Home   ECCLESIA

ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΑ

 











ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ

ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ Ι. Μ. ΑΝΩ ΞΕΝΙΑΣ

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Συνάντηση Θεού και ανθρώπου

 

Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή για τους Ορθόδοξους χριστιανούς είναι μια πνευματική πορεία οντολογικής κοινωνίας με το Θεό, μια πορεία επιστροφής προς τον Παράδεισο, όχι βέβαια πως όλη η ζωή του Ορθοδόξου χριστιανού δεν είναι μια τέτοια πορεία, αλλά ιδιαίτερα τονίζονται από την Αγία μας Εκκλησία κατ’  αυτήν την περίοδο τα στοιχεία εκείνα της ανθρώπινης υπάρξεως, τα οποία καθιστούν δυνατή αυτήν την κοινωνία. Τα στοιχεία αυτά δεν είναι άλλα από την μετάνοια, την ταπείνωση, την αυτομεμψία, τον αυτοέλεγχο, τη συγγνώμη, την εγκράτεια, την άσκηση, την αγάπη, την επιστροφή τελικά στον Τριαδικό Θεό, που η κοινωνία μαζί Του συνιστά τον όντως Παράδεισο!
 Ο Παράδεισος είναι –θα τολμούσαμε να πούμε- το κεκτημένο δικαίωμά μας. Για μας δημιουργήθηκε από τον Θεό, τόσο ως Εδέμ της Παλαιάς Διαθήκης, όσο και ως αιωνιότητα κοινωνίας. Δεν έχει σημασία αν εμείς, από δική μας υπαιτιότητα, βρεθήκαμε εκτός της Εδέμ και συνεχίζοντας την αποτυχημένη πορεία μας τείνουμε διαρκώς να βρεθούμε εκτός της αιωνιότητας. Σημασία έχει ότι το Πάθος του Κυρίου μας, η Ταφή και η Ανάστασή Του είναι η αποκατάσταση της κοινωνίας μας μαζί Του, η θεραπεία της ανυπακοής μας, η πρόσκλησή Του προς εμάς και η φανέρωση της δυνατότητας της επανόδου μας στον Παράδεισο!
 Για τον λόγο αυτό η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια νέα πορεία προς την Εδέμ, μια πορεία προς την αποκατάστασή μας, μια πορεία επανεύρεσης του «καθ’  ομοίωσιν» και ταυτόχρονα μια πορεία απαμαυρώσεως του «κατ’  εικόνα». Γιατί η φυσική μας κατάσταση είναι η κοινωνία με τον Θεό. η αμαρτία, η πτώση και η αμαύρωση είναι «παρά φύσιν» κατάσταση για τον άνθρωπο.
 Πόσο όμορφα η Αγία μας Εκκλησία περιγράφει την κατάσταση αυτή μέσα από τα λειτουργικά της κείμενα, ιδίως μέσα από το Τριώδιο, το βιβλίο της περιόδου αυτής:
«Εξεβλήθη Αδάμ του Παραδείσου, δια της βρώσεως. διό και καθεζόμενος απέναντι τούτου, ωδύρετο, ολολύζων, ελεεινή τη φωνή, και έλεγεν. Οίμοι, τι πέπονθα ο τάλας εγώ! μίαν εντολήν παρέβην την του Δεσπότου, και των αγαθών παντοίων εστέρημαι. Παράδεισε αγιώτατε, ο δι’  εμε πεφυτευμένος, και δια την Εύαν κεκλεισμένος, ικέτευε τω σε ποιήσαντι, καμέ πλάσαντι, όπως των σων ανθέων πλησθήσωμαι. Διο και προς αυτόν ο Σωτήρ. Το εμόν πλάσμα ου θέλω απολέσθαι, αλλά βούλομαι τούτο σώζεσθαι, και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν. ότι τον ερχόμενον προς με , ου μη εκβάλλω έξω» (Δοξαστικό Αποστίχων του Εσπερινού της Κυριακής της Τυρινής).
 Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι ο ερχομός του Χριστού στη ζωή μας και πάλι. Ο Κύριος δεν θέλει να απολεσθεί κανένας από μας και θυσιάζεται για τον καθέναν από μας. Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι ταυτόχρονα η μεγάλη συνάντηση Θεού και ανθρώπου, πορεύεται ο Χριστός προς τον πιστό, πορεύεται κι ο πιστός προς τον Χριστό! Εκείνος θυσιάζει τη ζωή του σταυρούμενος, ο άνθρωπος θυσιάζει τον παλαιό εαυτό του σταυρώνοντάς τον! Οικεία τη βουλήσει ο Υιός του Θεού προσφέρεται, οικεία τη βουλήσει καλείται ο άνθρωπος να προσφέρει το θέλημά του, την ζωή του, το είναι του, εν αγάπη!
 Πορεία λοιπόν προς τον Παράδεισο η Μεγάλη Τεσσαρακοστή, πορεία επιστροφής στον Θεό. Κι αυτή η πορεία δεν είναι μόνο του παρελθόντος, αλλά και του παρόντος και του μέλλοντος. Είναι πορεία νυν και αεί προς τον Θεό, πορεία αδιάκοπος. Ακόμα και στο σήμερα που η έννοια του Παραδείσου αντιμετωπίζεται κατά ποικίλους, αλλά και εκτρεπομένους από την εκκλησιαστική αντίληψη των πραγμάτων τρόπους, η πορεία αυτή είναι περισσότερο παρά ποτέ αναγκαία για τον άνθρωπο, διότι ακριβώς είναι η πορεία της σωτηρίας. Και τελικά η σωτηρία είναι το ζητούμενο για τον καθέναν μας, «πάντοτε, νυν και αεί»!











ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ

ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ Ι. Μ. ΑΝΩ ΞΕΝΙΑΣ

Άφες ημίν…

 

Αν ο Θεός είναι αγάπη που ξεχύνεται δημιουργικά στο άπειρο, τότε αμαρτία είναι κάθε κίνηση του ανθρώπου, που θέλει να εξορίσει από την καρδιά του ακόμα και το πιο μικρό σημείο του απροσπέλαστου σύμπαντος ή επιθυμεί να θάψει μέσα στον φθειρόμενο μα έμψυχο πηλό το τάλαντο που η σοφία του Θεού του εμπιστεύτηκε. Αυτή την αγάπη αναζητά ο πεφορτισμένος από την αμαρτία άνθρωπος μέσα στο μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως.

Όσο θα υπάρχουν άνθρωποι, όσο θα ταλαιπωρούνται από τα βέλη του αντικειμένου, όσο θα υποκύπτουν στην πτώση και την φθορά, θα υπάρχει πάντα η δυνατότητα της αναίρεσης των σφαλμάτων, της ανόρθωσης από την πτώση, της αποκατάστασης «εις το αρχαίον κάλλος» και της συμμετοχής μας η χαρά της Αναστάσεως. Αρκεί εμείς να το θελήσουμε, αρκεί να στρέψουμε το βλέμμα της ψυχής μας προς τον σωτήρα μας και με ταπείνωση να ομολογήσουμε την αμαρτία μας.

Το μυστήριο της Εξομολογήσεως, στο οποίο αναφερόμαστε στις σελίδες αυτού του βιβλίου, δεν είναι δικανική πράξη, ούτε υποχρεωτική ανάκριση των πεπραγμένων. Είναι Μυστήριο γιατί συντελείται το θαύμα της συγγνώμης και της άφεσης των αμαρτιών. Δεν είναι κριτήριο αλλά θεραπευτήριο των ψυχών, γι αυτό και είναι απαραίτητη η με ταπείνωση και συντριβή καρδίας προσέλευση σε αυτό.

Το Μυστήριο της Μετανοίας αποτελεί το οριακό σημείο ανάμεσα στον παλαιό αμαρτωλό βίο και τη νέα πορεία προς την Ζωή, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και Θεό μας. Η ειλικρινής μετάνοια είναι συνεχές βίωμα και τρόπος ζωής που συνίσταται στον αγώνα για την κατά Χριστόν τελείωσή μας.   


ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ

ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ Ι. Μ. ΑΝΩ ΞΕΝΙΑΣ

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Η εποχή μας είναι η εποχή των μεγάλων αντιθέσεων. Από την μία, θα έλεγε κανείς, την έχει ευλογήσει ο Θεός με όλα τα αγαθά της γης, με την πρόοδο του πολιτισμού και της τεχνολογίας, με την δυνατότητα του λόγου, της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών και της άνευ συνόρων και περιορισμών επικοινωνίας. Από την άλλη, με πικρία διαπιστώνουμε καθημερινά την ραγδαία εξάπλωση της εγκληματικότητας, της διαφθοράς και της αμαρτίας, αποτελέσματα της απομάκρυνσης από τον Θεό, της έλλειψης γνησιότητας στις σχέσεις των ανθρώπων και της έκπτωσης των αξιών της ζωής.

Αυτή η αντιφατικότητα όμως δεν θα πρέπει να μας απελπίζει, γιατί, όπως τονίζει ο Απόστολος Παύλος, «ού δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ. 5, 20). Το ζητούμενο λοιπόν για κάθε χριστιανό είναι η ανεύρεση της χάριτος του Θεού, η γνήσια αγαπητική κοινωνία με τον Θεό και με τον πλησίον, η επανεύρεση της οδού, της αλήθειας και της ζωής. Και την ευκαιρία αυτής της πνευματικής αναγέννησης μάς  την προσέφερε ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Η κοινωνία και μετοχή στο θεανθρώπινο πρόσωπο του Χριστού, θα μας εξασφαλίσει τελικά την όντως ζωή, την μετάβαση από το «κατ’ εικόνα» στο «καθ’ ομοίωσιν».

Στο βιβλίο αυτό ασχολούμαστε με δύο θεολογικούς όρους, με την Εικόνα και με το Πρόσωπο, που κατά καιρούς έχουν συμπεριλάβει πολλές έννοιες και ίσως φτάνουν στο σημείο να μπερδεύουν τους ανθρώπους. Δεν είναι τυχαίο ότι επί έναν περίπου αιώνα, την περίοδο της εικονομαχίας, το κυρίαρχο θέμα που απασχόλησε την Εκκλησία δεν ήταν τόσο οι εικόνες, αλλά κυρίως το θεανθρώπινο πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού…








ΑΡΧΙΜ. ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ ΒΕΛΕΤΖΑΣ

ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΗΣ ΑΝΩ ΞΕΝΙΑΣ

 

Όταν ο πολύς κόσμος ακούει το όνομα της Μονής Ξενιάς, βάζει αυτόματα στο νου του το μοναστήρι εκείνο πού βρίσκεται στα μισά περίπου του δρόμου πού οδηγεί από την εθνική οδό στο χωριό Βρύναινα της περιοχής του Αλμυρού. Κατεστραμμένο από το κτύπημα του σεισμού και την εικοσαετή εγκατάλειψη, μένει βουβός μάρτυρας μιας ιστορίας πού χάνεται στα βάθη των αιώνων, παρέα με τα αιωνόβια πλατάνια και το γάργαρο νερό της παρακείμενης πηγής. Το μοναστήρι μεταφέρθηκε λίγο πιο κάτω, μα η καρδιά του κόσμου αδυνατεί ν’ ακολουθήσει τις μοναχές στην επιλογή τους αυτή. Γι΄ αυτούς η Μονή Ξενιάς θα είναι πάντα «το παλιό μοναστήρι», όπως το αποκαλούν, ακόμα κι αν αυτό γκρεμιστεί ολότελα.

Λίγοι ωστόσο είναι αυτοί πού γνωρίζουν την ύπαρξη και μιας άλλης μονής, της  Άνω Μονής Ξενιάς, όπως σήμερα ονομάζεται, η οποία βρίσκεται δώδεκα χιλιόμετρα πιο πάνω στο βουνό, μέσα στο καταπράσινο δάσος. Πιο λίγοι ακόμα γνωρίζουν ότι η πραγματική Μονή Ξενιάς, η πρώτη και η αρχαία, είναι αυτή εδώ η απόμακρη, και ότι το παλιό γκρεμισμένο μοναστήρι της Κάτω Ξενιάς ήταν ανέκαθεν Μετόχι της επάνω μονής, αφιερωμένο στον  Άγιο Νικόλαο, και αποτελούσε με την κύρια μονή ένα σώμα.

