Home   ECCLESIA

ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΑ

 

Iερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου

 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'
Το Μέγα Σπήλαιο και η Παιδεία

Το τελευταίο Κεφάλαιο τούτης της μελέτης κρίναμε σκόπιμο να αφιερωθεί στη συμβολή του Μεγάλου Σπηλαίου στην παιδεία. Έτσι, ξεφεύγοντας από τη χρονολογική σειρά που ακολουθήθηκε μέχρι τώρα, υιοθετημένη για την ιστόρηση της παρουσίας του μοναστηριού στον πνευματικό και εθνικό βίο του Γένους, θα αναφερθούμε συνοπτικά στις μαρτυρίες που σώζονται, τόσο για τη λειτουργία σχολείου στο Μέγα Σπήλαιο τα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όσο και για την πολύ πλούσια βιβλιοθήκη του. Έτσι, θα πλαισιωθεί αρτιότερα η πνευματική υπόσταση της Μονής και θα φωτισθεί καθαρότερα η συμβολή της στις ιστορικές τύχες του ελληνισμού.

Ι. Η Σχολή του Μεγάλου Σπηλαίου

Ειδικά από τη Β' Τουρκοκρατία και εξής οι συνθήκες για τον τουρκοκρατούμενο ελληνισμό άρχισαν να βελτιώνονται. Αυτό οφειλόταν κυρίως στην ηπιώτερη συμπεριφορά των κατακτητών. Τα Ορλωφικά διέκοψαν για λίγο διάστημα, αλλά δεν ματαίωσαν τη γενικότερη αναγεννητική πορεία του Γένους προς την υλική και πνευματική αναβάθμισή του. Η αναβάθμιση αυτή συνέβαλε αποφασιστικά και στην εθνική αφύπνιση των υποδούλων, ώστε να καταστήσει πιο επιτακτικό το αιτημά τους για ανεξαρτησία.

Η Πελοπόννησος αυτή την εποχή (από το 1715 και εξής) παρουσιάζει εμφανή σημεία προόδου τόσο στο βιοτικό όσο και στο πνευματικό επίπεδο. Τα «κοινά σχολεία», που παρείχαν στα ελληνόπουλα τη στοιχειώδη εκπαίδευση, λειτουργούσαν φανερά ήδη από νωρίτερα. Σημαντικό ρόλο σ' αυτή τη φάση διαδραμάτισε η Εκκλησία, σχεδόν αποκλειστικός φορέας και καλλιεργητής της παιδείας του Γένους. Η υποτυπώδης εκπαίδευση άρχισε βαθμιαία να συστηματοποιείται με την παρουσία φωτισμένων μορφών -κυρίως κληρικών- και με την ανάδειξη κάποιων μοναστηριών σε πυρήνες μεταλαμπάδευσης των αγαθών της εκπαίδευσης στον διανοητικά διψασμένο υπόδουλο λαό.

Ένα από αυτά τα εκπαιδευτικά κέντρα υπήρξε και το Μέγα Σπήλαιο. Ο Αμβρόσιος Φραντζής, αναφερόμενος στη μέριμνα του Μ. Σπηλαίου για την καλλιέργεια των γραμμάτων, γράφει: «... αλλά και μέχρι σήμερον δεν παύουν οι πατέρες της Μονής ταύτης του να φροντίζωσιν υπέρ της προόδου των φώτων, οίτινες εσύστησαν Ελληνικήν σχολήν εντός της Μονής, σκοπόν έχοντες να συστήσωσιν ακολούθως και σχολήν δια την Θεολογίαν, την φιλοσοφίαν, και την ρητορικήν»1. Είναι άγνωστο πότε άρχισε να λειτουργεί η σχολή του μεγάλου μοναστηριού. Πάντως, η πλούσια βιβλιοθήκη του αναφέρεται στις πηγές εκείνη την εποχή (βλ. παρακάτω). Δεν είναι άσχετη, φρονούμε, η μνεία της βιβλιοθήκης με τη λειτουργία της σχολής.

Στις ιστορίες της εποχής, το Μέγα Σπήλαιο αναφέρεται ως ένα από τα σχολεία που λειτούργησαν σίγουρα κατά την Τουρκοκρατία, αν και δεν είναι γνωστό πότε ιδρύθηκε2. Ο Ν. Διαμαντόπουλος σε σχετική μελέτη του συγκαταλέγει τη Σχολή του Μεγάλου Σπηλαίου στα εκπαιδευτικά κέντρα που λειτουργούν στην Επαρχία Καλαβρύτων στις αρχές του ΙΗ' αι.3 Πρέπει μάλιστα να θεωρούνταν από τα σπουδαιότερα, γιατί πολλοί το προτιμούσαν και από την περίφημη σχολή της Δημητσάνας. Χαρακτηριστική είναι η επονομασία του σχολείου του Μ. Σπηλαίου ως «Πανεπιστήμιο της Πελοποννήσου»4.

 Ονομαστοί απόφοιτοι της σχολής του Μ. Σπηλαίου είναι οι δύο πατριάρχες Ιεροσολύμων, Δοσίθεος (1669-1707) και Χρύσανθος (1707-1731). Μαθητής της Σχολής θεωρείται και ο επίσκοπος Κραϊόβης Ρουμανίας Τιμόθεος Χρονίδης ή Παπαχρόνης ( 1875)5. Τέλος, στη Μονή του Μ. Σπηλαίου θεωρείται ότι αρτίωσαν τη μόρφωσή τους δύο ακόμη μορφές της Επανάστασης: ο Γερμανός, επίσκοπος Χριστιανουπόλεως και ο Αμβρόσιος Φραντζής6. Δυστυχώς, πιο φτωχές είναι οι πληροφορίες που διαθέτουμε όσον αφορά το καθηγητικό προσωπικό του σχολείου· το μόνο γνωστό όνομα είναι του Κυρίλλου Βαβύλα7.

