ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΕΙΜΕΝΑ



������������������

Προηγούμενη σελίδα


«Οι διαχριστιανικές σχέσεις»

30/11/2003

Ομιλία του Αρχιεπισκόπου στην Ι.Μητρόπολη Χαλεπίου (Συρία).

Σας ευχαριστώ γιατί μου δίδετε την ευκαιρία να ομιλήσω στην αγάπη σας για τις διαχριστιανικές σχέσεις. Σήμερα είναι γνωστό ότι τα σύνορα πέφτουν, η επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων είναι άμεση όσο μακριά κι αν βρίσκονται μεταξύ τους, και η διάθεση γνωριμίας του ενός με τον άλλον αποτελεί μία ζωντανή πραγματικότητα. Στο πλαίσιο αυτό και οι Χριστιανοί θέλουν να διαλεχθούν και να προχωρήσουν στην αμοιβαία κατανόηση και στην βαθύτερη γνώση των πιστευμάτων τους.

Στην ανάγκη αυτή, την οικουμενική θα έλεγα, πρέπει να ανταποκριθούμε κι εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Επομένως πριν να συζητήσουμε για τις διαχριστιανικές σχέσεις οφείλουμε να συζητήσουμε και να προωθήσουμε τις δικές μας, διορθόδοξες σχέσεις. Και πάντοτε ενθυμούμαι τους σοφούς λόγους του Μακαριωτάτου Πατριάρχου Αντιοχείας κ. Ιγνατίου, ο οποίος είναι υπέρ της τονώσεως της μεταξύ μας ενότητος, ώστε να αποκτήσουμε εμείς, οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, μία δυνατή φωνή και μία έντονη παρουσία στα παγκόσμια δρώμενα. Είναι απαραίτητο να συντονιστούμε καλύτερα, να συζητούμε συχνότερα μεταξύ μας, να ανταλλάσσουμε απόψεις και ιδέες, να καταθέτουμε τις εμπειρίες και τους προβληματισμούς μας να καλλιεργούμε την ενότητα μας. Στην Πατρίδα μου λέμε ότι μια δεσμίδα από πολλές βέργες δεν σπάζει εύκολα όσο κάθε μία βέργα μόνη της. Η πρόταση του Μακαριωτάτου Αντιοχείας παραμένει ανενεργός και σε εκκρεμότητα, με ευθύνη όλων μας. Συναισθανόμενοι αυτή την ιστορική μας ευθύνη οφείλουμε, έστω και τώρα, όλοι οι Προκαθήμενοι των Ορθοδόξων Εκκλησιών να αναπτύξουμε τις διορθόδοξες σχέσεις και να καλλιεργήσουμε περαιτέρω την μεταξύ μας ενότητα σκέψεων και ενεργειών.

Η Εκκλησία της Ελλάδος έχει ταχθεί υπέρ των διαλόγων με τους ετεροδόξους. Θεωρούμε ότι δεν έχομε το δικαίωμα να μην διαλεγόμεθα. Σε άλλη, πρόσφατη, ομιλία μου είπα ότι η ιστορία και η ανθρωπότητα είναι στα χέρια του Θεού. Κι εμείς δεν έχομε από τον Θεό το δικαίωμα να παρεμβαίνουμε βιαίως στην ιστορία, να επιχειρούμε με κοσμικές μεθόδους να διορθώσουμε τα κατά την γνώμη μας κακώς κείμενα, να κόβουμε τις γέφυρες επικοινωνίας και συνεννόησης με οποιονδήποτε συνάνθρωπο μας, να μη συζητούμε μαζί του, να μην του εξηγούμε την Πίστη και τις θέσεις μας, να αφήνουμε τον τυφλό φανατισμό να φωλιάζει στις καρδιές μας. Για εμάς που πιστεύουμε και είμαστε Ορθόδοξοι Χριστιανοί το σπουδαιότερο όπλο επεμβάσεως στην Ιστορία είναι η προσευχή και η ταπεινοφροσύνη, χωρίς ποτέ να μας λείπει η αγάπη, η καταλλαγή, αλλά και η παρρησία και το πνεύμα της ιεραποστολής.

