image with the sign of the Greek Church

Κεντρική Σελίδα | Ιερά Σύνοδος | Αρχιεπίσκοπος | 89,5 Radio | Ειδήσεις | Κοινωνία
Βιβλιοθήκη | Μουσείο | Multimedia | Τεχνική Βοήθεια | Σύνδεσμοι | Επικοινωνία

Αρχιεπίσκοπος


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝIA






ΚΟΙΝΩΝΙΑ





Προηγούμενη σελίδα
ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ
AΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΣΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ
EΞ ΑΦΟΡΜΗΣ ΤΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ

- ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

ΕΙΣΗΓΗΣΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ Ι.Σ.Ι. ( 11 Ὀκτωβρίου 2000)


ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ AΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΣΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ EΞ ΑΦΟΡΜΗΣ ΤΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ - ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

ΕΙΣΗΓΗΣΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ Ι.Σ.Ι. ( 11 Ὀκτωβρίου 2000)


Ὑπό τοῦ Μακ. Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος
κ.κ. Χριστοδούλου

Σεβασμιώτατοι καί ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ Ἀδελφοί,

Τό ζήτημα πού προέκυψε μέ τή διαγραφή, μέ τήν αἰφνιδιαστική ἀπόφαση τοῦ Πρωθυπουργοῦ κ. Σημίτη, τοῦ Θρησκεύματος ἀπό τίς ἑλληνικές ταυτότητες ἐξακολουθεῖ νά ἀπασχολεῖ τήν Ἐκκλησία καί τήν ἑλληνική κοινωνία ἐπί 4 συνεχεῖς μῆνες καί νά δηλητηριάζει τίς σχέσεις Ἐκκλησίας καί Πολιτείας. Ἔχει γραφῆ στόν τύπο ὅτι αὐτή ἡ κρίση, "ἐνῶ δέν ὠφελεῖ καμία ἀπό τίς δύο πλευρές, προφανῶς ζημειώνει τή χώρα" (Βλ. Στ. Ψυχάρη ἄρθρο στό "Βῆμα" 2.7.2000). Ἕνας ἀμείλικτος πόλεμος ἔχει ξεσπάσει σέ βάρος τῆς Ἐκκλησίας μέσῳ συγκεκριμμένα ὡρισμένων ΜΜΕ πού ἔχουν στρέψει ἐναντίον της τά ὅπλα των μέ πρωτοφανῆ μανία, πού ξεπερνᾶ κάθε ἀντιεκκλησιαστικό προηγούμενο. Αὐτόν τόν πόλεμο δέν τόν ἐπιδιώξαμε, μᾶς ἐπεβλήθη. Αὐτή τήν ὥρα ἔχουμε τήν αἴσθηση ὅτι κρίνεται ἡ θέση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέσα στό κράτος τῶν Ἑλλήνων, ἐνῶ δέν ἀποκρύπτεται ἡ προσπάθεια κάποιων κυβερνητικῶν κύκλων νά διαχωρίσουν τό κράτος ἀπό τή θρησκεία καί τέλικά νά ἀποθρησκειοποιήσουν ὄχι μόνο τή δημόσια ἀλλά καί τήν ἐθνική καί τήν κοινωνική ἑλληνική ζωή. Μέχρι τώρα ἐλέγοντο καί ἐγράφοντο μερικά πράγματα πρός τήν κατεύθυνση αὐτή ἀπό μοναχικούς, συνήθως στρατευμένους, ἐπιστήμονες ἤ δημοσιογράφους, πού ἔτρεφαν μέ τά κείμενά των τήν ψευδαίσθηση ὅτι τάχα ὑπάρχει ὑστέρηση δημοκρατίας στήν Ἑλλάδα, ἐπειδή αὐτή γιά τούς γνωστούς ἱστορικούς καί παραδοσιακούς λόγους ἔχει τή στενή σχέση μέ τήν Ὀρθοδοξία. Τώρα, ὅμως, τά πράγματα ἄλλαξαν. Οἱ κύκλοι τῆς ἄθεης ἰντελλιγκέντσιας - καί ὄχι μόνον αὐτοί- τώρα ἀπέκτησαν κυβερνητική φωνή καί δύναμη καί παρέσυσραν τόν Πρωθυπουργό.

Προκάλεσαν μέ δόλιο τρόπο τήν ἀναμέτρηση, μέ ὁρατό πλέον στόχο τό διχασμό τοῦ λαοῦ καί τόν ἔντεχνο ἀποπροσανατολισμό του. Πρόκειται γιά τήν πρώτη σέ τόσο μεγαλη ἔνταση ἐπίθεση κατά τῆς Ἐκκλησίας, πού κινητοποίησε τήν ἄθεη καί τή γενικότερη ἀντιπνευματική διανόηση τοῦ τόπου, συγκεκριμμένα ΜΜΕ καί μεμονωμένα πρόσωπα, πού σέ καθημερινή βάση μέ ἄρθρα, σχόλια, ρεπορτάζ καί ἄλλα δημοσιεύματα, εἰδήσεις καί μεθοδική παραπληροφόρηση, ἐπιδιώκουν νά διαστρέψουν ἀλήθειες καί νά παρασύρουν τόν ὀρθόδοξο ἑλληνικό λαό, ὥστε νά παύσει νά στηρίζει τήν Ἐκκλησία, πού μάχεται γιά νά παραμείνει ἡ Ἑλλάδα μέ ὀρθόδοξη χριστιανική παράδοση καί πίστη, ὅπως αὐτή διασώζεται μέσα στή συνείδηση τοῦ λαοῦ μας καί ἐκδηλώνεται στήν καθημερινή ζωή. Ὁ πόλεμος αὐτός ἔχει ἤδη ἀρχίσει.

Καθώς ἔχουν ἤδη διαρρεύσει 4 μῆνες ἀπό τήν ἔναρξη τῆς κρίσεως, ἐθεώρησα ἐπάναγκες νά κάνω μίαν τρόπόν τινα ἀποτύπωση τῆς καταστάσεως, νά προσεγγίσω τίς διαπιστώσεις πού ὅλοι ἔχουμε κάνει καί κυρίως νά ἀναφερθῶ στούς κοινούς προβληματισμούς μας, πού πρέπει νά μᾶς ὁδηγήσουν ἀναπόφευκτα καί χωρίς ἀναβολή στήν υἱοθέτηση μέτρων γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν συνεπειῶν τῶν ἐπερχομένων γιά τήν Ἐκκλησία καί γιά τό Ἔθνος δεινῶν καταστάσεων. Ἄλλωστε καί ἡ ἐπιλογή τῶν θεμάτων τῆς Ἡμερησίας Διατάξεως τῆς Συνόδου αὐτῆς ἐντάσσεται μέσα στά πλαίσια τῆς ἴδιας αὐτῆς ἀνάγκης. Καί ἡ παροῦσα ΙΣΙ καλεῖται νά ἀρθῆ στό ὕψος τῶν περιστάσεων καί νά ἀντικρύσει μέ νηφαλιότητα καί ψυχραιμία, ἀλλά καί μέ ἀποφασιστικότητα καί ἱστορική συνέπεια, κυρίως ὅμως μέ βαθειά καί γνήσια πίστη στόν Δομήτορα τῆς Ἐκκλησίας Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τήν κατάσταση λαμβάνουσα τίς ἐνδεδειγμένες ἀποφάσεις πού ἐπιβάλλονται ἐκ τῶν περιστάσεων. Μᾶς χρειάζεται, ἐπίσης, μιά εἰλικρινής αὐτοκριτική. Οἱ καιροί εἶναι χαλεποί καί οἱ ἡμέρες πονηρές. Γι' αὐτό οἱ σκέψεις πού ἀκολουθοῦν ἔχουν γραφῆ μέ μεγάλη προσοχή καί ἀντικειμενικότητα, ἐπειδή θά ἀποτελέσουν ἀσφαλῶς τό βασικό ὑλικό τῆς ἀνάλυσης πού θά πρέπει νά γίνει μέσα στήν αἴθουσα αὐτή ἀπό τούς Ἐπισκόπους τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, μέ κάθε ἐλευθερία καί συναίσθηση εὐθύνης. Καί περιέχουν καί στοιχεῖα αὐτοκριτικῆς χωρίς νά ἀσχολοῦνται μέ ζητήματα πού τρέφουν συνήθως τήν στεῖρα ἀντιπαράθεση, τήν ματαιοδοξία ἤ τήν ἐμπάθεια. Μέσα στήν αἴθουσα αὐτή πρέπει καί πάλιν νά πνεύσει ἡ αὔρα τοῦ Παρακλήτου καί νά ὁδηγήσει ὅλους μας πρώτους σέ προσευχή καί μετάνοια, καθώς ἐπίσης καί στή συνειδητοποίηση τῆς ἀνάγκης νά βιώσουμε σέ ὅλη της τή διάσταση τήν παρουσία τῆς Ἐκκλησίας ὡς κοινῆς μας Μητέρας, πού ἀγκαλιάζει ὅλους μέ τόν ἴδιο τρόπο, καί τῆς θείας Χάριτος πού ἐμπνέει καί καθοδηγεῖ με ἀσφάλεια ὅλο τόν κόσμο. Ἡ ἐπιλογή αὐτοῦ τοῦ θέματος ὡς ἑνός ἀπό τά πρῶτα θέματα τῆς παρούσης Συνόδου δέν πρέπει νά θεωρηθῆ ὅτι διεκδικεῖ ἀποκλεισμόν ὅλων τῶν ἄλλων ἐπίσης σοβαρῶν καί μεγάλων πνευματικῶν καί καθαρῶς ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων τοῦ χώρου μας. Δέν εἶναι αὐτό θέμα μοναδικῆς σημασίας γιά τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἔχει ὅμως ἐπικαιρότητα καί γι' αὐτό συζητεῖται.Καί προσφέρει δυνατότητες ἀξιολόγησης τοῦ ἤθους μας, τῆς πίστεώς μας, τῆς καθαρᾶς προσήλωσής μας στίς ὀρθόδοξες ἀρχές μας. Σάν τέτοιο μᾶς προσφέρει ἐπίσης τή δυνατότητα νά τό ἐγγίσουμε ὄχι μέ τήν ἐπίγεια στενότητά του, ἀλλά μέ τήν οὐράνια ἐλπίδα καί διαύγεια, πού ἡ ὀρθόδοξη πίστη μας μᾶς ἐγγυᾶται.


Α´. ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Προεισαγωγικῶς ὑπογραμμίζω ὅτι ἡ παροῦσα κρίση στίς σχέσεις Ἐκκλησίας -Κράτους ἀφορᾶ στήν ταυτότητα τοῦ συγχρόνου Ἑλληνισμοῦ καί τῆς Ὀρθοδοξίας του καί στοχεύει ἔντονα στή λήθη ἤ τήν παραμόρφωση τῆς Ἱστορίας. Τήν ἴδια ὥρα πού ἐπιδιώκεται ἐντός καί ἐκτός Ἑλλάδος ἡ ἄμεση ἀποδυνάμωση ὅλων τῶν ἠθικῶν δυνάμεων πού ἀντιστρατεύονται τή Νέα Τάξη πραγμάτων τοῦ παγκοσμιοποιητικοῦ χυλοῦ καθώς καί στή διαμόρφωση ἑνός ἐφιαλτικοῦ μέλλοντος τοῦ ἀτομοκεντρικοῦ μετανθρώπου, στό βαθμό πού θά ἐπεκτείνονται οἱ γενετικές μεταλλάξεις καί ἡ κατασκευή μηχανισμῶν "συνεπαφῆς" ζωντανῶν ἱστῶν καί μηχανικῶν κατασκευῶν. Μέ ἄλλα λόγια ἐπιχειρεῖται σήμερα στή χώρα μας μιά ἀπόρριψη τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῶν τριῶν μεγάλων περιόδων. Ἀρχαία Ἑλλάδα, Βυζάντιο, Νέος Ἑλληνισμός καί περιορισμός τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους σέ μιάν ἄχρωμη "πολυπολιτισμική κοινωνία". Παράλληλα ἐπιχειρεῖται μέ πεῖσμα ἡ ἀπόρριψη τοῦ ρόλου τῆς Ἐκκλησίας στούς αἰῶνες τῆς δουλείας καί στόν ἐθνικοαπελευθερωτικό ἀγῶνα τοῦ 1821 καί σέ ὅλους τούς ἀγῶνες τοῦ λαοῦ μας, ἀλλά καί στή σύγχρονη κοινωνία καί ἡ πρόταξη τοῦ ρόλου τοῦ Διαφωτισμοῦ, παραγνωρίζοντας ὅτι ἀκόμη καί οἱ περισσότεροι ἀπό τούς Ἕλληνες Διαφωτιστές ἦσαν κληρικοί τῆς Ἐκκλησίας. Σάν ἀποτέλεσμα ἑνός τέτοιου βιασμοῦ τῆς ἱστορικῆς ἀλήθειας ἐπιχειρεῖται νά ἀναδειχθῆ ἡ νεοελληνική ταυτότητα ὡς μονοδιάστατα πολιτειακῆς μορφῆς ὑπόθεση, γεγονός πού πολύ πιό εὔκολα θά προετοιμάσει τή συγχώνευση τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ σέ ἕνα δυτικοευρωπαϊκό ἀφομοιωποιημένο στό παγκοσμιοποιημένο μεγακράτος. Κατά συνέπειαν, ὅπως ἀπό τήν ἀρχή διεκηρύξαμε, τό ζητημα τῶν ἀστυνομικῶν ταυτοτήτων εἶναι ἡ ἀπαρχή σειρᾶς μέτρων πού θά ἀκολοθοῦσαν, ἄν δέν ὑπῆρχε καί ἄν δέν ὑπάρχει ἡ δι' ἐπιχειρημάτων λελογισμένη ἀντίδραση τῆς Ἐκκλησίας.

Γνωρίζετε ἀσφαλῶς ὅτι τό θέμα τῶν ταυτοτήτων ἐτέθη τό πρῶτον κατά τό ἔτος 1986, ὅταν ἡ τότε κυβέρνηση τοῦ ἀειμνήστου Ἀνδρέου Παπανδρέου ἔφερε πρός ψήφιση στή Βουλή νόμο, τόν 1599/86, προβλέποντα, μεταξύ ἄλλων, τήν προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος. Ὁ νόμος αὐτός παρέμεινεν ἀνενεργός, ἕως τό 1991, ὅταν ἡ τότε νέα κυβέρνηση τοῦ κ. Κ. Μητσοτάκη ἐψήφισε τόν ν. 1988/91, μέ τόν ὁποῖον προβλεπόταν ὑποχρεωτική ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος. Τό 1993 ἡ ἴδια κυβέρνηση ἐπεχείρησε, διά τροπολογίας στή Βουλή, νά καθιερώσει πάλι προαιρετικό τό θρήσκευμα, ἀλλά δέν τά κατάφερε, ἐπειδή ἀντέδρασαν μέ ὀξύτητα ἡ τότε ἀντιπολίτευση, καί δή τά σημερινά κορυφαῖα κυβερνητικά στελέχη, πολλοί βουλευτές τῆς συμπολίτευσης καθώς καί ἡ Ἐκκλησία. Ὅλοι οἱ ἀντιδράσαντες τότε ἦσαν ὑπέρ τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες. Καί εἶναι πολύ ἐνδιαφέρουσα ἡ ἀνάγνωση τῶν Πρακτικῶν τῆς Βουλῆς τόσο τῶν συνεδριῶν τοῦ ἔτους1986, ὅσο καί τῶν ἐτῶν 1991 καί 1993. Ἐκεῖ διαβάζει κανείς ἀγορεύσεις σημερινῶν στελεχῶν τῆς Κυβέρνησης νά ὑπερασπίζονται τήν ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας καί τήν ἀνάγκη νά διατηρήσει ὁ λαός μας τήν πνευματική του ἰδιοπροσωπία. Πόσον ἄλλαξαν ἔκτοτε τά πράγματα δι' ὡρισμένους......

Τό 1997, ἐν ὄψει προσχωρήσεως τῆς χώρας μας στή Συνθήκη Σένγκεν, ψηφίσθηκε ὁ ν. 2472/97 γιά τήν προστασία τοῦ πολίτη ἀπό τήν ἐπεξεργασία προσωπικῶν δεδομένων. Ὁ νόμος αὐτός, ὅπως ἐδήλωσαν πρόσφατα ὁ κ. Εὐ. Γιαννόπουλος, τότε Ὑπουργός Δικαιοσύνης καί εἰσηγητής του στή Βουλή, καί ἡ κα Ψαρούδα -Μπενάκη τότε κοινοβουλευτική ἐκπρόσωπος καί εἰσηγήτρια τῆς μειοψηφίας ἐπί τοῦ νομοσχεδίου, οὐδέποτε ἀνεφέρθη ὅτι ὁ νόμος αὐτός θά εἶχε ἐφαρμογή στίς ταυτότητες, γιά τίς ὁποῖες ὑπῆρχε κι ἐξακολουθεῖ νά ὑπάρχει ἄλλος εἰδικός νόμος. Ὁ νόμος αὐτός εἶναι ὁ 1988/91 πού, ὅπως προανέφερα, προβλέπει τήν ὑποχρεωτική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος. Ἡ κυβέρνηση τόν παρέκαμψε καί μέ νομικά τεχνάσματα, πού τῆς παρέσχε ἡ Ἀπόφαση τῆς Ἐπιτροπῆς Δαφέρμου, στηρίχθηκε στόν νεώτερο νόμο τοῦ 1997, πού ὅμως δέν σχετίζεται μέ τίς ταυτότητες. Ὁ νόμος αὐτός κατατάσσει μεταξύ τῶν προσωπικῶν στοιχείων, πού παραμένουν ἀπόρρητα, καί τό θρήσκευμα. Ὡστόσο, ὁ νόμος προβλέπει τή δημοσιοποίηση τοῦ θρησκεύματος, καίτοι προσωπικοῦ κατ' αὐτόν δεδομένου, ὅταν εἰς τοῦτο συναινεῖ τό ὑποκείμενο, δηλ. ὁ κάθε ἐνδιαφερόμενος.

Τήν ὡς ἄνω ἀπόφασή του ὁ Πρωθυπουργός ἔλαβε παραβιάζοντας τήν συμφωνία πού εἴχαμε συνάψει Ἐκκλησία καί Πολιτεία κατά τήν πρώτη ἐθιμοτυπική ἐπίσκεψη τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐθν. Παιδείας καί Θρησκευμάτων κ. Π. Εὐθυμίου στό Γραφεῖο μας τήν 17.5.2000. Ἡ συμφωνία προέβλεπε νά ὑπάρξει, πρό πάσης ἀποφάσεως γιά τίς ταυτότητες, συνεργασία μεταξύ μας, ὥστε νά μᾶς δοθῆ ἡ δυνατότης νά ἐκθέσουμε τίς ἀπόψεις μας. Τά ἴδια ἐγγράφως μᾶς εἶχεν διαβεβαιώσει προηγουμένως, σέ ἀπάντηση σχετικοῦ ἐρωτήματος τῆς Ἱ. Συνόδου, καί ἡ κα Βάσω Παπανδρέου, Ὑπουργός Ἐσωτερικῶν καί Δημοσίας Διοικήσεως, ἡ ὁποία μάλιστα, γράφουσα τότε περί τῶν ταυτοτήτων (μέ ἡμερομηνία 11.5.99), οὐδεμία μνεία ἔκανε τοῦ ν. 2472/97. Πρό τῶν τελευταίων ἐκλογῶν, ἐξ ἄλλου, καμμία ἐπίσημη δήλωση περί ταυτοτήτων δέν ἔγινε ἀπό κανένα κόμμα, οὔτε ἀπό τό ΠΑΣΟΚ, οὔτε ἀπό τή Ν. Δημοκρατία, οὔτε καί γενικότερα γιά τό θέμα τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας -Πολιτείας κατά τήν ὑπό τῆς Βουλῆς ὁριστικοποίηση τῶν ἀναθεωρητέων διατάξεων τοῦ Συντάγματος. Τά φαινόμενα ἔδειχναν ὅτι καί τά δύο μεγάλα κόμματα, ἔχοντα στή συντριπτική τους πλειοψηφία ὀπαδούς ὀρθόδοξους χριστιανούς, ἔτρεφαν καλά αἰσθήματα γιά τήνἘκκλησία. Ἐπίσης, ὑπῆρχε ἡ βεβαιότης ὅτι μέ πνεῦμα συνεργασίας καί ἀγάπης καί μέ σεβασμό πρός τούς διακριτούς ρόλους τῶν δύο κορυφαίων θεσμῶν του Ἔθνους θά ἀντιμετωπίζαμε τή δύσκολη πορεία μας στόν 21ο αἰῶνα.

Τό θέμα τῆς διαγραφῆς τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες, μαζί μέ τήν ἀνάγκη λήψεως σειρᾶς νομοθετικῶν μέτρων ἀλλοίωσης τοῦ παραδοσιακοῦ καθεστῶτος στίς σχέσεις Ἐκκλησίας καί Κράτους, τό ἔθεσε μέ "ἔντεχνο" τρόπο γιά πρώτη φορά μετά τίς ἐκλογές ὁ νέος ἐξωκοινοβουλευτικός Ὑπουργός Δικαιοσύνης, στίς 9 Μαΐου 2000, μέ συνέντευξή του σέ ἀπογευματινή ἐφημερίδα τῶν Ἀθηνῶν. Ἀμέσως μετά τίς πρῶτες εὔλογες ἀντιδράσεις μας, ὄχι τόσο γιά τόν χωρισμό ὅσο γιά τήν θρησκευτική μας ἀλλοτρίωση, ὁ κυβερνητικός ἐκπρόσωπος κ. Δ. Ρέππας, ἀπαντώντας σέ ἐρώτημα πού τοῦ ἔθεσε δημοσιογράφος στήν καθημερινή ἐπικοινωνία του στό Ὑπουργεῖο Τύπου, ἐδήλωσε ὅτι οἱ σχετικές ἀπόψεις τοῦ κ. Σταθοπούλου ἦσταν "προσωπικές του ἀπόψεις" καί δέν ἐξέφραζαν τήν κυβερνητική γραμμή. Ἡ δήλωση αὐτή ἱκανοποίησε τήν ΔΙΣ. Ὅμως διαφορετική ὑπῆρξεν ἡ ἐξέλιξη. Ὁ Ὑπουργός Δικαιοσύνης ἐπέμεινε στήν ἄποψή του, ἡ ὁποία μάλιστα μέ τήν παρέμβαση τοῦ κ. Δαφέρμου, Προέδρου τῆς Ἀρχῆς Προστασίας Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτῆρα ἔλαβε τόν μανδύα τῆς νομιμοφάνειας μέ τήν ἐπίκληση τοῦ ν. 2472/97, κάτι πού γιά πολλούς ἐκ τῶν βουλευτῶν ἦταν ἐφεύρημα γιά τήν ἐκ τῶν ὑστέρων κάλυψη τῆς ἐνέργειας τοῦ Ὑπουργοῦ Δικαιοσύνης, πού ἔπαιρνε πλέον καί κυβερνητική κάλυψη. Ὁ ν. 2472/97 ἐπαναλαμβάνω οὐδέποτε εἶχε συζητηθῆ ὅτι ἀφορᾶ καί στίς ταυτότητες, ἐν πάσῃ δέ περιπτώσει ὑπάρχει σέ ἰσχύ ὁ παλαιότερος μέν ἀλλά εἰδικός νόμος 1988/91, πού προβλέπει ὑποχρεωτική τήν ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος. Ὁ κ. κυβερνητικός ἐκπρόσωπος πρό τῆς ἐπιμονῆς Σταθοπούλου ἀναγκάσθηκε γνωσιμαχῶν νά τόν καλύψει, ἀποδεχθείς ὅτι οἱ ἀπόψεις Σταθοπούλου ἔχουν τήν ἔγκριση τῆς Κυβέρνησης.

Ἐδῶ θά πρέπει νά λεχθῆ σέ ἀπάντηση ἐκείνων πού ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀπ' ἀρχῆς ἔλαβε αὐστηρή καί ἀδιαπραγμάτευτη θέση στό ζήτημα αὐτό, ὅτι ἀντιθέτως μετά ἀπό κάποιες ἐπιστημονικές γνῶμες πού ἠκούσθησαν ἐναντίον τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀναγραφῆς, ὡς παραβιαζούσης τή θρησκευτική ἐλευθερία,δέν δίστασε νά τροποποιήσει τήν πάγια θέση της ὑπέρ τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀναγραφῆς καί νά δηλώσει ὅτι τάσσεται ὑπέρ τῆς προαιρετικῆς ὡς πλέον δημοκρατικῆς καί φιλελεύθερης, ἀπολύτως δέ συμβατῆς μέ τό Σύνταγμα καί τίς διεθνεῖς συμβάσεις περί τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καί τῶν θρησκευτικῶν ἐλευθεριῶν, κάτι πού εἶχεν ἀποδεχθῆ τό 1993 καί ἡ ὑπό τόν ἀείμνηστο καθηγητή Ἀριστόβουλο Μάνεση Ἐπιστημονική Ἐπιτροπή τῆς Βουλῆς.

Ὡστόσον ἡ κυβέρνηση, παραβιάζουσα τή συμφωνία μας καί χωρίς προειδοποίηση, ἔσπευσε καί κατά τήν ἀπουσία μας στή Ρουμανία προχώρησε στήν ἐξαγγελία τῆς ἀπόφασής της, χωρίς νά προηγηθῆ κανένας διάλογος μαζί μας καί χωρίς ἔκτοτε νά στέρξει σέ διάλογο γιά τό θέμα αὐτό, παρά τίς ἐπανειλημμένες καί ἐπίμονες ὀχλήσεις μας. Ὁ κ. Πρωθυπουργός ἀνέλαβε τήν εὐθύνη τῆς ἐπιλογῆς του, περιφρονήσας τήν Ἐκκλησία. Τό ὅλο, θέμα προσελάμβανε εὐρύτερο ἐνδιαφέρον ὡς ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ ἀφαίρεση τοῦ θρησκεύματος συνδυαζόταν, ὡς προελέχθη, μέ τήν λήψη σειρᾶς ἄλλων μέτρων, μέ τά ὁποῖα ὁ κ. Ὑπουργός Δικαιοσύνης προανήγγελε τόν βίαιο θρησκευτικό ἀποχρωματισμό τῆς Παιδείας τοῦ κράτους, πράγμα πού σαφέσταστα ὑποδηλώνει τήν κρυφή ἀπώτερη ἐπιδίωξη τῆς ἀποθρησκειοποίησης καί τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ (Βλ. Ἰ. Μαρίνου στό "Βῆμα" 6.8.00, καί ἀναίρεσιν ὅλων τῶν προστάσεων Σταθοπούλου στή Διαμαρτυρία Ἑλλήνων Χριστιανῶν Ἐπιστημόνων στίς "Ἀκτίνες", Ἰούλιον 2000).

Πρός ἀντιμετώπιση τῆς καταστάσεως, μέ ἀπόφαση τῆς ΔΙΣ (26.5.00), συνεκαλέσαμεν ἐκτάκτως τήν ΙΣΙ (6.6.00) , μέ μοναδικό θέμα τίς ταυτότητες καί κατά τήν διαρκεια τῆς συνεδρίας ἐζητήσαμεν, διά λόγους πού ἐνθυμεῖσθε ἀσφαλῶς, ἀπό τόν κ. Πρωθυπουργό ἀκρόαση, τήν ὁποία, κατά τρόπον ἥκιστα τιμητικόν γιά τήνἹεραρχία, δέν μᾶς παρεχώρησε καί μᾶς παρέπεμψε στόν Ὑπουργό Παιδείας γιά νά συζητήσουμε ὅλα τά ἄλλα ἐκκρεμῆ ζητήματα, ἐκτός τοῦ τῶν ταυτοτήτων (Βλ. μεταγενέστερες δηλώσεις, τοῦ κ. Π. Εὐθυμίου στό "Βῆμα" 27.7.00). Ἡ ΙΣΙ, κατόπιν τῆς ἀκάρπου αὐτῆς προσπαθείας της γιά συνεννόηση μέ τήν κυβέρνηση, μέ πλήρη σχεδόν ὁμοφωνία ἔλαβε τίς ἀποφάσεις της, ἀφοῦ ἠκούσθησαν ἐλευθέρως καί ἀβιάστως, οἱ ἀπόψεις ὅλων καί ἐμελετήθησαν τά ὑπό τῶν ὁρισθέντων εἰσηγητῶν προταθέντα μέτρα.

Ἀκολούθησαν οἱ δύο Λαοσυνάξεις, στή Θεσσαλονίκη (14.5.00) καί στήν Ἀθήνα (21.5.00), στίς ὁποῖες εἶχα τήν τιμή νά ὁμιλήσω, ἄν καί ἀνεζήτησα μέ ἐπιμονή ἄλλους ὁμιλητάς, μεταξύ τῶν μελῶν τῆς Ἱεραρχίας, ὥστε ἐγώ νά περιορισθῶ σέ ἕναν ἁπλό χαιρετισμό. Ἐπικαλοῦμαι τή μαρτυρία καί ἐκείνων πού ἠρνήθησαν καί ἐκείνων πού ἐπέμεναν ὅτι θά ἔπρεπε μόνον ὁ Ἀρχιεπίσκοπος νά εἶναι ὁ ὁμιλητής. Εἶναι κοινῶς παραδεκτό πλέον ὅτι ἦσαν οἱ μεγαλύτερες συγκεντρώσεις λαοῦ πού ἔγιναν ποτέ στήν Πατρίδα μας. Καί δέν ἦταν μόνο ὁ ὄγκος τῶν πιστῶν πού προσῆλθαν. Ἦταν κυρίως τό ἦθος, ἡ ποιότητα καί ἡ ἀποφασιστικότητά των. Ὁ πιστός λαός μας προσῆλθεν αὐθόρμητα σάν νά πήγαινε σέ μιά θρησκετυική ἐκδήλωση. Καί ἦταν πράγματι οἱ Λαοσυνάξεις αὐτές ἐκδηλώσεις πίστεως, πού ἀπέρρεε ἀπό τήν ἐνδόμυχη πεποίθησή μας ὅτι ὁ Θεός ἦταν μαζί μας καί μᾶς ἐνεθάρρυνε στόν ἀγῶνα μας ὑπέρ τῆς εὐσεβείας καί μᾶς χορηγοῦσε τή δύναμη νά ὁμολογοῦμε Χριστόν "ἐνώπιον ἐθνῶν καί βασιλέων". Εἴχαμε, ὅσοι πήραμε μέρος στίς ἐκδηλώσεις, αὐτές τήν αἴσθηση ὄχι ὅτι προστατεύουμε τήν Ἐκκλησία, πού δέν ἔχει ἄλλωστε τήν ἀνάγκην μας, ἀλλ' ὅτι ὁ Χριστός εἶναι παρών καί σκέπει καί στηρίζει τήν Ἐκκλησία Του καί τά παιδιά Του.

Ἀντιγράφω πολιτικό σχολιασμό ἀπό τήν "Καθημερινή" (10.8.00) "Ἀφέλεια καί ὑπεροψία τῶν νεωτερικῶν τῆς κυβερνήσεως τοῦ κ. Κ. Σημίτη ἀνέδειξαν τήν Ἐκκλησία στόν μόνο σημαντικό πόλο συσπειρώσεως ὅλων ἐκείνων τῶν πολιτῶν πού ἀντιδροῦν σέ ἐπιλογές, οἱ ὁποῖες ὁδηγοῦν στή χαλάρωση τῆς κοινωνικῆς συνοχῆς, στήν οἰκονομική δυσπραγία μεγάλων κοινωνικῶν ὁμάδων, στήν οὐδετεροποίηση τῆς φυσιογνωμίας τοῦ ἔθνους" (Κ. Ἰορδανίδης). Ναί, ἦλθαν ὅλοι πανοικί καί μέ τόν τρόπο αὐτό ἀπέδειξαν καί τήν ἀταλάντευτη πίστη καί ἐλπίδα των στόν Κύριό μας καί στούς Ποιμένες των. Ἰδιαιτέρως ἐπιθυμῶ καί ὀφείλω νά ἀναφερθῶ στίς χιλιάδες τῶν νέων ἀνθρώπων, πού σέ πεῖσμα τῆς ἀντιεκκλησιαστικῆς προπαγάνδας, ἀπέδειξαν τήν ἀγάπη καί τήν ἐμπιστοσύνη τους πρός τήν Ἐκκλησία μας. Ἐπίσης γιά τήν ἄψογη ἀπό πάσης ἀπόψεως διοργάνωση τῶν δύο Λαοσυνάξεων ὀφείλω, ἐπίσης, νά ἀναφερθῶ μετ' ἐπαίνου στούς δύο κύριους διοργανωτάς τούς Σεβασμιωτάτους Ἀλεξανδρουπόλεως κ. Ἄνθιμο γιά τή Θεσσαλονίκη καί Καισαριανῆς κ. Δανιήλ γιά τήν Ἀθήνα, ἀλλά καί στούς συνεργάτες τους Μητροπολίτες, ἄλλους κληρικούς καί λαϊκούς ἀπετόλμησαν καί ἐπέτυχαν τό θαῦμα τῆς μεσα σέ λίγες μόνον ἡμέρες ἄψογης διοργάνωσης τέτοιων ὀγκωδῶν Λαοσυνάξεων πού τίς ἐθαύμασαν ἀκόμη καί οἱ ὁρκισμένοι ἀντίπαλοι τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ αὐθόρμητη καί μεγάλη ὑποστήριξη πού εἴχαμε ἀπό τόν εὐσεβῆ ἑλληνικό λαό, πού ἀποδείχθηκε ὄχι μόνο ἀπό τίς Λαοσυνάξεις, ἀλλά καί ἀπό τίς δημοσκοπήσεις πού ἔγιναν ἀπό ἄσχετους μέ τήν Ἐκκλησία φορεῖς, δέν εἶχαν τό προσδοκώμενο ἀποτέλεσμα. Ἡ κυβέρνηση ἐπιμένουσα νά ἀγνοεῖ τό 87% τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ πού τοποθετήθηκε εἴτε ὑπέρ τῆς ὑποχρεωτικῆς εἴτε ὑπέρ τῆς προαιρετικῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἐξηκολούθησε νά ἐμμένει μέ αὐταρχικό πεῖσμα, θά ἔλεγε κανείς, στήν ἀπόφασή της καί νά προχωρεῖ σταδιακά στήν ὑλοποίησή της, παρακάμπτουσα τή Βουλή καί παραβιάζουσα τόν ἰσχύοντα νόμο. Στόν ἀρχικό αἰφνιδιασμό καί ἐμπαιγμό τῆς Ἐκκλησίας προσετέθη καί ἡ ἀλαζονική συμπεριφορά, πού ἐπέσυρε τά ἐπικριτικά σχόλια κορυφαίων παραδοσιακῶν στελεχῶν τοῦ κυβερνῶντος κόμματος, καί ὄχι μόνον αὐτῶν. Ἀλλά καί ὁ τύπος ἐχαρακτήρισε τή συμπεριφορφά "αὐταρχική, ἀδέξια καί ἀγενῆ" (Βλ. "Καθημερινή" 4.8.00, "Ποντίκι" 27.7.00 ). Ὑπῆρξαν πολλές ψύχραιμες φωνές πού μᾶς ἐκάλεσαν ὅλους νά ἀναζητήσουμε διέξοδο διά τοῦ διαλόγου (Βλ. ἀντιπροσωπευτικό ἄρθρο τοῦ κ. Ε. Κρουσταλλάκη, Ἀντιπροέδρου τοῦ Ἀ.Π. στό "Βῆμα" 26.6.00). Τά ἐπράξαμε πρόθυμα καί κατ' ἐπανάληψιν, χωρίς τήν ἀναμενόμενη ἀνταπόκριση ἀπό τήν ἄλλην πλευρά.

Παρά τίς ἐπανειλημμένες παρασκηνιακές κρούσεις μας πρός τήν Κυβέρνηση γιά τήν ἐξεύρεση μιᾶς κοινῶς ἀποδεκτῆς λύσεως στό πρόβλημα, συναντήσαμεν ἀλαζονική ἐμμονή μέ πεῖσμα στίς ἀρχικές τοποθετήσεις της, ἀλλά καί προκλητική προώθηση τῶν διαδικασιῶν ἐφαρμογῆς των, ὅπως π.χ. ἡ κοινή ἀπόφαση τῶν Ὑπουργῶν Δημ. Τάξεως καί Οἰκονομικῶν γιά τήν ἔκδοση νέων ταυτοτήτων σέ ἀντικατάσταση, ἕνεκα ἀπωλείας, τῶν παλαιῶν. Ἀναγκασθήκαμε τότε νά δηλώσουμε κι ἐμεῖς τήν ἀνυποχώρητη θέση μας στή διεκδίκηση τῆς ἐπαναφορᾶς τοῦ θρησκεύματος προαιρετικά στίς ταυτότητες. Χαρακτηριστικό εἶναι τό Συνοδικόν Ἀνακοινωθέν τῆς 17.7.00, εὐθύς μετά τήν ἀναγγελία τῆς ἔκδοσης τῶν Ὑπουργικῶν ἀποφάσεων, στό ὁποῖο "Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δηλώνει πρός τόν Πρωθυπουργό τῆς χώρας κ. Κ. Σημίτη ὅτι θά παραμείνει σταθερή στήν πρότασή της νά ἐρωτηθῆ μέ δημοψήφισμα ὁ ἑλληνικός λαός γιά τήν προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία ταυτοτήτων. Ἡ Ἐκκλησία θεωρεῖ ὅτι στή δημοκρατική Πολιτεία ὁ διάλογος καί ἡ θέληση τοῦ λαοῦ ὑπερέχουν τῶν αὐταρχικῶν ἀποφάσεων".

