image with the sign of the Greek Church

Κεντρική Σελίδα | Ιερά Σύνοδος | Αρχιεπίσκοπος | 89,5 Radio | Ειδήσεις | Κοινωνία
Βιβλιοθήκη | Μουσείο | Multimedia | Τεχνική Βοήθεια | Σύνδεσμοι | Επικοινωνία

Ιερά Σύνοδος



ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA






ΕΙΣΗΓΗΣH


Προηγούμενη σελίδα


Συνοπτική ἐνημέρωσις ἐπί τῆς πορείας
τῶν οἰκονομικῶν τῆς Ἐκκλησίας

Ἀναπτυξιακαί προτάσεις

Τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Φιλίππων, Νεαπόλεως καί Θάσου

κ. Προκοπίου



Μακαριώτατε Ἅγιε Πρόεδρε,

Σεβασμιώτατοι Ἅγιοι Συνοδικοί,

Ἔχοντες πλήρη συναίσθησιν τῶν ἀντικειμενικῶν καί ὑποκειμενικῶν δυσχερειῶν, ἀποδυόμεθα εἰς τήν ἐκπλήρωσιν τῆς δοθείσης συνοδικῆς ἐντολῆς περί ἐνημερώσεως τοῦ Ἱεροῦ Σώματος ἐπί τῆς πορείας τῶν Οἰκονομικῶν τῆς Ἐκκλησίας, ὡς καί ἐπί τῶν ἀναπτυξιακῶν προτάσεων καί προοπτικῶν (Ἔγγραφον Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου ὑπ' ἀριθ. πρωτ. 2811/123203-8-2001). Τό ἐγχείρημα τοῦτο, δύσκολον ὡς ἐκ τῆς φύσεως, τοῦ χαρακτῆρος καί τοῦ περιεχομένου αὐτοῦ, θά προσπαθήσωμεν νά φέρωμεν εἰς πέρας μετά τῆς δεούσης εὐαισθησίας καί συνεπείας, μετά ἀπό τάς ἀκολούθους αὐτονοήτους προϋποθέσεις:

1. Εἰσαγωγικαί διευκρινίσεις

α. Ἀναγκαιότης κτήσεως περιουσίας ὑπό τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ἀπολύτως σκόπιμον νά κατανοηθῆ ὑπό πάντων, τῶν ἐντός καί τῶν ἐκτός τῆς αἰθούσης, ὅτι ἡ θεοΐδρυτος ἐν χρόνῳ καί κόσμῳ Ἐκκλησία, διωργανώθη ὄχι μόνον πνευματικῶς καί ἀοράτως "ὡς φορεύς θείων δώρων καί δυνάμεων, δι' ὧν ἡ ἀνθρωπότης διαμορφοῦται εἰς βασιλείαν τοῦ Θεοῦ", ἀλλά καί ὁρατῶς καί ἐξωτερικῶς "ὡς κοινωνία τῶν ὁμολογούντων τήν εἰς Χριστόν πίστιν... ἐν τῇ κοινωνίᾳ τῶν μυστηρίων καί ἐν τῇ ὑποταγῇ εἰς τήν Ἱεραρχίαν". (Βλ. Χρ. Ἀνδρούτσου, Δογματική τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας", Ἀθῆναι 1956). Ἡ ἐνδιαφέρουσα ἡμᾶς ἐνταῦθα δευτέρα ὄψις τῆς Ἐκκλησίας, ὡς κοινωνίας κατ' ἀνάγκην ὠργανωμένης ὑπό νομικήν μορφήν καί περιλαμβανούσης τό σύνολον φυσικῶν προσώπων, τά ὁποῖα εἶναι ἱκανά νά ἔχουν δικαιώματα καί ὑποχρεώσεις, ἀποτελεῖ εὔλογον αἰτίαν καί προσήκουσαν ἀφορμήν νά δημιουργῆ καί ἡ Ἐκκλησία νά κέκτηται ἰδίαν περιουσίαν πρός ἀντιμετώπισιν τῶν ἀπ' ἀρχῆς ἐμφανισθεισῶν ἐντός αὐτῆς ποικίλων ἀναγκῶν, ὡς ἦσαν καί εἶναι ἡ συντήρησις τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου καί τῶν ἱερῶν τόπων τῆς θείας λατρείας, ἡ περίθαλψις τῶν ἐνδεῶν, ἡ ἄσκησις τῆς φιλανθρωπίας καί ἡ θεραπεία τῶν πάσης φύσεως κοινωνικῶν ἀναγκῶν.

Τῆς ἐκκλησιαστικῆς αὐτῆς περιουσίας ὑποκείμενα δικαιωμάτων καί ὑποχρεώσεων ἀποτελοῦν τά ἐπί μέρους ἐκκλησιαστικά καθιδρύματα, ἐν οἷς πρωτίστως αἱ Ἱεραί Μοναί. Σήμερον ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, αἱ Ἱεραί Μητροπόλεις, αἱ Ἐνορίαι, αἱ Ἱεραί Μοναί καί ὡρισμένοι προσέτι Ὀργανισμοί ἀποτελοῦν, εἶναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου κατά τάς νομικάς αὐτῶν σχέσεις (Πρβλ. παράγρ. 4, ἄρθρ. 1, ν. 590/1977, περί Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος), ἔχοντα δικαιώματα κτήσεως περιουσίας. Πλέον τούτων, ἀξιομνημόνευτον εἶναι ὡσαύτως, ὅτι ἀπό τῶν πρώτων αἰώνων, ἐνωρίς ἡ Ἐκκλησία οἴκοθεν ἤχθη εἰς τήν προστασίαν καί διαφύλαξιν τῆς σχηματιζομένης ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, θεωροῦσα δέ αὐτήν ὡς πράγμα ἱερόν καί ἀνῆκον εἰς τόν Θεόν, ἐκανόνισεν τό ἀναπαλλοτρίωτον αὐτῆς εἰς τό διηνεκές (Ἀποστολικοί Κανόνες λη´, ογ´. Ἀγκύρας ιε´. Ἀντιοχείας κδ´, κε´. Καρθαγένης κστ´, λγ´. Χαλκηδόνος κδ´. Πενθέκτης μθ´ κ.ἄ.).

β. Ἀναγκαιότης διαχειριστικῆς διαφανείας. Μετά τῆς ἀναγκαιότητος τῆς κτήσεως καί τοῦ ἀναπαλλοτριώτου τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας προβάλλει σήμερον καί ἡ ἀναγκαιότης τῆς συνεχοῦς, πλήρους καί ἀντικειμενικῆς ἐνημερώσεως τῆς Ἀνωτάτης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀρχῆς, τῆς Ι.Σ.Ι., ἐπί τῆς πορείας τῆς διοικήσεως καί διαχειρίσεως τῆς πάσης φύσεως, ὡς "ἐκποιητέας" χαρακτηρισθείσης, περιουσίας, τήν ὁποίαν διεχειρίζετο ὁ Ο.Δ.Ε.Π., εἰς τήν θέσιν τοῦ ὁποίου ὑπεισῆλθεν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος (Βλ. ἐδάφ. παράγρ. 2, ἄρθρ. 3 τῆς ὡς ἄρθρου πρώτου Συμβάσεως μεταξύ τοῦ Ἑλληνικοῦ Δημοσίου καί τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τοῦ ν. 1811/1988 "...ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία καί νομιμοποιεῖται ἐνεργητικά καί παθητικά ὡς πρός τήν περιουσία αὐτή, ὑπεισερχομένη στά δικαιώματα καί ὑποχρεώσεις τοῦ καταργουμένου Ο.Δ.Ε.Π." καί ἐν συνεχεία "ἡ ἀνήκουσα κατά κυριότητα, νομή καί κατοχή στόν καταργούμενο Ο.Δ.Ε.Π. ἀκίνητη καί κινητή περιουσία περιέρχεται αὐτοδικαίως στήν κυριότητα, νομή καί κατοχή τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος"). Ἡ Δ.Ι.Σ., ὡς ἁρμόδιον Ὄργανον, ἀνέθεσεν εἰς τήν Ε.Κ.Υ.Ο. "τήν διοίκησιν, διαχείρισιν, ἀξιοποίησιν τῶν χρημάτων, τῶν χρεωγράφων καί τῆς ἐν γένει κινητῆς καί ἀκινήτου ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, ἤτοι τῆς ἀνηκούσης εἰς τόν καταργηθέντα Ο.Δ.Ε.Π. καί τῆς ἐκποιητέας μοναστηριακῆς τοιαύτης" (ἄρθρ. 1 Κανονισμοῦ ὑπ' ἀριθμ. 100/1988 περί Ε.Κ.Υ.Ο).

Ἡ δευτέρα αὐτή διευκρίνισις οὐδ' ἐπ' ἐλάχιστον παρεκκλίνει τῶν, καί ἄλλοτε διατυπωθεισῶν θέσεων, κατά τάς ὁποίας ἡ ἐνημερωτική προσπάθεια ἔχει τήν ἔννοιαν τῆς ἐξασφαλίσεως πλήρους διαφανείας ἐπί ἀποφάσεων μείζονος οἰκονομικῆς σημασίας, τῆς καθολικῆς ἐνημερώσεως τῆς κυριάρχου τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Ἀρχῆς, τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, καί τῆς ἐξασφαλίσεως δυνατότητος συμμετοχῆς πάντων εἰς τόν προβληματισμόν τῶν θεμάτων καί εἰς τήν ἐπιλογήν τῶν προσφορωτέρων λύσεων. Ἅπαντες οἱ Ἱεράρχαι, πρωταγωνιστικά πρόσωπα τῆς κεντρικῆς καί περιφερειακῆς Ἐκκλησιαστικῆς Διοικήσεως, ἔχομεν χρέος καί νά προστατεύωμεν τά πράγματα τῆς Ἐκκλησίας, καί νά ἐξασφαλίζωμεν χρηστήν διοίκησιν καί διαχείρισιν, καί νά διαφυλάττωμεν τήν ἐμπεπιστευμένην ἡμῖν ἐκκλησιαστικήν περιουσίαν, ὡς ἀφιερωμένην τῷ Θεῷ καί εὐκολύνουσαν τό ποιμαντικόν ἔργον καί τήν σωτηριώδη ἀποστολήν ἡμῶν ἐν τῷ κόσμῳ, καθιστῶντες αὐτήν ὄχι αὐτοσκοπόν, ἀλλά μέσον πρός ἐπίτευξιν ὑψηλῶν κοινωνικῶν σκοπῶν καί στόχων πνευματικῶν [Βλ. ἡμετέραν εἰσήγησιν "Ἐνημερωτική Ἔκθεσις ἐπί τῆς πορείας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κεντρικῆς Ὑπηρεσίας Οἰκονομικῶν (Ε.Κ.Υ.Ο.)" ἐν "Ἡ τακτική σύγκλησις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος" (Ἀθῆναι, 5-14 Ὀκτωβρίου 1999). Εἰσηγήσεις καί Ἀνακοινωθέντα, Ἀθῆναι 1999, σελ. 320].

γ. Ἀδιάπτωτος προσπάθεια. Ἡ τρίτη διευκρίνισις ἀναφέρεται εἰς τήν ὑφισταμένην στενοτάτην σχέσιν καί συνάφειαν, ἀλλά καί τήν κατ' ἀνάγκην συνέχεια, τῆς παρούσης εἰσηγήσεως μετά τῆς Εἰσηγήσεως ἡμῶν τῆς γενομένης ἐνώπιον τῆς κατ' Ὀκτώβριον (5-14) τοῦ ἔτους 1999 πραγματοποιηθείσης τακτικῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, ὑπό τόν τίτλον "Ἐνημερωτική Ἔκθεσις ἐπί τῆς πορείας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κεντρικῆς Ὑπηρεσίας τῶν Οἰκονομικῶν (Ε.Κ.Υ.Ο.)". Καί συνέβη μέν νά μήν ἀναγνωσθῆ καί συζητηθῆ ἐκ λόγων συγκυρίας καί πιέσεων ἀπό τήν πορείαν τῶν ἐργασιῶν, ὅμως ἐδημοσιεύθη εἰς τόν ἀπό τοῦ ἔτους ἐκείνου ἐκδοθέντα ὑπ' ἀριθμ. 2 τόμον Πρακτικῶν (σελ. 319-355. Βλ. καί προηγουμένην σημείωσιν). Τό γεγονός τοῦτο ἐπιτρέπει εἰς πάντα καλοπροαίρετον μελετητήν νά παρακολουθῆ τάς ἀνυστάκτως καταβαλλομένας προσπαθείας διά τήν προκοπήν τοῦ ἔργου, ὅπως καί εἰς ἅπαντας τούς ἀπροκαταλήπτους κριτάς τῶν ἐπιτευγμάτων νά γνωρίζουν λεπτομερῶς τάς διαδικασίας. Ταυτοχρόνως ἀποστομώνει τούς ἐλαχίστους, εὐτυχῶς, ἐπικριτάς, τούς ἀναμηρυκάζοντας ἀσυστόλως ἀναληθεῖς ἀπόψεις καί θέσεις ἀνερείστους, διά νά μένουν αὐτοί ἐκτεθειμένοι ἐμπρός εἰς τήν ἀλήθειαν καί τά γεγονότα.

Ἐν τῷ μεταξύ, μετά τόν Ὀκτώβριον τοῦ 1999, ἀνεπηρέαστοι ἀπό τά ὅσα οἱ προκαταληψίαι ἐξυφαίνουν, οἱ ἀναλαβόντες, μετά ἀπό συνοδικήν ἐντολήν, τήν εὐθύνην τῆς διοικήσεως καί διαχειρίσεως τῆς "ἐκποιητέας" μοναστηριακῆς περιουσίας πορεύονται ἀμετακινήτως εἰς τήν "στενήν καί τεθλιμμένην ὁδόν" τοῦ χρέους, μέ ἀπόλυτον σεβασμόν πρός τήν κανονικήν παράδοσιν, τήν πιστήν τήρησιν τῶν διατάξεων τῶν νόμων καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν κανονισμῶν καί τῶν ἀποφάσεων τῶν Συνοδικῶν Ὀργάνων.


2. Σύγχρονα κανονιστικά πλαίσια τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομικῆς δράσεως.

Ἡ πρώτη 10ετία (1988-1997) μετά τήν κατάργηση τοῦ Ο.Δ.Ε.Π συνεσώρευσεν, ὅπως ὅλοι γνωρίζωμεν καλῶς, δυσαρέστους ἐμπειρίας καί ἀρνητικάς καταστάσεις, αἱ ὁποῖαι ἐδημιούργησαν ἀνησυχίας καί ἐβάρυναν τήν ἀτμόσφαιραν, χωρίς μέχρι σήμερον ἡ εὐτεπαγγέλτως ἐπιληφθεῖσα τῶν ἀναδειχθεισῶν ὑποθέσεων δικαιοσύνη τῆς Πολιτείας νά ἐκφέρη τήν κρίσιν καί ἀπόφασιν αὐτῆς, ἀποκαθιστῶσα, ὅπου τοῦτο εἶναι ἀπαραίτητον, τήν σαλευθεῖσαν ἠθικήν καί ἔννομον τάξιν.

Τόν Αὔγουστον τοῦ 1997, ἤλλαξεν ἡ Διοικοῦσα Ἐπιτροπή τῆς τότε Οἰκονομικῆς Ὑπηρεσίας καί ἐπεδιώχθη ἡ ὑπό τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς περιόδου 1996-1997 ἡ σύνταξις νέου Κανονισμοῦ εἰς ἀντικατάστασιν τῶν πρότερον ἰσχυόντων ὑπ' ἀριθμ. 49/1990 καί 52/1990 Κανονισμῶν. Ἀλλ' ἐνῶ ἐψηφίσθη καί ἐδημοσιεύθη εἰς τήν Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως, τεθείς ὑπό τήν κρίσιν τῆς Ι.Σ.Ι. τοῦ Ἰουλίου 1997, χωρίς βάσανον καί ὑπό τήν ἐπήρειαν σκοπιμοτήτων, κατεψηφίσθη ὑπό τῆς πλειονοψηφίας, διά νά ἐξαναγκασθῆ ἡ Δ.Ι.Σ. πρός κάλυψιν τοῦ διοικητικοῦ κενοῦ νά ψηφίση καί δημοσιεύση τόν ὑπ' ἀριθμόν 99/1997 (Βλ. Πλείονα περί τούτων καί τῶν ἑπομένων θεμάτων, Νικοδήμου, Μητροπολίτου Πατρῶν, Περί τοῦ Κανονισμοῦ τῆς Οἰκονομικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, εἰς τό: Ἡ τακτική σύγκλησις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (Ἀθῆναι, 6-10 Ὀκτωβρίου 1998), Εἰσηγήσεις καί Ἀνακοινωθέντα, Ἀθῆναι 1992, σελ. 162-167), ὁ ὁποῖος ἐπανέφερεν τό προηγούμενον διοικητικόν καθεστώς καί ἐπετράτη οὕτως ἡ ἑνέσει ἐκπόνησις τοῦ νέου Κανονισμοῦ.

α. Κανονισμός ὑπ' ἀριθμ. 100/1998, περί συστάσεως Ἐκκλησιαστικῆς Κεντρικῆς Ὑπηρεσίας Οἰκονομικῶν (Ε.Κ.Υ.Ο.). Περί τῶν ἀρχῶν καί τοῦ περιεχομένου τούτου, ὡς καί εἰς τάς ἐμπειρίας καί τά ἐπιτεύγματα ἐκ τῆς ἐφαρμογῆς κατά τό πρῶτον ἔτος (Νοέμβριος 1998 - Ὀκτώβριος 1999) διελάβομεν λεπτομερῶς εἰς τήν παραπλησίου περιεχομένου ἡμετέραν εἰσήγησιν εἰς τήν Ι.Σ.Ι. τοῦ Ὀκτωβρίου 1999. (Βλ. ἔν. ἀν., σελ. 320-323, πρβλ. Νικοδήμου, Μητρ. Πατρῶν, ἔνθ. ἀν., 162 ἑξ.).

Ἐπαναλαμβάνοντες, ὅτι ὁ ἰσχύων ὑπ' ἀριθμ. 100/1998 περί συστάσεως Ε.Κ.Υ.Ο., ὑποβληθείς ἐν σχεδίω εἰς τήν Ι.Σ.Ι., ἐμελετήθη, διωρθώθη εἰς πολλά καί οὐσιώδους σημασίας σημεῖα καί ἐψηφίσθη ὑπ' αὐτῆς (Συνεδρία τῆς 13ης Ὀκτωβρίου 1998) δημοσιευθείς κατά τά κεκανονισμένα (Φ.Ε.Κ. 261/Α/20-11-1998 καί "ΕΚΚΛΗΣΙΑ", τ. 19/15-11-1998), διαβεβαιοῦμεν τά τίμια Μέλη τῆς σεπτῆς Ι.Σ.Ι., ὅτι μετά σχολαστικότητος πολλάκις καί ἀκριβείας πάντοτε κινούμεθα ἐντός τῶν πλαισίων τοῦ βασικοῦ Κανονισμοῦ, ἵνα ἐπιτυχῶς ἡ Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. καί ἡ ὑπ' αὐτήν Ὑπηρεσία ἐκπληρώσουν τήν ἀποστολήν καί ἀνταποκριθοῦν πλήρως εἰς τάς προσδοκίας τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας, ὡς πρός "τήν διοίκησιν, διαχείρισιν, ἀξιοποίησιν τῶν χρημάτων, τῶν χρεωγράφων καί τῆς ἐν γένει κινητῆς καί ἀκινήτου ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, ἤτοι τῆς ἀνηκούσης εἰς τόν καταργηθέντα Ο.Δ.Ε.Π. καί τῆς ἐκποιητέας μοναστηριακῆς ταύτης" (ἄρθρ. 1, Κανονισμοῦ ὑπ' ἀριθμ. 100/1998) .

Κατά τήν διαρρεύσασαν τριετίαν ἐπεσημάνθησαν διατάξεις χρήζουσαι παρεμβατικῶν διορθώσεων, πλήν τοῦτο οὐδόλως σημαίνει, ὅτι δυσχεραίνεται τό ἔργον. Προσωπικῶς, ὑποστηρίζομεν ἀμετακινήτως τήν ἄποψιν, ὅτι δέν εἶναι τά κανονιστικά κείμενα ἐκεῖνα, τά ὁποῖα ἀπογεννοῦν ἐμπνεύσεις καί δημιουργίαν. Ὁ ζῆλος, ἡ διάθεσις, ἡ ἀνιδιοτέλεια καί ἡ εὐαισθησία ἀποτελοῦν, κατά πρώτιστον λόγον, τάς προωθητικάς ἠθικάς δυνάμεις διά τήν ἐπιτυχίαν τῆς ἐκκλησιαστικῆς καί οἰκονομικῆς δράσεως.

β. Κανονισμός ὑπ' ἀριθμ. 125/1999, περί ἐσωτερικῆς διαρθρώσεως, λειτουργίας καί συστάσεως θέσεων προσωπικοῦ τῆς ἐκκλησιαστικῆς Κεντρικῆς Ὑπηρεσίας Οἰκονομικῶν (Ε.Κ.Υ.Ο.). Καί περί τούτου ἱκανά διελάβομεν εἰς τήν ἡμετέραν Εἰσήγησιν τοῦ 1999 (ἔνθ. ἀν., σελ. 323-325), ἑστιάσαντες μάλιστα τήν προσοχήν ἁπάντων εἰς τό κεφάλαιον περί τῆς Τεχνικῆς Ὑπηρεσίας. Ὅμως, ἐσπεύσαμεν τότε, ἐνῶ τό Σχέδιον τοῦ Κανονισμοῦ τούτου, ὡς καί τό ὑπό τῆς διά Πράξεως τοῦ Μακ. Ἀρχιεπισκόπου ὁρισθείσης εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς Συντάξεως τοῦ Κεφαλαίου περί τῆς λειτουργίας τῆς Τεχνικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ε.Κ.Υ.Ο., εἶχον μελετηθῆ καί διαμορφωθῆ εἰς ἑνιαῖον Σχέδιον Ἐσωτερικοῦ Κανονισμοῦ καί εἶχον σταλεῖ εἰς τήν Δ.Ι.Σ. πρός τελικήν ἔγκρισιν καί, κατά τά κρατοῦντα δημοσίευσιν, ἐσπεύσαμεν νά συνθέσωμεν καί νά δημοσιοποιήσωμεν πίνακα τῶν κατά κατηγορίαν καί τμήματα ὑπαλληλικῶν θέσεων, βασιζόμενοι ἐπί τοῦ ὑπό τῆς Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. σταλέντος εἰς τήν Δ.Ι.Σ. σχεδίου τοῦ Ἐσωτερικοῦ τούτου Κανονισμοῦ (Βλ. ἡμετέραν Εἰσήγησιν ἔνθ. ἀν., σελ. 327). Δέν εἴχομεν τότε λάβη γνῶσιν τοῦ τελικοῦ κειμένου καί τῶν συνιστομένων δι' αὐτοῦ θέσεων τοῦ Κανονισμοῦ ὁ ὁποῖος ἐστάλη πρός δημοσίευσιν ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. Ἐκ τῶν πραγμάτων, λοιπόν, ὑποχρεούμεθα τώρα νά διωρθώσομεν τόν πίνακα ἐπί τῇ βάσει τῶν δεδομένων τοῦ Κανονισμοῦ 125/1999, (Φ.Ε.Κ. 235/Α/8-11-1999), πού ἐφαρμόζεται.