Από την αρχή οφείλω να σας πω ότι ως Εκκλησία απορρίπτουμε τη «θεωρία των κλάδων», δηλαδή το ότι κάθε ομολογία δεν διαθέτει παρά μία μερική αλήθεια, ενώ το άθροισμα των αληθειών αυτών αποτελεί το αληθινό Ευαγγέλιο. Στην Εκκλησία μας υπάρχει η πεποίθηση ότι Αυτή διαθέτει όλη την πληρότητα της Αποκαλύψεως και πως η «θεωρία των κλάδων» προωθεί τον κατατεμαχισμό των Εκκλησιών επ' άπειρον, οδηγώντας τελικά σε έναν χριστιανισμό χωρίς Εκκλησία. Και όπως γράφει ο μέγας θεολόγος του 20ού αιώνα Παύλος Ευδοκίμοφ εμείς οι Ορθόδοξοι με το να προσερχόμεθα εις τους διαλόγους, εξερχόμεθα «έξω της παρεμβολής» και ερχόμαστε σε κοινωνία με τους ετεροδόξους, αν και όταν αυτή είναι δυνατή, «όχι από μία ένδεια που θα γύρευε ένα συμπλήρωμα πίστεως, αλλά λόγω της περίσσειας της Εκκλησίας μας, του ξεχειλίσματος της Ορθοδοξίας». Και συνεχίζει ο Ευδοκίμοφ: «Η ορμή αυτή είναι απαλλαγμένη από κάθε ζήλο προσηλυτισμού, από κάθε ζήλο μεταστροφής. Διαθέτομε ολοκληρωτική ελευθερία, για να δώσωμε μαρτυρία της αποστολικής πίστεως μας και η αγάπη της πίστεως αυτής μας εμπνέει τον ειλικρινέστερο σεβασμό της ελευθερίας των άλλων». ( Π. Ευδοκίμοφ, Η Ορθοδοξία, Εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1972, σ. 454).

Ίσως, κατά κάποιο τρόπο ο οικουμενισμός μπορεί να κατηγορηθεί για ανυπομονησία, επειδή προδικάζει το σκοπό του και τον τοποθετεί μέσα στην ιστορία: ενότητα όλων μέσα σε μια ιστορική Εκκλησία. Ορισμένοι Χριστιανοί προωθούν την δική τους άποψη σε βάρος των άλλων Χριστιανών δια της κοσμικής τους ισχύος και αποδεικνύουν ότι πιστεύουν περισσότερο στις δικές τους δυνάμεις από τη Δύναμη του Θεού. Εμείς πιστεύομε ότι ο με διάφορους κοσμικούς τρόπους προσηλυτισμός σε βάρος άλλων Χριστιανών είναι αντίθετος προς την Χριστιανική εσχατολογία, διότι η έσχατη μαρτυρία, χωρίς την οποία η Εκκλησία χάνει την κλήση Της να είναι το άλας της γης και το φως του κόσμου, είναι η μαρτυρία που υποκινεί μέσα στον κόσμο τη δίψα της σωτηρίας και του Σωτήρος, η μαρτυρία που γίνεται η φωνή του βοώντος εν τη ερήμω: «ἑτοιμάσατε τήν ὁδόν τοῦ Κυρίου· εὐθείας ποιεῖτε τάς τρίβους αὐτοῦ». Εμείς λέμε ναι στη μαρτυρία της Πίστεως, ναι στον διάλογο, ναι στην αλληλοκατανόηση και τον αλληλοσεβασμό, αλλά όχι στον προσηλυτισμό και μάλιστα τον βίαιο και με κοσμικές μεθόδους.


Οι θεολογικοί διάλογοι σήμερα

Η Εκκλησία της Ελλάδος μετέχει στους κάτωθι διαχριστιανικούς Θεολογικούς διαλόγους, στους περισσότερους από τους οποίους, αν όχι σε όλους, συμμετέχει και το Παλαίφατο Πατριαρχείο της Αντιοχείας: με τους Παλαιοκαθολικούς, τους Αγγλικανούς, τους Προχαλκηδονίους, τους Λουθηρανούς, τους Μεταρρυθμισμένους και τους Ρωμαιοκαθολικούς. Συμμετέχει επίσης εις το Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών και εις το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών, όπως τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας και Αντιοχείας συμμετέχουν στο Συμβούλιο των Εκκλησιών της Μέσης Ανατολής.