 Τα προγράμματα ή, καλύτερα, τις κατευθυντήριες γραμμές της σχολής θα προσπαθήσουμε να συναγάγουμε κατωτέρω, σε συνάρτηση με τον πλούτο της Μονής σε κώδικες και έντυπα.

Πρέπει να τονίσουμε ότι η αναφορά που γίνεται εδώ στη Σχολή του Μ. Σπηλαίου δεν έχει σχέση με τις προσπάθειες που κατέβαλε αργότερα ο Κ. Οικονόμος για την ίδρυση μιας Θεολογικής Σχολής, ως αντίβαρο στην ομόλογη Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας.

ΙΙ. Η βιβλιοθήκη της Μονής

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η πλούσια σε παλαιούς κώδικες βιβλιοθήκη του Μ. Σπηλαίου έγινε παρανάλωμα του πυρός το 1934. Υπάρχουν μαρτυρίες που ανάγουν τον αριθμό των βιβλίων της μονής σε 3.0008, μολονότι, κατά τις πιο αξιόπιστες και πιο πρόσφατες πληροφορίες του Ν. Βέη, είναι αδύνατο να έχουμε έναν ακριβή αριθμό των βιβλίων, αφού πλήθος τόμοι βρίσκονταν στοιβαγμένοι σε ανύποπτα σημεία του μοναστηριού. Στον κατάλογο που εκπόνησε ο λόγιος βιβλιοθηκάριος της Μονής π. Νείλος Νικολαΐδης στις αρχές του αιώνα, καταχωρίστηκαν μόνο χίλιοι τόμοι. Το έργο του έμεινε ανολοκλήρωτο9. Πρέπει να θεωρηθεί δεδομένο ότι εκτός από τους παλαιότατους κώδικες, πολλοί από τους οποίους ήταν δεξιοτεχνικά ιστορημένοι με μικρογραφίες, η μονή κατείχε μοναδικά έντυπα από τα πρώτα δείγματα των επιτευγμάτων της τυπογραφίας, χιλιάδες τόμους βιβλίων ποικίλου περιεχομένου, όπως θα δούμε παρακάτω.

Ο Βέης μας γνωστοποιεί το εύρος και τη σύνθεση των μεγασπηλαιωτικών κωδίκων στον σχετικό του Κατάλογο, που δημοσιεύθηκε αποσπασματικά σε δύο τμήματα (1915 και 1957). Ο Βέης στα 1904, οπότε επισκέφθηκε για πρώτη φορά το μοναστήρι, κατέγραψε και περιέγραψε 400 κώδικες. Ωστόσο, απ' αυτούς στον Κατάλογο που δημοσίευσε αργότερα ο ίδιος παρουσιάσθηκαν μόνο 23510.

 Πολύτιμες είναι και οι πληροφορίες που μας δίνει ο Βέης στην «Προδιοίκησιν» της πρώτης μελέτης του, σχετικά με την ιστορία μιας πιο συστηματικής διαρθρώσεως της βιβλιοθήκης, πριν από τις δικές του προσπάθειες.

Οι δύο πρώτες μαρτυρίες για την ύπαρξη της βιβλιοθήκης στη μονή ανάγονται στους ΙΖ' και ΙΗ' αι. αντίστοιχα. Η πρώτη, κάπως αόριστη, προέρχεται από ένα σημείωμα του βιβλιογράφου Ιωάννου Θεοδωρή Καρβουνάρη, ο οποίος σε κώδικα της Μ. Βαρλαάμ Μετεώρων αναφερόταν στη βιβλιοθήκη του Μ. Σπηλαίου, γράφοντας τα εξής: « Εν τω αχμθω ήλθαμεν εις το Μέγα Σπήλαιον, εις το μοναστήριον, και επροσκυνήσαμε την εικόνα της Θεοτόκου, όπου εμόνασε και εστόρισεν ο Άγιος Λουκάς· και εκεί εις το χαρτοφυλάκιον είδαμεν βιβλία πολλά...». Η δεύτερη, πιο θετική, μαρτυρία προέρχεται από επιστολή της 12ης Φεβρουαρίου 1730 του Μιχαήλ ιή οώ προς τον ιό ο ιύ, Υπουργό της Γαλλίας. Ανάμεσα στ' άλλα, καθ' όλου υποτιμητικά για την πνευματική κατάσταση της αδελφότητας, ο ιή οώ αναφέρεται στην πολύ πλούσια βιβλιοθήκη της Μονής, που περιέχει βιβλία όλων των ειδών, παρότι αγνοείται από τους αμαθείς μοναχούς11. Τον ίδιο αιώνα, λίγα χρόνια μετά την επίσκεψη του γάλλου βιβλιόφιλου, ένας κώδικας της μονής έρχεται να τον διαψεύσει για την άγνοια των μοναχών. Πρόκειται για τον κωδ. υπ' αριθ. 216 του Καταλόγου του Βέη, γραμμένο το 1764. Ο αστάχωτος αυτός κώδικας (φφ. 29) αποτελούσε την πρώτη προσπάθεια σύνταξης βιβλιογραφικού καταλόγου της βιβλιοθήκης12.

 Πάντως, ουσιαστική μέριμνα για τη βιβλιοθήκη έδειξαν οι μοναχοί τον επόμενο αιώνα, αφότου σχετίστηκαν με τον λόγιο Κ. Οικονόμο. Ο τελευταίος, μάλιστα, ανάμεσα στ' άλλα ανέλαβε και την έκδοση υμνολογικών κωδίκων που φυλάσσονταν στη Μονή13. Φίλος του Οικονόμου υπήρξε και ο Ιωνάς Κανελλόπουλος -τον γνωρίσαμε ως αγωνιστή στα χρόνια της Επανάστασης-, που διακρινόταν για τη μεγάλη του αγάπη για τα βιβλία. Ο καταγόμενος από τα Χαλκιάνικα Νωνάκριδος βιβλιόφιλος Προηγούμενος ίδρυσε κοντά στο κωδωνοστάσιο της Μονής μία ευπρόσωπη βιβλιοθήκη, την οποία μπορούσαν να επισκέπτονται και οι προσκυνητές14. Εκεί βρήκαν καταφύγιο έντυπα και κώδικες, που, κατά τη γνώμη των μοναχών, άξιζε να συντηρηθούν και να μελετηθούν.