γ. Κανονισμός ὑπ' ἀριθμ. 116/1999 περί τακτικῆς καί ἐκτάκτου οἰκονομικῆς ἐνισχύσεως ἱερῶν Μητροπόλεων καί ἱερῶν Μονῶν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (Φ.Ε.Κ. 23/Α/11-2-1999). Τάς πρός τάς ἱεράς Μονάς σχέσεις τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. τῆς διοικούσης καί διαχειριζομένης τήν ὡς "ἐκποιητέαν" χαρακτηρισθεῖσαν μοναστηριακήν περιουσίαν, ἐπηρεάζει ἀμφιδρομικῶς ἡ δυνατότης καί τό μέγεθος τῆς ὑπ' αὐτῆς ἐνισχύσεως τῶν οἰκονομικῶς ἀσθενεστέρων ἱερῶν Μητροπόλεων καί τῶν ὑπ' αὐτάς ἱερῶν Μονῶν. Ἡ κατά τό παρελθόν ἀκολουθουμένη διά τάς οἰκονομικάς ἐνισχύσεις πρακτική ἐπέτρεπε εἰς ὡρισμένους μέν νά ἐπινοοῦν ποικίλους παρατύπους τρόπους καί νά νοσφίζωνται τά χρήματα τῆς Ἐκκλησίας, εἰς ἄλλους δέ νά ἐπωφελῶνται προνομιακῶς, ἐν ἀντιθέσει μέ πολλούς ἄλλους, οἱ ὁποῖοι προκλητικῶς ἠγνοοῦντο καί ἠδικοῦντο.

Τήν στερουμένην παγίας διαδικασίας καί σταθερᾶς καί διαφανοῦς ἱκανοποιήσεως αἰτημάτων περί ἐνισχύσεως ἀπό τήν Οἰκονομικήν Ὑπηρεσίαν Ἐκκλησιαστικῶν Καθιδρυμάτων, ἦλθεν νά θεραπεύση μέ αὐστηράς - εἶναι ἀληθές - ἀλλά σαφεῖς καί δι' ὅλους ἰσχυούσας διατάξεις ὁ ἐν λόγω 116/1999 Κανονισμός (Πλείονα περί τῆς καταρτίσεως, ἐπεξεργασίας καί ψηφίσεως, ὅπως καί περί τοῦ περιεχομένου τοῦ Κανονισμοῦ τούτου βλ. ἡμετέραν Εἰσήγησιν, ἔνθ. ἀν., σελ. 343-346) . Εἰς ἑπομένην παράγραφον θά ἀναφερθῶμεν ὄχι μόνον εἰς τάς περί οἰκονομικῆς ἐνισχύσεως διατάξεις, ἀλλά καί εἰς ἄλλας συναφεῖς ἀναφερομένας εἰς αἰτήματα δωρεᾶς, παραχωρήσεως, συνεκμεταλλεύσεως κ.ἄ. ἐκκλησιαστικῶν ἀκινήτων.

δ. Κανονισμός ὑπ' ἀριθμ. 147/2001, περί συστάσεως καί λειτουργίας νομικῆς Ὑπηρεσίας παρά τῇ Ἐκκλησίᾳ τῆς Ἑλλάδος (Φ.Ε.Κ. 66/Α/6-4-2001) καί "ἘΚΚΛΗΣΙΑ", τ. 4/ Ἀπρίλιος 2001). Ὅταν ὁρίζεται ὅτι τῆς εἰς τήν Διαρκῆ Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας της Ἑλλάδος ὑπαγομένης Νομικῆς Ὑπηρεσίας "ἀποστολή εἶναι ἡ νομική ἐξυπηρέτησις καί ὑποστήριξις ὡς καί ἡ παροχή πάσης φύσεως νομικῶν καί δικηγορικῶν ὑπηρεσιῶν εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος καί εἰς ἐκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα, μέ σκοπόν τήν διασφάλισιν τῶν ἐννόμων συμφερόντων αὐτῶν εἰς τάς πάσης φύσεως δραστηριότητας καί συναλλαγάς των" (παράγρ. 1 καί 2, ἄρθρον 1 τοῦ Κ. ὑπ' ἀριθμ. 147/2001) εὐκόλως γίνεται ἀντιληπτή ἡ ἄμεσος σχέσις καί συνάφεια τῆς Νομικῆς Ὑπηρεσίας μετά τῆς Οἰκονομικῆς. Βεβαίως εἶχεν ὁρισθῆ ἡ ἔνταξις τῶν Δικηγόρων τῶν ἐκκλησιαστικῶν Κεντρικῶν Ὀργανισμῶν καί μάλιστα οἱ δικηγόροι τοῦ πρώην Ο.Δ.Ε.Π. εἰς τήν Νομικήν Ὑπηρεσίαν, ἀλλ' εἰς τήν συνέχειαν ἡ ρύθμισις αὕτη ἐγκατελείφθη (Πρβλ. παράγρ. 3 ἄρθρου 8 τοῦ Κανονισμοῦ 117/1999 - Φ.Ε.Κ. 23/Α/11-2-1999 καθ' ἥν "Οἱ κατά τήν δημοσίευσιν τοῦ παρόντος προσφέροντες τάς ὑπηρεσίας των εἰς τήν Ἱεράν Σύνοδον Δικηγόροι τοῦ πρώην ΟΔΕΠ ἐντάσσονται εἰς συσταθησομένας θέσεις Δικηγόρων ἐπί σχέσει ἐμμίσθου ἐντολῆς, κατά τήν διαδικασίαν τῆς παραγράφου 4 τοῦ παρόντος ἄρθρου. Αἱ θέσεις αὗται καθορίζονται διά τοῦ Κανονισμοῦ Ἐσωτερικῆς λειτουργίας τῆς Ὑπηρεσίας ταύτης". Ἀλλ' ὁ Κανονισμός οὗτος κατηργήθη εἰς τό σύνολόν του διά τῆς παραγρ. 4 τοῦ ἄρθρου 9 τοῦ Κ. 14702001). Ὅμως, ὅπως καί ἄν θεωρήση κανείς τό θέμα ἡ διάρθρωσις τῆς Νομικῆς Ὑπηρεσίας ἐν τοῖς ἐπί μέρους ὡς α) Διοικοῦσα Ἐπιτροπή, β) Νομικόν Συμβούλιον καί γ) Νομικόν Γραφεῖον μόνον εὐεργετικῶς θά λειτουργῆ τιθεμένη εἰς τήν διάθεσιν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί ἁπάντων τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Νομικῶν Προσώπων.


3. Πρόσληψις Ὑπαλλήλων εἰς τήν Ε.Κ.Υ.Ο.

Σαφές καί ἀγωνιῶδες προβάλλει τό συνεχές μέλημα τῶν διοικητικῶν ὑπευθύνων τῆς ἀναδιωργανωμένης οἰκονομικῆς ἐκκλησιαστικῆς Ὑπηρεσίας (Δ.Ι.Σ. - Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. - Διεύθυνσις) νά ἐπανδρωθῆ καί νά στελεχωθῆ δι' ἱκανῶν καί ἀξίων στελεχῶν καί ὑπαλληλων, ἵνα εὐρύθμως καί ἀποτελεσματικῶς διεξάγη τό ἔργον τῆς διοικήσεως, διαχειρίσεως καί ἀξιοποιήσεως τῆς κινητῆς καί ἀκινήτου ἐκκλησιαστικῆς "ἐκποιητέας" περιουσίας.

Κατ' ἀρχή τῆς 7μελοῦς Διοικούσης Ἐπιτροπῆς, τῆς διορισθείσης διά τῆς ἀπό 2-12-1998 ἀποφάσεως τῆς Δ.Ι.Σ. (ἔγγραφον ὑπ' ἀριθμ. πρωτ. 5182/2-12-1998), ἤ λήγει ἡ τριετής θητεία κατά τάς ἀρχάς τοῦ προσεχοῦς μηνός Δεκεμβρίου (ἄρθρα 4 καί 5 Κανονισμοῦ 100/1998), ἐνῶ τοῦ Διευθυντοῦ, τοῦ διορισθέντος ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. (Συνεδρία τῆς 7-5-1999 ἔγγραφον Δ.Ι.Σ. ὑπ' ἀριθμ. πρωτ. 2892/1166/25-5-1999) ἡ 3ετής θητεία, ὡσαύτως, περί τά τέλη τοῦ μηνός Μαΐου προσεχοῦς ἔτους 2002 (ἄρθρ. 9, Κ. 100/1998).

Τό πάσης κατηγορίας προσωπικόν, τό ὁποῖον ὑπηρέτει πρό τῆς ἰσχῦος τοῦ Κανονισμοῦ 100/1998, κατέληξεν νά εἶναι ἐλλιπέστατον, πλήν ἡ συμπλήρωσις αὐτοῦ προϋπέθετε τήν ψήφισιν τοῦ Ἐσωτερικοῦ Κανονισμοῦ τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. Ὅταν οὗτος ἐδημοσιεύθη, ὡς Κανονισμός ὑπ' ἀριθμ. 125/1999 περί τῆς ἐσωτερικῆς διαρθρώσεως, λειτουργίας καί συστάσεως θέσεων προσωπικοῦ τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. (Περί τούτου βλ. ἐν τοῖς προηγουμένοις παραγρ. 2, β´ καί ἡμετέραν εἰσήγησιν, ἔνθ. ἄν., σελ. 323,325), ἤνοιξεν ἡ ὁδός προσλήψεως νέων στελεχῶν καί ὑπαλλήλων, ἀφοῦ πρῶτον ἐκρίθησαν, ὡς διατηρητέοι, καί ἀκολούθως ἐνετάχθησαν εἰς ὀργανικάς θέσεις ὑπό εἰδικῶς συσταθείσης Ἐπιτροπῆς (ἀπόφασις Δ.Ι.Σ. - τῆς 9-6-1999 - ἔγγραφον 3168/1394/16-6-1999).

Ὁ προβληματισμός τῶν ἐπιφορτισμένων μέ τά θέματα τοῦ προσωπικοῦ Ὀργάνων, ὡς πρός τόν συνολικόν ἀριθμόν τῶν προβλεπομένων θέσεων καί τά συνακόλουθα αὐτῶν βάρη καί χρηματικάς δαπάντας, δέν ἦτο ἁπλοῦς καί ἀσήμαντος, ὅταν μάλιστα ἡ ἀνάμνησις τῆς ἐπαπειληθείσης χρεωκοπίας τοῦ Ο.Δ.Ε.Π., ἐξ αἰτίας τῶν δαπανῶν τῆς μισθοδοσίας τῶν ὑπαλλήλων του, διατηρεῖται ζωηρά μέχρι σήμερον. Διά τοῦτο καί ἀναζητεῖται πάντοτε ἡ μέση ὁδός, τό μέτρον καί ἡ ἐναρμόνισις τῆς παραγωγικόητος μετά τῆς οἰκονομικῆς δυνατότητος καί τῆς ἀποφυγῆς ἀλογίστων δαπανῶν διά τήν μισθοδοσίαν τοῦ προσωπικοῦ καί βεβαίως ὑπό τήν προϋπόθεσιν ἀναζητήσεως τῶν ἱκανοτέρων μέσω ἀντικειμενικῶν διά διαγωνισμοῦ διαδικασιῶν.

Διά σειρᾶς εἰσηγήσεων, συζητήσεων καί ἀποφάσεων τῆς Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. (Δ/6/7-3-2000 Ζ/16/18-4-2000) ἐρρυθμίζοντο πάντα τά θέματα τά ἀφορῶντα εἰς τήν πρόσληψιν νέου προσωπικοῦ στελεχώσεως τῆς Ὑπηρεσίας, ἐνῶ ἡ πρός τοῦτο ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. διορισθεῖσα καί ἐξουσιοδοτηθεῖσα (ἔγγραφον Δ.Ι.Σ. ὑπ' ἀριθμ. πρωτ. 5027/2065/27-9-1999 καί 5525/2372/5-11-1999) τετραμελής Ἐπιτροπή Διαγωνισμοῦ παρηκολούθει τάς τῶν ὑπηρεσιακῶν παραγόντων συναφεῖς πρωτοβουλίας διά τήν ὁλοκλήρωσιν τῆς γραπτῆς ἐξετάσεως τῶν ὑποψηφίων ὑπαλλήλων. Μετά δέ τήν ὑπό τῆς Ἐπιτροπῆς προφορικήν ἐξέτασιν - συνέντευξιν ἁπάντων τῶν ὑποψηφίων διά τάς ὑπαλληλικάς θέσεις τοῦ τε ἐπιστημονικοῦ (οἰκονομολόγοι, πολιτικοί μηχανικοί, ἀρχιτέκτονες, τοπογράφοι, ἠλεκτρολόγοι καί μηχανολόγοι) καί διοικητικοῦ - γραμματειακοῦ προσωπικοῦ συνέταξεν Πρακτικόν τῶν συμμετασχόντων εἰς τόν διαγωνισμόν κατά σειράν ἐπιτυχίας εἰς δύο Πίνακας, οἱ ὁποῖοι σταλέντες εἰς τήν Δ.Ι.Σ. (ἔγγραφον Ε.Κ.Υ.Ο. ὑπ' ἀριθμ. πρωτ. 2383/482/7-9-2000) καί ἐγκριθέντες ὑπ' αὐτῆς (ἔγγραφον Δ.Ι.Σ. ὑπ' ἀριθμ. πρωτ. 3921/1857/11-9-2000) ἡ Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. (κατά τήν Συνεδρίαν αὐτῆς ΙΓ´/3/10-10-2000) προσέλαβεν δέκα καί τρεῖς (13) Ἐπιστήμονας, (ἤτοι κατά εἰδικότητα 4 Οἰκονομολόγοι, 3 Πολιτικοί Μηχανικοί, 2 Ἀρχιτέκτονες, 2 Τοπογράφοι, 1 Ἠλεκτρολόγος καί 1 Μηχανολόγος) καί ἕξ (6) διοικητικούς ὑπαλλήλους, πάντας ἐπί διετῆ δοκιμαστικῆ θητεία διά τάς ἀντιστοίχους πρός τά προσόντα αὐτῶν θέσεις τοῦ Κανονισμοῦ 125/1999.

Ἐκ τῶν πραγμάτων διαπιστοῦται, ὅτι μετά διακρίσεως καί περισκέψεως ἐπεδιώχθη ἡ πρόσληψις τοῦ ἀναγκαιοῦντος προσωπικοῦ ἀπό τήν Δ.Ι.Σ. μετά ἀπό πρότασιν τῆς Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. μέ, αὐτονόητα κριτήρια τήν εὔρρυθμον λειτουργίαν, τήν παραγωγικότητα καί τήν οἰκονομίαν ἤ τήν ἀποφυγήν ἀλογίστων δαπανῶν διά μισθοδοσία. Ὅτι αἱ διοικητικαί θέσεις, ἀλλά καί ἐκεῖναι τῶν εἰδικῶν ἐπιστημόνων εἶναι σκόπιμον καί ἐπωφελές νά καλυφθοῦν ἀπό καταλλήλους Κληρικούς δέν χρειάζεται νά ὑποστηριχθῆ διά πολλῶν.


4. Τό Ὀργανόγραμμα τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. - Τμήματα καί δράσεις

Ἡ ἐκτίμησις τῆς πορείας τῶν οἰκονομικῶν τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ σύνθεσις τῆς σημερινῆς εἰκόνος αὐτῶν δέν εἶναι ἄσχετα πρός τήν ὀργάνωσιν τῆς Ὑπηρεσίας κατά Τμήματα καί Γραφεῖα καί τό εἰς αὐτά προσιδιάζον καί ἐπιτελούμενον ἔργον. Ἡ σύνθεσις μάλιστα τοῦ στελεχιακοῦ δυναμικοῦ του μεθ' οἱανδήποτε σχέσιν ἐργασίας ὑπηρετοῦντος, ὡς καί τῶν ἐθελοντῶν ὑπόσχονται τήν ἐντατικοποίησιν τῆς παραγωγικότητος καί τήν ἀποτελεσματικότητα τῶν περαιτέρω ἀναπτυξιακῶν στόχων καί προοπτικῶν.

Κατακολουθοῦντες τό σχηματικόν Ὀργανόγραμμα τῆς Ὑπηρεσίας καί στηριζόμενοι ἐπί τῶν ὑπό τῶν Τμηματαρχῶν παραδοθεισῶν ἐκθέσεων πεπραγμένων ἀπό τοῦ Ὀκτωβρίου 1999 ἕως σήμερον, περιληπτικῶς καί ἐνδεικτικῶς ἀναφέρομεν τά ἀκόλουθα:

α.Τμῆμα Διοικήσεως: Αἱ ἑνδεκαμήνου διαρκείας διαδικασίαι τοῦ διαγωνισμοῦ προσλήψεως νέου ὑπαλληλικοῦ προσωπικοῦ, ἡ εὐθέτησις τῶν φακέλλων καί ἡ ἔνταξις αὐτῶν εἰς τά Γραφεῖα τῆς Ὑπηρεσίας ὑπῆρξαν θέματα πρώτης ἐπιλογῆς καί ἀμέσου ἐνδιαφέροντος τοῦ Τμήματος χωρίς νά παραβλέπωνται δραστηριότητες, σχέσιν ἔχουσαι μέ τόν ἐξοπλισμόν καί τάς προμηθείας, ὅπως οἱ νόμοι καί οἱ ἐκκλησιαστκοί Κανονισμοί ὁρίζουν. Παραλλήλως, ἡ ἐσωτερική ἀναδιοργάνωσις τοῦ Τμήματος καί ἡ ἐπίλυσις ποικίλων προβλημάτων καί τρεχουσῶν ὑποθέσεων ἀντιμετωπίσθησαν ἐπιτυχῶς, μέ προέχουσαν τήν μέριμναν, ἀφ' ἑνός μέν διά τήν ἐκκαθάρισιν τοῦ Ἀρχείου τοῦ Ο.Δ.Ε.Π., τῆς Οἰκονομικῆς Ὑπηρεσίας καί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κεντρικῆς Ὑπηρεσίας Οἰκονομικῶν, ἀφ' ἑτέρου διά τήν μεταφοράν καί ταξινόμησιν τοῦ Ἀρχείου εἰς τόν ἀνακαινισθέντα ἡμιόροφον τοῦ ἐπί τῆς ὁδοῦ Κορνάρου 4 ἐν Ἀθήναις ἐκκλησιαστικοῦ ἀκινήτου.