Εδώ και εκατό περίπου χρόνια έχουν γραφεί πολλά  είτε για το ένα είτε για το άλλο μοναστήρι. Στο βιβλίο αυτό παρουσιάζεται η ιστορία της Μονής όσο το δυνατόν τεκμηριωμένη. Μια εκτενής παρουσίαση της ιστορίας της μονής θα κούραζε ίσως τον αμύητο αναγνώστη. Για τον λόγο αυτό η παρούσα μελέτη περιορίστηκε σε μια κατά το δυνατόν πλήρη καταγραφή της ιστορίας της, χωρίς εξαντλητική ανάλυση με παραπομπές και αποσπάσματα από τις πηγές. Κρίθηκε απαραίτητο να αποφευχθούν οι διάφοροι πλατειασμοί στην διήγηση των γεγονότων, ιδίως αυτών πού έχουν περάσει στην σφαίρα του θρύλου, τη στιγμή μάλιστα πού δεν έχει ασχοληθεί επιστημονικά κανείς με το θέμα αυτό.  Ελπίζουμε να το πράξουμε στο μέλλον.

Το βιβλίο αυτό χωρίζεται σε τέσσερις μεγάλες ενότητες. Στην πρώτη γίνεται μια περιγραφή της περιοχής, των κτιρίων της μονής και βέβαια του σπουδαιότερου μέρους της, πού δεν είναι άλλο από το Καθολικό (τον κεντρικό δηλαδή Ναό). Στην δεύτερη γίνεται αναφορά στην ιστορία της μονής. Ακολουθούν κάποια πατριαρχικά σιγγίλια και κάποια άλλα έγγραφα της μονής, κάποια από αυτά δημοσιεύονται για πρώτη φορά. Στο τέλος παρατίθεται και η ακολουθία του Επιταφίου στην Κοίμηση της Παναγίας, από χειρόγραφο κώδικα του 18ου αιώνα πού βρίσκεται στην μονή.

Το βιβλίο αυτό ξεκίνησε από την ανάγκη των επισκεπτών της μονής μας να πληροφορηθούν τα σχετικά με αυτή. Έγινε όμως στην πορεία η αφορμή να ψάξουμε, να βρούμε, να μάθουμε πολλά για την ιστορία του τόπου μας και του Ιερού Μοναστηρίου πού υπηρετούμε. Και κατέληξε να γίνει όχι το τέρμα, αλλά η απαρχή μιας αναζήτησης πού προβλέπεται να διαρκέσει χρόνια...

 






ΥΜΝΟΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ

ΨΑΛΛΟΜΕΝΟΣ ΕΝ ΤΗ ΑΓΡΥΠΝΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, ΛΗΦΘΕΙΣ ΠΑΡΑ ΑΡΧΑΙΟΥ ΤΙΝΟΣ ΚΩΔΙΚΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΤΗΣ ΞΕΝΙΑΣ. ΝΥΝ ΕΚΔΙΔΕΤΑΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΗΣ ΑΝΩ ΞΕΝΙΑΣ.

 Από τον παλαιό Κώδικα που χρονολογείται στον 18ο αιώνα και φυλάσσεται στην Ιερά Μονή, προέρχονται και τα παρόντα Εγκώμια και Ευλογητάρια, που ψάλλονται στην Αγρυπνία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

Είναι άξια προσοχής, παρά τα κενά που παρουσιάζονται εξαιτίας της φθοράς του χειρογράφου, η πίστη, η επιμέλεια, η θεολογική και γλωσσική κατάρτιση του ευσεβούς ανθρώπου που τα συνέθεσε.

Πρόθεση της Ιεράς Μονής είναι να δημοσιευθεί σύντομα ολόκληρος ο Κώδικας, που περιέχει αξιόλογες ακολουθίες, αφιερωμένες στην Παναγία την «Ξενιώτισσα».