Στο Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών ελήφθησαν προσφάτως αποφάσεις με τις οποίες βελτιώνεται η σ' αυτό παρουσία των Ορθοδόξων και γίνονται σεβαστές οι απόψεις τους περί της «συμπροσευχής». Κυριότερη απόφαση της Ολομελείας της Επιτροπής περί της συμμετοχής των Ορθοδόξων στο Π.Σ.Ε. (Φινλανδία 27/5-2/6 2002) είναι πως οι αποφάσεις επί σοβαρών ζητημάτων θα λαμβάνονται δια κοινής συναινέσεως και ομοφωνίας (consensus) των μελών και η εκχώρηση στους Ορθοδόξους ενός είδους αρνησικυρίας επί των αποφάσεων αυτών. Προηγουμένως ίσχυε η αρχή της πλειοψηφίας και δεδομένου ότι οι Προτεσταντικές ομολογίες είναι πολύ περισσότερες από τις Αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες η άποψη τους υπερίσχυε στις διάφορες ψηφοφορίες.

Πολλοί υποστηρίζουν ότι οι Ορθόδοξοι θα έπρεπε να αποχωρήσουν από το Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών, διότι τίποτε δεν μας προσφέρει και επί πλέον η Εκκλησιολογία των Προτεσταντών όλο και περισσότερο απομακρύνεται από την Ορθόδοξη. Έχομε κι εμείς τις επιφυλάξεις μας και τον προβληματισμό μας. Αλλά μέχρι σήμερα κυριαρχεί αυτό που είπα στην αρχή, ότι δεν πρέπει να κόψουμε τις γέφυρες με τους άλλους Χριστιανούς κι επί πλέον το Π.Σ.Ε. είναι ένα διεθνές Βήμα από το οποίο μπορούν να ακούγονται και θέσεις επί θεμάτων κοινωνικών ή που άπτονται των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και που ενδιαφέρουν άμεσα την Εκκλησία της Ελλάδος, τη Εκκλησία της Κύπρου και άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες. Θα σας αναφέρω συγκεκριμένα παραδείγματα. Μετά από πρόταση της Εκτελεστικής Επιτροπής του Π.Σ.Ε. η Κεντρική του επιτροπή ανέθεσε στην Επιτροπή Δημοσίων Υποθέσεων την επεξεργασία κειμένων επί των κατωτέρω θεμάτων:

  • Περί της καταστάσεως στη Νότια Ασία.
  • Περί της ειρηνευτικής διαδικασίας στο Σουδάν.
  • Περί της βίας στην Κολομβία.
  • Περί των συγκρούσεων στην Παλαιστίνη.
  • Περί των κινδύνων μιας στρατιωτικής επιθέσεως εναντίον του Ιράκ.
  • Περί της τραγωδίας της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 εις ΗΠΑ

    Ειδικότερα ως προς το θέμα των συγκρούσεων στην Παλαιστίνη η Ολομέλεια της Επιτροπής του Π.Σ.Ε. ενέκρινε ψήφισμα δια του οποίου ζητείται ο σεβασμός των Ιερών Προσκυνημάτων του Χριστιανισμού και διατυπούται η απαίτηση, όπως οι ναοί χρησιμοποιούνται αποκλειστικώς ως χώροι λατρείας, αποφευγομένης της καταλήψεως και χρήσεως τους για άλλους σκοπούς και πιο συγκεκριμένα πολεμικούς, όπως συνέβη με τον Πανίερο Ναό της Γεννήσεως του Κυρίου μας στη Βηθλεέμ, ο οποίος ανήκει στο μέγιστο μέρος του στο Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Παραλλήλως η Επιτροπή υπέβαλε έκκληση προς τον αρμόδιο Υπουργό της κυβερνήσεως του Ισραήλ προς αναγνώριση του Μακαριωτάτου Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίου. Σχετική επιστολή προς τον Πρωθυπουργό του Ισραήλ κ. Αριέλ Σαρόν απέστειλε και ο απερχόμενος Γ.Γ. του Π.Σ.Ε. κ. Κόνραντ Ράϊζερ. Επίσης πρέπει να αναφέρω και την υποστήριξη του Π.Σ.Ε για μια δίκαιη λύση στο πρόβλημα της Κύπρου και για την αποχώρηση από την Μεγαλόνησο των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής.