Δυστυχώς, μέχρι τις αρχές του αιώνα μας, «συστηματική φροντίς προς αναγραφήν των εντύπων και προς καταρτισμόν καταλόγου -συμφώνως προς τας επιστημονικάς απαιτήσεις συντεταγμένου- των εν τη βιβλιοθήκη ταύτη εναποκειμένων χειρογράφων επί μακρόν χρόνον δια διαφόρους λόγους δεν ελήφθη»15. Τελικά, η πυρκαγιά του 1934 (βλ. παραπάνω), καταστρέφοντας ολοσχερώς το μοναστήρι, αφάνισε και τη βιβλιοθήκη, την οποία ο Ν. Βέης το 1904 είχε προσπαθήσει να συστηματοποιήσει.

Οι πολύτιμοι κώδικες που κοσμούσαν τη βιβλιοθήκη της Μονής και τώρα πλέον δυνάμεθα να γνωρίζουμε μόνον από τους Καταλόγους του Βέη είναι ποικίλου περιεχομένου. Επικρατούν οι σχετικοί με θεολογικά θέματα, αλλά δεν λείπουν και τα έργα «θύραθεν» παιδείας. Οι παλαιότεροι κώδικες είναι ευαγγέλια, γραμμένα από τον Ι' ως τον ΙΒ' αι. Τα θεολογικά βιβλία είναι πάρα πολλά: λειτουργικά, κανονικού δικαίου, συναξάρια, αντιρρητικά και, βέβαια, έργα Πατέρων της Εκκλησίας. Τα τελευταία είναι χαρακτηριστικό ότι καλύπτουν την πατερική γραμματεία στη διαχρονία της [από την εποχή των Καππαδοκών (Δ' αι.) μέχρι τα χρόνια του Νικόδημου του Αγιορείτη ( 1809)]. Όμως, αξίζει να σημειωθεί ότι, εκτός από τα -ομολογουμένως πολύ περισσότερα- θεολογικού περιεχομένου έργα, στη βιβλιοθήκη μπορούσε κανείς να μελετήσει και έργα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Πλάι στα ομηρικά έπη υπήρχαν πολλά έργα των Αριστοτέλη, Θουκυδίδη, Λουκιανού, Πλούταρχου αλλά και του Αριστοφάνη16.

 Η ποικιλία των έργων της βιβλιοθήκης αποδεικνύει την ευρύτητα των φιλολογικών ενδιαφερόντων της αδελφότητας, ενδιαφέροντα που, όπως είδαμε, δεν εξαντλούνταν στη μελέτη θεολογικών συγγραμμάτων. Είναι ενδεικτική η ύπαρξη έργων χρονικά πιο πρόσφατων (Μαθηματικών, Φυσικής, Λογικής, Υπομνήματα στον Αριστοτέλη κ.α. των ΙΖ'-ΙΘ' αι.), τα οποία φανερώνουν τη γενικότερη στροφή της παιδείας του τόπου. Ως γνωστόν, μέχρι τον ΙΖ' αι. η παιδεία ήταν σταθερά προσανατολισμένη στη μελέτη των Πατέρων της Εκκλησίας και, ως ένα βαθμό, στη σπουδή της αρχαιοελληνικής γραμματείας. Από τότε και στο εξής όμως, με κορύφωση τα χρόνια της Επανάστασης, οι έλληνες λόγιοι παρακολουθούν τα επιτεύγματα της δυτικής επιστημονικής και φιλοσοφικής σκέψης, με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση ενός ιδεολογικού ρεύματος το οποίο θα εκβάλει αργότερα στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό. Συγγραφείς, όπως ο Νικηφόρος Θεοτόκης, ο Θεόφιλος Κορυδαλλεύς, ο Βικέντιος Δαμοδός, έργα των οποίων αφθονούσαν στη βιβλιοθήκη του Μ. Σπηλαίου, σηματοδοτούν αυτή τη -βαθμιαία αλλά σταθερή- μεταβολή στην πορεία της παιδείας του Νέου Ελληνισμού17. Μπορούμε, λοιπόν, να υποθέσουμε, έχοντας υπ' όψη μας τα δεδομένα των βιβλιογραφικών ενδιαφερόντων του, ότι το μοναστήρι ακολουθεί αυτή τη νέα πορεία της παιδείας, και ενδεχομένως την υπηρετούν και τα προγράμματα της σχολής που λειτουργούσε σ' αυτήν.

Ένα τελευταίο θέμα που μας απασχόλησε σχετικά με τον βιβλιογραφικό πλούτο της Μονής είναι εάν λειτουργούσε, όπως θα περίμενε κανείς, εργαστήριο αντιγραφής κωδίκων μέσα στο μοναστήρι, ως ένα από τα διακονήματα της αδελφότητας. Ωστόσο, από τις υπάρχουσες ενδείξεις είναι δύσκολο να υποστηριχθεί κάτι τέτοιο. Τα σημειώματα των γραφέων στο τέλος των κωδίκων της Μονής αποδεικνύουν ότι οι περισσότεροι κώδικες εκπονούνταν κατά παραγγελία κάποιων βιβλιόφιλων μοναχών ή ηγουμένων του Μεγάλου Σπηλαίου. Άλλοι κώδικες αποτελούν απλά αφιερώματα πιστών στο μοναστήρι, αφού ήταν γνωστή η βιβλιοθήκη του και θα μπορούσαν ίσως να χρησιμεύσουν στη Σχολή. Για ένα μόνο κώδικα μπορούμε να γνωρίζουμε θετικά ότι εγράφη στο Μέγα Σπήλαιο18, αλλά απ' αυτό δεν εξάγεται, βέβαια, η λειτουργία ενός μόνιμου εργαστηρίου αντιγραφής.

 ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. ΑΜΒΡ. ΦΡΑΝΤΖΗ, Επιτομή..., τ. Δ', σ. 144.

2. Μ.Β. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ, Η Πελοπόννησος κατά την δευτέραν Τουρκοκρατίαν..., σ. 252-253.

3. Άλλα σχολεία λειτουργούσαν στη Μονή Αγίας Τριάδος, στην πόλη των Καλαβρύτων, στο Σοποτό, στην Κερπινή, στο Μάζι κ.α. Βλ. Ν. ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ, Η παιδεία στην επαρχία Καλαβρύτων επί Τουρκοκρατίας και σήμερα, Ε.Κ.1 (1969), σ. 27-30.

4. Ν. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ, Πρωθιερέως, Μονής αγίων Θεοδώρων επισκοπής Κερνίκης (Καλαβρύτων και Αιγιαλείας) εθνικαί εκδουλεύσεις, Αθήναι 1958, σ. 3 ( Ανάτυπο από την « Εκκλησία», φ. 12).

5. Ν. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Πρωθιερέως, Μονής αγίων Θεοδώρων επισκοπής Κερνίκης..., σ. 3.

6. Ν. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Αμβροσίου Φραντζή-Βιογραφικαί Σελίδες, Ε.Κ.4 (1972), σ. 34.

7. Βλ. Ν. ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ, Η παιδεία στην Επαρχία Καλαβρύτων..., σ. 29.

8. Θ. ΤΣΕΚΟΥΡΑ, Χωρογραφική και ιστορική..., σ. 44.

9. Βλ. Ν. ΒΕΗ, Έκθεσις παλαιογραφικής και ιστοριοδιφικής εκδρομής εις την επαρχίαν Καλαβρύτων, Ε.Κ. 5 (1973), σ. 22. Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση του πρωτοτύπου, γραμμένου μετά την πρώτη επίσκεψη του καθηγητή στο Μ. Σπήλαιο· Βλ. π. «Παναθήναια», τ. 15, Δεκ. 1904 (σσ. 136-141) και τ. 31. Ιανουάρ. 1905 (σσ. 237-242). Κατά την επίσκεψή του στη Μονή, ο Βέης ταξινόμησε ο ίδιος τα έντυπα και μάλιστα κατόπιν, βάσει της ερευνάς του, «κατάφερε» προσθήκες στη βιβλιογραφία του LEGRAND και στον Κατάλογο του Ανδ. Παπαδοπούλου Βρετού και στα Συμπληρώματά του.

10. Προβλ. ΜΑΙΡΗΣ Ν. ΒΕΗ, Σελίδες Ν. Βέη εκ του Καταλόγου του των ελληνικών κωδίκων των Μονών Μεγ. Σπηλαίου και Αγ. Λαύρας, Ε.Κ. ΙΖ' (1985-1986), σ. 187.

11. Βλ. Ν. ΒΕΗ, Κατάλογος των ελληνικών χειρογράφων κωδίκων..., τ. Α', σ. θ'.

12. Ο κώδικας είχε τον τίτλο: «Κατάλογος των ευρισκομένων βιβλίων εν τη βιβλιοθήκη της ιεράς ημών μονής του Μεγάλου Σπηλαίου, εν ή μέλλωσι γράφεσθαι και όσα άλλα βιβλία εις το εξής αποκτηθώσι, έκαστον εν τω αυτού στοιχείον κατά τάξιν καθώς φαίνονται ερχομένων των είκοσι τεσσάρων γραμμάτων, από του άλφα δηλαδή μέχρι του ωμεγάλου· σημειωσομένων των τε συγγραφών και το μήκος του κάθε βιβλίου, καθώς φαίνεται δια να ευρίσκεται το βιβλίον εν ευκολία. 1764, Ιούνιος 29». Βλ. Ν. ΒΕΗ, Κατάλογος χειρογράφων..., τ. Β', σ. 24.

13. Βλ. Κ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΕΞ ΟΙΚΟΝΟΜΩΝ, Υμνωδών ανεκδότοις, όπου ο Οικονόμος εκδίδει ένιους Κανόνες την Υπεραγία Θεοτόκο, γραμμένους από τον Μανουήλ, Μέγα Ρήτορα της Μ. Εκκλησίας, Πρβλ. Ν. ΒΕΗ, Κατάλογος χειρογράφων..., τ. Α', σ. 95.

14. Ν. ΒΕΗ, Έκθεσις παλαιογραφικής και ιστοριοδιφικής εκδρομής..., σ. 21.

15. Ν. ΒΕΗ, Κατάλογος χειρογράφων..., τ.Α', σ. ια'.

16. Ειδικά για τον Αριστοφάνη γνωρίζουμε ότι ο « Ανδρέας Κορομηλάς διανέμων τον υπό Νεοφύτου Δούκα τοις απανταχού Ελληνικοίς εκπαιδευτηρίοις δωροφορούμενου Αριστοφάνη,...» έστειλε δύο τόμους στο Μέγα Σπήλαιο, «εν δια τον διδάσκαλον και άλλο δια την βιβλιοθήκην». Βλ. Μ.Κ. ΠΑΡΑΝΙΚΑ, Σχεδίασμα περί τω ελληνικώ έθνει καταστάσεως των γραμμάτων από Αλώσεως Κωνσταντινουπόλεως (1453 μ.Χ.) μέχρι των αρχών της ενεστώσης (ΙΘ') εκαντοταετηρίδος, Εν Κωνσταντινουπόλει 1867, σ. 201-202. Όσο για τους άλλους συγγραφείς που προαναφέρθηκαν, δεν θεωρούμε σκόπιμο να γίνει μνεία σε συγκεκριμένους τίτλους έργων. Ο αναγνώστης εύκολα μπορεί να πληροφορηθεί σχετικά φυλλομετρώντας τους Καταλόγους του Ν. Βέη.

