Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ,

ΣΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ "ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ"

ΚΑΙ Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΦΡΟΝΤΙΔΑΣ [2]


Γιώργος Δίελλας


Μέρος Α | Μέρος Β | Μέρος Γ


Σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας στον τομέα της Κοινωνικής Πολιτικής

Οι σχέσεις της πολιτείας με την Εκκλησία στο υπό μελέτη ζήτημα, διακρίνονται σε αρκετά επίπεδα. Η πολιτεία, πάντοτε αναγνώρισε στην Εκκλησία ένα ρόλο "επίσημου εταίρου" όπως ήδη προαναφέρθηκε, τόσο σε πρακτικό επίπεδο (συνεργασία τοπικών κοινωνικών υπηρεσιών ή Διευθύνσεων Πρόνοιας των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων με τις αντίστοιχες εκκλησιαστικές υπηρεσίες), όσο και σε επίπεδο νομοθετικών ρυθμίσεων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα, είναι ο ν. 2082/1992 [1] "Αναδιοργάνωση της Κοινωνικής Πρόνοιας και καθιέρωση νέων θεσμών Κοινωνικής Προστασίας", με τον οποίο καθιερώνεται η επίσημη εκπροσώπηση και συμμετοχή της Εκκλησίας της Ελλάδος [2], στη Συμβουλευτική Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων, με γνωμοδοτικές κυρίως αρμοδιότητες επί θεμάτων κοινωνικής προστασίας και ο ν. 2646/1998 [3] "Ανάπτυξη του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Φροντίδας και άλλες διατάξεις", με βάση τον οποίο, η Εκκλησία συμμετέχει επίσημα στο Εθνικό Συμβούλιο Κοινωνικής Φροντίδας [4], με επίσης γνωμοδοτικές κυρίως αρμοδιότητες.

Σημαντικό ζήτημα στις σχέσεις κράτους και Εκκλησίας στο θέμα μας, αποτέλεσε πάντοτε και η λεγόμενη "εκκλησιαστική περιουσία" [5], που θα μπορούσε να προσδιορισθεί ως «η περιουσία όλων των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δηλαδή των Ενοριών, των Μητροπόλεων, των Μονών και των εκκλησιαστικών οργανισμών» [6]. Αν και το θέμα της "εκκλησιαστικής περιουσίας" έχει τεράστιες διαστάσεις και δεν είναι αντικείμενο της παρούσας εισήγησης, είναι γεγονός, πως ακόμα και ο ν. 1700/1987 [7] "Ρύθμιση θεμάτων εκκλησιαστικής περιουσίας", που επέφερε σημαντική κρίση στις σχέσεις Εκκλησίας και πολιτείας, αναγνώρισε σε γενικές γραμμές – ή τουλάχιστον έτσι προφασίσθηκε – τη σημαντική συμβολή της Εκκλησίας στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής. Έτσι, με το άρθρο 2 παρ. 3, από τις ρυθμίσεις του νόμου, εξαιρούνται «μοναστηριακές εκτάσεις που προορίζονται για εξυπηρέτηση κατασκηνώσεων και σκοπών άλλων εκκλησιαστικών ιδρυμάτων». Σημειωτέον ότι ο κατασκηνωτικός θεσμός, είναι ένας από τους τομείς παρέμβασης της Εκκλησίας, στον τομέα της κοινωνικής πρόνοιας [8]. Επίσης, στην Εισηγητική Έκθεση του ίδιου νόμου προς τη Βουλή των Ελλήνων, αναφέρεται ότι η πολιτεία πάντοτε τείνει προς τη «συνεχή εναρμόνιση της κοινωνικής αποστολής της Εκκλησίας με την κοινωνική αποστολή της Πολιτείας» [9]. Στο σημείο αυτό, δεν θα πρέπει να παραληφθεί το γεγονός της φορολόγησης των ακαθάριστων εισπράξεων των ιερών ναών με συντελεστή 35%, των ενοικιαζόμενων ακινήτων της Εκκλησίας με συντελεστή 10%, η ύπαρξη ειδικού τέλους επί των τελετών και τέλους χαρτοσήμου επί των εσόδων από ιεροπραξίες [10], καθώς και το ότι μόλις με το ν. 2873/28.12.2000, αυξήθηκε το αφορολόγητο όριο για δωρεές προς την Εκκλησία και τα ιδρύματά της από 100.000, σε 1.000.000 δρχ. [11] και η ύπαρξη αντίστοιχων διαμαρτυριών της Εκκλησίας, που θεωρεί ότι με αυτό τον τρόπο, δεν διευκολύνεται στην άσκηση της διακονίας της [12].