 









ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΟΥ ΣΤΟΥΔΙΤΟΥ:

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΑΣΚΗΤΙΚΑ

 

Κεφάλαια Τέσσαρα

 Σ’ αυτά τα σύντομα τέσσερα κεφάλαια  επισημαίνονται μερικές απλές  και βασικές αρχές της ασκητικής ζωής. Για τον Άγιο Θεόδωρο το Στουδίτη μοναχική ζωή δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο αγώνας εναντίον της αμαρτίας και των παθών, η προσπάθεια για έλεγχο των λογισμών και ο πόλεμος εναντίον των δαιμόνων. Τονίζεται ιδιαίτερα η έννοια της ασκητικής ζωής ως μαρτυρίου της συνειδήσεως, κατά τη γνωστή Παύλεια  αλλά και πατερική θέση ότι δεν είναι μόνο το μαρτύριο του αίματος που αγιάζει τον άνθρωπο, αλλά και το μαρτύριο της συνειδήσεως που υφίστανται όσοι θέλουν να ζήσουν την εν Χριστώ ζωή. Εντύπωση κάνει ακόμα η λεπτομερής παράθεση του τρόπου με τον οποίο ο διάβολος πολεμά την καρδιά του ανθρώπου με τους λογισμούς και οι προτροπές του Αγίου για λεπτομερή και ενδελεχή εξέταση της ψυχικής μας κατάστασης. Είναι ολοφάνερο ότι η ασκητική παράδοση για έλεγχο των λογισμών βρίσκει έναν ακόμη θερμό υποστηρικτή.
 

        1. Η ασκητική ζωή δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η εγκράτεια των παθών, ο έλεγχος των λογισμών και η διαρκής πάλη προς τους αόρατους εχθρούς (τους δαίμονες), το να τηρεί κανείς καθαρή την ψυχή από τους ρυπαρούς λογισμούς, οι οποίοι μας μολύνουν. Γιατί με το λογισμό ανάβει η επιθυμία. Όταν όμως βρισκόμαστε μακριά από τα πάθη, αποκρούουμε  αυτόν που μας πειράζει την ίδια στιγμή που προσβάλλει το νου μας με τους λογισμούς.
 
        2. Χρειαζόμαστε πολύ την πνευματική εγρήγορση και την προσοχή. Ακόμη, το να είναι έτοιμη η  καρδιά μας στο να χαλιναγωγήσει το νου μας για να μην βαδίζει αυτός σε δρόμους που δεν πρέπει, να μην ματαιοπονεί σε ενασχολήσεις που δεν πρέπει να έχουν θέση μέσα μας, να μην σχηματίζει εικόνες αταίριαστες, ούτε να μας κάνει να συλλαμβάνουμε επιθυμίες που μπορούν να μας οδηγήσουν στην αμαρτία, από τις οποίες καθόλου δεν ωφελούμαστε, το αντίθετο μάλλον, υποφέρουμε και συντριβόμαστε πνευματικά, καθώς δεν οδηγούμαστε σε τίποτε χρήσιμο. Μία λοιπόν ας είναι η ανάπαυση και μία η ηδονή μας, το να καθαρίζουμε την ψυχή μας και να βλέπει η καρδιά μας προς την απάθεια.
 