Καί στό σημεῖο αὐτό ἐπιθυμῶ νά τονίσω ὅτι τήν εὐθύνη γιά τή χάραξη κάθε φορά τῆς στάσεως τῆς Ἐκκλησίας, ἰδίως σέ περιόδους ἀγώνων, τήν ἔχει ἡ Ἱ. Σύνοδος καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος, καί ὅτι τίς ἀποφάσεις αὐτές ἀναιροῦν ἐνίοτε δηλώσεις ἤ ἐνέργειες πού γίνονται ἀσφαλῶς ἀπό ἀγαθόν συνειδός, χωρίς ὅμως νά λαμβάνουν ὑπόψη των τίς πλήρεις συνθῆκες ὑπό τίς ὁποῖες τελοῦν οἱ ἐξελίξεις ἑνός θέματος. Τό πρόβλημα τοῦτο ἀντιμετωπίσαμεν δυστυχῶς πολλάκις, ἐπειδή στά τηλεοπτικά δελτία ἐνεφανίζοντο καί μή ἐξουσιοδοτημένα πρόσωπα, τά ὁποῖα κατέθεταν προσωπικές ἀπόψεις, ἐνίοτε ἐμπρηστικές, ὅταν τήν ἴδια στιγμή κατεβάλλοντο προσπάθειες δημιουργίας ἑνός ἠπίου κλίματος γιά τήν προόωθηση τοῦ αἰτήματος τοῦ διαλόγου. Δέν ἀρνοῦμαι ὅτι ἡ τακτική, τήν ὁποία ἀκολούθησε ἡ κυβέρνηση ἔναντί μας ὑπῆρξεν ἐξοργιστική καί ἄδικη. Ὡστόσον, ἄν ὅλοι ζητοῦσαν τή γνώμη τῶν χειριζομένων ὑπεύθυνα τά θέματα θά μποροῦσαν νά ἔχουν ἐνημερωθῆ, προκειμένου νά ἀποφύγουν κινήσεις καί δηλώσεις πού μᾶλλον βλάπτουν.

Σέ ἀπάντηση τῆς αὐταρχικῆς αὐτῆς ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας συμμπεριφορᾶς, καί ἔχοντας ὑπόψη μας τήν ἀπόφαση τῆς ἐκτάκτου ΙΣΙ, προωθήσαμε, μέσῳ τῆς τριμελοῦς ἐξ Ἀρχιερέων, τῶν Σεβ. Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, Δημητριάδος κ. Ἰγνατίου καί Καισαριανῆς κ. Δανιήλ, Ἐπιτροπῆς τίς διαδικασίες γιά τήν συλλογήν ὑπογραφῶν. Ὡς θά ἐνθυμεῖσθε ἀρχικά ἡ ἀπόφαση τῆς ΙΣΙ ἦταν νά συλλεγοῦν ὑπογραφές μέ τό αἴτημα τῆς προαιρετικῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος (Βλ. Ἀνακοινωθέν τῆς ΔΙΣ τῆς 28.6.00, καί τῆς ΙΣΙ τῆς 6.6.00), ἀργότερα ἡ πρόταση διεμορφώθη ἐπί τό ἠπιότερον, προτάσει τῆς ὡς εἴρηται Ἐπιτροπῆς καί ἐγκρίσει τῆς ΔΙΣ (30.8.00), ὡς αἴτημα ὑπέρ τῆς διενεργείας συνταγματικοῦ Δημοψηφίσματος προκειμένου νά ἀποφανθῆ ὁ ἑλληνικός λαός περί τῆς ἀναγραφῆς (προαιρετικῆς ἤ ὑποχρεωτικῆς ) ἤ τῆς μή ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες. Ἡ τελευταία αὐτή βελτιωμένη τροποποίηση τῆς ἀρχικῆς ἀποφάσεως εἶναι ἐπίσης ἐνδεικτική τῆς διαθέσεως τῆς Ἐκκλησίας νά μήν ὀξύνει τά πνεύματα καί νά μή προκαλέσει προβλήματα στό λαό. Τό Δημοψήφισμα θεωροῦμεν ὅτι ἀποτελεῖ κορυφαία ἐκδήλωση τῆς Δημοκρατίας, ἐπειδή ἄμεσα ὁ λαός ἀποφαίνεται γιά σοβαρά ἐθνικά θέματα. Κατά τήν ἀκολουθοῦσαν εἰδική εἰσήγηση τοῦ Σεβ. Ναυπάκτου κ.Ἱεροθέου θά ἀκουσθοῦν τά δέοντα, ἀσφαλῶς, καί ὡς πρός τήν ἀπόλυτη νομιμότητα τοῦ αἰτήματος γιά Δημοψήφισμα καί ὡς πρός τίς ἄλλες διαδικαστικές λεπτομέρειες τῆς συλλογῆς τῶν ὑπογραφῶν, ἡ ὁποία βέβαια διεξάγεται ἤδη καί παρά τά ἐξωεκκλησιαστικά προσκόμματα προχωρεῖ ἐπιτυχῶς. Αὐτό ἀπέδειξε προκαταβολικά καί μία πρόχειρη καί ἁπλῆ δημοσκόπηση τῆς ἐφημερίδας "Τό Βῆμα" (4.8.00), ὅπου στό ἐρώτημα "Θά συμμετάσχετε στό δημοψήφισμα γιά τίς ταυτότητες; " ἀπάντησαν καταφατικά στούς 6 ἐρωτηθέντες, οἱ 5. Πέραν αὐτοῦ, ὅμως, ἡ ἀποκαλυπτική δημοσκόπηση, πού ἐδημοσιεύθη στίς ἐφημερίδες τῆς 16.9.00, διεξαχθεῖσα ἀπό τήν ἑταιρεία P-PRVC ἀνέβασε στό 77, 4% τό ποσοστό τῶν Ἑλλήνων πού ἐπιθυμεῖ νά ἀναγράφεται τό θρήσκευμά των στίς ταυτότητες, ἐπειδή πιστεύουν ὅτι τό στοιχεῖο αὐτό εἶναι ἀναπόσπαστο τμῆμα τῆς αὐτοσυνειδησίας των, ἐνῶ πάνω ἀπό τούς μισούς Ἕλληνες θά ὑπογράψουν τά Δελτία τῆς Ἱ. Συνόδου. Ἐξ ἄλλου, καθόλο τό διάστημα τοῦ καλοκαιριοῦ ἐφροντίζαμε νά ἀποστέλλωμε σαφῆ μηνύματα πρός κάθε κατεύθυνση ὅτι ἡ Ἱεραρχία ἐμμένει σταθερά καί μέ συνέπεια στίς ληφθεῖσες ἀποφάσεις.

Τέλος πρέπει νά ἀναφέρω καί τίς κατατεθεῖσες ὑπό 4 καθηγητῶν τῆς Θεολογίας τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, τοῦ Αἰδεσιμολ. Πρωτ. π. Γ. Μεταλληνοῦ καί τῶν κ.κ. Χρ. Βούλγαρη, Κων. Σκουτέρη καί Σπ. Κοντογιάννη προσφυγές πρός τό Σ.τ.Ε. ἐναντίον ἀφ' ἑνός μέν τῆς Ἀποφάσεως Δαφέρμου, ἀφ' ἑτέρου δέ τῆς Ὑπουργικῆς Ἀποφάσεως τοῦ Ὑπουργοῦ Δημ. Τάξεως καί τοῦ Ὑφυπουργοῦ Οἰκονομικῶν περί τῆς ἐκδόσεως τῶν νέων ταυτοτήτων, ἡ συζήτηση τῶν ὁποίων ἔχει προσδιορισθῆ γιά τήν 1.12.00. Ἐκτός αὐτῶν προσέφυγαν καἰ ἄλλοι μέ διαφορετικήν ἕκαστος ἐπιχειρηματολογίαν. Ἡ Ἐκκλη-σία δέν προσέφυγε καί οὔτε προτίθεται νά προσφύγη σεβομένη τόν θεσμόν. Ἡ Ἐκκλησία, ἐφ' ὅσον ἡ Κυβέρνησις εἶναι ἀμετάπειστη στίς διοικητικές της ἀποφάσεις, ζητεῖ ἀπό τήν Βουλήν τή νομοθετική ρύθμιση τοῦ θέματος προτοῦ ὁλοκληρωθῆ ἡ διαδικα-σία τῆς συλλογῆς ὑπογραφῶν.

Ὡστόσο, πρέπει νά ὑπογραμμίσω ὅτι ἡ ἄποψη ὡρισμένων κυβερνητικῶν κύκλων εἶναι νά παύσει ἡ Ἐκκλησία νά ἀγωνίζεται γιά τίς ταυτότητες, καί τότε νά προσέλθει γιά διάλογο ἐφ' ὅλων τῶν ἄλλων ἐκκρεμῶν ζητημάτων. Τοῦτο, ὅμως, σημαίνει τήν κατά κράτος ὑποχώρηση τῆς Ἐκκλησίας καί τόν πλήρη διασυρμό καί ἐξευτελισμό της. Ἐμεῖς, ἀντιθέτως, ἐφροντίσαμε νά διαχωρίσουμε τά δύο ζητήματα. Διά μέν τίς ταυτότητες ἐμμένομε στίς ἀποφάσεις μας, ἐπιδιώκοντες νά μεταπείσουμε τήν κυβέρνηση, μέ τήν προοπτική τῆς "ἄλλης λογικῆς" πού κατέχουμε ὡς ἄνδρες τοῦ πνεύματος τοῦ Χριστοῦ καί ὄχι μέ τή λογική τῆς ματαιότητος, τά δέ ἄλλα ζητήματα μποροῦμε νά τά συζητήσουμε, ὅποτε τοῦτο γίνει ἐφικτό. Δέν ἀποκόπτουμε τίς γέφυρες ἐπικοινωνίας μέ τήν Πολιτεία, -οὐδέποτε κάτι τέτοιο ἦταν στίς προθέσεις μας- χωρίς ὅμως καί νά ἀφιστάμεθα τῶν ἀρχῶν μας. Πιστεύουμε ἀκράδαντα ὅτι κατά τή διαμόρφωση ἑκάστοτε τῆς πιό ὀρθῆς ἀποφάσεως συμβάλλει ἀποφασιστικά ὁ δημοκρατικός διάλογος. Στίς σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες αὐτό εἶναι ὄχι μόνο ἀπαιτητό, ἀλλά κυρίως εἶναι χρήσιμο. Περί αὐτῶν ὅμως θά ἐπανέλθουμε κατωτέρω.


Β´. ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ

Ἡ εἰσκομισθεῖσα μέ τήν εὐκαιρία τῆς διενέξεως αὐτῆς μέ τήν Κυβέρνηση πεῖρα στόν πνευματικό μας κορβανάν εἶναι καί πλούσια καί διδακτική καί πολύτιμη. Οἱ κρίσεις διαθέτουν καί μιά ἐποικοδομητική γονιμότητα, ἀπό τήν ὁποίαν ἀπορρέουν χρήσιμα στοιχεῖα καί γιά μᾶς καί γιά τήν ἐξουσία τοῦ κράτους. Τά στοιχεῖα αὐτά, ἄν ἀναλυθοῦν σωστά ὁδηγοῦν σέ σαφῆ καί σταθερά συμπεράσματα, πού δέν πρέπει νά τά ἀφήσουμε νά ξεχασθοῦν, οὔτε νά παραμείνουν ἀναξιοποίητα. Ἀντιθέτως, ἄν θά μᾶς προσφέρουν δυνατότητες προβληματισμοῦ, θά ἀποβοῦν εὐεργετικά. Θά λειτουργήσουν ὡς προειδοποιητικά σήμαντρα καί θά προλειάνουν τό ἔδαφος γιά τή λήψη τῶν καταλλήλων μέτρων αὐτοπροστασίας μας. Μέ αὐτό τό πνεῦμα θά προσπαθήσω στή συνέχεια νά ἀναφερθῶ σέ ὡρισμένες διαπιστώσεις, πού θά μᾶς βοηθήσουν στήν καταληπτή ἀνάλυση τῶν γεγονότων.

1- Τό ἀληθινό ἦθος τῆς διαφωνίας μας μέ τήν κυβέρνηση.

Ἐδόθη, προφανῶς ἀπό λάθος ἤ ἀπό σκοπιμότητα, ἡ ἐντύ-πωση ὅτι πρόκειται γιά μία σύγκρουση σέ ἐπίπεδο κοσμικῶν ἐξου-σιῶν. Ἔτσι τουλάχιστον εἶδε τό πρόβλημα ἡ κυβέρνηση, γι' αὐτό καί παραμένει ἀμετακίνητη στή θέση της καί οὔτε ἀνοίγει διάλογο μαζί μας, οὔτε καί ὑποχωρεῖ. Τό ἴδιο ἔπαθαν καί κάποιοι δόκιμοι δημοσιογράφοι πού ἑρμήνευσαν τή στάση μας ὡς διεκδίκηση πολιτικῆς ἐξουσίας, μή δυνάμενοι νά ἀναχθοῦν στή σφαῖρα τῆς πνευματικότητος καί νά κρίνουν τά πράγματα μέ τά ὀρθόδοξα κριτήρια. Φοβοῦμαι ὅτι στό ἴδιο ἁμάρτημα περιέπεσαν καί τινες ἡμέτεροι, πού ἔσπευσαν νά θεολογήσουν κατά τῆς Ἱεραρχίας, ἐνῶ εἶναι βέβαιο ὅτι παραβίαζαν ἀνοικτές πύλες. Ἡ βάση αὐτή εἶναι σαθρή. Μπορεῖ ἡ κοσμική ἐξουσία νά μάχεται γιά τή διαφύλαξη τοῦ κύρους της καί νά φθάνει στή σύγκρουση μέ ὅποιον τῆς ἀμφισβητεῖ τήν δύναμή της, ποτέ ὅμως ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά διολισθαίνει σέ μιά τέτοια λογική, πού ἀναιρεῖ τό θεῖο της προορισμό. Γιά τήν Ἐκκλησία ἰσχύει ἡ μωρία τοῦ Σταυροῦ καί ἡ ἀδυναμία τοῦ Ἐσταυρωμένου. Μέσα, ὅμως, ἀπό τή μωρία αὐτή ἀναδύεται ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ καί μέσα ἀπό τήν φαινομενική ἀδυναμία τοῦ Χριστοῦ, ἀναφαίνεται ἡ δύναμή Του. Μέ αὐτή τή λογική πάλαιψαν καί νίκησαν οἱ μάρτυρες. Καί μέ τήν ἴδια λογική ἡ Ἐκκλησία ἀντιμετώπισε τούς διωγμούς, τίς συκοφαντίες, τούς ἐναντίον της πολέμους. Ἡ Ἐκκλησία δέν μάχεται τίς ἐγκόσμιες ἐξουσίες, γιατί δέν ἐνδιαφέρεται γι' αὐτές. Ὁ Κύριος ὑπῆρξε σαφής, "ἡ βασιλεία ἡ ἐμή οὔκ ἐστιν ἐκ τοῦ κόσμου" εἶπε. Οὔτε μπορεῖ ποτέ νά κατέβει στό ἐπίπεδό των. Δέν εἶναι στό ἴδιο ἐπίπεδο μέ τό Κράτος ἡ Ἐκκλησία, γι' αύτό καί εἶναι λάθος νά νομίζεται ὅτι δρᾶ εἴτε ἀνταγωνιστικά, εἴτε ἀντιπολιτευτικά πρός τό Κράτος. Τό Κράτος ἔχει ἄλλη προέλευση καί ἄλλη ἀποστολή ἀπό ἐκείνη τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία χρονικῶς προϋπάρχει τοῦ Κράτους καί ἕπεται αὐτοῦ. Ὁ ρόλος τῶν πολιτικῶν εἶναι ἄλλος ἀπό τό ρόλο τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει καί σέβεται τό ρόλο τῶν πολιτικῶν. Οἱ πολιτικοί ἀσκοῦν "τίς ὑπερέχουσες ἐξουσίες", ὑπέρ τῶν ὁποίων ἡ Ἐκκλησία προσεύχεται. Οἱ ἐκκλησιαστικοί ἀσκοῦν τήν ἐπίγεια ἀποστολή των κάτω ἀπό τό πρίσμα τῆς αἰωνιότητας. Καί οἱ ἀγῶνες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἄλλης φύσεως ἀπό τούς πολιτικούς, ἀκόμη καί ἀπό τούς κοινωνικούς ἀγῶνες. Ἡ Ἐκκλησία παλεύει ἐνίοτε καί μέ τή σιωπή. Χρησιμοποιεῖ τή μάχαιρα τοῦ λόγου της μέ ἀγάπη καί γιά τούς ἐχθρούς της. Δέν μισεῖ κανένα, ἀλλά προσεύχεται γιά ὅλους. Ἡ διωκομένη Ἐκκλησία εἶναι πιό γνήσια Ἐκκλησία ἀπό τήν ἄλλη πού ἀπολαμβάνει τιμές καί δόξες. Καί ὅταν ἀκόμη μάχεται ἡ Ἐκκλησία τό κάνει μέ τή συνείδηση ὅτι "συνεκπολεμεῖ" μαζί της ὁ Κύριός της. Στήν Π. Διαθήκη εἶναι γραμμένο "ἄκουε Ἰσραήλ, ὑμεῖς πορεύεσθε σήμερον εἰς πόλεμον ἐπί τούς ἐχθρούς ὑμῶν. Μή ἐκλυέσθω ὑμῶν ἡ καρδία, μή φοβεῖσθε μηδέ θροεῖσθε, μηδέ ἐκκλίνετε ἀπό προσώπου αὐτῶν. Ὅτι Κύριος ὁ Θεός ἡμῶν ὁ προπορευόμενος μεθ' ὑμῶν συνεκπολεμήσει ὑμῖν τούς ἐχθρούς ὑμῶν καί διασώσει ὑμᾶς" (Λευϊτ. κ´, 3) . Καί στούς Ψαλμούς εἶναι γραμμένο "οὗτοι ἐν ἅρμασι καί οὗτοι ἐν ἵπποις, ἡμεῖς δέ ἐν ὀνόματι Κυρίου Θεοῦ ἡμῶν μεγαλυνθησόμεθα" (Ψαλμ. ιθ´, 7) Νά ἡ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας, ἔτσι βλέπει τήν ἱστορία καί ἔτσι συμπληρώνει τίς σελίδες της. Δέν ἐνδιαφέρει τήν Ἐκκλησία ἡ ἐγκοσμιότητα ὡς μονιμότητα, μιά καί "τό πολίτευμα (τῶν πιστῶν της) ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει". Ἡ ρήση αὐτή τονίζει τήν ἐπίγεια καί τήν ἐπουράνια διάσταση τῆς Ἐκκλησίας. Ἀχώριστες ἀπ' ἀλλήλων εἶναι οἱ διαστάσεις αὐτές, ἀλληλοπεριχωροῦνται σέ ὅλες τίς ἐκδηλώσεις της καί ἐμποτίζουν κάθε πτυχή τῆς ζωῆς της.

Κατά συνέπειαν καί ἡ διαφωνία μας μέ τήν κυβέρνηση δέν εἶναι στό ἐπίπεδο διεκδίκησης τῆς ὅποιας ἐξουσίας, ἁπλούστατα διότι δέν νοεῖται σχέση τῆς Ἐκκλησίας μέ τίς ἐξουσίες τοῦ κόσμου τούτου. Ἡ διαφωνία μας κινεῖται σέ ἐπίπεδο ἀρχῶν πνευματικῶν καί παραδοσιακῶν. Δέν μισοῦμε κανένα καί δέν ὑβρίζομε κανένα. Ὅλοι γιά μᾶς εἶναι πνευματικά μας παιδιά καί τούς ἀντιμετωπίζουμε μέ ἀγάπη, ἔστω καί ἄν διαφωνοῦν μαζί μας. Οὔτε ἐπιζητοῦμε κοσμικές δάφνες. Ἀπό αὐτες τίς ἀρχές οἰστρηλατούμενοι προβάλλουμε τόν προφητικό λόγο τῆς Ἐκκλησίας καί διεκδικοῦμε γιά τόν ἑαυτό μας τήν αὐτομεμψία καί τήν αὐτοταπείνωση. Γιατί μόνο ἔτσι δικαιούμεθα νά ἑλκύσουμε τή Χάρι τοῦ Θεοῦ. Ὅπλο μας εἶναι ἡ προσευχή καί μέ αὐτήν πυρπολοῦμε τόν οὐρανό, ἐνῶ παράλληλα ὁδηγούμεθα καί ὁδηγοῦμε καί τό λαό στή μετάνοια. Δέν διακατεχόμαστε ἀπό ἀγωνία καί ἀνεστιότητα. Ἀντίθετα ἀναγνωρίζουμε πώς Κύριος τῆς ἱστορίας εἶναι ὁ Χριστός, καί ἔτσι ἔχουμε μέσα στήν καρδιά μας εἰρήνη καί ἐλπίδα. Ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει τή μέθοδο τῆς ἱστορικῆς ὑπέρβασης τῶν δυσκολιῶν καί δρᾶ πάντοτε μέ μιά οἰκουμενικότητα, πού τῆς ἐπιτρέπει νά προηγεῖται τῶν γεγονότων, ἀντί νά ἕπεται αὐτῶν. Βέβαια, ὁ λαός ἴσως θέλει καί ἐπιδιώκει τίς συγκρούσεις, ἀλλά δέν γνωρίζει νά αἵρει καί τίς συνέπειες. Ἐμεῖς ὡς ὑπεύθυνοι ἐκκλησιαστικοί ἄνδρες πρέπει νά παραμένουμε σταθεροί στήν πορεία μας καί νά μή παρασυρόμαστε ἀπό ἐξάρσεις τῆς στιγμῆς, οὔτε νά παρασύρουμε καί τό λαό μας στά ἀδιέξοδα. Τό ἦθος μας δέν μᾶς ἔχει ἐπιτρέψει νά θεωρήσουμε τούς ἑαυτούς μας συνηγόρους καί "προστάτες "τοῦ Θεοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του. Ὁ Θεός δέν ἔχει ἀνάγκην νά Τόν φυλάξουμε ἐμεῖς. Ἐκεῖνος προφυλάττει τήν Ἐκκλησίαν Του καί προστατεύει κι ἐμᾶς. Εἶναι παρών καί σημαδεύει τά πράγματα τοῦ κόσμου. Αὐτό τό φρόνημα πρέπει νά μᾶς χαρακτηρίζει, γιατί μόνον ἔτσι μποροῦμε νά στηριχθοῦμε, νά μήν ἀλλοτριωθοῦμε, νά μή παύσουμε νά ἐλπίζουμε καί νά μήν ἀπογοητευθοῦμε.

2- Ἡ θέση τῆς Ἐκκλησίας στό θέμα τῶν ταυτοτήτων ὑπῆρξε ἀπό τήν ἀρχή ἠθικά καί θεολογικά ἰσχυρή, αὐτοσυνειδησιακά ὀρθόδοξη, συνταγματικά καί νομικά βάσιμη καί ψυχολογικά ἡ ἐνδεδειγμενη.

Ἡ πίστη εἶναι βέβαια πρώτιστα ἐσωτερικό βίωμα, ὅμως ἔχει καί πρέπει νά ἔχει καί ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις. Οἱ ἐκδηλώσεις αὐτές προσλαμβάνουν συνήθως τή μορφή ὁμολογίας πίστεως καί συνάδουν μέ τόν προφητικό χαρακτῆρα τῆς Ἐκκλησίας. Στά χρόνια τῶν διωγμῶν ἤ τῆς δουλείας σέ ἀλλόπιστο ἤ ἀλλόδοξο δυνάστη, αὐτή ἡ ὁμολογία φθάνει ἐνίοτε στά ὅρια τοῦ μαρτυρίου. Στούς χρόνους τῆς ἐλευθερίας ἡ ὁμολογία προσλαμβάνει ἄλλες μορφές, ἀπό τήν ἁπλή προσευχή μέχρι τήν ἠχηρή διαμαρτυρία γιά τά τεκταινόμενα. Ἔτσι, ὅταν τραυματίζεται τό "ἱστορικό σῶμα" τοῦ Χριστοῦ καί ὅταν ἐπιχειρεῖται ἀπροκάλυπτος "πολιτιστικός βιασμός" δέν δικαιούμεθα νά παραμένουμε ἀπαθεῖς θεατές, οὔτε μέ τή σιωπή ἤ τήν ἀνοχή μας νά διευκολύνουμε τήν ἐπιχείρηση ἐπιβολῆς, ὑπό τό πρόσχημα τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ ἤ τῆς δημοκρατίας, θρησκευτικῶν ἤ πολιτιστικῶν τάχα ἐκσυγχρονισμῶν, ὅταν αὐτοί ἔχουν συνέπειες στήν ὅλη διαχρονική μας παράδοση (Βλ. Ἐγκύκλιον Ἱ. Συνόδου ὑπ' ἀριθμ. 2698/31.8.00). Τό εἴπαμε ἀπό τήν ἀρχή ὅτι μέ τή διαγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες, ἐπιχειρεῖται συστηματικός ἀποχριστιανισμός τοῦ κράτους τῶν Ἑλλήνων μέ κατεύθυνση τήν ἴδια τήν κοινωνία, καί κατ' ἐπέκταση τό ἔθνος. Ἄλλοι προσθέτουν ὅτι πρόκειται καί γιά ἀφελληνισμό (Βλ. ἄρθρο Χρ. Πασαλάρη στόν "Ἐλεύθερο Τύπο" 18.8.00). Τά ἐπιχειρήματα καί γιά τίς δύο αὐτές τοποθετήσεις εἶναι ἰσχυρά καί ἀπροσμάχητα. Μόνον ἐθελοτυφλοῦντες ἤ στρουθοκαμηλίζοντες δέν τά βλέπουν. Βέβαια, ἡ ἀντιεκκλησιαστική προπαγάνδα ἐπιδιώκει νά παρουσιάσει τήν Ἐκκλησία, δηλαδή τήν Ἱ. Σύνοδο τῶν Ἐπισκόπων, ὡς δῆθεν ἀτυχήσασαν στίς ὡς ἄνω ἐπιλογές της. Καί πρός τοῦτο τήν ἐνισχύουν καί κάποιες ἐκ τῶν ἔνδον τῆς Ἐκκλησίας φωνές, πού ὁμιλοῦν δῆθεν γιά "κρίση ταυτότητας" τῆς ἴδιας τῆς Ἐκκλησίας, πού παρουσιάζεται ὡς τάχα ἀποστασιοποιημένη ἀπό τήν Καινοδιαθηκική ἀντίληψη περί Ἐκκλησίας ὡς Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί ὑποτεταγμένης στόν Καίσαρα πού τήν ἀλλοτριώνει. Στό σημεῖο αὐτό θά ἤθελα νά παρατηρήσω ὅτι καθ' ὅ μέτρο κληρικοί καί λαϊκοί, μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἔχουμε τυχόν λησμονήσει τίς ἱστορικές μας καταβολές καί ἔχουμε ὑποταχθῆ στόν Καίσαρα, πράγματι ὑπάρχει πρόβλημα ταυτότητάς μας. Καί στό παρελθόν πολλάκις ἐδώσαμε τήν εἰκόνα μιᾶς Ἱεραρχίας ἐξαρτημένης μέχρι λεπτομερειῶν ἀπό τό Κράτος καί ἀνίσχυρης νά ἀρθρώσει λόγον αὐτοσυνειδησιακῆς ἑτερότητας ἀπό τήν κοσμική ἐξουσία. Ἐμεῖς ὅμως, οἱ Ἱεράρχες τῆς νεώτερης γενεᾶς, χωρίς νά κατακρίνουμε τούς Πατέρες μας, ἐλάβαμε στά σοβαρά τά μηνύματα τῶν καιρῶν καί θελήσαμε ἰδίως μετά τό 1974, νά περιχαρακώσουμε τά ὅρια τῆς ἐκκλησιαστικῆς παρουσίας μέσα στό κράτος καί κυρίως μέσα στό ἔθνος, γι' αὐτό καί υἱοθετήσαμε μιά συμπεριφορά ἀξιοπρέπειας καί ἀποφασιστικότητας ἀπέναντι στήν κοσμική ἐξουσία, χρησιμοποιώντας κάθε μέσο πού διαθέταμε γιά νά διακηρύξουμε καί διδάξουμε ὅτι εἴμαστε ὑπηρέτες Χριστοῦ στή διακονία τῶν ψυχῶν. Ἔχουμε συνείδηση ὅτι δέν "κατεξουσιάζουμε τῶν κλήρων" ἀλλ' ὅτι εἴμαστε διάκονοι ψυχῶν ἐν Χριστῷ, πρός σωτηρίαν τῶν ὁποίων ἀναπτύσσουμε ἕνα ἐντυπωσιακό ἱεραποστολικό ἔργο σέ ὅλη τήν ἔκταση τῆς Ἐκκλησίας μας. Χάρις σ' αὐτό τό ἔργο οἱνέοι μας κατηχοῦνται, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ τρέχει, ὁ γραπτός καί ὁ ἠλεκτρονικός μας τύπος συντρέχει στήν καλλιέργεια τοῦ ἔσω τῆς καρδίας ἀνθρώπου, οἱ ἐκδόσεις μας πολλαπλασιάζονται, ἡ μυστηριακή ζωή ποιοτικῶς ἀναβαθμίζεται, οἱ θεολογικές σπουδές προοδεύουν, καί "εἴτε προφάσει, εἴτε ἀληθείᾳ Χριστός καταγγέλλεται". Κατωρθώσαμε μέσα στά πλαίσια τῶν σχέσεών μας μέ τό κράτος νά διασώσουμε τήν ὀρθόδοξη πνευματικότητά μας καί καθημερινά ἀναλωνόμαστε στό ἱεραποστολικό καί κοινωνικό μας ἔργο, χωρίς διακοπή. Ἔχοντες δέ γνώση καί ἐπίγνωση τῆς Ἱστορίας δέν εἴδαμε ἀνταγωνιστικά τούς φορεῖς τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, ἀλλά ἐπιδιώξαμε καί ἐπετύχαμε στενή μέ αὐτούς συνεργασία πρός ὄφελος τοῦ λαοῦ, πού στήν Ἑλλάδα εἶναι καί πολίτης τοῦ κράτους καί πιστός τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν ὅμως βρεθήκαμε μπροστά σέ προθέσεις ἤ καί πράξεις πού ἀπέβλεπαν εἴτε στήν προϊοῦσα αἰχμαλωσία τῆς Ἐκκλησίας στό κράτος, εἴτε στήν ἀποθρησκευτικοποίηση τῆς κοινωνίας, δέν διστάσαμε,ἀκριβῶς διότι ἔχουμε γνήσια αὐτοσυνειδησία, νά ὀρθώσουμε τό ἀνάστημά μας καί νά ζητήσουμε τή συμπαράσταση τοῦ Θεοῦ πρωτίστως καί ὕστερα τοῦ λαοῦ. Αὐτό ἔκαναν οἱ Πατέρες μας τό 1965, τό ἴδιο ἀκολουθήσαμε τό 1987 μέ τήν κρίση Τρίτση πού ἀνέκυψε τότε, καί τό ἴδιο ἐπράξαμε καί τώρα τό 2000 μέ τό θέμα τῶν ταυτοτήτων. Ἡ ἀντίδρασή μας εἶναι δεῖγμα ὑγείας, ἐλευθερίας καί ἀνεξαρτησίας ἀπό τήν ὁποιαδήποτε κοσμική ἐξουσία, εἶναι δεῖγμα ἐλευθεροφροσύνης καί ἀταλάντευτης προσήλωσης στήν Πατερική παράδοση καί βέβαια ὄχι δεῖγμα "πνευματικῆς κατάρρευσης" (" Ἐλευθεροτυπία " 10.9.00) ἤ ὑπάρξεως κρίσεως ταυτότητος. Ἐάν μᾶς ἐνοχλεῖ τό ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος κατά τίς νομικές της σχέσεις θεωρεῖται ὡς ν.π.δ.δ., μποροῦμε νά ἀποφασίσουμε νά τό ἀλλάξουμε, καί νά προσλάβουμε τή νομική ὑπόσταση τῶν Σωματείων. Αὐτό ἄλλωστε ἐπιδιώκει καί ὁ κ. Σταθόπουλος καί οἱ συνοδοιπόροι του, πού ἀπό Ἀδελφόν Ἱεράρχην ἐχαρακτηρίσθησαν "εὐεργέτες" μας. Διότι τάχα μέ τίς προθέσεις ἤ ἀποφάσεις των μᾶς ἀποπέμπτουν ἀπό τόν κρατικό κορμό καί μᾶς ἀναγκάζουν νά ἀναζητήσουμε τά ἐρείσματά μας ἀλλοῦ, στήν ἀποστολική ἁπλότητα, καί ὄχι στό κράτος καί στήν δανεισμένη σέ μᾶς ἐξουσία του. Ἀπό καμμία τέτοια ἐξουσία -ἐπαναλαμβάνω -δέν δελεαζόμεθα. Παραμένουμε πιστοί στό Ἀποστολοπαράδοτο καθεστώς τῆς Ἐκκλησίας μας, στό πολίτευμά της καί στά αἰώνια ὅρια " ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν". Ἀλλά δέν ἀντιλαμβάνομαι τί λόγον ἔχει ἡ διαμαρτυρία τοῦ Ἁγίου Ἀδελφοῦ, πού μᾶς ἐμέμφθη τρόπον τινά γιά τό ὅτι ἀνεχόμεθα νά ἀνήκουμε σέ Ἐκκλησία πού χαρακτηρίζεται, γιά τή διευκόλυνση τῶν νομικῶν της σχέσεων, ὡς ν.π.δ.δ. Ἀλλά πρέπει νά διευκρινίσω ὅτι οἱ μεγάλοι λόγοι ἔχουν ἀξίαν μόνον ὅταν συνάδουν μέ τίς πράξεις, καί δέν ρίπτονται ἁπλά ὡς πυροτεχνήματα ἐντυπωσιασμοῦ. Γιατί θά ἤθελα νά ἐρωτήσω, ποιόν ἀπό ἐμᾶς ἀνάγκασε ποτέ ἡ σχέση αὐτή νά ἀλλοτριωθῆ ὡς πρός τήν ἀποστολή του; Ἐμποδίστηκε κανένας ποτέ ἀπό τοῦ νά εἶναι ἕνας γνήσιος καί ἀληθινός ποιμένας τοῦ λαοῦ, ἤ ἕνας ἀφυπνιστικός ἱεροκήρυξ, ἤ ἕνας πρωτοποριακός κοινωνικός ἐργάτης ἀπό τή νομική αὐτή μορφή; Μήπως αὐτά εἶναι προσχήματα γιά νά καλυφθοῦν πνευματικές ἐλλείψεις καί ποιμαντικές ἀπουσίες, πού ὁ λαός δέν συγχωρεῖ; Κανείς δέν ἀγνοεῖ ὅτι ἡ πρόθεση τῶν Βαυαρῶν ἦταν νά μετατρέψουν τήν Ἐκκλησία σέ ἐξάρτημα τῆς κρατικῆς μηχανῆς γιά νά τήν ἐλέγχουν ἀπόλυτα. Ὅμως, ἔκτοτε ἔγιναν πολλά καί σημαντικά βήματα πρός τήν ἀποδέσμευση, πού σκοπίμως θέλουν νά τά ἀγνοοῦν ὅσοι ρίχνουν νερό στό μῦλο τῶν ἰδεολογικῶν ἀντιπάλων μας.

Ἐπανέρχομαι, λοιπόν, στή σκέψη μου γιά νά τονίσω ὅτι κάθε φορά πού ὑψώνουμε τήν κεφαλή μας καί τή φωνή μας καί διαμαρτυρόμαστε γιά πράξεις καί ἀποφάσεις τῆ Πολιτείας, πού θίγουν εἴτε τήν αὐτοδιοίκηση καί ἀνεξαρτησία μας, εἴτε τήν παραδοσιακότητα τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἀποδεικνύουμε ὅτι διαπνεόμαστε ἀπό τό πνεῦμα ὄχι τῆς ὑποταγῆς στήν κοσμική ἐξουσία, ἀλλά τῆς ὑπακοῆς στό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, καί ὅτι διαθέτουμε ἐπαινετή ἑλληνορθόδοξη αὐτοσυνειδησία, παρρησία καί δύναμη ψυχῆς. Ἰδίως, ὅταν αὐτή μας ἡ ἀντίσταση συνοδεύεται ἀπό μέγα καί ὑψηλό, ἠθικό .κυρίως κόστος.