Ορισμένες ποσοτικές διαστάσεις

Μια από τις σημαντικότερες και πλέον αξιόπιστες προσπάθειες εξακρίβωσης και καταγραφής των δαπανών κοινωνικής προστασίας σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι το πρόγραμμα ESSPROS (European System of Integrated Social Protection Statistics), που στα ελληνικά αποδίδεται ως Ευρωπαϊκό Σύστημα Ολοκληρωμένων Στατιστικών Κοινωνικής Προστασίας. Το πρόγραμμα αυτό, αναγνωρίζει την Εκκλησία, ως ένα από τα βασικά συστήματα παροχής κοινωνικής προστασίας και τοποθετεί τη δράση της από κοινού με αυτή των μη κυβερνητικών εθελοντικών οργανώσεων. Η έκδοση των αποτελεσμάτων σχετικής έρευνας στα πλαίσια αυτού του προγράμματος, έγινε για τη χώρα μας από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας και αφορά τα έτη 1990 - 1998 [13]. Η δράση της Εκκλησίας και των μη κυβερνητικών οργανώσεων, αποτιμάται για το 1998, σε 50,2 δις. δραχμές [14], θεωρώντας το ποσό αυτό, μάλλον υποτιμημένο [15]. Βέβαια, η ποσοστιαία κατανομή των δαπανών της Εκκλησίας επί του συνόλου των δαπανών κοινωνικής προστασίας που επιχειρείται στο πρόγραμμα ESSPROS, τοποθετεί την Εκκλησία, στο 0,6% του συνόλου των κοινωνικών δαπανών στην Ελλάδα. Το ποσοστό αυτό, μάλλον αδικεί την Εκκλησία, αφού συγκρίνει την καθαρά προνοιακή δράση της, με τις συνολικές δαπάνες των Ταμείων Κοινωνικής Ασφάλισης, με τις δαπάνες του Ο.Α.Ε.Δ., τις επαγγελματικές συλλογικές συντάξεις, τις στεγαστικές δαπάνες των μισθωτών ή ακόμα και τις συνολικές δαπάνες του Εθνικού Συστήματος Υγείας.

Για να γίνει κατανοητή η δράση της Εκκλησίας στο υπό μελέτη ζήτημα, πρέπει να τονισθεί, ότι η Εκκλησία παρέχει καθαρά προνοιακού χαρακτήρα υπηρεσίες, που σε καμία περίπτωση δεν βασίζονται στην αρχή της ανταποδοτικότητας. Ο πίνακας που ακολουθεί, παρουσιάζει τις δράσεις της ανά κατηγορία, στο σύνολο των 80 Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος:


ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΡΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΝΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

1.ΒΡΕΦΟΝΗΠΙΑΚΟΙ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ - ΣΤΗΡΙΞΗ ΜΗΤΡΟΤΗΤΑΣ22
2.ΣΤΗΡΙΞΗ ΠΟΛΥΤΕΚΝΩΝ8
3.ΠΡΟΛΗΨΗ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ6
4.ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΑΝΕΡΓΩΝ7
5.ΣΧΟΛΕΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΠΡΟΝΟΙΑΚΟΥ ΕΡΓΟΥ7
6.ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΕΙΣ67
7.ΚΕΝΤΡΑ ΑΙΜΟΔΟΣΙΑΣ – ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΑΙΜΑΤΟΣ241
8.ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΑ (ΑΡΡΕΝΩΝ – ΘΗΛΕΩΝ)52
9.ΟΡΦΑΝΟΤΡΟΦΕΙΑ14
10.ΓΗΡΟΚΟΜΕΙΑ – ΣΤΕΓΕΣ ΓΕΡΟΝΤΩΝ102
11.ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΑΓΑΠΗΣ (ΣΥΣΣΙΤΙΑ)263
12.ΣΤΗΡΙΞΗ ΑΠΟΡΩΝ ΚΟΡΙΤΣΙΩΝ10
13.ΦΟΙΤΗΤΙΚΕΣ – ΜΑΘΗΤΙΚΕΣ ΥΠΟΤΡΟΦΙΕΣ31
14.ΣΧΟΛΕΣ ΓΟΝΕΩΝ28
15.ΚΕΝΤΡΑ ΥΓΕΙΑΣ – Α’ ΒΟΗΘΕΙΩΝ – ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ - ΙΑΤΡΕΙΑ25
16.ΜΕΡΙΜΝΑ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ (Α.Μ.Ε.Α.)18
17.ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ39
18.ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΩΝ15
19.ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΩΝ8
20.ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΑΣΘΕΝΩΝ – ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ50
21.ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΞΕΝΩΝΕΣ4
22.ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΑ ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑΤΑ – ΕΝΩΣΕΙΣ – ΣΩΜΑΤΕΙΑ154
23.ΓΕΝΙΚΑ ΦΙΛΟΠΤΩΧΑ ΤΑΜΕΙΑ (ΙΕΡΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΝ)80
24.ΕΝΟΡΙΑΚΑ ΦΙΛΟΠΤΩΧΑ ΤΑΜΕΙΑ3.235


ΣΥΝΟΛΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ
(ΧΩΡΙΣ ΤΑ ΕΝΟΡΙΑΚΑ ΦΙΛΟΠΤΩΧΑ ΤΑΜΕΙΑ)


1.251
ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ

4.486
ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΩΝ ΚΑΙ ΦΟΡΕΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

4.497
Πηγή: Δίπτυχα της Εκκλησίας της Ελλάδος 2001


Επίσης, σημαντικά στοιχεία για την κατανόηση του μεγέθους και της διάρκειας της δράσης της Εκκλησίας, δίνει ο πίνακας που ακολουθεί και παρουσιάζει τη συνεχή αυξητική πορεία των ιδρυμάτων για την "τρίτη ηλικία", που λειτουργούν από την Εκκλησία της Ελλάδος, κατά τα έτη 1975 – 2000.


ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ ΥΠΕΡΗΛΙΚΩΝ ΤΗΣ
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΕΤΗ 1975 – 2000

ΈτηΑριθμός ΙδρυμάτωνΜεταβολή (%)
197542-
198054+ 28,57
198565+ 20,37
199068+ 4,61
199573+7,35
2000102+39,72
Πηγή: Σ. Καρπάθιος (1994) [16] και Δίπτυχα της Εκκλησίας της Ελλάδος 1975 – 2001.

Μετά την παράθεση των παραπάνω στοιχείων, γίνεται φανερό ότι η συμμετοχή των δράσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος (χωρίς να συνυπολογίζονται οι αντίστοιχες δράσεις στην Κρήτη, στα Δωδεκάνησα και σε πολλά Μοναστήρια), ξεπερνά σαφώς το 20 με 25% των συνολικών κρατικών δαπανών πρόνοιας [17] και κοινωνικής φροντίδας, πέρα από το γεγονός ότι οι δράσεις της Εκκλησίας είναι περισσότερο αποτελεσματικές, αφού δεν δεσμεύονται με τις υπέρογκες διοικητικές δαπάνες των δημόσιων υπηρεσιών, που αποτελούν σημαντικό πρόβλημα στη διάθεση κρατικών κονδυλίων στον τομέα της πρόνοιας [18].


Συμπεράσματα

Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος – όπως άλλωστε και άλλες Χριστιανικές Εκκλησίες – αποτελεί έναν ιδιαίτερα σημαντικό φορέα παροχής υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας και προστασίας. Η συμβολή της, συνίσταται σε θεωρητικό επίπεδο κυρίως στην ιδεολογική διαμόρφωση της έννοιας της καθολικής προσφοράς [19] και στην ενεργοποίηση εθελοντών μέσω και της παροχής ισχυρών ηθικών κινήτρων, που αποτελούν βάση για τη σε βάθος χρόνου συνέχεια της δράσης, ενώ σε πρακτικό επίπεδο, στην οργάνωση ενός αποκεντρωμένου και ιδιαίτερα αποτελεσματικού δικτύου κοινωνικής προσφοράς, χρηματοδοτούμενου κατά κύριο λόγο με πόρους των ίδιων των προσφερόντων (Εκκλησίας και ιδιωτών εθελοντών – δωρητών).

