ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΕΙΜΕΝΑ



��������������������

Προηγούμενη σελίδα


Ομιλία στην Ημερίδα για τον Κωστή Παλαμά

28/10/2003

Συγκεντρωθήκαμε σήμερα «εις τιμήν και μνήμην» του ποιητή Κωστή Παλαμά. Διακεκριμένοι άνθρωποι των γραμμάτων θα παρουσιάσουν καίριες πλευρές του παλαμικού έργου, τις οποίες στη συνέχεια θα συζητήσετε. Επιτρέψτε μου, λοιπόν, να εστιάσω την προσοχή μου όχι πάνω στον Παλαμά, αλλά πάνω στον ποιητή.

Την εθνική ιδιοπροσωπία, την ορίζουν οι ποιητές. Και ως εξ αυτού, μπορούμε να πούμε ότι την ίδια την εθνική υπόσταση τη χαρίζουν οι ποιητές.

Ο Έλληνας άνθρωπος γεννήθηκε μέσα στο έργο του Ομήρου. Στην Ιλιάδα, ο ποιητής μετέτρεψε ανθρώπους που έως τότε νιώθαν ν΄ ανήκουν μόνο στα χωριά και τις φυλές τους, σε αδελφούς. Ώστε, αυτό το πρώτο στο χρόνο και στην τέχνη έργο, η Ιλιάδα, είναι η αληθινή Δελφύς, η μήτρα των Ελλήνων.

Και εξέφρασε πλουσίως ο Έλληνας τη στοργή του προς τον ποιητή πατέρα: τον είχε παιδείας θεμέλιο, έως ότου ενσαρκώθηκε ο Λυτρωτής. Τότε, το Ευαγγέλιο της Ζωής ήλθε στην ελληνική γλώσσα, για να διδάξει δι αυτής όλους τους λαούς, ότι η έξοδος από τον κόσμο έπαψε να είναι θάνατος.

Ωστόσο, η παίδευση στο Ευαγγέλιο δεν σήμανε την κατάργηση του ποιητή: οι Καππαδόκες Πατέρες τίμησαν όσο λίγοι τον Όμηρο, και αναφέρονταν με θαυμασμό στο έργο του συνιστώντας τη μελέτη του: «φαρμακεύει [ιατρεύει] τας ψυχάς Όμηρος εν ταις λύπαις», γράφει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος .

Κανείς δεν δίνει τόσον έκτυπη τη διαφορά των ιδιοπροσωπιών των εθνών, όσον η ποίηση που τα γέννησε. Διαβάστε έστω ένα μέρος του έπους των Νιμπελούνγκεν, ή ένα μόνο μέρος του έπους του Ρολάνδου, και θα δείτε με ενάργεια τις διαφορές ανάμεσα στον Έλληνα, τον Γερμανό και τον Φράγκο.

Στην αρχαία Αίγυπτο, το Ισραήλ και την Κίνα δεν υπήρξαν έπη με κεντρικό πρόσωπο έναν ήρωα, η συμπεριφορά και οι αξίες του οποίου να αποτελούν χαρακτηριστικά ή ιδεώδη του έθνους. Το ίδιο κενό βλέπουμε και στην βεδική γραμματεία.

Ο Όμηρος είναι ο πρώτος ποιητής που ύμνησε έναν ήρωα, ένα πρόσωπο, τα ψυχικά και πνευματικά χαρακτηριστικά του οποίου λειτουργούν ως η άσβεστη εστία γύρω από την οποία συγκεντρώνεται ένας λαός και μετατρέπεται σε κοινότητα, θαυμάζοντάς τα.

Από αυτό το αίσθημα κοινού θαυμασμού προς το αρχέτυπο πρόσωπο, πλάθεται η εθνική συνείδηση. Έτσι, ο ποιητής γίνεται γενάρχης του έθνους του. Πρώτος τέτοιος ποιητής υπήρξεν ο Όμηρος. Από αυτόν κι έπειτα, το έπος του ηρωικού προσώπου απλώθηκε σε όλα τα ευρωπαϊκά έθνη.