Ἐδῶ, ἴσως, πρέπει νά διευκρινίσω καί τή σχέση τῆς Ἐκκλησίας μας μέ τόν Ἑλληνισμό, πού συνήθως ταυτίζονται στίς συνειδήσεις μας. Πρόκειται ἀσφαλῶς γιά συναισθηματική σύζευξη πού προέρχεται ἀπό βαθειά ἱστορικούς λόγους. Γιά ταύτιση, βέβαια, δέν μποροῦμε νά ὁμιλοῦμε. Γιά "κένωση" τῆς Ἐκκλησίας, ναί. Ὁ ἐθνικός προσανατολισμός τῶν ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ὑπῆρξε πάντοτε πέτρα σκανδάλου, ἀλλά καί δύναμή των. Ἀρκεῖ νά παραμένει σέ ἐπιτρεπτά ὅρια καί νά μή ἀκυρώνει τό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου. Καί τό σημεῖο τοῦτο τῆς λεγομένης Ἑλληνορθοδοξίας ὑπῆρξεν αἰτία σφοδροῦ καί καταιγιστικοῦ πυρός σέ βάρος μας καθ' ὅλην τήν διάρκεια τοῦ ἀγώνα μας.

Ἀλλά οἱ ἐξελίξεις καθημερινά μᾶς δικαιώνουν. Παρά τίς λυσσώδεις ἐπιθέσεις καί παρά τήν καθημερινή παραπληροφόρηση τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἡ ἀλήθεια εἶνα ὅτι τό ἀντιθρησκευτικό καί ἀντιεκκλησιαστικό μέτωπο ἔχουν περιέλθει σέ δύσκολη θέση. Ἡ βασική θέση των ὅτι δηλαδή ἡ Ἀπόφαση Δαφέρμου, ἡ ὁποία γνωρίζομεν πῶς ἐφιλοτεχνήθη, εἶχε ὑποχρεωτικό χαρακτῆρα γιά τήν κυβέρνηση, ἔχει πρό πολλοῦ ἀναιρεθῆ, καθώς καί ὅλα τά ἄλλα της ἐπειχειρήματα, ὅπως π.χ. ὅτι ἡ Ε.Ε. εἰσηγεῖται τή διαγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες, ἤ ὅτι ἡ συνταγματική ἀρχή ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως ἐπιβάλλει τή διαγραφή του.

Ἐμεῖς ἔχομε τή συνείδηση ὅτι ἀγωνιζόμαστε μέ ἰσχυρή ἠθική βάση. Ἀγωνιζόμαστε γιά νά μή μεταβληθῆ ἡ χώρα μας σέ ἄθρησκο καί ἄθεο κράτος, γιά νά μή στερηθῆ ὁ λαός την παρουσία τῆς Ἐκκλησίας ἐκεῖ πού πρέπει καί ἐκεῖ πού ὁ ἴδιος θέλει. Ἀλλοῦ ἡ Ἐκκλησία ἀγωνίζεται νά μεταδώσει τήν πίστη σέ λαούς πού δέν τήν γνωρίζουν. Καί ἐδῶ μέσα στή χριστιανική Ἑλλάδα, στήν κοιτίδα τῆς Ὀρθοδοξίας, θά δεχθοῦμε μοιρολατρικά καί ἀδιαμαρτύρητα τήν ἐπιχειρούμενη διά τεχνασμάτων ἀποχριστιανοποίηση; Δέν πρόκειται γιά φαντασίωσή μας ἤ γιά σκόπιμη ἀπό μέρους μας ὑπερβολή. Ἐμεῖς ὁμιλοῦμε γιά τήν ἀνάγκη διαφύλαξης τῆς ἐθνικῆς καί πνευματικῆς μας ἰδιοπροσωπίας, καί τό κάνουμε μέ τή βεβαιότητα τῆς τελικῆς νίκης, τῆς τελικῆς δόξας τῆς Ἐκκλησίας. Καί γι' αὐτό βρίσκουν ἀπήχηση στήν ψυχή τοῦ λαοῦ τά λόγια μας. Ὁ λαός αὐθορμήτως, ἐνστικτωδῶς ἀλλά καί μέ λογική ἀντιστέκεται και ἀντιδρᾶ. Δέν θέλει νά χάσει τήν ἑλληνορθόδοξη παράδοσή του, ὅπως δέν ἤθελε, παρά τό ὁποιοδήποτε δέλεαρ , νά τουρκέψει καί νά φραγκέψει στά παλαιότερα χρόνια. Ἄλλωστε, βλέπει τή ἀπειλή τῆς παγκοσμιοποίησης καί συνειδητοποιεῖ τόν κίνδυνο τῆς ἀλλοτρίωσης. Ἡ Ἐκκλησία του ὑποστασιάζει σήμερα τήν ἐλπίδα του καί τοῦ δημιουργεῖ τήν ἀσπίδα. Γι' αὐτό καί σ' αὐτήν στηρίζεται μέ ἐμπιστοσύνη. Τοῦτο ἀποτελεῖ κάρφος στά μάτια των ἀθέων καί τῶν ἐκσυγχρονιστῶν παντός χρώματος, πού πίστεψαν ὅτι μποροῦσαν ἀνέξοδα καί σχετικά εὔκολα νά περάσουν πάνω ἀπό τήν παράδοση καί νά ἰσοπεδώσουν τά πάντα, ὥστε καί ἡ Ἑλλάδα νά γίνει κράτος χωρίς Θεό καί οἱ Ἕλληνες λαός χωρίς πίστη. Διεψεύσθησαν ὅμως, γιατί ἡ Ἱεραρχία συντονισμένη στήν ἀτμόσφαιρα τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας, ἀντιστάθηκε καί ἀντιστέκεται ὄχι ἀπό πεῖσμα ἤ ἀπό πολιτικές τάχα βλέψεις, ὅπως θέλησαν νά μᾶς συκοφαντήσουν, ἀλλά ἀπό ἀμετακίνητη πίστη στά πνευματικά καί ἐθνικά μας πεπρωμένα. Καί γι' αὐτό ὁ ἀγώνας της δέν κρίνεται βραχυπρόθεσμα, ἀλλά σέ βάθος χρόνου. Καί ἡ ἱστορική νομοτέλεια παγιωμένη στό διάβα 2000 ἐτῶν εἶναι ἀμείλικτη. Τελικά ἡ Ἐκκλησία νικᾶ καί θριαμβεύει.

3.- Ἀντιμετωπίσαμε μιά καταιγιστική ἀντιεκκλησιαστική ἐπίθεση λάσπης γιά τή στάση πού ἐκρατήσαμε.

Εἶναι ἀπίστευτη ἡ ὁρμή μέ τήν ὁποία ἐξεστράτευσαν ἐναντίον τῆς Μητέρας τοῦ ἔθνους. Ἐπεστρατεύθησαν γνωστές καί ἄγνωστες δυνάμεις γιά νά μᾶς λοιδορήσουν, νά μᾶς εἰρωνευθοῦν, νά μᾶς συκοφαντήσουν, νά διαστρέψουν τόυς λόγους μας, νά μᾶς ἐμφανίσουν στό λαό μέ ἀλλοιωμένα χαρακτηριστικά, νά τόν παρασύρουν σέ ἀρνητικές πρός ἐμᾶς θέσεις. Εἴδαμε ἀνθρώπους πάσης προελεύσεως, τῆς ἄθεης κουλτούρας, μικρή μερίδα τῆς ἀκαδημαϊκῆς κοινότητας, πολιτικούς καί πολοτικάντηδες, ἀκόμη καί γελοιογράφους νά στρέφουν τά πυρά τους ὁμαδόν καί συστηματικά ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας λασπολογώντας καί πυροβολώντας μέ πρωτοφανῆ ἐμπάθεια καί μίσος τέτοιο πού ἐπροκάλεσε τελικά τό ἀντίθετο ἀποτέλεσμα. Ἐμεῖς γνωρίζουμε καλά ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔχει τήνπροστασία τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀγάπη τοῦ πολύ μεγάλου τμήματος τοῦ λαοῦ μας. Τό διαπιστώνουμε καθημερινά στή θ. λατρεία καί στίς ἄλλες ἐκδηλώσεις, ὅπου ὁ κόσμος ἐξωτερικεύει μέ πάθος καί ἀγωνία τά ἀγαθά συναισθήματά του. Καί αὐτό δείχνει τήν πνευματική δύναμη καί τήν ἀξία τῆς Ἐκκλησίας μας καί τήν ἐμπιστοσύνη πού ἔχει σ' αὐτήν ὁ λαός μας, καθώς καί τόν φόβο καί τόν πανικό τῶν ἰδεολογικῶν ἀντιπάλων μας. Τό παροξυσμικό μένος τῆς διανόησης, ἡ ἀντίθεσή μας πρός τό σημερινό κατεστημένο, πού ἐπιδιώκει τή μελαγχολική ἀφομοίωσή μας μέ ὅλους τούς ἄλλους εὐρωπαϊκούς λαούς, ἡ γενναία μας προσπάθεια νά ἀναστείλουμε τόν βαθμιαῖο " ἀφελληνισμό " τῆς χώρας μας, πού συντελεῖται ἐρήμην μας, ἡ φιλότιμη προσπάθειά μας νά προειδοποιήσουμε γιά τίς ἐπιπτώσεις τῆς ἄνευ ὅρων παράδοσής μας στίς ἀπαιτήσεις τῶν ἰσχυρῶν τῆς Δύσης , ἡ μέριμνά μας γιά τήν ἀποτροπή τοῦ ἀφανισμοῦ τῶν ψυχῶν καί τῶν συνειδήσεων, ὅλα αὐτά μᾶς ἔκαναν συμπαθέστερους στό λαό, πού βλέπει, κρίνει καί ἀποφασίζει. Μερικά ΜΜΕ, εὐτυχῶς ὀλίγα, μή γνωρίζοντα τό μέτρο, ἐφήρμοσαν καί ἐδῶ τή μέθοδο τῶν σοφιστῶν, παρουσιάζοντα τόν κρείττονα λόγον ἥσσονα καί ἀντιστρόφως. Κατά τή μέθοδο τοῦ Προκρούστη, ὅλα τά προσήρμοζαν πρός τίς ἐκ τῶν προτέρων εἰλημμένες ἀποφάσεις τῶν διευθύνσεών των. Ἀκούσαμε π.χ. ὅτι τό θρήσκευμα ἀνεγράφη στίς ἑλληνικές ταυτότητες δῆθεν στά χρόνια τῆς Κατοχῆς γιά νά ἐπισημαίνονται οἱ Ἑβραῖοι. Ἀλλ' ἤρκεσεν ἡ παρέμβαση τοῦ κ. Στ. Παπαθεμελῆ, ὁ ὁποῖος προσεκόμισε ταυτότητες τῶν ἐτῶν 1922 καί 1923, στίς ὁποῖες ἀνεγράφετο τό θρήσκευμα (Βλ. "Τό Βῆμα" 15.7.00). Ἤ ὅτι δῆθεν τό ἀντιστασιακό ΕΑΜ ἐπί Κατοχῆς ἐξέδιδε μέν ταυτότητες στίς ὁποῖες ὅμως κατεχώριζε καί τό θρήσκευμα. Τί νά ὑποθέσει κανείς, ὅτι τό ΕΑΜ συμμορφωνόταν μέ τήν ἀξίωση τῶν.....Γερμανῶν; (Βλ. "Τό Βῆμα" 6.8.00). Ἀλλά αὐτή ἡ σέ βάρος τῆς Ἐκκλησίας ἀρθρογραφία δέν συνέβη μόνον τώρα μέ ἀφορμή τίς ταυτότητες. Ἐπί χρόνια κάθε Κυριακή σχεδόν οἱ ἐσωτερικές σελίδες κάποιων γνωστῶν ἀθηναϊκῶν ἐφημερίδων βρίθουν ἀπό ἄρθρα πού ὑπογράφουν ἐπιστήμονες μέ βαρύγδουπους τίτλους καί μέ τά ὁποῖα ἐπιχειρεῖται συστηματικά σέ βάρος τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, μέ τή μέθοδο τῆς μυθοπλασίας, ὁ βιασμός τῆς Ἱστορίας καί ἡ "ἐξέγερση"κατά τῆς μεταφυσικῆς. Σύμφωνα μέ τούς διανοουμένους αὐτούς Χριστιανισμός καί Ἑλληνισμός εἶναι ἔννοιες ἀσύμβατες, ἡ Ἐκκλησία στάθηκε ἐμπόδιο στήν ἐπιστημονική πρόοδο, ἔστω κι ἄν οἱ πλεῖστοι τῶν Ἑλλήνων Διαφωτιστῶν ἦσαν κληρικοί -τό φανατισμένο πάθος τῶν πρώτων χριστιανῶν κατέστρεψε τούς ἀρχαίους ναούς καί τά χειρόγραφα τῆς ἀρχαίας κλασικῆς φιλολογίας -ἔστω κι ἄν στά μοναστήρια μας διεσώθησαν τά περισσότερα ἀπό αὐτά καί ἐκεῖ ἐκαλλιεργήθη ἡ καλλιγραφία καί ἡ ἀντιγραφή. Μιά, ἔστω καί φευγαλέα, σπουδή στήν Ἱστορία σέ ὁποιοδήποτε εὐρωπαϊκό Πανεπιστήμιο θά ἀπεκάλυπτε τή φρικτή παραποίηση, τή σκόπιμη διαστρέβλωση τῆς ἱστορικῆς ἀλήθειας καί τίς προπαγανδιστικές μυθοπλασίες, πού φθάνουν μέχρι τοῦ σημείου νά ὑποστηρίζουν ὅτι "τό ἀρχαῖο ἑλληνικό πνεῦμα ἐπέζησε στή Δυτική Εὐρώπη καί ἀλλοῦ -πάντως ὄχι στό Βυζάντιο·" Τί νά περιμένει κανείς ἀπό τέτοιους ὑπηρέτες τοῦ ψεύδους καί τοῦ συμφέροντος; Τά ἴδια κάνουν καί τώρα πού τούς δόθηκε μιά νέα ἀφορμή.

Δέν ἀποκρύπτουμε ὅτι κατά τό ἀνθρώπινο ἐθλίβημεν γιά τήν κατάσταση αὐτή, πού γιά πρώτη φορά ἔκανε τόσο προκλητική τήν ἐμφάνισή της στό προσκήνιο. Πολλές φορές διερωτήθημεν πού ἦσαν κρυμμένοι τόσα χρόνια τόσοι ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας καί ἀπό ποῦ ἀνεσύρθησαν ὅλοι αὐτοί πού ὁ καθένας εἶχε τό λόγο του νά μᾶς ἐπιτεθῆ. Ἄλλος γιά λόγους συμφέροντος, ἄλλος γιά λόγους ἰδεολογικῆς ἀντίθεσης, ἄλλος γιά λόγους προσωπικούς. Ὅλοι τους ἀπέβλεπαν στή θωπεία καί ἱκανοποίηση τῆς κρατικῆς ἐξουσίας καί στήν

ἐπιβίωση τοῦ συστήματος πού θεώρησαν ὅτι κινδυνεύει. Ἐγράφησαν στόν τύπο καί ἀκούσθηκαν στήν τηλεόραση ἀπίθανες καί ἐπικίνδυνες, ἀνιστόρητες καί ὄχι μόνο ἀθεϊστικές, ἀλλά καί ἀντεθνικές ἀπόψεις. Διερωτᾶται μέ τετράγωνη λογική ὁ Χρ. Γιανναρᾶς " Ἄν ἀπομένει κάποιο ἐλάχιστο λεῖμμα ἐκκλησιαστικῆς συνείδησης στή σημερινή Ἑλλάδα, σίγουρα θά προβληματίζεται -πρίν ἀπό κάθε τί ἄλλο -γιά τούς λόγους πού ὁδήγησαν τήν ἡγέτιδα κοινωνική τάξη σέ φανατισμένη ἀντιπαλότητα πρός τήν Ἐκκλησία. Σίγουρα, οἱ ἀτομικοί ψυχολογικοί λόγοι ἔχουν προτεραιότητα, οἱ ποιμένες τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.... δέν δείχνουν νά ὑποψιάζονται τό ἀνομολόγητο (συχνά καί ἀνεπίγνωστο) προσωπικό δράμα τῶν ἀνθρώπων πού αἰωροῦνται στό κενό κάθε νοήματος τῆς ὕπαρξης καί τῆς ζωῆς. Τίς τρομακτικές ἀνασφάλειες, τίς ἐπιθετικές φοβίες πού γεννάει ἡ ἀνορθόλογη φυγή στό μηδενισμό, στόν πανικό πού κρύβεται μέσα σέ κάθε μαινόμενο ἰδεολόγο" (Στήν "Καθημερινή"2.7.00). Ἀλλά δέν εἶναι μόνο αὐτό. Ἐδῶ τό ἴδο τό κράτος ἀπροκάλυπτα ἦλθε σέ σύγκρουση μέ τή συντριπτική πλειοψηφία τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, θέλοντας νά ἐπιβάλει τή γνώμη του κατά τρόπο αὐταρχικό ἐνάντια στή θέλησή του. Καί δέν τό ἔκανε μόνο ἀπό ἀστάθεια ἤ ἀβεβαιότητα τῶν κυβερνητικῶν στελεχῶν, τό ἔκανε σέ μιά προσπάθεια νά τονίσει τήν παντοδυναμία καί τή δύναμή του νά ἐπιβάλει τίς ἐπιλογές του, ἔστω κι ἄν αὐτές ἔρχονται σέ εὐθεῖα ἀντίθεση μέ τό φρόνημα τοῦ λαοῦ, μέ τή δικαιολογία ὅτι οἱ ἐπιλογές αὐτές ἀποβλέπουν στό συμφέρον τοῦ λαοῦ. Ὁ Χρ. Γιανναρᾶς θά φθάσει νά χαρακτηρίσει αὐτή τήν τακτική δικτατορική, ἐπειδή ὡς γράφει "ὅλοι ξέρουμε πώς δέν ὑπῆρξε στήν Ἱστορία δικτατορία καί ὁλοκληρωτικό καθεστώς πού νά μήν ἰσχυρίσθηκε ὅτι ξέρει καλύτερα ἀπό τούς πολίτες ποῖο εἶναι τό συμφέρον τους" ("Καθημερινή" 17.9.00). Ἐμεῖς πάντως πρέπει νά εἴμαστε εὐγνώμονες στόν Κύριό μας γιατί μᾶς ἐπεφύλαξε τό προνόμιο νά πάσχουμε γιά τό ὄνομά Του, ἀλλά καί νά σπουδάζουμε συνεχῶς τούς ἀνθρώπους. Προσευχόμεθα γιά ὅλους ὅσοι ἐπετέθησαν τόσο ἄδικα στήν Ἐκκλησία καί μέ τόση βαναυσότητα νά τούς συγχωρήσει ὁ Θεός τήν ἁμαρτία πού ἔκαναν κατά τῆς ἀληθείας καί νά τούς ἐνσταλάξει στήν καρδιά δάκρυα μετανοίας. Ὅμως, διερωτώμεθα ποῦ πάει ἀλήθεια αὐτός ὁ τόπος, πού ἡ διαφορετική ἄποψη διώκεται τόσο ἀμείλικτα καί μέ τόση βιαιότητα καί πού τόσο ἀνέντιμα καταπιέζεται ἡ δικαιωματική δημοκρατική ἀντίδραση σέ μιά ἐνέργεια αὐταρχική μιᾶς μερίδας τῶν κρατούντων;

4- Διεπιστώσαμε μέ λύπη μας τήν ἀπαξιωτική καί χαμηλή ἰδέα πού ἔχουν γιά τήν Ἐκκλησία καί γιά τόν ἱ. κλῆρο μερικοί ἄνθρωποι τῆς πολιτικῆς καί τῆς διανόησης.

Ἡ διαμάχη αὐτή ἀπέδειξε πώς ὅλοι ὅσοι μᾶς ἐπιτίθενται φρονοῦν ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπό μιά ἐπιβίωση τοῦ πιό σκοτεινοῦ παρελθόντος μέ φολκλορικά στοιχεῖα καί μόνο. Ἀναβίωση τοῦ μεσαίωνα, πού σύρει πρός τά πίσω τή χώρα. Μᾶς ἀπέδωσαν ἀντιευρωπαϊκές ἀντιλήψεις, μᾶς εἶπαν σκοταδιστές. Ἄν μποροῦσαν θά μᾶς στεροῦσαν καί αὐτά τά πολιτικά μας δικαιώματα. Παραλλήλως, φρονοῦν ὅτι οἱ ὑπηρέτες τῆς Ἐκκλησίας κληρικοί, ἀνήκουν στήν πιό χαμηλή, μορφωτική, κοινωνική καί πολιτισμική στάθμη τῆς κοινωνίας. Ὅτι διαπνέονται ἀπό σκοταδιστικές ἀντιλήψεις, σέ ὅλα τά θέματα, καί ὅτι ἐκφράζουν τόν φονταμενταλισμό καί τό θρησκευτικό καί ἐθνικιστικό φανατισμό. Πολλοί δέν ἀνέχονται οὔτε τήν ἐμφάνισή μας, τό ἁγιασμένο καί καθημαγμένο ἀπό τούς ἀγῶνες τοῦ ἔθνους μας καί ἡρωϊκό ράσο τούς ἀπωθεῖ. Θά προτιμοῦσαν νά περιφερόμαστε χωρίς τήν παραδοσιακή μας ἀμφίεση, γιά νά μή διαφέρουμε ἀπό τούς κληρικούς τῆς δύσεως, τούς ὁποίους θαυμάζουν. Αὐτούς πρέπει νά ἔχουμε ὡς παράδειγμα πρός μίμησιν. Δέν ταιριάζουμε -λένε- μέ τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς, δέν ἐκφράζουμε τήν πρόοδο, ἀλλά τή στεῖρα συντήρηση. Ὅλα τά κακά πού συνέβησαν καί συμβαίνουν σ' αὐτό τόν τόπο σ' ἐμᾶς ὀφείλονται. Τίποτε καλό ἐμεῖς δέν προσφέραμε στήνἙλλάδα. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί αἰσθάνονται ψυχολογικά πολύ ἄσχημα, ὅταν πηγαίνουν στήν Εὐρώπη καί συγκρίνουν τόν ἐκκοσμικευμένο κλῆρο της μέ τούς δικούς μας παραδοσιακούς παπάδες. Ἐλάχιστοι ἀπό τούς πολιτικούς μας ἔχουν τό θάρρος νά ποῦν ὅτι μᾶς ἀποδέχονται, γιατί αὐτή εἶναι ἡ παράδοση τοῦ τόπου μας. Οἱ περισσότεροι ντρέπονται νά ποῦν ὅτι εἶναι ὀρθόδοξοι ἀκόμη δέ καί Ἕλληνες. Μᾶς βλέπουν ὡς ὄντα ἄλλου πλανήτη καί μᾶς ἀποστρέφονται. Τίς ἀπόψεις αὐτές, βέβαια, ὑποκαίουν καί ἀνάλογα δημοσιεύματα τοῦ ξένου τύπου, πού ἐμφανίζουν τήν Ἑλλαδα ὡς χώρα θεοκρατική, ὅπου κυριαρχεῖ "ἡ δικτατορία τῶν παπάδων" (Βλ. γαλλική ἐφημερίδα "Marianne" 11-17 Σεπτ. 2000). Τίς ἴδιες ἀντιλήψεις τίς ἐξεδήλωσαν πάλι τώρα μέ δημοσιεύματα ὀργίλα, ἐπιτιμητικά, ἄδικα, ὑβριστικά. Μᾶς ἔχουν συνηθίσει μᾶλλον ὡς "ἀνθρωπάκια" καί ὄχι ὡς πνευματικούς ἄνδρες. Δέν ὑπολογίζουν τόν παπᾶ, τόν ἱεροκήρυκα, τόν Μητροπολίτη, παρεκτός κάποιων ἐξαιρέσεων. Μᾶς περνοῦν γιά διακοσμητικά στοιχεῖα καί ὅταν εἶναι ὑποχρεωμένοι νά μᾶς ἀνέχονται, τό κάνουν μόνο καί μόνο ἀπό ἀνάγκη καί "γιά τά μάτια τοῦ κόσμου". Αὐτό ἀπεδείχθη περίτρανα ἀπό τή χολή πού ἐξήμεσαν κατά τῆς Ἐκκλησίας κάποιοι ἄνθρωποι τοῦ δημόσιου βίου. Δέν ἀνέχονται νά μᾶς ἀγαπᾶ καί νά μᾶς ἀκολουθεῖ ὁ λαός, νά τόν διαποιμαίνουμε καί νά τόν καθοδηγοῦμε. Ἐπαναλαμβάνω ὅτι οἱ ἐξαιρέσεις συμμετοχῆς σ' αὐτόν τόν πανάθλιο πόλεμο εἶναι πολλές. Δέν εἶναι βέβαια ὅλοι ἔτσι. Ὅμως αὐτοί πού εἶναι ἔτσι δέν θά διστάσουν νά μᾶς ἀπωθήσουν στό περιθώριο, μόλις κατορθώσουν νά μᾶς ἐκθέσουν στά μάτια τοῦ λαοῦ ὡς ἀναξιόπιστους καί χρησιμοθῆρες. Εἶναι νά ἀπορεῖ κανείς γιά τό μῖσος αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων, πού θέλοντας νά μᾶς πλήξουν ξανάγραψαν γιά τόν δῆθεν προδοτικό ρόλο τῆς Ἐκκλησίας στήν ἐπανάσταση τοῦ 1821 ἤ γιά τίς σχέσεις τῶν Ἱεραρχῶν μέ τή χούντα, καί γιά τίς τάχα πολιτικές μας βλέψεις. Πέταξαν στό περιθώριο τό πνευματικό δημιουργικό μας ἔργο, τήν κοινωνική καί φιλανθρωπική μας δράση, τήν πνευματική προσφορά μας στό λαό, στήν κοινωνία καί τό ἔθνος. Αὐτά ὅλα δέν εἶναι ἱκανά νά μεταβάλουν τήν χαμηλή ἰδέα των γιά τόν κλῆρο καί γιά τό ρόλο τῆς Ἐκκλησίας. Δέν τῆς ἀναγνωρίζουν κανένα ρόλο. Ὁμιλοῦν γιά διακριτούς ρόλους Ἐκκλησίας καί Πολιτείας καί ἐννοοῦν ἡ Ἐκκλησία νά μή ἀσχολεῖται μέ θέματα κοινωνικά, ἀνθρώπινα, ἐθνικά, ἐπίκαιρα. Ἐπιδίωξή των εἶναι ἡ Ἐκκλησία νά φυτοζωεῖ στο περιθώριο, μιά καί δέν μποροῦν νά τήν στραγγαλίσουν, νά μήν ἐπηρεάζει τό λαό, νά μήν ἔχει λόγο, νά μήν ἀπευθύνεται στούς νέους, νά ἐμφανίζεται μόνο στίς τελετές πού αὐτοί θέλουν, ἤ ἐκεῖ πού τούς ἐξυπηρετεῖ, νά ἀσχολεῖται εἰ δυνατόν μόνο μέ τούς νεκρούς. Ἀλλά ποιός ποτέ ὑπεύθυνος ἐκκλησιαστικός ταγός θά θελήσει νά συμπράξει στήν περιφρόνηση τῆς Ἐκκλησίας καί στήν ὁλοκλήρωση τῆς σέ βάρος τοῦ λαοῦ μας ἐγκληματικῆς ἀδικίας; Ποιός "καταχθόνιος" θά προδώσει τήν κληρονομία, πού οἱ προκάτοχοί μας μᾶς κατέλειπαν;

Ἐμεῖς, ὡστόσο,δέν ἐπηρεαζόμαστε ἀπό αὐτά, γιατί γνωρίζουμε ὅτι στόν κόσμο αὐτό καλούμεθα νά φέρουμε "τόν ὀνειδισμόν τοῦ Χριστοῦ" ἔχοντες ἐνσυνείδητα ἐπιλέξει "συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ ἤ πρόσκαιρον ἔχειν ἁμαρτίας ἀπόλαυσιν". Ξέρουμε πώς δίδουμε κάθε λεπτό τῆς ὥρας τή μαρτυρία τῆς πίστεώς μας, γι' αὐτό καί δέν δικαιούμεθα νά διαμαρτυρόμαστε ὅταν οἱ ἄλλοι μᾶς περιφρονοῦν ἤ μᾶς λοιδοροῦν. Τότε ἀκριβῶς πρέπει νά αἰσθανόμαστε ἱκανοποίηση καρδιᾶς καί νά δοξάζουμε τό Θεό πού μᾶς ἀξιώνει αὐτῆς τῆς τιμῆς. Οἱ πειρασμοί τοῦ Χριστοῦ ἀπέβλεπαν στήν πρόκληση τῆς ἐγκόσμιας δόξας. Ὅμως Ἐκεῖνος τούς ἀντιπαρῆλθε μέ περιφρόνηση, δίδοντάς μας ὑπόδειγμα πῶς ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νά παρατρέχουμε τίς ἐγκόσμιες δόξες καί νά ἐπιζητοῦμε τήν ταπείνωση καί τόν εὐτελισμό. Ὅταν θά φθάσουμε σέ τέτοιο μέτρο ἁγιότητος, τότε καί αὐτοί οἱ κατήγορί μας θά μετανοήσουν καί θά ἐκζητήσουν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Θά διαπιστώσουν πόσο μᾶς ἀδίκησαν, γιατί τελικά ὁ αὐτοεξευτελισμός τῶν διά Χριστόν σαλῶν εἶναι τό πιό συγκλονιστικό ἐγερτήριο σάλπισμα γιά τούς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου, πού κρίνουν μέ ἐγκοσμιοκρατικά κριτήρια καί βλέπουν τήν Ἱστορία μέ παραμορφωτικά κάτοπτρα.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στήν Ἑλλάδα, παρά τό γεγονός ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκην συνηγορίας, ἔχει δώσει δείγματα τῆς πνευματικῆς, τῆς φιλολαϊκῆς, τῆς φιλοκαλικῆς, τῆς φιλελεύθερης, τῆς φωτιστικῆς καί φιλάνθρωπης δραστηριότητός της. Οἱ ἱ. ναοί, τά μοναστήρια, τά ἱδρύματα, οἱ ποικίλες ἐκδηλώσεις συμμετοχῆς στά προβλήματα τοῦ λαοῦ εἶναι ἀψευδεῖς μάρτυρες τοῦ ἀληθινοῦ πνεύματος τῆς Ἐκκλησίας, πού ἀγκαλιάζει τόν ἄνθρωπο ὡς ψυχοσωματική ὀντότητα. Εἶναι ἡ πιό ἀνεκτική ἀπό ὅλες τίς ἄλλες χριστιανικές ἐκκλησίες, δέν ἔχει ποτέ κατηγορηθῆ γιά σοβαρά σφάλματα στήν ἐφαρμογή τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας, δέν ἀνέλαβε κοσμική ἐξουσία, δέν ἐπέτρεψε στόν ἑαυτό της τήν ἐκκοσμίκευση καί διατηρεῖ ἐπί 2000 χρόνια τόν ἴδιο μυστηριακό καί πνευματικό χαρακτῆρα. Δέν προσεχώρησε στό ρατσισμό, δέν ὑπέθαλψε τόν ἄκριτο ἐθνικισμό, βοήθησε καί βοηθεῖ τό λαό στήν πενυματική του συγκρότηση. Στήν καθ' ἡμᾶς Ἀνατολή οὔτε μεσαίων ὑπῆρξεν, οὔτε Ἱερά Ἐξέτασις , οὔτε πυρές γιά τούς ἀντιφρονοῦντες ἤ και τούς αἱρετικούς, οὔτε βασανιστήρια, οὔτε διωγμοί. Ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐπρομάχησε πάντοτε γιά τά δικαιώματα τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι μιά Ἐκκλησία ἀνοικτή στόν ὁρίζοντα τοῦ μέλλοντος, ἀλλά μέ δεδομένες σταθερές πού ὁριοθετοῦν τήν πορεία της χωρίς ταλαντεύσεις καί χωρίς παλινωδίες. Εἶναι μιά φιλελεύθερη Ἐκκλησία, πού δέν ἔχει σχέση μέ ἀγκυλώσεις καί πού δέν φοβεῖται τόν κόσμο. Ἀντιθέτως, θυσιάζεται ὑπέρ τοῦ κόσμου καί στηρίζει τά καλά ἔργα καί τίς ἀγαθές προθέσεις καί αὐτῶν τῶν ἐπικριτῶν της. Συκοφαντεῖται συχνά ὡς δῆθεν παράγων ὀπισθοδρόμησης, ὅμως ἔχει στό ἐνεργητικό της τή διαμόρφωση τοῦ ἑλληνοχριστιανικοῦ πολιτισμοῦ καί τίς κατακτήσεις του σέ ὅλα τά ἐπίπεδα τοῦ ἐπιστητοῦ. Κυρίως ὅμως ἔχει συμβάλει καί συμβάλλει συνεχῶς στήν ἐσωτερική καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου, στόν ἐκσυγχρονισμό τῶν πνευματικῶν καί ψυχικῶν του δυνάμεων, στήν ἠθικοποίηση τῆς κοινωνίας. Χωρίς τή ζείδωρη αὔρα τῆς χριστιανικῆς πνοῆς ὁ κόσμος θά ἦταν ἀκόμη σέ κατάσταση πρωτογονισμοῦ, καί οἱ ἐκδηλώσεις τῆς ἀγάπης, τῆς εἰρήνη ς καί τῆς δικαιοσύνης θά ἦσαν ἐν πολλοῖς ἄγνωστες. Πρίν ὅμως ἀπό ὅλα αὐτά ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τό μεγαλύτερο δῶρο τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο, ἡ κιβωτός τῆς σωτηρίας μας, ὁ πνευματικός μας πλοῦτος. Αὐτά ὅλα κάνουν πώς τά ξεχνοῦν οἱ δικοί μας "φωστῆρες" τοῦ Διαφωτισμοῦ, ἀλλά τά γνωρίζει ὁ Θεός καί εὐτυχῶς τά ἀναγνώριζει ὁ πολύς κόσμος. Αὐτός πού γεμίζει κάθε τόσο τίς ἐκκλησίες μας καί στηρίζει τίς ἐπιλογές μας. Καί αὐτό εἶναι πού ἐνοχλεῖ.

Βέβαια ὅλα αὐτά δέν σημαίνουν πώς κι ἐμεῖς ὅλοι εἴμαστε ἀναγεννημένοι καί ἅγιοι. Πολλοί ἀπό ἐμᾶς δίδουμε κακές ἐξετάσεις καί σκανδαλίζουμε τούς ἀνθρώπους. Δέν βλέπουν στή ζωή μας τή βίωση τοῦ Εὐαγγελίου, δέν παίρνουν διδακτικά παραδείγματα. Εἶναι ἀνάγκη νά καλύψουμε ἀμέσως τήν ἀπόσταση πού μᾶς χωρίζει ἀπό τό ὕψος τῆς καινῆς ἐν Χριστῷ κτίσεως. Καί νά στηρίξουμε τό λαό μας. Ὁ κόσμος ἔχει σήμερα ἀνάγκη ἀπό ὅραμα, ἀπό ἔμπνευση, ἀπό ἁγιότητα βίου, καθώς βλέπει παντοῦ τή διαφθορά καί τήν ἔκπτωση. Ποιός ἄλλος ἐκτός ἀπό ἐμᾶς ὅλους, τόν ἱ. κλῆρο καί τόν εὐλογημένο λαό μπορεῖ νά ἀνταποκριθῆ σ' αὐτή τήν ἀνάγκη;

5- Διεπιστώθη ἡ ἀνεπιτυχής ἀπόπειρα διάσπασης τῆς ἑνότητας τῆς Ἱεραρχίας.

Ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού ἡ ΙΣΙ ἔλαβε τίς ἀποφάσεις της μέ σχεδόν παμψηφία ἄρχισε μιά συστηματική προσπάθεια νά διασπασθῆ ἡ ἑνότητά μας. Ἡ φυσιολογική καί θεμιτή σέ ἕνα πολυμελές διασκεπτόμενο καί ἀνώτατο ὄργανο διοίκησης, ὅπως εἶναι ἡ ΙΣΙ, διαφωνία τῶν 3 Ἀδελφῶν προεβλήθη ἀπό τά ΜΜΕ ὡς προάγγελος καί ἄλλων ἀποσκιρτήσεων ἀπό τό ἀρραγές μέτωπο τῆς Ἱεραρχίας. Ἐπί ἡμέρες οἱ Κασσάνδρες τοῦ τύπου περιέγραφαν τήν κατάσταση στό σημεῖο αὐτό ὡς ρευστή καί προεφήτευαν ὅτι θά ὑπάρξουν καί ἄλλες διαφοροποιήσεις. Παράλληλα, ὁ κομματικός μηχανισμός ἐπεστρατεύθη πρός τήν κατεύθυνση αὐτή καί κατεβλήθη προσπάθεια νά φανῆ ὅτι ἡ Ἱεραρχία δέν ὁμοψυχεῖ. Διά μία δέ ἤ δύο περιπτώσεις Ἱεραρχῶν ἀφέθη σκοπίμως νά πιστεύεται ὅτι ἔχουν ἤδη διαφοροποιηθῆ καί ὅτι τήν διαφωνίαν των θά καταστήσουν ὁσονούπω σαφῆ. Δέν ἀρνούμεθα τή διαφορότητα καί δέν ψέγουμε τή διαφωνία. Ἡ Συνοδικότητα ἐξασφαλίζει τήν ἐλεύθερη διατύπωση τῆς γνώμης μέσα στήν αἴθουσα αὐτή. Προσφάτως διετυπώθησαν διά τοῦ τύπου καί ἀπειλές, ὅπως ἡ ἐπιβολή ὁρίου ἡλικίας, ἡ συζήτηση γιά τήν ἐκκλησιαστική περιουσία κ.λπ. Δηλῶ καί πάλιν διά πολλοστή φορά ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι μεθοδεύσεις ὕποπτες καί δέν ἀπηχοῦν οὔτε τῆς Συνόδου, οὔτε πολύ περισσότερον τίς ἰδικές μου ἀπόψεις. Μέ ὅλα αὐτά ἐπιδιώκεται νά πιεσθῆ ἡ ὑπεύθυνη καί σώφρων Ἱεραρχία νά ὑποστείλει τήν σημαία τοῦ ἀγώνα καί νά ὁδηγηθῆ ἠ Ἐκλησία στόν πλήρη ἐξευτελισμό, χάνοντας τήν ἀξιοπιστίαν της καί τή στήριξη τοῦ πιστοῦ λαοῦ, πού σέ μιά τέτοια περιπτώση εἶναι βέβαιο ὅτι θά μᾶς καταδικάσει. Τό μέτωπό μας, πρός λύπην ὡρισμένων, θά παραμείνει ἀρραγές. Οἱ ἐλάχιστοι διαφωνοῦντες Ἱεράρχες, ἐάν ἐμμένουν ἀκόμη στή διαφωνία των, θά πεισθοῦν ὅτι τό σύστημα διακυβέρνησης τῆς Ἐκκλησίας εἶναι συνοδικό καί οἱ ἀποφάσεις ἰσχύουν ἐφ' ὅσον ἑδράζονται στήν πλειοψηφία καί ἐφαρμόζονται ἀπό ὅλους. Δηλώσεις τοῦ τύπου "δέν συμφωνῶ καί γι' αὐτό δέν μετέχω στήν ὑλοποίηση τῶν ἀποφάσεων" εἶναι ἔξω ἀπό τό συνοδικό πνεῦμα, ἀπειλοῦν ἀπαράδεκτα τήν ἑνότητα καί λειτουργοῦν διασπαστικά, κάτι ἐπικίνδυνο καί ἐξόχως σοβαρό γιά τήν εἰκόνα πού δίδει πρός τά ἔξω, κυρίως σήμερα, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος.

Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή ἐπιθυμῶ νά ἐπαναλάβω ὅτι τό Συνοδικό σύστημα δέν στραγγαλίζει τήν ἄποψη κανενός. Ὁ οἱοσδήποτε Ἱεράρχης δικαιοῦται νά ἐκφράζεται ἐλεύθερα, οἱ ἀπόψεις του ἀκούονται, καταγράφονται καί κρίνονται. Ἐδῶ μέσα μποροῦμε καί πρέπει νά καταξιωθοῦμε μέ ἕνα ἐποικοδομητικό διάλογο ἀγάπης καί ἀληθείας. Τό ἱερό μας Σῶμα λαμβάνει τελικά τίς ἀποφάσεις καί ὅλοι μας εἴτε συμφωνοῦμε, εἴτε διαφνωνοῦμε, ὀφείλουμε νά τίς

ἐκτελοῦμε. Τό προκείμενο ζήτημα τῶν ταυτοτήτων δέν εἶναι προσωπικοῦ χαρακτῆρα. Προϋποθέτει τή συμφωνία μας γιά τό ποῦ πᾶμε ὡς ἄνθρωποι, ὡς λαός, ὡς ἔθνος καί ὡς χώρα. Ἔχουμε μπροστά μας μιά συγκεκριμένη προσπάθεια ἀλλοτρίωσής μας. Καί θά πρέπει νά συμφωνήσουμε, ἄν θά ἀντισταθοῦμε ἤ ὄχι. Στό κάτω - κάτω αὐτή δέν εἶναι καί ἡ ἀποστολή μας; Καί ἡ ὀφειλή μας ἀπέναντι στόν συχνά καταπροδωμένο λαό μας; Αὐτό ἄλλωστε ἐπράξαμε μέ τήν ἀπόφασή μας τῆς 6.6.00. Καί συνεπεῖς πρός αὐτήν πορευθήκαμε μέχρι τούτη τήν ὥρα.

6-Στόν ἀγώνα μας αὐτό δέν φάνηκαν μόνο οἱ ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας, φάνηκαν καί οἱ φίλοι της.

Εἶναι δίκαιο νά ἐπισημάνω ἀπό τό βῆμα αὐτό ὅτι εἴχαμε τή συμπαράσταση πολλῶν καί σημαντικῶν φορέων καί μεμονωμένων ἀνθρώπων, ὡς π.χ. τῶν Ἱεραρχῶν μας, τῶν ἱεροκηρύκων μας, τῶν ἄλλων κληρικῶν μας, τῶν Θεολογικῶν μας Σχολῶν, Ἱερατικῶν Συνεδρίων Ἱ. Μητροπόλεων, θρησκευτικῶν καί ἄλλων Συλλόγων, ἱερατικῶν Συνδέσμων, τοῦ συνόλου τῶν μοναχῶν καί μοναζουσῶν, ἐγκύρων πολιτικῶν, διανοητῶν, καθηγητῶν, μέ δεσπόζουσα καί κυρίαρχη τή θέση τοῦ λαοῦ μας, πού μέ τή μαζική καί ἐνθουσιώδη συμμετοχή του στίς δύο Λαοσυνάξεις μας ἀπέδειξε μέ τήν ἀφοσίωσή του στήν Ἐκκλησία, τό ἦθος του, τήν εὐπρέπεια καί τήν ἀποφασιστικότητά του ἐμπρός στόν κίνδυνο τῆς πνευματικῆς του ἀλλοτρίωσης. Τό κατόρθωμα τῆς Ἐκκλησίας νά συγκεντρώσει τόσες χιλιάδες λαοῦ μέσα σέ λίγες μόνο ἡμέρες εἶναι καταπλητικό. Εἶναι κατόρθωμα ὁλκῆς, πού τό ζηλεύουν πολλοί. Δέν κρίνεται τό ἀποτέλεσμα αὐτό μέ πολιτικά ἤ κοσμικά κριτήρια. Θά ἦταν λάθος μας νά συγκρίνομε τίς Λαοσυνάξεις μέ τίς πολιτικές συγκεντρώσεις καί νά κρίνουμε στό ἐπίπεδο αὐτό τίς συνιστῶσες τους. Ἡ Ἐκκλησία δέν μπαίνει σ' αὐτή τή λογική. Ἡ Ἐκκλησία τά βλέπει ὅλα ὡς κατορθώματα πίστεως, ὡς κατορθώματα ἐλευθερίας. Αὐτή ἡ πίστη εἶναι γιά μᾶς ὅπλον ἀήττητον. Οἱ κοσμικοί ἄνθρωποι δέν μποροῦν νά τήν ἐκτιμήσουν ἔτσι, ἀφοῦ ἀγνοοῦν καί τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. Ἡ δική μας λογική φαίνεται παράλογη, ἀλλά δέν εἶναι. Μπορεῖ νά εἶναι ὑπέρλογη, παράλογη δέν εἶναι. Μέ πνεῦμα ὀργανωτικό ἡ Ἐκκλησία, μέ πειθαρχία καί ὑπακοή, καί μέ ἐμπισοσύνη στούς πνευματικούς του Πατέρες ὁ λαός, κυρίως ὅμως μέ πίστη βαθειά καί καρτερικότητα κατώρθωσαν τό ἀκατόρθωτο. Ἡ Ἐκκλησία ἀπέδειξε ὅτι διαθέτει μιά ἀσύνορη πολυσυλλεκτικότητα. Χαρήκαμε αὐτό τόν εὐλογημένο λαό πού αὐτήν τήν ὥρα ἔχει στρέψει τά μάτια του σέ ὅλους μας καί στηρίζεται πάνω μας. Αὐτός ὁ λαός εἶναι πού μᾶς παρακινεῖ νά μή δειλιάσουμε, νά μή προδώσουμε τόν ἀγῶνα του, νά μή διαψεύσουμε τίς ἐλπίδες του. Καί αὐτόν τόν λαό τόν εὐχαριστήσαμε γιά ὅσα ἔκανε καί κάνει καί τόν διαβεβαιώσαμε ὅτι δέν πρόκειται νά ἐγκαταλείψουμε τόν ἀγῶνα μας οὔτε νά προδώσουμε τήν πίστη μας καί τήν πίστη του. Ἰδιαίτερη ἐντύπωση προκάλεσε σέ ὅλους ἡ θεαματική παρουσία στίς Λαοσυνάξεις μας χιλιάδων νέων ἀνθρώπων, χωρίς παρωπίδες, μέ κοινωνικό πρόσωπο καί ὀντότητα, μέ σύγχρονο φέρσιμο καί ἀνεπιτήδευτη συμπεριφορά. Ὅταν οἱ κάμερες τῆς τηλεοράσεως ἑστίαζαν τό φακό πάνω σ' αὐτούς τούς νέους δείχνοντας τόν ἐνθουσιασμό τους ἀλλά καί τήν ἀδιαπραγμάτευτη πίστη τους ἐμεῖς μέν δοξάζαμε τό Θεό γι' αὐτή τή μεγάλη Του εὐλογία, οἱ ἄλλοι δέ καταισχύνονταν, ἐπειδή εἶχαν προβλέψει ὅτι στό προσκλητήριο τῆς Ἐκκλησίας θά ἔδιδαν τό παρόν κάποιοι "γραφικοί" τοῦ "χύδην ὄχλου", ὡς ἀπεκάλεσαν τόν πολύ λαό, καί γηραλέες μορφές, πού προκαλοῦν τόν οἶκτο καί τή συμπάθεια. Ἐμεῖς δέν ξενιζόμαστε ἀπό αὐτά. Ἕνας ἄνθρωπος μέ πίστη, ἀξίζει σέ ὁποιαδήποτε ἡλικία καί ἄν εἶναι καί ὁσαδήποτε γράμματα καί ἄν γνωρίζει, ἀξίζει ὅσο ὅλος ὁ κόσμος. Ἡ προσευχή του ἔχει γιά μᾶς πολύ μεγαλύτερη ἀξία ἀπό τίς φωνές ἑνός νέου πού διαμαρτύρεται γιά τήν ποδοσφαιρική του ὁμάδα.

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι τό "σύγχρονο κράτος", πού ἐπαγγέλλονται οἱ Διαφωτιστές, δέν ἀνέχεται ὁποιαδήποτε αὐτονομημένη ἀναφορά τῆς Ἐκκλησίας στήν κοινωνία τῶν πολιτῶν, ὅμως δέν ἔχει τή δύναμη νά ἐμποδίσει τήν αὐτόνομη σχέση τῶν πολιτῶν, ὅλων τῶν κοινωνικῶν καί ἡλικιακῶν ἐπιπέδων καί ὅλων τῶν πολιτικῶν παρατάξεων, μέ τήνἘκκλησία. Τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν κοινωνία, ἰδίως ὅταν οἱ νέοι ἄνθρωποι δίνουν τήν προτίμησή τους στήν ἀλήθεια πού ἐκπορεύεται ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ὄχι στή δύναμη πού ἐκπροσωπεῖ ἡ κοσμική ἐξουσία τοῦ κράτους. Στήν Ἐκκλησία οἱ ἄνθρωποι ἀναζητοῦν καί βρίσκουν ὅ,τι δέν ὑπάρχει ἔξω ἀπό αὐτήν. Τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας, τήν παρηγοριά τοῦ οὐρανοῦ, τή στήριξη τῆς πίστεως, τή βεβαιότητα τῆς πνευματικῆς δυνάμεως. Γι' αὐτό ὁ λαός ἔτρεξε στό προσκλητήριό μας καί γι' αὐτό ἔχουμε ὑποχρέωση νά μή διαψεύσουμε τίς προσδοκίες πού ἔχει στηρίξει ἐπάνω μας.

Ὅμως παράλληλα μέ τό λαό μας ὑπῆρξαν καί πολλοί ἄλλοι ἐπώνυμοι ἄνδρες, πού μᾶς ἐστήριξαν μέ δημοσιεύματά τους, μέ δηλώσεις τους, μέ ἐμφανίσεις τους ἀπό τηλεοράσεως. Αὐτοί πού εἶχαν τό θάρρος νά δώσουν τήν ὁμολογία τους ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων. Εἴμεθα εὐγνώμονες πού ἀνέλαβαν νά ὑπερασπισθοῦν τό πληττόμενο δίκαιο, τήν ἠθική τάξη καί νά καταδικάσουν τήν αἰσχρή παραπληροφόρηση καί ἀνομία. Πιστεύω ἀκόμη ὅτι ὑπάρχουν καί οἱ σύγχρονοι "Νικόδημοι" τῆς Ἐκκλησίας, πού σέ κάποια ἄλλη κρίσιμη περίσταση θά ἐμφανισθοῦν καί μέ παρρησία θά τήν ὑπερασπισθοῦν.

7- Ἡ ὑποστήριξη πού εἶχε ἡ Ἁγιωτάτη Ἐκκλησία μας ἀπό τίς Ἀδελφές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ὑπῆρξε συγκινητική καί θερμότατη.

Καί ἀπό τή θέση αὐτή τίς εὐχαριστοῦμεν ὅλες. Μπορεῖ ἀπό κάποιες ἐξ αὐτῶν νά ὑπῆρξε μιά διαφοροποίηση στόν τρόπο τῆς συμπαραστάσης. Ὅμως πιστεύω ὅτι δέν πρέπει νά πικραινόμεθα ἀπό αὐτό, οὔτε νά στεκόμεθα σ' αὐτό. Ὀφείλουμε ὡς ἀδελφοί νά δικαιολογοῦμε τούς ἄλλους ἀναγνωρίζοντες τίς συνθῆκες κάτω ἀπό τίς ὁποῖες λαμβάνουν τίς ἀποφάσεις των καί σκεπτόμενοι τούς παράγον-τες πού τίς ἐπηρεάζουν. Αὐτή ὅμως ἡ πανορθόδοξη ἀλληλεγγύη εἶναι δεῖγμα τῆς πνευματικῆς μας ἑνότητας καί πρακτικῶς ἐκδηλώνει τούς ἀδελφικούς δεσμούς πού ἔχουμε καλλιεργήσει μέ ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Πρόκειται γιά πνευματική δύναμη μεγατόνων καί τήν ἐκτιμοῦμε ὀρθά ὡς εὐλογία Θεοῦ. Καί τό Ἅγιον Ὄρος στάθηκε στό πλευρό μας καί μέ ἀντιπροσωπεῖες Ἡγουμένων τῶν ἱ. Μονῶν του παρέστη στίς δύο Λαοσυνάξεις μας καί προσεφώνησε τό πλῆθος, καλώντας τήν μέν κυβέρνηση νά ἀναστείλει ἐνέργειες πού δυνατόν νά ἔχουν ὡς ἀπώτερη συνέπεια τόν ἀποχρωματισμό τῆς ἐθνικῆς μας ζωῆς ἀπό τήν ἐκκλησιαστική της διάσταση, τόν δέ λαό σέ μετάνοια καί προσευχή, γιά νά δώσει ὁ Κύριος νά ἀφυπνισθοῦν οἱ συνειδήσεις.

Ἡ δύσκολη, πλήν ἀναπόφευκτη, ἀπόφασή μας ἐξ ἄλλου νά ἀναβάλουμε ὅλες τίς ἐπισκέψεις μας πρός Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες (π.χ. Μόσχας, Κύπρου) καί τίς τόσο ἐπιθυμητές πρός ἐμᾶς επισκέψεις τῶν Προκαθημένων κατά τόν τρέχοντα μῆνα, ἐξ ἀφορμῆς τοῦ Ἰωβηλαίου, ὡς καί τοῦ Μακ. Ἀλβανίας στήν Ἀθήνα ἐφέτος, ὑπῆρξεν ἐνδεικτική τῆς σοβαρότητος τῆς ὅλης καταστάσεως, ὅπως ἐμεῖς τή βιώνουμε καθημερινά. Καί ὀφείλουμε νά ὁμολογήσουμε ὅτι ὅλοι οἱ Προκαθήμενοι ὑπεδέχθησαν τήν ἀπόφασή μας αὐτή μέ τήν ἀναμενόμενη κατανόηση, συμμεριζόμενοι τή θλίψη μας γιά τό γεγονός ὅτι μιά Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία δέχεται μέσα στήν ἴδια τή χώρα της, ὑπέρ τῆς ὁποίας προσέφερε τά πάντα, ἀπό τμῆμα τῆς πολιτικῆς ἡγεσίας μιά πρωτοφανῆ ἀπαξίωση. Ἡ μή ἔλευση τῶν Προκαθημένων εἶναι μιά πολύ σοβαρή καί ἐπώδυνη ἀπόφαση καί πρέπει νά ἀξιολογηθῆ κατά τήν πραγματική της ἀξία.

8- Ἡ ταυτότητα τοῦ πολέμου μᾶς εἶναι πλέον γνωστή.

Ἔχομε σύγκρουση μεταξύ δύο ἀντιθέτων ἰδεολογικῶν κόσμων, αὐτοῦ τοῦ ἄθεου δυτικοῦ Διαφωτισμοῦ, μέ τά κοσμοθεωρητικά παραφερνάλιά του, καί ἐκείνου τῆς παραδοσιακῆς Χριστιανικῆς Ὀρθοδοξίας. Ὅσον καί ἄν συγκαλύπτονται τά πράγματα εἶναι πλέον ὁρατός ὁ στόχος αὐτῆς τῆς γενικῆς ἐπέλασης ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας. Δέν εἶναι πλέον ἀκήρυκτος αὐτός ὁ πόλεμος, ἔχει ἐξαγγελθῆ καί διεξάγεται μέ ἀνέντιμα-κατά κανόνα- μέσα. Τό ζήτημα τῶν ταυτοτήτων, ὅπως πλέον ἀπεδείχθη, εἶναι μόνον ἡ κορυφή τοῦ παγόβουνου. Ἀπό πίσω κρύβονται οἱ προθέσεις τῶν Διαφωτιστῶν ἤ τῶν πολεμίων τοῦ Χριστιανισμοῦ, πού ἔχουν στρατευθῆ στήν ἀλλόκοτη καί ἄφρονα προσπάθεια νά μεταβάλουν τόν πνευματικό χαρακτῆρα τῆς Ἑλλάδας καί τῶν Ἑλλήνων καί νά ἐπιβάλουν, μέ τή δύναμη τοῦ αὐταρχισμοῦ τῆς ἐξουσίας, τά νέα πρότυπα ζωῆς, τή δυτική παράδοση, πού ἀπορρίπτει τόν θεανθρώπινο χαρακτῆρα τοῦ παραδοσιακοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, καί καταφάσκει τόν αὐτόνομο ἄνθρωπο τῆς Δύσεως, τόν "ἀνθρωποθεό" πού στή θέση τοῦ Θεοῦ ἀνεβίβασε τόν ἑαυτόν του. Καί ἐνῶ ὅσοι σήμερα προβάλλουν τό ἐπιχείρημα τοῦ Διαφωτισμοῦ μετά τόν Χίτλερ καί τή Χιροσίμα εἶναι εἴτε ἀφελεῖς, εἴτε συμφεροντολόγοι, ἡ ὁμάδα τῶν ἑλλήνων διανοουμένων πού ἐκπροσωπεῖ αὐτήν τήν σέ βάρος μας ἀντιπαλότητα θεωρεῖ ὅτι ἡ βυζαντινή παράδοσή μας εἶναι ὁ ἐφιάλτης τῆς ἱστορίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί θεώρησε ὅτι ἦλθε ἡ ὥρα νά ἀποκόψει τόν ὀμφάλιο λῶρο πού συνδέει τή σύγχρονη ἑλληνική κοινωνία μέ τήν παραδοσιακή ἱστορία. Ἡ λεγόμενη δυτική παράδοση, τῆς ὁποίας ἔκφραση εἶναι ἡ νοησιαρχία τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου, προβλήθηκε μέ τά διάφορα ρεύματα τῆς ἐποχῆς, ὅπως π.χ. μέ τόν σχολαστικισμό, τό ρομαντισμό, τό διαφωτισμό, τή νεωτερικότητα. Στήν Ἑλλάδα ὑπάρχει καί ἕνα ἄλλο βαθύ ρεῦμα, μιά ἄλλη παράδοση τοῦ τόπου, πού ξεκινάει ἀπό τό Βυζάντιο, τήν Ἀνατολή, τήν Ὀρθοδοξία, τούς Πατέρες. Αὐτή ἡ παράδοση διαποτίζει ὅλη μας τή ζωή μέ τρόπο ἀνοικτό, προοδευτικό, σύγχρονο. Ἔχει περάσει ὄχι μόνο στό πετσί, ἀλλά καί στήν καρδιά τοῦ λαοῦ μας. Ὁ ἑλληνικός λαός πιστεύει ὅτι καί γι' αὐτόν ἰσχύει τό "μακάριον τό ἔθνος οὗ ἐστι Κύριος ὁ Θεός αὐτοῦ " (Ψαλμ. λβ ´, 12). Τό ἔθνος μας ὑπῆρξε προνομιοῦχο καί δέχθηκε τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἡ πίστη μας, ἡ γλώσσα μας, ἡ φιλοσοφία μας, ὁ στοχασμός μας γέννησαν μιά μοναδική χριστιανική παράδοση. Ποτέ αὐτή ἡ παράδοση δέν ὁδήγησε σέ ἐκτροπές, δέν ὑπῆρξε ποτέ θεοκρατική, φονταμενταλιστική, ἀναχρονιστική καί βάρβαρη. Ὑπῆρξε φωτεινή, ἀνθρώπινη, καρδιακή. Ἀντιθέτως σήμερα ὁ δυτικός ἄνθρωπος ὑποφέρει κατά δραματικό τρόπο ἀπό τόν ἴδιο τόν πολιτισμό του. Ὑποφέρει ἀπό τόν "κοινωνικό κορεσμό", δηλ. τόν πολλαπλασιασμό τῶν κοινωνικῶν καί προσωπικῶν σχέσεων ὡς ἀντίδοτο στό τραυματικό ὑπαρξιακό κενό, ἀπό "ἐποικισμό τοῦ ἑαυτοῦ του," δηλ. τήν πρόσκτηση ἀνόμοιων τρόπων ζωῆς καί τήν "πολυφέρνεια" δηλ. τή διάσπαση τοῦ ἀτόμου (Βλ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου στήν "Καθημερινή" 17.9.00). Στήν Ἑλλάδα δέν ἔχουμε τέτοια συμπτώματα κρίσεως. Ἐδῶ οἱ ἄνθρωποι ζοῦν ἁπλά καί ὡραῖα, ἀπολαμβάνουν τά ἀγαθά τῆς ζωῆς μέ πρωτότυπο τρόπο, τά παιδιά μεγαλώνουν μέσα στή θαλπωρή τῆς οἰκογένειας, ἡ ζωή φαντάζει ὄμορφη. Ἐδῶ διασώζεται ἡ ἀνθρωπιά, ὅπως τότε κατά τήν τραγική Ἔξοδο τοῦ Μεσολογγίου. Τότε πού οἱ ἀγωνιστές ἀποφάσισαν νά σφάξουν τίς γυναῖκες τους, ὥστε νά μή πέσουν στά χέρια τῶν Τούρκων καί τά μικρά παιδιά τους γιά νά μή τούς προδώσουν μέ τό κλάμα τους. Ὁ ἐπίσκοπος Ρωγῶν Ἰωσήφ ὅμως τούς ἀπέτρεψε ἀπό μιά τέτοια τρομερή πράξη, ἔστω κι ἄν τό τίμημα θά ἦταν νά διακινδυνεύσουν τήν Ἔξοδο. Καί πράγματι,δέν σώθηκαν παρά μόνον 100. Ἀλλά οἱ φωτισμένοι "ἐλεύθεροι πολιορκημένοι" εἶχαν διασώσει τήν ἀνθρωπιά τους. Μπορεῖ τό τίμημα γιά μιά τέτοια στάση ζωῆς νά ὑπῆρξεν ἱστορικά βαρύ. Ὡστόσο, ὁ καιρός δέν παύει νά ἔχει γυρίσματα, οἱ τρομερές μηχανές τῆς "προόδου" τρίζουν σάν ἀραμπάδες καί οἱ διαδηλωτές σέ κάθε γωνιά τῆς γῆς ἀναζητοῦν νά συγκεράσουν τό νοῦ καί τήν καρδιά. Αὐτά ὅμως δέν φαίνεται νά τά ἐκτιμοῦν οἱ ἀδόκιμοι καί ἀδιάκριτοι εὐρωπαϊστές, γι' αὐτό καί μέ κάθε τρόπο ἐπιδιώκουν νά ἀντικαταστήσουν τή δική μας παράδοση μέ ἐκείνη τῆς δύσεως. Θέλουν νά μᾶς ἀποκόψουν βίαια ἀπό τό μαστό τῆς Μάνας μας, τῆς Ὀρθοδοξίας, καί νά μᾶς στερήσουν ἀπό τό ἄδολο μητρικό της γάλα, προσφέροντάς μας τυποποιημένο γάλα κονσέρβας.

Ἡ προσπάθεια αὐτή δέν εἶναι βέβαια σημερινή. Ἔχει ἐπισημανθῆ στίς ἀρχές τοῦ περασμένου αἰώνα μέ τά ἀθεϊστικά παραληρήματα διανοουμένων καί πολιτικῶν, ἐντός καί ἐκτός Ἑλλάδος, πού σέ μανιφέστα συμπεριελάμβαναν τήν πρόθεσή τους για "ἰδιωτικοποίηση"τῆς θρησκείας μέ ὅ,τι αὐτό συνεπάγεται, δηλ. κατάργηση τῆς διδασκαλίας τῶν θρησκευτικῶν στά σχολεῖα, ἔξωση τοῦ κλήρου καί τῶν θεολόγων ἀπό αὐτά, κατάργηση κάθε οἰκονομικῆς ἐνίσχυσης στήν Ἐκκλησία ἀπό τό κράτος, πλήρη ἀπομόνωση τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τή δημόσια ζωή. (Βλ. "Ἐκκλησίαν" 1933 ). Οἱ σύγχρονοι ἕλληνες Διαφωτιστές ζώντας μακρυά ἀπό τό λαό, τόν ὁποῖο οὐσιαστικά δέν γνωρίζουν καί γι' αὐτό καί τόν ἀποστρέφονται, ὀνειρεύονται μιάν Ἑλλάδα πού δέν ἔχει καμμιάν ὁμοιότητα ὄχι μόνο μέ αὐτό πού ὑπῆρχε ἀλλά καί μέ αὐτό πού ὑπάρχει. Ἀποκομμένοι ἀπό τή θρησκευτική καί κοινωνική ζωή, ἀπό τούς καθημερινούς λαϊκούς τρόπους ζωῆς, ἀπό τήν ψυχή καί τήν καρδιά τοῦ λαοῦ, νόμισαν ὅτι μποροῦν χωρίς δυσκολία νά τοῦ ἀλλάξουν τήν παράδοση καί τήν πίστη καί νά δημιουργήσουν ἕνα τεχνητό μόρφωμα πού δέν ἀνταποκρίνεται σέ ὅ,τι σημαίνει Ἑλληνικό ἔθνος ἀλλά οὔτε καί στήν ἐσώψυχη ἀνάγκη τοῦ νεοέλληνα, οὔτε μπορεῖ νά τοῦ ἐπιβληθῆ χωρίς τή θέλησή του.

Ἀπό κυβερνητικῆς καθέδρας ἐκφράζονται ἀπόλυτες ἀπόψεις πάνω στό θέμα αὐτό πού ἐπιζητοῦν νά ἐπιβληθοῦν χωρίς ἀντίλογο ὡς διαθέτουσες τήν ὅλην ἀλήθεια, μέ παραβίαση τῆς συνείδησης τοῦ Νεοέλληνα. Τό ὅραμα μιᾶς Ἑλλάδος μέ προοπτική καί ἀνάπτυξη, μιᾶς Ἑλλαδος μέ ψηλά τό κεφάλι καί μέ προοδευτισμό, σά φλάμπουρο ἀνεμίζεται ἀπό πολλούς, σήμερα. Κανένας μας καί βέβαια οὔτε καί ἡ Ἐκκλησία ἀπορρίπτει τό ὅραμα αὐτό, πού ἀποβλέπει στή δόξα μας. Ἀλλά γιατί ἄραγε αὐτό τό ὅραμα πρέπει νά συνδυασθῆ μέ τήν ἀποκαθήλωση τῶν ἑλληνορθοδόξων στοιχείων τῆς ζωῆς μας καί μέ τήν περιφρόνηση πρός τήν Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία καί χαρακτηρίζεται ὡς "ἀντιδραστική δύναμη"; Στήν Ἑλλάδα ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας στή διαμόρφωση τῆς πνευματικῆς καί ἐθνικῆς μας ταυτότητας ὑπῆρξε καθοριστικός ἐπί αἰῶνες. Τήν ταυτότητά μας αὐτή βέβαια ἐμεῖς τή διαμορφώνουμε, ἀλλά ὄχι στή διάρκεια "μιᾶς συνεχοῦς καί ἐλεύθερης δημόσιας συζήτησης". Δέν εἶναι ἡ ταυτότητά μας προϊόν διανοουμενίστικων διαδικασιῶν, οὔτε καρπός προσωπικῶν ἀναζητήσεων. Σέ ὅλες τίς χῶρες καί στήν Ἑλλάδα ἡ ταυτότητα αὐτή ἔχει διαμορφωθῆ κάτω ἀπό τήν ἐπίδραση "τῆς ἱστορίας, τῆς παράδοσης, τῆς θρησκείας, τῶν πεποιθήσεών μας, τῆς ἀντίληψής μας γιά τήν Ἑλλαδα" (Λόγος Κ. Σημίτη 1.9.00 στή ΔΕΘ). Δέν εἶναι θέμα γιά συζήτηση, μιά καί ἔχει ὁριστικοποιηθῆ ἀνά τούς αἰῶνες. Δέν ψαχνόμαστε κάθε μέρα νά βροῦμε ποιά εἶναι τά ὑπαρκτά μας στοιχεῖα. Ἡ ἀντίληψη ἐδῶ καί αἰῶνες γιά τήν ταυτότηά μας εἶναι ὁ ἑλληνοχριστιανικός πολιτισμός, γι' αὐτό παντοῦ ὅπου ἐγκατεστάθη ὁ Ἑλληνισμός καί ἡ ἑλληνική κοινότητα πρῶτα ἔκτισε τήν ἐκκλησία καί τό σχολεῖο της. Ἡ Ὀρθόδοξη, ἑπομένως Ἐκκλησία, ὅπως τουλάχιστον ἐπιμαρτυρεῖται σέ ὅλο τό εὗρος τῆς Εὐρώπης καί τῆς Ἀμερικῆς, δέν συνετέλεσε στήν ἀπομόνωση τοῦ Ἑλληνισμοῦ "ἀπό τίς παγκόσμιες ἐξελίξεις", ἀλλά ἀντιθέτως συνέβαλε ἀποφασιστικά στή διεύρυνση τοῦ ὁρίζοντος γιά μιά κοινωνία τοῦ πελάγους, καί τῶν ἀνοικτῶν ὁριζόντων, τῆς ἐξωστρέφειας, τῆς ἀνεκτικότητας, τῆς ἀγάπης καί τῆς δημιουργίας. Αὐτό, λοιπόν, εἶναι δεδομένο καί ἐκεῖνο πού χρειάζεται σήμερα ὁ Ἕλληνας εἶναι νά τοῦ δοθῆ ἡ δυνατότητα νά ἀξιολογήσει καί νά ἀξιοποιήσει τήν παράδοση καί τήν ἱστορία του, τή θρησκεία καί τήν ἐλευθερία του γιά νά ἐπωφεληθῆ γιά τά οὐσιώδη τῆς ζωῆς του, καί ὄχι νά προτρέχει τό κράτος νά τοῦ στερήσει τή δυνατότητα αὐτή. Ὑπάρχουν στήν ἱστορία καί στήν παράδοσή μας "παραδεδεγμένες ἀλήθειες", πού ὡς ἀξιώματα διαπλάθουν τούς χαρακτῆρες. Ἀλλοίμονο, ἄν ἡ κάθε κυβέρνηση ἀνελάμβανε τό ρόλο νά ἀλλάξει ἤ νά ἀμφισβητήσει τίς ἀλήθειες αὐτές, πού εἶναι γιά μᾶς στερεότυπες καί στερεωμένες στούς τύμβους τῶν θυσιῶν τῶν πατέρων μας. Ἀλλοίμονο, ἄν κάθε φορά ἔπρεπε νά μεταβάλλεται τό περιεχόμενο τῆς πνευματικῆς δεξαμενῆς, ἀπό τήν ὁποίαν ὅλοι ὀφείλουμε νά ἀντλοῦμε τίς δυνάμεις τῶν καταβολῶν μας. Αὐτό ὅμως ἐπιχειρεῖ σήμερα ἡ ἐξουσία, ἔστω κι ἄν φραστικά τό ἀρνεῖται. Ἡ ἀφαίρεση τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες αὐτόν τόν σκοπό ἐξυπηρετεῖ καί ὅλοι τώρα τό καταλαβαίνουν. Ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά παρακολουθήσει οὔτε τά πολιτικά παιγνίδια, οὔτε τίς πολιτικές ἑρμηνεῖες. Ἡ Ἐκκλησία ξέρει ὅτι οὐδέποτε ὑπῆρξε φορέας "συντηρητικῶν", δηλ. ἀκραίων καί ὀπισθοδρομικῶν νοοτροπιῶν καί πρακτικῶν, ὅπως κατηγορεῖται. Ἀντίθετα ἐστήριξε τό λαό, τήν πνευματική του ταυτότητα, τήν ἀγάπη του γιά τή ζωή καί τή δημιουργία, τήν εὐσέβειά του, τήν ἠθικότητά του καί τόν ἐδίδαξε νά προμαχεῖ τῶν δικαίων τῆς Πίστεώς του, ὅταν αὐτά κινδυνεύουν. Καί αὐτό τώρα συμβαίνει, γι' αὐτό καί ὁ λαός, μέ ἐπικεφαλῆς τούς πνευματικούς του πατέρες, ἀντιδρᾶ.

Στό σημεῖο αὐτό αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκη νά δώσω πληρέστερη ἀπάντηση καί στή διατυπωθεῖσα κατηγορία ὅτι στήν Ἑλλάδα σήμερα ἔχουμε δύο Ἑλλάδες. Αὐτήν, τή δυτική, τή σύγχρονη, τήν ἀνοικτή, τήν ἀναδιαρθρωμένη, τήν ἀνταγωνιστική, τή προοδευτική. Καί τήν ἄλλη τήν ἀνατολική, τήν παραδοσιακή, τήν παρωπιδωμένη τήν παρωχημένη, τήν ἐσωστραφῆ, τήν ἀντιδραστική, τήν ἀπαίδευτη. Ἡ διάκριση εἶναι ἄδικη, διότι ναί ὑπάρχουν δύο παραδόσεις, ἀλλά ἡ ἀνατολική, τήν ὁποίαν ἐκφράζει ἡ Ἐκκλησία μας κυρίως οὐδέποτε εἶχε τά χαρακτηριστικά γνωρίσματα πού τῆς ἀποδίδουν. Ἡ ὀρθόδοξη ἐκδοχή τῆς ζωῆς, ἡ ὀρθόδοξη θεολογία πού δέν εἶναι ρατσιστική, σχολαστική καί ἠθικιστική, μποροῦν σήμερα νά δώσουν ὁράματα ζωῆς καί νά συμβάλουν στή διέξοδο τοῦ δυτικοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν ἐγκλωβισμό του στά σχήματα τοῦ κόσμου τούτου. Ἀρκεῖ νά παραμείνουν στή γνησιότητα καί νά μή γίνουν κακέκτυπα ἄλλων σκοπιμοτήτων. Ἄλλωστε ἡ θρησκεία εἶναι ψυχή τοῦ πολιτισμοῦ, κατά τόν Μάξ Βέμπερ, καί ὁ Χριστιανισμός ὑπῆρξε καί εἶναι ὄχημα προόδου καί ἐσωτερικῆς εὐημερίας τῶν λαῶν.