Το γεγονός ότι σε διεθνές επίπεδο ο ρόλος των θρησκευτικών εν γένει φορέων και οργανώσεων, αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής, δεν θα πρέπει να μας αφήσει αδιάφορους. Στις Η.Π.Α., ο Πρόεδρος Bush, αποφάσισε την εκχώρηση άσκησης κοινωνικών λειτουργιών του "κοσμικού" κράτους στις Εκκλησίες, αναβαθμίζοντας σαφώς τον ρόλο τους και προχωρώντας σε αντίστοιχη εκχώρηση πόρων από τον κρατικό προϋπολογισμό [20]. Χωρίς βέβαια να αναφερόμαστε σε κάποια αντίστοιχη προοπτική, το ζήτημα της άμεσης ή έμμεσης χρηματοδότησης των προνοιακών δράσεων της Εκκλησίας, ίσως θα έπρεπε να επανεξετασθεί και υπό το πρίσμα των δυνατοτήτων που προσφέρει το Γ’ Κ.Π.Σ. [21], με δεδομένο μάλιστα, ότι η Εκκλησία επιδιώκει την αναγνώρισή της ως "εταίρου" της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με σκοπό τη χρηματοδότηση του προνοιακού και κοινωνικού έργου της, αλλά και τη «διανομή και διακίνηση της εκάστοτε εγκρινομένης βοήθειας» τόσο προς την Ελλάδα, όσο και προς «τις όμορες Βαλκανικές χώρες» [22]. Τέλος, το ζήτημα της στελέχωσης των υπηρεσιών της Εκκλησίας, με κατάλληλο επιστημονικό προσωπικό [23], διανοίγει προοπτικές για συνεργασία, τόσο με την κεντρική διοίκηση, όσο και με αποκεντρωμένους θεσμούς, όπως η Τοπική Αυτοδιοίκηση, οι Περιφέρειες, κ.λπ. Η περαιτέρω συνεργασία της Εκκλησίας με εθνικούς ή και αντίστοιχους ευρωπαϊκούς φορείς, είναι βέβαιο πως θα ενίσχυε το έργο της, που σίγουρα έχει και τη διάσταση του "αναχώματος" μεταξύ του κράτους - που συνεχώς συρρικνώνεται και στον τομέα της κοινωνικής πρόνοιας - και της αγοράς.




[1] Φ.Ε.Κ. 158/τ. Α’/21.9.1992.

[2] άρθρο 3.

[3] Φ.Ε.Κ. 236/τ. Α’/20.10.1998.

[4] άρθρο 8.

[5] Βλ. Ι. Κονιδάρη, Εκκλησία και Χρηματιστήριο, «Η Εκκλησία ανέκαθεν, ήδη από τους πρώτους αιώνες από την ίδρυσή της, διέθετε περιουσία. Και η περιουσία αυτή, της ήταν απαραίτητη για την επιτέλεση των σκοπών της…Την περιουσία αυτή η Εκκλησία τη χρησιμοποίησε επί αιώνες προς όφελος όχι μόνο των πιστών της, αλλά του κοινωνικού συνόλου. Υπήρξαν εποχές που συνολικών την κοινωνική πρόνοια και ευποιία ασκούσε η Εκκλησία με τα πάσης φύσεως αγαθοεργά καταστήματά της, όπως άλλωστε ιδίως σε τοπικό επίπεδο, σε μεγάλο βαθμό ακόμα συμβαίνει σε πολλές περιοχές της χώρας μας. Την περιουσία της λοιπόν αυτή η Εκκλησία οφείλει να τη διαχειρίζεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να αποδίδει…», στο http://www.tovima.dolnet.gr

[6] Βλ. Ι. Κονιδάρη, Ο νόμος 1700/1987 και η πρόσφατη κρίση στις σχέσεις Εκκλησίας και πολιτείας, εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 1991, σελ. 87.

[7] Φ.Ε.Κ. 61/τ. Α’/6.5.1987.

[8] Βλ. Γ. Δίελλα, Η παροχή προνοιακού έργου από την Εκκλησία της Ελλάδος, μέσω του κατασκηνωτικού θεσμού, υπό έκδοση σε σχετικό συλλογικό τόμο της Εκκλησίας της Ελλάδος για το φιλανθρωπικό της έργο.

[9] Βλ. εισηγητική Έκθεση Σχεδίου Νόμου «Ρύθμιση θεμάτων Εκκλησιαστικής Περιουσίας» προς τη Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα 1987.

[10] Βλ. Εφημ. Ταυτότητα, 16.3.2001, σελ. 5.

[11] Βλ. Εφημ. Ελεύθερος Τύπος, 12.3.2001, σελ. 12.

[12] Βλ. Χριστόδουλου (Μητροπ. Δημητριάδος, νυν Αρχιεπισκόπου Αθηνών), Η Εκκλησία και οι κρατικοί δραχμοθήρες, στο http://www.tovima.dolnet.gr

[13] Βλ. Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, Κοινωνική Προστασία στην Ελλάδα – Δαπάνες και Έσοδα Έτη 1990 – 1998, Αθήνα 2000.