    Ο Διάλογος με τους Παλαιοκαθολικούς

    Ο εν λόγω διάλογος είναι εκ των παλαιοτέρων. Άρχισε το έτος 1870, όταν ιδρύθηκε η Παλαιοκαθολική Εκκλησία, ως αντίδραση προς την Α' Βατικανή Σύνοδο. Ο Διάλογος αυτός διήλθε από πολλά στάδια. Η τελευταία πράξη ήταν τον Οκτώβριο του 1987, όταν στην ελληνική πόλη της Μακεδονίας, την Καβάλα - στα χρόνια του Απ. Παύλου λεγόταν Νεάπολη· είναι παραθαλάσσια πόλη, η οποία βρίσκεται πλησίον των Φιλίππων, σημαντικής πόλης κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους - η Γενική εν Ολομελεία Συνέλευση της Μικτής Θεολογικής Επιτροπής ασχολήθηκε με τα ακόλουθα θέματα και εξέδωσε κοινά κείμενα επ' αυτών:


    Τα λοιπά Μυστήρια ( Μετάνοια, Ευχέλαιο, Ιερωσύνη, Γάμος)
    Εσχατολογία και
    Προϋποθέσεις και συνέπειες της πλήρους εκκλησιαστικής κοινωνίας.
    Η εν λόγω Ολομέλεια κήρυξε περαιωθέν το έργο της και παρέπεμψε τη εφαρμογή των από κοινού αποφασισθέντων στα εκατέρωθεν εκκλησιαστικά όργανα. Όμως αν και έχουν περάσει 16 χρόνια περίπου από τότε δεν έχει γίνει καμμία πρόοδος για την υλοποίηση των αποφασισθέντων. Μία εξήγηση είναι ότι οι Παλαιοκαθολικοί δεν επιθυμούν να διακόψουν την Μυστηριακή κοινωνία που διατηρούν με τους Αγγλικανούς και επί πλέον αμέσως μετά την ολοκλήρωση με τους Ορθοδόξους του θεολογικού Διαλόγου συνήψαν συμφωνία για Μυστηριακή Κοινωνία με τους Λουθηρανούς.

    Ο Διάλογος με τους Αγγλικανούς

    Ο εν λόγω Διάλογος άρχισε το 1973, αλλά έχει μακρά ιστορία. Σας θυμίζω την αλληλογραφία του μαρτυρικού Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου Λουκάρεως με τον Αρχιεπίσκοπο του Κάντερμπουρι τον 17ο αιώνα. Το 1976 οι Αγγλικανοί έκαναν ένα θετικό βήμα, παραδεχόμενοι ότι το filioque πρέπει να απαλειφθεί από το Σύμβολο της Πίστεως. Το 1978 ο Διάλογος φιλοξενήθηκε στην Αθήνα και τότε ετέθη το θέμα της χειροτονίας των γυναικών και εξεδόθη το Athens Statement, στο οποίο ετονίζετο ότι «αν οι αδελφοί Αγγλικανοί προχωρήσουν εις χειροτονίας γυναικών αυτό θα αποτελέσει ανατροπή όλων των ελπίδων μας για την επίτευξη ενότητος μεταξύ του Αγγλικανισμού και της Ορθοδοξίας». Παρά ταύτα, όπως γνωρίζετε, οι αγγλικανοί προχώρησαν εις χειροτονίας γυναικών, γεγονός που έχει προκαλέσει σοβαρούς κλυδωνισμούς στο εσωτερικό της Αγγλικανικής Εκκλησίας αλλά και εμπόδια στην πρόοδο του Διαλόγου με τους Ορθοδόξους. Τελευταίως υπήρξε και χειροτονία ως Επισκόπου ομοφυλοφίλου κληρικού, κάτι που περαιτέρω προκαλεί περαιτέρω προβλήματα και εσωτερικά και στις σχέσεις των Αγγλικανών με τους Ορθοδόξους. Το τελικό κείμενο στο οποίο θα καταλήξουν τα μέλη της Μικτής Θεολογικής Επιτροπής υπολογίζεται ότι θα ολοκληρωθεί το 2006.


