ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΕΙΜΕΝΑ



������������

Προηγούμενη σελίδα


Ιωάννης Καποδίστριας, ο πρώτος Έλληνας Ευρωπαϊστής

27/2/2007

Ομιλία στην Εκδήλωση του Κλάδου Πολιτιστικών Προγραμμάτων και Διαδικτύου της ΕΜΥΕΕ

50 Χρόνια Ευρωπαϊκή Ένωση

«Ο Καποδίστριας και η Ευρωπαϊκή Ιδέα»


Κύριε Πρόεδρε,
κυρίες και κύριοι,

Συγκεντρωθήκαμε σήμερα για να τιμήσουμε τον Ιωάννη Καποδίστρια ως πρώτον Έλληνα ευρωπαϊστή, και ακόμη περισσότερο ως τον πρώτον Ευρωπαίο πολιτικό που έθεσε το θέμα επίσημα, σε τράπεζα διασκέψεως των ευρωπαϊκών δυνάμεων. Πριν όμως προχωρήσουμε, επιτρέψτε μου να σας πληροφορήσω ότι ο χώρος όπου συγκεντρωθήκαμε δεν επελέγει τυχαίως. Με την παρουσία μας εδώ θέλουμε να αποδώσουμε εμπράκτως τιμή σε έναν άλλον Έλληνα ευρωπαϊστή, αγνοημένον αλλά όχι ανώνυμον, τον Ευαγγέλη Ζάππα.

Ελάχιστα είναι γνωστό ότι ο Ευαγγέλης Ζάππας, είχε οραματισθεί την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, όχι όμως ως αντιγραφή των αρχαίων, αλλά ως συνδυασμό αθλητικών και πολιτιστικών αγώνων της Ευρώπης. Και δεν έμεινε μόνο όραμα αυτό. Οργάνωσε τους αγώνες, τα Ολύμπια, που ο λαός ονόμασε Ζάππειες Ολυμπιάδες, με σκοπό να παρουσιάζει το κλέος της ευρωπαϊκής πολιτιστικής παραγωγής και να προωθήσει την πνευματική ενότητα της Ευρώπης. Για το σκοπό αυτόν έδωσε τα χρήματα να αγορασθεί ο χώρος και να κτισθεί το μέγαρο στο οποίο βρισκόμαστε. Αλλά ο βασιλεύς τότε, θεώρησε κωμική την πρόθεση του Ζάππα, και στο κτίριο αυτό οργάνωσε ανθοκομική έκθεση. Ο νους του λαμπρού τέκνου της Πίνδου, συνέλαβε την ευρωπαϊκή πολιτιστική Ολυμπιάδα, που εύχομαι κάποτε να πραγματώσουμε, δικαιώνοντας την παλαιά διδαχή κατά την οποία τίποτε δεν είναι πιο ρεαλιστικό από το όραμα.

Ας στρέψουμε τώρα τον νου μας στην άλλη μορφή, στον άνθρωπο που οραματίστηκε μιαν Ελλάδα πυρσό πνεύματος κι ελευθερίας, μέλος μιας Ευρώπης ενωμένης στην υπηρεσία του δικαίου.

Τι θα μπορούσαμε να πούμε, τι θα έπρεπε να κάνουμε μπροτά σε έναν τέτοιον πρίγκηπα του ονείρου; Το ερώτημα έχει ήδη τεθεί, δυστυχώς όχι από Έλληνες, και έλαβε την απάντησή του:

«Τι είναι δυνατόν να κάνουμε γι’ αυτόν τον εξαίρετο Καποδίστρια; Είναι ο Φοίνικας της Δημοκρατίας, χωρίς αυτόν το Συνέδριο της Βιέννης και τα άλλα θα ήταν διαφορετικά, χωρίς αυτόν η Ελβετία θα είχεν εξ ολοκλήρου ανατραπεί. Αν περάσει ποτέ από τη Γενεύη κτυπήστε όλες τις καμπάνες των εκκλησιών και χαιρετίστε την άφιξή του δια του κεραυνού του πυροβολικού μας».