Γι'αὐτό καί ὁ πόλεμος αὐτός πού ἔχει ξεσπάσει στή χώρα μας εἶναι καί ἄδικος γιά τό λαό μας καί ἀναποτελεσματικός, διότι ὁ λαός μας ἔχει βαθειά μέσα στό πετσί του τήν Ὀρθοδοξία καί καμμία δύναμη δέν μπορεῖ νά τοῦ τήν ξερριζώσει. Ἴσως δέν εἶχαν σωστά ἐκτιμήσει οἱ κρατοῦντες αὐτή τή στάση τοῦ λαοῦ καί τήν ἀντίδραση τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ μοναδικοῦ στήν Ἑλλάδα θεσμοῦ πού ἔχει παραμείνει -καί θά παραμείνει ἔξω ἀπό ἐξαρτήσεις καί πού κινεῖται ἐλεύθερα. Αὐτός ὁ θεσμός ἀποτυπώνει καί τή δυνατότητα ἀντίστασης στά σχέδια ἐκείνων πού ἀπεργάζονται τήν ὁμογενοποίησή μας μέσα στήν παγκοσμιοποιούμενη εὐρύτερη κοινωνία τῆς Εὐρώπης. Ἴσως ἐνόμισαν ὅτι μέ τή χρησιμοποίηση τῆς προπαγάνδας καί τῶν μηχανισμῶν ἐλέγχου, πού διαθέτουν σέ ὡρισμένα ΜΜΕ, θά ἔκαμπταν τό φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νά φύγει ἀπό τή μέση τό μοναδικό ἴσως ἐμπόδιο στήν ἀδίστακτη καί ξέφρενη πορεία των. Καί ἐτόλμησαν, ἀλλά βρέθηκαν ἐμπρός στό ἀδιαπέραστο τεῖχος τῆς Ἐκκλησίας, κλήρου μαζί καί λαοῦ, πού βροντοφώναξε τήν ἀμετακίνητη θέλησή του νά παραμείνει ἑλληνικός καί ὀρθόδοξος, κρατώντας ὡς πολύτιμη παρακαταθήκη τήν πίστη καί τήν παράδοση πού παρέλαβε ἀπό τούς πατέρες του. Μέ τήν "ἠθική παρενόχληση" τοῦ λαοῦ πού ἐπεχείρησε καί ἐπιχειρεῖ ἡ κοσμική ἐξουσία, μέ τόν "ψυχοτρόμο" πού ἐπέβαλε, μέ τά μέσα πού χρησιμοποίησε θέλησε νά βιάσει τήν ἑλληνική ψυχή καί νά ἐπιβάλει τή γνώμη της μέ τή δύναμη τοῦ αὐταρχισμοῦ ἀφ' ἑνός καί μέ τήν ἀπαξίωση τοῦ θύματος ἀφ' ἑτέρου. Οἱ ἰδεολογικοί ἀντίπαλοί μας ἀπεδείχθησαν στό σημεῖο αὐτό "ἐπιστήμονες τῆς παραπληροφόρησης", ἐπειδή πιστεύουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία στέκεται τό τελευταῖο ἐμπόδιο στήν ἐφαρμογή τῶν σχεδίων του πού εἶναι ἡ ὁλοκληρωτική ὑποταγή τοῦ λαοῦ στή Νέα Τάξη. Αὐτό δέ τόν παραδοσιακά θρησκευόμενο λαό ἡ ἐξουσία ἔσπευσε νά χαρακτηρίσει - ὅπως προηγουμένως ἐτονίσαμε- ὡς ἕλληνες δεύτερης κατηγορίας, πού ἀπαρτίζουν τήν "ἄλλη Ἑλλάδα". Ὅμως δέν ἔλαβαν ὑπ' ὄψη τους τό δίδαγμα τῆς ἱστορίας, ὅτι δηλαδή σέ κάθε τέτοια περίπτωση ὁ λαός συσπειρώνεται καί ἀγωνίζεται. Ἀπέναντι δέ σέ μιά δυναμική λαϊκή μαχητικότητα γιά τήν ἠθική διατήρηση τῶν βασικῶν στοιχείων τῆς προσωπικότητάς του ὁ λαός ἀναδεικνύεται σέ φρούριο ἀντίστασης πού καμμία δύναμη δέν μπόρεσε ποτέ νά λυγίσει. Ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει καλά ὅτι ὁ συμβιβασμός της μέ τήν ἐκκοσμίκευση, τήν παγκοσμιοποίηση τῆς νέας ἐποχῆς καί τά συνεπακόλουθα εἶναι ὑποστολή τῆς ἱερῆς σημαίας τοῦ Γένους τῶν Ἐλλήνων, εἶναι ἐγκληματική ἀστοχία. Ἡ Ἐκκλησία - ὅπως γράφει ὁ μοναχός Μωυσῆς -οὔτε φοβᾶται, οὔτε φοβίζει, γνωρίζει νά ὑπομένει, ἀξίζει νά ἐπιμένει καί νά προσεύχεται περισσότερο καί θερμότερα γιά τό καλό αὐτοῦ τοῦ ἡρωοτόκου καί ἁγιοτόκου εὐλογημένου τόπου, πού ἡ παράδοσή του εἶναι θησαυρός ἀνεκτίμητος καί ἀνεκμετάλλευτος, διδάσκει, νουθετεῖ, παραμυθεῖ καί ἀναπαύει" ( "Ἐφημέριος ", Αὐγ. 2000).

9- Ὡς φυσικό ἐπακόλουθο τῆς προηγούμενης διαπίστωσης ἔρχεται ὁ ἐπαπειλούμενος χωρισμός Κράτους καί Ἐκκλησίας.

Κατά τή διάρκειαν τῆς κρίσεως αὐτῆς ἐπανῆλθε μέ σφοδρότητα καί ἐπιτακτικότητα ἀπό τούς πολεμίους μας τό ἐκβιαστικό αἴτημα γιά τόν χωρισμό Ἐκκλησίας - Πολιτείας, τό ὁποῖο ἐπί χρόνια προβάλλευαι ἀπό μιά μερίδα τῆς ἄθεης ἑλληνικῆς κυρίως διανόησης, μέ πρόσχημα ἄλλοτε μέν τήν ὠφέλεια δῆθεν τῆς Ἐκκλησίας καί ἄλλοτε, ὅπως τώρα, τήν πιστή ἐφαρμογή τοῦ κανόνα τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, ὁ ὁποῖος δέν συμβιβάζεται δῆθεν μέ ἕνα δημοκρατικό κράτος πού ἀναγνωρίζει ἐπικρατοῦσαν θρησκείαν κλπ. Τί ἄθλια πραγματικά δημαγωγία, ὅταν εἶναι γνωστό ὅτι προχωρημένες εὐρωπαϊκές δημοκρατίες, ὅπως π.χ. ἡ Ἀγγλία, ἡ Δανία ἤ οἱ ἄλλες Σκανδιναυϊκές χῶρες, ἔχουν στά Συντάγματά των οὐσιαστικότερες ὑπέρ τῆς ἐπικρατούσης θρησκείας διατάξεις. Εἶναι ἀξιομνημόνευτο βέβαια τό γεγονός ὅτι τό αἴτημα τοῦτο τῶν ἀθέων πολυτελείας ἐπανῆλθε στό προσκήνιο μέ ἀφορμή τήν ἀντίσταση τῆς Ἐκκλησίας στό θέμα τῶν ταυτοτήτων καί ὡς, τρόπον τινά, τιμωρία της γιά τήν στάση της αὐτή. Ἀλλά ἦλθε καί ὡς μεθοδευμένη κίνηση τῶν Διαφωτιστῶν, πού παγίδευσαν τόν Πρωθυπουργό καί θέλουν νά ἀπωθήσουν τήν Ἐκκλησία στό κοινωνικό περιθώριο. Ἀλλά, ἄλλο πράγμα εἶναι ἡ σχέση μεταξύ Ἐκκλησίας καί Κράτους καί ἄλλο πράγμα εἶναι ἡ παράδοση ἑνός λαοῦ, ὁ πολιτισμός του, ἡ παιδεία του, ἡ κοινωνική του ζωή. Ἡ ἀνεπιτυχής προσπάθεια τῶν Διαφωτιστῶν νά βγάλουν ἔξω ἀπό τόν δημόσιο βίο τῆς χώρας τήν Ἐκκλησία καί νά τῆς περιορίσουν τήν ἐπιρροή, μπορεῖ ὡς ἕνα βαθμό νά ἐπηρεάσει καί τή λαϊκή πίστη καί εὐσέβεια, ὅμως δέν θά μπορέσει ποτέ νά τήν ἀλλοιώσει. Θά σμικρύνει ἐνδεχομένως ἡ ἐπιρροή τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ὁ λαός δέν θά λησμονήσει ποτέ τήν παραδοσιακή του εὐσέβεια. Ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τά κρατικά σχήματα, γιατί ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι σωματεῖο πού διέπεται ἀπό νόμους καί διατάγματα. Ἐπειδή δέ κατά τήν ἐπί θύραις ἀναθεώρηση τοῦ Συντάγματος δέν συμπεριελήφθη καί τό ἄρθρο 3, πού ἀναφέρεται στήν Ἐκκλησία μας, καί τό ἄρθρο 13, ἐφευρέθη ἀπό τούς εἰδικούς ἡ μέθοδος τῆς διά νομοθετικῶν ἁπλῶς μέτρων ἐπιδίωξης ἀλλαγῆς τοῦ καθεστῶτος πού διέπει αὐτές τίς σχέσεις.

Ὅλα δέ αὐτά παρά τό γεγονός ὅτι τό ἰσχῦον Σύνταγμα ἐπιβάλλει ἕνα διακριτικό διοικητικό διαχωρισμό μεταξύ Κράτους καί Ἐκκλησίας, ὡς τοῦτο ἔχουν ἐπισημάνει κατ' ἐπανάληψη ἁρμόδιοι διαπρεπεῖς καθηγητές ὡς λ.χ. Μάνεσης, Βαβοῦσκος, Τρωϊάνος, Φειδᾶς, κλπ. Οὐσιαστικά θέμα δέν ὑφίσταται, ἡ διοίκηση τῶν δύο θεσμῶν, εἶναι διακεκριμμένη, ἡ Ἐκκλησία αὐτοδιοικεῖται καί ἡ κυβέρνηση κυβερνᾶ τόν τόπο. Ὑπάρχει δηλ. ὁ διαχωρισμός τῶν δύο διοικήσεων. Στό Βυζάντιο δέν γινόταν λόγος γιά σχέση ἤ γιά διαφορά μεταξύ Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, ἀλλά μεταξύ βασιλείας καί ἱερωσύνης, πράγμα πού ἐκφράζει τή διάκριση τῶν ρόλων καί τή διαφορά τῶν διακονιῶν. Δέν ὑπάρχουν περιθώρια γιά ἄλλες ἐκδοχές, πού μόνο σκοπιμότητες ὑπηρετοῦν.

Βέβαια στή βάση τοῦ προβλήματος ἔγκειται ἡ διαφορετική θεωρητική ἀντίληψη τῆς πολιτικῆς θεωρίας γιά τό ρόλο τῆς Ἐκκλησίας στά πλαίσια τοῦ κράτους. Οἱ θιασῶτες τοῦ ἐκκοσμικευμένου καί ἄθεου κράτους διατείνονται ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά ἀσκεῖ δημόσια ἐξουσία, περιβαλλομένη τήν μορφήν ν.π.δ.δ., καί ἐνῶ οἱ διατάξεις τοῦ Συντάγματός μας ἀναγορεύουν οὐσιαστικά ὡς σύστημα στίς σχέσεις Ἐκκλησίας -Πολιτείας τή συναλληλία, ἐκεῖνοι ἰσχυρίζονται ἀλλοπρόσαλλα πράγματα. Ἀπό τή μιά τήν κατηγοροῦν ὅτι ἀσκεῖ κρατική ἐξουσία πού πρέπει νά περικοπῆ καί ἀπό τήν ἄλλη γράφουν ὅτι σήμερα ἡ Ἐκκλησία στήν Ἑλλάδα ἔχει ἐπιφορτισθῆ ἁπλῶς "μέ κάποιες ληξιαρχικές ἁρμοδιότητες" (Κ. Μπέης, στήν "Ἐλευθεροτυπία" 26.7.2000). Σχολιάζοντας τό ἄρθρο 3 τοῦ Συντάγματος ὁ ἀείμνηστος καθηγητής Μάνεσης παρετήρει: "Δέον νά θεωρηθῆ βέβαιον ὅτι τό νέον Σύνταγμα (1975) ἀφίσταται τοῦ ἀπό τῆς ἱδρύσεως τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους ἰσχύοντος ἠπίου πολιτειοκρατικοῦ συστήματος....Χωρίς βεβαίως νά φθάνει μέχρι τοῦ χωρισμοῦ Ἐκκλησίας καί Πολιτείας πλησιάζει οὐχ ἧττον πρός τό λεγόμενον σύστημα τῆς <ὁμοταξίας>. Ἡ σημερινή φάσις τῶν σχέσεων μεταξύ Κράτους καί Ἐκκλησίας, ὡς ἔχει ἀποκρυσταλλωθεῖ εἰς τό νέον Σύνταγμα καί ἰδίως εἰς τό ἄρθρον 3, παρ. 1,ἔδαφ. γ ´, αὐτοῦ, δύναται νά λεχθῆ ὅτι εὑρίσκεται εἰς τό μεταίχμιον μεταξύ τοῦ συστήματος τῆς <νόμῳ κρατούσης πολιτείας καί ἑνός καθεστῶτος συναλληλίας>. Μέ ἄλλα λόγια τό ἰσχύον συνταγματικό πλαίσιο ἀναγνωρίζει ρητῶς τό ἐσωτερικό Κανονικό Δίκαιο τῆς Ἐκκλησίας, κατοχυρώνοντας ὅλους τούς Ἱ. Κανονες τούς ὁποίους ὀφείλει νά τηρεῖ ἡ Ἐκκλησία μας ἀλλά καί τή θεσμική συνεργασία μεταξύ Ἐκκλησίας καί Πολιτείας "προκειμένου περί θεμάτων κοινοῦ ἐνδιαφέροντος".

Καί ἡ μεν πολιτική θεωρία γιά τή θέση καί τό διακριτό ρόλο τῆς Ἐκκλησίας μέσα στό κράτος, στηριζόμενη στήν προβολή τῆς λαϊκῆς κυριαρχίας καί στή ἀποδυνάμωση τῆς ἐπιρροῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἐπιδιώκει τήν ἀπώθησή της στό περιθώριο τῶν κοινωνικῶν ἐνδιαφερόντων. Εἶναι χαρακτηριστικό τό φαινόμενο τῶν νεωτέρων νομομαθῶν τῆς θεωρίας τοῦ δημοσίου δικαίου οἱ ὁποῖοι βλέπουν τήν Ἐκκλησία ὡς ἕνα ἀσήμαντο ἐξάρτημα τῆς κρατικῆς μηχανῆς, ἐπειδή πιστεύουν ὅτι "τό μεταμεσαιωνικό, μεταβυζαντινό καί μεταοθωμανικό κράτος... δέν ἔχει περιθώρια μεταφυσικῶν καί ἐσχατολογικῶν προβληματισμῶν. Δέν ἔχει περιθώρια νά ἐμπλέκεται σέ θεολογικές ἔριδες......." (Κ. Μπέης, στήν "Ἐλευθεροτυπία " ἔνθ. ἀνωτ. ). Ὅμως τό οὐσιῶδες στήν περίπτωση αὐτή δέν εἶναι τόσο οἱ θεωρητικές συλλήψεις τῶν ἐκσυγχρονιστῶν, ἀλλά ἡ ἰσχύουσα καί συνεχῶς διευρυνόμενη πνευματική ἐπιρροή τῆς Ἐκκλησίας ἤ καί τῆς θρησκείας γενικώτερα στό λαό, γεγονός πού καμμία πολιτική ἐξουσία δέν εἶνα σέ θεση νά ἐξουδετερώσει. Καί αὐτό εἶναι ἐκεῖνο πού πρέπει νά μας ἀπασχολήσει ὡς ὑπεύθυνους ποιμένες τοῦ λαοῦ. Ἡ σύγχρονη πολιτική θεωρία, ἡ ὁποία συνδέει ὅλες τίς ἐξουσίες μέ τήν ἀρχή τῆς λαϊκῆς κυριαρχίας, δέν εἶναι πρόθυμη νά ἀναγνωρίσει ἤ νά δεχθῆ de facto τήν παραδοσιακή καί οὐσιαστική θέση ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι φορέας πρωτογενοῦς καί αὐτοτελοῦς πνευματικῆς ἐξουσίας, μέσα στήν χριστιανική Κοινωνία. Καίὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν ἀσκεῖ κανενός εἴδους κρατική ἐξουσία. Ἡ σύγκρουση αὐτή τή στιγμή δέν εἶναι μεταξύ κρατικῆς δυνάμεως καί ἐκκλησιαστικῆς ἐξουσίας, ὅπως θέλουν νά τήν παρουσιάσουν (Βλ. " Ἐλευθεροτυπία" 18.8.00), εἶναι μεταξύ Διαφωτιστῶν καί τῶν πιστῶν τῶν ἐθνικοθρησκευτκῶν μας παραδόσεων. Διότι ἡ Ἐκκλησία ἐμμένει στήν παραδοσιακή της θέση καί διαλέγεται μέ τήν ἑκάστοτε Πολιτεία στά πλαίσια τῆς ἀρχῆς τῶν δύο παραλλήλων ἤ καί ἰσοτίμων θεσμῶν. "Ἡ διαφορετική αὐτή προσέγγιση τῶν θεωρητικῶν προϋποθέσεων τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας προκαλεῖ συγχύσεις ὄχι μόνο στήν περιγραφή τῶν πράγματι διακριτῶν τους ρόλων, ἀλλά καί στήν κατανόηση τῆς ἰδιαιτερότητας τῆς ἀναφορᾶς τους στήν κοινωνία, ἡ ὁποία γίνεται πάντοτε ὁ δέκτης τῶν συνεπειῶν κάθε συγχύσεως" (Βλ. Φειδᾶς στήν " Ἐλευθεροτυπία " 5.8.2000).

Κατά ταῦτα, ἡ μέν σύγχρονη κρατική ἐξουσία ὁραματίζεται ἕνα κράτος χωρίς θρησκεία, μία κοινωνία χωρίς Θεό καί ἕνα πολίτη χωρίς θρησκευτική πίστη. Καί θά ἀγωνισθῆ νά ἐπιβάλει τό σχῆμα αὐτό καί στή χώρα μας μέ τήν ἐπίκληση τῆς συνταγματικῆς ἀρχῆς τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας. Ἡ δέ Ἐκκλησία θά δοκιμάζεται κάθε φορά πού θά πλήττεται ἀπό τίς ἐπιδιώξεις τῶν ἀρνητῶν, πού συνοδεύονται ἀπό ἔντεχνη καί ἄδικη κριτική γιά τή μέχρι τώρα πορεία της. Ὅμως, ἡ Ἐκκλησία διαθέτει πρωτογενῆ αὐτοδυναμία καί δέν θά πρέπει νά ἐξαρτᾶ τήν ὕπαρξη καί ἐπιβίωσή της ἀπό τή βοήθεια τῆς Πολιτείας. Ἡ δύναμή της δέν εἶναι οὔτε τά χρήματα, οὔτε οἱ ἐγκόσμιες δόξες, οὔτε ἡ ἐξουσία. Ἡ δύναμή της εἶναι ὁ Κύριός της. Ἔχει πλειστάκις λεχθῆ στήν αἴθουσα αὐτή ὅτι, ἐάν ἡ Ἐκκλησία δέν στέργει στόν χωρισμό της ἀπό τήν Πολιτεία, τοῦτο πράττει χάριν τοῦ λαοῦ καί τοῦ ἔθνους καί ὄχι χάριν εὐτελῶν καί ἐφήμερων στόχων. Ὡστόσο, δέν θά πρέπει νά λησμονεῖται τό γεγονός ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔζησε καί ὡς κατατρεγμένη θρησκεία ἀπό τόν ὀθωμανό δυνάστη ἀλλά καί παλαιότερα ὡς ἀπηγορευμένη θρησκείαα στή ρωμαϊκή αὐτοκρατορία καί πέτυχε παρά τίς ἀντιξοότητες νά κυριαρχήσει στή κοινωνία τοῦ ἑλληνο-ρωμαϊκοῦ κόσμου. Αὐτή ἡ ἐντυπωσιακή πνευματική σχέση τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν κοινωνία καί τό λαό εἶναι ἡ μετά Θεόν δύναμή της, καί αὐτό οἱ μέν θεωρητικοί τοῦ δικαίου μπορεῖ νά τό ἀγνοοῦν ἤ νά μή τό ἀξιολογοῦν ὀρθά, ὅμως ἡ πολιτική ἡγεσία, σέ ἀναφορά μέ τόν συγκεκριμένο λαό, δέν δικαιοῦται νά τό ἀγνοεῖ, γιατί τότε ἀποδεικνύει ὅτι εὑρίσκεται σέ τραγική διάσταση ὄχι μόνο μέ τήν ἱστορία, ἀλλά καί μέ τή σημερινή πραγματικότητα. Τό νά εἶναι κανείς μέλος τῆς Ἐκκλησίας σημαίνει νά μετέχει τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, νά εἶναι συνόμιλος τῶν ἁγίων, νά ἀναπνέει τήν ἀτμόσφαιρα τοῦ οὐρανοῦ, νά πάσχει τά θεῖα.

10- Οἱ ἀντιδράσεις τῶν ἐκκλησιαστικῶν προσώπων τώρα ὑπῆρξαν ποικίλες. Ἀπό ἐπιτυχεῖς μέχρι αὐτοσχέδιες οἱ πλεῖστες, ἀνοργάνωτες ἤ καί ἐν πολλοῖς βλαπτικές.

Ἄς ἀρχίσω ἀπό τούς Σεβασμιωτάτους καί λίαν ἀγαπητούς Ἱεράρχες. Τήν ὥρα πού ἡ Ἐκκλησία δέχεται τόσο λυσσαλέα καί σαφῶς ὠργανωμένη ἐπίθεση τό νά δίδονται συνεντεύξεις καί νά γίνονται δηλώσεις μέ στόχο τήν προβολή τῆς διαφωνίας στά συζητηθέντα στήν ἔκτακτη ΙΣΙ ζητήματα δέν εἶναι κάτι πάντοτε ἐποικοδομητικό. Ἀντιθέτως, τίς περισσότερες φορές τροφοδοτεῖ μέ "ἀξιοπιστία" τήν ἀντιεκκλησιαστική προπαγάνδα καί τήν ἀδηφάγο διάθεση συγκεκριμμένων κατά τῆς Ἐκκλησίας ΜΜΕ, τά ὁποῖα συχνά ρίπτουν λάδι στή φωτιά καί προκαλοῦν ἐκ τοῦ μή ὄντος σοβαρά προβλήματα, πού καλούμεθα ἐμεῖς στή συνέχεια μέ δυσκολία νά ἀντιμετωπίσουμε. Τέτοια περιστατικά ὑπῆρξαν εὐάριθμα. Ποικίλες ἐξηγήσεις ἐδόθησαν σχετικά. Γιά κάποια κτυπητή περίπτωση ἰσχύει ἀσφαλῶς τό "οὐδείς ἀσφαλέστερος ἐχθρός τοῦ εὐεργετηθέντος ἀχαρίστου". Οἱ διατυπωθεῖσες ἀντίθετα πρός τήν συντριπτική πλειονότητα τῆς Ἱεραρχίας ἀπόψεις κατεγράφησαν ὡς δῆθεν "φωτισμένες" ἀπό τήν ἄλλη πλευρά καί μένουν στήν Ἱστορία. Ὁ ἱστορικός θά τίς ἐκτιμήσει κατ' ἀξίαν καί θά ἀναζητήσει τά κίνητρα τῆς διαφορετικότητας. Ἐγώ ἁπλῶς ἐπισημαίνω τήν ἀρνητική ἀπήχηση πού ἔχουν στό λαό μας ἀπόψεις πού τελοῦν σέ διάσταση μέ τά πιστεύματά του. Καί τήν ὑπονόμευση τοῦ ἀγώνα τῆς Ἱεραρχίας καί ὅλης τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀπό τήν ἄλλη μεριά οἱ περισσότεροι ἐξ ἐκείνων πού ἔλαβαν μέρος σέ δημόσιες ἀπό τηλεοράσεως συζητήσεις ἤ ἐκλήθησαν νά σχολιάσουν τήν ἐπικαιρότητα, ἀνταπεκρίθησαν καλά στό αἴτημα τοῦτο καί ὕστερα ἀπό συνεννόηση μέ τό κέντρο ἔδωσαν σωστές ἀπαντήσεις στά ποικίλα ἐρωτήματα πού τούς ἐτέθησαν, γνωρίζοντες τίς ὑπεύθυνες καί σωστές θέσεις πού ἀκολουθεῖ ἡ κατ' ἐντολήν σας ἀναλαβοῦσα τήν εὐθύνη ἡγεσία. Ὑπῆρξαν βέβαια, ὡς προανέφερα, καί περιπτώσεις κατά τίς ὁποῖες ἄλλοι ἐπροτίμησαν νά μείνουν στίς δικές τους αὐτόνομες ἐκτιμήσεις, ἀντιπαραβαλλόμενοι μέ τήν Ἱεραρχία καί καλλιεργοῦντες κλῖμα ἡττοπάθειας, ἤ ἄλλοι ὑπερέβησαν τά ἐσκαμμένα μέ ὀξύτητα πού προκάλεσε δυσμενεῖς γιά τήν Ἐκκλησία ἀντιδράσεις. Σ' αὐτές τίς περιπτώσεις, καί παρά τήν ἀντίθετη ἐπιθυμία μας, ἀναγκασθήκαμε νά προβοῦμε σέ πυροσβεστικές δηλώσεις γιά νά προλάβουμε μεγαλύτερα λάθη. Αὐτή βεβαίως δέν ὑπῆρξε καί ἡ εὐτυχέστερη ἡμέρα μας, διότι ἀπό τή φύση μας δέν ἐπιθυμοῦμεν οὔτε νά διορθώνουμε τούς Ἱεράρχες, οὔτε νά συνιστῶμεν τά δέοντα. Ἡ ἀνάγκη νά προληφθοῦν χειρότερα πράγματα μᾶς ἀνάγκαζε νά ἐπεμβαίνουμε πάντοτε μέ ἀγάπη καί μέ τό ἐπιβαλλόμενο ἦθος καί μέ εὐπρέπεια. Ἐγράφη μάλιστα ὅτι σκοπίμως τά ΜΜΕ ἐπέλεγαν ὡς συζητητές ἱερωμένους, "οἱ ὁποῖοι ἐτίθεντο πρό πεπειραμένων καί κυρίως διαβασμένων <ἀθεϊστῶν> προκειμένου νά γελοιοποιηθῆ ἡ ὑπόθεση τῆς Ἐκκλησίας " (Βλ. Ἀλ. Κατσαντώνη στόν "Ἐλεύθερο Τύπο"). Φοβοῦμαι ὅτι ἔχουμε δώσει τήν ἐντύπωση ἑνός χώρου, ὅπου ὁ καθένας ἐν ὀνόματι τῆς ἐλευθερίας μπορεῖ νά κάνει καί νά λέγει ὅ,τι θέλει, χωρίς νά ἐρωτᾶ κανέναν. Ἡ πρόσφατη κρίση ἔφερε στό προσκήνιο πέραν αὐτοῦ καί τήν ἔλλειψη ἐπαρκῶν ἱκανῶν καί σοβαρῶν στελεχῶν μας, πού εἶναι σέ θέση νά ὑπερασπισθοῦν τίς ἀπόψεις τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλα δείχνουν ὅτι καί στόν τομέα αὐτόν πρέπει νά ὀργανωθοῦμε καλύτερα καί νά ἀποφασίσουμε ὅλοι νά πειθαρχοῦμε στίς θέσεις τῆς Ἱεραρχίας καί τίς ὁδηγίες τῆς Ἱ. Συνόδου, πού χαράσσει τήν πολιτική τῆς Ἐκκλησίας καί ἔχει τήν εὐθύνη διαχείρισης κάθε ζητήματος. Νομίζω ὅτι πρέπει νά δημιουργηθῆ μία Ἐπιτροπή Ἐπικοινωνιακῆς Στήριξης τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία νά στελεχωθῆ μέ ἄρτια καταρτισμένους κληρικούς καί λαϊκούς καί μέ τήν ὁποία νά συνεργάζονται ὅσοι καλοῦνται νά ἐμφανισθοῦν στά ΜΜΕ.

11-Εἶναι δεδομένο τό πρακτικό μας κόστος, ἐπειδή ἡ ἀντίθεσή μας εἶναι μέ τήν κυβέρνηση, ἀπό τήν ὁποίαν ἐξαρτῶνται ἐν πολλοῖς μερικά σοβαρά ζητήματα τῆς ἐπίγειας πορείας τῆς Ἐκκλησίας, ὡς δρῶντος ὀργανισμοῦ. Μέ δεδομένο τήν πίστη μας δέν θά ἔπρεπε κἄν νά ἀναφέρουμε αὐτή τή διάσταση τῆς κρίσεως. Δέν θά πρέπει, μέ ἄλλα λόγια, νά μᾶς ἐνδιαφέρει τό κόστος πού καλούμεθα νά πληρώσουμε γιά τή στάση μας. Ὅταν τή στάση μας αὐτή τήν ὑπαγορεύει ἡ συνείδησή μας, ἡ ἀποστολή μας, ἡ εὐθύνη μας. Δέν νομίζω ἐπί πλεον ὅτι στό βωμό τῶν οἱωνδήποτε ὑλικῶν ἤ ἄλλων ἐνδιαφερόντων μας θά ἔπρεπε νά θυσιάσουμε τά πιστεύματά μας καί τό δίκαιό μας. Οἱ ἄνθρωποι καί οἱ ἀποφάσεις των ἔρχονται καί παρέρχονται. Ἐμεῖς τώρα ἔχουμε πλήρη τήν αἴσθηση ὅτι γράφουμε ἱστορία καί πρέπει μέ ἀκμαῖο τό ἠθικό μας νά συνεχίσουμε τόν ἀγῶνα τόν καλόν, ἀναλαμβάνοντες βέβαια καί τίς ἀνάλογες εὐθύνες μας. Ἤδη ἐπί 4 μῆνες τώρα πολλά ἄλλα θέματα τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν παραμερισθῆ καί λιμνάζουν. Πρόκειται κυρίως γιά θέματα, ἡ ἐπίλυση τῶν ὁποίων ἐξαρτᾶται καί ἀπό τή σύμπραξη τῆς Κυβερνήσεως. Ἕτοιμα νομοσχέδια πού ἔχουμε ἀπό κοινοῦ ἐπεξεργασθῆ δέν προωθοῦνται, ἄλλα δίκαια αἰτήματά μας δέν συζητοῦνται, παλαιότερα θέματα ἔχουν παγώσει. Γενικά, ὑπάρχει μιά τεχνητή καί προκατασκευασμένη ἀτμόσφαιρα πού δέν διευκολύνει τήν προώθηση τῶν ζητημάτων. Βέβαια, ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς κρίσεως γιά τίς ταυτότητες διάφοροι ἐκπρόσωποι τῆς Κυβέρνησης, σέ ἀπάντηση τοῦ αἰτήματός μας γιά διάλογο περί τῶν ταυτοτήτων,ἐδήλωσαν αὐταρχικά καί ἀλαζονικά ὅτι ἡ κυβέρνηση τό ζήτημα μέν τῶν ταυτοτήτων δέν τό συζητεῖ, εἶναι ὅμως πρόθυμη νά συζητήσει ὅλα τά ἄλλα. Δέν εἶναι γνωστό βέβαια τί ἐννοεῖ ἡ Κυβέρνηση μέ τήν προθυμία της νά συζητήσει μαζί μας ὅλα τά ἄλλα θέματα. Θέλουμε νά πιστεύουμε ὅτι οἱ δηλώσεις αὐτές ἀναφέρονταν στά θέματα πού εἴχαμε θέσει στό νέο τότε Ὑπουργό Παιδείας κατά τήν ἐθιμοτυπική του ἐπίσκεψη στό Γραφεῖο μας τήν 17.5.00. Στήν πρόσκληση αὐτή ἐμεῖς, ἐδηλώσαμε ὅτι τό κατ' ἐξοχήν θέμα γιά τό ὁποῖο ζητούσαμε διάλογο μέ τήν κυβέρνηση ἦταν αὐτό τῶν ταυτοτήτων, γιά τό ὁποῖο διεξήγετο ὁ ἀγώνας μας. Καί τό ἐδηλώσαμεν προφορικῶς ἀρχικά καί μέ Δελτίο Τύπου τῆς 16.8.00 ἀργότερα, διευκρινίζοντας ὅτι τά ὑπόλοιπα θέματα, πλήν τοῦ τῶν ταυτοτήτων, εἶναι ἄσχεται πρός τό θέμα τοῦ αἰτουμένου διαλόγου καί ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἐπιθυμεῖ τή συνεργασία μέ τήν κυβέρνηση χωρίς τήν παραίτησή της ἀπό τήν πάγια θέση της γιά τίς ταυτότητες. Ἡ στάση μας αὐτή ὑπαγορεύθηκε ἀπό τήν αὐστηρή διάθεση νά μή ἐμφανισθῆ ἡ Ἐκκλησία ὡς εὐτελής παράγων τῆς ἐθνικῆς ζωῆς πού "παζαρεύει" τίς ἀρχές της καί τή βαθειά ἀγωνία της καί τήν ταυτότητα τοῦ ἔθνους τῶν Ἑλλήνων, μέ τά ὅποια ὑλικά ἤ ἄλλα ἐνδιαφέροντά της . Ἡ σαφής, ἑπομένως, αὐτή δήλωσή μας ἦταν μιά στάση εὐθύνης καί συνέπειας, ἡ ὁποία μᾶς ἔχει δικαιώσει.

Παρά ταῦτα καί ἐφ' ὅσον κυριαρχήσουν οἱ ἐντός τῆς κρατικῆς ἐξουσίας ἐκδικητικές ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας δυνάμεις, αὐτή θά πρέπει ἀπό τοῦδε νά εἶναι ἕτοιμη νά ἀντιμετωπίσει τό ὅποιο κόστος. Ὅπως ἤδη ἐλέχθη, ἄρχισε σκόπιμη καί κατευθυνόμενη συζήτηση στίς ἐφημερίδες γιά τήν τύχη τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, προφανῶς πρός ἐκβιασμό μας, ἐτέθη ἀστόχως ἀπό ἀδελφόν Ἱεράρχην τό ζήτημα ἐπιβολῆς διά νόμου ὁρίου ἡλικίας πρός ἐκφοβισμόν τῶν γηραιοτέρων Ἀρχιερέων, ἠκούσθη ἡ ἀδέσποτη φήμη ὅτι θά ἀπορρίπτονται τά αἰτήματα τῆς Ἐκκλησίας γιά συμμετοχή της σέ ἀναπτυξιακά προγράμματα τῆς Ε.Ε. καί ἄλλα πολλά χαμερποῦς μεθοδολογίας, γελοῖα καί ἀνόητα. Ὅλα αὐτά ἐντάσσονται στό πλαίσιο τοῦ ψυχολογικοῦ πολέμου, τοῦ ἀνέντιμου πολέμου πού διεξάγεται κατά τῆς Ἐκκλησίας μέ τή διοχέτευση καί χρήση συκοφαντιῶν καί ἀμετροεπειῶν, ψευδῶν καί ἄλλων χυδαιοτήτων καί ἀθλιοτήτων. Ὅμως στίς πολιτισμένες χῶρες τά δικαιώματα τῶν πολιτῶν δέν πρέπει νά ἐξαρτῶνται ἀπό τήν καλή ἤ τήν κακή διάθεση τῶν κάθε φορά κυβερνώντων, πού καί αὐτοί εἶναι περιοδικοί διαχειριστές τῆς ἐξουσίας τοῦ Λαοῦ. Κατά τόν διάσημο σύγχρονο φιλόσοφο Κάρλ Πόππερ ἡ σύγχρονη δυτική δημοκρατία συνίσταται στό ὅτι καί ἡ πολιτική ἐξουσία δέν εἶναι ἀνεξέλεγκτη, οὔτε μπορεῖ νά ἐνεργεῖ κατά τή θητεία της αὐταρχικά. Ἡ διαφορά μας μέ τή πολιτική ἐξουσία εἶναι ὅτι αὐτή μέν σχεδιάζει μέ προοπτική τετραετίας, ἐνῶ ἐμεῖς μέ προοπτική αἰωνιότητας. Τελειώνοντας στό σημεῖο αὐτό θά ἤθελα πρός πᾶσαν κατεύθυνσιν νά ὑπενθυμίσω ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐπέζησε καί χωρίς πακέττα Ντελόρ ἤ Πρόντι καί χωρίς τίς ὅποιες καλές ἤ κακές διαθέσεις τῶν κρατούντων ἐπί 20 αἰῶνες.

12 - Πρίν ἀναφερθῶ στούς προβληματισμούς πού προκύπτουν ἀπό τίς διαπιστώσεις, ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ νά δώσω ὡρισμένες ἀπαντήσεις σέ παρατηρήσεις πού ἔγιναν πάνω στή στάση τῆς Ἐκκλησίας γενικά καί τοῦ Ἀρχιεπισκόπου εἰδικότερα.

