|
«Το Άβατον του Αγίου Όρους»
Αρχιμ. Επιφάνιος Οικονόμου, Ελεύθερος Τύπος, 19/01/2003
Και πάλι στο προσκήνιο το θέμα της κατάργησης του αβάτου του Αγίου Όρους, ύστερα από το σχετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Τα επιχειρήματα που επικαλέσθηκε η εισηγήτρια της πρότασης Ολλανδή ευρωβουλευτής Τζοκ Σβίμπελ έχουν να κάνουν με την παραβίαση της παγκοσμίως αναγνωρισμένης αρχής της ισότητας των φύλων, την κοινοτική νομοθεσία για την απαγόρευση των διακρίσεων και για την ισότητα, καθώς και τις διατάξεις περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών. Ο συλλογισμός δηλαδή της ευρωβουλευτού στηρίζεται σε καθαρά και μόνο νομικά επιχειρήματα και διατάξεις, χωρίς να μπαίνει στον κόπο να εισχωρήσει στην ουσία και να αναλογιστεί τους λόγους που επέβαλαν και κατοχύρωσαν και νομικά ακόμα το ισχύον καθεστώς.
Αυτό σημαίνει ότι η προσπάθεια της κ. Σβίμπελ πέφτει από μόνη της στο κενό, γιατί σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να προσεγγίσουμε ένα θέμα που διέπεται από πνευματικές και ιερές διαστάσεις, με τρόπο νομικίστικο και διεκδικητικό. Το καθεστώς του αβάτου του Αγίου Όρους αποτελεί υπερχιλιετή παράδοση στη ζωή της Εκκλησίας και του ελληνικού κράτους, μια παράδοση που σεβάστηκαν αυτοκράτορες, βασιλείς, δικτάτορες, δημοκράτες πολιτικοί, εκπρόσωποι δηλαδή κάθε μορφής πολιτεύματος σε αυτόν τον τόπο. Και αυτό γιατί αναγνώρισαν ότι το Άγιον Όρος είναι μια μοναστική πολιτεία, με ιδιαίτερο πνευματικό βάρος και σημασία, που χαρακτηρίζεται από υψίστη ιερότητα, την οποία ουδείς δύναται να αμφισβητήσει και να ανατρέψει.
Το βασικό επιχείρημα των θιασωτών της κατάργησης του αβάτου έχει να κάνει με την αρχή της ισότητας των δύο φύλων, στο πλαίσιο του ευρύτερου αγώνα για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αλήθεια, όμως, λύσαμε όλα τα άλλα προβλήματα που άπτονται της στέρησης αυτών των δικαιωμάτων στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο, για να ασχοληθούμε τώρα και με το «πρόβλημα» του Αγίου Όρους; Ποιός νοιάστηκε ποτέ, από τους περίεργους αυτούς θιασώτες της ισοπέδωσης των πάντων, για τα προβλήματα του Τρίτου Κόσμου, για τις τραγικές στερήσεις εκατομμυρίων Ευρωπαίων πολιτών που ζούν κάτω από τα όρια της φτώχειας; Ποιός νοιάστηκε ποτέ για τις αυθαιρεσίες του δημόσιου τομέα εις βάρος των φορολογούμενων Ευρωπαίων και μάλιστα με τις ευλογίες των νόμων; Ποιός νοιάστηκε ποτέ για το κατάντημα των απόμαχων του βίου συνταξιούχων, που στη δύση της ζωής τους απολαμβάνουν αντί, για την αναγνώριση, την απαξίωση και τον εξευτελισμό; Ποιός θέλησε ποτέ να πατάξει χωρίς φόβο και πάθος το διεθνές κύκλωμα των ναρκωτικών, που στέλνει στο θάνατο το πιο ανυπεράσπιστο κομμάτι της ευρωπαϊκής κοινωνίας που είναι οι νέοι; Τα λύσαμε όλα αυτά τα προβλήματα και το μόνο που έμεινε άλυτο είναι το καθεστώς του Αγίου Όρους; Ποιές είναι, όμως, οι γυναίκες εκείνες που ξιφουλκούν για την ανατροπή του ισχύοντος καθεστώτος, κοπτόμενες περί της ισότητας; Προσωπικά ποτέ δεν άκουσα συνειδητή χριστιανή, με ουσιαστική συμμετοχή στη ζωή της Εκκλησίας, να διεκδικεί για τον εαυτό της ένα τέτοιο δικαίωμα. Ποτέ δεν άκουσα γυναίκες που εφορούνται από πνεύμα Θεού και βιώνουν στην ουσία της την ορθόδοξη πνευματικότητα να ορέγονται να δούν τον εαυτό τους περιπατούντα εν Αγίω Όρει. Και αυτό γιατί οι γυναίκες αυτές αναγνωρίζουν στην αγιορείτικη πολιτεία τη μέγιστη πνευματική και ιερή της διάσταση, αλλά και το δικαίωμα των μοναχών να καθορίζουν τα του βίου και της πνευματικής τους ζωής. Αντιθέτως, άκουσα πολλές γυναίκες που ουδεμία σχέση είχαν ποτέ ή έχουν με τη γνήσια ορθόδοξη πνευματικότητα, που δεν γνωρίζουν τις παραδόσεις και τι θα πει εκκλησιαστική ζωή, να προμαχούν για την κατοχύρωση των όποιων «δικαιωμάτων» τους, αδιαφορώντας για το αναφαίρετο δικαίωμα των μοναχών περί της ιστορικά κατοχυρωμένης αυτοδιάθεσής τους.
Προφανώς δεν άκουσαν ποτέ οι γυναίκες αυτές για την ουσία του ορθόδοξου μοναχισμού και την αποστολή του, γι’ αυτό και δεν προσεγγίζουν το Άγιον Όρος με τρόπο πνευματικό ως οφείλουν, αλλά το αντιμετωπίζουν ως τόπο μουσειακό, στους κόλπους του οποίου κρύβονται οι υλικοί και μόνο θησαυροί της Ορθοδοξίας ή και ως οικολογικό παράδεισο, μέτοχοι του οποίου απαιτούν να είναι. Η προσέγγισή τους δηλαδή έχει καθαρά κοσμικό χαρακτήρα και αυτό είναι το λάθος που τις εμποδίζει να δούν την αλήθεια.
Προφανώς, επίσης, δεν διάβασαν ποτέ περί της αποστολής του ορθόδοξου μοναχού, που δεν είναι άλλη από την προσπάθειά του «να σμίξει με την αλήθεια, νά υπερβεί την κοσμική του οντότητα, να πάρει γεύση μακαρίας ζωής και να οπτασιαστεί τη δόξα του αφθάρτου Θεού» (Μητρ. Πέργης Ευάγγελος, «Εκ Φαναρίου Β/», σελ. 214). Και αυτή η αποστολή δεν μπορεί ποτέ να επιτευχθεί, αν δεν αφεθεί ο μοναχός ελεύθερος από κοσμικούς περισπασμούς και πειρασμικές περιττές συναναστροφές και επαφές. Ας αφήσουμε, λοιπόν, την αγιορείτικη πολιτεία να βιώνει απερίσπαστη την πνευματική της ελευθερία, να ζει και να εργάζεται αποκομμένη από τον κόσμο για τη ζωή του κόσμου και τότε η προσωπική μας ωφέλεια θα είναι ασυγκρίτως ανώτερη από την όποια ευκαιριακή ικανοποίηση μιας περίεργης «δικαιωματικής» προσέγγισης.
|
|