Home   ECCLESIA

ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΑ

 

Iερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Α. ΥΦΑΝΤΗ
Πτ.Θ. - Μ.Α.

ΜΕΓΑ ΣΠΗΛΑΙΟ
ΙΣΤΟΡΙΑ, ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
 

ΕΚΔΟΣΙΣ Ι. ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ ΚΑΙ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ

Αθήναι 1999


Στους γονείς μου

 ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Ήταν ένα ακόμη όραμα της ψυχής μας! Ο Πανάγαθος Θεός το ευλόγησε και τώρα γίνεται πραγματικότης! Πρόκειται περί της παλαιφάτου, ιστορικής, Βασιλικής και Πατριαρχικής Ιεράς Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου. Πλείστα όσα από τα εις αυτήν αφορώντα δεν έχουν προβληθή δεόντως. Επομένως ούτε έχουν εκτιμηθή αναλόγως. Πόσοι π.χ. έχουν συνειδητοποιήσει ότι η πάνσεπτος Εικών της Θεοτόκου είναι ίσως η αρχαιοτέρα εικών της Ορθοδοξίας, έπειτα βεβαίως από το άγιον Μανδήλιον! Αλλά το άγιον Μανδήλιον είναι αχειροποίητος Εικών, ενώ η ιερά Εικών της Θεομήτορος, της Μεγαλοσπηλαιωτίσσης, είναι έργον των χειρών του Ευαγγελιστού Λουκά! Πόσοι επίσης έχουν συνειδητοποιήσει την πολύτιμον προσφοράν της Μονής εις τον υπέρ της Εθνικής μας Ανεξαρτησίας ιερόν αγώνα του 1821! Πόσοι γνωρίζουν περί της ιστορικής μάχης του Μεγάλου Σπηλαίου, κατά την διάρκειαν της οποίας οι ήρωες Μοναχοί κατετρόπωσαν τον μεγάλαυχον Ιμβραήμ Πασάν!

Πλείστα όσα λοιπόν από τα εις την ιστορικήν Ιεράν Μονήν του Μεγάλου Σπηλαίου αφορώντα δεν έχουν εισέτι μελετηθή επαρκώς και δεν έχουν προβληθή δεόντως. Μεταξύ τούτων δέον όπως αναφερθή η πολύπλευρος, όσον και πολύτιμος, πνευματική προσφορά της Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου εις την διαφύλαξιν της αγίας Ορθοδοξίας μας από οθνείους επιδράσεις κατά τα πρώτα και πρώιμα εκείνα χρόνια της συγκροτήσεως του ελευθέρου ελληνικού Κράτους, έπειτα από την δουλείαν τεσσάρων αιώνων. Εις την Μονήν τότε είτε ανετράφησαν, είτε εύρον καταφύγιον, είτε κατέστησαν ταύτην ορμητήριόν των υπέροχα πνευματικά αναστήματα της νεωτέρας Ελλάδος, όπως οι Ιγνάτιος Λαμπρόπουλος, Κοσμάς Φλαμιάτος, Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων, Ιερόθεος Μητρόπουλος, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Πατρών, Ηλίας Βλαχόπουλος, Παρθένιος Αναγνωστόπουλος, Ευσέβιος Ματθιόπουλος κ.α. Ο πολύς Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων συνεδέθη τόσον πολύ μετά της Μονής, ώστε οι Μοναχοί τον αποκαλούν «πνευματικό τους πατέρα»! Ο Κωνσταντίνος άλλωστε συνέγραψε και το κτιτορικόν της Μονής, πολύτιμον σήμερα δια τα εν αυτώ δημοσιευόμενα πατριαρχικά και έτερα σημαντικά έγγραφα, των οποίων τα πρωτότυπα κατεστράφησαν από την πυρκαϊάν του έτους 1934. Μετά της Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου συνδέεται και ο μοναχός Παπουλάκος, δηλ. ο κατά κόσμον Χρήστος Παναγιωτόπουλος, καταγόμενος από το χωρίον Άρμπουνα Καλαβρύτων, επαναστάτης της εποχής εκείνης.