    Ο Διάλογος με τους Προχαλκηδονίους

    Μπορεί κανείς να πει ότι ο Διάλογος με τους Προχαλκηδονίους άρχισε αμέσως μετά την Δ' Οικουμενική Σύνοδο (451). Στον 20ό αιώνα και στην Δ' Πανορθόδοξη Διάσκεψη του 1968 αποφασίστηκε η έναρξη του επισήμου Θεολογικού Διαλόγου με τις Αρχαίες Ανατολικές Εκκλησίες. Η Μικτή Θεολογική Επιτροπή Διαλόγου Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων συνεδρίασε για τελευταία φορά στο Σαμπεζί της Ελβετίας πριν από 10 χρόνια, από τις 30 έως τις 7 Νοεμβρίου του 1993. Θέμα της συνάντησης ήταν «η άρση των αναθεμάτων και η αποκατάσταση της Εκκλησιαστικής Κοινωνίας μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών». Μετά από μακρά συζήτηση και ανταλλαγή γνωμών τελικώς επικράτησε η σκέψη, ότι οι συμμετασχόντες στον Διάλογο είχαν το χρέος να πληροφορήσουν τις Εκκλησίες, τις οποίες εκπροσωπούσαν για την εξέλιξη του Διαλόγου. Έκτοτε τα θέματα του επισήμου Διορθοδόξου Διαλόγου με τις Ανατολικές Ορθόδοξες Εκκλησίες παραμένουν στάσιμα. Στη Δαμασκό της Συρίας το 1997 εγένετο μία κοινή συνέλευση των Μικτών επιτροπών επί των λειτουργικών και ποιμαντικών ζητημάτων του θεολογικού Διαλόγου με τους αντιχαλκηδόνιους, στην οποία η Εκκλησία της Ελλάδος δεν εκπροσωπήθηκε επισήμως και δεν έχει γνώση για τα αποτελέσματα της.


    Ο Διάλογος με τους Λουθηρανούς

    Με τους Λουθηρανούς ο Διάλογος ανάγεται ιστορικά στον 16ο αιώνα. Τότε ο μεν Μελάγχθων επεχείρησε να προσεγγίσει την Ορθόδοξη Εκκλησία επί Πατριαρχείας Ιωάσαφ Β' ( 1555-1565) και ο Οικ. Πατριάρχης Ιερεμίας Β' αντήλλαξε επιστολές με μιαν ομάδα Λουθηρανών θεολόγων της Τυβίγγης, το τελευταίο τέταρτο του 16ου αιώνα. Ο σύγχρονος θεολογικός διάλογος μεταξύ Ορθοδόξων και Λουθηρανών άρχισε το 1981. Έκτοτε η Μικτή Θεολογική Επιτροπή έχει πραγματοποιήσει έντεκα μέχρι σήμερα συνεδριάσεις εν Ολομελεία, η τελευταία των οποίων έλαβε χώρα στη Δαμασκό. Κατ' αυτήν εξεδόθη κοινό κείμενο επί του θέματος «Σωτηρία - Χάρις-Δικαίωσις και Συνεργεία. Το Μυστήριο της Εκκλησίας». Τελευταίως και συγκεκριμένα από 1ης μέχρι 9ης Σεπτεμβρίου 2003 συνήλθε στην Κρήτη η Μικτή Συντονιστική Επιτροπή για να εκπονήσει σχέδιο κειμένου που θα χρησιμοποιηθεί στην 12η συνέλευση της Ολομέλειας της Μικτής Θεολογικής Επιτροπής.


