Κεντρική σελίδα Επιτροπής


Πορίσματα διημερίδας στελεχών
ποιμαντικού έργου των Ιέρων Μητροπόλεων
της Εκκλησίας της Ελλάδος


Ὁλοκληρώθηκαν μὲ ἐπιτυχία οἱ ἐργασίες τῶν δύο (Α` & Β`) Φάσεων τῆς Διημερίδος Στελεχῶν Ποιμαντικοῦ Ἒργου Ἱερῶν Μητροπόλεων, ποὺ διοργάνωσε ἡ Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ Θείας Λατρείας καί Ποιμαντικοῦ Ἒργου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί ἐφιλοξένησε, τήν μέν Πρώτην ( Α`) Φάσιν ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Νεαπόλεως καί Σταυρουπόλεως στήν αἲθουσα δεξιώσεων τοῦ DOMOTEL «LES LAZARISTES» ἀπό 19 - 20 Νοεμβρίου 2004, τήν δέ Δευτέραν ( Β` ) τό Διορθόδοξον Κέντρον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, παρά τῇ Ἱερᾷ Μονῇ Πεντέλης ἀπό 22-23 Νοεμβρίου 2004. Ἡ Διημερίς τελοῦσε ὑπὸ τὴν αἰγίδα τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κυρίου Χριστοδούλου καὶ συμμετεῖχαν κατά μέν τήν Πρώτην Φάσιν πεντήκοντα δύο (52) ἐκπρόσωποι ἀπὸ 25 Ἱερὲς Μητροπόλεις τῆς Κεντρικῆς καί Βορείου Ἑλλάδος, κατά δέ τήν Δευτέραν ( Β`) Φάσιν (44) ἐκπρόσωποι ἀπό 29 Ἱερές Μητροπόλεις τῆς Πελοποννήσου, τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος καί τοῦ Ἰονίου καί Αἰγαίου Πελάγους.

Συμμετεῖχαν ἐπίσης ἑπτά (7) εἰσηγηταί, καθηγηταί Πανεπιστημίου, οἱ ὁποῖοι ἀνέπτυξαν τά ἐπί μέρους θέματα σύμφωνα μέ τό Πρόγραμμα, ὡς καί ἄλλοι ἀκαδημαϊκοὶ διδάσκαλοι, εἲκοσι ὀκτώ (28) μεταπτυχιακοὶ φοιτηταί τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν τῶν Πανεπιστημίων Θεσσαλονίκης καί Ἀθηνῶν, καθώς καὶ ἱκανὸς ἀριθμὸς κληρικῶν ὁμόρων Ἱερῶν Μητροπόλεων.

Κεντρικό θέμα μελέτης τῆς Διημερίδος ἦταν : "Οἱ μετανάστες στήν ὑπό διαμόρφωση πολυπολιτισμική Ἑλληνική Κοινωνία : Μιά πρόκληση γιά τήν Ἐκκλησία". Τήν Ἀκολουθία τοῦ Ἁγιασμοῦ τῆς ἐναρκτήριας συνεδρίας ἐτέλεσε εἰς μέν τήν Σταυρούπολιν ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νεαπόλεως καί Σταυρουπόλεως κ. Βαρνάβας, εἰς δέ τό Διορθόδοξον Κέντρον ὁ Θεοφιλέστατος Ἐπίσκοπος Θερμοπυλῶν κ. Ἰωάννης, οἱ ὁποῖοι καὶ προσεφώνησαν καλωσορίζοντας τοὺς συνέδρους.

Ἀξίζει νά ἀναφερθῆ ὃτι παρέστησαν καί προσέφεραν λόγους οἰκοδομῆς πρός τούς κ. κ. Συνέδρους, κατά μέν τήν Πρώτην (Α) Φάσιν ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Φλωρίνης, Πρεσπῶν καί Ἑορδαίας, κ. Θεόκλητος, Συνοδικός Σύνδεσμος εἰς τήν Ἐπιτροπή, ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας κ. Παντελεήμων καί ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἐδέσσης καί Πέλλης κ. Ἰωήλ, κατά δέ τήν Δευτέραν (Β) Φάσιν ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Παραμυθίας, Φιλιατῶν καί Γηρομερίου κ. Τίτος, ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Νέας Ἰωνίας καί Φιλαδελφείας κ. Κωνσταντῖνος καί ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ὓδρας, Σπετσῶν καί Αἰγίνης κ. Ἐφραίμ.