Ήτο η εποχή κατά την οποίαν ετίθεντο τα θεμέλια του νέου Κράτους. Η εποχή κατά την οποίαν ο Βασιλεύς Όθων και οι Βαυαροί Σύμβουλοί του προσεπάθουν να οικοδομήσουν την νέαν Ελλάδα, χρησιμοποιούντες όμως στα θεμέλια πρότυπα ξένα προς την Ορθοδοξίαν και τον Ελληνισμόν. Και δυστυχώς εν πολλοίς το κατώρθωσαν! Τότε λοιπόν το Μέγα Σπήλαιο ήτο εστία εντόνων πνευματικών αντιδράσεων. Οι Κωνσταντίνος Οικονόμος, Κοσμάς Φλαμιάτος, Ιγνάτιος Λαμπρόπουλος, Παπουλάκος και άλλοι ακόμη ανεπέτασαν την σημαίαν της ελληνορθοδόξου παραδόσεως και προέβαλον αντίστασιν! Ωμίλουν «περί ψωριώντος εριφίου, το οποίον έπρεπε να αποδιωχθή εκ της ποίμνης, ίνα μη μεταδώση την νόσον και εις τα λοιπά» και τοιούτον ερίφιον ήτο ο Βασιλεύς Όθων!

Η υποταγή της Εκκλησίας εις το Κράτος και το σχήμα της Νόμω κρατούσης Πολιτείας, το οποίον εξακολουθεί να ισχύη έως της σήμερον, ήσαν νομικά κατασκευάσματα της εποχής εκείνης, εναντίον των οποίων ηγωνίσθησαν οι μάρτυρες Μεγαλοσπηλαιώται Μοναχοί. Τινές εξ αυτών εφυλακίσθησαν και κάποιοι απέθανον εις την φυλακήν!

Η συμβολή του Μεγάλου Σπηλαίου κατά τα δύσκολα εκείνα χρόνια συνοψίζεται εις το γεγονός ότι κατέστη εστία αντιδράσεως «του συνειδητά θρησκευόμενου λαού να υποτάξει τη μοίρα του στην πολιτική βούληση ενός αλλόδοξου ηγέτη, και μάλιστα όταν η θρησκεία του πλήττεται τόσο βάναυσα από την δυτικού τύπου εκκοσμίκευση και από κιβωτός σωτηρίας του Γένους καθίσταται ένα εύχρηστο κοινωνικό μέγεθος στην υπηρεσία των θελήσεων του Κράτους», όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο συγγραφεύς του παρόντος έργου. Και συμπληρώνει: «Αυτή ήταν η συμβολή του Μεγάλου Σπηλαίου στα πρώτα ταραγμένα βήματα του εθνικού Κράτους. Η ρωμαλέα πνευματική του παρουσία, βασισμένη σε αμιγώς Ορθόδοξα ιδεώδη αποτελούσε ένα εχέγγυο για εκείνους που πάλαιψαν για τη διάσωση της ρωμαίικης παράδοσης, που απειλούσε ο απροκάλυπτος εκδυτικισμός της Χώρας! Τέλος «και μόνο το γεγονός ότι για τον Οικονόμο το Μέγα Σπήλαιο ήταν τόπος καταλληλότερος και αυτού του Αγίου Όρους φανερώνει την πνευματική ακμή και την ακτινοβολία της Μονής εκείνη την εποχή.....Το Μέγα Σπήλαιο δεν έπαψε να λειτουργεί ως χώρος άσκησης της αληθινής θεολογίας».

Ήταν, λοιπόν, ένα όραμα της ψυχής μας όλα αυτά τα μεγαλειώδη και μονοσήμαντα ιστορικά στοιχεία να έλθουν κάποτε εις το φως της δημοσιότητος. Την ενδόμυχον επιθυμίαν μας ενεπιστεύθημεν εις τον Ελλογιμώτατον Πρωτοπρεσβύτερον, αγαπητόν φίλον και αδελφόν μας εν Κυρίω, π. Γεώργιον Μεταλληνόν, Καθηγητήν της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο π. Γεώργιος ευστόχως μας υπέδειξε ως ασφαλή οδόν την δια της Ακαδημίας Αθηνών θεσμοθέτησιν χρηματικού επάθλου και την προκήρυξιν σχετικού διαγωνισμού, προσδιορίσας και το θέμα, όπερ και εγένετο. Την 29ην Δεκεμβρίου 1993 η Ακαδημία Αθηνών εβράβευσε την μελέτην του κ. Παναγιώτου Υφαντή με θέμα: « Η συμβολή της Ιεράς Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου των Καλαβρύτων εις την εθνικήν και πνευματικήν ζωή του έθνους μέχρι του τέλους του Β' Παγκοσμίου Πολέμου». Είμεθα ήδη εις τας διαπραγματεύσεις μετά των τυπογραφείων δια να εκδώσωμεν τύποις την ανέκδοτον ταύτην και περισπούδαστον μελέτην του κ. Υφαντή, ότε υπέστημεν την εκ του σεισμού της 15ης Ιουνίου 1995 μεγάλην καταστροφήν εις την Επαρχίαν μας. Δόξα τω Θεώ, ότι μετά παρέλευσιν τεσσάρων περίπου ετών τώρα μόλις βιούμεν επί τέλους το εφετόν της ψυχής μας και παραδίδομεν εις την χρήσιν παντός ενδιαφερομένου ένα πολύτιμον πνευματικόν απόκτημα.