    Ο Διάλογος με τους Μεταρρυθμισμένους

    Είναι ο νεότερος χρονικά από τους Διαλόγους που διεξάγουν οι Ορθόδοξοι. Αρχισε το 1986, όταν στο Σαμπεζί έγινε η πρώτη συνάντηση της Μικτής Προπαρασκευαστικής Επιτροπής. Σ' αυτήν συζητήθηκε η μέθοδος της διεξαγωγής του Διαλόγου και προτάθηκε ως πρώτο θέμα προς συζήτηση: «Το Δόγμα της Αγίας Τριάδος επί τη βάσει του Συμβόλου της Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως». Το 1988 διεξήχθη η πρώτη συνάντηση Διαλόγου Ορθοδόξων - Μεταρρυθμισμένων στην Ελβετία και τον παρελθόντα Σεπτέμβριο συνήλθε στο Σιμπίου της Ρουμανίας η 8η Ολομέλεια της Μικτής επί του θεολογικού Διαλόγου Επιτροπής και ασχολήθηκε με το θέμα: «Η αγιότης της Εκκλησίας». Κατ' αυτήν διαπιστώθηκε πλήρης διαφωνία, αλλά ο Διάλογος αποφασίστηκε να συνεχιστεί.


    Ο Διάλογος με τους Ρωμαιοκαθολικούς

    Ο Διάλογος με τους Ρωμαιοκαθολικούς ανάγεται στον 11ο αιώνα, αλλά έκτοτε κι έως σήμερα δεν είχε αποτέλεσμα. Στη σύγχρονη εποχή η επίσημη έναρξη του διμερούς Θεολογικού Διαλόγου άρχισε το 1980 στην Πάτμο και τη Ρόδο. Το 1990 συνήλθε στο Φράϊζινγκ της Γερμανίας η Στ' Ολομέλεια της Μικτής Θεολογικής Επιτροπής του Διαλόγου και εξέδωσε κείμενο με το οποίο καταδικάζεται η Ουνία ως μέθοδος ενότητος, επειδή αντιβαίνει στην κοινή Παράδοση και των δύο Εκκλησιών. Εκείνη όμως την εποχή κατέρρευσε ο Κομμουνισμός σε όλα τα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και αναβίωσε με έντονο μάλιστα τρόπο η Ουνία. Κατά την 7η Ολομέλεια της Μικτής Θεολογικής Επιτροπής στο Μπαλαμάντ του Λιβάνου (Ιούνιος 1993) απουσίαζον εννέα Ορθόδοξες εκκλησίες, μεταξύ των οποίων και η Εκκλησία της Ελλάδος. Στο Μπαλαμάντ ανετράπη η απόφαση του Φράϊζινγκ, κάτι το οποίο δεν εδέχθη η Εκκλησία της Ελλάδος. Με έγγραφο Της κοινοποίησε τις θέσεις Της επί του κειμένου του Μπαλαμάντ σε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες. Εις το έγγραφο Της αυτό τονίζεται ότι το κείμενο του Μπαλαμάντ απορρίπτεται από την Εκκλησία της Ελλάδος ως εκκλησιολογικώς απαράδεκτο και διάτριτο.

    Η 8η Ολομέλεια συνήλθε τον Ιούλιο του 2000 στη Βαλτιμόρη των ΗΠΑ και οδήγησε τον Διάλογο σε ναυάγιο. Τελευταίως γίνονται κάποιες προσπάθειες επανενάρξεως του Διαλόγου, χωρίς ακόμη να έχουν ευοδωθεί. Πάντως εντός της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και σε θέματα κοινωνικά, ηθικά και γενικότερου θρησκευτικού ενδιαφέροντος η Εκκλησία της Ελλάδος συζητά με τους Ρωμαιοκαθολικούς. Πρόσφατες συμφωνίες είναι για το θέμα της Χριστιανικής Παραδόσεως της Ευρώπης και την αναφορά στο Προοίμιο του Συντάγματος της Ε.Ε. που ετοιμάζεται του Χριστιανισμού ως θεμελίου του ευρωπαϊκού πολιτισμού, αλλά και σε θέματα Βιοηθικής, όπως επίσης και σε ζητήματα κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας και υπέρ της ισότιμης συμπεριφοράς με τους άλλους ευρωπαίους πολίτες των στην Ευρώπη διαμενόντων αλλοθρήσκων αδελφών μας μεταναστών.

    Η Ουνία πάντως αποτελεί σήμερα σοβαρότατο πρόβλημα στις σχέσεις των Ορθοδόξων με τους Ρωμαιοκαθολικούς, γιατί δείχνει μία εκ μέρους τους τάση δυναμικής επιβολής κι εξυπηρετήσεως των συμφερόντων τους επί των κατά κόσμον ασθενεστέρων Ορθοδόξων και επί πλέον αποτελεί μη έντιμη μέθοδο προσηλυτισμού και αποσπάσεως Ορθοδόξων Χριστιανών από την αγκάλη της Μητρός τους Εκκλησίας.