        3. Ας σταθούμε, λοιπόν, ενώπιον του διηνεκούς μαρτυρίου της συνειδήσεως. Να μην κάμψουμε, αδελφοί, το γόνυ προς τον Βάαλ, και καθόλου να μην ενδώσουμε στα κτυπήματα των λογισμών. Το αντίθετο μάλιστα, να σβήνουμε εντελώς τη φωτιά από τα πεπυρωμένα  βέλη του πονηρού με τα δάκρυα, την προσοχή του νου μας, την ικεσία προς το Θεό, την κατάνυξη και τις άλλες ταλαιπωρίες του σώματος. Ο μεν αντίδικός μας διάβολος σαν λιοντάρι που ωρύεται περπατά, ζητώντας ποιον να καταπιεί, ποιον να βρει λεία (Α’ Πέτρ., 5,8), είτε μέρος της ψυχής του ή ολόκληρον! Διότι δεν του είναι αρκετό να καταλάβει κάποιον μερικώς, αλλά διαρκώς τον σπρώχνει προς το χειρότερο. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα, πρώτα προσπαθεί να μας κάνει να δεχτούμε την προσβολή του πειρασμού. Έπειτα, να μας κάνει να περάσουμε στην καρδιά μας κάποια πονηρή επιθυμία. Στη συνέχεια, αφού έτσι προετοιμάσει την ψυχή και την δηλητηριάσει με το φαρμάκι της αμαρτίας, την απομακρύνει από τη φυσική της κατάσταση (που είναι η κοινωνία με το Θεό) και την καθιστά εξαρτημένη. Την καθιστά χωρίς νου και χωρίς λογική και την τυφλώνει, να επιθυμεί όσα δεν πρέπει. Aς φυλάξουμε με κάθε τρόπο την καρδιά (Παροιμ., 4,23), μη δίδοντας καθόλου χώρο στον διάβολο (Εφεσ., 4,27). Αμέσως να απομακρύνουμε την προσβολή του πειρασμού. Αν όμως ηττηθούμε απ’ αυτόν να μη δηλητηριαστούμε από την αμαρτία. Αν και αυτό μας συμβεί, να μην της δώσουμε χρόνο να αναπτυχθεί και να συρθούμε έτσι στην διάπραξή της. Διότι αυτό συμβαίνει να το παθαίνουμε εξαιτίας των προηγουμένων εικόνων που έχει η ψυχή μας, από τις παλαιές αναμνήσεις. Ας αποφεύγουμε τις εικόνες του παρελθόντος, ας αποφεύγουμε τις αναμνήσεις της νεότητός μας. Εάν προς τα εκεί, με τη σκέψη στο παρελθόν πορευτούμε, τι άλλο πρέπει να πούμε παρά ότι η καρδιά μας στράφηκε στην Αίγυπτο1; Αυτό πρέπει να το προσέχουμε, αν θέλουμε να αγωνιζόμαστε ως εσωτερικοί άνθρωποι!

        4. Ας αγωνιζόμαστε λοιπόν, αδελφοί, και ας δυναμώνουμε όσο περισσότερο μπορούμε, ανάλογα με την ισχύ του πνεύματός μας, καθαίροντας τους λογισμούς, σύμφωνα μ’ αυτό που έχει γραφεί: Κάθε λογισμός πονηρός υψώνεται και εμποδίζει τη γνώση του Θεού (Β’ Κορινθ., 10, 5), και αυτό συμβαίνει διαρκώς. Διότι αυτό είναι ο ακαταμάχητος πόλεμος. Και αυτό είναι το μαρτύριο που μας βασανίζει πολύ και για πολύ χρονικό διάστημα. Διότι όποιος δεν ενδίδει στους λογισμούς, ακόμα κι αν διαρκώς πολεμείται απ’ αυτούς, ούτε υποχωρεί στον Βάαλ, αλλά αγωνίζεται σκληρά εναντίον των παθών και τα υπερπηδά και με την βούληση και τον νου, αυτός ολοφάνερα περνά ένα καθημερινό μαρτύριο και μπορεί να αναφωνήσει το του Παύλου: Κάθε ημέρα πεθαίνω (Α’ Κορινθ., 15,31)! Και στο τέλος των πνευματικών αγώνων με παρρησία μπορεί να πει: Αγωνίστηκα τον καλόν αγώνα, ολοκλήρωσα τη διαδρομή μου, τήρησα την πίστη μου, λοιπόν μου απομένει ο στέφανος της δικαιοσύνης (Β’ Τιμ., 4,7).
 

1. Για την πατερική παράδοση Αίγυπτος στην πνευματική ζωή είναι η χώρα των πειρασμών, απ’ όπου κανείς οφείλει να αγωνιστεί με τη βοήθεια του Θεού να ξεφύγει και να περάσει στη γη της επαγγελίας, που δεν είναι άλλη από την κοινωνία με το Θεό.

( Εδώ παρουσιάζουμε το πρώτο από τα τέσσερα συνολικά μέρη του βιβλίου, το μικρότερο. Στη συνέχεια περιέχονται: 2. Περί Εξομολογήσεως, 3. Επιτίμια Μοναστηριακά και 4. Διαθήκη του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου.)


ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΝΩ ΞΕΝΙΑΣ
371 00 ΑΛΜΥΡΟΣ
τηλ: 04220-22413

anoxenia@yahoo.com

   

      

Home  |  Back