[14] Οπ.π. (σημ. 60), σελ. 10.

[15] Οπ.π. (σημ. 60), σελ. 81.

[16] Βλ. Σ. Καρπάθιος, Το προνοιακό έργο της Εκκλησίας για τον άνθρωπο της τρίτης ηλικίας, ΕΚΛΟΓΗ, Ιαν.-Φεβ.-Μαρτ. 1994, σελ. 29.

[17] 189,31 δις δρχ. το 2000, σύμφωνα με τον Τακτικό Κρατικό Προϋπολογισμό.

[18] Βλ. Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΟΚΕ), Γνώμη αριθ. 41/13.7.2000, Η Φτώχεια στην Ελλάδα, «Το πρόβλημα βρίσκεται πιο πολύ στον τρόπο διάθεσης των κονδυλίων. Το διοικητικό κόστος της κοινωνικής πολιτικής είναι δυσανάλογα μεγάλο με αποτέλεσμα σημαντικό μέρος των πόρων να μη φθάνει ποτέ στους πραγματικούς αποδέκτες τους…», στο http://www.oke.gr/greek/gnomi41.htm

[19] Βλ. Β. Φειδά, Η θεσμική μέριμνα της Εκκλησίας στη Βυζαντινή περίοδο για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, στο Εκκλησία και ʼτομα με Ειδικές Ανάγκες, Πρακτικά Ερευνητικού Προγράμματος «Θρησκευτική Αγωγή και Κοινωνική Ένταξη Α.Μ.Ε.Α.», Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, 1999, «Η θεολογία και η κοινωνική μέριμνα των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας (Μ. Αθανασίου, Μ. Βασιλείου, Ιωάννου του Χρυσοστόμου, κ.α.), συνέδεαν την κοινωνία της πίστεως με την εντυπωσιακή ανάπτυξη του συνδέσμου της αγάπης και της κοινωνικής μέριμνας όχι μόνο για τους χριστιανούς, αλλά και για τους μη χριστιανούς πολίτες της περιοχής τους…», σελ. 47.

[20] Βλ. "Η Καθημερινή", 31.1.2001, Μπους: Αρμοδιότητες σε Εκκλησίες-Πιο κοντά Εκκλησία και Κράτος, στο http://www.kathimerini.gr/week/content.asp και Π. Παπακωνσταντίνου, Αναζητώντας στη Δύση το κόμμα του Θεού, "Η Καθημερινή", 2.9.2001, σελ. 4, «…έγινε ο πρώτος Αμερικανός Πρόεδρος που έδωσε θεσμοθετημένο πολιτειακό ρόλο στην Εκκλησία, δημιουργώντας ειδικό γραφείο στο Λευκό Οίκο που θα επιβλέπει τη διανομή δισεκατομμυρίων δολαρίων για τη στήριξη των "κοινωνικών" δραστηριοτήτων των θρησκευτικών οργανώσεων…». Η πρακτική αυτή βέβαια δεν είναι άγνωστη στις Η.Π.Α., όπου η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση με μεγάλη διστακτικότητα και καθυστέρηση εισήλθε στο χώρο της κοινωνικής πρόνοιας, στον οποίο οι θρησκευτικές και εθελοντικές οργανώσεις διαδραμάτισαν πρωταρχικό ρόλο, μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1930, Βλ. και Π. Σταθόπουλου, οπ.π. (σημ. 8), σελ. 148.

[21] Βλ. σχετικά και τις Προτάσεις της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης, στην Ημερίδα που οργάνωσε η Πριφέρεια Κρήτης για την Εκκλησία της Κρήτης, για το Τρίτο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, στο http://www.iak.gr/Greek/ProtaseisIAK3oKPS.htm

[22] Βλ. οπ.π. (σημ. 17).

[23] Η Εκκλησία έχει ήδη κάνει αρκετά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, Βλ. Πράξη Διαρκούς Ιεράς Συνόδου "Περί οργανώσεως του Ποιμαντικού έργου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών" και Κανονισμό Διαρκούς Ιεράς Συνόδου "Περί συστάσεως δύο θέσεων ειδικών επιστημονικών συνεργατών παρά τη Ιερά Συνόδω της Εκκλησίας της Ελλάδος", Φ.Ε.Κ. 145/τ. Α’/12.7.1999.

Προηγούμενη σελίδα