α) Εἶπαν ὡρισμένοι ὅτι δέν ἔπρεπε νά ἔχουμε καλές σχέσεις προεκλογικά μέ τήν κυβέρνηση, γιατί αὐτή τίς ἐκμεταλλεύθηκε γιά νά κερδίσει πάλι τίς ἐκλογές καί στή συνέχεια ἀπεκάλυψε τό ἀληθινό της πρόσωπο. Πρέπει νά πῶ ὅτι κατ' ἀρχήν ἡ Ἐκκλησία εἶναι καί ὀφείλει νά εἶναι ἀπροσωπόληπτη καί νά δείχνει ἰσότιμα τήν ἀγάπη πρός κάθε κατεύθυνση. Αὐτό καί ἔπραξε. Δέν ξεχωρί-σαμε τό ΠΑΣΟΚ ἀπό τή Ν.Δ., οὔτε ἀπό τό ΔΗΚΚΙ ἤ τό ΚΚΕ, κόμματα πού καί προεκλογικά ἔδειξαν τόν σεβασμόν τους ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι βέβαια ἀληθές ὅτι δέν ἐθέσαμε προεκλογικά τά κόμματα ἐνώπιον τῶν εὐθυνῶν τους καί δέν ἐζητήσαμε ἀπό αὐτά ἐπισήμως νά λάβουν σαφῆ θέση πάνω σέ φλέγοντα προβλήματα τοῦ καιροῦ μας, πού ἐνδιέφεραν καί τήν Ἐκκλησία. Ὅμως δέν εἴχαμε καί καμμία σοβαρή ἔνδειξη περί τοῦ ἀντιθέτου. Ἐλέχθη ὅτι στό ζήτημα τῶν ταυτοτήτων ὁ Ὑπουργός Ἐξωτερικῶν κ. Γ. Παπαν-δρέου εἶχε λάβει θέση κατά τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος. Δέν εἶναι βέβαια μόνο αὐτό. Πρίν ἀπό τίς ἐκλογές ὁ ἴδιος Ὑπουργός εἶχε συστήσει μεγάλη ἐπιστημονική Ἐπιτροπή, στήν ὁποία μετεῖχε καί ὁ κ. Σταθόπουλος ὡς Πρόεδρος, μέ σκοπό τήν εἰσήγηση στήν κυβέρνηση περί τῶν ληπτέων μέτρων γιά τήν ἐξασφάλιση πλήρους θρησκευτικῆς ἐλευθερίας στήν Ἑλλάδα. Καί περί μέν αὐτῆς τῆς δευτέρας περιπτώσεως κατά τινα ἐπίσκεψη τοῦ Ὑπουργοῦ στό Γραφεῖο μας διαμαρτυρηθήκαμε ἐντόνως γιά τόν ἀποκλεισμό ἀπό τήν Ἐπιτροπή αὐτή ἐκπροσώπου τῆς Ἐκκλησίας, καί ἐλάβαμε τήν διαβεβαίωση τοῦ Ὑπουργοῦ ὅτι θά διορθώσει τήν παράλειψη. Πράγματι, τό ἔπραξε καί ἐμεῖς ὑπεδείξαμεν τόν κ. Ἀν. Μαρῖνον, Ἀντιπρόεδρον τοῦ Σ.τ.Ε., ὁ ὁποῖος καί μέ συμπληρωματική ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργοῦ συμπεριελήφθη μέν στήν Ἐπιτροπή, ἀλλά καί μέ ἐμπεριστατωμένη εἰσήγησή του, τήν ὁποίαν προσυπέγραψαν καί ἄλλα δύο μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς, ἀμφισβήτησε κατά τήν πρώτη συνεδρία τήν νομιμότητά της, μέ ἀποτέλεσμα νά μή κατορθώσει νά συνεχίσει τό ἔργο της ἡ Ἐπιτροπή αὐτή. Γιά δέ τό πρῶτο θέμα τῶν δηλώσεων τοῦ κ. Ὑπουργοῦ περί ταυτοτήτων, συνεζητήσαμεν ἐκτενῶς στήν ΔΙΣ, ἡ ὁποία ἀπεφάσισε λόγῳ τῆς τότε διανυομένης προεκλογικῆς περιόδου νά μή ἐκδηλωθῆ ἡ ἀντίθεση τῆς Ἐκκλησίας προκειμένου νά μή τραυματίσουμε ἕνα ἐξέχοντα πολιτικό καί νά μή κατηγορηθοῦμε ὅτι ἀναμειγνυόμεθα στήν πολιτική. Παραλλήλως εἴχαμε διαβεβαιώσεις ἀπό ἄλλους κυβερνητικούς παράγοντες ὅτι οἱ δηλώσεις ἐκεῖνες ἐξέφραζαν μόνο προσωπικές ἀπόψεις τοῦ κ. Ὑπουργοῦ, τίς ὁποῖες πιστέψαμε, γιατί δέν νομίσαμε ὅτι ἔπρεπε νά θέσουμε ἐν ἀμφιβόλῳ τήν ἀξιοπιστία τους. Ἡ ἐκ τῶν ὑστέρων καί μετά τίς ἐκλογές ἀλλαγή στάσεως ἀπό τήν κυβέρνηση θίγει τήν ἴδια, ἀποκαλύπτει τήν προσπάθεια παραπλάνησής μας καί τήν ἐκθέτει στά μάτια τοῦ κόσμου.

β) Ἐλέχθη, ἐπίσης, μέ φεουδαρχική περί Κράτους ἀντίληψη ὅτι τό θέμα τῆς ἀναγραφῆς ἤ μή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες εἶναι τῆς ἀποκλειστικῆς ἁρμοδιότητος τῆς κυβερνή-σεως καί οὔτε ἡ Ἐκκλησία, οὔτε κάποιος πολίτης δικαιοῦνται νά ἔχουν λόγον. Μάλιστα ἑρμήνευσαν τήν ἐπιμονή μας νά κάνωμε διάλογο μέ τήν κυβέρνηση γιά τό ζήτημα αὐτό ὡς ἀξίωση συγκυ-βέρνησης. Ἄν καί ἐδόθη ἐπανειλημμένως ἀπάντηση στό σόφισμα αὐτό, πού καταρρέει ἀφ' ἑαυτοῦ του μόλις σκεφθῆ κανείς ὅτι λίγες μόνον ἑβδομάδες μετά τήν πεισματώδη ἄρνηση τῆς κυβέρνησης νά διαλεχθῆ μαζί μας, ἡ ἴδια κυβέρνηση καλεῖ σέ κοινωνικό διάλογο τά συνδικάτα τῶν ἐργαζομένων καί τούς φορεῖς τῶν ὑπαλλήλων γιά τό θέμα τῆς μεταβολῆς τῶν ἐργασιακῶν σχέσεων, χωρίς μέ τοῦτο νά βαπτίζονται ἡ ΑΔΕΔΥ καί ἡ ΓΣΕΕ σέ... συγκυβερνῆτες. Πάντως ἡ ἄποψη περί συγκυβέρνησης εἶναι καινοφανής καί ἔρχεται σέ ἀντίθεση καί μέ τή συμφωνία πού εἴχαμε συνάψει μέ τόν κ. Ὑπουρ-γό Παιδείας καί μέ ὅσα μᾶς εἶχε διαβεβαιώσει ἡ Ὑπουργός κ. Β. Παπανδρέου. Ὅταν γιά κάθε σοβαρό ἤ μή ζήτημα ἡ κυβέρνηση ἐπιδιώκει τήν πιό εὐρεῖα λαϊκή συναίνεση εἶναι ἀπορίας ἄξιο, γιατί τήν ἴδια τακτική ἀρνήθηκε νά ἐφαρμόσει στό ζήτημα τῶν ταυτο-τήτων, καί μάλιστα μᾶς κατέκρινε ρίχνοντας τή σκιά ὅτι τάχα ζητοῦμε νά συγκυβερνήσουμε. Σέ ἀπάντηση αὐτῶν ἐγράφη ὅτι τό θέμα δέν ἐπιδέχεται διάλογο, διότι ἀναφέρεται στό δικαίωμα τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας καί ὅτι καί ὅταν ἕνας πολίτης ζημιώνεται ἀπό μία ἀπόφαση, αὐτή δέν πρέπει νά ἐφαρμόζεται. Πρόκειται γιά νομικό ἐξάμβλωμα πού χρησιμοποιοῦν πληθωρικά οἱ ἐνδια-φερόμενοι νά προωθήσουν ἤ νά προστατεύσουν ἤ νά προβάλουν τά δικαιώματα τῶν διαφόρων μειονοτικῶν ἀτόμων, σκυλεύοντες τό σῶμα τῆς δημοκρατίας καί ἀψηφώντας τά συντριπτικά ποσοστά ἐκείνων πού ἐκφράζουν τήν ἄποψη τῆς λογικῆς καί ὄχι τῆς ἐκκεντρικότητας. Καί ὅπως χαρακτηριστικά ἐγράφη στόν τύπο, «πότε προστατεύονται πληρέστερα τά δικαιώματα μιᾶς μειο-νότητας; Ὅταν τό κράτος ἐπιβάλλει στίς μειονότητες νά καμου-φλάρουν καί νά ἀποκρύπτουν τήν ὕπαρξή τους, ἤ ὅταν τό κράτος διαθέτει τό ἄρτιο νομικό πλαίσιο καί ἀποτελεσματική δικαστική καί ἀστυνομική ἐγρήγορση γιά τήν προστασία τους; Ἡ ἀπόκρυψη τοῦ θρησκεύματος στίς ἀστυνομικές ταυτότητες περιορίζει τά ἐνδε-χόμενα νά περιθωριοποιεῖται κοινωνικά μιά θρησκευτική μειονό-τητα; Ἄν τό κράτος πιστεύει σέ μιά ἰσονομία πού ἐξασφαλίζεται ὄχι μέ τήν ἐφαρμογή τοῦ Δικαίου, ἀλλά μέ τό καμουφλάρισμα καί τήν ἀπόκρυψη, τότε γιατί δέν ἑλληνοποιεῖ καί τά ὀνόματα τῶν μειονοτικῶν ἤ δέν καταργεῖ τίς ἰδιάζουσες ἀμφιέσεις τους;» (Χρ. Γιανναρᾶς, στήν "Καθημερινή" 17-9-00). Οἱ πολιτικές ἐλευθερίες πού ἰσχύουν στή χώρα μας δέν δικαιολογοῦν τή λήψη τοῦ μέτρου τῆς διαγραφῆς τοῦ θρησκεύματος γιά λόγους ἀποτροπῆς διακρίσεων σέ βάρος τῶν μειονοτήτων. Μόνον ἀφελεῖς ἤ ἐπιτήδειοι δημαγωγοί μπορεῖ νά ὑποστηρίζουν τό ἀντίθετο. Ἀλλά ὑπάρχει καί μιά ἄλλη διάσταση. Τί θά πρέπει νά γίνει, ὅταν μία ἀπόφαση ζημιώνει ἑκατομμύρια ἄλλους πολίτες; Γιατί ἡ λύση πού ἐπελέγη γιά τή διαγραφή τοῦ θρησκεύματος, ἐνῶ ἱκανοποίησε ἴσως μιά μικρή μειονότητα ἑτεροδόξων, ἀθέων ἤ καί ἀλλοθρήσκων Ἑλλήνων πολιτῶν, ἔχει δυσαρεστήσει μιά ἄλλη ἀσυγκρίτως πολύ μεγαλύτερη πλειονοψηφία, ἐπίσης, Ἑλλήνων ὀρθοδόξων πολιτῶν, πού θεωροῦν ὅτι μέ τή διαγραφή τοῦ θρησκεύματος καί τῆς ἐθνικότητός των πλήττεται ἡ προσωπικότητά των καί ἡ παράδοσή των; Τό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες μᾶς ἐνδιαφέρει ἄμεσα. Τό ζήτημα δέν εἶναι ἄν θά μᾶς ζητηθοῦν ταυτότητες στόν ἄλλο κόσμο, ἀλλ' ἐάν πρέπει ἤ ὄχι νά διαμαρτυρόμεθα, ὅταν μέ μία ἀντιδημοκρατική καί παράνομη κυβερνητική ἀπόφαση θίγεται ἡ πίστη μας καί ἡ παράδοσή μας. Ἡ ἐπί γῆς ὑπογραφή τοῦ ἐν οὐρανοῖς ἀπογεγραμμένου ὀνόματός μας ἀποτελεῖ ὁμολογία πού τελεῖται μέν ἐν χρόνῳ, ἐπισυμβαίνει δέ ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ. Καί ἐπειδή ἀντιλέγουν κάποιοι ὅτι αὐτή τήν ὁμολογία δέν ἔχει ὑποχρέωση τό κράτος νά τήν προβάλλει, ἀπαντοῦμε ὅτι ἄλλη ἀσφαλῶς σημασία ἔχει ἡ μή ἐξ ὑπαρχῆς ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στά Διαβατήρια, καί ἄλλη ὁ ἐξοστρακισμός τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες. Στήν πρώτη περίπτωση εἶναι κάτι πού οὐδέποτε ὑπῆρχε. Ἐδῶ ὑπάρχει καί διαγράφεται. Δέν εἶναι τό ἴδιο. Τό θέμα τῶν ταυτοτήτων γενικά εἶναι ἁρμοδιότητα τῆς κυβέρνησης, ἀπό τή στιγμή ὅμως πού ὑπάρχει τό θρήσκευμα καί ἀφαιρεῖται γίνεται ὑπόθεση τοῦ πιστοῦ λαοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας. Ἐμεῖς, πιστεύοντας στήν ἀξία τῶν ἐλεύθερων ἐπιλογῶν μιᾶς σύγχρονης κοινωνίας ζητήσαμε νά εἶναι προαιρετική ἡ ἀναγραφή. Αὐτή ἡ πρόταση δέν θίγει κανένα. Οὔτε εἶναι ἀληθές ὅτι τάχα ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος ὁδηγεῖ σέ δυσμενεῖς διακρίσεις σέ βάρος ἀλλοθρήσκων καί ἑτεροδόξων. Καί ἀξίζει ἐδῶ νά σᾶς μεταφέρω τήν ἐμπειρία πού ἀπεκόμισα κατά τήν ἐπίσκεψή μου στόν Ὑπουργό Δικαιοσύνης τοῦ Ἰσραήλ, κατά τήν πρόσφατη ἐκεῖ μετάβασή μου, ὅταν, συζητουμένου τοῦ ἰδίου θέματος, ἐκεῖνος μοῦ ἐπέδειξε τήν προσωπική ταυτότητά του, ὅπου ἦταν γραμμένο καί τό θρήσκευμά του. Μέ τό ἴδιο ἐπιχείρημα ἡ κυβέρνηση δέν δέχθηκε νά συνομιλήσει μαζί μας γιά τό θέμα τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν στά Λύκεια. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἐπειδή ὅλα τά θέματα τῆς ἑλληνικῆς ζωῆς εἶναι τῆς ἁρμοδιότητας τῆς κυβέρνησης οὐδέποτε θά πρέπει ἡ Ἐκκλησία νά διεκδικεῖ τό δικαίωμα τῆς ἄλλης ἄποψης. Αὐτά ὅλα εἶναι πρωτοφανῆ, ἀνήκουστα, ἀντιδημοκρατικά. Εἶναι ἕνας ἐκσυγχρονιστικός ὑφέρπων καί κατακριτέος, ἀπορριπτέος δέ πολι-τικός ἀρριβισμός.

γ) Μᾶς ἐλέχθη ὅτι κακῶς ἐπικαλούμεθα ἤ ὁμιλοῦμεν ἐξ ὀνόματος τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, τόν ὁποῖον δέν δικαιούμεθα νά ἐκπροσωποῦμεν, ἐπειδή τό λαό ἐκπροσωποῦν οἱ νομίμως ἐκλεγμέ-νοι ἀντιπρόσωποί του. Βέβαια ἐμεῖς μιλώντας γιά τόν ἑλληνικό λαό δέν σκεφθήκαμε οὔτε γιά μιά στιγμή ὅτι σφετεριζόμεθα τά δημοκρατικά δικαιώματα τῶν ἐκλεγμένων ἀπό τό λαό βουλευτῶν, τούς ὁποίους τιμοῦμε καί σεβόμαστε, οὔτε βέβαια τῆς κυβέρνησης. Ἐάν μιλᾶμε γιά τόν ἑλληνικό λαό ἐννοοῦμε τούς πιστούς τοῦ Κυρίου πού ἀνήκουν στήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας καί δέν ἐννοοῦμε οὔτε τούς ἑτεροδόξους, οὔτε τούς ἀθέους, ἔστω καί ἄν πολλοί ἀπό αὐτούς στηρίζονται σ' ἐμᾶς. Ἀλλ' αὐτοί στήν Ἑλλάδα εἶναι μόλις τό 2-4%. Ἐξαιρουμένων λοιπόν αὐτῶν, ὅλοι οἱ ἄλλοι ἀποτελοῦν μέλη τῆς Ἐκκλησίας καί εἶναι πνευματικά μας τέκνα. Καί ἐξ ὀνόματός των δικαιούμεθα νά μιλᾶμε, καί θά συνεχίσουμε νά μιλᾶμε. Ἐμεῖς δέν ἀπευθυνόμαστε στόν ψηφοφόρο πολίτη, ἀλλά στόν ὀρθόδοξο πολίτη αὐτῆς τῆς χώρας. Ἐμεῖς ἀναβαπτιζόμεθα καθημερινά μέσα στήν ἀγάπη καί τήν ἀποδοχή τοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς κρίνει κάθε μέρα καί ἐπιβεβαιώνει τήν ἐμπιστοσύνη του σέ μᾶς. Ὅσοι εἶπαν ὅτι δέν ἔχουμε τάχα τήν ψῆφο τοῦ λαοῦ, ἤ περιφρονοῦν ἤ δέν γνωρίζουν τό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἐκκλησία χωρίς Ἐπισκόπους καί ἱερό κλῆρο δέν ὑπάρχει, ὅπως δέν ὑπάρχει καί χωρίς λαό. Ἐμεῖς γνωρίζουμε καλά ὅτι ὀφείλουμε σέ ὅλη τή διάρκεια τῆς ζωῆς μας νά εἴμαστε στενά συνδεδεμένοι μέ τό λαό. Δέν μᾶς ψηφίζει μέν ἐκεῖνος, ἀλλά μᾶς ἀξιολογεῖ. Καί αὐτό μᾶς ἀρκεῖ.

δ) Ἠκούσαμεν ἐπίσης ὅτι δέν θά ἔπρεπε νά ἀντιπαρα-ταχθοῦμε πρός μία κυβερνητική ἀπόφαση, διότι ἡ κυβέρνηση ἔχει τή δύναμη νά μᾶς συντρίψει.

Ἀλλοίμονο, ἄν μιά τέτοια λογική ὁδηγοῦσε διαχρονικά τά βήματα τῆς Ἐκκλησίας, τά βήματά μας. Θά ἔπρεπε τότε νά ἐλεγχθοῦν ὡς ἀπαράδεκτα αἰθεροβάμονες καί ρομαντικοί ὅλοι οἱ ὁμολογητές καί οἱ μάρτυρες, οἱ εὐθαρσεῖς χριστιανοί, οἱ ὑπέρ τῆς ἀληθείας καί τῆς δικαιοσύνης ἀγωνιστές, οἱ πατέρες μας καί ὅλη ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία. Καί βέβαια ἐμεῖς δέν δημιουργήσαμε τό πρόβλημα, ἐμεῖς δέν προκαλέσαμε τήν ἔνταση, οὔτε τήν θελήσαμε. Ἐμεῖς διεφω-νήσαμε μέ μία συγκεκριμένη κυβερνητική ἀπόφαση καί διετυ-πώσαμε μέ σαφῆ καί εἰρηνικό τρόπο τή διαφωνία μας. Ζητήσαμε διάλογο καί ἡ κυβέρνηση μέ τρόπο περιφρονητικό τόν ἀπέρριψε. Ἐάν ἐδέχετο τήν πρότασή μας, θά εἴχαμε τήν εὐχέρεια νά ποῦμε τί εἶναι πίστη καί ὁμολογία, τί εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, τί εἶναι ἡ παράδοση, τί εἶναι τελικά ἡ Ἐκκλησία. Ἀκόμη τί σημαίνει ὅτι ἡ Ἑλλάδα ἀνήκει στούς Ἕλληνες, τί εἶναι ἡ ἰδιοπροσωπία τοῦ λαοῦ, τί νόημα ἔχει ἡ ἐθνική ταυτότητα. Καί εἴμαστε βέβαιοι ὅτι θά διεφωτίζαμε τούς συνομιλητές μας. Ζητήσαμε ἐπαφές καί τίς ἀρνήθηκε. Κάνοντας τήν αὐτοκριτική μας λέγω ὅτι τά λάθη μας καί οἱ ἁμαρτίες μας εἶναι ἐμπόδιο στή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Στά σπλάγχνα τῆς δικῆς μας ἁμαρτωλῆς ζωῆς θά πρέπει νά ἀναζητήσουμε τήν αἰτία τῶν καταστάσεων πού μᾶς θλίβουν.

Ζητήσαμε νά ἐκδηλωθῆ εἰρηνικά καί δημοκρατικά ὁ λαός, καί τό ἐπετύχαμε. Μερικοί εἶδαν καί βλέπουν τό μέτρο αὐτό ὡς μή πνευματικό καί μή ὀρθόδοξο, ὡς μιά δυναμική καί διχαστική ἐνέργεια πού δέν ταιριάζει στήν Ἐκκλησία. Ἐμεῖς λέμε ὅτι εἶναι ἕνα εἰρηνικό μέσο διαμαρτυρίας τοῦ λαοῦ γιά κάτι πού θίγει τήν ὀρθόδοξη συνείδησή του. Ποῦ εἶδαν ἐξ ἄλλου οἱ ἐπικριτές μας τήν ἔνταση; Τά ΜΜΕ ἔγραψαν καί εἶπαν περί "ἐντάσεων", περί "ὑψηλῶν τόνων", περί "κλίματος ἀντιπαλότητας". Ὡρισμένοι ἀπό ἐμᾶς, καθώς καί ἡ ταπεινότητά μου, μπορεῖ στόν προφορικό λόγο νά ξεπεράσαμε κάποτε τό ὅριο τῆς ἔξαρσης. Αὐτό εἶναι ἀναμενόμενο, ὅταν κανείς μάχεται ὑπέρ τοῦ δικαίου καί τῆς ἀληθείας. Ὅταν ἀντιμετωπίζει τήν περιφρόνηση πρός τήν Ἱεραρχία καί τήν Ἐκκλησία. Ὅταν ἀντιμετωπίζει τόν αὐταρχισμό καί τήν ἔντεχη κατασυκοφάντηση τῶν θέσεών του. Ὅμως ἡ ΔΙΣ καί ἡ ΙΣΙ ἐπέδειξαν σέ ὅλες τίς ἐνέργειές των ψυχραιμία, εὐπρέπεια, μετριοπάθεια ἀλλά καί συνέπεια καί ἀποφασιστικότητα. Καί τά δύο Σώματα ἐπέδειξαν κατ' ἐπανάληψιν διάθεση καταλλαγῆς καί ἀγάπης. Μιλᾶμε καί ἀπαντοῦμε στίς κατηγορίες πού ἐκτοξεύονται ἐναντίον μας. Ἄν δέ τό ἐπράτταμε θά συντελούσαμε στήν ἐπικυριαρχία τοῦ ψεύδους καί τῆς παραπλάνησης. Καί θά ἐδείχναμε δειλία καί ἀτολμία. Ὡρισμένα ΜΜΕ, κηδεμονευόμενα ἀπό τούς ἐντολεῖς τους, μεταδίδουν ἐπιλεκτικά μικρά ἀποσπάσματα ἐκ τῶν λόγων μας γιά νά δικαιολογοῦν τούς ἠχηρούς καί πομπώδεις τίτλους πού χρησιμοποιοῦν πρός ἐντυπωσιασμό τῶν ἀναγνωστῶν των. Ἡ μέθοδος εἶναι παλαιά. Στά χρόνια τοῦ βυζαντινοῦ αὐτοκράτορα Λέοντος τοῦ Ἀρμενίου, οἱ ἄνθρωποί του παρα-κολουθοῦσαν τούς λόγους τοῦ ὁμολογητῆ Πατριάρχη Γερμανοῦ, πού ἠρνεῖτο νά ὑποκύψει στίς εἰκονομαχικές ἀπόψεις τοῦ βασιλέως, "εἰ που τοῦτον εὕροιεν κατά τῆς βασιλείας αὐτοῦ ποιούμενον ἵν' ὡς φατριαστήν καί οὐχ ὡς ὁμολογητήν καθέλῃ τοῦ θρόνου, ἔχων εἰς τοῦτο σύμμαχον καί συμμέτοχον Ἀναστάσιον, μαθητήν καί σύγκελλον αὐτοῦ" (P.G. τ. 108, σ. 821-823).

Ἀντιστεκόμαστε στήν κυβερνητική ἀπόφαση περί τῶν ταυτοτήτων μέ τό ὅποιο κόστος τοῦτο συνεπάγεται γιά μᾶς προσωπικά καί γιά τήν Ἐκκλησία, ἐπειδή πιστεύουμε στό δίκαιο τοῦ ἀγώνα μας. Γιά μᾶς καί γιά τήν Ἐκκλησίαν μας "καί πῦλαι Ἅδου οὐ κατισχύσου-σι". Αὐτό καί τό πιστεύουμε καί τό κηρύσσουμε καί ἡ ἱστορία 2000 χρόνων τό ἐπιβεβαιώνει.Ἡ κοσμική ἐξουσία μπορεῖ πρός στιγμήν νά φαίνεται ὅτι ὑπερέχει καί ὅτι νικᾶ τήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἅγιοι καταδιωχθέντες ἀπό τούς ἰσχυρούς τῆς ἐποχῆς των "ἔδοξαν ἐν ὀφθαλμοῖς ἀφρόνων τεθνάναι καί ἐλογίσθη κάκωσις ἡ ἔξοδος αὐτῶν καί ἡ ἀφ' ἡμῶν πορεία σύντριμμα". Ὅμως τά φαινόμενα εἶχαν ἀπατήσει. Καί οἱ φαινομενικά ἐξουδετερωθέντες, τελικά ἀνε-δείχθησαν νικητές.

ε) Μᾶς προσάπτουν τήν κατηγορία ὅτι πολιτικολογοῦμε, ὅτι ὁ λόγος μας εἶναι πολιτικός.

Ἀπαντοῦμε, ναί ὁ λόγος μας εἶναι πολιτικός μόνο μέ τήν ἀρχαιοελληνική ἔννοια τοῦ ὅρου, οὐδέποτε ὑπῆρξε κομματικός. Ὁ λόγος μας εἶναι κύρια καί πρωταρχικά πνευματικός. Εἶναι λόγος σωτήριος, λόγος ἀγάπης. Ἀλλά ἐν ταὐτῷ εἶναι καί λόγος πού δέν μένει ἀσυγκίνητος ἀπό τήν κοινωνική καθημερινότητα. Ὁ λόγος εἶναι λόγος κοινωνικός, βαθύτατα ἀνθρώπινος καί ἀφυπνιστικός. Ὅπως ἀκριβῶς ἦταν ὁ λόγος τοῦ Κυρίου, τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν μεγάλων Πατέρων κλπ. Θεωρῶ ὅτι ὁ λόγος ὅλων μας εἶναι ἐκκλησιαστικός καί θεολογικός, δηλ. διεισδυτικός σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς. Δέν εἴμεθα μονοφυσίτες γιά νά ἀσχολούμεθα στενά μόνον μέ τήν ψυχή μας, ἀγνοώντας ὅλα τά ἄλλα μεγάλα θέματα πού συνάπτονται μέ τήν ἐπίγεια ζωή μας. Θέματα, ὅπως ἡ κοινωνική ἀδικία, ἡ ἀναξιοκρατία, ἡ κακοποίηση παιδιῶν καί γυναικῶν, ἡ ἀνεργία, ἡ φτώχεια, ἡ παιδεία, ἡ ὑγεία, οἱ διαπρο-σωπικές σχέσεις, τά θέματα τοῦ ἔθνους, τά θέματα τοῦ περι-βάλλοντος, τῆς οἰκογένειας, τῆς νεολαίας, τοῦ γήρατος, τῆς βίας καί τῆς τρομοκρατίας, τέτοια θέματα πάντοτε ἀπασχολοῦσαν τούς μεγάλους Πατέρες καί ποτέ αὐτοί δέν τά ἀπέφυγαν. Βέβαια καί τότε κατηγοροῦνταν ὅτι ἐκκοσμικεύονται ἤ ὅτι πολιτικολογοῦν, ἀλλ' ἐκεῖνοι συνέχιζαν νά ἐργάζονται πρός δόξαν Θεοῦ. Τό ἴδιο προ-σπαθοῦμε μέ ὅση δύναμη διαθέτουμε νά κάνουμε κι ἐμεῖς. Σήμερα - εἶναι ὁρατό - ἡ ἀντιθρησκευτική προπαγάνδα διαστρέφει τά νοήματα τῶν λόγων μας, ἀποδίδει σ' αὐτά διαστάσεις πού δέν ἔχουν καί ἠλεκτρίζει τό κλῖμα, ὥστε νά στρέψει τούς ἀφελεῖς κατά τῆς Ἐκκλησίας. Πιστεύουν οἱ σχεδιάζοντες τήν κατά τῆς Ἐκκλησίας ἐπίθεση ὅτι ἡ κατηγορία περί δῆθεν πολιτικολογίας ἐπηρεάζει ὡρισμένους δυσμενῶς ἐναντίον μας.

στ) Οἱ κατήγοροί μας ἐπεδίωξαν νά μᾶς ἐμφανίσουν ὅτι ἔχουμε δῆθεν πολιτικές φιλοδοξίες καί γιά τό λόγο αὐτό ἀκο-λουθοῦμε αὐτή τήν τακτική.

Γνωρίζουν αὐτοί πού λέγουν αὐτά καλύτερα ἀπό κάθε ἄλλον ὅτι δέν ἔχουμε τέτοιο ἀνόητο σκοπό στό μυαλό μας. Ὅμως τούς συμφέρει νά μᾶς διαβάλλουν στό λαό ὡς "πολιτικά φιλόδοξους". Κι ἐμεῖς μέν γελᾶμε μέ ἀγαθότητα μπροστά στίς σκόπιμες αὐτές φῆμες, ὅμως εἶναι σαφές ὅτι οἱ ἐφευρέτες τοῦ ψεύδους θά κάνουν τό πᾶν νά πλήξουν τήν ἐπικοινωνία μας μέ τό λαό καί τήν ἀγάπη καί ἐμπιστοσύνη τῶν νέων πρός τήν Ἐκκλησία. Γνωρίζουν αὐτοί ὅτι «ἀντίθετα μέ τή Δύση, σέ μᾶς ἡ Ἐκκλησία εἶχε πάντοτε μιά πολιτική "ἀφέλεια" χωρίς ἡ ἴδια νά ἀσκεῖ πολιτική οἱ πολιτικοί νά τήν χρησιμοποιοῦν. Κι ὅμως οἱ φορεῖς τῶν ἐξουσιῶν τῆς καταλογίζουν τά λάθη τῆς πολιτικῆς καί τήν ἐγκαλοῦν γιά τήν κενωτική συμπόρευσή της μέ τό ἔθνος» (Βλ. "Ἐπαγγελίαν" Ἱ. Μητροπό-λεως Γουμενίσσης, φ. 86/2000). Γνωρίζουν ὅτι "ὑπάρχει διάκριση κομμα-τισμοῦ καί πολιτικῆς καί ὅτι κατά συνέπειαν ἡ ὅλη ζωή τῆς Ἐκκλη-σίας θεωρεῖται πολιτική ἀφοῦ προσδιορίζει τή ζωή τῆς πόλης καί ἀσχολεῖται μέ τά ἀνθρωπολογικά καί κοινωνικά προβλήματα τῶν ἀνθρώπων χωρίς βέβαια νά κομματίζεται. Ἄλλωστε, ἡ ταύτιση πολιτικῆς καί κομματισμοῦ εἶναι πολύ ἐπικίνδυνη, γιατί εἶναι σά νά ἰσχυριζόμαστε ὅτι πολιτικοί ἄνθρωποι εἶναι μόνο ὅσοι ἐμπλέκονται σέ κομματικές διεργασίες καί ὄχι ὅσοι ἀσχολοῦνται μέ τά προβλήματα τῆς κοινωνίας. Ἡ Ἐκκλησία ἑπομένως εἰσέρχεται στήν κομματιασμένη κοινωνία καί τήν ὁδηγεῖ στήν ἐν Χριστῷ κοινωνία καί ἑνότητα" (Βλ. Ἐγκύκλιον ΔΙΣ ὑπ' ἀριθμ. 2698/31-8-00).

Γνωρίζουν, ἐπίσης, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἦταν καί εἶναι πάντοτε μέ τήν ἀλήθεια καί τό δίκαιο καί ὄχι μέ τή δύναμη καί τόν αὐταρχισμό. Ἐμεῖς ὡς Ἐκκλησία μοιραζόμαστε τά προβλήματα τοῦ λαοῦ, ἀνησυχοῦμε, ἀγωνιοῦμε, προσευχόμαστε καί κηρύττουμε. Θέλουμε νά προϊδεάσουμε τό λαό μας νά εἶναι εἰρηνικός, συνετός, προσεκτικός. Ὁ λόγος μας ἀκούεται ὡς φωνή ὑδάτων πολλῶν καί ἀφυπνίζει. Καί ὁ λαός προσέρχεται πρός τήν Ἐκκλησία στηρίζοντας σ' αὐτήν τήν ἐλπίδα του. Κι αὐτό ἐνοχλεῖ αὐτούς πού θέλοντας νά μᾶς πλήξουν διαδίδουν ὅτι τάχα ἔχουμε βλέψεις πολιτικῆς δραστηριότητας. Τό μόνο πού ἔχουμε καί γιά τό ὁποῖο καυχόμεθα εἶναι πίστη στόν Ἰησοῦ, ἀγάπη πρός τήν Ἐκκλησία, ἀφοσίωση στήν πατρίδα καί ἀλληλεγγύη πρός τούς ἀνθρώπους. Γι' αὐτό καί μαχόμεθα τήν ἀθεΐα, τόν διεθνισμό, τήν αἵρεση. Καί προτιμοῦμε νά πέσουμε ἐπί τῶν ἐπάλξεων ὄρθιοι, παρά νά συρόμεθα ἰσοπεδωτικά στά πόδια τῶν ἐξανδραποδιστῶν τῶν πιστευμάτων μας, τοῦ λαοῦ καί τοῦ ἔθνους μας.

ζ) Ἀκούγεται, ἐπίσης, ὅτι τάχα ἐμεῖς προσωπικά ὁδηγήσαμε τά πράγματα σέ ἀδιέξοδο.

Ὅτι πυροδοτοῦμε δῆθεν τήν ὀξύτητα, ὅτι θά "φέρουμε" τόν ἀπειλητικό χωρισμό στίς σχέσεις Ἐκκλησίας καί Πολιτείας. Ὅσοι τά λέγουν βέβαια αὐτά θέλουν ὑποκριτικά νά ἀγνοοῦν ὅτι περί ὅλων ὅσα ἔγιναν ἤ θά γίνουν ὑπάρχουν ὁμόφωνες ἀποφάσεις τῆς ΙΣΙ ἤ τῆς ΔΙΣ. Ἀλλά τί θά ἔπρεπε νά γίνει; Ἤ ἔπρεπε νά σιω-πήσουμε ἐμπρός στήν πρωτοφανῆ αὐταρχική ἀπόφαση τῆς κυ-βέρνησης, μέ τή δικαιολογία ὅτι αὐτή δέν μᾶς ἀφοροῦσε; Τοῦτο θά μᾶς ἐξέθετε ἀνεπανόρθωτα πρώτιστα καί στά μάτια τῶν πιστῶν μας καί κατόπιν στή συνείδησή μας. Ἤ θά ἔπρεπε νά γίνουν αὐτά τά συνετά πού ἔγιναν. Ὁ ταπεινωτικός συμβιβασμός ποτέ δέν εἶναι λύση. Ἀντιθέτως, ὁ δίκαιος ἀγώνας μᾶς καταξιώνει στίς συνειδήσεις τοῦ λαοῦ. Καί αὐτό εἶναι πού πρέπει νά σκεπτόμεθα καί νά εὐλαβούμεθα.

Συναφῶς πρός τά προηγούμενα ἔχει λεχθῆ ὅτι ὁ ἀγώνας μας εἶναι ἀδιέξοδος, ὅτι τό ζήτημα τῶν ταυτοτήτων ἔχει λήξει τυπικά, ὅτι ἡ κυβέρνηση δέν πρόκειται νά ἀλλάξει στάση καί ὅτι, ἑπομένως, ὁ ἀγώνας μας δέν ἔχει νόημα, εἶναι ἄνευ προοπτικῆς καί στόχου. Ἡ ἀλήθεια εἶναι διαφορετική. Ἀπό τήν ἀρχή ἀντιδράσαμε μέ πίστη στό δίκαιο τοῦ ἀγώνα μας. Δέν ἀνελάβαμε πολιτικό ἀγώνα γι' αὐτό καί δέν πρέπει νά κρινόμαστε μέ τά πολιτικά μέτρα. Μέ τό πνεῦμα αὐτό ἐκάναμε τίς δύο Λαοσυνάξεις. Μετά ἦλθε ἡ προσφυγή στό Σ.τ.Ε. πού ἐκκρεμεῖ. Ἀναμένουμε τό ἀποτέλεσμα. Τώρα ἔρχεται ἡ ὥρα τῆς συλλογῆς ὑπογραφῶν. Θά ἐξαντληθοῦν ὅλα τά νόμιμα μέσα πού διαθέτουμε. Ἄν ἀποτύχουμε στό στόχο μας, τότε θά ἔχουμε τή συνείδησή μας ἥσυχη ὅτι δέν ὑποταχθήκαμε. Κρατήσαμε τό λάβαρο ψηλά. Ὁ λαός θά μᾶς τό ἀναγνωρίσει. Ἀλλοιῶς θά μᾶς ἐλεεινολογήσει. Καί θά μᾶς οἰκτίρει γιά πολύ... Δέν ἔχω τήν αἴσθηση ὅτι εἶμαι "μονομάχος στήν ἀρένα" ("Τό Βῆμα" 10-9-2000), δηλ. ὅτι μάχομαι μόνος μου καί ὅτι «τά λιοντάρια ὁρμοῦν, τά πλήθη παραληροῦν καί οἱ δικοί μου "Ἰοῦδες" περιμένουν πότε θά γείρω ἀποκαμωμένος καί αἱματοβαμένος στή γῆ γιά νά πάρουν τή θέση μου». Ἔχω τήν αἴσθηση ὅτι μαζί μου μάχεται καί ὅλη ἡ Ἱεραρχία καί ὅλος ὁ θρησκευόμενος λαός. Μαζί ἀρχίσαμε αὐτό τόν ἀγώνα καί δικαιούμεθα νά μοιρασθοῦμε καί τήν εὐθύνη καί τήν τιμή.