Χαιρετισμοὺς ἀπηύθηναν στά μέλη τῆς Διημερίδος οἱ κάτωθι παρόντες ἐπίσημοι προσκεκλημένοι :

α.- Ὁ Ὑφυπουργὸς Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων κ. Γεώργιος Καλός.

β.- Ὁ Βουλευτὴς Θεσσαλονίκης κ. Εὐάγγελος Βενιζέλος.

γ.- Ἐκπρόσωπος τοῦ Νομάρχου Θεσσαλονίκης.

δ.- Ὁ Ἐκπρόσωπος τοῦ Δημάρχου Σταυρουπόλεως κ. Ἀπόστολος Τσαπνίδης.

Χαιρετιστήρια μηνύματα ἀπέστειλαν ἐπίσης ὁ Ὑφυπουργὸς Οἰκονομικῶν κ. Ἀδὰμ Ρεγκούζας, καὶ οἱ βουλευτὲς κ.κ. Στυλιανὸς Παπαθεμελὴς καὶ Ἰωάννης Μαγκριώτης.


Σέ μήνυμά του πρός τούς Συνέδρους ὁ Μακ. Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστόδουλος, τόνισε, μεταξύ τῶν ἄλλων καί τά ἑξῆς : « Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει πρός τούς Ρωμαίους «τήν φιλοξενίαν διώκοντες» (Ρωμ.12,13) καί πρός τούς Ἑβραίους «τῆς φιλοξενίας μή ἐπιλανθάνεσθε· διά ταύτης γάρ ἔλαθόν τινες ξενίσαντες ἀγγέλους» (Ἑβρ.13,2), ἐνῶ στήν Α´ πρός Τιμόθεον καί τήν πρός Τίτον ἀναφέρει ὅτι ὁ ἐπίσκοπος ἐκτός τῶν ἄλλων πρέπει νά εἶναι καί φιλόξενος (Α´ Τιμ.3,2· Τιτ.1,8). Καί ὁ ἀπόστολος Πέτρος στήν Α´ Καθολική ἐπιστολή του (4,8-9) γράφει «ἡ ἀγάπη καλύψει πλῆθος ἁμαρτιῶν· φιλόξενοι εἰς ἀλλήλους ἄνευ γογγυσμῶν».

Τό πίστευμα ἐπί πλέον τῆς ξενιτείας ἰσχύει ἰδιαιτέρως γιά κάθε πιστό χριστιανό γιά τόν ὁποῖο «κάθε ξένη χώρα εἶναι πατρίδα καί κάθε πατρίδα εἶναι ξένη χώρα» (Ἐπ. πρός Διόγνητον), ἀφοῦ σύμφωνα μέ τό Ἅγ. Γρηγόριο τόν Θεολόγο μία εἶναι ἡ πραγματική πατρίδα ὅλων μας ἡ Ἄνω Ἱερουσαλήμ, τῆς ὁποίας εἴμαστε πολίτες.

Ἀκόμη περισσότερο οἱ χριστιανοί πού συνειδητά βιώνουν ὅτι εἶναι μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, μέλη τῆς Ἐκκλησίας Του, καί ἔχουν ὡς πρότυπο κοινωνίας ἀγάπης τήν ἀγαπητική σχέση τῶν προσώπων τῆς Ἁγ. Τριάδος, ἔχουν γκρεμίσει τούς φραγμούς (ἐθνικῆς καταγωγῆς, κοινωνικῆς τάξης, θρησκευτικῆς πίστης, φύλου κλπ.) πού τούς χωρίζουν ἀπό τόν πλησίον καί μποροῦν ν’ ἀναφωνοῦν μαζί μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδέ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδέ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ· πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ.3,28 πρβ. καί Κολ.3,11).

Στηριζόμενοι ἐπί πλέον στή διδασκαλία τῶν πατέρων μας «ὅτι ὁ Θεός οὐκ ἔστι μερικός Θεός ἀλλά Πατήρ πάντων» (Ἱ. Χρυσ.) μποροῦμε νά ἀσκήσουμε τή γνήσια καί ἀληθινή ἀγάπη, ἐφαρμόζοντας στήν πράξη τήν πίστη τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας ὅτι ἡ διακονία εἶναι χάρισμα, προσφορά στόν Θεό καί στόν ἄνθρωπο.