17. Αναλυτικά παρουσιάζει το φαινόμενο αυτό ο ιστορικός των ιδεών G.P. HENDERSON στο βιβλίο του « Η αναβίωση του ελληνικού στοχασμού 1620-1830», μετ. Φ.Κ.Βώρου, Αθήναι 1977.

18. Πρόκειται για τον κωδ. υπ. αριθ. 2248 της Εθνικής Βιβλιοθήκης, που περιέχει το Μηναίον Ιανουαρίου. Στο φ. 349 του χφ. υπάρχει το εξής εύγλωττο σημείωμα: « Ετελειώθη το παρόν βιβλίον εν έτει ζξε' (1557) εν μηνί ιουνίω η' ημέρα δευτέρα ώρα στ', και οι αναγινώσκοντες εύχεσθαι, ότι αμαθείς ημίν (αμαθής ειμί) της των γραμμ(α)των πείρας. Ο Χ(ριστό)ς αυτός εστίν αρχή και τέλος. Μάξιμος ιερομόναχος εν τω Μεγάλω Σπηλαίω γράψας.» Βλ. Λ. ΠΟΛΙΤΗ, Κατάλογος Χειρογράφων της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος αρ. 1857-2500, με τη συνεργασία Μαρίας Λ. Πολίτη, Αθήναι 1991, σ. 268. Πρβλ. το άρθρο του Ν. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Μεγασπηλαιωτών ενθυμήσεις, στην εφ. «Χελμός», αρ. 84 (Σεπτέμβριος- Οκτώβριος 1956).

 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΟΥ ΚΩΝΣΤ. Ρ., Λαμπρόπουλος Ιγνάτιος, «Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια», Αθήναι 1966, τ. 8, στ. 108-110.

ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ ΗΛ.-ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ιερομ., Οι Θεσσαλονικείς όσιοι Συμεών και Θεόδωρος, πρώτοι κατοικήτορες του Άθω και της Πανελλάδος πολιούχοι, Άγιον Όρος 1985.

ΑΝΝΙΝΟΥ ΜΠΑΜΠΗ, Ιστορικά σημειώματα, Εν Αθήναις 1925.

ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ ΣΑΡΑΝΤΟΥ, Η τραγωδία των Καλαβρύτων, « Ιστορία» τ. 90 (Δεκ. 1975), σσ. 96-103.

ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ, Η Φιλική Εταιρεία και οι Καλαβρυτινοί Φιλικοί, « Επετηρίς Καλαβρύτων» Γ' (1971), σσ. 104-122.

Του Ιδίου, Καλαβρυτινοί Αγωνισταί, « Επετηρίς Καλαβρύτων» Δ' (1972), σσ. 123-131.

Του Ιδίου, Οι Καλαβρυτινοί Ιερολοχίται. Σύμμεικτα, « Επετηρίς Καλαβρύτων» Η' (1976), σσ. 228-230.

ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ, Ε., Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Ε'-Η' Η Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση (1821-1829), Θεσσαλονίκη 1982-1988.

Του Ιδίου, Νέα Ελληνική Ιστορία 1204-1985, Θεσσαλονίκη 1988.

Του Ιδίου, Επίλεκτες βασικές ιστορικές πηγές της Ελληνικής Επαναστάσεως (1813-1825), τ. Α' και Β', Θεσσαλονίκη 1990.

ΒΕΗ ΜΑΙΡΗΣ, Ν., Σελίδες Ν. Βέη εκ του καταλόγου του των ελληνικών χειρ. κωδίκων των Μονών Μεγ. Σπηλαίου και Αγ. Λαύρας, « Επετηρίς Καλαβρύτων» ΙΖ' (1985-1986), σσ. 187-190.

ΒΕΗ, ΝΙΚΟΥ, Α., Έκθεσις παλαιογραφικής και ιστοριοδιφικής εκδρομής εις την επαρχίαν Καλαβρύτων, « Επετηρίς Καλαβρύτων» Ε' (1973), σσ. 19-33 (αναδημ. από τα «Παναθήναια», Δεκ. 1904, σσ. 136-141 και Ιαν. 1905, σσ. 237-242).

Του Ιδίου, Κατάλογος των ελληνικών χειρογράφων κωδίκων της εν Πελοποννήσω Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου, Εν Αθήναις, τ. Α' 1915, τ. Β' 1957.

ΒΟΒΟΛΙΝΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, Α., Η Εκκλησία εις τον Αγώνα της Ελευθερίας 1453-1953, Αθήναι 1952.

ΓΑΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ., Ιστορία της Κατοχής μετά συλλογής ιστορικών και λαογραφικών ανεκδότων των ετών 1940-1944, τ. Δ' (χ.χρ.).

ΓΙΑΝΝΑΡΑ ΧΡΗΣΤΟΥ, Ορθοδοξία και Δύση στη Νεώτερη Ελλάδα, Αθήνα 1992.

ΓΙΑΝΝΑΡΟΠΟΥΛΟΥ ΙΩΑΝΝΑΣ, Σχεδίασμα Ιστορίας της Επαναστάσεως υπό Ρήγα Παλαμήδη, «Μνημοσύνη» 2 (1968-1969), σσ. 375-426.

ΓΙΟΥΛΤΣΗ Β., Κοινωνιολογία των θρησκευτικών αδελφοτήτων, στο συλλ. τόμο Θέματα Κοινωνιολογίας της Ορθοδοξίας, (επιμ. Γ. Μαντζαρίδου), Θεσσαλονίκη 1975, σσ. 187-203.

ΓΡΙΤΣΟΠΟΥΛΟΥ ΤΑΣΟΥ, ΑΘ., Μεγάλου Σπηλαίου Μονή, «Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια», τ. 8, Αθήναι 1966,στ. 871-881.

Του Ιδίου, Τα Ορλωφικά. Η εν Πελοποννήσω επανάστασις του 1770 και τα επακόλουθα αυτής, Εν Αθήναις 1967.

ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ ΚΑΝΕΛΛΟΥ, Απομνημονεύματα, τ. Β' και Γ', Αθήναι 1957.

ΔΗΜΑΡΑ Κ., Θ., Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας, Αθήνα 1972.

ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ ΝΙΚ., Κ., Η παιδεία στην επαρχία Καλαβρύτων επί Τουρκοκρατίας και σήμερα, «Καλαβρυτινή Επετηρίς» Α' (1969), σσ. 25-34.

ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ, Μητροπολίτου Λήμνου, Πιστοί άχρι θανάτου, Αθήναι 1959.

ΔΡΑΚΟΥ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΥ, Μοναί Ελληνικαί. Το Μέγα Σπήλαιον, « Ιερός Σύνδεσμος» 6 (1900), σσ. 52-43, 69-71, 87-88.

ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ, Γ., Αγία Λαύρα. Ιστορία της Ιεράς Μονής 961-1961, Αθήναι 1971.

ΖΕΡΛΕΝΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ, Γ., Η εν Πελοποννήσω ελληνική Εκκλησία επί Ενετών 1695-1715, Αθήναι 1921.

ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ ΚΩΝΣΤ., Ν., Ο Αγών της Ανεξαρτησίας και η εις αυτόν συμβολή των Καλαβρυτινών, « Επετηρίς Καλαβρύτων» Η' (1976), σσ. -36.

ΘΩΜΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ, Ν., Ιστορία της πόλεως Πατρών από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι του 1821, Πάτραι 1950.

Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου, Συνοπτικόν Κτιτορικόν, Ιερά Μητρόπολις Καλαβρύτων και Αιγιαλείας 1990.

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών, τ. Ι'-ΙΓ'.

ΚΑΛΑΝΤΖΗ ΚΩΣΤΑ, Οι σφαγές των Καλαβρύτων, Αθήνα 1962.

ΚΟΚΚΙΝΟΥ Δ., Ελληνική Επανάστασις, τ.Α', Αθήναι 1956.

ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΘΕΟΔΩΡΟΥ, Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836. ( Εποπτ.-Εισαγ. Απ. Β. Δασκαλάκη), Αθήναι (χ.χρ.).

ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΙΩΑΝΝΟΥ, Θ., (συλλ.) Ελληνικά Υπομνήματα ήτοι Επιστολαί και διάφορα Έγγραφα αφορώντα την Ελληνικήν Επανάστασιν από 1821 μέχρι 1827, Αθήνησι 1856.

ΚΟΝΙΔΑΡΗ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ, Ι., Εκκλησιαστική Ιστορία της Ελλάδος, τ. Β', Εν Αθήναις 1970.

ΚΟΥΓΕΑ ΣΩΚΡΑΤΗ, Β., Χρονικά ενθυμητικά σημειώματα από το Μέγα Σπήλαιον, «Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά» 2 (1958), σσ. 5-11.

ΚΟΥΚΑ Γ., Καλάβρυτα 1943 «Ζήτω η Ελευθερία», « Επίκαιρα», τ. 384 (11 Δεκ. 1975), σσ. 22-23

ΚΡΙΜΠΑ ΘΑΝΟΥ, Δ., Η Ενετοκρατούμενη Πελοπόννησος, «Πελοποννησιακά» Α' (1956), σσ. 315-346.

ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ, αρχ., Πανορθόδοξα προσκυνήματα. Η ιστορική Ιερά Μονή της Θεοτόκου του Μεγάλου Σπηλαίου, «Πάνταινος» 48 (1956), σσ. 397-399.

ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Κ., Θ., Η εκκλησιαστική περιουσία Καλαβρύτων και Αιγιαλείας σε δύο απογραφές, « Επετηρίς Καλαβρύτων» Θ' (1971), σσ. 156-200.

Του Ιδίου, Επιγραφικά από το Μέγα Σπήλαιο. Σύμμεικτα, « Επετηρίς Καλαβρύτων» ΙΒ'-ΙΓ' (1980-1981), σσ. 386-392.

ΛΑΠΠΑ ΚΩΣΤΑ, Τα προσκυνητάρια της μονής του Μεγάλου Σπηλαίου, «Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά» τ. 1, (1984), σσ. 80-125.

ΛΙΓΝΑΔΗ ΤΑΣΟΥ, Η ξενική εξάρτησις κατά την διαδρομήν νεοελληνικού κράτους (1821-1945). Πολιτική διαμόρφωσις- Εθνική Γη-Δανειοδότησις, Αθήναι 1975.

ΜΑΜΩΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, Ένα μετόχι του Μ. Σπηλαίου στην Αντιγόνη των Πριγκηποννήσων. Άγιος Γεώργιος Καρύπης, « Επετηρίς Καλαβρύτων» ΙΖ' (1985-1986), σσ. 252-262.

ΜΑΣΤΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ ΗΛΙΑ, Αναγεννητικό Κίνημα. Παραφυάδες των Κολλυβάδων, Αθήναι 1987.

Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τ. Ι' Μην Οκτώβριος, Αθήναι 1964.

ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ., Κοσμάς Φλαμιάτος (1786-1852). Ένας μάρτυρας της ορθοδόξου παραδόσεως στο ελληνικό κράτος, «Θεολογία» 58 (1987), σσ. 294-321.

Του Ιδίου, Παράδοση και αλλοτρίωση. Τομές στην πνευματική πορεία του Νεώτερου Ελληνισμού κατά την μεταβυζαντινή περίοδο, Αθήνα 1989.

Του Ιδίου, Τουρκοκρατία. Οι Έλληνες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, Αθήνα 1989.

Του Ιδίου, Το πρόβλημα των σχέσεων ελληνικής και γερμανικής θεολογίας τον ΙΘ' αι. « Επιστημονική Επετηρίς της Θεολογικής Σχολής», τ. ΚΗ', Εν Αθήναις 1989, σσ. 483-494 (και ανάτυπο).