η) Κατηγορούμεθα ὅτι μέ τή συλλογή ὑπογραφῶν προ-καλοῦμε διχασμό τοῦ λαοῦ.

Τό ἐπιχείρημα αὐτό τό χρησιμοποιεῖ κατά κόρον ἡ κυβερνη-τική προπαγάνδα, τό ἐχρησιμοποίησαν δέ τόσον ὁ κ. Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας, ὅσον καί ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικός Πατριάρχης (1-9-00) συστήσαντες ἀμφότεροι καί πρός τίς δύο πλευρές σύνεση, μετριοπάθεια, ἑνότητα καί ἀποφυγή διχαστικῶν ἐξελίξεων. Τιμοῦμε ὅσους νοιάζονται γιά τήν ἑνότητα τοῦ λαοῦ μας. Γι' αὐτήν ἐνδια-φερόμαστε κι ἐμεῖς. Καί ποτέ δέν θά θελήσουμε νά συμβάλουμε στό διχασμό του. Τό διχασμό δέν τόν προκαλοῦμε ἐμεῖς, ἀλλ' ἐκεῖνοι πού ἐδημιούργησαν τό πρόβλημα. Πρός αὐτούς πρέπει νά ἀπευ-θύνονται οἱ συστάσεις γιά ἑνότητα τοῦ λαοῦ. Ὁ κ. Πρωθυπουργός ἔχει παγιδευθῆ σέ διχαστικές διαδικασίες ἀπό τίς ὁποῖες δέν ἐπιθυμεῖ, οὔτε ἐπιδιώκει νά ἀπεγκλωβισθῆ καί ρίπτεται σέ μᾶς τό βάρος γιά τόν δῆθεν διχασμό τοῦ λαοῦ. Στούς πολιτικούς ἀναλυτές ἀνήκει τό καθῆκον νά ἀναζητήσουν τό λόγο αὐτῆς τῆς ἀδιαλλαξίας. Λέγεται ὅτι ὡρισμένοι κυβερνητικοί κύκλοι θεωροῦν ὡς εὐκαιρία νά διατηρήσουν τήν ἀντιπαλότητα μεταξύ Ἐκκλησίας καί Κυβέρνησης, γιά νά μεθοδευθῆ ὁ ἀποπροσανατολισμός τοῦ λαοῦ ἀπό τά μεγάλα προβλήματα τοῦ καιροῦ μας. Δέν γνωρίζω ἄν αὐτό ἀληθεύει, ἐκεῖνο πού γνωρίζω εἶναι ὅτι ἡ προπαγάνδα μᾶς μέμφεται, διότι συλλέγουμε ὑπογραφές καί διχάζουμε τάχα τό λαό. Ἀλλά γιατί τάχα ἡ συλλογή ὑπογραφῶν μέ αἴτημα τή διενέργεια δημοψηφίσματος εἶναι διχαστική καί δέν εἶναι διχαστικές οἱ πολιτικές ἐκλογές; Ἄς καταργηθοῦν καί αὐτές. Γιατί εἶναι διχαστική ἡ καταφυγή τῆς Ἐκκλησίας σέ μιά δημοκρατική διαδικασία, πού ἰσχύει σέ πολλές εὐρωπαϊκές χῶρες, καί δέν εἶναι διχαστικές οἱ προθέσεις ἐκείνων πού μᾶς θέλουν "παθητικούς θεατές" καί "ζαλισμένο κοπάδι" μέσα στή δημοκρατία; Ἄς καθιερώσουν σαφῶς τόν τέτοιο ρόλο μας. Γιατί εἶναι διχαστική ἡ ἀνάγκη νά κληθῆ ὁ λαός νά ἀποφανθῆ γιά τήν ἐθνική του ταυτότητα σέ μιά περίοδο ἔντονης πολτοποίησης καί δέν εἶναι διχαστική ἡ προκλητική περιφρόνηση καί πρός τό λαό καί πρός τήν Ἐκκλησία του; Ἄς μᾶς τό ποῦν καθαρά. Ἐμεῖς μέ τή συλλογή ὑπογραφῶν δέν ζητᾶμε ἀπό τούς χριστιανούς τήν ἄποψή τους γιά τό θρήσκευμα στίς ταυτότητες, ἀλλά τή διάθεσή τους νά διενεργηθῆ δημοψήφισμα γι' αὐτό τό λόγο. Καί πρωτοποροῦμε ὡς Ἐκκλησία γιά τήν καθιέρωση ἐπί τέλους καί στήν Ἑλλάδα τοῦ θεσμοῦ τοῦ Δημοψηφίσματος, πού διακονεῖ τήν ἄμεση δημοκρατία.


Γ- ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ - ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Ἀπό τίς ἀνωτέρω διαπιστώσεις συνάγονται ὡρισμένα συμπε-ράσματα. Αὐτά συνοψίζονται στό ὅτι ἐπείγει ἡ Ἐκκλησία, πού ἐγκαινίασε τήν ἀντίσταση κατά τῆς ἀλλοτρίωσης τοῦ λαοῦ μας, νά συγκροτήσει τό ὅραμα ἐκεῖνο πού θά ἀπορρίπτει τόν τύπο παγκο-σμιοποίησης πού θέλουν νά μᾶς ἐπιβάλουν, θά ἐνισχύει τίς ἐγχώριες παραγωγικές, πνευματικές καί πολιτισμικές δυνάμεις καί θά ἀντι-μετωπίζει μέ ἕνα ἄνοιγμά της στόν εὐρύτερο χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας τήν πρόκληση Χάντινγκτον. Γιά νά ἐπιτευχθῆ αὐτός ὁ στόχος χρειάζεται μιά ἔγκαιρη καί ἐπείγουσα μελέτη καί προετοιμασία γιά τή νέα πραγματικότητα πού διανοίγεται, μέ βάση τή γενική δια-πίστωση ὅτι στήν προτεινόμενη κοινωνία τῶν πολιτῶν ἀποδυ-ναμώνονται ἤ σχετικοποιοῦνται οἱ ἀκατάλυτοι πνευματικοί δεσμοί τῆς Ὀρθοδοξίας μέ τόν Ἑλληνισμό καί ἐπιχειρεῖται ἡ ἀποχρι-στιανοποίηση τοῦ κράτους, τοὐλάχιστον στίς θεσμικές ἐκφράσεις τοῦ δημόσιου βίου μέ τίς ἀνάλογες προεκτάσεις τοῦ φαινομένου καί στήν ἰδιωτική ζωή. Οἱ προτάσεις πού ἀκολουθοῦν χρήζουν πε-ραιτέρω ἐπεξεργασίας καί πρέπει νά ἀποτελέσουν ἀντικείμενο ἐνδελεχοῦς μελέτης ἀπό εἰδικά θεσμικά ἤ καί περιστασιακά ὄργανα, κατά τήν ἀπόφαση τῆς ΔΙΣ, στήν ὁποίαν θά πρέπει νά ἀνατεθῆ ἡ μέριμνα γιά τήν ὑλοποίησή των σέ συνεργασία μέ τίς ἀντίστοιχες Συνοδικές Ἐπιτροπές, τά νομικά πρόσωπα καί τίς Ὑπηρεσίες τῆς Ἐκκλησίας. Βασική μας ἐπιδίωξη πρέπει νά εἶναι τό ἄμεσο νοικοκύρευμα καί ἡ τάξη στό χῶρο μας. Τά γεγονότα μᾶς ὠθοῦν πρός τήν κατεύθυνση αὐτή καί μᾶς ἐπιβάλλουν ἄμεσες λύσεις, πρίν εἶναι ἀργά. Ἡ σημερινή ἐκκλησιαστική κατάσταση θέλει τομές χειρουργικές, ὄχι καταπότια ἠρεμιστικά. Ἡ Ἐκκλησία τῶν ἐπιχειρημάτων, τῶν ἀποδείξεων, τοῦ δικαίου, τῆς ἀμυντικῆς λογικῆς ἤ τῆς ἐπιθετικῆς ἐμπάθειας, τῶν Ἐπιτροπῶν, τῶν προτάσεων δέν αἰφνιδιάζει, δέν ἔχει κάτι τό πρωτότυπο νά προσφέρει, δέν εἶναι πιστευτή, δέν δίδει ἐλπίδα.

α. Προτάσεις πνευματικοῦ χαρακτήρα

1. Ἄς ἀρχίσουμε ἀπό τήν αὐτοκριτική μας. Καί ἰδιαίτερα ἀπό τήν αὐτοκριτική τή δική μας, τῶν Ἐπισκόπων.

Ὁ λαός ἀναμένει ἀπό ἐμᾶς ἕνα μήνυμα ζωῆς, τό πρότυπο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Εἴμαστε, χωρίς ἀμφιβολία, ἡ Ἐκκλησία τῆς παραδόσεως, τῆς ποιμαντικῆς προσφορᾶς καί τῆς θεολογικῆς σκέψεως, πιό πολύ ἀπό κάθε ἄλλη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Χρειάζεται ὅμως νά ἀναχθοῦμε σέ ἀκόμη ἀνώτερες σφαῖρες πνευματικότητος. Χρειάζεται νά δώσουμε πρός τά ἔξω τήν εἰκόνα τῶν Ἐπισκόπων τῆς λιτότητος στή καθημερινή ζωή, τῆς ἀγωνιστικότητος στήν ὑπεράσπιση τῆς πίστεως, τῆς συνεχοῦς φροντίδας γιά τά προβλήματα τοῦ κόσμου. Οἱ Ἐπίσκοποι δέν εἶναι καί δέν πρέπει νά γίνουν κοσμικοί ἄρχοντες, ἡ δέ ἐπισκοπική ἀξία δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τίς ἐξουσίες τοῦ κόσμου τούτου. Εἴμαστε δοῦλοι τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ καί τῆς φιλοπτωχίας διάκονοι. Ὅποιος ἀπό ἐμᾶς δέν τό κατανοεῖ αὐτό, ἀδικεῖ καί τόν ἑαυτόν του καί τήν Ἐκκλησία. Ὑπάρχουν κάποιοι ἀπό ἐμᾶς πού ζοῦν μέ πολυτέλεια, ἄλλοι πού δέν ἔχουν διάθεση γιά ἀγῶνες, ἄλλοι πού διάγουν χωρίς τήν ἀγωνία τοῦ ποιμένα. Τά φαινόμενα αὐτά πρέπει νά λείψουν, ἄν θέλουμε νά λάβουμε τά μηνύματα πού ἐκπέμπονται ἀπό τό λαό μας. Ὁ λαός αὐτός μᾶς θέλει ἁπλούς, καταδεκτικούς, πτωχούς, ὁμολογητές, ἀνεξάρτητους ἀπό δεσμεύσεις, ἀκεραίους, ἐντίμους, ταπεινούς καί κυρίως πνευματικούς ἀνθρώπους. Μέ τήν αὐτοκριτική μας μποροῦμε νά ξαναβροῦμε τό μυστικό τῆς ἐποικοδομητικῆς παρουσίας μας μέσα στόν κόσμο.

2. Ταχεῖα ἀναμόρφωση τοῦ συνόλου ποιμαντικοῦ μας ἔργου. Ἐπειδή οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς μας ἀλλάζουν μέ ταχεῖς ρυθμούς, ἐπιβάλλεται νά μελετήσουμε νέους τρόπους ἐπικοινωνίας μέ τόν ἄνθρωπο, προσηρμοσμένους στή νέα πραγματικότητα. Χωρίς νά ἀλλοιώσουμε τό μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου, χωρίς νά ὑποκύψουμε στόν πειρασμό τῆς ἐκκοσμίκευσης, καλούμεθα νά προσαρμόσουμε κατ' ἀρχήν τό λόγο μας, πού δέν μπορεῖ πιά νά εἶναι ἀφοριστικός καί νά τρέφεται μέ μία μονοσήμαντη ἤ καί αὐτάρεσκη προβολή τῆς μεγάλης προσφορᾶς τῆς Ὀρθοδοξίας στό παρελθόν τῆς ἱστορικῆς πορείας τοῦ ἔθνους. Στήν Εὐρώπη συνέβη οἱ χριστιανικοί λαοί της νά δοκιμάσουν πρό πολλοῦ τήν τραυματική ἐμπειρία τῆς ἱστορικῆς τους μνήμης καί τίς ὀδυνηρές συνέπειες τῆς ἀδυναμίας τῆς Ἐκκλησίας των νά ἀντιτάξει τό λόγο της τόσο στήν καταπίεση, τήν ἐκμετάλλευση καί τή βία, ὅσο καί σέ μιά ἐκκοσμικευμένη κοινωνία πολιτῶν, ὅπου δέν εἶναι ἡ Ἐκκλησία ἡ μόνη καθοδηγός. Ὑπάρχουν πλέον στήν ἑλληνική "ἀγορά" καί ἄλλοι "διδάσκαλοι" οἱ ὁποῖοι μάλιστα διαθέτουν περισσότερα καί ἀποτελεσματικότερα μέσα γιά νά προβάλλουν μέ ἑλκυστικό τρόπο τή δική τους ἀμφισβήτηση ἤ καί ἀπόρριψη τῶν παραδοσιακῶν σχημάτων τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Δέν πρέπει νά μᾶς ἀρκεῖ σήμερα μιά αὐτάρεσκη ποιμαντική ἐσωστρέφεια, ἀλλά τό κήρυγμά μας καί ἡ ὅλη ποιμαντική μας παρουσία ὀφείλουν νά προβάλλουν μέ διαλλακτικό καί διαλεκτικό τρόπο τίς ἀλήθειες τῆς πίστεως, ὥστε ὁ λόγος μας νά ἀνακαλεῖ ὄχι μόνο τή μνήμη ἀλλά καί τίς σύγχρονες προοπτικές ἐποικοδομητικοῦ διαλόγου μέ τίς προκλήσεις τῶν καιρῶν. Ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά καταθέτει καθημερινά ἐκτός ἀπό τίς πράξεις της καί τίς ἀξιόπιστες προτάσεις της γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν πιεστικῶν προβλημάτων τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου, τά ὁποῖα ἀναδύονται ἀπό τίς ραγδαῖες ἐξελίξεις στίς προοπτικές τῶν διεθνῶν σχέσεων, τῶν πολιτικῶν θεωριῶν, τῆς παγκοσμιοποίησης τῆς οἰκονομίας καί τῆς πληροφόρησης τῶν ἐπιστημῶν τοῦ ἀνθρώπου, τῆς οἰκονομίας κλπ. (Βλ. Βλ. Φειδᾶ, στήν "Καθημερινή" 23-4-00). Γιά νά γίνει αὐτό χρειάζεται μεγάλη προετοιμασία τῶν στελεχῶν μας, προσέλκυση ἱκανῶν νέων ἀνθρώπων, πού θά μάθουν νά κάνουν μιά νηφάλια ἀναγωγή στίς θεμελιώδεις ἀρχές τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης γιά τό Θεό, τόν κόσμο καί τόν ἄνθρωπο, προσφέροντας ἔτσι μιά οὐσιαστική βοήθεια στήν ὀρθή ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων τοῦ καιροῦ μας. Παράλληλα χρειάζεται ἡ Ἐκκλησία μας νά ἀξιοποιήσει τίς ὑπάρχουσες θεολογικές καί πνευματικές της δυνάμεις, ἀρχίζοντας ἕνα ἐποι-κοδομητικό ἐσωτερικό διάλογο γιά νά διευρύνει τούς ὁρίζοντές της καί νά ἐκσυγχρονίσει τό μήνυμα τῆς Ὀρθοδοξίας κατά τά πατερικά πρότυπα.

3. Προσπάθεια ἀξιοποίησης ὅλων τῶν ὑπαρχουσῶν πνευματικῶν δυνάμεων.

Αὐτήν τήν ὥρα, κατά τήν ὁποίαν γενικεύεται ἡ μάχη τοῦ ἀθεϊσμοῦ κατά τῆς Ὀρθοδοξίας στή χώρα μας, ἡ περίσταση ἀπαιτεῖ τή συστράτευση ὅλων τῶν ὑφισταμένων ὑγιῶν πνευματικῶν δυνά-μεων ἐν εἴδει πανστρατιᾶς "πρός καθαίρεσιν ὀχυρωμάτων". Καί ἐπειδή "οὐκ ἔστιν ἡ πάλη ἡμῖν πρός αἷμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τόν κοσμοκράτορα τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου", ἡ περίσταση ἐπιβάλλει ἐγερτήριο σάλπισμα καί ἀξιοποίηση παντός δυναμένου νά φέρει πνευματικά ὅπλα. Καί ὁμιλῶν περί ὑπαρχουσῶν πνευματικῶν δυνάμεων ἐννοῶ κατά βάσιν τό ἐπιστημονικό καί θεολογικό μας δυναμικό, τούς ἀνεξάρτητους ἐρευνητές, τά διακεκριμμένα στελέχη τοῦ δημοσίου βίου μας, τίς θρησκευτικές Ἀδελφότητες, τίς Ἱ. Μονές μας καί τίς ἐνορίες ἀπό τά σπλάγχνα τῶν ὁποίων προέρχονται οἱ ἀγωνιστές ὑπέρ τῆς ἀληθείας. Ἔχουν γίνει ἤδη κάποια βήματα πρός τήν κατεύθυνση αὐτή, ἀλλά πρέπει νά γίνουν μεθοδικά καί πολλά ἄλλα, καί μάλιστα σύντομα, γιατί οἱ ἐξελίξεις καί σοβαρές εἶναι καί δέν πρέπει νά μᾶς προλαμβάνουν.

4. Πληρέστερη ἀξιοποίηση τοῡ λαϊκοῦ στοιχείου.

Οἱ διαστάσεις αὐτῆς τῆς προσπάθειας χρήζουν μελέτης καί εἰδικῆς ἐκτίμησης τῶν δεδομένων. Ἦλθεν ἡ ὥρα νά ἀντιληφθῶμεν ὅτι ὁ λαός μας, μετέχων καί αὐτός διά τοῦ βαπτίσματος στό τρισσόν ἀξίωμα τοῦ Κυρίου, ὡς φορέας τῆς λεγομένης "γενικῆς ἱερωσύνης", εἶναι ἡ δύναμή μας, καί σ' αὐτόν θά πρέπει νά στηριχθοῦμε καί νά μή προστρέχουμε σ' αὐτόν μόνο ὅταν ἔχουμε τήν ἀνάγκην του ὡς λ.χ. στίς λαοσυνάξεις. Μέ κατάλληλους, ἔντιμους καί διαφανεῖς χειρισμούς καί κυρίως μέ συστηματική πνευματική καλλιέργεια τοῦ λαοῦ μας μποροῦμε νά ἀντλήσουμε ἀπό τήν ἀνεξάντλητη δεξαμενή του στοιχεῖα δυναμικά, ἀγωνιστικά καί ἱκανά νά μᾶς συμπαρασταθοῦν στό δυσχερές ἔργο μας. Ἄλλωστε, πολλοί ἐξ ἡμῶν ἔχουμε ἤδη πλούσια πεῖρα ἀπό τή συνεργασία μας μέ λαϊκούς μέ ἐκκλησιαστικό φρόνημα πού προσφέρουν τεράστιες καί πολύτιμες ὑπηρεσίες καί δικαιώνουν τήν ἐμπιστοσύνη μας. Ἄν δέν τό κάνουμε αὐτό καί σέ ἄλλους τομεῖς πέραν τῶν ἱδρυματικῶν ἀναγκῶν μας, θά μένουμε ἀνοχύρωτοι ἐμπρός στίς διαφαινόμενες ἀρνητικές γιά τήν Ἐκκλησία μας ἐξελίξεις καί θά ἀναγκαζόμαστε νά ἀντιμετωπίζουμε μόνοι μας τίς ἐναντίον μας ἐπιβουλές. Ἐπαναλαμβάνω, ὅτι μετά τόν Θεόν προστάτης καί φύλακας τοῦ ἔργου μας εἶναι ὁ λαός. Τοῦτο ὅμως θά ἐπιτευχθῆ, ὅταν τόν λαό μας τροφοδοτοῦμε μέ τήν ἁγιοπνευματική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας καί μέ τά εὐαγγελικά νάματα τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς μας. Καί ὅταν τοῦ προσφέρουμε τή δυνατότητα νά βλέπει τά προβλήματα καί τά θέματα τῆς Ἐκκλησίας καί ὡς ἰδικά του, ἀντιπροσφέρων τή συμβολή του γιά τήν ἐπίλυσή των. Οἱ κληρικολαϊκές συνελεύσεις κατ' ἐνορίαν, πού ἔχουν ἐφαρμοσθῆ σέ μερικές περιπτώσεις, πρέπει νά γενικευθοῦν, ἀλλά καί ἄλλες εὐθύνες μπορεῖ καί πρέπει νά δοθοῦν στούς λαϊκούς, σέ μιά προσπάθεια ἀναδόμησης τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος. Πρόκειται γιά σοβαρότατο θέμα, πού πρέπει νά μελετηθῆ ἐπειγόντως, καί νά ὑλοποιηθῆ μέ τρόπο συνετό καί σύγχρονο. Ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά ἀνοιχθῆ στή κοινωνία. Μέσα σ' αὐτήν κινεῖται καί γιά τή σωτηρία αὐτῆς ὑπάρχει.

5. Μόρφωση καί διαρκής ἐπιμόρφωση κλήρου καί ἐκκλησια-στικῶν στελεχῶν.

Χωρίς μορφωμένο καί συνεχῶς ἐπιμορφωνόμενο κλῆρο θά παραμείνουμε στάσιμοι σέ μιά κατάσταση ἀδράνειας ἤ καί μεμονωμένων δράσεων, πού θά ὑπογραμμίζουν τήν ὑστέρησή μας στόν τομέα αὐτόν. Δέν εἶναι δυνατόν στήν ἐποχή τῆς πληροφορίας καί τῆς ἀλματώδους ἀνάπτυξης τῶν ἐπιστημῶν καί τῆς τεχνολογίας, ἐμεῖς νά ἔχουμε ἀκόμη ἱερεῖς, ἔστω ὀλίγους, σέ ἐπίπεδο γυμνασιακῆς μόρφωσης, οὔτε νά ἀφήνουμε τόν ἱ. κλῆρο μας χωρίς ἐπιμόρφωση σέ ὅλα τά πεδία τῶν σχετικῶν μέ τήν ἀποστολήν του γνώσεων. Παλαιότερα ὁ κληρικός ἦταν ὁ "δάσκαλος" τοῦ λαοῦ καί ἀνα-γνωριζόταν ἀπό ὅλους ἡ πνευματική ὑπεροχή καί ἡ ἀξία του. Ἦταν τότε ἴσως ὁ μόνος πού διέθετε γνώσεις, πεῖρα καί φρόνηση. Σήμερα τά πράγματα ἄλλαξαν. Σήμερα πολλοί ἐνορίτες γνωρίζουν πολύ περισσότερα τῶν ποιμένων των. Πολλοί χριστιανοί μας μέ πα-νεπιστημιακή μόρφωση δέν δέχονται νά ἐξομολογηθοῦν σέ ἱερεῖς μειωμένων μορφωτικῶν προσόντων, διότι δέν τούς ἀναγνωρίζουν - κακῶς βέβαια - τή δυνατότητα νά τούς κατευθύνουν πνευματικά. Πρέπει νά ἀνεβάσουμε τό ἐπίπεδο τῶν στελεχῶν μας τάχιστα, ἀφοῦ προηγουμένως τά ἐξασφαλίσουμε. Χωρίς μορφωμένους ἱερεῖς δέν μποροῦμε νά ἐπικοινωνοῦμε μέ τό λαό καί νά τόν ἐπηρεάζουμε. Ἔχουν γίνει στό σημεῖο αὐτό θανάσιμα σφάλματα. Ὑπάρχουν Μητροπόλεις πού τό πλεῖστον τῶν ἱερέων εἶναι ὀλίγων γνώσεων. Πρέπει πάσῃ θυσίᾳ νά ἐξασφαλίσουμε νέα μορφωμένα στελέχη. Γνωρίζω τίς δυσκολίες στόν τομέα αὐτόν. Ἀλλά τό ζήτημα χρήζει μελέτης σέ βάθος. Ἤδη ὑπάρχει προεργασία γιά τή διαρκῆ ἐπιμόρφωση κληρικῶν καί λαϊκῶν μας στελεχῶν ἀπό εἰδική ὑπό τόν Σεβ. Καλαβρύτων καί Αἰγιαλείας κ. Ἀμβρόσιο Ἐπιτροπή, πού ἔχει σχεδόν ὁλοκληρώσει τήν πρώτη φάση τοῦ ἔργου της πού ἀναφέ-ρεται στίς ὑλικοτεχνικές προϋποθέσεις αὐτοῦ τοῦ ἔργου, καί ὑπολείπεται ὁ καταμερισμός καθ' ὁμάδας τῶν διαφόρων κύκλων σπουδῶν μέ τήν ἐπιλογή τῶν ἀναγκαίων μαθημάτων, τήν ἐξασφάλιση τῶν καταλλήλων καθηγητῶν καί τήν ἐποπτεία τοῦ τρόπου ἐφαρμογῆς τῶν προγραμμάτων. Εἶμαι βέβαιος ὅτι ὅλοι θά βοηθήσετε αὐτή τήν προσπάθεια καί νά εἶσθε βέβαιοι ὅτι καί οἱ ἱερεῖς μας θά στηρίξουν αὐτές τίς πρωτοβουλίες.

6. Ἀναδιοργάνωση τῶν φορέων τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Νεολαίας μέσα στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας.

Δέν πρέπει νά ἀπογοητεύσουμε τή νεολαία, καί δέν πρέπει νά μείνουμε στά γνωστά σχήματα, πού συνεχῶς συρρικνώνονται. Πρόκειται γιά θέμα ὑψίστης σημασίας πού δέν εἶναι εὔκολο, χωρίς μεγάλη προσπάθεια, νά ἐπιλυθῆ. Ὑπάρχουν ἀγκυλώσεις κυρίως, ἀδιαφορία, καί ἀναποτελεσματικότητα. Δέν θά γίνουν θαύματα, ἀλλά μπορεῖ νά γίνει μιά ἀναθεώρηση τοῦ κώδικος ἐπικοινωνίας μας μέ τούς νέους, ἀναζήτηση νέων μεθόδων προσέγγισης, υἱοθέτηση μιᾶς νέας γλώσσας συνεννόησης. Τά παιδιά ἔχουν ἀξιώσεις, ἡ χριστιανική διδασκαλία, ὡς διδάσκεται, τούς φαίνεται αὐστηρή. Χωρίς νά χάσουμε τήν αὐθεντικότητα τοῦ λόγου μας μποροῦμε νά ἐμπνευσθοῦμε σχήματα ὀργάνωσης τῶν νέων κατά ἐνορίες, ἀλλά πρός τοῦτο χρειάζονται οἱ κατάλληλοι ἄνθρωποι μέ σύγχρονους ἀνοικτούς ὁρίζοντες καί καθαρή σκέψη, πού θά ἐμπνεύσουν στά παιδιά τήν ἀγάπη πρός τό Θεό, τήν προσφορά καί τήν ἀλληλεγγύη πρός τόν δοκιμαζόμενο ἄνθρωπο. Στόν τομέα αὐτό ἔχουμε πολλούς ἀνταγωνιστές, μιά καί ὅλοι ἐπιδιώκουν νά ἐξασφαλίσουν γιά τόν ἑαυτό τους τή νεολαία, προκειμένου νά ἐξυπηρετήσουν τά συμφέροντά τους. Ἐμεῖς δέν ἔχουμε συμφέροντα ὑλικά ἤ πολιτικά. Ὅ,τι κάνουμε τό κάνουμε γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς τῶν νέων μας. Καί ἀξίζει αὐτό πού ἤδη κάνουμε νά τό βελτιώσουμε, στό μέγιστο δυνατό βαθμό.

7. Λειτουργική ἀνανέωση.

Ἔχουμε ἀσχοληθῆ μέ τό θέμα αὐτό, ἀλλά χρειάζεται νά γίνουν σταθερά καί συγκεκριμένα βήματα πρός τήν κατεύθυνση ἐξασφάλισης τῶν προϋποθέσεων οὐσιαστικῆς συμμετοχῆς τοῦ λαοῦ στά δρώμενα τῆς λατρείας κατά τό πρότυπο τῶν πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων. Ἡ Θ. Λατρεία εἶναι ὁ καθαγιασμένος χῶρος τῆς Ἐκκλησίας, στόν ὁποῖον ἐντάσσεται καί ἡ διακονία τοῦ λόγου καί ἡ φιλανθρωπία καί κάθε ἄλλη λειτουργία τῆς πίστεως. Στό ζήτημα τῆς Θ. Λατρείας εἶναι ἀνάγκη νά σκεφθοῦμε καί νά τολμήσουμε μέ ὀρθό τρόπο πολλά. Οἱ εἰδικοί λειτουργιολόγοι ἀναγνωρίζουν ὅτι ἀπαιτεῖται ἀποκάθαρση τῶν ἱ. Ἀκολουθιῶν ἀπό αὐθαίρετες προσθῆκες πού συντελέσθηκαν στά κείμενα μέ τήν πάροδο τῶν αἰώνων. Αὐτό θά βοηθήσει στό νά ξαναβρῆ ἡ λατρεία μας τό ἀληθινό της περιεχόμενο καί τή σεμνή καί λιτή ἐκκλησιαστική της μορφή. Τά θέματα αὐτά συνιστοῦν ὀγκολίθους καί ἀπαιτοῦν μεγάλη προσοχή στήν προσέγγισή των. Οἱ τυχόν μεταρρυθμίσεις πού θά ἐγκριθοῦν θά ἀποβλέπουν στήν ἀνακαίνιση τῆς λατρείας καί στήν προοδευτική καί προσεκτική ἀλλαγή τῆς ἐπικρατούσης καταστάσεως, πού δέν εἶναι ἡ ἰδανική. Οἱ ἱ. Ἀκολουθίες καί κυρίως ἡ Θ. Λειτουργία πρέπει νά ἀποτελέσουν τό κεντρικό θέμα τῆς λειτουργικῆς ἀνανέωσης. Νά μελετηθοῦν τά ζητήματα, νά ὑπάρξουν ἐμπεριστατωμένες εἰσηγήσεις, νά ληφθοῦν ἀπό τή Σύνοδο οἱ δέουσες ἀποφάσεις, νά ἐφαρμοσθοῦν ἀπό ὅλους τά ὅσα θά ἀποφασισθοῦν.

Β. Προτάσεις πρακτικοῡ χαρακτήρα

1. Χωρισμοῦ Ἐκκλησίας - Πολιτείας νομικές συνέπειες καί παρά-μετροι.

Τά πράγματα δείχνουν ὅτι σταδιακῶς βαίνομεν πρός χωρι-σμόν Ἐκκλησίας καί Πολιτείας. Παρά τό γεγονός ὅτι οἱ ρόλοι μεταξύ Πολιτείας καί Ἐκκλησίας εἶναι μέσα στό κράτος διακριτοί καί παρ' ὅλο ὅτι διά τοῦ Καταστατικοῦ μας Χάρτη ἡ Ἐκκλησία συνεργάζεται μέ τήν Πολιτεία σέ θέματα πού τήν ἐνδιαφέρουν, ἐν τούτοις οἱ φωνές πού ζητοῦν ἕνα "χωρισμό" πληθαίνουν συνεχῶς. Δέν γνωρίζω ποῦ θά ὁδηγήσουν τελικά, ὅμως προετοιμάζουν ψυχολογικά καί τό λαό νά δεχθῆ κάτι τέτοιο. Μέχρι τώρα ἐμεῖς ἀκοῦμε χωρίς νά ἀντιδροῦμε. Δέν ἀπαντᾶμε καί δέν συζητοῦμε τό θέμα. Φαίνεται ὡς νά τό φοβούμεθα καί τό ἀποφεύγουμε. Πολλοί συνδυάζουν τό χωρισμό κυρίως μέ τήν παύση τῆς μισθοδοσίας τοῦ κλήρου. Τοῦτο δέν εἶναι ἐπιτρεπτό. Κατ' ἀρχήν ὁ χωρισμός δέν ἀποκλείει τήν μισθοδοσία τοῦ κλήρου, ὅπως αὐτό συμβαίνει σέ εὐρωπαϊκές χῶρες πού ἔχουν χωρισμό π.χ. στό Βέλγιο. Ἔπειτα ἡ μισθοδοσία τοῦ ἑλληνικοῦ κλήρου ἀποτελεῖ ἀνταπόδοση τῆς Πολιτείας γιά τήν ἐκκλησιαστική περιουσία πού ἔχει ἀφαιρέσει μέ διάφορους τρόπους ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἔπειτα ἕνας χωρισμός δέν πρόκειται σέ τίποτε νά ὠφελήσει τό κράτος, ἰδίως ἄν μέ αὐτόν ἐννοοῦν αὐτοί πού τόν προωθοῦν ὅτι θά ἀφαιρεθῆ ἀπό τήν Ἐκκλησία τό δικαίωμα νά ἔχει γνώμη γιά σοβαρά θέματα καί νά τήν ὑπερασπίζεται. Τό δικαίωμα τοῦτο δέν εἶναι ἀπόρροια τοῦ σχήματος τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας - Πολιτείας, εἶναι καρπός τῆς ἀποστολῆς τῆς Ἐκκλησίας. Ὑπάρχει βέβαια καί ἡ ἄλλη ἄποψη. Αὐτή σύμφωνα μέ τήν ὁποία θά πρέπει ἐμεῖς πρῶτοι νά ζητήσουμε τό χωρισμό, ἀφοῦ προηγουμένως καθορισθῆ τό πλαίσιο τῶν κινήσεών μας. Σ' αὐτή τήν περίπτωση θά ἔχουμε τήν πρωτοβουλία στό διάλογο καί θά μπορέσουμε νά ἐπιτύχουμε τήν καλύτερη λύση, μιά καί φαίνεται ὅτι τελικά οἱ πολιτικοί δέν μᾶς θέλουν. Ἐν πάση περιπτώσει τό πράγμα χρήζει μελέτης ἀπό μέρους μας προκειμένου νά βρεθοῦμε ἕτοιμοι εἴτε ὅταν τό πρόβλημα ἔλθη στό προσκήνιο μέ πρωτοβουλία τῶν πολιτικῶν, εἴτε ὅταν τό προκαλέσουμε ἐμεῖς. Ὑπάρχει ἤδη συνεστημένη εἰδική Ἐπιτροπή, ἡ ὁποία ἔχει ἀναλάβει νά μελετήσει ὅλες τίς πτυχές τοῦ ζητήματος. Ἐπιβάλλεται ἡ ἄμεση ἐκ νέου ἐνεργοποίησή της ἤ καί ἡ διεύρυνσή της, διότι ὁ καιρός εἶναι συνεσταλμένος καί κινδυνεύουμε νά βρεθοῦμε ἀνέτοιμοι. Παραπέμπω καί σέ ὅσα προλαβόντως εἶπα γιά τό ἴδιο θέμα καί καταθέτω καί τήν ἔγκυρη πληροφορία μου ὅτι κατά τό Ὑπουργικό Συμβούλιο τῆς 14-9-00 ἐτέθη ἀπό τόν κ. Σταθόπουλο θέμα χωρισμοῦ Ἐκκλησίας - Πολιτείας καί ὁμόθυμα τό Υ.Σ. ἀπέρριψε τήν πρόταση. Δέν γνωρίζω, ἐάν τοῦτο ὀφείλεται στήν πρόνοιά του νά μή ἀνοίξει νέο μέτωπο μέ τήν Ἐκκλησία ἤ στή συνειδητοποίηση τῆς ἀνάγκης γιά στενή συνεργασία μεταξύ Ἐκκλησίας καί Πολιτείας. Ὅπως ὅμως καί νά ἔχει τό πράγμα βέβαιο εἶναι ὅτι τό ζήτημα θά ἐπανέρχεται κατά διαστήματα γιά νά μᾶς παρενοχλεῖ.