Στην Οδύσσεια, γραμμένη μετά την Ιλιάδα, ο Όμηρος ενισχύει τα θεμέλια της εθνικής συνείδησης: ο ήρωας τώρα πιά δεν είναι μόνο γενναίος, αλλά και σοφός. Κι ακόμη κάτι ουσιώδες: την ψυχή του οιακίζει ο νόστος της οικογένειας και πατρικής γης. Οι μάρτυρες του χριστιανισμού επιβλήθηκαν στην κοινή συνείδηση ως οι ήρωες της πίστης, κι έδωσαν ένα ακόμη στοιχείο κοινού και απόλυτου σεβασμού: τον άγιο. Ο άγιος, ο σοφός και ο ήρωας, έγιναν οι τρεις θεμέλιοι λίθοι του ευρωπαϊκού πνεύματος , όπως βλέπουμε τόσο στο βυζαντινό έπος Ηρακλειάδα όσο και στο φράγκικο έπος του Ρολάνδου.

Ωστόσο, η κοινότητα του ευρωπαϊκού πνεύματος δεν αίρει τις εθνικές διαφορές. Ο Έλληνας ήρωας κινείται ζητώντας την ευλογία του θεού και το κοινό αγαθό, το όφελος της πατρίδας. Αντίθετα, ο Ζίγκφριντ έχει ως αφετηρία του την ίδια του την αξία, άσχετη με τους θεούς. Ο Γερμανός ήρωας αρκεί στον εαυτό του. Ο Έλληνας ήρωας πρέπει νάχει όχι μόνο σθένος και ικανότητα, αλλά επίσης ευγένεια και σοφία διαφορετικά πάσχει. Ο Γερμανός αρκείται στο να έχει ισχυρό εγώ, και η ισχύς αυτή ορίζει την καθαρότητα των κριτηρίων.

Το έπος των Λατίνων, έργο του Βιργιλίου, γνωρίζουμε ότι έχει ως πρότυπο το ομηρικό, και το γεγονός πιστοποιεί ότι ρωμαϊκός πολιτισμός χωρίς το ελληνικό πνεύμα δεν νοείται.

Το έπος των Φράγκων, το έπος δηλαδή του Ρολάνδου, είναι επηρεασμένο καθοριστικά από το ελληνικό πνεύμα, όπως προσελήφθη από τους Λατίνους και το Βυζάντιο. Ο Ρολάνδος θυσιάζεται για το έθνος, τη χριστιανοσύνη και τον βασιλιά. Είναι ολοφάνερη η επίδραση του χριστιανικού κοσμοειδώλου στο έπος αυτό. Το φράγκικο έπος κρατά πάρα πολλά στοιχεία της ομηρικής αξιολογίας, αλλά επίσης του βυζαντινού κόσμου. Το πιό χαρακτηριστικό: ο αντίπαλος του Ρολάνδου είναι πλέον το Ισλάμ. Το έπος ορίζει τον κόσμο του, τον κόσμο της Ευρώπης, ως «χριστιανοσύνη».



***


Είναι πολύ δύσκολο να βρούμε μελέτη που να φανερώνει τι ακριβώς σημαίνει εθνική ταυτότητα ή ιδιοπροσωπία ή αυτοσυνειδησία, με τόσην ενάργεια όσον η ποίηση. Δύσκολο, αλλ’ όχι αδύνατο. Μια τέτοια μελέτη, μεγάλου ερμηνευτικού εύρους, έγραψεν ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος, ο πρώτος Έλληνας λόγιος που είδε τον Ελληνισμό ως ενότητα από τα αρχαία χρόνια έως σήμερα.

Οι Έλληνες λόγιοι της εποχής, που τόλμησαν να ονομάσουν εαυτούς «Διαφωτιστές», θεωρούσαν ότι ο Ελληνισμός έχασε την ελευθερία του στη μάχη της Χαιρωνείας, κι ακόμη, ότι έμεινε δούλος σε βαρβάρους κατά τους βυζαντινούς χρόνους. Σ΄ ένα λαμπρό μελέτημά του, ο Φώτιος Δημητρακόπουλος παρουσιάζει τις αντιλήψεις των λογίων αυτών, που τις συνοψίζει ο Αδαμάντιος Κοραής: Οι Έλληνες, «δουλωμένοι εις τους Μακεδόνας [...] μετά την Μακεδονικήν δεσποτείαν έπεσαν υποκάτω εις των Ρωμαίων την εξουσίαν και τέλος εις τους Τούρκους» . Έμεινε, λοιπόν, δούλος ο Ελληνισμός επί είκοσι περίπου αιώνες, έως ότου ήλθαν επί τέλους οι «Διαφωτιστές» μας, να μας φέρουν εις οδόν ελευθερίας και συνέσεως.

