ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΕΙΜΕΝΑ



Μηνύματα

Προηγούμενη σελίδα


Προς το εις την Κόρινθο διεξαγόμενο διεθνές συνέδριο για τον Απόστολο των εθνών Παύλο. (23-25 Σεπτεμβρίου 2007)

24/9/2007

Ἀριθμ. Πρωτ./ΕΞ /2007
Ἐν Ἀθήναις τῇ 16ῃ Αὐγούστου 2007


Σεβασμιώτατοι,
Ἐξοχώτατε κ. Ὑπουργέ, ἐκπρόσωπε τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως,
Ἐντιμότατοι ἐκπρόσωποι τῶν Πολιτικῶν, Δικαστικῶν,
Στρατιωτικῶν Ἀρχῶν καί τῶν Σωμάτων Ἀσφαλείας,
Κύριε Νομάρχα,
Κύριε Δήμαρχε,
Ἐλλογιμώτατε κύριε Πρόεδρε τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς,
Ἐλλογιμώτατοι κ. κ. Εἰσηγητές καί λοιποί Σύνεδροι,

Ἡ δοκιμασία τῆς ἀσθενείας μου, τήν ὁποία ἐπέτρεψε ὁ ἐνεργῶν διά τήν Σωτηρίαν ὅλων μας Κύριος, καί ἡ ἐξ αὐτῆς ἀνάγκη νά εὑρίσκομαι μακριά σας, μοῦ ἐπιβάλλει νά ἀπευθυνθῶ διά τοῦ παρόντος Μηνύματος στήν ἀγάπη σας, μέ τήν εὐκαιρία τοῦ παρόντος Συνεδρίου. Δέν σᾶς ἀποκρύπτω ὅτι ἀποτελοῦσε διακαῆ πόθο μου ἡ πραγματοποίηση εἰς τήν Κόρινθο ἑνός οἰκουμενικῆς ἐμβέλειας ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου διά τόν Ἀπόστολο Παῦλο, τόν Ἀπόστολο τῆς ἀγάπης, τόν Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν, τόν ἱδρυτή τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου, ὅπως ἐπίσης καί τόν ἱδρυτή τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἀθηνῶν καί, γενικότερα, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Εἰς κάθε εὐκαιρία τόνιζα ὅτι λόγῳ τῶν δύο περίφημων πρός Κορινθίους Ἐπιστολῶν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἡ πόλις αὐτή εἶναι γνωστή εἰς ὅλους τούς Χριστιανούς τοῦ πλανήτη μας. Τό γεγονός αὐτό ἀποτελεῖ μεγάλη πνευματική εὐθύνη γιά τούς Κορινθίους καί γενικότερα γιά ὅλους τούς Ἕλληνες. Τόν θησαυρό, πού μᾶς ἔδωσε πρός διαχείριση ὁ Κύριος καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, δέν μᾶς ἐπιτρέπεται νά τόν θάψουμε στή λήθη καί στήν ἐγκατάλειψη, ἀλλά ὀφείλουμε νά τόν διαχειριστοῦμε καί νά τόν ἀξιοποιήσουμε μέ τρόπο ἀντάξιο τῆς παράδοσής μας. Γι' αὐτό καί ὅταν ὁ κ. Στ. Παπαδόπουλος, ὁ διακεκριμένος καθηγητής καί γόνος τῆς ἁγιοτόκου αὐτῆς περιοχῆς, πού εἶναι ἡ ψυχή τοῦ παρόντος Συνεδρίου, περιέγραψε στήν ταπεινότητά μου τά τοῦ Συνεδρίου γέμισα ἀπό ἀνεκλάλητη πνευματική χαρά.