Τη φράση αυτή διακεκριμένου Ελβετού τη διάβασα στην αρίστη εισήγηση του Αντισυνταγματάρχη κ. Ανδρέα Κούκου, στην Ημερίδα που διοργάνωσε το Κέντρο Δελφών προς τιμήν του Κυβερνήτη Καποδίστρια. Είναι μια φράση και μια στάση που φανερώνει το μέγεθος του Καποδίστρια αλλά και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να το προσεγγίζουμε. Δεν ωφελεί σε τίποτε να βλέπουμε στη φράση του εκπροσώπου των Ελβετών μόνο θαυμασμό. Πρέπει να βλέπουμε κυρίως ότι ο Καποδίστριας ενδιαφερόταν όχι μόνο για την πατρίδα του, όχι μόνο για τα συμφέροντα της χώρας στην υπηρεσία της οποίας βρισκόταν, αλλά επίσης για την απαλλαγή της Ευρώπης από το θανάσιμο παιχνίδι των υπερδυνάμεων. Η πολιτική που ζητά την αντικατάσταση της επικυριαρχίας από τη συνεργασία, η πολιτική που θέλει την ίση αντιμετώπιση των μικρών χωρών με τις μεγάλες, είναι διαυγής έκφραση της ευρωπαϊκής πολιτικής.

Καθώς είναι γνωστό, η μάλλον καθώς μας έκανε γνωστό η ακαταπόνητη ιστορικός Ελένη Κούκου, ο Καποδίστριας αποκάλυψε το εύρος και το βάθος της ευρωπαϊκής του πολιτικής αμέσως μετά το τέλος των Ναπολεόντιων πολέμων. Στο Συνέδριο της Aix la Chapelle το 1818, διεκήρυξε ότι η Ευρώπη έπρεπε να προστατευθεί από τη χρήση βίας και τις επεκτατικές πολιτικές των μεγάλων δυνάμεων, προχωρώντας στη δημιουργία μιας Alliance Solidaire. Ο κόμης Καποδίστριας δεν εισακούσθηκε. Έπειτα από έναν περίπου αιώνα, μετά τον επόμενο ευρωπαϊκό πόλεμο που κατέληξε παγκόσμιος, εισηγήθηκε την πολιτική Καποδίστρια ο Γάλλος Πρωθυπουργός Αριστείδης Μπριαν. Ούτε αυτός εισακούσθηκε. Έπρεπε να πέσουμε στην άβυσσο του Δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, για να πλημμυρίσει πια η Ευρώπη από το αίτημα της πολιτικής ενότητάς της. Αποδείχθηκε έτσι ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας έβλεπε περισσότερο από έναν αιώνα μπροστά.

Τις πολιτικές διαστάσεις του έργου του Καποδίστρια και τη σημασία του για το έθνος μας, θα παρουσιάσουν ασφαλώς πολύ καλύτερα από μένα οι άλλοι εισηγητές. Επιτρέψτε μου όμως να στραφώ σε μιαν άλλη πτυχή του Καποδίστρια, στο ρόλο της Εκκλησίας στη συνείδησή του.

Το πορτρέτο, ούτως ειπείν, της συνείδησης του Καποδίστρια, το δίνει ο ίδιος: «Ο Θεός είναι προστάτης μου», γράφει, «και άνευ ταύτης της πίστεως ούτε εμαυτόν θα ηδυνάμην να κατανοήσω, ούτε να ελπίσω τι.»