MIKLOSICH-MULLER, Acta diplomata τ. I και V, Βιέννη 1887.

MILLER-WILLIAM, Ιστορία της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα (1204-1566) (μετ.-εισ.-σημ. Άγγελου Φουριώτη), Αθήναι 1960.

ΜΟΥΡΟΥΤΗ-ΓΚΕΝΑΚΟΥ ΖΩΗΣ, Μία Μονή στην Ανάσταση του Γένους. Άγιοι Θεόδωροι Καλαβρύτων, Αθήναι 1971.

ΜΠΑΛΑΝΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Σ., Ανέκδοται Επιστολαί Κωνσταντίνου Οικονόμου του εξ Οικονόμων, «Πραγματείαι της Ακαδημίας Αθηνών», τ. Ε' - αρ. 1.

ΝΤΟΚΟΥ Κ., Η εν Πελοποννήσω εκκλησιαστική περιουσία κατά την περίοδον της Β' Ενετοκρατίας, «Neugriechische Jahrbucher», 21 (1972), σσ. 43-168.

 ΞΥΓΓΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ, Η εικών της Θεοτόκου εν τη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, « Αρχαιολογική Εφημερίς» 1933, σσ. 101-119.

[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΟΥ ΕΞ ΟΙΚΟΝΟΜΩΝ], Κτιτορικόν ή Προσκυνητάριον της Ιεράς και Βασιλικής Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου, Αθήνησιν αωμ' [1840].

OSTROGORSKY GEORGE, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, μετ. Ιω. Παναγόπουλος, τ. 2, Αθήνα 1979.

ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΑΘ., Ο Παπουλάκος, « Επετηρίς Καλαβρύτων» Ε' (1973), σσ. 228-231.

ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ., Τα Πρακτικά ή το πρωτόκολλον της μυστικής Συνελεύσεως της Βοστίτσας, στα Πρακτικά Α' Τοπικού Συνεδρίου Αχαϊκών Σπουδών, «Πελοποννησιακά» Ι' (1974), σσ. 49-56.

Του Ιδίου, Βοστίτσα, η πόλις των συνεδρίων και των Συνελεύσεων ( Η Μυστική Συνέλευσις του 1821), « Επετηρίς Καλαβρύτων» Δ' (1972), σσ. 151-161.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΠΑΝ., Μεγαλοσπηλαιώτου Έκκλησις, «Τρεις Ιεράρχαι», Ιούλιος 1957, σσ. 54-55.

Του Ιδίου, Μονής αγίων Θεοδώρων επισκοπής Κερνίκης (Καλαβρύτων και Αιγιαλείας) εθνικαί εκδουλεύσεις, Αθήναι 1958 (ανάτυπο εκ της « Εκκλησίας»).

Του Ιδίου, Αμβροσίου Φραντζή-Βιογραφικαί Σελίδες, «Καλαβρυτινή Επετηρίς» Δ' (1972), σσ. 33-47.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ Π., Β., Φράγκοι Ενετοί και Τούρκοι στην Πελοπόννησον 1204-1821, Αθήναι 1969.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Αρχιεπ., Ιγνάτιος Λαμπρόπουλος (1814-1869), « Ανάπλασις» ΛΖ' (1924), σσ. 244-246.

ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Αζανιάς, Εν Πύργω 1886.

Του Ιδίου, Καλαβρυτινή Επετηρίς ήτοι πραγματεία περί της ιστορικής των Καλαβρύτων Επαρχίας από γεωγραφικής, τοπογραφικής, αρχαιολογικής και ιστορικής απόψεως, Εν Αθήναις 1906.

ΠΑΠΑΤΣΩΝΗ Π., Απομνημονεύματα, Αθήναι 1960.

ΠΑΡΑΝΙΚΑ ΜΑΤΘΑΙΟΥ, Κ., Σχεδίασμα περί της εν τω ελληνικώ έθνει καταστάσεως των γραμμάτων από Αλώσεως Κωνσταντινουπόλεως (1453 μ.Χ.) μέχρι των αρχών της ενεστώσης (ΙΘ') εκατονταετηρίδος, Εν Κωνσταντινουπόλει, 1867.

ΠΟΛΙΤΗ ΛΙΝΟΥ, με τη συνεργασία Μαρίας Πολίτη, Κατάλογος Χειρογράφων της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος αρ. 1857-2500, Αθήναι 1991.

ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗ ΕΜΜ., Η επανάστασις του 1821 και αι απαρχαί αυτής εις την Πελοπόννησον, « Επετηρίς Καλαβρύτων» Ζ' (1975), σσ. 5-17.

ΡΑΝΣΙΜΑΝ ΣΤΗΒΕΝ, Η Μεγάλη Εκκλησία εν αιχμαλωσία, μετ. Ν. Παπαρρόδου, τ. Α' και Β', Αθήνα 1979.

ΣΑΘΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, Ν., Νεοελληνική Φιλολογία. Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων από της καταλύσεως της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέχρι της Ελληνικής Εθνεγερσίας (1453-181), Εν Αθήναις 1868.

ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ ΜΙΧΑΗΛ, Β., Η Πελοπόννησος κατά την δευτέραν Τουρκοκρατίαν (1715-1821), Αω οό 1939 (ανατύπ. Αθήνα 1978).

ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ ΝΩΝΤΑ, Π., Οι επιδρομές του Ιμπραήμ κατά της επαρχίας Καλαβρύτων, « Επετηρίς Καλαβρύτων» Ε' (1973), σσ. 122-139.

ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΥ ΘΕΟΦΙΛΟΥ, Μάρτυρες και αγωνισταί ιεράρχαι της ελληνικής εθνεγερσίας 1821-1829, Αθήναι 1971.

ΣΠΗΛΙΑΔΟΥ Ν., Απομνημονεύματα (1821-1843), τ. Α', Αθήναι 1972, τ. Γ', Αθήναι 1975.

ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ ΘΕΩΝΗΣ, Το Κίνημα του Παπουλάκου. Οι πολιτικές, κοινωνικές και θρησκευτικές διαστάσεις του (διδακτ. διατρ.), Αθήνα 1991.

ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΥ ΤΑΚΗ, ΑΡΓ., Ο κατακαημένος Μοριάς και η δραματική ιστορία του, Αθήνα 1976.

ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΡΙΣΤ., Ιστορία της πόλεως Αιγίου, από των μυθικών χρόνων μέχρι των ημερών μας, Πάτραι 1954.

ΣΤΕΦΑΝΙΔΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Εκκλησιαστική Ιστορία απ' αρχής μέχρι σήμερον, Αθήναι 1978.

ΣΥΝΑΞΙΣ ΚΑΝΟΝΩΝ ΤΙΝΩΝ Εγκωμιαστικών Της Υπεραγίας Θεοτόκου, της εν τω Μεγάλω Σπηλαίω του εν Πελοποννήσω όρους του καλουμένου Χελμού, και των Οσίων Πατέρων ΣΥΜΕΩΝ ΚΑΙ ΘΕΟΔΩΡΟΥ των Κτητόρων και Αρχηγών της εν τω Σπηλαίω παλαιάς Μονής, και της Οσίας ΕΥΦΡΟΣΥΝΗΣ, Της Ευρούσης την θείαν Εικόναν, την ιστορηθείσαν υπό του Αποστόλου και Ευαγγελιστού Λουκά εν τω αυτώ σπηλαίω, μετά και της διηγήσεως της αυτής ευρέσεως, Περιέχουσα την τε διαθήκην των αυτών Πατέρων και τον των αυτών Βίον, άμα δε και της οσίας, Νυν πρώτον τύποις εκδοθείσα αναλώμασι τον Εκλαμπροτάτου Κυρίου Κυρίου Βερνάρδου Μάκολα, Αθηναίου, προς ον και δικαίως αφιερώθη, Ενετίησιν αψστ' [1708]. Con Licenza de Superiori (ανατύπ. δαπάνη Γεωργίου Γεω. Λαδά, Αθήναι 1973).

ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Α., Περί της Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου και των εν αυτή κειμηλίων, « Αρχαιολογικόν Δελτίον» τ. Δ' (1918), σσ. 46-80 [αναδημ. « Επετηρίς Καλαβρύτων» Θ' (1977), σσ. 110-154].

ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ ΚΩΣΤΑ, Ν., Ιστορικόν Λεξικόν των Πατρών. Η ιστορία της πόλεως των και επαρχίας Πατρών από αρχαιότητος έως σήμερον κατά αλφαβητικήν ειδολογικήν κατάταξιν, Πάτραι 1959.

ΤΣΕΚΟΥΡΑ ΘΕΟΦΙΛΟΥ, Γ., Χωρογραφική και ιστορική περιγραφή της Ιεράς Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου τιμωμένης επ' ονόματι της Κοιμήσεως της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών και αειπαρθένου Θεοτόκου, Εν Αθήναις 1916.

ΤΣΙΤΣΕΛΗ ΗΛΙΑ, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, τ. Ι, Εν Αθήναις, 1904.

ΦΙΛΙΠΠΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Ν., Σελίδες από την Επανάστασιν του 1821, « Επετηρίς Καλαβρύτων» Γ' (1971), σσ. 174-178.

Του Ιδίου, Τα Καλάβρυτα στο Μεγάλο 21, Αθήνα 1972.

ΦΡΑΝΤΖΗ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ, Επιτομή της ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος, τ. Α', Εν Αθήναις 1839, τ. Δ', Εν Αθήναις 1841.

FRAZEE CHARLES, Ορθόδοξος Εκκλησία και ελληνική ανεξαρτησία 1821-1852, μετ. Ιω. Ροηλίδης, Αθήνα 1987.

ΦΩΤΑΚΟΥ (ΧΡΥΣΑΝΘΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΦΩΤΙΟΥ), Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως. Επιμ. Θ. Βαγενά - Αγγ. Ηλιοπούλου - Παρ. Ν. Κόντοε, Αθήναι 1955.

Του Ιδίου, Βίοι Πελοποννησίων ανδρών και των έξωθεν εις την Πελοπόννησον ελθόντων κληρικών στρατιωτικών και πολιτικών των αγωνισαμένων τον αγώνα της Επαναστάσεως, Εν Αθήναις 1888.

ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Θ., Σημείωσις περί Μεγάλου Σπηλαίου, «Πελοποννησιακά» Η' (1971), σσ. 486-488.

ΧΑΤΖΗΦΩΤΗ Ι., Μ., Οι τοιχογραφίες του Ναού της Κοιμήσεως στην Κλαπατσούνα Καλαβρύτων, «Παράδοση» Α' 1, Ιαν.-Φεβρ.-Μάρτ. 1992, σσ. 103-105.

 Ο Παναγιώτης Υφαντής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1966.

Σπούδασε Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Εκκλησιαστική Ιστορία στην Pontificia Universita «San Nikola» στο Μπάρι της Ιταλίας, όπου ειδικεύτηκε στην έρευνα των σχέσεων μεταξύ Ορθοδοξίας και Ρωμαιοκαθολικισμού κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο. Ως υπότροφος του Βατικανού είχε τη δυνατότητα να εκπονήσει αρχειακές έρευνες στο Αρχείο της Ρropaganda Fidei στη Ρώμη.

Έχει συμμετάσχει σε επιστημονικά συνέδρια και ερευνητικά προγράμματα και δημοσιεύσει άρθρα ιστορικού και θεολογικού περιεχομένου καθώς και κείμενα πνευματικού προβληματισμού σε ελληνικά και ιταλικά περιοδικά.

Από το 1993 εργάζεται ως θεολόγος καθηγητής στη μέση εκπαίδευση.

Είναι έγγαμος και πατέρας δύο παιδιών.

Εξώφυλλο: Άποψη του Μεγάλου Σπηλαίου ( Αθήνα, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).