὁλόκληρη τήν ζωή μας, τούς ἀγῶνες καί τίς ἀγωνίες μας, ὅπως φαίνεται στήν εὐχαριστιακή προσευχή "ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα". Καί βεβαίως διακατεχόμαστε ἀπό τήν ἀλήθεια ὅτι δέν εἶναι ἡ ἱστορία ἐκείνη πού θά κρίνη τήν Ἐκκλησία, ἀλλά ἡ Ἐκκλησία, ὡς Σῶμα Χριστοῦ, πού θά κρίνη τήν ἱστορία καί ὅτι ὅλοι θά δώσουμε λόγο τῶν πράξεών μας στόν Χριστό, "καί ἑκάστου τό ἔργον ὁποῖόν ἐστι τό πῦρ δοκιμάσει" (Α´ Κορ. γ´, 13).

Ὄγδοον. Ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πρέπει νά ἀποφασίση πάνω στό βασικό ἐρώτημα: Θά παραμείνη ἡ Ἐκκλησία στήν ἄποψη ὅτι πρῶτα θά συζητήση μέ τήν Κυβέρνηση γιά τίς ταυτότητες καί ὕστερα γιά ὅλα τά θέματα κοινῆς ἁρμοδιότητος ἤ θά θεωρήση τό θέμα τῆς ταυτότητος ἀνοικτό, ἀλλά ὅμως θά προχωρήση στό νά συζητήση μέ τήν Κυβέρνηση τά ἄλλα τρέχοντα ζητήματα;

Ἕνατον. Ἡ Ἱεραρχία πρέπει νά ἀποφασίση τί θά προτείνη στούς Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι, σέ περίπτωση πού χρειασθῆ νά λάβουν νέα Δελτία Ταυτοτήτων, δέν ἐπιθυμοῦν, γιά λόγους θρησκευτικῆς συνειδήσεως, νά παραλάβουν Δελτία Ταυτοτήτων χωρίς τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος. Εἶναι ἕνα ποιμαντικό πρόβλημα πού δέν μπορεῖ νά παραμείνη ἀναπάντητο.

Δέκατον. Ἡ Ἱεραρχία καί Συνοδικῶς καί διά μέσου τῶν κατά τόπους Ἀρχιερέων θά πρέπη νά βρῆ τρόπους νά ἀσκήση ποιμαντική καί στά μέλη της πού ὑπέγραψαν τά ἔντυπα πού ἡ ἴδια κυκλοφόρησε καί στά μέλη της πού γιά διαφόρους λόγους δέν ὑπέγραψαν καί ἀντέδρασαν ποικιλοτρόπως. Γιατί τό μεγαλύτερο ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, τό ὁποῖο ἔχουν ἀνάγκη οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς μας, εἶναι ἡ ποιμαντική διακονία πρός τούς ἐγγύς καί τούς μακράν, ἀφοῦ ὅλοι οἱ βαπτισθέντες εἶναι μέλη της, εἴτε δυνάμει εἴτε ἐνεργείᾳ.

Αὐτές εἶναι οἱ δέκα προτάσεις. Θά ἤθελα νά παρακαλέσω νά ληφθῆ συγκεκριμένη ἀπόφαση γιά κάθε μία ἀπό τίς προτάσεις αὐτές.

6. Ἀντιμετώπιση τῶν μελλοντικῶν προκλήσεων

Ζοῦμε σέ μιά ἐποχή πού δημιουργεῖ ἔντονο προβληματισμό. Ἡ ἔνταξή μας στήν Εὐρωπαϊκή Κοινότητα καί οἱ συζητήσεις πού γίνονται γιά τήν ὑπέρβαση τῶν Ἐθνικῶν Κρατῶν δημιουργοῦν μιά νέα πραγματικότητα, ἡ ὁποία θά ἔχη ἐπιπτώσεις καί στήν κοινωνική καί στήν πολιτισμική μας ζωή. Οἱ ἀποφάσεις τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης εἶναι βέβαιο ὅτι θά ἐπηρεάσουν τό δίκαιο τῆς Πατρίδος μας, καθώς ἐπίσης καί τήν κοινωνική ζωή.

Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή θά ἤθελα νά μοῦ ἐπιτραπῆ νά διατυπώσω μερικές σκέψεις γιά τό πῶς θά πρέπη νά ἀντιμετωπίζη ἡ Ἐκκλησία τά διάφορα προβλήματα πού θά ἀναφύονται στό μέλλον, παρόμοια μέ τό θέμα τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες. Καί αὐτό λέγεται γιατί ὅλος αὐτός ὁ ἀγώνας πού ἔγινε πρέπει νά μᾶς προβληματίση θετικά καί δημιουργικά, τώρα μάλιστα πού βρισκόμαστε πρός τό τέλος τῆς ὅλης προσπάθειας.

Ἡ στάση τήν ὁποία μπορεῖ νά λαμβάνη ἡ Ἐκκλησία ἀπέναντι σέ διάφορα θέματα πού ἀναφύονται εἶναι, ὅπως ἰσχυρίζεται ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἰωαννίνων κ. Θεόκλητος, ὁμολογιακή καί ποιμαντική. Δηλαδή, ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά δίδη τήν ὁμολογία τῆς πίστεως καί φυσικά νά ἐκφράζη τήν αὐτοσυνειδησία της, ἀλλά ταυτόχρονα μέ αὐτήν τήν βεβαιότητα τῆς πραγματικῆς ταυτότητός της νά καθοδηγῆ τούς πιστούς στήν πραγματική βίωση τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως.

Αὐτήν τήν ἀλήθεια σκέπτομαι πολύ τόν τελευταῖο καιρό, λαμβάνοντας ἀφορμή ἀπό ὅσα προηγήθηκαν καί ὅσα θά ἀκολουθήσουν. Βέβαια, τά ὅσα ἔγιναν καί ἐγράφησαν γιά τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες δέν ἔγιναν μέ ἀποκλειστική ὑπαιτιότητα τῶν ἐκκλησιαστικῶν παραγόντων. Εἶμαι σέ θέση νά γνωρίζω ὅτι ἡ ἁρμόδια Συνοδική Ἐπιτροπή εἶχε προετοιμασθῆ κατάλληλα, ὥστε μέ νηφαλιότητα νά ἐκφράση τήν ἄποψή της καί νά βοηθήση στήν καλύτερη ἀντιμετώπιση τοῦ θέματος. Ἀλλά, δυστυχῶς, μερικοί κυβερνητικοί παράγοντες, καί μάλιστα ὅσοι δέν συνδέονται μέ τήν λεγόμενη "βάση" τῆς συγκεκριμένης παρατάξεως, ὤθησαν τά πράγματα στήν κατεύθυνση τῆς ρήξης μέ τήν "Ἐκκλησία", χωρίς νά ὑπολογίσουν ἐπαρκῶς τίς φοβερές συνέπειες αὐτῆς τῆς πράξης.

Κατά συνέπεια, τά ἀποτελέσματα τῆς συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν κατατέθησαν στόν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας, τήν Κυβέρνηση, τόν Πρόεδρο τῆς Βουλῆς καί τούς Ἀρχηγούς τῶν Κομμάτων. Ὅμως οἱ Ἐπίσκοποι, πού εἶναι οἱ ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες, πρέπει νά ἀσχοληθοῦν σοβαρότατα μέ τό τί δέον γενέσθαι ἀπό ἐδῶ καί στό ἑξῆς. Ἐννοῶ ὅτι πρέπει νά μελετηθοῦν σοβαρά οἱ δύο διαφαινόμενες διαπιστώσεις.