β. Τμῆμα Ἀξιοποιήσεως Περιουσίας καί Κτηματολογίου. Εἰς τό θεμελιώδους σημασίας καί εὐρυτάτης ἐκτάσεως, ὡς πρός τάς ἁρμοδιότητας, Τμῆμα τοῦτο ὑπάγονται γραφεῖα καί ἀντίστοιχοι δραστηριότητες, ὡς εἶναι i. ἡ Τεχνική Ὑπηρεσία (μέ τά ἐπί μέρους Γραφεῖα Ναοδομίας - Τοπογραφίας - Συντηρήσεως Οἰκοδομῶν καί Κειμηλίων (Παράγρ. 1, ἄρθρ. 13 τοῦ 100/1998 Κανονισμοῦ καί παράγρ. 1,2 ἄρθρ. 7 τοῦ 125/1999 Κανονισμοῦ) καί τά Γραφεῖα ii. Ἀξιοποιήσεως Ἀκινήτων καί Κτηματολογίου, iii. Ἐκμεταλλεύσεως Ἀκινήτων καί vi. Ἀξιοποιήσεως διαθεσίμων καί χρεογράφων (αὐτόθι ἄρθρα 13 καί 7 ἀντιστοίχως Κανονισμῶν).

i. Ἡ Τεχνική Ὑπηρεσία διά τῶν προμνημονευθέντων Γραφείων της καταβάλλει προσπαθείας ν' ἀνταποκριθῆ εἰς τήν εὐρυτάτην ἀποστολήν της, καθ' ἥν, ἐν συνεργασία μετά τῶν ἄλλων Γραφείων τοῦ Τμήματος, καλεῖται νά στηρίξη τήν Ἀξιοποίησιν τῆς εἰς τήν Δ.Ι.Σ. περιελθούσης "διατηρητέας" μοναστηριακῆς περιουσίας, ὡς καί ἐκείνης τοῦ καταργηθέντος Ο.Δ.Ε.Π. Ἐν πρώτοις τά ἐκκλησιαστικά ἀστικά ἀκίνητα, ὄντα μισθωμένα ἐν Ἀθήναις καί Θεσσαλονίκη, ἔχουν ἀνάγκην ἐπισκευῶν καί περιοδικῆς συντηρήσεως λόγω παλαιότητος, διά διαδικασιῶν χρονοβόρων. Ἐξ ἄλλου, χρεωστοῦσα νά καταρτίζη προτάσεις προγραμμάτων, μελετῶν καί ἔργων, νά συντάσση μελέτας ἤ νά γνωμοδοτῆ περί τῆς ἐπιλογῆς καί ἀναθέσεως καί ἐκπονήσεως αὐτῶν εἰς καί ἀπό καταλλήλους ἰδιώτας μελετητάς καί, τέλος, νά γνωμοδοτῆ περί τοῦ συστήματος δημοπρατήσεως τῶν ἀνωτέρω ἔργων, νά προκηρύσση τάς δημοπρασίας, νά εἰσηγῆται περί τοῦ ἀποτελέσματος αὐτῶν, νά συμπράττη εἰς τήν κατάρτισν τῶν ἐργολαβικῶν συμβάσεων κ.λπ. (πρβλ. Ἄρθρον 7,1, β.γ.δ. Κανονισμοῦ 125/1999) εὑρίσκεται ὑποχρεωτικῶς εἰς τήν πρός τόν εὐρύτατον τοῦτον σκοπόν ὁδόν. Ὅταν δέ διά τῆς ἐπελεύσεως τοῦ ἐπιθυμητοῦ ἀποτελέσματος ἐκ τῆς ἐργώδους προσπαθείας τοῦ Γραφείου Τοπογραφίας εἰς τά ἐναπομείναντα ἐκκλησιαστικά ἀκίνητα (Σαμακιᾶς Πατρῶν - Μέσης Ἁγιᾶς Πατρῶν - Λοιπά οἰκόπεδα Πατρῶν - Ἁγ. Ἀνδρέου Ν. Μάκρης - Ἁγίου Ἰωάννου Καρέα Ἀττικῆς - Σχιστοῦ, Σκαραμαγκᾶ, Περάματος - Βάρης - Βουλιαγμένης κ.ἄ.), μετά τήν ἀπόκτησιν καί ὀργανωτικῆς καί ἄλλης ἐμπειρίας, ἀναμφισβητήτως θά κληθῆ ν' ἀνταποκριθῆ εἰς τάς ὁλονέν αὐξανομένας ἀπαιτήσεις τῆς ἀμέσου ἀξιοποιήσεως αὐτῶν. Τοῦτο ἄλλωστε κατεφάνη, ὅταν ἀνέκυψαν ἐσχάτως σοβαρά ἀναπτυξιακά ἔργα καί ἐδρομολογήθησαν αἱ διαδικασίαι. Ἀλλά περί αὐτῶν περισσότερα εἰς τήν τελευταίαν παράγραφον τῆς παρούσης.

ii. Τό Γραφεῖον Ναοδομίας. Ἡ ἰδιαιτέρα εἰς τοῦτο ἀναφορά ὑπαγορεύεται ἐκ πολλῶν λόγων. Ὅταν κατ' ἀποκλειστικότητα χορηγῆ τάς οἰκοδομικάς ἀδείας διά τήν ἀνέγερσιν ἤ ἐπισκευήν τῶν Μητροπολιτικῶν μεγάρων, Ἱερῶν Μονῶν καί Ἱερῶν Ναῶν, μετά τῶν κτισμάτων αὐτῶν (πρβλ. παράγρ. 2, ἄρθρ. 47, ν. 590/1977 καί ἐδ. ε, παράγρ. 1, ἄρθρο 7 Κανονισμοῦ ὑπ' ἀριθμ. 125/1999), ὅταν ἡ ἁρμοδιότης αὐτή, ἔχουσα μεγίστην οἰκονομικήν σημασίαν διά τάς μικράς καί οἰκονομικῶς ἀσθενεστέρας Ἐνορίας, δέν πρέπει ν' ἀπολεσθῆ καί ἡ δυνατότης Ἐκκλησιαστική Ὑπηρεσία νά ἐκδίδη χωρίς οἰκονομικάς ἐπιβαρύνσεις τάς οἰκοδομικάς ἀδείας. Ὅταν, ἀκόμη, συσσωρεύωνται ὑποθέσεις σοβαραί καί θέματα οἰκοδομῶν, κοινῶν ἤ καλλιτεχνικῶν, ἀπαιτούντων ἄμεσον λύσιν, ὅταν ἔκδηλος προβάλλεται ἡ ὑπό πολλῶν καί δι' εὐνοήτους λόγους ἐπιδίωξις ἀφαιρέσεως τῆς ἁρμοδιότητος αὐτῆς ἀπό τήν Ἐκκλησίαν, πάντα ταῦτα συνηγοροῦν ὑπέρ τῆς πλήρους συγκροτήσεως τοῦ Γραφείου, ἀλλά καί τῆς συνεποῦς καί ἀκριβοῦς τηρήσεως τῶν ἰσχυουσῶν διατάξεων, τῶν νόμων καί τῶν Κανονισμῶν εἰς πᾶσαν διά τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων αἰτουμένην ἄδειαν, ὥστε ν' ἀποτραπῆ τό ἐνδεχόμενον ἀφαιρέσεως τοῦ προνομίου.

Περιπτώσεις αὐθαιρέτων κατασκευῶν καί παραβιάσεων ἐγκεκριμένων ἀδειῶν κατηγγέλθησαν τόν τελευταῖον καιρόν εἰς τήν Βουλήν τῶν Ἑλλήνων, ὁπότε εὗρον τήν εὐκαιρίαν οἱ καλοθεληταί νά στραφοῦν κατά τῆς ἁρμοδιότητος τῆς Ναοδομίας νά ἐκδίδη οἰκοδομικάς ἀδείας, ὡς αὐταί περιγράφονται εἰς τόν νόμον. Πρός πρόληψιν ἀπευκταίων παρομοίων παραστατικῶν ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος (Συνεδρία τῆς 30-8-2001), διά μίαν ἐπί πλέον φοράν, ἠναγκάσθη νά ἐξαπολύση λεπτομερές Ἐγκύκλιον Σημείωμα εἰς τό ὁποῖον, ἐν συνεχεία τῶν α) 3839/1761/17-11-1998, β) 6217/2644/1-12 -1999 καί γ) 5153/2572/14-12-2000 Ἐγκυκλίων Σημειωμάτων, λεπτομερῶς καταγράφονται τά προαπαιτούμενα διά τήν ἔκδοσιν ἀδειῶν ὑπό τοῦ Γραφείου Ναοδομίας, ἤτοι: 1. Δικαιολογητικά, 2. Τοπογραφικόν διάγραμμα, 3. Ἀρχιτεκτονική μελέτη, 4. Στατική μελέτη, 5. Ἠλεκτρομηχανολογικαί μελέται, ὡς ἐπίσης διά τά ἐντός τῶν ἱερῶν ναῶν ἐκτελούμενα καλλιτεχνικά ἔργα 1. εἰκονογραφήσεως 2. τέμπλων, ἐπίπλων, δαπεδοστρώσεως, ὀρθομαρμαρώσως κ.λπ. Παρατίθεται δέ ἐν τέλει ἡ ὑπό τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων προσφάτως ψηφισθεῖσα τροπολογία ὑπ' ἀριθμ. 589/36 (Φ.Ε.Κ. 180/6-8-2001), προσθήκη εἰς τό ἄρθρον 12 τοῦ Προεδρικοῦ Διατάγματος τῆς 6-10-1978, ἀφορῶσα εἰς τήν ἀνέγερσιν ἰδιωτικῶν ἱερῶν Ναϋδρίων. Τό σημείωμα θά ἔπρεπε νά συμπεριλάβη καί τήν προτροπήν ἀποφυγῆς συγκαταθέσεως τῶν ἐπιχωρίων Μητροπολιτῶν διά τήν ἀνέγερσιν ἰδιωτικῶν ναΐσκων, ἐκτός ἄν προηγουμένως παραχωρεῖται τό ἀντίστοιχον οἰκόπεδον εἰς τήν οἰκείαν Ἐνορίαν.

Ἀρχαί καί λόγοι ἠθικῆς καί νομικῆς τάξεως, ἐπιβάλλουν τήν ἀπόλυτον συμμόρφωσιν ἡμῶν πρός τό περιεχόμενον αὐτῆς τῆς Ἐγκυκλίου, ἵνα μή, τό μικρόν καί ἀσήμαντον ἐπιδιώκοντες, ἀπωλέσωμεν τό μέγα καί οὐσιῶδες. Εἰς ἐπίρρωσιν τῶν λεγομένων ἐπισημειοῦμεν ὅτι εἰς τό Γραφεῖον Ναοδομίας εἰσήχθησαν 161 θέματα, ἠλέχθησαν 1570 καί ἐξεδόθησαν 247 ἄδειαι οἰκοδομῆς ἐκκλησιαστικῶν κτηρίων τῆς ἁρμοδιότητος αὐτοῦ.

iii. Γραφεῖα Ἀξιοποιήσεως καί Ἐκμεταλλεύσεως Ἀκινήτων. Καί ἡ προσωνυμία μόνον τῶν Γραφείων μαρτυρεῖ τήν σοβαρότητα τοῦ ἔργου καί τῆς ἀποστολῆς αὐτῶν. Ἐκτός τῆς εἰς τά ἐν ἐξελίξει μεγάλα ἔργα (Ξενοδοχεῖον - Συνεδριακόν Κέντρον) συμμετοχῆς τῶν Γραφείων, ὑποχρεωτικῆς ἄλλωστε ἐκ τῶν διατάξεων τῶν Κανονισμῶν 100/1998 καί 125/1999, (διά τά ἔργα αὐτά γενήσεται λόγος εἰς τήν παράγραφον 8 τῆς παρούσης), πέραν τῆς τρεχούσης ἐργασίας συνεχῶς καταβάλλονται προσπάθειαι διά τήν προστασίαν τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας καί τῶν καλῶς ἐννοουμένων συμφερόντων τῆς Ἐκκλησίας. Ἰδιαιτέρως τό Γραφεῖον ἐκμεταλλεύσεως, ἐν στενῆ συνεργασία μετά τοῦ Γραφείου Θεσσαλονίκης, δέν μεριμνᾶ μόνον διά τήν ἐκμίσθωσιν τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀκινήτων, ἀλλά καί διά τήν εἴσπραξιν τῶν μισθωμάτων. Κατά τήν κρίσιμον περίοδον εἰς τήν ὁποίαν ἀναφέρεται ἡ παροῦσα (συνυπολογιζομένων καί τῶν τοῦ Γραφείου Θεσσαλονίκης ἀντίστοιχοι ἐνέργειαι) ἐγένοντο:

248 Δημοπρασίαι (ἀρχικαί καί ἐπαναληπτικαί) πρός ἐκμίσθωσιν.

106 νέα συμφωνητικά μισθώσεων,

271 παρατάσεις συμφωνητικῶν μισθωμάτων,

155 αὐτοψίαι,

300 ἐπισκέψεις, ἐπιβλέψεις καί παραλαβαί ἔργων, προσέτι δέ 184 ἐξώδικοι προσκλήσεις καταβολῆς μισθωμάτων καί

26 ἐξώσεις μισθωτῶν.

Γενικώτερον, ὡς πρός τήν μισθωτικήν κατάστασιν ἀκινήτων (κατά τήν 31-8-2001), ἔχομεν τά δεδομένα: μισθωμένα συνολικῶς 979 ἀκίνητα, ἤτοι Καταστήματα 84, Γραφεῖα 123, Διαμερίσματα 234, Οἰκόπεδα 80, Ξενοδοχεῖα - τουριστ. ἐγκαταστάσεις 4, Κινηματογράφοι 2, Ἀγροτικαί ἐκτάσεις - δάση 46, ἐνῶ ἀμίσθωτα παραμένουν 35 ἀκίνητα (καταστήματα, γραφεῖα, διαμερίσματα) μή συνυπολογιζομένων 17 γραφείων τοῦ ἀκινήτου τῆς ὁδοῦ Κορνάρου 4 (λόγω τῆς ἀπό μακροῦ χρόνου ὑφισταμένης κακῆς καταστάσεως αὐτοῦ) καί τῶν ἀμισθώτων οἰκοπέδων καί ἀγροτικῶν - δασικῶν ἐκτάσεων Ἀττικῆς καί Ἐπαρχίας.

Ἀναξιοποίητα ἐκκλησιαστικά ἀστικά οἰκόπεδα (Ἀθηνῶν - Θεσσαλονίκης) δέν ὑπάρχουν, πλήν ἐλαχίστων καί ἐκτός ἐκείνων τά ὁποῖα οἱ Ὀργανισμοί Τοπικῆς Αὐτοδιοικήσεως καί ὁ Δῆμος Βουλιαγμένης, κατά κύριον λόγον ἔσπευσαν ἤ σπεύδουν νά χαρακτηρίσουν ὡς χώρους κοινοχρήστους ἤ πρασίνου, χωρίς ποτέ νά ὁλοκληρωθῆ ἡ ἀπαλλοτρίωσίς των. Περί τούτων καί περί πολλῶν ἄλλων ἐγένετο λόγος εἰς τό παρελθόν (βλ. ἡμετέραν εἰσήγησιν, ἔνθ. ἀν., σ. 328 ἐξ., ὅπου καί πίναξ λεπτομερής τῶν τῆς Βουλιαγμένης, σ. 331-332).

iv. Κτηματολόγιον. Εἰς τά ὅσα ἐλέχθησαν εἰς παλαιοτέραν (1999) Εἰγήσησιν (ἡμετέραν, ἔνθ. ἀν., σελ. 37-40) ἔχομεν ἱκανά ἄλλα νά προσθέσωμεν. Ὄχι, βεβαίως, ὅσα σχετίζονται ἄμεσα μέ τήν ἀναγκαιότητα τῆς πλήρους καί λεπτομεροῦς ἀπογραφῆς ἁπάσης τῆς ἀκινήτου, κυρίως, ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, τῆς περιελθούσης εἰς τήν Δ.Ι.Σ. καί δι' αὐτῆς εἰς τήν Ε.Κ.Υ.Ο., οὔτε εἰς τήν ὑποχρεωτικήν συμμετοχήν εἰς τήν σύνταξιν τοῦ Ἐθνικοῦ Κτηματολογίου, οὔτε προσέτι, εἰς τάς δυσκολίας, αἱ ὁποῖαι σχετίζονται μέ τά ἀποσπασματικά ἐπί μέρους ἀρχεῖα, τήν ἐλλιπή ἐνημέρωσίν των, τόν δυσχερῆ συσχετισμόν δελτίων καταγραφῆς καί Φ.Ε.Κ. ἐν οἷς δημοσιεύονται τά Διατάγματα διαχωρισμοῦ τῆς μοναστηριακῆς περιουσίας εἰς διατηρητέαν καί ἐκποιητέαν (ἐτῶν 1931-1933), τήν ἀλλαγήν τῶν ἐπί τῶν σωζομένων τοπογραφικῶν διαγραμμάτων τοπωνυμίων.Οὔτε, τέλος, εἰς τάς νομικοῦ χαρακτῆρος δυσχερείας (ἐκκρεμοδικίαι μέ τό Ἑλληνικόν Δημόσιον, τούς Ο.Τ.Α. καί τούς καταπατητάς ἰδιώτας) καί, δυστυχῶς τάς ἐνδοεκκλησιαστικάς τοιαύτας, ὅταν ἱεραί Μοναί ἐγείρουν διεκδικητικάς ἀγωγάς κατά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἤ ἀκούωνται ἀπροσδοκήτως φωναί, ἀπειλοῦσαι ἤ ἀξιώνουσαι ἐπιστροφήν τῆς μοναστηριακῆς "ἐκποιητέας" περιουσίας.

Θά ἐπαναλάβωμεν μόνον, ὅτι, παρά τάς δυσκολίας τῆς περί τό ἐκκλησιαστικόν Κτηματολόγιον πολυπλοκότητος καί ρευστότητος, ἡ προσπάθεια θά συνεχισθῆ καί θά ὁλοκληρωθῆ, διότι δέν εἶναι δυνατόν ἀλλέως νά γίνη. Οἱ καιροί οὐ μενετοί. Μέ τήν συνεργασίαν ὅλων τῶν ἁρμοδίων τῶν ἐπί μέρους καθιδρυμάτων τῆς Ἐκκλησίας καί τήν συνδρομήν τῶν διοικούντων τό Ἐθνικόν Κτηματολόγιον θά καταλήξωμεν εἰς αἴσιον πέρας. Θά σημάνη τότε ἡ ὁλοκλήρωσις ἑνός πολύ μεγάλου ἔργου.

Μετά θλίψεως καί ἀνησυχίας πληροφορούμεθα διά τήν εἰς τά πρόθυρα τῆς καταρρεύσεως περιελθούσης καταρτίσεως τοῦ Ἐθνικοῦ Κτηματολογίου ἀπό τήν εἰδικῶς συσταθεῖσαν Ἀνώνυμον Ἑταιρείαν. Ἀνεξαρτήτως τῶν ὅσων λέγονται καί γράφονται κατ' αὐτάς εἰς τά μέσα Ἐνημερώσεως περί τῆς "Κτηματολόγιον Α.Ε.", ἡμεῖς συνεργαζόμεθα ἁρμονικῶς καί ἡ διά τήν Ε.Κ.Υ.Ο. κοπιάζουσα πολυπρόσωπος "Ὁμάδα Ὑποστηρίξεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιά τήν ὑποβολήν δηλώσεων ἰδιοκτησίας εἰς τό Ἐθνικόν Κτηματολόγιον", ἐργάζεται συστηματικῶς παρ' ἡμῖν ὑπό τήν καθοδήγησιν τῆς ἐμπειροτάτης κ. Ἀσημίνας Πετσίτη, τοπογράφου μηχανικοῦ, ἐλάχιστα ἕως μηδόλως (ἡ ὁμάδα ἐργασίας) ἐπιβαρύνουσα τό ἐκκλησιαστικόν ταμεῖον. Ἀνεξαρτήτως ἀπό τήν κατάρρευσιν τοῦ Ἐθνικοῦ Κτηματολογίου, τήν ὁποίαν ἀπευχόμεθα, τό χρησιμώτατον καί κρισιμώτατον ἐκκλησιαστικόν Κτηματολόγιον πρέπει νά ὁλοκληρωθῆ πάση θυσία.

v. Ἀξιοποίησις Διαθεσίμων καί Χρεωγράφων. Τό ὁμώνυμον Γραφεῖον, κατά τό ἐπί τῆ βάσει τῶν Κανονισμῶν 100/1998 καί 125/1999 Ὀργανόγραμμα τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. ὑπάγεται εἰς τό Τμῆμα ἀξιοποιήσεως ἐκλαμβανομένων τῶν διαθεσίμων καί δή τῶν Χρεωγράφων, ὡς πραγμάτων (κινητῶν ἐπί τοῦ προκειμένου), ἐπιδεκτικῶν ἀξιοποιήσεως. Ἡ διαχείρισις τούτων ἐνεργεῖται ἀπό τό Οἰκονομικόν Τμῆμα τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. καί συγκεκριμένα ἀπό τό Λογιστήριον............. (Ἀκολουθεῖ σχεδιάγραμμα καί πίνακας)


5. Τμῆμα Οἰκονομικόν - Οἱ ὑπό τοῦ Λογιστηρίου τηρούμενοι λογαριασμοί.

α. Ἔργον τῶν Γραφείων τοῦ Τμήματος. Ἅπαντες οἱ εἰς τό Τμῆμα τοῦτο ἐντεταγμένοι ὀργανικῶς κατά Γραφεῖα καί ἀσχολούμενοι μέ τόν ἔλεγχον τῶν παραστατικῶν εἰσπράξεων, μέ τόν διεξοδικόν ἔλεγχον τῆς νομιμότητος καί τῆς πληρότητος τῶν παραστατικῶν τῶν δαπανῶν, κατά τάς διατάξεις τῶν νόμων περί Λογιστικοῦ τῶν Ν.Π.Δ.Δ., τῶν φορολογικῶν καί τῶν διεπόντων τήν σχέσιν αὐτῶν ἄλλων νόμων, μέ τήν ἐπί τῆ βάσει τῶν προηγουμένων ἐνέργειαν τῶν εἰσπράξεων καί τῶν πληρωμῶν, μέ τήν ἔγκαιρον κατάρτισιν τοῦ Προϋπολογισμοῦ καί τοῦ Ἀπολογισμοῦ ἑκάστου οἰκονομικοῦ ἔτους, ἐπιτελοῦν ἔργον σπουδαῖον, ὡς συνάγεται καί ἐκ μόνης τῆς μνείας τῶν ἀντικειμένων. Ἀλλά δέν θά ἀσχοληθῶμεν μέ αὐτό. Ἡ χρηματική ροή καθημερινῶς πιέζει καί ὑποχρεώνει εἰς τήν ἀκριβῆ τήρησιν καί ἐκπλήρωσιν τῶν ὑποχρεώσεων. Τήν γνῶσιν τῆς πορείας καί τῆς καταστάσεως τῶν Οἰκονομικῶν τῆς Ἐκκλησίας περισσότερον ἐνδιαφέρουν οἱ ὑπό τοῦ Λογιστηρίου, ἐν συνεργασία μετά τῆς Ἐθνικῆς Τραπέζης τῆς Ἑλλάδος, ἐνημερωνόμενοι Λογαριασμοί.

β. Τηρούμενοι Λογαριασμοί. Ἐκ τῶν τηρουμένων λογαριασμῶν συντίθεται ἡ εἰκών τῆς οἰκονομικῆς καταστάσεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, οἱ ὁποῖοι ἀφοροῦν καί σχετίζονται μέ τά ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. διά τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. διαχειριζόμενα περιουσιακά στοιχεῖα, κινητά καί ἀκίνητα. Παραπέμποντες καί πάλιν εἰς ὅσα περί Λογιστηρίου συμπεριελάβομεν εἰς τήν ἡμετέραν Εἰσήγησιν ἐνώπιον τῆς Ἱεραρχίας τοῦ 1999 (ἔνθ. ἀν., σελ. 343) σημειοῦμεν ἁπλῶς, ὅτι ἐπῆλθεν εὐεργετικόν ἀποτέλεσμα...... (Ἀκολουθοῦν πίνακες).