Σε αυτούς όλους, που συγκροτούσαν το κυρίαρχο μέτωπο, αντετάχθη ο Ζαμπέλιος. Για να είμαστε ακριβείς, δεν ήταν ο πρώτος που δίδαξε την ενότητα του Ελληνισμού. Είχαν προηγηθεί Γάλλοι και Γερμανοί ιστορικοί. Αλλά ο ευρωπαϊκός Διαφωτισμός δεν είχε τις συμπλεγματικές αντιλήψεις του δικού μας. Δεν θεώρησαν οι Γάλλοι εαυτούς δούλους των Ρωμαίων και των Φράγκων, και δεν ισχυρίστηκαν ότι αποκαθιστούν αυτοί την ελευθερία που είχε χαθεί από την εποχή των Κελτών. Ενώ ο Ζαμπέλιος, έπρεπε να δώσει μεγάλον αγώνα για να ανατρέψει τις φαντασμαγορικές συλλήψεις του πνευματικά κυρίαρχου Κοραϊκού κύκλου.

Και με την ευλογία του Κυρίου, επέτυχε στο έργο του. Τη σκυτάλη παρέλαβαν από τα χέρια του δύο μεγάλα αναστήματα του έθνους: ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, και ο Κωστής Παλαμάς. Ο ένας δημιούργησε τη μνημειώδη «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», ο άλλος τη «Φλογέρα του Βασιλιά».

Διαβάζοντάς τους, θαρρείς πως συνεργάστηκαν. Όχι μόνον οι αξίες είναι κοινές, μα και τα λάθη. Το λάθος, π.χ., του Παπαρρηγόπουλου, να δει το μοναχισμό ως επιζήμιο για την Αυτοκρατορία, το μετέφερε κι ο Παλαμάς στην ποίησή του, μ’ εκείνο το περίφημο:

«Την Πολιτεία δυό λάμιες τη ρημάζουνε:

η λύσσα του καλόγερου, του δάσκαλου η μανία» .

Και αφού μιλάμε για τους χρόνους όπου άρχισε να ανακαλύπτεται η ενότητα του Ελληνισμού και η ποιότητά του, ας προσθέσω τον λαμπρό διδάσκαλο, τον Νικόλαο Πολίτη, που μας έδωσε πίσω το δημοτικό τραγούδι, το απορριγμένο κι αυτό από τους αρχαιόπληκτους. Είθε η Επιτροπή σας να οργανώσει το ταχύτερο εκδηλώσεις προς τιμήν των διδασκάλων που δίδαξαν την ενότητα του έθνους μας και δεν μας άφησαν στο κρεββάτι Διαφωτισθέντος Προκρούστη.



***


Αναφέρθηκα στα έπη, τα ιδρυτικά των εθνών. Θα ήθελα εδώ να προσθέσω ότι τα έθνη δεν μένουν ανάλλαχτα μέσα στο χρόνο. Η πράξη πλάθει τον άνθρωπο, η πράξη πλάθει και τα έθνη. Η ιστορία, σμιλεύει διαρκώς το πρόσωπο των εθνών. Κι έρχονται ώρες κρίσιμες, ώρες βασανισμένες, όπου το έθνος νιώθει πως έχασε τη ψυχή του και το δρόμο του. Ευλογημένο το έθνος που βλέπει κείνη την ώρα να ορθώνεται πατέρας αμάχητος και πάλι ο ποιητής, να το στήνει στα πόδια του.

Τέτοια περίπτωση ήταν ο Διονύσιος Σολωμός. Οι λόγιοι της εποχής του μοιράζονταν σε δυό στρατόπεδα. Στο ένα, όσοι λογάριαζαν να βάλουν το πόδι του ελεύθερου πιά Έλληνα στο καλούπι της αρχαιοπρέπειας, βάζοντάς τον στανικώς να παριστάνει πως είναι συνέχεια του αρχαίου προγόνου και θα μιλήσει την παλιά τη γλώσσα τώρα που λευτερώθηκε από Μακεδόνες, Ρωμαίους, Βυζαντινούς κι Οθωμανούς. Ήταν αυτοί που μετέτρεπαν την αύρα του αρχαίου πνεύματος σε δυσωδία φαντάσματος. Κι από την άλλη, αυτοί που θέλαν ο λευτερωμένος ν΄ αρνηθεί το νέο πρόσωπό του και να φορέσει τη μάσκα του Βυζαντίου. Κι αυτοί, δηλαδή, κάναν το δοξασμένο παρελθόν μας έναν βρυκόλακα,που αντί να μας δίνει ζωή θα μας ρουφούσε το αίμα. Και των δυό εχθρός ένας και μόνον: ο Νέος Ελληνισμός, που γύρευε τη δική του ζωή και τις ποιότητές του.