Ὁ μετανάστης λοιπόν χρειάζεται ἕνα ἔρεισμα, πάνω στό ὁποῖο θά στηριχθεῖ γιά νά βρεῖ τή δύναμη ν’ ἀντιμετωπίσει μέ ἐπιτυχία ὅλες τίς δυσκολίες καί τά προβλήματα πού τόν περιστοιχίζουν. Τό ἔρεισμα αὐτό δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τήν πίστη στό Θεό τόν προστάτη τῶν φτωχῶν καί τῶν ἀδυνάτων.

Τόνισε ἀκόμη ὅτι : «Στή διαμόρφωση τῆς ποιμαντικῆς τῆς Ἐκκλησίας μποροῦν νά βοηθήσουν οἱ σύγχρονες ἐπιστῆμες τῆς κοινωνιολογίας, τῆς ἀνθρωπολογίας καί τῆς ψυχολογίας, καθώς καί ἡ χρήση ἡλεκτρονικοῦ ὑπολογιστῆ, στατιστικῶν ὑπηρεσιῶν καί κοινωνιολογικῶν ἀναλύσεων».

Κατέληξε δέ ὅτι «ἡ ποιμαντική τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νά εἶναι ἀνεπηρέαστη ἀπό προκαταλήψεις καί ἄκριτους νεωτερισμούς, ἀπό στείρους συναισθηματισμούς καί ἐγκεφαλικές προσεγγίσεις, ἀπό προσωπικές τοποθετήσεις καί πολιτικές σκοπιμότητες. Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἕνα ἐσχατολογικό προσανατολισμό καί ἡ ποιμαντική της πρέπει νά συμβαδίζει σ’ αὐτήν τήν κατεύθυνση.

Εὒχομαι λοιπόν σέ ὃλους σας, πού διακονεῖτε στόν εὐαίσθητο αὐτόν τομέα τῆς Ποιμαντικῆς Μέριμνας τῆς Ἐκκλησίας μας νά ζεῖτε μέ τή συνείδηση τοῦ «Καλοῦ Σαμαρείτη» καί νά μήν ξεχνᾶτε, ὃτι ἡ μετανάστευση μπορεῖ νά γίνει εὐλογία γιά τούς ἀνθρώπους καί τίς κοινωνίες. Ἀπό μᾶς ἀπαιτεῖται μόνο νά συνεργαζόμαστε στό ἔργο, πού ὁ Χριστός μυστικά ἐπιτελεῖ μέ τήν ἐφαρμογή σωστῆς ποιμαντικῆς. Ἄς ἀναλάβουμε λοιπόν ὅλοι τίς εὐθύνες μας.»


Β'

ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ


1.- Στό δεύτερο μισό τοῦ περασμένου αἰῶνα καί στόν 21ο ζωντανεύει μπροστά μας καί ἀναδεικνύεται στή ζωή τῶν ἀνθρώπων καί τῶν κοινωνιῶν καί διαμορφώνεται μία καταιγιστική ἐμφάνισις καί ἑδραίωσις ποικίλων ἑτεροτήτων (ἐθνικῶν, φυλετικῶν, θρησκευτικῶν, ἰδεολογικῶν, κοινωνικῶν, ἡλικιακῶν ), πού ὁδήγησαν στήν ἀπώλεια τοῦ ὁμογενοποιημένου κοινωνικοῦ χώρου καί στή ριζική μεταμόρφωσι τῶν κλειστῶν παραδοσιακῶν κοινωνιῶν. Ἡ γειτνίασις μέ οἰκονομικά ἀσθενέστερες Χῶρες καί ἡ κατάρρευσις τοῦ διχαστικοῦ διπόλου Ἀνατολικῆς καί Δυτικῆς Εὐρώπης καί τό ἐπακόλουθο ἄνοιγμα τῶν συνόρων δημιούργησε μεταναστευτικό ρεῦμα.