γ. Διαχείρισις Διαθεσίμων καί Χρεωγράφων. Εἰς τήν Εἰσήγησιν ἡμῶν τοῦ ἔτους 1999 (ἔνθ. ἀν., σ. 340 ἐξ.) κατεχωρήσαμεν ἱκανά διά τόν τρόπον ἀξιοποιήσεως τῶν διαθεσίμων χρηματικῶν ποσῶν καί τῶν εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος, μετά τόν Νόμον 1811/1988 (ἄρθρ. 3, παράγρ. 2), περιελθόντων ἀξιογράφων. Ὡσαύτως διά πολλῶν ἀνεφέρθημεν εἰς ἀπαίτησιν ἱερᾶς Μονῆς νά ἀνακτήση τήν πλήρη κυριότητα τῶν ἐπ' ὀνόματι αὐτῆς μετοχῶν τῆς Ἐθνικῆς Τραπέζης, τῶν προερχομένων ἐκ τῶν κεφαλαίων τῆς ρευστοποιητέας περιουσίας τῆς Ἱ. Μονῆς καί τήν ἀναίρεσιν τῶν ἰσχυρισμῶν αὐτῆς, παραθέσαντες ἐκτενῆ ἀποσπάσματα ἐκ τοῦ ὑπό τοῦ Μακαριωτάτου Προέδρου, συνοδικῆ ἐξουσιοδοτήσει, σταλέντος πρός τήν Ἐθνικήν Τράπεζαν ἐγγράφου (ἀριθμ. πρωτ. 3969/1658/30-7-1999), διά τοῦ ὁποίου ἐκφέρεται ἡ, συμφώνως τῷ νόμῳ πραγματική κατάστασις τῶν χρεωγράφων τῆς Ἐκκλησίας καί προσδιορίζεται ὁ ρόλος τῆς Τραπέζης.

Ὡς πρός τήν ἐπένδυσιν τῶν διαθεσίμων χρηματικῶν ποσῶν ἡ ἀκολουθουμένη πρακτική συνιστᾶ τήν διά προχείρου διαγωνισμοῦ μεταξύ τῶν Τραπεζῶν ἀναζήτησιν καί ἐξασφάλισιν τοῦ ὑψηλοτέρου σταθεροῦ ἐπιτοκίου τήν προηγουμένην ἡμέραν τῆς λήξεως τῆς ἑκάστοτε ἐντόκου καταθέσεως. Τό αὐτό ἰσχύει δι' ὅλους τούς λογαριασμούς τούς ὁποίους τηρεῖ καί ἐνημερώνει ἡ Ε.Κ.Υ.Ο.


6. Πρότασις τροποποιήσεως Προγράμματος Βρεφονηπιακῶν Σταθμῶν.

Ἡ Διοικοῦσα καί Ποιμαίνουσα Ἐκκλησία, ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, κατόπιν ἡμετέρας Εἰσηγήσεως περί ἱδρύσεως ἐκκλησιαστικῶν Βρεφονηπιακῶν Σταθμῶν καί περί τῆς συμβολῆς των εἰς τήν ἀντιμετώπισιν τοῦ Δημογραφικοῦ [Ἡ τακτική σύγκλησις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (Ἀθῆναι, 6-15 Ὀκτωβρίου 1998). Εἰσηγήσεις καί Ἀνακοινωθέντα, Ἀθῆναι 1998, σελ. 79-92], ἀπεφάσισεν τήν χρηματοδότησιν Βρεφονηπιακῶν Σταθμῶν ἀνά τάς Ἱ. Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, "ἐκδηλοῦσα τήν φιλόστοργον μέριμναν καί τήν ποιμαντικήν φροντίδα Αὑτῆς, κατά τάς ὄντως κρισίμους, παρούσας στιγμάς τῶν κοινωνικῶν δεδομένων, διά τήν προστασίαν καί ἐνίσχυσιν τῆς μητρότητος, τῶν πολυτέκνων καί τῶν οἰκονομικῶς ἀνσθενεστέρων οἰκογενειῶν, τήν καλλιέργειαν καί διαπαιδαγώγησιν τῆς εὐπλάστου παιδικῆς ψυχῆς, ὡς καί διά τήν ἀντιμετώπισιν τοῦ δημογραφικοῦ προβλήματος" (Ἐγκύκλιος ὑπ' ἀριθμ. 2664/4-11-1998).

Ἐν συνεχεία ἐγκυκλίως (αὐτόθι) ἐκάλει τούς Σεβασμ. Μητροπολίτας α) νά ὑποβάλουν σχετικόν αἴτημα, ἐφ' ὅσον διαθέτουν κατάλληλον οἰκόπεδον, β) ἡ Δ.Ι.Σ., ἀξιολογοῦσα τά αἰτήματα, θά ἐπροχώρει σταδιακῶς εἰς τήν ἱκανοποίησιν αὐτῶν, γ) ἡ δυναμικότης ἑκάστου σταθμοῦ καθωρίζετο εἰς ἑξήκοντα (60) περίπου θέσεις βρεφῶν καί νηπίων, δ) ἀνέθετε τήν ἐκπόνησιν τῆς τεχνοοικονομικῆς μελέτης ἀνεγέρσεως εἰς τήν Οἰκονομικήν Ὑπηρεσίαν (τότε, νῦν δέ Ε.Κ.Υ.Ο.), τήν δέ εὐθύνην πραγματοποιήσεως τοῦ Προγράμματος ἀπό κοινοῦ εἰς τήν Συνοδικήν Ἐπιτροπήν Κοινωνικῆς Προνοίας καί Εὐποιΐας καί εἰς τήν Οἰκονομικήν Ὑπηρεσίαν καί ε) Ἡ Ο.Υ. θά ἐχρηματοδότει τήν ἀνέγερσιν διά τοῦ συστήματος ἀντιπαροχῆς καί συγκυριότητος (Πρβλ. καί ἡμετέραν Ἐνημερωτικήν Ἔκθεσιν ἐπί τῆς πορείας τῆς Ε.Κ.Υ.Ο., ἔνθ. ἀν., σελ. 346-348).

Ἐνῶ ἐδρομολογεῖτο ἡ ἔναρξις τῆς χρηματοδοτήσεως τῶν τεσσάρων πρώτων αἰτήσεων, τῶν ἀνταποκρινομένων εἰς τάς ὡς ἄνω προϋποθέσεις, καί ἐπέκειτο ἡ ὑπογραφή τῶν συμβολαίων, ἦλθεν εἰς τήν Δ.Ε. τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. ὑπηρεσιακή εἰσήγησις διά τήν χρηματοδότησιν τῶν μελετῶν διά τοῦ ποσοῦ τῶν, κατ' ἀνώτατον ὅριον, πέντε ἑκατομμυρίων (5.000.000) δραχμῶν, ἡ ὁποία καί ἐνεκρίθη (Ἀπόφασις Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. ὑπ' ἀριθμ. Ε/8/28-3-2000). Συμφώνως πρός αὐτήν: "1. Ἐγκρίνεται ἡ διάθεσις ποσοῦ μέχρι πέντε ἑκατομμυρίων (5.000.000) δρχ. διά τήν σύνταξιν τῶν κατά νόμον μελετῶν κατασκευῆς Βρεφονηπιακῶν Σταθμῶν, μερίμνη τῶν κατά τόπους Ἱερῶν Μητροπόλεων..." κατ' ἐφαρμογήν τοῦ ἄρθρου 3 τοῦ ὑπ' ἀριθμ. 55 Κανονισμοῦ. 2. Τό ποσόν τῶν πέντε ἑκατομμυρίων δραχμῶν θά δοθῆ ὡς ἐπιχορήγησις εἰς τάς Ἱ. Μητροπόλεις ἀπό τήν Ε.Κ.Υ.Ο., ἐπί ἀποδόσει λογαριασμοῦ. 3. Θά συνταχθοῦν ἐπιστολές πρός τούς Σεβ. Μητροπολίτας προκειμένου νά ἐνημερωθοῦν σχετικῶς, ἐσχάτως δέ ἑτέρα εἰσήγησις περί οὐσιαστικῶν ἀλλαγῶν τοῦ Προγράμματος, ἡ ὁποία ὁμοφώνως ἀπερρίφθη (Ἀπόφασις ὑπ' ἀριθμ. Ε´/7/6-6-2001, Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο.). Ἡ ἀπόφασις διελάμβανεν ἐπί λέξει: "1. Νά ἐξελιχθῆ τό πρόγραμμα ἱδρύσεως Βρεφονηπιακῶν Σταθμῶν εἰς τάς Ἱεράς Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὡς αἱ σχετικαί ἀποφάσεις τῆς Ι.Σ.Ι. καί τῆς Δ.Ι.Σ. 2. Νά ὑπογραφοῦν τά σχετικά συμβόλαια μέ τάς Μητροπόλεις πού ἔχουν ὑποβάλλει τά σχετικά δικαιολογητικά μέ τούς ὅρους πού ἔχει καθορίσει ἡ Ὑπηρεσία".

Ἀκολούθως, ὑπό τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου (Συνεδρία ΛΣΤ´/28-6-2001), δοθείσης ἀφορμῆς, ἐκλήθη ὁ Διευθυντής τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. διά νά ἐνημερώση τό Σῶμα ἐπί ἐγερθεισῶν τινων δυσκολιῶν. Ἐκ τῶν πρακτικῶν τῆς Δ.Ι.Σ. μεταφέρομεν αὐτολεξεί: "Κατόπιν τῆς γενομένης ἐνημερώσεως τῆς Δ.Ι.Σ., περί τοῦ θέματος τῶν Βρεφονηπιακῶν Σταθμῶν, ὑπό τοῦ κ. Κωνσταντίνου Πυλαρινοῦ, Διευθυντοῦ τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. καί τῶν λεχθέντων ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἠλείας κ. Γερμανοῦ, τό σεπτόν Σῶμα τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου ἀπεφάσισεν ὅπως βελτιωθῆ ἡ Ἀπόφασις τῆς Ι.Σ.Ι. περί τῶν Βρεφονηπιακῶν Σταθμῶν ἡ ληφθεῖσα κατά τήν Συνεδρίαν τῆς Ι.Σ.Ι. τῆς 7ης Ὀκτωβρίου 1998, ὡς ἑξῆς:

Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος: α) θά χρηματοδοτῆ τάς μελέτας διά τήν ἀνέγερσιν Βρεφονηπιακῶν Σταθμῶν, εἰς τάς Ἱεράς Μητροπόλεις διά ποσοῦ ἀνερχομένου εἰς τό ὕψος τῶν πέντε ἑκατομμυρίων (5.000.000) δρχ., β) θά ἐπιδοτῆ ἑκάστην περίπτωσιν διά τοῦ ποσοῦ τῶν πεντήκοντα ἑκατομμυρίων (50.000.000) δρχ. ὡς μίαν συμβολικήν συμμετοχήν εἰς τά ἔξοδα ἀνεγέρσεως τοῦ Βρεφονηπιακοῦ Σταθμοῦ. Τό ὡς ἄνω ποσόν τῶν πεντήκοντα ἑκατομμυρίων διά κάθε βρεφονηπιακόν σταθμόν ἐκταμιευθήσεται διά τό ἔτος 2001 ἐκ τοῦ ἀποθεματικοῦ τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. Ἡ ἐκταμίευσις πραγματοποιηθήσεται τμηματικῶς. Ἤτοι κατά τό ἥμισυ ἅμα τῆ καταθέσει τῶν ἀδειῶν καί κατά τό ἕτερον ἥμισυ ἐκ τοῦ διαχειριστικοῦ τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. τοῦ ἑπομένου ἔτους. Ἡ δευτέρα δόσις θά δίδεται ἅμα τῇ ὁλοκληρώσει τοῦ φέροντος ὀργανισμοῦ τοῦ κτιρίου (σκελετοῦ). γ) Κατ' ἔτος θά χρηματοδοτοῦνται τέσσαρες Ἱεραί Μητροπόλεις. Διά τήν τρέχουσαν χρονικήν περίοδον προτιμηθήσονται αἱ πέντε (5) πρῶται Ἱεραί Μητροπόλεις καί κατά τήν σειράν ὑποβολῆς τῶν αἰτήσεων".

Εἶναι φανερόν, ὅτι πρόκειται περί οὐσιωδῶν ἀλλαγῶν, τάς ὁποίας προτείνομεν νά ἐπικυρώση τό σεπτόν Σῶμα τῆς Ἱεραρχίας, τό ὁποῖον τό πρῶτον ἀπεφάσισεν. (Προσωπικῶς, ἐπειδή συνέβη ν' ἀπουσιάζω ἐκ τῆς Συνεδρίας τῆς Δ.Ι.Σ. τῆς 28-6-2001, λόγω τῆς Ἑορτῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἐπιφυλάσσομααι νά τοποθετηθῶ κατά τήν συζήτησιν, ἡ ὁποία ἀσφαλῶς θά ἀκολουθήση ἐπί τοῦ θέματος τούτου).


7. Ε.Κ.Υ.Ο. καί Ἱεραί Μοναί

Ἡ διοικοῦσα καί διαχειριζομένη τήν "ἐκποιητέαν" μοναστηριακήν περιουσίαν Ε.Κ.Υ.Ο. εὑρίσκεται εἰς στενοτάτην, ἐκ τῶν πραγμάτων, νομικήν καί οἰκονομικήν σχέσιν καί συνάφειαν μετά τῶν Ἱ. Μονῶν. Ἡ ἱστορία τοῦ ἀναπολλοτριώτου τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας ἐπιβεβαιοῖ τόν ἄρρηκτον τοῦτον δεσμόν, τόν διελθόντα ἐκ πολλῶν φάσεων, ἀναλόγως τοῦ ἑκάστοτε συγκροτουμένου Φορέως διοικήσεως καί διαχειρίσεως τῶν περιουσιακῶν τῶν στοιχείων. Καί ἀσφαλῶς ἔχει ἐξαιρετικόν ἐνδιαφέρον ἡ ἔρευνα αὐτή.

Ὅμως δέν προτιθέμεθα νά ἀναλυθῶμεν εἰς αὐτήν. Ἐπελέξαμεν τά σχετικά πρός τό θέμα τῆς παρούσης γεγονότα καί ἐνεργείας.

α. Οἰκονομικαί ἐνισχύσεις. Τῶν ὅρων καί τῶν προϋποθέσεων καθοριζομένων σαφῶς εἰς τόν Κανονισμόν ὑπ' ἀριθμ. 116/1999, περί τακτικῆς καί ἐκτάκτου οἰκονομικῆς ἐνισχύσεως Ἱερῶν Μητροπόλεων καί Ἱερῶν Μονῶν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (ὅρα καί παράγρ. 2 γ´ τῆς παρούσης), ἡ Δ.Ι.Σ. ἐνέκρινεν τάς ἑκάστοτε λαμβανομένας ἀποφάσεις - προτάσεις ὑπό τῆς Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. καί οὕτως ὡλοκληροῦτο ἡ πρός ἕκαστον ἐκκλησιαστικόν νομικόν πρόσωπον οἰκονομική ἐνίσχυσις ἐκ τῶν πλεοναζόντων χρηματικῶν διαθεσίμων τοῦ ἀλληλοχρέου Λογαριασμοῦ, ὡς ἐγίνετο ἀπό τῆς συστάσεως τοῦ ΟΔΕΠ καί μέχρι τῶν ἡμερῶν ἡμῶν.

Ἐκτός τῶν ὅσων εἰς τά προηγούμενα (2 γ´) ἐλέχθησαν καί τῶν ὅσων εἰς τήν ἡμετέραν Εἰσήγησιν τοῦ 1999 ἀνεπτύχθησαν (ἔνθ. ἀν., σελ. 343-346) τοῦτο ἐπιθυμῶμεν νά προσθέσωμεν. Ὁ ἰσχύων Κανονισμός 116/1999, ὁμολογουμένως, εἶναι αὐστηρός καί περιοριστικός τῶν εὐκόλως καί χωρίς βάσανον καί συγκεκριμένα στοιχεῖα διδομένων ἐνισχύσεων, ὡς συνέβαινεν εἰς τό παρελθόν. Ὅμως δέν πρέπει νά λησμονῶμεν, ὅτι τόν ὑπηγόρευσαν αἱ ὑπερβολαί ἴσως καί αἱ καταχρήσεις τοῦ παρελθόντος. Ὅμως οὐδείς δύναται ν' ἀμφισβητήση, ὅτι δι' αὐτοῦ καθιερώνονται αἱ ἴδιαι δι' ὅλους ἀρχαί καί προϋποθέσεις, ἡ δικαία μεταχείρισις καί ἡ ἴση εὐκαιρία. Τοῦτο εἶναι τό μεῖζον, τό ὁποῖον εἰς οὐδεμίαν περίπτωσιν ἐξυπηρετεῖ ἰδιοτελεῖς σκοπούς, ἀντιθέτως μάλιστα, προστατεύει τά καλῶς νοούμενα συμφέροντα τῆς Ἐκκλησίας.......(Ἀκολουθοῦν χρηματικά ποσά).

β. Δωρεάν παραχωρήσεις - Συνεκμεταλλεύσεις - Παραχωρήσεις χρήσεως ἐκκλησιαστικῶν ἀκινήτων τῆς "ἐκποιητέας". Τό ἄρθρον 7 τοῦ 116/1999 Κανονισμοῦ σαφῶς ρυθμίζει τά θέματα αὐτά, ὁρίζον: "1. Ἀπαγορεύεται, ὡς ἀντικειμένη εἰς τόν νόμον, ἡ δωρεάν παραχώρησις ἐκκλησιαστικῶν ἐκτάσεων ἤ ἄλλων ἀκινήτων τῆς ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ., διά τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κεντρικῆς Ὑπηρεσίας Οἰκονομικῶν (Ε.Κ.Υ.Ο.), διοικουμένης καί διαχειριζομένης ἐκποιητέας μοναστηριακῆς περιουσίας εἰς Ἱεράς Μητροπόλεις καί Ἱεράς Μονάς. 2. Ἀπαγορεύεται ὁμοίως ἡ συνεκμετάλλευσις τοιούτων περιουσιακῶν στοιχείων τῆς Ἐκκλησιαστικῆς κεντρικῆς Ὑπηρεσίας Οἰκονομικῶν (Ε.Κ.Υ.Ο.) μετά τῶν ἐχουσῶν τήν ψιλήν κυριότητα ἐπ' αὐτῶν Ἱερῶν Μονῶν. 3. Ἐπιτρέπεται μόνον ἡ εἰς ἐξαιρετικάς περιπτώσεις, ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. κρινομένας, μετά ἀπό προηγουμένην ἔκθεσιν τῆς Διαχειριστικῆς Ἐπιτροπῆς, παραχώρησις τῆς χρήσεως δι' ὡρισμένον χρόνον πρός ἐξυπηρέτησιν προφανῶν ἐκκλησιαστικῶν, κοινωνικῶν καί ποιμαντικῶν ἀναγκῶν".

Εἶναι δέ αἱ σαφέσταται αὐταί διατάξεις ἐκεῖναι, αἱ ὁποῖαι δέν ἐπιτρέπουν ὑποβληθέντα αἰτήματα παρά Ἱερῶν Μητροπόλεων ἤ Ἱερῶν Μονῶν διά δωρεάν παραχώρησιν ἐκκλησιαστικοῦ ἀκινήτου ἤ συνεκμετάλλευσιν μετά τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. ἀκινήτου ἀνήκοντος εἰς τήν ἐκποιητέαν μοναστηριακήν τῶν αἰτουμενων Ι. Μονῶν. Καί ἄς μή ἀβασανίστως ἰσχυρισθῆ τις, ὅτι ἐπετράπησαν συνεκμεταλλεύσεις ὑπό τό καθεστώς τοῦ κανονισμοῦ 116/1999. Ὅσαι συνεκμεταλλεύσεις - προσωπικῶς γνωρίζω μίαν μόνον - ὑφίστανται, τήν ἀπόφασιν ἔλαβεν ἡ Δ.Ι.Σ. πρό 1998.

Ἀντιθέτως ἡ δυνατότης παραχωρήσεως χρήσεως, ἐγκρινομένης ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ., ὑφίσταται, ἀλλά δι' ὡρισμένον χρόνον καί πρός ἐξυπηρέτησιν προφανῶν ἐκκλησιαστικῶν, κοινωνικῶν καί ποιμαντικῶν ἀναγκῶν. Ἐφηρμόσθη εἰς μίαν μόνον περίπτωσιν. [Ἀνεξαρτήτως ποῖαι ἀποφάσεις εἰς τό παρελθόν ἐλαμβάνοντο καί πῶς αὐταί ἐφηρμόζοντο, ἡ ἀπό τοῦ τέλους τοῦ 1998 ἀναλαβοῦσα Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. ἐκκρεμεῖς ὑποθέσεις διευθέτησεν μόνον, ἤτοι: 1) τήν ἀπό τοῦ ἔτους 1992 (Δ.Ε./Ο.Υ. ἀπόφασιν ΙΑ´/2/14-12-1992) περί δωρεάν παραχωρήσεως εἰς τήν Ἱ. Ἀρχιεπισκοπήν Ἀθηνῶν τοῦ ἐν Ἀθήναις καί ἐπί τῆς Θουκυδίδου 6 ἐκκλησ. ἀκινήτου ἐπί τῷ σκοπῷ ἀνεγέρσεως ὑπό τῆς Ἱ. Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν ποιμαντικοῦ Κέντρου, τήν ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. ἐγκριθεῖσαν (Συνεδρία τῆς 29-3-1995) καί τῶν ἀνωτέρω Ἀποφάσεων ἐπαναβεβαιωθεισῶν ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. (Συνεδρία τῆς 15-1-1999), 2) Διά τό ἀπό ἐτῶν ἐγκριθέν ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. αἴτημα τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Νικαίας περί παραχωρήσεως ἐκτάσεως 22 στρεμμάτων διά τήν ἵδρυσιν καί λειτουργίαν ἀνδρώας Ἱ. Μονῆς εἰς Ν. Ἰκόνιον Περάματος, αἱ διαδικασίαι τῆς ὁποίας δέν εἶχον ὁλοκληρωθῆ, ἡ Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. (Ἀπόφασις Γ´/14/8-2-2000) προέτεινεν εἰς τήν Δ.Ι.Σ. νά ἐπαναβεβαιώση τήν παλαιοτέραν ἰδικήν της Ἀπόφασιν, συνεκτιμοῦσα τάς διατάξεις τοῦ ἄρθρ. 7 τοῦ 116/1999 Κανονισμοῦ. Τελικῶς ἡ Δ.Ι.Σ. λαβοῦσα ὑπ' ὄψιν καί τήν γνωμοδότησιν τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς τῆς Νομικῆς Ὑπηρεσίας, ἀπεφάσισεν ὅπως ἐγκρίνη τήν δωρεάν παραχώρησιν. (Ἔγγραφον 1026/2206/30-10-2000) καί 3) Ἡ Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο., κατόπιν αἰτήσεως τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν (Ἀπόφασις Η´/1/9-5-2000) προτείνει τήν παραχώρησιν ὑπό ὅρους διά χρησιδανείου διαρκείας τριάκοντα (30) ἐτῶν τό ἐπί τῆς ὁδοῦ Ἁγ. Ἐλεούσας 4 ἐν Ἀθήναις ἐκκλησ. ἀκινήτου δι' ἱεραποστολικούς σκοπούς καί ἡ πρότασις ἐνεκρίθη ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. (Συνεδρία 7ης Σεπτεμβρίου 2000)].