Ἡ πρώτη ὅτι τό κλίμα πού ἐπικρατεῖ στόν λεγόμενο Δυτικό χῶρο εἶναι ἐκεῖνο πού διαμορφώθηκε ἀπό τόν Καλβινιστικό πουριτανισμό καί τά κηρύγματα τοῦ Διαφωτισμοῦ, σέ μερικά σημεῖα καί τοῦ Ρομαντισμοῦ. Καί τά τρία αὐτά ρεύματα διακρίνονται ἀπό τήν νοησιαρχία, τήν ἀτομοκρατία καί τόν εὐδαιμονισμό. Τόν τελευταῖο καιρό ἀναπτύσσεται καί τό ρεῦμα τῆς μετανεωτερικότητος μέ τό συγκρητιστικό της πνεῦμα. Μέσα σέ αὐτό τό κλίμα ἔχουν διαμορφωθῆ, ὅσοι ἀποτελοῦν τήν ἡγέτιδα τάξη στήν χώρα μας, σέ ὅλες τίς κομματικές παρατάξεις. Καί βεβαίως ὅλοι αὐτοί διαφέρουν ἀπό τήν παράδοση πού ὑπάρχει στόν λαό, ἄν καί εἶναι ἀλήθεια ὅτι μεγάλο τμῆμα τῆς κοινωνικῆς, οἰκογενειακῆς καί προσωπικῆς ζωῆς ἔχει ἐπηρεασθῆ ἀπό αὐτό τό δυτικό πνεῦμα.

Ἡ δεύτερη διαπίστωση εἶναι ὅτι καί ἡ νέα τάξη πραγμάτων καί τό ρεῦμα τῆς παγκοσμιοποιήσεως σέ ὅλα τά ἐπίπεδα (οἰκονομικό, οἰκολογικό, πολιτικό, πολιτιστικό) τείνει νά ἰσοπεδώση πολλές πλευρές τῆς ἐθνικῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς. Αὐτό σημαίνει ὅτι τήν ἑπόμενη πενταετία ἡ χώρα μας θά δοκιμάση μεγάλες μεταρρυθμίσεις καί ἀλλαγές, ὁποιαδήποτε Κυβέρνηση καί ἄν διευθύνη τά πράγματα. Ἡ προσπάθεια νά περάσουμε ἀπό τό Ἐθνικό Κράτος, μέ ὅ,τι αὐτό σημαίνει, στούς ὑπερεθνικούς θεσμούς ἤ στήν ἀρχή τῶν Περιφερειῶν θά ἔχη συνέπειες σέ ὅλο τόν κοινωνικό χῶρο. Ἀπόδειξη ὅτι τόν λεγόμενο χωρισμό Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, μέ διάφορες ἐκφράσεις, τόν θέλουν ἄνθρωποι ἀπό ὅλες τίς κομματικές παρατάξεις. Ἑπομένως, τήν ἑπόμενη πενταετία ἡ Ἐκκλησία θά δεχθῆ πολλές προκλήσεις.

Τό ζητούμενο εἶναι πῶς πρέπει νά ἀντιμετωπίση ἡ Ἐκκλησία ὅλες αὐτές τίς προκλήσεις, τίς ἀλλαγές. Θά ἤθελα νά ὑπογραμμίσω μερικές ἐνδεικτικές ἀπόψεις.

Δέν νομίζω ὅτι πρέπει νά ἀντιδρᾶ σπασμωδικά πρός τήν Κυβερνητική πλευρά, ἡ ὁποία εἴτε θά δέχεται πιεζόμενη τίς Κοινοτικές ὁδηγίες, εἴτε θά ἐπιδιώκη γιά εὐνοήτους λόγους νά δείχνη ὑπερβάλλοντα ζῆλο. Στήν σύγχρονη ἐποχή ἡ ἑκάστοτε ἐξουσία ἔχει ἰσχυρή δύναμη νά ἐπιβάλη ἔστω καί τήν ἐσφαλμένη θέλησή της. Μέ ἄλλα λόγια δέν πρέπει νά ἐπιδιώκεται ἡ σύγκρουση μέ τήν Πολιτεία.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι φορεύς μιᾶς δυνατῆς παράδοσης, ἡ ὁποία ὄχι μόνον ἄντεξε σέ σκληρές, σεισμικές δοκιμασίες, ἀλλά καί ἀναμόρφωσε κοινωνίες, λαούς καί ἄλλες πολιτισμικές παραδόσεις. Γιά παράδειγμα, τόν 14ο καί 15ο αἰώνα πού τό Βυζάντιο ὡς Κράτος βρισκόταν στήν δύση του, ἡ πολιτισμική του παράδοση ἔφθασε σέ ἀκμή καί φυσικά αὐτή ἡ παράδοση διεφύλαξε τό Ἔθνος-Γένος, ὅταν καταλύθηκε τό Κράτος. Γι' αὐτό ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά δώση μεγάλη σημασία σέ αὐτόν τόν πολιτισμό καί νά τόν καλλιεργήση ἀκόμη περισσότερο. Ἡ ἅλωση ἑνός λαοῦ, ὅπως ἀπέδειξε ἡ ἱστορία, δέν ἔρχεται ἀπό τήν κατάργηση τῆς ἐξουσίας, ἀλλά κυρίως ἀπό τήν ἀλλοίωση τοῦ πολιτισμοῦ του. Γι' αὐτό ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά στραφῆ σέ αὐτόν τόν πολιτισμικό πλοῦτο καί νά τόν ἀναπτύξη μέ τήν λατρευτική ζωή, μέ τήν καλλιέργεια τῶν ἐκκλησιαστικῶν τεχνῶν κ.λπ.