2.- Ἡ οἰκονομική ἀνάπτυξις καί ἡ διεθνοποίησις τῆς ἀγορᾶς, ἡ ἐπανάστασις τῆς πληροφορικῆς καί ἡ ἁλματώδης ἀνάπτυξις τῆς ἐπικοινωνίας, ἡ ἀνατροπή τοῦ παγκοσμίου διπολικοῦ συστήματος μετά τό 1989, οἱ ραγδαῖες γεωπολιτικές μεταβολές καί οἱ συνακόλουθες πληθυσμιακές μετακινήσεις, τό ἂνοιγμα τῶν συνόρων καί τῶν κοινωνιῶν, ἡ ἐλεύθερη κυκλοφορία ἰδεῶν, προσώπων, ἐμπορευμάτων κ.λ.π., ἐπέφεραν ριζικές ἀνακατατάξεις μέ χαρακτηριστικότερη αὐτήν τοῦ πολιτισμικοῦ καί θρησκευτικοῦ πλουραλισμοῦ, ἀλλά καί ἀναμίξεις πληθυσμῶν καί πολιτισμῶν, καθιστώντας ἐπεῖγον καί ἐπίκαιρο τό αἲτημα τῆς θρησκευτικῆς συνύπαρξης καί τοῦ διαλόγου τῶν θρησκειῶν καί τῶν πολιτισμῶν.

3.- Παράλληλα, ἡ προϊοῦσα ὁλοκλήρωσις τοῦ φαινομένου τῆς ἐκκοσμικεύσεως, μέ τήν χειραφέτησι τῆς κοινωνικῆς καί πολιτικῆς ζωῆς ἀπό τήν ἐκκλησιαστική ἐπιρροή, ἀσκεῖ ὃλο καί περισσότερο πίεσι γιά τήν ὑποχώρησι τῆς κυρίαρχης θέσεως τῶν θρησκειῶν – πολύ περισσότερο τῆς μιᾶς θρησκείας - ἀπό τή δημόσια σφαῖρα.

4.- Εἶναι ἐπείγουσα ἀνάγκη ἡ συνειδητοποίησις τῶν παραπάνω ἀλλαγῶν καί μεταβολῶν ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας, καθώς τοῦτο θά βοηθοῦσε τά μέγιστα στήν θεολογική ἀποτίμησι καί ἀξιολόγησι τοῦ παρόντος, γιά τό κατηχητικό καί ποιμαντικό της κυρίως ἒργο, ἀλλά καί στήν ἐν γένει μαρτυρία της στόν κόσμο μέ τόν ὁποῖο ἐπιζητεῖ νά διαλεχθῆ.

5.- Ἡ συνεργασία τῆς Ἐκκλησίας μέ φορεῖς τῆς πολιτείας, τῆς κοινωνίας τῶν πολιτῶν ἢ τῆς ἀκαδημαϊκῆς κοινότητας πού δραστηριοποιοῦνται σέ αὐτή τήν κατεύθυνσι εἶναι «ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ» καί ἀξίζει νά ἀναπτυχθῆ. Ἰδιαίτερη σημασία ἔχει ὁ ρόλος πού μπορεῖ καί ὀφείλει νὰ διαδραματίση ἡ Ἐκκλησία ὡς συνήγορος τῶν δικαιωμάτων τῶν ἀλλοδαπῶν στὴ χώρα μας. Πρόκειται γιὰ μία συνηγορία γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τῶν νομικῶν, θεσμικῶν καὶ ἄλλων διατάξεων, ποὺ προσβάλουν βάναυσα τήν ἀξία τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καί στεροῦν ἀπὸ τὸν μετανάστη καὶ τὸν πρόσφυγα τὸ δικαίωμα καὶ τὴ δυνατότητα νὰ ἀπολαμβάνη θεμελιώδη δικαιώματα, κατοχυρωμένα ἀπό τό Σύνταγμα καί τίς Διεθνεῖς Συμβάσεις.

6.- Ἡ ἀποδοχή τοῦ πολιτισμικοῦ καί θρησκευτικοῦ πλουραλισμοῦ, ἡ διακήρυξις τῆς ἐμμονῆς στήν συνύπαρξι μέ τόν ἂλλο, ἡ σοβαρή θεολογική προσέγγισις καί ἀποδοχή στό θέμα τῆς ἑτερότητας, τῆς ὑποδοχῆς καί ἀποδοχῆς τοῦ ἂλλου, τοῦ ξένου, τοῦ διαφορετικοῦ, πού σύμφωνα μέ τήν βιβλική καί θεολογική παράδοσι ἐνσαρκώνει τόν πιό πολύτιμο καί ἀκριβό ἑαυτό μας, τήν ζωντανή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, εἶναι τό κριτήριο ἐπαληθεύσεως γιά τή γνησιότητα τῆς πίστεώς μας.