γ. Διεκδικήσεις ἐπί τῆς ἐκποιητέας μοναστηριακῆς περιουσίας. Τό μέγα καί σοβαρόν τοῦτο θέμα, τό ὁποῖον τείνει νά ἐξελιχθῆ εἰς δυσεπίλυτον πρόβλημα, κλονίζον, σύν τοῖς ἄλλοις, τάς σχέσεις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου μετά τῶν κατά τόπους Ἱερῶν Μονῶν καί ἐπαπειλοῦν τά θεμέλια τῆς λειτουργίας τοῦ Συνοδικοῦ κεντρικοῦ συστήματος Διοικήσεως, ἀπησχόλησεν καί ἀπασχολεῖ τήν Διαρκῆ Ἱεράν Σύνοδον καί τήν Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. Ἐνῶ εἰς τό ἄρθρον 7 τοῦ 116/1999 Κανονισμοῦ προβάλλει λελυμένον, νομικῶς εἶναι πολύπλοκον. Ἀλλά καί ἐκκλησιαστικῶς ἀνεπίτρεπτον, ἱκανοποιοῦν μόνον τούς ἀσπόνδους φίλους ἤ ἐχθρούς, νά ἐμφανίζωνται ἱερά μοναστικά. Καθιδρύματα νά ἐγείρουν διεκδικητικάς ἀγωγάς κατά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἀπαιτοῦντα τήν ἐπιστροφήν εἰς αὐτά τμημάτων τῆς, εἰς τόν Ο.Δ.Ε.Π. τό πρῶτον περιελθούσης, ἐκποιητέας μοναστηριακῆς περιουσίας καί ἐν συνεχεία διά τοῦ ν. 1811/1988 εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος καί διά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τώρα εἰς τήν Ε.Κ.Υ.Ο.

Περί τῆς ὑποθέσεως αὐτῆς ἠσχολήθημεν διεξοδικῶς εἰς τήν διά τήν σεπτήν Ἱεραρχίαν τοῦ ἔτους 1999 συνταχθεῖσαν Εἰσήγησιν (βλ. ἔνθ. ἀν., σελ. 348-349). Δημοσιευθεῖσα, περιοριζόμεθα πάλιν, φειδόμενοι τοῦ χρόνου καί τοῦ κόπου, ἀφ' ἑνός μέν νά ἐπισημάνωμεν, ὅτι τό θέμα παραμένει σοβαρόν καί προσφέρεται πρός ποικίλην ἐκμετάλλευσιν, ἀνάλογον καί ἀντίστοιχον πρός τούς ὑπηρετουμένους δι' αὐτῆς σκοπούς, κατά τήν προαίρεσιν ἑκάστου, ἀφ' ἑτέρου δέ, νά προτείνωμεν, ὅπως:

i. αὐτοδεσμευθῶμεν ἅπαντες καί ἀναμείνωμεν τό ἀποτέλεσμα συντόνων προσπαθειῶν διά τήν κατάργησιν τῶν μηδέποτε ἐν τῷ συνόλῳ αὐτῶν ἐφαρμοσθέντων Νόμων 1700/1987 καί 1811/1998, ii. συστήσωμεν εἰς τά Ἡγουμενοσυμβούλια ἀναμονήν ἐπί τοῦ θέματος καί ἀναστολήν τῶν ἐκκρεμουσῶν δικῶν, εἰς οἱονδήποτε στάδιον καί ἄν εὑρίσκωνται καί iii. ἀναμείνωμεν τάς ἐξελίξεις διά τόν πρόσθετον λόγον, ὅτι ἡ λύσις εἶναι πιθανόν νά δοθῆ μέσα ἀπό τάς διαδικασίας τῶν δηλώσεων τῶν ἀκινήτων εἰς τό Ἐθνικόν Κτηματολόγιον.

δ. Πρόσθετος ἰατροφαρμακευτική καί νοσηλευτική Περίθαλψις Μοναχῶν. Τό εὐαίσθητον καί πλῆρες ἀγάπης καί στοργῆς πρός τούς Μοναχούς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Πρόγραμμα τοῦτο ἐγνώσθη εἰς τούς Σεβ. Μητροπολίτας ἐγκυκλίως (Ἐγκύκλιος ὑπ' ἀριθμ. 2717/3-8-2001).

Ἐξ αὐτῆς εἶναι σκόπιμον νά ἐπαναλάβωμεν ὡρισμένας ἐνδιαφερούσας ἀπόψεις καί δή: ὡς πρός τήν γενεσιουργόν ἀφορμήν τοῦ μέτρου "τό γεγονός ὅτι πολλάκις οἱ Μοναχοί ἤ αἱ Μοναχαί ταλαιπωροῦνται, ὁσάκις ἀντιμετωπίζουν προβλήματα ὑγείας ἤ νοσηλεύονται εἰς τά Νοσοκομεῖα, τόσον διά τήν ἐξασφάλισιν τῶν ἀναγκαίων φαρμάκων, ὅσον καί διά τήν κάλυψιν τῶν νοσηλείων, δοθέντος μάλιστα, ὅτι, νοσηλευόμενοι, ὡς ἐκ τῆς θέσεως τῆς προβλεπομένης διά τούς ἠσφαλισμένους τοῦ Ο.Γ.Α. εἰς θαλάμους πολλῶν κλινῶν ἤ καί ἐνίοτε εἰς διαδρόμους, περιέρχονται εἰς δεινήν θέσιν λόγω τοῦ σχήματος αὐτῶν, ἀντιμετωπιζόμενοι καί αὐτοί ὡς οἱ λοιποί νοσηλευόμενοι κοσμικοί", ὡς πρός τήν ἱστορίαν καί τήν διαδικασίαν τῆς ὑποθέσεως ὅτι ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος "κατά τήν Συνεδρίαν Αὐτῆς τῆς 7ης μηνός Νοεμβρίου π.ἔ., κατόπιν προτάσεως τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστοδούλου καί συμφώνῳ γνώμη ἁπάντων τῶν Σεβασμιωτάτων Ἱεραρχῶν, τῶν συγκροτούντων Αὐτήν, εἶχεν ἀποφασίσει τήν ἐξασφάλισιν μιᾶς προσθέτου ἀξιοπρεποῦς ἀσφαλίσεως τῶν Μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι μέχρι τοῦδε ἀσφαλίζονται, ὡς ἐπί τό πλεῖστον εἰς τόν Ο.Γ.Α., ὁ ὁποῖος παρέχει μίαν σταθεράν μέν, ἀλλά χαμηλοῦ ἐπιπέδου ἀσφάλισιν. Κατ' ἐφαρμογήν δέ τῆς ἀποφάσεως ταύτης καί κατόπιν σχετικῆς Συνοδικῆς Ἐντολῆς, ἡ παρ' ἡμῖν ἐκκλησιαστική Κεντρική Ὑπηρεσία Οἰκονομικῶν (Ε.Κ.Υ.Ο.) διηρεύνησε διεξοδικῶς καί ἐπισταμένως τάς δυνατότητας τῆς λυσιτελεστέρας προωθήσεως τοῦ ἐν λόγω ζητήματος, ὑποβαλοῦσα τῇ Ἱερᾷ Συνόδῳ τήν σχετικήν εἰσήγησιν αὐτῆς, μετά ἀπό ἐνδελεχῆ ἔλεγχον τῶν ὑποβληθεισῶν προσφορῶν ἐκ μέρους πολλῶν Ἀσφαλιστικῶν Ἑταιρειῶν. Ὅθεν ἐν τῇ Συνεδρίᾳ Αὐτῆς τῆς 30ῆς παρελθόντος μηνός Ἰουλίου ἐ.ἔ., ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος ἀπεφάσισε τήν ἀνάθεσιν τῆς ὡς εἴρηται ἐπιπροσθέτου ἀσφαλίσεως εἰς τήν Ἑταιρείαν "ΑΛΦΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ", ἥτις ὑπέβαλε τήν πλέον ὡλοκληρωμένην καί συμφέρουσαν πρότασιν. Καί ὡς τό οὐσιαστικόν περιεχόμενον τῆς τοιαύτης ἀσφαλίσεως, ὅτι καλύπτει: α. Ἀσφάλισιν εὐρείας νοσοκομειακῆς περιθάλψεως ἀπό ἀτύχημα ἤ ἀσθένειαν μέχρι τοῦ ποσοῦ τῶν πέντε ἑκατομμυρίων (5.000.000) δραχμῶν ἐτησίως κατ' ἄτομον, ἔξοδα δωματίου καί διατροφῆς μέχρι τοῦ ποσοῦ τῶν τεσσαράκοντα χιλιάδων (40.000) δραχμῶν ἡμερησίως κατ' ἄτομον καί ἔξοδα δωματίου καί διατροφῆς εἰς τήν ἐντατικήν ἤ τό ἐξωτερικόν μέχρι τοῦ ποσοῦ τῶν ὀγδοήκοντα χιλιάδων (80.000) δραχμῶν ἡμερησίως κατ' ἄτομον. β. Καταβολήν χειρουργικοῦ ἐπιδόματος, τό ὁποῖον διαμορφοῦται βάσει τοῦ πίνακος χειρουργικῶν ἐπεμβάσεων εἰς περίπτωσιν μή καταβολῆς ἐξόδων νοσηλείας εἰς Δημόσιον Νοσηλευτικόν Ἵδρυμα, μέχρι τοῦ ποσοῦ τῶν πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχμῶν ἐτησίως κατ' ἄτομον. γ. Παροχήν ἐπειγούσης μεταφορᾶς τοῦ ἀσφαλιζομένου, ἀπό Νοσηλευτικόν Ἵδρυμα εἰς Νοσηλευτικόν Ἵδρυμα ἐκτός τόπου διαμονῆς του, εἰς περίπτωσιν κατά τήν ὁποίαν αὐτό τῆς περιοχῆς του δέν διαθέτει τήν κατάλληλον ὀργάνωσιν καί δέν παρέχει τάς ἀπαραιτήτους ὑπηρεσίας διά τήν περίπτωσιν, ἐνῶ ἡ μεταφορά πραγματοποιεῖται, ἀναλόγως τῆς περιπτώσεως, διά ἀσθενοφόρου, ἀεροπλάνου γραμμῆς, ἤ δι' ἐλικοπτέρου / ἀεροσκάφους - ἀσθενοφόρου μέχρι τοῦ ποσοῦ τῶν πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχμῶν ἐτησίως κατ' ἄτομον. δ. Εἰδικούς ὅρους ἐπιστροφῆς ἀσφαλίστρου, ἐνῶ ἐξ ἄλλου, θά χορηγηθῆ πλήρης κατάστασις τῶν ἰδιωτικῶν Νοσοκομείων, μέ τά ὁποῖα εἶναι συμβεβλημένη ἡ ἀνωτέρω Ἀσφαλιστική Ἑταιρεία".

Θά κλείσωμεν τά τῆς πρός τούς ἐν ταῖς Ἱεραῖς Μοναῖς ἀξιολόγου ταύτης παροχῆς, ἀναφέροντες, ὅτι τό ἐτήσιον συνολικόν κόστος (μέ ὑπολογισμούς τοῦ 2001) ἀνέρχεται εἰς τό ποσόν τῶν πεντήκοντα πέντε (55) ἑκατομμυρίων περίπου δραχμῶν διά τόν ἀριθμόν τῶν τριῶν καί ἡμισείας χιλιάδων περίπου (3.500) Μοναστῶν. Ἀναμένεται ἡ ὑφ' ἁπάντων ἡμῶν ἀποστολή τῶν αἰτηθέντων παρά τῆς Δ.Ι.Σ. στοιχείων (βλ. Ἐγκύκλιον Σημείωμα ὑπ' ἀριθμ. πρωτ. 2783/1200/31-7-2001) ἵνα ἀρχίση ἀμέσως ἡ ἐφαρμογή τοῦ Προγράμματος.


8. Ἀναπτυξιακαί προτάσεις

Ἡ ἐκκλησιαστική Κεντρική Ὑπηρεσία Οἰκονομικῶν συνιστᾶ, καθ' ἑαυτήν, συνεχῆ καί ὄντως ἐνδιαφέρουσαν ἀναπτυξιακήν πρότασιν. Τό περιεχόμενον τῶν εἰς αὐτήν ἀφορώντων δύο Κανονισμῶν, τοῦ θεμελιώδους 100/1998, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ ἀφετηρίαν καί πλαίσιον τῆς συνόλου οἰκονομικῆς δραστηριότητος, καί τοῦ ὀργανωτικοῦ εἰς τά ἐπί μέρους 125/1999 Ἐσωτερικοῦ Κανονισμοῦ, ἐπιτρέπει τήν κρίσιν καί τήν προοπτικήν αὐτή. Οὕτως, ἠθέλησαν οἱ ἐμπνευσταί αὐτῶν καί ὅσοι διετύπωσαν καί ἐπεξειργάσθησαν τήν δέσμην τῶν διατάξεων αὐτῶν, διά τῶν ὁποίων καθιερώνουν καί ὀργανώνουν νέους θεσμούς διά τήν ἄσκησιν τῆς διοικήσεως καί διαχειρίσεως τῶν ἀναπαλλοτριώτων πραγμάτων τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί τῆς ἀξιοποιήσεως αὐτῶν, προκειμένου νά προάγηται τό ὄφελος τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ ὑπ' αὐτῆς ἀσκουμένη εὐρέως κοινωνική εὐποιΐα.

Διατηροῦσα τόν συνοδικόν χαρακτήρα αὐτῆς, ὄχι μόνον ὡς Ὑπηρεσίας ὑπό τήν Δ.Ι.Σ., ἀλλ' ὡς Ὑπηρεσίας ἐχούσης εἰς τήν ὑπερκειμένην ἱεραρχικῶς διοικητικήν βαθμίδα, Ἐπιτροπήν Διοικοῦσαν συγκροτουμένην ἐκ τριῶν ἐν ἐνεργεία Ἀρχιερέων, ἑνός Ἡγουμένου καί τριῶν λαϊκῶν ἐπιστημόνων, ἐχόντων γνώσεις καί ἐμπειρίαν περί τά οἰκονομικά θέματα, ἰδίως τῆς Ἐκκλησίας (βλ. ἄρθρ. 4 Κανονισμοῦ 100/1998), ἐνδιαφέρεται νά θεσπίζη, πρωτίστως μέν μίαν σύνθετον διοικητικήν διαδικασίαν διά τήν ἐλευθέραν καί ὑπεύθυνον συμμετοχήν τῶν συναρμοδίων ὀργάνων (Πρόεδρος Δ.Ε., Διευθυντής, Τμηματάρχαι) καί τήν ἐντεῦθεν νόμιμον καί ἐπιτυχῆ παραγωγήν τῆς ὑπηρεσιακῆς ἐνεργείας, ἐξ ἄλλου δέ τήν τήρησιν τοῦ ἐσωτερικοῦ ἐλέγχου καί τοῦ γενικωτέρου ἐλέγχου διά τῆς Διευθύνσεως τῆς Οἰκονομικῆς ἐπιθεωρήσεως (ἄρθρ. 16 τοῦ Κανονισμοῦ 100/1998).

Εὐκαίρως ἀκαίρως, ἐκφράζονται ἀπόψεις περί παραδοσιακῆς δυσκαμψίας καί χαμηλῆς παραγωγικότητος, τά ὁποῖα χαρακτηρίζουν τά Ν.Π.Δ.Δ. περί χρονοβόρων διαδικασιῶν, διαχειριστικῶν σχημάτων ἀναποτελεσματικῶν ἤ "ξεπερασμένων". Οὐδεμία ἀντίρρησις διά τόν ἐκσυγχρονισμόν καί τήν βελτίωσιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοικήσεως καί διαχειρίσεως. Ὅμως οὔτε ἡ συνοδικότης ὑπερβαίνεται, οὔτε ποτέ ὁ σκοπός ἁγιάζει τά μέσα. Οἱ διακονοῦντες τήν Ἐκκλησίαν, κατά κύριον λόγον Κληρικοί, πορεύονται μετά διακρίσεως, συνεργάζονται καί ἐπικοινωνοῦν ὑπό τό κράτος τῆς ἀγωνίας διά τό ἐπιτυχές καί τό καλλίτερον, σχεδιάζουν, προτείνουν καί ὁραματίζονται. Ἔχουν, ἀσφαλῶς, τεθῆ καί ὑπηρετοῦνται ἀναπτυξιακαί προοπτικαί, χωρίς ὅμως νά καταλήγουν εἰς τόν πλήρη ἐξορθολογισμόν. Προέχει ἡ διάθεσις καί ἡ ποιότης τῶν διακονούντων εἰς τούς Ἐκκλησιαστικούς Ὀργανισμούς, τοῦ ὑπαλληλικοῦ προσωπικοῦ, τό ὁποῖον στελεχώνει τάς ἐκκλησιαστικάς ὑπηρεσίας. Τά ὀργανωτικά εὐέλικτα νομικά μορφώματα εὐκολύνουν, ἀλλά τά καταξιώνουν πάντοτε ἤ τά ἀχρηστεύουν οἱ φέροντες τάς εὐθύνας καί ἀγρυπνοῦντες. Ἄλλωστε ἡ μέχρι τοῦδε πορεία τῶν Οἰκονομικῶν δέν εἶναι ἀποκαρδιωτική καί ἀσφαλῶς θά βελτιωθῆ, ὅταν αἱ ἀναπτυξιακαί προτάσεις, συγκεκριμενοποιούμεναι καί ἁρμοδίως ἐγκρινόμεναι, εἰσέλθουν εἰς τήν φάσιν ἐφαρμογῆς καί πραγματοποιήσεως.

α. Ἐκκλησιαστικαί Ἀνώνυμοι Ἑταιρεῖαι. Εἰς τό ἐρώτημα, δύναται ἡ Ἐκκλησία νά συνιστᾶ νομίμως Ἀνωνύμους Ἑταιρείας ἤ Ἑταιρείας περιωρισμένης εὐθύνης, ὁ ν. 590/1977 περί Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπαντᾶ θετικῶς, πλήν ὑπό προϋπόθεσιν καί περιωρισμένως. Ὁρίζει (ἄρθρον 46, παράγρ. 3) ὅτι: "Δι' εἰδικοῦ νόμου, μετ' εἰσήγησιν τῆς Δ.Ι.Σ. δύνανται νά συνιστῶνται ἀνώνυμοι ἑταιρεῖαι ἤ ἑταιρεῖαι περιωρισμένης εὐθύνης διά τήν ἐν γένει ἀξιοποίησιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας". Συνεπῶς ἡ δυνατότης ὑφίστατο, προϋπέθετε ὅμως τήν μετ' εἰσήγησιν τῆς Δ.Ι.Σ. ἔκδοσιν εἰδικοῦ νόμου καί περιωρίζετο ἀορίστως καί μόνον εἰς τήν ἐν γένει ἀξιοποίησιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας.

Μετά τήν εἰς τόν νόμον ὑπ' ἀριθμ. 2778 ("Ἀμοιβαῖα Κεφάλαια Ἀκίνητης Περιουσίας - Ἑταιρεῖες Ἐπενδύσεων σέ Ἀκίνητη Περιουσία καί ἄλλες διατάξεις" Φ.Ε.Κ. 295/Α/30-12-1999) συμπεριληφθεῖσαν διάταξιν (οὐσιαστικῶς πρόκειται περί τροπολογίας εἰς τήν παράγρ. 3 τοῦ ἄρθρ. 46 τοῦ ν. 590/1977) εἰς τήν παράγραφον 2 τοῦ ἄρθρου 52 αἵρεται ἐς ἀεί ἡ προϋπόθεσις τοῦ εἰδικοῦ νόμου καί διηυρύνεται ἀπεριορίστως ὁ σκοπός τῶν μελλουσῶν νά ἱδρυθοῦν ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. Ἀνωνύμων ἤ περιωρισμένης Εὐθύνης Ἑταιρειῶν. Ἡ διάταξις ἔχει ὡς ἀκολούθως: "2. Ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος (Δ.Ι.Σ.) μέ ἀποφάσεις της δύναται ἡ ἰδία ἤ διά τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κεντρικῆς Ὑπηρεσίας Οἰκονομικῶν (Ε.Κ.Υ.Ο.) νά συνιστᾶ ἀνώνυμες ἑταιρεῖες ἤ ἑταιρεῖες περιωρισμένης εὐθύνης γιά τήν ἐν γένει ἀξιοποίηση τῆς κινητῆς καί ἀκίνητης ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, καθώς καί γιά τό σχεδιασμό, τή μελέτη, τήν ἐπίβλεψη, τή διεύθυνση, τή διαχείριση καί τήν ὑλοποίηση τῶν ἔργων καί τῶν ἐνεργειῶν γιά τόν ἐκσυγχρονισμό, τήν ἐνίσχυση καί τήν ἀνάπτυξη τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὑποδομῶν, τῶν ἐκκλησιαστικῶν δραστηριοτήτων καί τήν ὑποστήριξη τῶν ἐπικοινωνιακῶν της ἀναγκῶν. Στίς ἱδρυόμενες κατά τά ἄνω ἑταιρεῖες δύναται μετά ἀπό ἔγκριση τῆς Δ.Ι.Σ. νά συμμετέχουν Ἱερές Μητροπόλεις ἤ ἄλλοι φορεῖς μέ τή σχετική ἀπόφαση ποσοστό συμμετοχῆς σέ αὐτές. Ἡ Δ.Ι.Σ. δύναται νά συνιστᾶ μόνη ἤ μέ ἄλλους φορεῖς ἀπό κοινοῦ ἑταιρεῖες μή κερδοσκοπικοῦ χαρακτῆρα" (παράγρ. 2, ἄρθρ. 52, ν. 2778/1999).