2. Ἐπιστημονική μελέτη γιά τήν οἰκονομική μας αὐτοδυναμία.

Τό οἰκονομικό ζήτημα εἶναι ἐκ τῶν σπουδαιοτέρων. Ἡ οἰκονομική βάση τῆς Ἐκκλησίας τῆς ἐξασφαλίζει τή λειτουργία της, τό φιλανθρωπικό καί ἱεραποστολικό της ἔργο, τίς ὑποδομές της καί τίς κοινωνικές της πρωτοβουλίες. Ἐπιβάλλεται ἡ σύνταξη ἐπιστη-μονικοῦ σχεδίου οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης μέ χρήση συγχρόνων μεθόδων ἀνταποκρινομένων ταυτόχρονα στό ἦθος τῆς Ἐκκλησίας καί τίς σύγχρονες οἰκονομικές παραδοχές. Οἱ γραφειοκρατικές καί ἄλλες ἀγκυλώσεις, ἀπό τίς ὁποῖες χαρακτηρίζεται ἡ ἐκκλησιαστική διοίκηση δέν πρέπει νά σταθοῦν ἐμπόδιο στήν ἐπείγουσα προ-σπάθειά μας νά ἐξασφαλίζουμε στήν Ἐκκλησία τήν ὀρθο-λογιστικότερη ἀξιοποίηση τῆς ἐναπομείνασας ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας. Ἤδη πρός τήν κατεύθυνση αὐτή κινεῖται ἡ ΔΙΣ σέ συνεργασία μέ τήν ΔΕ τῆς ΕΚΥΟ καί μέ τήν ΣΕ ἐπί τῶν Οἰκονομικῶν, ἡ ὁποία διευρυνθεῖσα μέ εἰδικούς ἐπιστήμονες καί μέ τήν συμβολή τοῦ Δ/ντοῦ τῆς ΕΚΥΟ κ. Κ. Πυλαρινοῦ, ἀνέλαβε νά μελετήσει τό ζήτημα καί νά καταρτίσει ἕνα πακέτο μέτρων πού θά ἀποβλέπουν στήν ἐπίτευξη αὐτοῦ τοῦ στόχου.

3. Ἐξασφάλιση ἐπικοινωνιακῶν βημάτων γιά τήν προβολή τῶν ἀπόψεων τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ πρόσφατη κρίση ἀπέδειξε δυστυχῶς ὅτι ἡ Ἐκκλησία βρίσκεται ἐν πολλοῖς στό ἔλεος τῶν προκατειλημμένων καί κακο-πίστων ἐκείνων - εὐτυχῶς ὀλίγων - ΜΜΕ, τά ὁποῖα δέν διστάζουν, χάριν τῆς ἐμπορικότητας καί τοῦ ἐντυπωσιασμοῦ, νά ἐκθέτουν Ἱεράρχες, νά παραποιοῦν γεγονότα, νά διαστρεβλώνουν εἰδήσεις, νά ἀδικοῦν κατάφωρα τήν Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία ἀμυνομένη αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη ἐπειγόντως νά ὀργανωθῆ καί στόν τομέα αὐτόν. Γνωρίζω τούς κινδύνους πού ἐλλοχεύουν στήν προσπάθεια νά ἀποκτήσουμε "φωνή", ἰδίως στήν τηλεόραση. Δέν πρέπει νά ὑποθηκεύσουμε τό μέλλον τῆς Ἐκκλησίας σέ συμφέροντα. Σήμερα διαθέτουμε τόν Ρ. Σταθμό τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν ἀδέσμευτη φωνή του πού ἐπιχειρεῖ τελευταῖα κρίσιμες παρεμβάσεις στά κοινωνικά καί ἄλλα ζητήματα, καθώς καί ὡρισμένους ἄλλους περιφερειακούς ἐκκλησιαστικούς Ρ.Σ. Τό δίκτυο πρέπει νά συμπληρωθῆ μέ δορυφορική ἐπέκταση τῆς ἐμβέλειάς μας, καθώς καί μέ τή χρήση τοῦ ΙΝΤΕΡΝΕΤ σέ εὐρεῖα κλίμακα γιά τή διάδοση τοῦ λόγου τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ πληροφορική ἐποχή μας βαδίζει πρός τήν ἠλεκτρονική μετάδοση τῶν εἰδήσεων καί τό ΙΝΤΕΡΝΕΤ ἀποτελεῖ τήν πιό ταχεῖα καί ἀποτελεσματική μέθοδο διαδόσεως τῶν εἰδήσεών μας. Πρέπει νά τό ἀξιοποιήσουμε κατά τόν καλύτερο τρόπο. Ἐπίσης, ἐπείγει ἡ ἀνάπτυξη δικτύου πληροφορικῆς μεταξύ τῶν μονάδων τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν ἐξασφάλιση ταχείας καί πλήρους ἐνημέρωσης ὅλων καθώς καί ἑνιαίου ἐκκλησιαστικοῦ λόγου. Ἤδη ἡ ἔρευνα καί μελέτη τοῦ κρισίμου αὐτοῦ θέματος εἰς τήν ἀρχική εἰσηγητική του φάση ἀνετέθη στόν κ. Κ. Πυλαρινόν. Ὡς πρός τήν τηλεόραση, τό ζήτημα ἔχει μελετηθῆ καί ἡ κρατοῦσα τάση εἶναι νά ἐνταχθοῦμε σέ πλατφόρμα δορυφορικῆς μετάδοσης προγράμματος.

4. Βελτίωση τοῦ νόμου περί ἐκκλησιαστικῆς δικαιοσύνης.

Ὁ ὑπάρχων ν. 5382/32 εἶναι νόμος περιεκτικός καί μέ ἐγγυή-σεις εὐθυδικίας. Ἴσως εἶναι μοναδικός σέ ὅλη τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Μερικοί ἱερεῖς ζητοῦν τήν ἐπί τό φιλελεύθερον δια-μόρφωσή του προκειμένου νά ἀπολαμβάνουν περισσοτέρων ἐγγυή-σεων. Στή βάση αὐτή μποροῦμε νομίζω καί πρέπει νά συζητήσουμε τήν υἱοθέτηση μερικῶν διευκολύνσεων πού δέν προβλέπονται, ὅπως π.χ. ἡ δυνατότητα ἀναψηλάφησης τῆς δίκης, ἡ ἐπιβολή ποινῆς μέ ἀναστολή κ.λπ. Ὑπάρχουν βέβαια καί αἰτήματα πού προσκρούουν στούς Ἱ. Κανόνες, ὅπως εἶναι π.χ. ἡ ἀπεμπλοκή τοῦ Ἐπισκόπου ἀπό τή διαδικασία ἔγερσης τῆς πειθαρχικῆς δίωξης καί ἐκδίκασης τῆς ὑπόθεσης. Τό θέμα ἔγκειται στήν ἁρμοδιότητα τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐθν. Παιδείας καί Θρησκευμάτων καί εἶναι μεταξύ ἐκείνων, γιά τά ὁποῖα πρόκειται καί πρέπει νά συνεργασθοῦμε.

5. Διοικητική ἀναδιάρθρωση τῆς ἐκκλησιαστικῆς δομῆς.

Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἀνάγκην τομῶν προκειμένου νά καταστῆ περισσότερο εὐέλικτη στή διοίκησή της καί ἀποδοτική. Μερικά ἐνδεικτικά σημεῖα τέτοιων μεταρρυθμίσεων θά μποροῦσαν νά εἶναι:

- Ἡ κατόπιν κοινῆς συμφωνίας μας καθιέρωση ἐθελούσιας ἐξόδου ἐκ τῆς ἐνεργοῦ ὑπηρεσίας γηραιῶν Ἱεραρχῶν, πού λόγῳ σωματικῆς ἀνικανότητας ἀδυνατοῦν νά διοικήσουν τήν Ἱ. Μητρό-πολή των, πρός διευκόλυνση τῆς Ἐκκλησίας. Μέχρι σήμερα δέν ἔχουμε κινήσει τή διαδικασία τοῦ ν. 590/77 καί τοῦτο διά λόγους σεβασμοῦ πρός τήν προσωπικότητα καί τό ἔργο των, ἀλλ' αὐτό δέν σημαίνει ὅτι πρέπει ἐπί μακρόν νά ἀνεχόμεθα ἀποίμαντες Μητρο-πόλεις. Πρέπει νά σκεφθοῦμε ἀπό κοινοῦ καί νά ἀποφασίσουμε ἕνα τρόπο ἐθελούσιας ἐξόδου τῶν ἀσθενῶν καί ἀνικάνων γιά διοίκηση Ἱεραρχῶν μέ τήν εὐθύνη τῆς Ἱεραρχίας καί μέ ἐγγυήσεις γιά ἐξα-σφάλιση μιᾶς ἀξιοπρεποῦς διά βίου περίθαλψης.

- Ἡ ἀναδιαμόρφωση τῶν ὁρίων τῶν Ἱ. Μητροπόλεων γιά νά παύσει νά ὑπάρχει τό φαινόμενο ἀνισομεροῦς καί ἀδίκου κατανομῆς τοῦ πληθυσμοῦ, μέ κριτήριο πάντοτε τήν ἐξυπηρέτηση τοῦ λαοῦ. Πρός στιγμήν ἔχουμε κατά νοῦν σέ κάθε περίπτωση χηρείας θρόνου νά ἐπιχειροῦμε, ἐάν καί ὅπου τοῦτο χρειάζεται, τή μεταβολή τῶν ὁρίων πρός μεῖζον ὄφελος τῆς Ἐκκλησίας.

- Ἡ ἀνασυγκρότηση τῶν Σ.Ε. μέ στόχο τήν ἐντελέστερη κινητοποίηση τῆς διοικητικῆς ἐκκλησιαστικῆς μηχανῆς.

- Ἡ εἰσαγωγή νέων κανόνων λειτουργίας τῆς ΙΣΙ, ὅπως π.χ. οἱ ἀνοικτές συνεδριάσεις κλπ.

- Ἡ ἀναδιαμόρφωση τοῦ συστήματος διοίκησης τῶν Ἱ. Μητροπόλεων μέ στόχο τήν διά θεσμικῶν συλλογικῶν ὀργάνων εὐρείας συνθέσεως χάραξη γραμμῶν πλεύσεως στό ἱεραποστολικό καί κοινωνικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, μείζονα ἐξασφάλιση τῆς διαφάνειας στή διαχείριση, καταπολέμηση τῆς ἀδράνειας κ.λπ.

- Ἡ μηχανοργάνωση ὅλων τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὑπηρεσιῶν καί ἡ σύνδεση μεταξύ των ὅλων τῶν ἐκκλησιαστικῶν μονάδων.

- Ἡ ἀναδιατύπωση Κανονισμῶν τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Ὀργά-νων.

6. Ὁριστικοποίηση τῶν ἀπόψεων τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν ἐκκλη-σιαστική περιουσία.

Τό πρόβλημα ὑπάρχει καί ἐπανέρχεται στήν ἐπικαιρότητα ὡς ἀπειλή κάθε φορά πού οἱ σχέσεις μας μέ τό κράτος δοκιμάζονται. Ἡ Ἐκκλησία ὑποχρεοῦται ἅπαξ διά παντός νά κατοχυρώσει τά δικαιώματά της ἐπί τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας της καί νά μή ἐπιτρέψει σέ κανένα νά τῆς ἀμφισβητήσει αὐτά τά δικαιώματα. Παράλληλα ἐπιβάλλεται νά δοθῆ προσοχή στήν οἰκονομική ὑπο-στήριξη πτωχῶν Ἱ. Μητροπόλεων καί Ἱ. Μονῶν.

7. Ἄμεση δραστηριοποίηση τῆς Ἐκκλησίας σέ νέους τομεῖς κοινωνικοῦ ἐνδιαφέροντος.

Ὅπως π.χ.:

- Στή λειτουργία σχολείων ὅλων τῶν βαθμίδων μέ ὑλοποίηση ἑνός πιλοτικοῦ προγράμματος στά μεγάλα ἀστικά κέντρα. Ἡ ἐνα-σχόληση τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν ἐκπαίδευση εἶναι μέσα στήν παράδοσή της καί σήμερα ἀποκτᾶ πολύ σημαίνουσα σημασία. Ὅπου τό πείραμα ἐφηρμόσθη ἔχει ἀποδώσει θεαματικά ἀποτελέσματα (Ἱ. Ἀρχ/πή Ἀθηνῶν, Μητροπόλεις Πειραιῶς καί Δημητριάδος κλπ.). Ὁ κόσμος ἀναζητεῖ σχολεῖα μέ βάσεις ἑλληνορθοδοξίας γιά νά στείλει τά παιδιά του. Καί θά πρέπει νά τοῦ τά δώσουμε καί ἐμεῖς.

- Στήν ἀντιμετώπιση τῶν ναρκωτικῶν. Ἡ μάστιγα αὐτή πλήτ-τει ἀνελέητα τόν ἀνθό τῆς νεολαίας μας. Δέν μποροῦμε νά μείνουμε ἀδιάφοροι. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει νά πῆ πολλά τόσο γιά τήν πρόληψη, ὅσο καί γιά τήν ἐπανένταξη. Καί νά κάμει περισσότερα.

- Στήν ἵδρυση Πανεπιστημίου καί τομέως μεταπτυχιακῶν σπουδῶν. Τό Σύνταγμα δίδει στήν Ἐκκλησία τό δικαίωμα ἵδρυσης Πανεπιστημίου. Τά νομικά προβλήματα μελετᾶ ἤδη Ἐπιτροπή. Τό Πανεπιστήμιο τῆς Ἐκκλησίας θά προσφέρει μοναδική ὑπηρεσία στήν ἑλληνική κοινωνία καί στήν ἐπιστήμη. Καί θά ἐκτιμηθῆ ἡ πρω-τοβουλία αὐτή.

- Στήν ἵδρυση νοσοκομείου. Οἱ κληρικοί μας καί οἱ οἰκο-γένειές των, ἀλλά καί ὁ πτωχός κόσμος ἔχουν ἀνάγκη ἀπό ἕνα νοσοκομεῖο ὑψηλῶν προδιαγραφῶν καί ὑψηλῆς ἐπιστημονικῆς ἐπάρκειας, ὅπου θά γίνεται σεβαστή ἡ ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ, καί θά προσφέρεται νοσηλεία ποιό-τητας.

- Στή λειτουργία ΙΕΚ δηλ. σχολῶν ἐπαγγελματικῆς ἐκπαί-δευσης κ.λπ. Μέ τίς Σχολές αὐτές ἡ Ἐκκλησία θά προσφέρει ἐπαγγελματική κατάρτιση σέ νέους γιά νά ἀντιμετωπισθῆ ἡ ἀνεργία καί γιά νά μορφωθοῦν ἄνθρωποι μέ ἀρχές καί ἀξίες στή ζωή τους.

Οἱ προτάσεις αὐτές δέν εἶναι οὐτοπικές. Χρειάζονται μελέτη καί προώθηση. Ὑπάρχουν οἱ δυνατότητες νά δείξει ἡ Ἐκκλησία μας τήν ἱκανότητα πού ἔχει νά λειτουργῆ ἱδρύματα κοινωνικοῦ χα-ρακτῆρα ὡς τά ἀνωτέρω πού ἔχουν ὡς ἀποδέκτη τό λαό μας. Γιά ὅλα τά ἀνωτέρω ἔχει προηγηθῆ προεργασία στήν Ἱ. Ἀρχιεπισκοπή, πού θά εἶναι χρήσιμη στήν περαιτέρω μελέτη των.

Ἐάν ἡ ΙΣΙ περιβάλει μέ τήν ἔγκρισή της τίς 14 αὐτές προτάσεις μου ἤ καί τυχόν ἄλλες συμπληρωματικές πού θά προκύψουν κατά τή συζήτηση, παρακαλῶ νά παράσχη στήν ΔΙΣ τήν ἐξουσιοδότηση νά προχωρήσει μέ ταχύτατες καί ἔκτακτες διαδικασίες στήν ἀνά-θεση σέ εἰδικές γιά κάθε μία Ἐπιτροπές ἤ τίς ἁρμόδιες Ὑπηρεσίες τῆς Ἐκκλησίας τήν ἀποστολή τῆς μελέτης σέ βάθος κάθε μιᾶς καί τῆς ὑποβολῆς ἐμπεριστατωμένης σ' αὐτήν ἐκθέσεως γιά τήν δρομολόγηση τό συντομότερο καί χωρίς γραφειοκρατικές ἀγκυ-λώσεις τῶν ἐνδεδειγμένων μέτρων πού θά προβάλουν τή ζωντάνια τῆς Ἐκκλησίας καί θά τῆς ἐξασφαλίσουν πλουσιότερη τήν ποθητή πνευματική καί κοινωνική της καταξίωση.

Ἀγαπητοί Ἀδελφοί καί Πατέρες,

Ἡ κατάσταση εἶναι ὅπως σᾶς τήν περιέγραψα μέ εἰλικρίνεια καί ἀντικειμενικότητα, χωρίς φόβο καί μέ ἐπίγνωση τῆς σοβα-ρότητάς της καί τῶν ἱστορικῶν συνεπειῶν πού μπορεῖ νά ἔχουν γιά τήν Ἐκκλησία ἤ καί γιά τό Ἔθνος μας οἱ ἀποφάσεις μας. Ἡ κυβέρνηση προχώρησε στήν ἔκδοση τῆς Ἐγκυκλίου μέ τήν ὁποία ἐπέβαλε τήν διαγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες. Ἐμεῖς προχωρήσαμε στή συλλογή ὑπογραφῶν, πού δέν ἔχει τό νόημα ἐπίδειξης δυνάμεως, οὔτε ἀντικυβερνητικῆς στάσης. Τήν δύναμή της ἡ Ἐκκλησία ἀποδεικνύει κάθε Κυριακή πού τελεῖ τήν Εὐχαριστία. Τήν πνευματική δύναμή της τήν ἀπέδειξε καί κατά τίς λαοσυνάξεις. Δέν ἔχει ἀνάγκη νά ἐπιβεβαιώνει κάθε τόσο αὐτή τήν ἀλήθεια. Ἡ συλλογή τῶν ὑπογραφῶν ἔχει τήν ἔννοια ἐνδεικτικῆς ἐξατομίκευσης τῆς πάνδημης ἐπιθυμίας τοῦ λαοῦ νά μή διαγραφῆ τό θρήσκευμά του ἀπό τίς ταυτότητες. Ἐπί πλέον, δέν θά σταμα-τήσουμε νά μιλᾶμε στό λαό γιά τήν ἀδικία πού γίνεται σέ βάρος τῆς ἰδιοπροσωπίας τοῦ Λαοῦ μας καί γιά τόν περιφρονητικό τρόπο μέ τόν ὁποῖο συμπεριεφέρθη πρός τήν Ἐκκλησία ἡ ἐξουσία. Ἡ Ἐκκλησία δέν ἔχει οὔτε προθέσεις, οὔτε ἐξάρσεις ἐπαναστατικές, γι' αὐτό δέν τῆς ἐπιτρέπεται νά συστήσει στούς πιστούς της νά μή παραλάβουν τίς νέες ταυτότητες ἐπικαλούμενοι λόγους συνειδή-σεως. Ὅμως καί στούς πολίτες πού δέν θέλουν δέν μπορεῖ νά τούς ἐπιβάλει νά τίς παραλάβουν. Μπορεῖ ὅμως νά τούς συστήσει νά προσθέτουν τό Χ.Ο. στό τέλος τῆς ὑπογραφῆς των, ὅπως αὐτό ἤδη, κατά πληροφορίες μας, ἐφαρμόζεται. (Βλ. Τύπον 16-8-00). Ἡ Ἐκκλησία ἔχει σταθερότητα στίς ἀρχές της καί δέν ἀποκλίνει ἀπό αὐτές, οὔτε ἐπιτρέπει νά τίς ἀλλοιώνει ὁ χρόνος. Ἐξ ἀρχῆς ἐξαγγεί-λαμε - κάτι τό αὐτονόητο - τήν ἀνάγκη νά προστατεύσουμε τή χώρα μας ἀπό τή λαίλαπα τοῦ ἀθεϊσμοῦ καί νά ἀγωνισθοῦμε γιά νά παραμείνει ἡ Ἑλλάδα μιά ὀρθόδοξη χριστιανική πατρίδα. Ἡ θέση μας εἶναι ὅτι ἡ προαιρετική ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος δέν θίγει τά δικαιώματα κανενός, ἐνῶ ἀντιθέτως μέ τή διαγραφή του θί-γονται τά ἠθικά δικαιώματα τῶν ὀρθοδόξων. Ἡ πρότασή μας εἶναι φιλελεύθερη, δημοκρατική, συμβιβαστική μέ πλήρη σεβασμό τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων.

"Ἐπανάσταση" λοιπόν δέν θά κάνουμε. Ἄς ἡσυχάσουν οἱ ἀνησυχοῦντες. Θά χρησιμοποιήσουμε τά νόμιμα συνταγματικά μέσα τῆς δημοκρατίας γιά νά ὑπερασπισθοῦμε τίς θέσεις μας. Θά εἴμαστε κοντά στό λαό, θά τοῦ δίνουμε κουράγιο καί ἐλπίδα. Δέν θά τόν ἀπογοητεύσουμε. Ἐλπίδα καί πίστη μας εἶναι ὅτι τό δίκαιο θά ἀποκατασταθῆ. Ὅσο θά ὑπάρχει ἡ ἐκκρεμότητα ἐμεῖς δέν θά ὑποστείλουμε τή σημαία αὐτοῦ τοῦ ὡραίου, ἀλλά καί κρίσιμου ἀγώνα. Λέγεται ὅτι σέ 2-3 χρόνια θά τυπωθοῦν οἱ νέες ἠλεκτρονικές ταυτότητες. Δέν ξέρουμε ἀκόμη τί θά περιέχουν. Ἐμεῖς πρέπει νά παρακολουθοῦμε καί τό θέμα τῶν νέων ταυτοτήτων. Γι' αὐτές ἔχουν γραφῆ πολλά καί οἱ εὐαισθησίες μας εἶναι δεδομένες.

Ὑποστηρίξαμε ἀπό τήν ἀρχή ὅτι ἡ διαγραφή τοῦ θρησκεύ-ματος εἶναι ἡ ἀπαρχή τῆς μετατροπῆς τοῦ κράτους σέ θεσμό ἄθρη-σκο καί τῆς Ἐκκλησίας σέ περιθωριοποιημένη ὀντότητα. Καί μέ τό Δελτίο Τύπου τῆς 16-8-00 ἐξηγήσαμε τί σημαίνει "λαϊκό κράτος" ἀπαντώντας ἔτσι στόν καθ. Σταθόπουλο, ὁ ὁποῖος σέ συνέντευξή του στά "Νέα" (14-8-00) ἰσχυριζόταν ὅτι ἡ Ἑλλάδα εἶναι ἤδη "λαϊκό κράτος". Αὐτή τή στιγμή βάλλεται ἡ Ἐκκλησία. Ἄς μή τρέφετε αὐταπάτες, ἀγαπητοί Ἀδελφοί. Τώρα διεξάγεται ἡ ὑπέρ πάντων μάχη. Εἴτε μᾶς ἐξευτελίζουν καί μᾶς ταπεινώνουν, εἴτε ἐμεῖς πράττουμε τό καθῆκον μας ἀνεξάρτητα ἀπό τό κόστος. Ἀλλά ἔτσι γράφεται ἡ Ἱστορία.

Τινές διερωτῶνται ποῦ ὁδηγεῖται ἡ κατάσταση, δεδομένης τῆς ἀδιάλλακτης τοποθέτησης τῆς κυβερνήσεως, ἡ ὁποία ἀφοῦ ἐρρύθμισεν ὡς ἤθελε τό ζήτημα, ἐνάντια στή θέληση τῆς μεγάλης πλειοψηφίας τοῦ λαοῦ, τώρα δέν δέχεται συζήτηση περί αὐτοῦ. Οἱ ἀγῶνες ἀρχῶν δέν ἐπηρεάζονται ποτέ ἀπό τό ἀποτέλεσμα. Οἱ ὁμολογητές τῆς πίστεως δέν ἐμποδίσθησαν ἀπό τοῦ νά διαδη-λώσουν τήν προσήλωσή τους σ' αὐτήν, ἀπό τό ὅτι οἱ ἀντίπαλοι τῆς Ἐκκλησίας κατεῖχαν πρός καιρόν τή δύναμη. Ἀλλά στήν ἰδική μας περίπτωση τό ἀποτέλεσμα δέν ἔχει ἀκόμη κριθῆ. Σᾶς τό εἶπα καί προηγουμένως, αὐτά τά ζητήματα κρίνονται σέ βάθος χρόνου. Οἱ φορεῖς τῆς ἐξουσίας ἀλλάζουν καί οἱ τοποθετήσεις μεταβάλλονται. Ὅποια καί ἄν εἶναι τελικά ἡ ἔκβαση, ἡ Ἐκκλησία θά ἔχει πράξει τό καθῆκον της ἀπέναντι στό λαό τοῦ Θεοῦ καί στήν πατρίδα. Θά μποροῦμε νά ἀτενίζουμε τά παιδιά μας μέ τό κεφάλι ψηλά. Δέν θά γευθοῦμε τήν αἰσχύνη τοῦ ριψάσπιδος. Ἐγώ τοὐλάχιστον ἔτσι ἀντι-λαμβάνομαι τό ζήτημα. Ὅμως τό σῶμα τῆς Ἱεραρχίας εἶναι τό κυρίαρχο. Μποροῦμε, νομίζετε, ὅτι ὑπάρχει περιθώριο νά ἐγκα-ταλείψουμε τόν ἀγῶνα; Ὅποιος ἐπιθυμεῖ τήν ὑποχώρηση, ἰδού ἐδῶ συνεδριάζει ἡ ΙΣΙ. Ἄς ζητήσει καί λάβει τό λόγο, ἄς ἀναπτύξει τά ἐπιχειρήματά του, καί ἄν πείση τό Σῶμα ἄς γίνει τό θέλημά του. Ὅπως στίς 6-6-00 ἡ ΙΣΙ ἀπεφάσισε τήν συλλογή ὑπογραφῶν, ἔτσι καί σήμερα μπορεῖ, ἄν θέλει, νά ἀκυρώσει τήν ἀπόφασή της ἐκείνη καί νά σταματήσει τήν ἐν ἐξελίξει διαδικασίαν. Μποροῦμε λοιπόν ἄν θέλουμε νά ἀλλάξουμε πορεία. Νά παραδεχθοῦμε ὅτι κακῶς ἐνεργήσαμε, παρασυρθέντες. Ὅμως θά εἴμαστε κατάπτυστοι στή συνείδηση τοῦ λαοῦ μας. Θά ἔχουμε χρεωκοπήσει ὁριστικά. Καί θά μᾶς γελοῦν καί αὐτοί οἱ ἀντίπαλοί μας, οἱ ὁποῖοι ἐφρόντισαν καθ' ὅλο αὐτό τό διάστημα νά διαχέουν πληροφορίες ὅτι τάχα αὐτόν τόν ἀγῶνα τόν διεξάγει μόνος του ὁ Ἀρχιεπίσκοπος, ὅτι πολλοί Ἱεράρχες ἔχουν μετανοήσει γιά τήν ἀπόφαση πού ὅλοι μαζί ἐλάβαμε στήν ΙΣΙ, ὅτι οἱ συνετοί καί φρόνιμοι Ἱεράρχες δέν συμπλέουν μέ αὐτά. Δέν λησμονοῦμε ὅμως ὅτι οἱ ἴδιοι διέδιδαν ὅτι οἱ Μητροπολίτες τῆς Ἑλλάδος δέν ἔχουν σθένος, δέν ἀντέχουν στήν περιπέτεια, δέν ἔχουν φρόνημα ἀγωνιστικό γιατί τάχα ἐνδια-φέρονται μόνο γιά τά ὑλικά συμφέροντά των. Καί γιά νά λέγουν αὐτά ἐμεῖς τούς δώσαμε τά ὅπλα. Ἐμφανισθήκαμε μέν μέχρι στιγμῆς ἑνωμένοι, μέ μιά ἤ δύο ἐξαιρέσεις, ἐκ τῶν ὁποίων μία τοὐλάχιστον ὑπῆρξε κατάδηλα καί προκλητικά ἀπαράδεκτη. Δέν μπορεῖ ἕνας, ἔστω καί διαφωνῶν, Ἱεράρχης νά ἐμφανίζεται τό βράδυ τῆς Λαοσύναξης τῆς Θεσσαλονίκης στήν τηλεόραση καί νά μάχεται τήν Ἐκκλησία του, φροντίζων νά ὑποβαθμίσει τή λαϊκή συμμετοχή πού ἦταν συγκλονιστική. Καί κανείς δέν ἔχει τό δικαίωμα νά ἔρχεται ἀντιμέτωπος μέ τήν Ἐκκλησία καί τήν σχεδόν παμψηφία τῆς Ἱεραρχίας, σέ μιά προσπάθεια νά εὐαρεστήσει σέ ἐξωεκκλη-σιαστικούς κύκλους, εἰσπράττων γι' αὐτό τό λόγο ἀπό αὐτούς εὔσημα. Οὔτε δικαιοῦται κανείς ἀπό τήν αἴθουσα αὐτή προερχό-μενος πού νά χαρακτηρίζει τήν δι' ἀποφάσεως τῆς ΙΣΙ συλλογήν ὑπογραφῶν εἴτε ὡς "εὐτελισμόν", εἴτε ὡς "πνευματική κατάρρευση τῆς Ἐκκλησίας". Γιατί εἶναι εὐτελισμός ἡ ἄμυνά μας ἐναντίον τῆς παραθεωρήσεως τοῦ Χριστοῦ στή χώρα μας; Καί γιατί εἶναι δεῖγμα τάχα πνευματικῆς κατάρρευσης ἡ καταφυγή στήν ὁμολογιακή μαρτυρία τοῦ πιστεύοντος λαοῦ; Ἔχετε ἐπίγνωση τῶν λόγων σας, ἀγαπητοί Ἀδελφοί; Αὐτά εἶναι ἀνήκουστα πράγματα γιά τόν ἱερό χῶρο μας, συμβάλλουν στήν ἐκκοσμίκευσή του, καί δέν δικαιολογοῦνται οὔτε κἄν ὡς "ἀντιπολίτευση". Γιατί καί ἡ ἄσκηση κριτικῆς ἀπαιτεῖ ὑψηλό ἦθος καί φρόνημα εὐθύνης. Ταῦτα λέγω μέ θλίψη πολλή ὡς κοινές διαπιστώσεις, καί ὅποιος διαφωνεῖ μέ αὐτές τόν καλῶ νά ἔλθη στό βῆμα νά μᾶς πῆ τήν διαφορετική ἐκτίμηση καί ἐκδοχή του. Καί ἐδῶ μέσα στό ἱερό μας Σῶμα θά κριθοῦμε ἅπαντες. Ἑνωμένοι πάντως πρέπει καί νά παραμείνουμε μέχρι τέλους.

Μᾶς λένε "Ἀποδεχθῆτε τώρα τή διαγραφή τοῦ θρησκεύματος καί μετά βλέπουμε γιά ὅλα τ' ἄλλα". Αὐτός ὁ λόγος εἶναι κραυγαλέα ἐκβιαστικός. Καί ἡ Ἐκκλησία δέν πρέπει νά ἐπιτρέψει στόν ἑαυτό της νά ἐκβιάζεται. Δέν δεχόμαστε, λοιπόν, οὔτε ἐκβιασμούς, οὔτε πιέσεις γιά νά ὑποταχθοῦμε ἐνάντια στή φωνή τῆς συνειδήσεώς μας. Ἡ Ἐκκλησία θά μείνει σταθερή στίς ἀρχές της καί στήν παράδοσή της, ὅπως πιστεύω. Μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ καί τήν προστασία τῆς Παναγίας μας θά πορευθοῦμε καί εἴμαστε βέβαιοι ὅτι θά νικήσουμε. Τά πράγματα δέν κρίνονται ἀπό τά ἐπί μέρους ἐπεισόδια. Καί ἄν χάσουμε αὐτή τή μάχη, θά κερδίσουμε ὁπωσδήποτε τόν πόλεμο.

Σήμερα ὅμως ἔχουμε περισσότερες ἐνδείξεις ὅτι ἡ κυβέρνηση θά προχωρήσει σέ νέα μέτρα πού θά κατατείνουν στό θρησκευτικό ἀποχρωματισμό τοῦ κράτους. Ἐμεσολάβησε ἡ ματαίωση τῆς σύσκεψης στήν Ἑλλάδα τῶν Ὑπουργῶν Παιδείας 20 εὐρωπαϊκῶν χωρῶν πού θά συζητοῦσαν, ὅπως εἶχε προγραμματισθῆ, τήν ἐξέλιξη τῆς θρησκευτικῆς ἐκπαίδευσης στά σχολεῖα. Προφανῶς γιά νά μή δεσμευθῆ ἡ κυβέρνηση στή διατήρηση τοῦ μαθήματος ὡς ἔχει, ματαίωσε τή Διάσκεψη. Σημειώνω ὅτι οἱ Ὑπουργοί προήρχονταν κατά πλειονότητα ἀπό ὀρθόδοξες βαλκανικές χῶρες, πού ἐνδιαφέρονταν νά μάθουν τί συμβαίνει ὡς πρός τό ζήτημα αὐτό στήν κοιτίδα τῆς Ὀρθοδοξίας, τήν Ἑλλάδα. Ἐπηκολούθησε ἡ γνωστή ἀπόφαση γιά τήν ὑποβάθμιση τοῦ μαθήματος. Ἔχει προαναγγελθῆ ἡ πρόθεση τῶν κυβερνώντων νά λάβουν νομοθετικά μέτρα γιά τήν περιθωριοποίηση τῆς Ἐκκλησίας καί τήν θρησκευτική οὐδετεροποίηση τοῦ κράτους. Πέραν αὐτῶν, προσκείμενα στήν κυβέρνηση ΜΜΕ ἔχουν θέσει τό ζήτημα τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας. Ἔχουμε δηλώσει ὀρθῶς ὅτι τό ζήτημα αὐτό πρέπει νά ἐξετασθῆ ἀπό μηδενική βάση καί μέ σεβασμό στούς διακριτούς ρόλους Ἐκκλησίας - Πολιτείας. Στήν ὅλη ἔρευνα θά βοηθήσει ἀσφαλῶς καί ἡ καταγραφή τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας μέσα ἀπό τό συντασσόμενο Κτηματολόγιο. Ὅμως κάνω ἔκκληση νά μή μᾶς ἀντιμετωπίζει ἡ Πολιτεία ὡς ἀντιπάλους της. Γιατί αὐτή ἡ σκληρότητα καί ὁ αὐταρχισμός; Τό δίκαιο τοῦ ἰσχυροτέρου δέν εἶναι πάντοτε τό καλύτερο. Ἡ κυβέρνηση "ἔχει ὑποχρέωση στοιχειώδους προβληματισμοῦ καί σκέψεων γύρω ἀπό τήν κατάσταση πού τείνει νά δημιουργηθῆ καί νά ἀναθεωρήσει τήν ἄκρως ἐπικίνδυνη ἀντιπαράθεσή της μέ τήν Ἐκκλησία" (Κ. Ἰορδανίδης, στήν "Καθημερινή" 18-8 ). Ἄς τό ἐλπίσουμε.

Ὅταν τό 1981 εἰσήρχετο ἡ Ἑλλάδα στήν τότε ΕΟΚ, ἡ γαλλική ἐφημερίδα "Le Monde" ἔγραψε ὅτι εἰσέρχεται στό χῶρο τῆς Εὐρώπης ἡ χώρα τῆς Φιλοκαλίας. Καί ὁ κ. Olivier Clement συνεπλήρωνε: "Ἡ δυτική Εὐρώπη γεννήθηκε ἀπό τόν φιλοσοφικό Ἑλληνισμό. Σήμερα ὅμως ἔχει ἀνάγκη καί ἀπό τόν φιλοκαλικό Ἑλληνισμό". Αὐτό πού ὑπογραμμίζουν οἱ νουνεχεῖς ξένοι τό ἀγνοεῖ ἐπιδεικτικά καί τό μάχεται ἡ πολιτική ἐξουσία στήν Ἑλλάδα. Ποιός θά σταθῆ φραγμός στά σχέδιά της; Μόνον ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ, λέγει ὁ λαός. Καί ποιός θά ἀντισταθῆ καί θά ἀγωνισθῆ; Μόνον ἡ Ἐκκλησία ὁμολογοῦν οἱ πάντες. Λοιπόν, Ἀδελφοί, "εἰ δυνατόν τό ἐξ ὑμῶν μετά πάντων ἀν-θρώπων εἰρηνεύετε". Ὅμως, ἵνα κατά τόν Χρυσορρήμονα εἴπω, "Τά παρά σεαυτοῦ πάρεχε καί μηδενί δίδου πολέμου καί μάχης ἀφορ-μήν, μή Ἰουδαίῳ, μή Ἕλληνι. Εἰ δέ πού τήν εὐσέβειαν παραβλα-πτομένην ἴδοις, μή προτίμα τήν ὁμόνοιαν τῆς ἀληθείας, ἀλλ' ἵστασο γενναίως ἕως θανάτου" (P.G. τ. 60, σ. 611).

Προηγούμενη σελίδα