Μέσα στά πλαίσια αὐτά πρέπει νά δοῦν οἱ Κληρικοί καί τήν ποιμαντική τοῦ λαοῦ, πού θά γίνεται μέ ἐκκλησιαστικά κριτήρια. Ὁ λαός, ἐν πολλοῖς, εἶναι ἀποίμαντος, διέρχεται ὑπαρξιακές κρίσεις, πονάει καί ὑποφέρει. Ἡ κρατική ἐξουσία δέν μπορεῖ νά βοηθήση σέ αὐτήν τήν κατάσταση. Οἱ ποιμένες πρέπει νά δοῦν αὐτό τό πρόβλημα καί νά βοηθήσουν ἀποτελεσματικά. Καί τότε ὁ λαός θά μπορέση μέ τό ἀλάνθαστο κριτήριο, πού συνήθως διαθέτει, νά κρίνη τά πράγματα, ὁπότε αὐτός θά ἀντιδρᾶ στήν ἑκάστοτε ἐξουσία, ὅταν ἐκείνη, διακατεχόμενη ἀπό ἀλαζονεία, θά θέλη νά "ταπεινώνη" τήν Ἐκκλησία. Ὁ λαός θά ἀναδεικνύη ὡς ἄρχοντας ἐκείνους πού σέβονται τήν παράδοσή του.

Οἱ Κληρικοί, ὅλων τῶν βαθμῶν, δέν πρέπει νά αἰσθάνονται ταπεινωμένοι ἀπό τίς ἀλαζονικές ἐπεμβάσεις τῆς ἐξουσίας στά ἐκκλησιαστικά καί πολιτισμικά πράγματα, γιατί ἀπό τήν ἱστορία γνωρίζουν ὅτι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ θρίαμβος τῆς ζωῆς ἐναντίον τοῦ θανάτου, ὁ Ἅδης γεμίζει ἀπό τό φῶς τῆς Θεότητος, τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας μπορεῖ νά εἶναι, ὅπως τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ στόν Σταυρό, "κατάστικτον τοῖς μώλωψι καί πανσθενουργόν", ἀλλά καί ὁ διά τοῦ μαρτυρίου θάνατος τῶν ἁγίων εἶναι ἡ γενέθλια ἡμέρα τους.

Ὅταν ἡ Διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας θά χρειασθῆ νά ἐκφράση τήν ἄποψή της πάνω σέ θέματα κοινοῦ ἐνδιαφέροντος, καί τότε πρέπει νά τό κάνη μέσα ἀπό θεολογικές προϋποθέσεις. Ἡ Ἐκκλησία θεολογεῖ καί ὅταν ἀκόμη βρίσκεται στόν Σταυρό ἤ μᾶλλον τότε θεολογεῖ αὐθεντικότερα. Δέν πρέπει ἡ Ἐκκλησία νά ὑποκύπτη στόν πειρασμό νά κατέρχεται ἀπό τό ὕψος τοῦ Σταυροῦ γιατί "ὁ Σταυρός εἶναι ἡ καθέδρα τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας".