Διά τῆς τροπολογίας αὐτῆς παρέχεται πλέον ἡ δυνατότης εἰς τήν Ἐκκλησίαν νά ἱδρύη Νομικά Πρόσωπα Ἰδιωτικοῦ Δικαίου (Ἀνωνύμους Ἑταιρείας καί Ἑταιρείας Περιωρισμένης Εὐθύνης), ἔχοντα μικρόν μέγεθος καί διαθέτοντα εὐελιξίαν, ἐπιτελικότητα καί ἱκανότητα εἰς τήν ὑλοποίησιν ἔργων, ἐνεργειῶν καί δράσεων, εἴτε δι' ἰδίων δυνάμεων, εἴτε δι' ἐπιλογῆς ἑταιρειῶν συμβούλων τοῦ δημοσίου ἤ τοῦ ἰδιωτικοῦ τομέως.

  1. Α.Ε. ἐπιχειρησιακῶν Προγραμμάτων, Μελετῶν καί Ἔργων ἀπό χρηματοδοτήσεις ἐκ τοῦ Γ´ Κοινοτικοῦ Πλαισίου Συγκλίσεως (Κ.Π.Σ.). Ὅταν κατά μῆνα Ὀκτώβριον τοῦ 1999 ἐκομίσαμεν ἐνώπιον τῆς σεπτῆς Ἱεραρχίας εἰσήγησιν περί τῆς συμμετοχῆς τῆς Ἐκκλησίας εἰς τό 3ον Κοινοτικόν Πλαίσιον Στηρίξεως (Πρακτικά Ἱεραρχίας, ἔνθ. ἀν., σελ. 180-201) δέν περιωρίσθημεν εἰς τήν ἀνάλυσιν τῆς ὑφισταμένης ὑποδομῆς καί ὀργανώσεως τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν διά τήν ἐπικοινωνίαν καί συνεργασίαν αὐτῆς μετά τῶν κοινοτικῶν Ὀργάνων τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως (Ἀντιπροσωπεία ἐν Βρυξέλλαις - Εἰδική Συνοδική Ἐπιτροπή Παρακολουθήσεως Εὐρωπαϊκῶν θεμάτων - Ὑποεπιτροπή Ἀναπτύξεως Ἀνθρωπίνου Δυναμικοῦ), οὔτε εἰς τήν παρουσίασιν καί ἀνάλυσιν τοῦ περιεχομένου τοῦ ἐντυπωσιακοῦ καί ὑπό πάντων ἐπαινεθέντος τεύχους μέ τήν Πρότασιν τῶν Ἀναπτυξιακῶν Παρεμβάσεων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διά τήν συμμετοχήν εἰς τό 3ον Κοινοτικόν Πλαίσιον Στηρίξεως. Ὑπενθυμίζομεν, ὅτι ἡ πρότασις ἀφορᾶ εἰς τούς τομεῖς παρεμβάσεως: i. Ἀνάπτυξις ἀνθρωπίνου Δυναμικοῦ (ἐκπαίδευσις - κατάρτισις),
  2. Παραγωγικοί Τομεῖς - Τουρισμός, iii. Βελτίωσις ποιότητος ζωῆς (Ὑγεία - Πρόνοια - Πολιτισμός, Περιβάλλον), iv. Ἡ Ἑλλάς εἰς τήν κοινωνίαν τῆς πληροφορίας, ἡ δέ οἰκονομική ἐνδεικτική ἀποτίμηση τῶν δράσεων, ἀναβιβάζεται εἰς τό ποσόν τῶν 126 δισεκατομμυρίων δραχμῶν (γενικόν σύνολον). Ἠσχολήθημεν, ἐπίσης, καί μέ τόν φορέα ὑλοποιήσεως τῆς Προτάσεως καί τά ἀποτελέσματα τῆς ἐνασχολήσεως κατεγράψαμε καί ἔχουν δημοσιευθῆ ἀπό τότε εἰς τόν τόμον τῶν Πρακτικῶν τῆς Ι.Σ.Ι., διά τήν περίπτωσιν καθ' ἥν ἅπασα ἡ Πρότασις, σύνολον τό Πρόγραμμα τῶν ἔργων καί τῶν δράσεων, ἤ ὡρισμένων ἐξ αὐτῶν, μετά τῶν ἀντιστοίχων προϋπολογισμῶν τῶν ἔργων, θά ἐνεκρίνετο ὑπό τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως.
Ἡ περί τό θέμα ἐκκρεμότης ὑφίσταται καί βασίμως διατηρεῖται ἡ ἐλπίς, ἄν ὄχι ἡ βεβαιότης, ὅτι τά προτεινόμενα ὑπό τῆς Ἐκκλησίας ἔργα εἶναι ἐπιλέξιμα καί ἀργά ἤ γρήγορα, θά ἐγκριθοῦν. Ἐν ὄψει τῆς ἀναμενομένης ἐγκρίσεως, ἡ ἔγκαιρος, ἄμεσος θά ἐλέγαμε, προώθησις καί ἐφαρμογή τῆς προσφορωτέρας λύσεως, ὡς πρός τόν Φορέα τῆς ὑλοποιήσεως τῶν Προγραμμάτων, εἶναι ἡ σύστασις Ἀνωνύμου Ἑταιρείας. Αὕτη, μέ τό εὐέλικτον σχῆμα της, ὡς σκοπό θά ἔχη, συμφώνως πρός τήν ἄποψιν τοῦ γνωμοδοτήσαντος σχετικῶς (μέ τήν ἀπό 5-8-1999 ἐπιστολήν του) Καθηγητοῦ κ. Ἀποστόλου Γεωργιάδου, Προέδρου τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς τῆς Νομικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, "τή μελέτη, κατασκευή, ἐπέκταση, συντήρηση, ὀργάνωση, ἐξοπλισμό καί ἐκμετάλλευση κάθε εἴδους ἔργου ὑποδομῆς, καθώς καί τή διοίκηση, ἐπίβλεψη καί τήν ἐν γένει παρακολούθησή τους" (Βλ. πλείονα εἰς τήν ἡμετέραν Εἰσήγησιν, ἔνθ. ἀν., σελ. 198-199).

Ἤδη ὁ Μακαριώτατος Πρόεδρος ἔθεσεν ὑπ' ὄψιν ἡμῶν, ἐν ὄψει τῆς ἡμετέρας Εἰσηγήσεως κατά τήν παρουσαν Συνέλευσιν, Σχέδιον Καταστατικοῦ τῆς ὑπό σύστασιν Ἀνωνύμου Ἑταιρείας, τό ὁποῖον συνέταξεν ὁ κ. Γεώργιος Ἀλέγρας, Σύμβουλος Ἀναπτύξεως καί Διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν καί τό ὁποῖον ἐπεξεργάζονται νομικοί.

Ἐκ τοῦ ἀποτελουμένου, ὅπως αἱ νομικαί διατάξεις περί Α.Ε. ὁρίζουν, ἐξ ἕνδεκα (11) Κεφαλαίων καί ἐξ ἑξήκοντα καί τριῶν (63) ἄρθρων Σχεδίου Καταστατικοῦ μεταφέρομεν τήν ἐκ τοῦ 1ου ἄρθρου ἐνδεικτικήν εἰσέτι ἐπωνυμίαν "Ὑποστήριξη Ἐπιχειρησιακῶν καί Χρηματοδοτικῶν Προγραμμάτων, Μελετῶν καί Ἔργων Ἀνώνυμη Ἑταιρεία" καί τό ἐκτενές ἄρθρον 2 περί τοῦ σκοποῦ αὐτῆς, τό ὁποῖον ἔχει ὡς ἀκολούθως:

"Ἄρθρο 2, ΣΚΟΠΟΣ. Σκοπός τῆς ἑταιρείας εἶναι ἡ ἐκπόνηση, ἡ διαχείριση καί ἡ παρακολούθηση τῆς ὑλοποίησης ἐπιχειρησιακῶν προγραμμάτων καί δράσεων στούς τομεῖς τῶν νέων τεχνολογιῶν, τῆς ἐκπαίδευσης, τοῦ πολιτισμοῦ, τοῦ περιβάλλοντος, τῆς ἀπασχόλησης καί ἐπαγγελματικῆς κατάρτισης, τῆς ἀνάπτυξης καί διαχείρισης τοῦ ἐθελοντισμοῦ, στούς τομεῖς καί στά θέματα τοῦ πολιτισμοῦ, τῆς ὑγείας καί προνοίας, τοῦ τουρισμοῦ, τῆς πληροφορικῆς καί τῆς κοινωνίας τῆς πληροφορίας, στήν ἀνάπτυξη καί διαχείριση τῶν ἰδεῶν καθώς καί στήν ἀνάπτυξη καί διαχείριση ἔργων. Ὁμοίως στούς σκοπούς τῆς Ἑταιρείας περιλαμβάνεται ἡ ὀργάνωση τῆς διαχείρισης, ἡ παρακολούθηση τῆς ὑλοποίησης, ἡ παροχή τεχνογνωσίας καί ὑποστήριξης τῆς ἐκτέλεσης τῶν ἔργων καί τῶν ἐπιχειρησιακῶν προγραμμάτων καί κάθε συνεφής πρός τά ἀνωτέρω ὑπηρεσία. Ἡ διοίκηση, ὁ ἔλεγχος καί ἡ παραλαβή τῶν μελετῶν τῶν προγραμμάτων καί τῶν ἀντιστοίχων ἔργων κατά τό ὑλικό καί οἰκονομικό ἀντικείμενό τους καθώς καί ἡ γραφειακή - γραμματειακή καί συμβουλευτική ὑποστήριξη προγραμμάτων, μελετῶν καί ἔργων ἔναντι τῶν λοιπῶν Ἀρχῶν, τῶν ἀναδόχων ὑλοποίησης, τῶν δικαιούχων χρήσεως τῶν ἔργων καί ἔναντι τῶν λοιπῶν φυσικῶν καί νομικῶν προσώπων καί ὀργανισμῶν.

Ὁ προγραμματισμός καί ἡ διαχείριση χρηματοδοτικῶν προγραμμάτων καί χρηματοδοτήσεων γιά ὅλα τά ἀνωτέρω, ἡ ἐκπόνηση τῶν συμβατικῶν τεύχων δημοπράτησης καί ἀνάθεσης σέ ἀναδόχους ἐκπόνησης καί ὑλοποίησης μελετῶν, ἔργων καί προγραμμάτων, ἡ διενέργεια διαγωνισμῶν καί ἀναθέσεων, ἡ διαχείριση, ἡ χρηματοπιστωτική καί χρηματοληπτική ὑποστήριξη τῶν φορέων, ἡ παροχή συμβούλων καί κατευθύνσεων καί οἱ ἐν γένει ὑπηρεσίες διοικητοῦ, διαχειριστοῦ καί ὀργανωτικοῦ συμβούλου ὑλοποίησης ἔργων καί μελετῶν. Στούς σκοπούς τῆς ἑταιρείας περιλαμβάνεται ἡ ὑποστήριξη τῆς ὑλοποίησης τῶν δράσεων πού χρηματοδοτοῦνται γιά τά παραπάνω ἐπιχειρησιακά προγράμματα, μελέτες καί ἔργα πού ἀνάγονται ἤ ἐκτελοῦνται ἀπό Ἐκκλησιαστικούς φορεῖς μέ χρηματοδοτήσεις ἀπό τό Γ´ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης ἤ λοιπές χρηματοδοτήσεις.

Γιά τήν ἐπίτευξη τῶν σκοπῶν τῆς ἑταιρείας καί χωρίς νά θίγονται οἱ προβλεπόμενες ἀπό τή νομοθεσία ἁρμοδιότητες τῶν διαχειριστικῶν ἀρχῶν καί τῶν δικαιουμένων τῶν χρηματοδοτήσεων φορέων,ἡ ἑταιρεία μπορεῖ νά:


α) ὑποστηρίζει μέ τεχνοκράτες, ἐμπειρογνώμονες καί μελετητές τήν προετοιμασία ἐπιχειρηματικῶν σχεδίων δράσης καθώς καί τίς δομές ὀργάνωσης τῆς διαχείρισης τῶν ἔργων.

β) καταρτίζει τά τεύχη προκηρύξεων τῶν ἔργων σέ συνεργασία μέ τόν τελικό δικαιοῦχο.

γ) ἀναλαμβάνει τή διενέργεια διαγωνισμῶν, ἀξιολόγησης προσφορῶν, κατάρτισης συμβάσεων μέ τούς ἀναδόχους, παρακολουθεῖ τήν ἐκτέλεση τῶν συμβάσεων καί τίς τροποποιήσεις αὐτῶν, ἀνάλογα μέ τίς ἀπαιτήσεις τῶν ἔργων.

δ) προσλαμβάνει καί χρησιμοποιεῖ συμβούλους φυσικά ἤ νομικά πρόσωπα γιά τήν ἐξυπηρέτηση τῶν ἀναγκῶν της.

ε) ὑποστηρίζει τούς τελικούς δικαιούχους - φορεῖς στήν παραγωγική λειτουργία ἔργων καί προγραμμάτων γιά τή συνεχῆ παραγωγική λειτουργία τῶν ἔργων καί τήν ἐν γένει συνεχῆ ἀνάπτυξη ἐκ τῶν ἔργων.

στ) ὀργανώνει ἐκπαιδευτικά σεμινάρια, προγράμματα καί ἐκθέσεις γιά τήν ὑποστήριξη τῶν παραπάνω.

Στούς σκοπούς τῆς ἑταιρείας περιλαμβάνεται ἡ παροχή τεχνογνωσίας καί πάσης φύσεως συμβουλευτικῆς ὑποστήριξης πρός τούς φορεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιά τήν ἔνταξη καί ὑλοποίηση ἐπιχειρησιακῶν καί χρηματοδοτικῶν προγραμμάτων, μελετῶν καί ἔργων χρηματοδοτουμένων ἤ συγχρηματοδοτουμένων ἀπό τήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση.

Ἡ ἑταιρεία κατά τήν λειτουργία της δέν εἶναι κερδοσκοπική. Ἡ ἑταιρεία γιά τήν ὑλοποίηση τοῦ σκοποῦ της δύναται νά ἱδρύει θυγατρικές ἑταιρεῖες καί νά συμμετέχει σέ ἑταιρεῖες ὁμοίου ἤ παρεμφεροῦς σκοποῦ".

Ἐπισημειοῦμεν, ὅτι ἡ ἐργώδης αὐτή προσπάθεια διά τήν σύστασιν τῆς συγκεκριμένης Α.Ε. θά πρέπει νά ἐπικροτηθῆ ὑπό τῆς Ι.Σ.Ι., ὡλοκληρωμένη νά ἐγκριθῆ ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. καί νομίμως νά συσταθῆ οὕτως, ὥστε νά εἴμεθα ἕτοιμοι διά τόν ἐπί πλέον λόγον, ὅτι καί ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωσις ἀπαιτεῖ τήν συγκρότησιν φορέως ὑποστηρίξεως τῶν ἐπιλεγομένων ἔργων καί δράσεων.

Εἰς πάντα δέ ταῦτα προτείνομεν καί παρακαλοῦμεν νά ἐγκριθῆ, κατ' ἀρχήν, ἡ μελέτη διά τήν συγκρότησιν Ὀργάνου μή Κυβερνητικοῦ, διά τήν ἐνίσχυσιν τρίτων Κρατῶν ὑποψηφίων πρός ἔνταξιν εἰς τήν Εὐρωπαϊκήν Ἕνωσιν καί δή τῆς εὐρυτέρας περιοχῆς τῶν Βαλκανίων καί τῶν ἄλλων Ἀνατολικῶν Κρατῶν.

Α.Ε. Διαχειρίσεως καί Ἀξιοποιήσεως ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας. Ἐπί τῆς τραπέζης τῆς μελέτης καί ἐπεξεργασίας ὑπό τῆς Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. κεῖται σχέδιον Καταστατικοῦ Ἀνωνύμου Ἑταιρείας ὑπό τήν ἐπωνυμίαν "Διαχείριση καί Ἀξιοποίηση Ἐκκλησιαστικῆς Περιουσίας Α.Ε." (μέ διακριτικόν τίτλον ΔΑΕΠ, ΑΕ). Θά περιορισθῶμεν εἰς τήν παράθεσιν τοῦ ἱστορικοῦ τῆς ὑποθέσεως, δανειζόμενοι τοῦτο ἀπό τήν πρός τήν ΔΕ/Ε.Κ.Υ.Ο. ὑπηρεσιακήν εἰσήγησιν. Κατ' αὐτήν "ἡ Συνοδική Ἐπιτροπή Οἰκονομικῶν, κατόπιν εἰσηγήσεως τοῦ Προέδρου τῆς Δ.Ι.Σ. Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου κ. Χριστοδούλου, συνεζήτησεν μέ διευρυμένη σύνθεσιν (διά τῆς συμμετοχῆς ἐμπειρογνωμόνων) τό θέμα τῆς καλυτέρας δυνατῆς ἀξιοποιήσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς ρευστοποιητέας περιουσίας. Ἐν συνεχεία, ἀπεφασίσθη ἡ σύγκλιση, ὑπό τοῦ Προέδρου τῆς Δ.Ι.Σ., κοινῆς συνεδριάσεως τῶν τριῶν ἁρμοδίων συλλογικῶν ὀργάνων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἤτοι τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν Οἰκονομικῶν καί τῆς Διοικούσης Ἐπιτροπῆς τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. μέ τήν συμμετοχή διαπρεπῶν ἐμπειρογνωμόνων προκειμένου νά συζητηθεῖ ἐμπεριστατωμένα τό ὅλον θέμα τῆς καλυτέρας ἀξιοποιήσεως τῆς περιουσίας τῆς Ἐκκλησίας καί τινα ἄλλα ζωτικοῦ ἐνδιαφέροντος θέματα. Ἡ "τριμερής" συνῆλθε τόν Σεπτέμβριο τοῦ 2000 καί ἀπεφάσισεν ὁμοφώνως νά μελετηθῆ ἡ δημιουργία "Ἀνωνύμου Ἑταιρείας" ἥτις θά ἀνελάμβανε τήν διαχείρισιν καί ἀξιοποίησιν τμήματος ἤ τοῦ συνόλου τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, κατόπιν ἀποφάσεων τῆς Δ.Ε. καί τῆς Δ.Ι.Σ. Τό ἐν λόγω καταστατικόν ὁλοκληρώθηκε, προσεκομίσθη εἰς τόν Πρόεδρον τῆς Δ.Ι.Σ. Μακαριώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν, καί ἐν συνεχεία ἐστάλη εἰς τόν Πρόεδρον τῆς Ἐπιστημονικῆς Νομικῆς Ἐπιτροπῆς Ἀκαδημαϊκόν - Καθηγητήν κ. Ἀπ. Γεωργιάδην προκειμένου νά τύχει τοῦ ἐλέγχου καί τῆς ἀναγκαίας νομικῆς ἐπεξεργασίας" (Ε.Κ.Υ.Ο. ἀριθμ. πρωτ. 2291/23-7 -2001).

Ἐπί τοῦ παρόντος, καί μετά ἀπό μίαν μόνον πρώτην προσέγγισιν τοῦ κειμένου τοῦ Καταστατικοῦ ὑπό τῆς Δ.Ε. τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. δέν θά δώσωμεν στοιχεῖα τοῦ περιεχομένου αὐτοῦ. Χρειάζεται ὑπό πολλῶν Ὀργάνων συναρμοδίων βάσανος τοῦ περιεχομένου καί ἀπό κοινοῦ συμφωνία εἰς τά ἐπί μέρους οὐσιώδη, καί δή ἐπί ποίας ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας θά ἔχη ἁρμοδιότητα ἤ ποίου τμήματος αὐτῆς θά ἀναλάβη τήν διαχείρισιν καί ἀξιοποίησιν, ποία ἡ σχέσις αὐτῆς μέ τήν Δ.Ι.Σ. καί τήν Ε.Κ.Υ.Ο, πόσοι καί ποῖοι οἱ μέτοχοι καί ἄλλα σχετικά θά πρέπει νά διευκρινισθοῦν. Ἀκολούθως θά ὑπάρξη ὑπεύθυνος ἐνημέρωσις διά τήν μίαν ἤ τάς περισσοτέρας, κατά τομεῖς δράσεως καί κατηγορίας περιουσίας, Ἀνωνύμους Ἑταιρείας.