Ο Διονύσιος Σολωμός αντιστάθηκε με σθένος σ’ όλους όσοι θέλαν στη θέση του προσώπου μιά μάσκα. Απόρριψε με δύναμη και τους δυό, κι άνοιξε το δρόμο για να δούμε τις πηγές του Νέου Ελληνισμού στα πλούσια νερά του δημοτικού τραγουδιού, στις ηθικές του αξίες και τη γλώσσα του.

Στο Σολωμό χρωστάμε τ’ ότι νιώθουμε το λόγο του Μακρυγιάννη και τις ποιότητές του ως δικές μας, ταυτοτικές μας. Σ’ αυτόν χρωστάμε και τη λεγόμενη «αθηναϊκή σχολή», ηγέτης της οποίας στάθηκε ο Κωστής Παλαμάς. Είναι η λογοτεχνική σχολή που έκαμε το λόγο του δημοτικού τραγουδιού λάβαρό της.

Έγραφε, βέβαια, ο Ζαμπέλιος, τον οποίον ο Παλαμάς χαρακτήριζε «ευρυμαθή και ένθουν εξερευνητήν του Ελληνισμού» , πως η νεοελληνική ποίηση, αν ήθελε να γίνει «ποίησις εθνική», έπρεπε να γίνει «δημοτική την γλώσσαν, δημοτική το νόημα» . Αλλά ο Σολωμός έδειξε ότι αυτό δεν είναι μια ανεπέρειστη ευχή• έδειξε ότι γίνεται, δημιουργώντας αριστουργήματα της λογοτεχνίας μας στηριγμένα στο δημοτικό τραγούδι.



***


Αποφεύγω τον σχολιασμό του Κωστή Παλαμά, αφήνοντας το έργο τούτο στα χέρια των λαμπρών ομιλητών κατά την Ημερίδα αυτή. Αλλά νομίζω πως χρεωστούμε κι εσείς και όλοι εμείς να δώσουμε πιθανές απαντήσεις σε ορισμένα ερωτήματα που προσδιορίζουν τον ορίζοντα της σπουδής του Παλαμά.

Πρώτ΄απ΄όλα, ποιά είναι τα στοιχεία της εθνικής μας ιδιοπροσωπίας κατά τον Παλαμά; Και πόσο αυτά ανταποκρίνονται στις σημερινές συνθήκες και ανάγκες; Τι δηλαδή μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιήσει το έθνος μας από όσα του λέει και του θέτει ο Παλαμάς;

Να δούμε επίσης γιατί ο Παλαμάς δεν επικοινωνεί με τους νέους σήμερα, μολονότι επικοινωνεί ο Σολωμός. Το 1973, ο Ανδρέας Καραντώνης δημοσίευσε το δοκίμιο «Ο Κωστής Παλαμάς ύστερ΄ από τριάντα χρόνια» και δίνει κάποιες εξηγήσεις για την απομάκρυνση των νέων από τον ποιητή. Οφείλω να παρατηρήσω ότι δεν είδα εκεί πειστικές απαντήσεις. Διότι δεν συνιστά απάντηση η περιφρονητική απόρριψη των νέων επειδή «δεν νοιάζονται για τη γλώσσα». Τι φταίει και δεν νοιάζονται; Πόσο δηλαδή περισσότερο νοιάζονταν για τη γλώσσα οι νέοι της εποχής του Παλαμά; Εάν πιστεύουμε ότι ναι, έχοντας στο νου μας τον αγώνα για τον δημοτικισμό, τότε πρέπει να ερωτήσουμε πόσο ο Παλαμάς εγκλωβίζεται και γιατί, στα όρια του αγώνα για την επιβολή της δημοτικής.

Υπάρχει μια αρραγής ενότητα στο παλαμικό έργο πέρα από τον αγώνα για τη γλώσσα; Αν ναι, ποιές είναι οι ορίζουσές της; Κι αν όχι, που θα πρέπει να αποδώσουμε την έλλειψή της;

Πρόκειται για ερωτήματα που δεν αφορούν στην αισθητική, αλλά στην ίδια την καρδιά του προβληματισμού για την ιδιοπροσωπία μας.

Εύχομαι η Ημερίδα σας να θέσει με γόνιμο και σαφή τρόπο όλα όσα θα μας βοηθήσουν να νιώσουμε τον ποιητή όχι ως μέρος της ιστορίας της λογοτεχνίας μας, αλλά ως ζωντανόν οδηγητή μας.


Προηγούμενη σελίδα