Εις τον φιλοπόνως εργασάμενον ελλογιμώτατον συγγραφέα κ. Παναγιώτην Υφαντήν από της θέσεως ταύτης απευθύνομεν συγχαρητηρίους προσρήσεις δια την συγγραφήν του. Εις τους παράγοντας της Ακαδημίας Αθηνών, τον ολοπρόθυμον Σύμβουλόν μας π. Γεώργιον Μεταλληνόν και εις τον ιστορικόν συγγραφέα κ. Παναγιώτην Υφαντήν εκφράζομεν επιπροσθέτως την ευγνωμοσύνην μας δια την πολύτιμον προσφοράν των.

Σήμερον ο πανοσιώτατος Καθηγούμενος της σεβασμίας Ιεράς Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου Αρχιμ. Νικηφόρος Θεοδωρόπουλος έχει ένα πρόσθετον λόγον να αγάλλεται πνευματικώς: όταν μετά την υπό των Γερμανικών στρατευμάτων κατοχής και την εξολόθρευσιν των πνευματικών αναστημάτων-εναρέτων Πατέρων, επήλθε πνευματική ορφανία και όταν ως φυσικόν επακολούθημα ήλθον τα δίσεκτα χρόνια της παρακμής εις την Μονήν, εκείνος -ο π. Νικηφόρος- αυτός μόνος παρέμενε η ευλογημένη μειοψηφία προς έλεγχον των ατακτούντων! Όταν δε μερικοί άλλοι ευσεβείς Μοναχοί ανεχώρουν δια το Αγιώνυμον Όρος, ο π. Νικηφόρος παρέμεινεν εις την Μονήν ως σύμβολον ηθικής καθαρότητος, αγνότητος, τιμιότητος και ευσεβείας! Εις τους ώμους του η Θεία Πρόνοια και δη και η Υπεραγία Θεοτόκος η Μεγαλοσπηλαιώτισσα εναπέθεσαν την ενσάρκωσιν της αρετής και την διαφύλαξιν της αγιότητος. Της αρετής και της αγιότητος που αποτελούν την αληθή και γνησίαν παράδοσιν της ιστορικής Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου, δια την οποίαν και Ημείς άλλωστε από της ενθρονίσεώς μας μοχθούμεν αδιαλείπτως.

Ο ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ ΚΑΙ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ

Εν Αιγίω τη 12η Οκτωβρίου 1998

Προλογικό Σημείωμα του Συγγραφέα

Είναι κοινός τόπος τόσο για τον ιστορικό, όσο και για τον απλό φιλίστορα η διαπίστωση ότι η σπουδή του βίου πολλών μοναστηριών στον ελλαδικό χώρο συνεισφέρει πολλαπλά στην επιστήμη· μα όχι μόνο σ' αυτήν.

Διότι η ιστορική παρουσία τους, εκτός από την πνευματική μαρτυρία που προσφέρει, εκτός από την αδήριτη συνύφανσή της με τα περιρρέοντα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα, φανερώνει και τον ιδιαίτερο ρόλο που διαδραμάτιζε ο ορθόδοξος μοναχισμός στην ιστορική διαδρομή του ελληνισμού και κυρίως στις δύσβατες ατραπούς της μεταβυζαντινής περιόδου: τη διαφύλαξη του υπαρκτικού πλαισίου του ορθόδοξου Έλληνα, δηλαδή του ζωτικού χώρου της παράδοσής του. Μια παράδοση, που έχοντας αναχωνεύσει γόνιμα την βαρύτιμη κληρονομιά των μακρινών προγόνων (γλώσσα, παιδεία, αγάπη για τη γνώση) στις αιώνιες επιταγές της πίστης των Πατέρων (πνευματικότητα, εκκλησιοκεντρικός τρόπος υπάρξεως, πορεία προς τη θέωση), ουσιαστικά σάρκωνε τη μοναδικότητα της ταυτότητας του Γένους έναντι των ποικιλώνυμων κατακτητών που νέμονταν και εν πολλοίς νέμονται ακόμη τη σωματική και πνευματική ελευθερία του.