Καί μαζί μέ ὅλα αὐτά ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος πρέπει νά καλλιεργῆ στενούς δεσμούς μέ τίς ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ἰδιαιτέρως μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὄχι σέ ἕνα κλίμα ἐξουσίας καί ἀτομικῶν δικαιωμάτων, πού εἶναι καρπός τοῦ πνεύματος τοῦ διαφωτισμοῦ, ἀλλά σέ ἐπίπεδο ἀγάπης καί ἀληθινῆς ἐπικοινωνίας.

Γιά νά καταλήξω, θά ἤθελα νά ὑπογραμμίσω ὅτι ἡ περίπτωση τῶν ταυτοτήτων ἦταν μιά δοκιμαστική πράξη, γιά νά διαπιστωθοῦν οἱ ἀντοχές τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί γιά μᾶς τούς ἐκκλησιαστικούς ἦταν δοκιμαστική πράξη, γιά νά ἀξιολογήσουμε τήν ποιότητα τῶν ἀντιδράσεών μας, ἐάν, δηλαδή, προέρχονταν ἀπό θεολογική ἀκρίβεια ἤ ἐάν ἐξεδήλωναν τήν παθολογία μας.

Ἐν ὄψει τῶν ὅσων πρόκειται νά συμβοῦν τήν ἑπόμενη πενταετία, πρέπει νά κινητοποιηθοῦμε γιά νά ἀναδείξουμε τήν ἐκκλησιαστική καί θεολογική αὐτοσυνειδησία μας. Ἡ κρισιμότητα τῆς καταστάσεως δέν θά φανῆ στόν τρόπο ἐπεμβάσεως τῆς Πολιτείας στά κοινωνικά ἤ ἐκκλησιαστικά πράγματα, ἀλλά στόν τρόπο ἀντιδράσεως τῆς Ἐκκλησίας σέ ἐξωτερικούς πειρασμούς. Μιά Ἐκκλησία πού δέν θεολογεῖ, ἀκόμη καί σέ καιρό μαρτυρίου, δείχνει ὅτι εἶναι ἐκκοσμικευμένη, καί ἑπομένως ἀνίκανη νά βοηθήση τόν ἀγωνιῶντα καί τραυματισμένο ἄνθρωπο τῆς ἐποχῆς μας.

Μ α κ α ρ ι ώ τ α τ ε Π ρ ό ε δ ρ ε,

Σ ε β α σ μ ι ώ τ α τ ο ι Ἀ ρ χ ι ε ρ ε ῖ ς,

Εὑρισκόμενος στό τέλος τῆς εἰσηγήσεως, θά ἤθελα νά μοῦ ἐπιτρέψετε ὡς Πρόεδρος τῆς Ἐπιτροπῆς, ἡ ὁποία εἶχε τήν εὐθύνη γιά τήν ὅλη διαδικασία συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν, ἀφ' ἑνός μέν νά εὐχαριστήσω δημόσια τά ἄλλα μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς, ἤτοι τόν Σεβ. Μητροπολίτη καί Ἁλμυροῦ κ. Ἰγνάτιο, τόν Σεβ. Μητροπολίτη Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ κ. Δανιήλ, τόν Πανοσ. Ἀρχιμ. Θεολόγο Ἀποστολίδη, Ἀρχιγραμματέα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, καί τόν Γραμματέα τῆς Ἐπιτροπῆς Ἀρχιμ. Χρυσόστομο Σκλήφα, τά μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς Ἐλέγχου καί Διαφάνειας καί ὅλους ὅσοι βοήθησαν στήν ὅλη αὐτή προσπάθεια, ἀφ' ἑτέρου δέ νά ὑπογραμμίσω μερικές ἀλήθειες.