    Αδελφοί μου,

    Ολοκληρώνοντας την όσο γινόταν πιο σύντομη αναφορά μου στα θέματα των Διαχριστιανικών Διαλόγων θα ήθελα να αναφέρω στην αγάπη σας τις αρχές με τις οποίες ως Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος Εκκλησίες προσερχόμεθα εις αυτούς.


  • Συμμετέχομε ως υπεύθυνα μέλη των Διαλόγων και η ευθύνη μας ανάγεται στον Θεό και στο πλήρωμα της Εκκλησίας μας.
  • Προτείνουμε πάντοτε ο Διάλογος με τους ετεροδόξους να αρχίζει εκ των σημείων εκείνων τα οποία μας χωρίζουν, ώστε να καταθέτουμε την Μαρτυρία μας και να ασκούμε την Αποστολή μας κατά την Διδασκαλία του Κυρίου μας.
  • Προκειμένου περί των Ρωμαιοκαθολικών θα επιμείνουμε στον Διάλογο της Αληθείας και όχι απλώς στον Διάλογο της Αγάπης, τον οποίον εισηγείται η Ρώμη. Ο διάλογος της αγάπης διευκολύνει στο να υπάρχει καταλλαγή με τους ρωμαιοκαθολικούς, αλλά δεν συμβάλει στην επί της ουσίας ενότητα και επί πλέον δρα αρνητικά γιατί οδηγεί στην περιθωριοποίηση των εκκλησιολογικών, θεολογικών και δογματικών διαφορών. Μόνον η άρση των διαφορών αυτών μπορεί να οδηγήσει τον Διάλογο σε αγαθά αποτελέσματα.
  • Το θέμα της Ουνίας αποτελεί το μείζον σήμερα πρόβλημα στις σχέσεις των Ορθοδόξων με τους Ρωμαιοκαθολικούς. Αισθανόμεθα ιδιαίτερη θλίψη για το γεγονός ότι εμείς προσερχόμεθα στους Διαλόγους με αγάπη, θέλομε να πιστεύσουμε ότι τα αυτά συναισθήματα υπάρχουν και στην άλλη πλευρά και ταυτόχρονα αντιμετωπίζουμε μία δια της Ουνίας επιθετικότητα κατά των Ορθοδόξων. Ακόμη και ο Διάλογος της Αγάπης πρέπει να έχει ως βάση την ειλικρίνεια σκέψεων και προθέσεων. Εμείς από την πλευρά μας δεν δεχόμεθα να προχωρήσει ο Θεολογικός Διάλογος χωρίς να υπάρξει λύση στο πρόβλημα της Ουνίας. Και ενέργειες όπως η εκ μέρους του Βατικανού πρόσφατη ανακήρυξη του Ουνίτη Μητροπολίτη Ουκρανίας σε Πατριάρχη υποσκάπτουν και υπονομεύουν τον Διάλογο.


    Αδελφοί μου,

    Τα σχίσματα στην Εκκλησία είναι προσβολή κατά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και ασφαλώς θλίβουν όλους μας. Γι' αυτό κι εμείς προσερχόμεθα εν αγάπη στους Διαλόγους και επιχειρούμε την προσέγγιση με όλους τους Χριστιανούς. Αλλά χωρίς να παραβιάζουμε τίποτε από την Πίστη μας, χωρίς να αφαιρούμε κάτι από την Παράδοση μας. Σεβόμαστε τους άλλους Χριστιανούς και θέλουμε κι εκείνων τον σεβασμό. Καταθέτουμε την Αλήθεια μας και ακούμε τις απόψεις τους. Και τέλος μέχρις ότου γίνει η πολυπόθητη από όλους Κοινωνία στα Ιερά Μυστήρια ας παραμένουμε τουλάχιστον συνεργάτες στην οικοδόμηση μιας καλύτερης κοινωνίας, πιο ανθρώπινης, πιο δίκαιης, πιο ελεύθερης.

    Σας ευχαριστώ.


    Προηγούμενη σελίδα





  •