7.- Ἡ πολυθρησκευτικότητα εἶναι προφανῶς χαρακτηριστικὸ αὐτῆς τῆς πολυπολιτισμικότητας. Τὸ μεγάλο ἐρώτημα εἶναι κατὰ πόσο ἡ θρησκεία ἀποτελεῖ ἑνοποιητικὸ ἢ διαχωριστικὸ στοιχεῖο στὸ πλαίσιο μιᾶς πολυπολιτισμικῆς κοινωνίας. Πολλὰ εἶναι τὰ ἐπιχειρήματα ποὺ συνηγοροῦν στὴν ἄποψη ὅτι μὲ συνετὴ καὶ συστηματικὴ ἐργασία, ἡ θρησκεία μπορεῖ νὰ ἀποτελέση ἑνοποιητικὸ στοιχεῖο.


Γ'

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ


Ἒχοντες ὑπ’ ὄψι τίς διεξαχθεῖσες συζητήσεις καί τίς διατυπωθεῖσες προτάσεις στήν Διημερίδα εὐλαβῶς σημειοῦμεν καί ἀναφέρομεν ὃτι, γιά τό Ποιμαντικό ἒργο τῆς Ἐκκλησίας ἀπαιτοῦνται στήν προκειμένη περίπτωσι νά ὑπάρχουν οἱ κάτωθι ἀναφερόμενοι στόχοι, πού ἐκφράζονται μέ τίς ἑξῆς προτάσεις:

1.- Εἶναι αὐτονόητη καί ἐπείγουσα ἡ ἐπιμόρφωσις τῶν κληρικῶν, τῶν κατηχητῶν καί τῶν στελεχῶν τοῦ ποιμαντικοῦ ἒργου τῆς Ἐκκλησίας στή νέα κοινωνική καί πολιτισμική πραγματικότητα, ἀλλά καί σέ θέματα ἐπικοινωνίας καί εἰδικά ἡ γνώσις τῆς «τέχνης τοῦ διαλόγου».

2.- Εἶναι ἀνάγκη νά ἐνισχυθῆ τό κοινωνικό καί φιλανθρωπικό ἒργο τῆς Ἐκκλησίας πρός τήν κατεύθυνσι τῆς κοινωνικῆς συνοχῆς καί τῆς χωρίς θρησκευτικές ἢ ἐθνικές διακρίσεις ἀλληλεγγύης.

3.- Εἶναι ἀπαραίτητη ἡ καταγραφὴ τῆς ἤδη ὑπάρχουσας ἐμπειρίας στὴν πρόνοια καὶ προσοικείωσι τῶν οἰκονομικῶν μεταναστῶν καὶ προσφύγων σὲ ἐπίπεδο Ἱερῶν Μητροπόλεων καὶ Ἐνοριῶν, ὅπως καὶ ἡ προσφυγὴ στὴν ἐμπειρία ἄλλων ἐκκλησιῶν στὶς χῶρες τους, μὲ σκοπὸ τὴν διάχυση καλῶν πρακτικῶν.

4.- Εἶναι καλὸ νὰ λειτουργήση ἐπὶ 24ωρου βάσεως -εἰ δυνατόν- μιὰ ὑπηρεσία γιὰ τὴν ἐξυπηρέτησι τῶν μεταναστῶν.

5.- Ἐνδείκνυται ἡ δημιουργία Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ διαχείρισι τῶν μεταναστῶν στὶς ἐνορίες καὶ γιὰ τὸν συντονισμὸ Ὑπηρεσιῶν ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν εἰρηνικὴ συμβίωσι, τῶν μελῶν τῆς πολιτισμικῆς κοινωνίας, ἤ ἡ ἀξιοποίησις τῆς μακρᾶς ἐμπειρίας τῶν ἤδη ὑφισταμένων ὑπηρεσιῶν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τοῦ Κέντρου Συμπαραστάσεως Παλιννοστούντων Μεταναστῶν καὶ τοῦ Οἰκογενειακοῦ Προγράμματος Προσφύγων, ὑπό τήν σκέπην, τόν συντονισμόν στό ἔργο αὐτό τῆς προσφορᾶς τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Θείας Λατρείας καί Ποιμαντικοῦ Ἔργου.