Ἡ ἀνθρωπότητα διέρχεται μιά περίοδο πολύ κρίσιμη καί ἐπικίνδυνη. Δημιουργοῦνται καί σχεδιάζονται πολλές ἀλλαγές. Ἡ λεγομένη πολυπολιτισμική κοινωνία, στήν ὁποία ἀποβλέπουν πολλοί ἄνθρωποι, φαίνεται ὅτι δοκιμάζεται σκληρά. Εἶναι γνωστά τά γεγονότα μέ τίς τρομοκρατικές ἐνέργειες πάνω σέ κτήρια πού ἀποτελοῦσαν τήν καρδιά τῆς εὐδαιμονίας τοῦ συγχρόνου κόσμου. Ὁ τρόμος πού ὑπάρχει μέσα στήν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου, προβάλλεται καί στήν κοινωνία.

Στίς σύγχρονες συνθῆκες ζωῆς ἡ κοινωνία πρέπει νά ἔχη συνοχή. Ἀλλά τό ἐρώτημα πού τίθεται εἶναι: ποιά μπορεῖ νά εἶναι ἡ συνεκτική καί συνδετική δύναμη πού θά κρατᾶ τίς κοινωνίες; Ὁ ἀνθρώπινος λόγος καί ἡ κοσμική ἐξουσία δέν μποροῦν νά συγκρατήσουν τόν ἄνθρωπο καί τίς κοινωνίες. Μποροῦν νά λύσουν ὑλικά καί βιολογικά προβλήματα, δέν μποροῦν ὅμως νά λύσουν τά βασικά προβλήματα καί τίς ἐσωτερικές ἀνησυχίες τοῦ ἀνθρώπου, οὔτε νά γεμίζουν τό ὑπαρξιακό του κενό.

Ἀπό προσωπικές πληροφορίες πού ἔχω ἀπό τήν Ἀμερική, ἡ ὁποία δέχθηκε τό μεγάλο τρομοκρατικό κτύπημα καί ταυτόχρονα τό μεγάλο σόκ, φαίνεται ὅτι οἱ ἄνθρωποι στρέφονται πρός τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία. Ὁ ἴδιος ὁ Πρόεδρος τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν ἐκάλεσε τούς ἀρχηγούς τῶν διαφόρων θρησκειῶν καί Ἐκκλησιῶν στόν Λευκό Οἶκο καί τούς παρεκάλεσε νά βοηθήσουν στήν εἰρήνη καί ἀνάπαυση τοῦ λαοῦ. Γιατί, ὅπως τό γνωρίζω, ἡ ἀμερικανική ἡγεσία δίνει μεγάλη σημασία στήν παρουσία καί τήν ποιμαντική ἐργασία τῶν Ἱερέων, ἀφοῦ αὐτοί μποροῦν νά ἀμβλύνουν τίς κοινωνικές ἀντιθέσεις καί νά διαφυλάξουν τήν κοινωνική συνοχή. Γι' αὐτό, αὐτό τόν καιρό, ὅπως μέ πληροφόρησε γνωστός μου Ἱερέας στήν Ἀστόρια, ἐκλήθησαν οἱ Ἱερεῖς νά κάνουν ὁμιλίες στά Σχολεῖα, στίς Ἐκκλησίες, στά πάρκα καί νά ἁπαλύνουν τόν πόνο καί νά διασκεδάσουν τόν φόβο τοῦ λαοῦ.

Καί σκεπτόμουν αὐτόν τόν καιρό: Οἱ δικοί μας ἄρχοντες σέ τέτοιες περιπτώσεις θά καλοῦσαν τόν Ἀρχιεπίσκοπο καί τούς Ἐπισκόπους γιά νά συνδράμουν στήν ἑνότητα τῆς κοινωνίας;