Ας μη θεωρηθεί ότι αυτή η δήλωση εκφράζει κάποιον αόριστο θεϊσμό, και όχι πίστη στην Εκκλησία. Στον διδάσκαλο Αλέξανδρο Ραδινό, που δίδασκε ελληνόπουλα στη Γενεύη, έστειλε ένα αντίτυπο από τις περίφημες «Διδαχές» στην Ορθόδοξη πίστη του Μητροπολίτη Ηλία Μηνιάτη, και τον παρακαλεί «να γνωστοποιήσετε τους από σας διδασκομένους τον πάτριον Έλληνα λόγον, ότι τους καθυποχρεώνω να συνέρχονται κατά την από σας ταχθησομένην ώραν εις το κατάλυμά σας τας Κυριακάς και όλας τας υπό της αγίας ημών Εκκλησίας πανηγυριζομένας ημέρας, δια να σε ακροάζωνται αναγιγνώσκοντα την κατ’ εκλογήν σου Διδαχήν της εορταζομένης ημέρας.»

Ο Καποδίστριας ως κύριο σκοπό της εκπαίδευσης των Ελλήνων έθετε τη μύηση των μαθητών στην Ορθόδοξη πίστη και τη λατρεία της Εκκλησίας. Αλλά εφρόντιζε επίσης να γίνεται σεβαστός και ο ρόλος της Εκκλησίας στην ιστορική πορεία του γένους. Υποστήριζε πως ευθύνη και υποχρέωση της πολιτείας είναι να δείχνει ότι «η χριστιανική θρησκεία εσυντήρησεν εις τους Έλληνας και γλώσσαν και πατρίδα και αρχαίας ενδόξους αναμνήσεις, και εξαναχάρισεν εις αυτούς την πολιτικήν ύπαρξιν, της οποίας είναι στύλος και εδραίωμα».

Στη λαμπρή διδακτορική διατριβή του κ. Ιωάννη Τσάγκα «Η θρησκευτική αγωγή στο εκπαιδευτικό έργο του Ιωάννη Καποδίστρια» διάβασα τούτη την αξιοπρόσεκτη επισήμανση: ο Καποδίστριας ήταν μεν τέκνο του Διαφωτισμού, ήταν όμως πιστό τέκνο της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Προχώρησε στην οργάνωση της Εκκλησιαστικής παιδείας με σκοπό να μορφώνει τα στελέχη της Εκκλησίας, σε συνεργασία βέβαια με τους ποιμένες της. Είναι μια στάση που πολλοί σήμερα θα τη θεωρούσαν ξεπερασμένη. Επιτρέψτε μου να σας παρακαλέσω να σκεφθείτε μαζί μου, μήπως προηγείται πολύ της ιστορίας, όπως συνέβη και με τον ευρωπαϊσμό του;..

Ας μη θεωρηθεί η εκκλησιαστική πολιτική του Καποδίστρια μια πολιτική παραχώρηση προς την Εκκλησία. Ήταν βαθύτατη πίστη του, καθώς έγραφε κάποτε, ότι «το μεγαλήτερον από όλα τα συμφέροντα της πατρίδος μας, εκείνο δηλαδή το οποίον εναγκαλίζεται και περιλαβάνει ολόκληρον την μέλλουσαν ευδαιμονίαν της, είναι η χριστιανική και εθνική εκπαίδευσις των Ελληνοπαίδων».

Καταλαβαίνω ότι σήμερα είναι πολλοί αυτοί που ακούγοντας τούτα τα λόγια του Κυβερνήτη θα τον πυροβολούσαν κι αυτοί αμέσως. Εκείνος όμως μένει με το στεφάνι ότι πυροβολήθηκε στην πόρτα της εκκλησιάς, κι ότι μια από τις δολοφονικές σφαίρες εναντίον του καρφώθηκε στο κορμί της. Πολλοί σημερινοί Έληνες θα είχαν -χωρίς άλλο- το θράσος να τον κατηγορήσουν ως ξεπερασμένον και αντιδραστικόν, εμείς όμως τον τιμούμε επαναλαμβάνοντας προς αυτόν ο,τι εκείνος είχε γράψει σε εξέχοντα Έλληνα:

«Σεις, κύριε, εν μοίρα τιμής έχετε το ότι εμείνατε μέλος και της Εκκλησίας σας και του έθνους σας».

Δεν υπάρχει δάφνη τόσον αμάραντη, τόσον φωτεινή όσον αυτή.


Προηγούμενη σελίδα