Ένα από αυτά τα μοναστήρια είναι αναμφισβήτητα το Μέγα Σπήλαιο, που η ιστορία του Γένους του αναγνωρίζει μία ιδιαίτερη θέση στη μακραίωνη και περιπετειώδη διάρκειά της. Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν έχει καταβληθεί μία συστηματική αί ή επιστημονική προσπάθεια για την ανάδειξη της συμβολής του στις τύχες του Ελληνισμού.

Αυτό το κενό στην ιστορική βιβλιογραφία φιλοδοξεί να καλύψει η παρούσα εργασία, ένα κενό που πρώτη επεσήμανε η Μητρόπολις Αιγιαλείας και Καλαβρύτων, στα όρια της οποίας υπάγεται και το ιστορικό μοναστήρι του Μεγάλου Σπηλαίου.

 Η μελέτη αυτή δημοσιεύεται με καθυστέρηση πέντε περίπου ετών από τη σύνταξή της. Καθώς την ξαναδιαβάζω μετά από τόσον καιρό, διορθώνοντας τα τυπογραφικά δοκίμια, με δυσκολία αντιστέκομαι στον πειρασμό να μην περιορίσω τις επεμβάσεις μου στο επίπεδο των συγγνωστών γλωσσικών παραδρομών. Άν ενέδιδα, σίγουρα θα ελάφρυνα το κείμενο από την πληθώρα των παραπομπών, προκειμένου να γίνει πιο προσιτό στα μάτια του μέσου αναγνώστη, περιοριζόμενος στην αναλυτική βιβλιογραφία που παρατίθεται στο τέλος, και ίσως θα εμπλούτιζα το Παράρτημα με εκτενέστερα αποσπάσματα από τις πηγές. Ωστόσο, σεβόμενος τα κριτήρια της Επιτροπής της Ακαδημίας Αθηνών που ενέκρινε και βράβευσε αυτή τη μελέτη, αντιπαρέρχομαι τους πειρασμούς που σχεδόν μου επιβάλλει η χρονική απόσταση, παραδίδοντάς την ως έχει, δίχως καμία ουσιαστική παρέμβαση ή διόρθωση, στον κριτικό έλεγχο των αναγνωστών. Ο πλήρης τίτλος υπό τον οποίο υπεβλήθη ανωνύμως στην Ακαδημία Αθηνών ήταν: « Η συμβολή της Ιεράς Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου των Καλαβρύτων εις την εθνικήν και πνευματικήν ζωή του έθνους μέχρι του τέλους του Β' Παγκοσμίου Πολέμου». Η αλλαγή αυτού του σχοινοτενούς τίτλου ενόψει της έκδοσης δεν οφείλεται παρά σε αισθητικούς και μόνον λόγους.

Αισθάνομαι την ανάγκη και από τη θέση αυτή να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στον Μητροπολίτη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας κ. Αμβρόσιο, χάρις στον οποίο η μελέτη αυτή βλέπει το φως της έκδοσης. Ευχαριστίες, τέλος, οφείλω και στην φιλόλογο κ. Ελευθερία Ιατράκη που με περισσή προθυμία και υπομονή ανέλαβε τη γλωσσική φροντίδα του κειμένου.

Σταμάτα Αττικής

15 Ιουνίου 1997-Κυριακή της Πεντηκοστής

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Οι ρίζες της ιστορικής παρουσίας του Μεγάλου Σπηλαίου μοιάζουν βυθισμένες σε αντιφατικές συχνά παραδόσεις, καθώς τα πρώτα συναξάρια των οσίων Κτιτόρων δεν φιλοδοξούσαν ν' αποτελέσουν επιστημονικές πραγματείες, αλλά αποσκοπούσαν κυρίως στην προσφορά ενός ψυχωφελούς αναγνώσματος ικανοποιώντας τις -όχι τόσο αυστηρές- απαιτήσεις του απλού λαϊκού σώματος. Έτσι, σχετικά με την ίδρυση της μονής, μελετώντας τις διάφορες χρονολογικές εκδοχές που προτείνουν οι πηγές, περιοριζόμαστε στην κατάδειξη της δυναμικής αυτών των εκδοχών, δυναμικής πάντοτε συνυφασμένης με ζωτικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η Εκκλησία: η διαφορετική κάθε φορά παράδοση θέλει τη δράση των οσίων Κτιτόρων και τη θεόσταλτη εικόνα της Θεοτόκου να παίζουν έναν καταλυτικό ρόλο στην υπέρβαση αυτών των προβλημάτων. Στην ανά χείρας εργασία, το πολύπλοκο ζήτημα της ίδρυσης ανακρίνεται μετά από το Κεφάλαιο που ασχολείται με τη χωρογραφία της μονής καθώς και με τη θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου (στην εικόνα επανερχόμαστε και στο τέλος της εργασίας σε άλλη συνάφεια). Αναφορές γίνονται και στις ιστορικές μαρτυρίες που μας παρέχουν εμμέσως τα διάφορα κειμήλια που θησαυρίστηκαν στο μοναστήρι από διάφορες φάσεις της ιστορικής του διαδρομής, καθώς επίσης και στην οικονομική κατάστασή του, αλλά πάντα στο μέτρο που αυτές οι αναφορές υπηρετούν τη διερεύνηση της ιστορικής παρουσίας του.