Βεβαίως, καί στόν τόπο μας ὑπάρχουν πολλά προβλήματα κοινωνικά, ὑπαρξιακά καί στά ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νά βοηθήση. Ἄλλωστε, ἄν καί εἶναι διαφορετικό τό ἔργο τῆς Πολιτείας ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἐν τούτοις καί οἱ δύο ἀσχολοῦνται μέ τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο. Καί, βεβαίως, ἡ Πολιτεία ἀντιμετωπίζει τά ὑλικά, κοινωνικά καί βιολογικά του προβλήματα, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία τά ὑπαρξιακά καί τίς πνευματικές του ἀνησυχίες καί ἀνάγκες. Γι' αὐτό καί ἡ Πολιτεία ἔχει ἀνάγκη τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί, πῶς μπορεῖ ἡ Πολιτεία μέ τούς νόμους της νά ἐμπνεύση τήν ἀγάπη τοῦ πολίτη πρός τούς ἀνθρώπους καί νά λύση τίς ὑπαρξιακές του ἀγωνίες; Πῶς μπορεῖ μέ τήν αὔξηση τοῦ κατά κεφαλήν εἰσοδήματος νά γεμίση τό ὑπαρξιακό κενό τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν βεβαιότητα τοῦ θανάτου; Ὁ θάνατος ἐκδηλώνεται παντοιοτρόπως καί ποικιλοτρόπως μέ τίς ἀρρώστιες, τήν συσσώρευση ὑλικῶν ἀγαθῶν, τίς ποικιλότροπες κοινωνικές ἀσφαλίσεις, τά συντάξιμα χρόνια κ.λπ. Στό βάθος τους καί αὐτά τά κοινωνικά συστήματα (καπιταλισμός, σοσιαλισμός, μαρξισμός) διαπνέονται ἀπό τό φαινόμενο τοῦ θανάτου. Ἐπίσης, ἡ ἰατρική ἐπιστήμη ἀγωνίζεται νά πολεμήση καί νά ὑπερνικήση τόν θάνατο χωρίς νά τό κατορθώνη. Ὅμως ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νά βοηθήση σέ αὐτόν τόν ἀγώνα, καί γι' αὐτό ἡ Πολιτεία πρέπει νά τήν θεωρῆ ὡς βοηθό καί συμπαραστάτη της στόν ἀγώνα αὐτό καί ὄχι νά ἰσχυρίζεται ὅτι δέν διαλέγεται μαζί της, γιατί δέν θέλει συνδιακυβέρνηση μέ αὐτήν!

Πέρα ἀπό αὐτό, ἡ Ἐκκλησία μέ τά Γηροκομεῖα, τά Νοσοκομεῖα, τίς Κατασκηνώσεις, τά Ἱδρύματα, τούς Συνδέσμους Ἀγάπης καί τά Φιλόπτωχα Ταμεῖα, μέ τήν ποιμαντική διακονία σέ ὅλες τίς ἡλικίες καί κατηγορίες τῶν ἀνθρώπων κ.λπ. κάνει πολύ μεγάλο ἔργο καί βοηθᾶ τήν Πολιτεία ἀκόμη καί οἰκονομικά.

Στό τέλος αὐτῆς τῆς εἰσηγήσεως θά ἤθελα νά ἀναφέρω τόν λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου πρός τόν Εὐδόκιο: "Μετά τόν πόλεμον ἡ συμμαχία· μετά τήν ζάλην ὁ κυβερνήτης καί δέον βουλεύσασθαι πρότερον, εἶτα πρᾶξαι, τήν τάξιν ἀντεστρέψαμεν· μετά τήν πρᾶξιν, βουλευόμεθα". Συνήθως προηγεῖται ἡ σκέψη καί ἀκολουθεῖ ἡ πράξη, ὅμως ἐδῶ, γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, προηγήθηκε ἡ πράξη καί ἀκολούθησε ἡ σκέψη. Γι' αὐτό τώρα πρέπει νά ἔλθη ἡ συμμαχία μετά τόν πόλεμο καί ἡ κυβέρνηση μετά τήν τρικυμία.

Αὐτός ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου ἔχει ἐφαρμογή στήν περίπτωσή μας, ὥστε νά ἐπικρατήση ἡ συμμαχία μετά τόν πόλεμο καί ἡ εἰρήνη μετά τήν μάχη, νά ἐπανέλθη ἡ ὀρθή σκέψη καί ὁ κυβερνήτης λόγος μετά τήν τρικυμία, ἔστω κι ἄν χάθηκε πολύτιμος χρόνος.

Εὔχομαι μέ ὅλη μου τήν ψυχή νά βρεθῆ τρόπος γιά νά ἐπουλωθοῦν οἱ πληγές γιά τό καλό τοῦ λαοῦ.

Προηγούμενη σελίδα