Α.Ε. Χώρων σταθμεύσεως αὐτοκινήτων. Ἡ διά πρώτην φοράν ἐπιχειρηθεῖσα ὑπό τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. ἀπ' εὐθείας ἐκμετάλλευσις τοῦ ἐν Θεσσαλονίκῃ καί ἐπί τῶν ὁδῶν Ἐθνικῆς ἀμύνης, Τσιμισκῆ καί Δαγκλῆ ἐκκλησιαστικοῦ ἀκινήτου, τό ὁποῖον ἦτο καί πρότερον μισθωμένον ὡς χῶρος σταθμεύσεως αὐτοκινήτων (πάρκιν), ἀπέδωκεν εἰς τό εἰκοσαπλάσιον περίπου τό μίσθωμα. Ἡ ἐπιτυχία τοῦ πειραματικοῦ τούτου ἐγχειρήματος ὡδήγησεν τήν Δ.Ε. τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. νά μήν παρατείνη τάς μισθώσεις ἑτέρων δύο ἀκινήτων, λειτουργούντων ὡς χώρων σταθμεύσεως αὐτοκινήτων καί, ἐπί πλέον, ὡς πρατήρια ὑγρῶν καυσίμων καί δι' ἄλλας συναφεῖς χρήσεις, καί νά συστήση εἰς τούς νομικούς τῆς Ὑπηρεσίας τήν ἐπιδίωξιν, ἔστω καί δικαστικῶς, τήν παραλαβήν τῶν ἀκινήτων, προκειμένου νά τά ἐκμεταλλευθῶμεν ὅπως καί τό πρῶτον. Πρόκειται διά τό ἐν Ἀθήναις καί ἐπί τῶν ὁδῶν Λεωφόρου Ἀλεξάνδρας, Παν. Κυριακοῦ καί Ἁγίων Πάντων καί διά τό ἐν Θεσσαλονίκῃ καί ἐπί τῆς ὁδοῦ Βασιλίσσης Ὄλγας 179 οἰκόπεδα. Αἱ ἀγωγαί ἐξώσεων ηὐδοκίμησαν, ἀλλά αἱ προσφυγαί εἰς ἄλλα ἔνδικα μέσα καθεστέρησαν τήν παραλαβήν, ἡ ὁποία κατ' αὐτάς ὁλοκληροῦται. Δέν διακινδυνεύωμεν τήν πρόβλεψιν τῆς ὠφελείας. Ἀναμένοντες εἰς τό ἐγγύς μέλλον τά συγκεκριμένα ἀποτελέσματα, θά εὑρωθῶμεν ἀσφαλῶς ἐνώπιον τῆς ἰδίας ἱκανοποιητικῆς ἐκπλήξεως.

Πλέον τούτων, ἡ σωρευθεῖσα ἐμπειρία ὡδήγησεν εἰς τήν καταλογογράφησιν τῶν πρός τόν σκοπόν αὐτόν προσφερομένων ἐν Ἀττικῇ, Θεσσαλονίκῃ καί Πάτρᾳ οἰκοπέδων τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι:

Α´ Ἐν Ἀττικῆ:

α. Ἐν Ἀθήναις:

1. Οἰκόπεδον (2.788 τ.μ.) ἐπί τῆς Λεωφόρου Ἀλεξάνδρας. Λειτουργῆ ὡς χῶρος σταθμεύσεως αὐτοκινήτων.

2. Οἰκόπεδον (1.368 τ.μ.) ἐπί τῶν Τρικάλων καί Αἰγίου (Γουδί). Ἐζητήθη διά πάρκιν.

3. Οἰκόπεδον (342 τ.μ.) ἐπί τῆς Ἰουλιανοῦ. Μικρόν, ἀλλ' εἰς πυκνοδομημένην περιοχήν. Εἶναι δυνατόν ν' ἀποδώση ὡς πάρκιν.

4. Οἰκόπεδον (381 τμ.μ) εἰς Κάτω Πατήσια. Ὁμοίως.

β. Ἐν Βουλιαγμένῃ:

1. Ο.Τ. 7 (ἐμβ. 17431 τ.μ.) εἰς κεντρικήν θέσιν, προσφερόμενον διά τόν σκοπόν αὐτόν.

2. Ο.Τ. 5 (5.658 τ.μ.). Ὁμοίως πλησίον καί ξενοδοχείου.

3. Ο.Τ. 70 (2.283 τ.μ.). Χαρακτηρισμένον ὑπό τοῦ Δήμου ὡς χῶρος σταθμεύσεως.

4. Ο.Τ. 75 (843 τ.μ.). Ὁμοίως.

Β. Ἐν Θεσσαλονίκῃ:

1. Οἰκόπεδον (888 τ.μ.). Λειτουργεῖ ἤδη ὡς χῶρος σταθμεύσεως καί πρατήριον.

2. Οἰκόπεδον (535 τ.μ.). ἐπί τῆς ὁδοῦ Ὀλύμπου. Προσφέρεται διά τήν χρῆσιν αὐτήν.

3. Οἰκόπεδον (581 τ.μ.) ἐπί τῶν ὁδῶν Φιλίππου, Χριστοπούλου καί Δελμούζου. Ἔχει συνταχθῆ μελέτη διά πολυόροφον ἐστεγασμένον γκαράζ.

4. Οἰκόπεδον (1.490 τ.μ.) ἐπί τῶν ὁδῶν Τσιμισκῆ κ.λπ. Ἡ ἐκμετάλλευσίς του γίνεται ἀπό τήν Ε.Κ.Υ.Ο ἤδη.

Γ. Ἐν Πάτραις:
  1. Οἰκόπεδον (626 τ.μ.) ἐπί τῶν ὁδῶν Ὄθωνος καί Ἀμαλίας. Κεντρικόν, προσφέρεται διά τήν χρῆσιν αὐτήν.
  2. Δύο ἐν ἐπαφῇ οἰκόπεδα (576 τ.μ.) ἐπί τῆς Φαβιέρου.
  3. Οἰκόπεδον (593 τ.μ.) ἐπί τῶν ὁδῶν Σαρανταπόρου καί Π. Μελᾶ.
  4. Οἰκόπεδον (379 τ.μ.) ἐπί τῆς ὁδοῦ Ναυμαχίας Ἕλλης.
  5. Τρία συνεχόμενα οἰκόπεδα (794 τ.μ.) ἐπί τριῶν ὁδῶν Ἁγ. Διονυσίου κ.ἄ.
Διά πάντα ταῦτα ἀπεφασίσθη καί ἐπροτάθη ὑπό τῆς Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. καί ἤδη ἐνεκρίθη ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. νά συσταθῆ εὐέλικτος Ἀνώνυμος Ἑταιρεία (μελετᾶται τό Καταστατικόν της), ἡ ὁποία θά ἀναλάβη συστηματικῶς τήν ἐκμετάλλευσίν των, ὡς ὑπαίθρια, ὅσα εἶναι χαρακτηρισμένα, καί ὡς πολυόροφα ἐστεγασμένα, ὅσα θά ἀποχαρακτηρισθοῦν ἤ εἶναι ἐλεύθερα.

Εἰς ὅλας πλέον τάς πόλεις ὑφίστανται ἔντονα προβλήματα χώρων σταθμεύσεως αὐτοκινήτων. Μέ δοδομένον, ὅτι τό Κράτος, ἀναγνωρίζον τήν ἀνάγκην δημιουργίας ὠργανωμένων χώρων σταθμεύσεως ὀχημάτων, διά νόμου ἔχει ὁρίσει γενναίας ἐπιχορηγήσεις τῶν ἐπιχειρηματικῶν αὐτῶν δραστηριοτήτων εὐκολύνεται περισσότερον καί ἡ ἔκδοσις ἀδείας καί ἡ ἀνέγερσις κτιρίων διά τόν σκοπόν αὐτόν. Εἷς, λοιπόν, ἑνιαῖος φορεύς μέ τό ἐπιχειρηματικόν σχῆμα Ἀνωνύμου Ἑταιρείας, μετά βεβαιότητος θά εὐδοκιμήση, ἐξασφαλίζων ἀξιόλογα ἔσοδα ἀπό ἀκίνητα ἐλάχιστα προσφέροντα μέχρι σήμερον.

β. Στέγη Ἀντιπροσωπείας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐν Βρυξέλλαις. Δι' ἀποφάσεων τῶν ἁρμοδίων Συνοδικῶν Ὀργάνων ἱδρύθη καί λειτουργεῖ ἐν Βρυξέλλαις ἡ Ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν, οὕτως ὥστε τά μέλη αὐτῆς νά "δραστηριοποιοῦνται ἐκτός τῶν ἄλλων καί διά τήν ἐξυπηρέτησιν ἐπί παντός θέματος, ἀφορῶντος εἰς τήν ἀναζήτησιν καί ἐξεύρεσιν εὐρωπαϊκῶν πόρων πρός διευκόλυνσιν τῶν ποιμαντικῶν ἀναγκῶν τῶν κατά τόπους Ἱερῶν Μητροπόλεων...", προκειμένου νά ἐξασφαλίζεται, ἐν τέλει, ἡ ἐπιτυχία, "ἑνιαίας προβολῆς τοῦ ἔργου καί ἡ ἀνάπτυξις συντονισμένων ἐνεργειῶν πρός ἐπίτευξιν τῶν ἐπιδιωκομένων σκοπῶν" Ἐγκύκλιον Σημείωμα Δ.Ι.Σ. ὑπ' ἀριθμ. πρωτ. 178/182/26-1-1999. Πρβλ. τήν παράγραφον "Ἡ Ἐκκλησία στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση" ἀπό τήν Εἰσαγωγική ὁμιλίαν ἐνώπιον τῆς Ι.Σ.Ι. τοῦ Μακ. Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος (Ὀκτώβριος 1998) Εἰς τά Πρακτικά, ἔνθ. ἀν., σελ. 46 ἑξ. καί ἡμετέραν Εἰσήγησιν εἰς τά Πρακτικά τῆς Ι.Σ.Ι., ἔνθ. ἀν., σελ. 181 ἑξ.).

Συμφώνως πρός τάς ἑκάστοτε λαμβανομένας συνοδικῶς Ἀποφάσεις, ἀπό τοῦ Ὀκτωβρίου τοῦ 1988 λειτουργεῖ ἐν Βρυξέλλαις τό Γραφεῖον τῆς Ἀντιπροσωπείας τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν, στεγαζόμενον εἰς ἐνοικιαζόμενον Γραφεῖον καί, ἔστω καί μερικῶς ἐπανδρωμένον, προσφέρει τάς ὑπηρεσίας αὐτοῦ.

Μετά τήν ἐκλογήν Βοηθοῦ Ἐπισκόπου διά τήν θέσιν τοῦ Διευθυντοῦ τοῦ Γραφείου τῆς Ἀντιπροσωπείας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος παρά τῇ Εὐρωπαϊκῇ Ἑνώσει (Ι.Σ.Ι. Ὀκτωβρίου 2000), ἐπεδιώχθη ἡ ἀγορά στέγης καί διά τήν εὐκόλυνσιν τῶν ἐκεῖσε προσφερόντων τάς ὑπηρεσίας των, καί διά τήν εὐπρόσωπον παρουσίαν τῆς ἡμετέρας Ἐκκλησίας εἰς τό κέντρον τῆς ἡνωμένης Εὐρώπης, καί διά τήν φιλοξενίαν καί ἄλλων παρεμφερῶν ἐκκλησιαστικῶν δράσεων.

Ἤδη, ὑπό τήν συνεχῆ παρακολούθησιν τῆς Δ.ΙΣ. τῆς παρελθούσης περιόδου (2000-2001) καί δι' ἀνοικτῶν διαδικασιῶν, συνδιαζουσῶν τά παρ' ἡμῖν καί ἐν Βελγίῳ κρατοῦντα εἰς τάς πράξεις ἀγοραπωλησίας ἀκινήτων, ἠγοράσθη εἰς κεντρικόν σημεῖον τῶν Βρυξελλῶν, πλησίον τῶν οἰκοδομημάτων πού στεγάζουν τάς Ὑπηρεσίας τῆς Κοινότητος, ὡραιότατον, διατηρητέον, αὐτοτελές πολυόροφον μεθ' ὑπογείου κτήριον, μέ μισθωμένον μάλιστα, τόν ἰσόγειον χῶρον του εἰς τινα Τράπεζαν. Σήμερον εὑρισκόμεθα εἰς τό σημεῖον τῆς ἐκπονήσεως μελετῶν διά τό ὁριστικόν κτηριολογικόν πρόγραμμα καί τήν προσαρμογήν αὐτοῦ εἰς τάς ἀνάγκας τῆς Ἀντιπροσωπείας. Εἰς χρόνον εὐθετώτερον - ἴσως κατά τά ἐπίσημα ἐγκαίνια αὐτοῦ - δοθοῦν πλήρη τά στοιχεῖα τῆς ἀγορᾶς καί τοῦ εὐπρεπισμοῦ τοῦ ἀκινήτου. Τώρα ἄς ἀρκεσθῶμεν εἰς τήν ἱκανοποίησιν ἀπό τάς ρηξικελεύθους καί ἀγνώστους μέχρι τοῦδε πρωτοβουλίας καί ἐπενδύσεις τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν.

γ. Ἐκπαιδευτικόν καί Συνεδριακόν Κέντρον. Δέν χρειάζεται νά ἐξαντληθῶμεν, ἀναπτύσσοντες τήν ἀναγκαιότητα καί σκοπιμότητα ἐξασφαλίσεως ἰδιοκτήτου ἀκινήτου διαθέτοντος, ὄχι μόνον χώρους, κυρίους καί βοηθητικούς, Συνεδρίων ἐκπαιδευτικῶν καί μορφωτικῶν, ἀλλά καί ἀνάλογον ξενοδοχειακήν ὑποδομήν ἐντός τῆς εὐρυτέρας περιοχῆς τῆς πρωτευούσης. Ἡ ἀναπτυσσομένη δραστηριότης περί τά ἐπιμορφωτικά Συνέδρια τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν, ἡ δυνατότης φιλοξενίας ἄλλων τοῦ ἐσωτερικοῦ καί τοῦ ἐξωτερικοῦ, ὁ καταρτισμός συναφῶν προγραμμάτων μέ ἀποδέκτας τήν Ἱεράν Σύνοδον, τάς Ἱεράς Μητροπόλεις, τάς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας καί δή τῶν Βαλκανίων, τούς διμερεῖς καί πολυμερεῖς Διαλόγους καί πάντα ἄλλον ἐνδιαφερόμενον, ἀπό τόν εἰδικόν φορέα αὐτῆς τῆς εὐθύνης, στηρίζει καί τήν ὠφελιμότητα καί τήν παραγωγικότητα τῆς προσλαμβανούσης καί ἐπενδυτικόν χαρακτῆρα, ἀγορᾶς. Καθώς δέν ἔχει ὁλοκληρωθῆ ἡ ἀγορά ἀκόμη, θά περιορισθῶμεν εἰς τήν χρονογραφικήν ἐνημέρωσιν ἐπί τῆς μέχρι τοῦδε ἀκολουθηθείσης διαδικασίας, περιοριζόμενοι εἰς τά οὐσιώδη τῆς ὑποθέσεως αὐτῆς.

Κατά τήν Συνεδρίαν ΙΖ´/11-1-2001 τῆς Δ.Ι.Σ. ὁ Μακαριώτατος εἰσήγαγεν εἰς τό Σῶμα τάς προτάσεις τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν Οἰκονομικῶν (τῆς ὁποίας ὁ ἴδιος προεδρεύει - συνεδρία 8-1-2001) ἰδίᾳ τάς γνώμας τῶν ἐμπειρογνωμόνων καί τεχνοκρατῶν οἱ ὁποῖοι προκαλούμενοι ἀνιδιοτελῶς βοηθοῦν τάς ἀναφερομένας εἰς τάς ἐνεργείας διά τήν ἀγοράν ἀκινήτου πρός στέγασιν τοῦ Συνεδριακοῦ καί Ἐκπαιδευτικοῦ Κέντρου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί μετά ἀπό διεξοδικήν συζήτησιν ἐνεκρίθησαν ( "Συνοδικῇ ἀποφάσει ἐγκρίνονται ἅπασαι αἱ ὑπό τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν Οἰκονομικῶν γενόμεναι προτάσεις ἐπί τοῦ ὡς ἄνω θέματος, ὡς αὗται διαλαμβάνονται ἐν τῷ ὑποβληθέντι τῇ Ἱερᾷ Συνόδῳ Πρακτικῷ τῆς Ἐπιτροπῆς τῆς Συνεδρίας τῆς 8ης Ἰανουαρίου 2001" Πρακτικά Δ.Ι.Σ., ἐν οἷς καί αἱ διατυπωθεῖσαι ἀπόψεις καί προβληματισμοί τῶν Συνοδικῶν Συνέδρων).

Ἀκολουθοῦν αἱ ὑπό τῶν ὑπηρεσιακῶν παραγόντων διεργασίαι καί προκηρύσσεται μία πρώτη πρόσκλησις ἐκδηλώσεως ἐνδιαφέροντος πρός πώλησιν καταλλήλου ἀκινήτου, ὁ ὁποία ἐπαναλαμβάνεται πληρέστερη, ἀφοῦ ἐν τῷ μεταξύ ἡ Δ.Ι.Σ. (Συνεδρία ΚΕ/3-4-2001) τῇ προτάσει τοῦ Μακαριωτάτου Προέδρου, συνεκρότησεν 7μελῆ Ἐπιτροπήν Διαγωνισμοῦ διά τήν ἀγοράν κτηριακοῦ συγκροτήματος πρός στέγασιν τοῦ Συνεδριακοῦ καί Ἐκπαιδευτικοῦ Κέντρου (ἀπαρτιζομένη ἐκ τῶν: Α´. ΤΑΚΤΙΚΑ ΜΕΛΗ: α. κ. Νικόλαος Δεσύλλας, τ. Πρόεδρος Τ.Ε.Ε., β) κ. Δ. Χρυσανθακοπούλου, Διευθύντρια ΕΟΤ (τ. Ὑπεύθ. Συνεδρίων), γ) κ. Ἠλιού Παπανικολάου, Δικηγόρος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος), ὡς ἐπίσης καί 7μελῆ Ἐπιτροπήν ἀξιολογήσεως τῶν ὑποβληθησομένων προσφορῶν διά τήν ἀγορά αὐτήν (ἀπαρτιζομένην ἐκ τῶν: α. κ. Μαρ. Ραφαήλ, τ. Πρόεδρος Ε.Ο.Τ - Καθηγ. Πανεπιστημίου, β. κ. Κωνσταντῖνος Λιάσκας, Πρόεδρος Τ.Ε.Ε., γ. κ. Π. Καρύδης, Καθηγητής Πολυτεχνείου (ΕΜΠ), δ. κ. Νικ. Γαλέτας, Γεν. Δ/ντής ΕΤΕΒΑ, ε. κ. Γεώργιος Ἀλεβίζος Δικηγόρος, στ. κ. Παναγιώτης Χαλδᾶτος, Δ/ντής τεχν. ὑπηρεσιῶν ΕΟΤ, Πολιτ. Μηχαν., ζ. κ. Π. Ματιᾶτος, Ἠλεκτρολ. - Μηχανολ. Μηχ. (Ἐπιτρ. Ἔργων). Β´. ΑΝΑΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ ΜΕΛΗ: α. κ. Δημ. Ψωϊνός, Καθηγ. Α.Π.Θ. -Μηχανολόγος-Μηχανικός, β. κ. Ἰωάν. Σφεδόνης, Ἀρχιτέκτων -Μηχανικός, γ. κ. Γ. Παπαχρήστου, Δικηγόρος. Τήν Γραμματειακήν στήριξιν τῶν Ἐπιτροπῶν θά τήν ἀναλάβη ἡ Τ.Υ. τῆς Ε.Κ.Υ.Ο.).

Ἡ Ἐπιτροπή τοῦ Διαγωνισμοῦ διενήργησεν αὐτόν καί τόν ἀποτέλεσμά του καταγεγραμμένον εἰς εἰδικόν Πρακτικόν της, διά τῆς Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. (ὑπ' ἀριθμ. Ε/5/6-6-2001 ἀπόφασις μετά τῶν Πρακτικῶν τῶν συζητήσεων) ἦλθεν εἰς τήν Δ.Ι.Σ., διά νά ἐπιστραφῆ μέ Ἀπόφασιν της (ΛΔ´/26-6-2001), ὑποδεικνύουσα τήν παραπομπήν τοῦ ἀποτελέσματος εἰς τήν κατά τά ὡς ἄνω συνοδικῶς συγκροτηθεῖσαν Ἐπιτροπήν Ἀξιολογήσεως τῶν προσφορῶν καί τό πρακτικόν αὐτῆς ὑποβληθήσεται διά τῆς Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. εἰς τήν Δ.Ι.Σ.

Τό ἀπασχολοῦν τά συναρμόδια Ὄργανα πρόβλημα δέν ἀνεφέρετο μόνον εἰς τάς ἁρμοδιότητας ἑκάστου, ἀλλά καί εἰς τό γεγονός τῆς ὑποβολῆς μιᾶς μόνον ἐγκύρου καί νομίμου προσφορᾶς.

Πρός διευκόλυνσιν ἁπάντων, μερίμνη τοῦ Μακαριωτάτου Προέδρου ἐκλήθη (τήν ἑπομένην 26-6-2001) ὁ ἄμισθος τεχνικός Σύμβουλος τῆς Ἐκκλησίας κ. Κων. Λιάσκας, πρόεδρος τοῦ Τεχνικοῦ Ἐπιμελητηρίου Ἑλλάδος, ὁ ὁποῖος διά πολλῶν ἐνημέρωσεν ἐξωσυνοδικῶς τό Σῶμα καί εἰς τό ἀπό 25-06-2001 Σημείωμα αὐτοῦ πρός τήν Δ.Ι.Σ., μετά τό συνοπτικόν ἱστορικόν, ἀναφέρει: "Εἰς τό κύριο ἐρώτημα περί τῆς δυνατότητος συνέχισης τοῦ διαγωνισμοῦ (ἄνοιγμα φακέλλου οἰκονομικῆς προσφορᾶς) μέ ἕνα διαγωνιζόμενο ἡ ἀπάντηση εἶναι: α) Οὐδεμία ἀπαγόρευση ἤ κώλυμα νομικοῦ χαρακτῆρα ὑφίσταται. Ἐπιπροσθέτως πρέπει νά ληφθῆ ὑπόψη, ὅτι σέ ἀνάλογους διαγωνισμούς τό πλῆθος τῶν προσφερομένων ἀκινήτων εἶναι κατά κανόνα ἐξαιρετικά περιορισμένο. β) Ὁ Διαγωνισμός κατά συνέπειαν, δύναται νά συνεχισθεῖ κατά τήν τακτική διαδικασία, (β´ βάση-ἐπιτροπή ἀξιολόγησης), καί εἶναι ζήτημα οὐσίας πλέον, ἡ τυχόν κατακύρωση (μετά ἀπό σχετική εἰσήγηση τῆς ἐπιτροπῆς ἀξιολόγησης) τοῦ ἀποτελέσματός του, συνδεόμενο μέ τό εὔλογο τῆς οἰκονομικῆς προσφορᾶς καί τήν ἀνταπόκριση στίς τεθεῖσες προδιαγραφές". (Τοῦτο κατεχωρήθη κατά τήν ἐν συνεχεία Συνεδρίαν τῆς Δ.Ι.Σ. ἐν τοῖς Πρακτικοῖς). Κατόπιν τούτων συνοδικῶς ἀπεφασίσθη, ὅπως "ὁ φάκελλος τῆς ὑποβληθείσης προσφορᾶς διά τήν ἀγοράν ἀκινήτου, ἵνα χρησιμοποιηθῆ ὡς Συνεδριακόν καί Ἐπιμορφωτικόν Κέντρον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος παραδοθῆ ὑπό τῆς Ἐπιτροπῆς παραλαβῆς προσφορῶν Διαγωνισμοῦ εἰς τήν Συνοδικῶς ἀποφασισθεῖσαν ἐν τῇ Συνεδρίᾳ Αὐτῆς τῆς 3ης παρελθόντος μηνός Ἀπριλίου ἐ.ἔ., Ἐπιτροπήν Ἀξιολογήσεως τῶν προσφορῶν διά τήν ἀποσφράγισιν καί ἀξιολόγησιν αὐτῆς ἐπί τῇ βάσει τῶν τεθέντων κριτηρίων. Ἀκολούθως ἡ ἐκτίμησις τῆς ὡς εἴρηται Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς παραδοθήσεται τῇ Διοικούσῃ Ἐπιτροπῇ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κεντρικῆς Ὑπηρεσίας Οἰκονομικῶν, ἥτις ἀποφαινομένη ἐπ' αὐτῆς θέλει εἰσηγηθῆ ἁρμοδίως τῇ Διαρκῇ Ἱερᾷ Συνόδῳ πρός λῆψιν τῆς τελικῆς ἐπί τοῦ ὡς εἴρηται θέματος ἀποφάσεως" (Πρακτικά Δ.Ι.Σ. Συνεδρίας ΛΕ´/27-6-2001).