Κατόπιν, με χρονολογική σειρά εξετάζεται ο ρόλος της μονής στις κρισιμότερες φάσεις της πορείας του Γένους. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζεται κυρίως από την Β' Τουρκοκρατία της Πελοποννήσου και εξής, οπότε οι πληροφορίες αφθονούν. Πλούσιο βιβλιογραφικό υλικό παρέχουν όχι μόνο οι ιστορικοί της Επαναστάσεως αλλά και μεταγενέστερες μελέτες, που εστιάζουν το ενδιαφέρον τους σε μερικότερες όψεις του Αγώνα και οι οποίες φωτίζουν από διαφορετικές οπτικές γωνίες το ρόλο της μονής στις προετοιμασίες και τη διεξαγωγή του.

Στη συνέχεια, παρουσιάζεται η συμβολή της Μονής στα μετά τον αγώνα της Ανεξαρτησίας χρόνια, μία περίοδο πολύ κρίσιμη για τη διαμόρφωση και τα πρώτα βήματα του εθνικού πια ελληνικού κράτους. Αυτή την εποχή το μοναστήρι καθίσταται προπύργιο των δυνάμεων εκείνων που αντιστρατεύονταν το βίαιο εκδυτικισμό του Γένους που δρομολογούσε η αλλόδοξη Κυβέρνηση. Η διερεύνηση της συμβολής του Μεγάλου Σπηλαίου αυτή την εποχή επιχειρείται σε συνάρτηση με τη σχέση επωνύμων αγωνιστών της πτέρυγας των φιλορθοδόξων με το μοναστήρι, ενώ ιδιαίτερη μνεία γίνεται στους μεγαλοσπηλαιώτες μοναχούς, που η έρευνα των αρχειακών πηγών αποδεικνύει εμπλεγμένους στα δραματικά γεγονότα της εποχής.

Στην ίδια ενότητα εκτίθενται τα δυσάρεστα γεγονότα που συγκλονίζουν το μοναστήρι στον αιώνα μας: η καταστροφική πυρκαγιά του 1934 και η επιδρομή των Γερμανών το 1943. Το δεύτερο σηματοδοτεί και τα χρονικά όρια της μελέτης. Παραταύτα, προστέθηκαν άλλα δύο Κεφάλαια, η προβληματική των οποίων, φρονούμε, αρτιώνει τις απαιτήσεις του θέματός μας.

Το πρώτο αφορά τη σχέση του Μεγάλου Σπηλαίου με την Παιδεία. Γίνεται αναφορά στο σχολείο που μαρτυρούν οι πηγές ότι λειτουργούσε στο Μέγα Σπήλαιο κατά την Τουρκοκρατία και στην πλούσια σε κώδικες και έντυπα βιβλιοθήκη που φυλασσόταν στο μοναστήρι, μέχρι να την αφανίσει η ανεξέλεγκτη πυρκαγιά του 1934. Το άλλο Κεφάλαιο, που μάλιστα επέχει τη θέση επιλόγου, γιατί συνοψίζει τα συμπεράσματα της μελέτης και φωτίζει εσωτερικά τα διάφορα σημεία της, αφορά την καθαρά πνευματική υπόσταση της Μονής, στην οποία οφείλεται, κατά τη γνώμη μας, και η ισχυρή ακτινοβολία της, στη συλλογική συνείδηση του λαού.

Τέλος, κρίναμε σκόπιμο να ενσωματώσουμε σ' αυτή τη μελέτη ένα Παράρτημα, στο οποίο έχει αποθησαυριστεί ένα μικρό αλλά χαρακτηριστικό μέρος του -γνωστού και άγνωστου μέχρι τώρα- αρχειακού υλικού που χρησιμοποιήθηκε για την εκπόνηση αυτής της εργασίας. Η επιλογή των κειμένων έχει στόχο τη φανέρωση όψεων της σημασίας ή του ρόλου της μονής σε διάφορα γεγονότα κρίσιμων ιστορικών φάσεων της πορείας του Γένους.

 

Επόμενη σελίδα