6.- Κρίνεται ἀπαραίτητο σὲ κάθε Ἱερὰ Μητρόπολη :

α)- Ἡ θέσπισις Γραφείου μελέτης προβλημάτων καὶ διακονίας τῶν μεταναστῶν, μὲ παράλληλη ἐνθάρρυνσι τῶν Ἐνοριῶν (μεμονωμένα ἢ μὲ διενοριακή συνεργασία) γιὰ τὴ Δημιουργία Κέντρων Συμπαραστάσεως Διαπολιτισμικῶν Ὁμάδων.

β)- Ἡ σύστασις ὁμάδος Ἱερέων καὶ λαϊκῶν ἐμπειρογνωμόνων καὶ ἐξειδικευμένων ἐθελοντῶν, ποὺ θὰ πλαισιώνουν τὸ Μητροπολιτικὸ Γραφεῖο, ἀλλὰ καὶ τὰ Κέντρα.

γ)- Ἡ ἀνάθεσις σὲ Ἱερέα – ἐκπρόσωπο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως τῆς εὐθύνης κατηχητικῆς ἐργασίας ἐπὶ τοῦ θέματος τῆς ποιμαντικῆς τῶν μεταναστευτικῶν ὁμάδων.

δ)- Ἡ συνεργασία αὐτοῦ τοῦ Γραφείου μὲ τὴ Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ Θείας Λατρείας καὶ Ποιμαντικοῦ Ἔργου (ἐπικοινωνία κατὰ τὴ μορφὴ τῶν συγκοινωνούντων δοχείων), τὸ Κέντρο Συμπαραστάσεως Παλινοστούντων Μεταναστῶν (Κ.Σ.Π.Μ.) καί τό Οἰκογενειακό Πρόγραμμα Προσφύγων (E.R.P.).


7.- Στὸ ἔργο ποὺ προσφέρουν οἱ Ἱερεῖς καὶ οἱ ἐθελονταί θὰ πρέπει νὰ ἐνισχύωνται μὲ τὴν παρουσία εἰδικὰ ἐκπαιδευμένων ἐμμίσθων ὑπαλλήλων – συνεργατῶν, εἴτε ἀπὸ τό χῶρο τῶν ἀδιόριστων θεολόγων, εἴτε ἀπὸ τοὺς ἐπαγγελματίες κοινωνικοὺς λειτουργοὺς.

8.- Εἰσηγούμεθα προσέτι ὅπως ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐγκρίνῃ τήν ἔκδοσιν «Ἐγκολπίου τοῦ Μετανάστου». Στό Ἐγκόλπιο αὐτό θά περιέχωνται : α) Ἀποσπάσματα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, Παλαιά καί Καινή Διαθήκη, κατ’ ἐρανισμόν, ἀνταποκρινόμενα στίς συνθῆκες τῆς ζωῆς τῶν μεταναστῶν, ὅπως καί χαρακτηριστικά καί κεντρικῆς σημασίας κείμενα ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ Χριστιανισμοῦ. β) Ἀντίστοιχα ἀποσπάσματα ἀπό Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί γ) «Ὁδηγίες προσανατολισμοῦ» γιά τήν κατανόησι τῆς ἑλληνικῆς πολιτισμικῆς, κοινωνικῆς καί διοικητικῆς πραγματικότητας.

Πρός τοῦτο δέον ὅπως ἐξετασθῆ ἡ δυνατότης χρηματοδοτήσεως τοῦ κληροδοτήματος πρός τήν «Ἀποστολικήν Διακονίαν» γιά τήν διάδοσι τῆς Ἁγίας Γραφῆς.

Ἐνδεικτικές γλῶσσες, σέ πρώτη φάσι, τῶν διαφόρων αὐτῶν ἐκδόσεων ἄς εἶναι : α) ἡ Ἀγγλική, β) ἡ Ρωσική καί γ) ἡ Ἀλβανική.

9.- Προτείνεται τέλος ἡ ἔγκρισις τῆς ἐκδόσεως τῶν Πρακτικῶν καί τῶν Πορισμάτων τῆς Διημερίδος αὐτῆς, τῇ χορηγίᾳ τῆς Ε.Μ.Υ.Ε.Ε.



Κεντρική σελίδα Επιτροπής