Ἤδη ἡ Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο. συνεκέντρωσεν ἅπαντα τά στοιχεῖα καί ἡ Ἀπόφασις αὐτῆς (ὑπ' ἀριθμ. Θ´/04/30-7-2001 μετά τῶν Πρακτικῶν τῆς συζητήσεως) ἐστάλη εἰς τήν Δ.Ι.Σ. καί Ἐκείνη μετά ἀπό πολλήν συζήτησιν ἀπεφάσισεν νά ἐγκριθοῦν "αἱ ὑπό τοῦ Μακαριωτάτου Προέδρου διατυπωθεῖσαι προτάσεις, νά ἀνατεθῆ εἰς τήν Τεχνικήν Ὑπηρεσίαν τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. ἡ ὑλοποίησις αὐτῶν (Συνεδρία ΛΗ´/31-7-2001).

δ. Ἀξιοποίησις τοῦ ἐν Ἀθήναις (ἐπί τῶν ὁδῶν Δεινοκράτους - Ἰατρίδου - Σουηδίας) ἐκκλησιαστικοῦ ἀκινήτου διά τῆς ἀνεγέρσεως ξενοδοχειακῆς μονάδος. Ἐνώπιον τῆς Δ.Ι.Σ. (Συνεδρία ΙΖ´/11-1-2001) ὁ Μακαριώτατος Πρόεδρος ἔφερεν τό θέμα, τό ὁποῖον ἀπησχόλησεν τήν προεδρευομένην ὑπ' Αὐτοῦ Συνοδικήν Ἐπιτροπήν Οἰκονομικῶν (Συνεδρία 8 Ἰανουαρίου 2001) καί κατά τό ὁποῖον ἐν ὄψει τῆς Ὀλυμπιάδος τοῦ 2004, ἐξεδόθη νόμος, αἴρων τήν ἀπαγόρευσιν ἀνοικοδομήσεως νέων ξενοδοχείων εἰς τήν περιοχήν Ἀττικῆς. Ὑπό τήν πίεσιν τῆς ὑφισταμένης προθεσμίας ὑποβολῆς αἰτημάτων (14 Φεβρουαρίου 2001), ἐνεκρίθησαν ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ., αἱ προτάσεις τῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν Οἰκονομικῶν καί ἀνετέθη εἰς τήν

τεχνικήν Ὑπηρεσίαν τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. ἐγκαίρως νά ὑποβάλη πλήρεις φακέλλους μετά τῶν ἀπαραιτήτων δικαιολογητικῶν διά προσφερόμενα ἀκίνητα τῆς Ε.Κ.Υ.Ο., ἵνα κριθοῦν ἀπό τό Ὑπουργεῖον Ἀναπτύξεως, ὡς κατάλληλα διά τήν ἀνέγερσιν καί λειτουργίαν ξενοδοχειακῶν μονάδων.

Διά συντόνων ἐνεργειῶν τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. καί διά τήν ἔγκρισιν ὅσων ἀκινήτων προσφέρονται διά τοιαύτην ἀξοιοποίησιν, ὑπεβλήθησαν τέσσαρες αἰτήσεις δι' ἰσάριθμα οἰκόπεδα ἰδιοκτησίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διά τῶν ὁποίων ἐζητεῖτο:
  1. Ἔγκρισις καταλληλότητος οἰκοπέδου ἐπί τῆς ὁδοῦ Δεινοκράτους ἐν Ἀθήναις διά τήν ἀνέγερσιν ξενοδοχειακῆς μονάδος πολυτελείας 750 κλινῶν.

  2. Ἔγκρισις καταλληλότητος οἰκοπέδου ἐπί τῆς λεωφόρου Βουλιαγμένης ἐν Ἀθήναις διά τήν ἀνέγερσιν ξενοδοχειακῆς μονάδος Α´ τάξεως 300 κλινῶν.

  3. Ἔγκρισις καταλληλότητος οἰκοπέδου ἐπί τῆς λεωφόρου Βουλιαγμένης ἐν Ἀθήναις διά τήν ἀνέγερσιν ξενοδοχειακῆς μονάδος πολυτελείας 350 κλινῶν.

  4. Ἔγκρισις καταλληλότητος οἰκοπέδου ἐπί τῆς ὁδοῦ Ἐθν. Ἀμύνης ἐν Θεσσαλονίκη διά τήν ἀνέγερσιν ξενοδοχειακῆς μονάδος πολυτελείας 300 κλινῶν.
Ἡ πρώτη κίνησις τῆς Δ.Ι.Σ., μετά τήν ὑποβολήν αἰτήσεων καί ἐν ἀναμονῆ τῆς ἐγκρίσεως, ὡς καί ὑπό τήν ἀσφυκτικήν πίεσιν πάντοτε τῶν χρονικῶν παραμέτρων: i. ὁ χρόνος διεξαγωγῆς τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων, ἦτο ἡ, προτάσει τοῦ Μακαριωτάτου Προέδρου συγκρότησις Ἐπιτροπῆς Διαγωνισμοῦ διά τήν ἀξιοποίησιν τοῦ ἀκινήτου διά διεθνοῦς διαγωνισμοῦ (εἰς αὐτήν θά μετέχουν: Α´. ΤΑΚΤΙΚΑ ΜΕΛΗ: α. κ. Νικόλαος Δεσύλλας, τ. Πρόεδρος Τ.Ε.Ε., β. κ. Μάριος Ραφήλ, Καθηγητής Πανεπιστημίου, τέως Πρόεδρος ΕΟΤ, γ. κ. Παναγιώτης Χαλδαῖος, Δ/ντής Τεχνικῶν Ὑπηρεσιῶν ΕΟΤ, δ. κ. Ἠλίας Παπανικολάου, Δικηγόρος, ε. κ. Νικόλαος Γαλέτας, Γεν. Δ/ντής ΕΤΕΒΑ, στ. κ. Κοσμᾶς Σαββίδης, Ἀρχιτέκτων (Ἐπιτρ. Ἔργων). Β´. ΑΝΑΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ ΜΕΛΗ: α. κ. Δημήτριος Γκατζιώνης, Ἀρχιτέκτων - Μηχανικός, β. κ. Δημήτριος Τίκας, Οἰκονομολόγος, ὑπάλλ. Ε.Κ.Υ.Ο., γ. κ. Χριστοφόρος Ζαρκάδας, πολ. μηχ. ὑπάλλ. Ε.Κ.Υ.Ο.) καί ἡ συγκρότησις Ἐπιτροπῆς Ἀξιολογήσεως τῶν ὑποβληθησομένων προσφορῶν (εἰς ἥν μετέχουν: Α´. ΤΑΚΤΙΚΑ ΜΕΛΗ: α. κ. Νικόλαος Θέμελης, τ. Πρόεδρος Ἐλ., β. κ. Κων/νος Λιάσκας, Πρόεδρος ΤΕΕ, γ. κ. Ἀπόστολος Γεωργιάδης, Καθηγητής Πανεπ. Ἀθηνῶν, δ. κ. Γεώργιος Ἀλεβίζος, Δικηγόρος, ε. κ. Γεώργιος Χιώτης, τ. Διοικητής ΙΚΑ, Καθηγητής Οἰκονομικοῦ Πανεπιστημίου, στ. κ. Δημήτριος Ψωΐνος, καθηγητής ΑΠΘ Μηχανολόγος-Μηχανικός, ζ. κ. Ἰωάννης Σφενδόνης, Ἀρχιτ. Μηχανικός, τ. Πρόεδρος Ὀργ. Ρυθμ. σχεδ. Θεσσαλονίκης. Β´. ΑΝΑΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ ΜΕΛΗ: α. κ. Νικόλαος Πιτερός, Πολιτ. Μηχαν. (Ἐπιτροπῆς Ἔργων), β. κ. Χρῆστος Τράκας, Μηχανολ. - Μηχ. (Ἐπιτροπῆς Ἔργων), γ. κ. Γεώργιος Παπαχρήστου, Δικηγόρος. Τήν Γραμματειακήν στήριξιν τῶν Ἐπιτροπῶν θά τήν ἀναλάβη ἡ Τ.Υ. τῆς ΕΚΥΟ), (Συνεδρία ΚΕ´/3-4-2001).

Εἰς πρώτην φάσιν ἐκρίθησαν αἰτήσεις διά ξενοδοχεῖα ἐντός τῶν Ἀθηνῶν καί βεβαίως τό ἡμέτερον (i) ἐκρίθη ὡς κατάλληλον καί παρεσχέθη ἡ ἔγκρισις ἀπό τό Ὑπουργεῖον Ἀναπτύξεως δι' ἕνα κεντρικώτατον οἰκόπεδον (11.000 τ.μ.) μεγάλης ἀξίας, ἡ ἀξιοποίησις τοῦ ὁποίου θά προσφέρει πολλά ἐνισχῦον σημαντικῶς τό ποιμαντικόν καί κοινωνικόν ἔργον τῆς Ἐκκλησίας, ἐφ' ὅσον ἐγκατελείφθη ἡ χρησιμοποίησις αὐτοῦ διά τήν οἰκοδόμησιν τοῦ Συνοδικοῦ Μεγάρου.

Τήν 26ην Ἰουνίου 2001 ὁ Τεχνικός Σύμβουλος τῆς Ἐκκλησίας κ. Λιάσκας, Πρόεδρος τοῦ Τεχνικοῦ Ἐπιμελητηρίου Ἑλλάδος, προφορικῶς καί γραπτῶς (διά τοῦ ἀπό 25-6-01 ἐνημερωτικοῦ Σημειώματος αὐτοῦ) ἐνημέρωσεν τήν Δ.Ι.Σ. περί τῆς ἀκολουθητέας ὁδοῦ διά τήν ἀξιοποίησιν ἑνός τόσον πολυτίμου ἀκινήτου καί μιᾶς τόσον δαπανηρᾶς ἐπενδύσεως ὑπό τήν αὐτονόητον προϋπόθεσιν τῆς οὐσιαστικῆς διαφανείας καί τῆς νομιμότητος τά ὁποῖα θά ἀποτελοῦν τά κυρίαρχα στοιχεῖα τῶν ἐνεργειῶν τῶν Ὀργάνων τῆς Ἐκκλησίας.

Ὡς σκοπός τοῦ ὅλου ἐγχειρήματος ἐτέθη - καί ἀμετακινήτως παραμένει - ἡ ἀξιοποίησις μετά ἀπό Διεθνῆ Δημόσιον Διαγωνισμόν τοῦ ἐν λόγω ἀκινήτου διά τῆς ἀνεγέρσεως καί δημιουργίας ξενοδοχειακῆς βασικῆς ἐκμεταλλεύσεως καί, βεβαίως, μέσω μακροχρονίας χρήσεως καί συμβάσεως παραχωρήσεως καί ἐπεσημάνθη, ὅτι ὁ διαγωνισμός θά πρέπει νά διεξαχθῆ εἰς δύο στάδια μετά ἀπό προεπιλογήν, ἤτοι: "i. Κατάθεση ἐκδήλωσης ἐνδιαφέροντος. Ἀπό ἐνδιαφερομένους, πού πληροῦν τούς ὅρους καί τίς προϋποθέσεις τῆς σχετικῆς Διακήρυξης. ii. Παραμονή στή Διαγωνιστική Διαδικασία ὅσων προκριθοῦν, μετά τήν ἀξιολόγηση τοῦ περιεχομένου τῆς ἐκδήλωσης ἐνδιαφέροντος πού θά καταθέσουν καί ἀνάδειξη τοῦ ὑποψηφίου ἀναδόχου κατά τούς ὅρους τῆς Διακήρυξης".

Ἐν τέλει συνεβούλευσεν τήν ἀνάθεσιν τῶν ἀναγκαίων προκαταρκτικῶν ὑπηρεσιῶν εἰς Γραφεῖον Συμβούλων, τό ὁποῖον ἀναλαμβάνει αὐτάς τάς ἐργασίας, διαθέτον τά κατάλληλα προσόντα.

Κατά τήν ἐπακολουθήσασαν Συνεδρίαν (ΛΕ´/ /27-6-2001) ἡ Δ.Ι.Σ. ἐπανῆλθεν εἰς τό θέμα καί ἀπεφασίσθη νά γίνουν δεκτά, ὅσα εἰσηγεῖται ὁ ἄμισθος Τεχνικός Σύμβουλος τῆς Ἐκκλησίας κ. Κ. Λιάσκας. Διά τήν ἀναζήτησιν τοῦ Γραφείου Συμβούλων "Συνοδικῇ ἀποφάσει συγκροτεῖται τριμελής Ἐπιτροπή ἀποτελουμένη ἐκ τῶν α) κ. Κων/νου Λιάσκα, β) κ. Νικολάου Δεσύλλα καί γ) κ. Δημητρίου Γκατζιώνη, ἐπί τῷ τέλει τῆς, ἐντός εἴκοσι (20) ἡμερῶν, ὑποβολῆς προτάσεως διά τήν ἐπιλογήν Γραφείου Τεχνικῶν Ὑπηρεσιῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κεντρικῆς Ὑπηρεσίας Οἰκονομικῶν καί ἔναντι συγκεκριμένης ἀμοιβῆς ἀνερχομένης εἰς τό ποσόν τῶν 6.500.000 + Φ.Π.Α. δέον, ὅπως προβῆ εἰς τήν προσφοράν τῶν ὡς κάτωθι ὑπηρεσιῶν:
  1. τῆς συντάξεως τῆς προκηρύξεως (1ον καί 2ον στάδιον),
  2. τοῦ Προγράμματος τῶν κυρίων ἐνεργειῶν μέχρι τῆς ὁριστικοποιήσεως τῆς ἀνακηρύξεως τοῦ Ἀναδόχου,
  3. τοῦ χρονοδιαγράμματος τῶν ὡς ἄνω ἐνεργειῶν καί,
  4. τοῦ Προσχεδίου τῆς Συμβάσεως Παραχωρήσεως.
Μετά τήν ὁλοκλήρωσιν τῆς ὡς ἄνω προκαταρκτικῆς διαδικασίας δέον ὅπως τό ἀποτέλεσμα αὐτῆς παραδοθῆ τῇ Διοικούσῃ Ἐπιτροπῇ τῆς Ε.Κ.Υ.Ο, ἥτις ἀποφαινομένη ἐπ' αὐτῆς θέλει εἰσηγηθῆ ἁρμοδίως τῇ Δ.Ι.Σ. προκειμένου ἵνα προβῆ Αὕτη, κατά τάς συνεδριάσεις τοῦ μηνός Ἰουλίου ἐ.ἔ., εἰς τήν λῆψιν τῆς τελικῆς ἀποφάσεως".

Ὡσαύτως τήν Δ.Ι.Σ. ἀπησχόλησεν καί τό παρεμπίπτον θέμα τῆς μεταστεγάσεως τῶν δύο ἐκκλησιαστικῶν σχολείων, καί τῆς κατεδαφίσεως τῶν ἐν τῷ οἰκοπέδῳ κτισμάτων, διά τά ὁποῖα ὑπῆρχεν ἄδεια νά κατεδαφισθοῦν. Ἀπεφασίσθη νά ἐπιδιωχθῆ ἡ παράτασις τῆς ἰσχῦος τῆς ἀδείας αὐτῆς.

Ἡ τριμελής Ἐπιτροπή ὑπέβαλε πίνακα προθυμοποιηθέντων ν' ἀναλάβουν τήν συμβουλήν Γραφείων καί ὑπέδειξεν τό πρῶτον ἐκ τῶν τεσσάρων Γραφείων Συμβούλων - τήν "Α.Δ.Κ. Σύμβουλοι Μηχανικοί Α.Ε.", - ἀκολούθως δέ τοῦτο ὑπέγραψεν τήν σύμβασιν μετά τῆς Ἐκκλησίας καί εὐθύς ὑπέβαλεν σχέδιον προκηρύξεως διαγωνισμοῦ (1ον καί 2ον Στάδιον) τό πρόγραμμα τῶν κυρίων ἐνεργειῶν μέχρι τῆς ὁριστικοποιήσεως τοῦ Ἀναδόχου καί τό χρονοδιάγραμμα τῶν ὡς ἄνω ἐνεργειῶν. Ταῦτα διά τῆς Δ.Ε./Ε.Κ.Υ.Ο., ὑποβληθέντα εἰς τήν Δ.Ι.Σ., ἐνεκρίθησαν.

Περιτταί, ἴσως, εἰς τήν παροῦσαν φάσιν αἱ τόσαι λεπτομέρειαι, χρήσιμοι ὅμως ὡς ἀποκαλυπτικαί τῶν διαθέσεων τῶν ἁρμοδίων νά χωρήσουν περαιτέρω μετά προσοχῆς πολλῆς καί ἐντός τῶν πλαισίων τῶν νόμων, μετά τήν ἔγκρισιν τῶν μέχρι τοῦδε γενομένων ὑπό τῆς Ι.Σ.Ι.

Μακαριώτατε Πρόεδρε,

Σεβασμιώτατοι Ἀδελφοί,

Ἐκ τῆς κοπιώδους, καί διά τούς ἀκροατάς καί διά τόν συντάκτην, συνοπτικῆς, ἀλλ' ἀκριβοῦς ἐνημερώσεως τῆς Σεπτῆς Ἱεραρχίας διά τήν πορείαν τῶν οἰκονομικῶν καί τήν κατάστασιν αὐτῶν σήμερον ἀναδεικνύεται ἡ ἀγωνιώδης προσπάθεια καί σύμπραξις τῶν Ὀργάνων τῆς ὑπηρεσιακῆς κλίμακος τῆς Ε.Κ.Υ.Ο, διά τήν παραγωγήν ἱκανοποιητικοῦ οἰκονομικοῦ ἔργου καί ἐνεργείας. Ἡ Διοικοῦσα Ἐπιτροπή ἀκαμάτως ἐργαζομένη, συνεδριάζουσα ἅπαξ καί δίς τοῦ μηνός, διά διαδικασιῶν κανονικῶν καί ἀνοικτῶν, ἔθετε αὐτάς ὑπό τήν κρίσιν τῆς Δ.Ι.Σ., ἡ ὁποία βασανιστικῶς ἐξέφερεν οὐσιαστικήν καί τελειωτικήν τήν κρίσιν Αὐτῆς.

Ἀποδεικνύεται, προσέτι, ὅτι καί προτάσεις ὑπάρχουν καί ὁραματισμοί, ἐνῶ κοινή ἁπάντων αἰσιόδοξος προοπτική θά πρέπει νά γίνη, ἡ ἐξασφάλισις Κληρικῶν μέ εἰδικάς σπουδάς εἰς τάς Οἰκονομικας Σχολάς καί τό Πολυτεχνεῖον, ἐντός καί ἐκτός τῆς Χώρας. Εἰς τοῦτο ἀκινδύνως ἠμποροῦμεν νά μιμηθῶμεν ἄλλας Ὁμολογίας. Ὄχι εἰς τήν δομήν τῶν οἰκονομικῶν αὐτῶν ὀργανισμῶν, οὔτε εἰς τά μέσα, τά ὁποῖα μετέρχονται, οὔτε εἰς τούς ἐπιδιωκομένους σκοπούς.

Ἡ παράδοσις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἡμῶν ἐξασφαλίζει τήν δύναμιν καί τήν δυνατότητα νά μετατρέψωμεν τήν διά τά ὑλικά μέριμναν εἰς διακονίαν πνευματικήν, τήν οἰκονομικήν εὐχέρειαν εἰς κοινωνικήν προσφοράν, τήν αὐχθμηράν τυπικήν τήρησιν εἰς δροσοβόλον κανονικήν συνέπειαν καί συμπεριφοράν. Νά ἀντιπαραθέτωμεν εἰς τήν συνήθη κοσμικήν πρακτικήν τήν χρηστήν καί ἔντιμον ἐκκλησιαστικήν διαχείρισιν, εἰς τήν ἰδιοτελῆ διάθεσιν τό πνεῦμα τῆς ἀνιδιοτελοῦς προσφορᾶς καί θυσίας. Εἰς τόν δυτικότροπον ἐξορθολογισμόν τῆς διοικήσεως καί διαχειρίσεως θ' ἀντιτάσσωμεν ἀδιαλείπτως τήν φιλελευθέραν παράδοσιν καί τήν πρακτικήν τῆς "εὐποιΐας" τῆς Ὀρθοδοξίας, διά τῆς ὁποίας - κατά τήν ἀποστολικήν ρῆσιν - "εὐαρεστεῖται ὁ Θεός".

Προηγούμενη σελίδα