Διά τήν ὀργάνωση τοῦ Συνεδρίου συγχαίρω ἐκ μέσης καρδίας τόν Σεβ. Μητροπολίτη Κορίνθου καί λίαν προσφιλῆ ἐν Χριστῷ ἀδελφό κ. Διονύσιο. Χωρίς τήν ἀκλόνητη πίστη του, τόν ἔνθεο ζῆλο του, τήν ἐμπνεύση, καί τήν ἀποτελεσματικότητά του, δέν θά ἦταν δυνατό νά διεξαχθεῖ τό Συνέδριο. Συγχαίρω ἐπίσης τόν κ. Νομάρχη καί ὅλους τούς συντελεστές τῆς πραγματοποίησής του καί τῆς δι' αὐτοῦ διεθνοῦς προβολῆς τῆς Ἀποστολικῆς Πόλεως τῆς Κορίνθου. Διά μίαν ἀκόμη φορά συγχαίρω τόν καθηγητή κ. Στ. Παπαδόπουλο, ὁ ὁποῖος γνωρίζει νά προσφέρει τά πάντα ἀνιδιοτελῶς στήν Ἐκκλησία, χωρίς νά ζητεῖ τίποτε ἀπό αὐτήν. Συγχαίρω ἀκόμη τούς εἰσηγητές καί ὅλους ἐσᾶς, οἱ ὁποῖοι συμμετέχετε στό σημαντικό αὐτό γεγονός γιά τήν Κόρινθο καί γιά ὅλη τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος.


Ἀγαπητοί μου,
Ὁ ὕμνος τῆς ἀγάπης τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅπως διατυπώνεται στό ιγ΄ κεφάλαιο τῆς Α΄ πρός Κορινθίους Ἐπιστολῆς, ἔχει δικαίως χαρακτηριστεῖ ἀπό τούς ἐκπροσώπους τῆς θύραθεν σοφίας ὡς ἕνα τῶν συγκλονιστικοτέρων, λυρικοτέρων καί ποιητικοτέρων κειμένων τῆς παγκόσμιας γραμματείας. Γιά ἐμᾶς τούς Χριστιανούς εἶναι βεβαίως κάτι πολύ παραπάνω, εἶναι κάτι πολύ περισσότερο. Εἶναι ὁ καθρέπτης μας, εἶναι τό χωνευτήρι, στό ὁποῖο πρέπει ἐκουσίως νά εἰσαγάγουμε τή συνείδησή μας, γιά νά διαπιστώσουμε πόσο ἀνταποκρινόμαστε στόν σκοπό τῆς ζωῆς μας, πού εἶναι ἡ σωτηρία μας, διά τῆς ἐμπράκτου ἀγάπης μας πρός τόν Θεό καί τόν πλησίον.
Ὅπως οἱ Χριστιανοί τῆς κάθε ἐποχῆς, ἔτσι καί ἐμεῖς ἀδελφοί μου ἔχομε εὐθύνη γιά τήν κατάσταση τοῦ κόσμου στόν ὁποῖο μᾶς ἔταξε ὁ Κύριος νά ζήσουμε. Καί στίς ἡμέρες μας πλεονάζει ἡ ἁμαρτία, ὅμως ὁ Κύριος μᾶς ἐπισημαίνει ὅτι ταυτόχρονα ὑπερπερισσεύει ἡ Χάρις, ὅταν βιώνουμε τόν Θεό καί τόν Λόγο Του, ὅταν ἐκζητοῦμε μέ θέρμη τήν βοήθεια καί τήν ἐνίσχυσή Του, ὅταν ἡ ἀγάπη μας "οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς", ἀλλά "πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει". Τότε, ὅπως μᾶς διαβεβαιώνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, "Ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει".

Τό χαρακτηριστικό τῆς ἐποχῆς μας, σέ σχέση μέ τούς προηγούμενους αἰῶνες, εἶναι τό ὅτι ἐντείνεται ἡ τάση τῆς αὐτονόμησης τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό. Στήν ἐποχή μας κυριαρχεῖ ἀκόμη, γιά πρώτη φορά σέ τόση ἔνταση, ἡ λογική τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, ὅπως τά ἐννοοῦν οἱ ἰσχυροί τοῦ κόσμου τούτου. Καί τά ἐννοοῦν συνήθως σέ σύμπλευση μέ τά συμφέροντά τους. Γιά τόν Χριστιανό ἡ ἀγάπη, ὅπως τήν δίδαξε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός καί τήν ὕμνησε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι πού ἀνωτέρα τῆς κατ' ἄνθρωπον δικαιοσύνης, ἡ ὁποία πάντως δέν μπορεῖ νά νοηθεῖ χωρίς τήν ἀγάπη. Κατά τόν ἀείμνηστο καθηγητή Παν. Μπρατσιώτη "ἡ ἀγάπη εὐρύνει ὄχι μόνον τήν καρδίαν, ἀλλά καί τόν νοῦν καί τόν πνευματικό ὁρίζοντα τοῦ ἀνθρώπου, προφυλάσσει τήν δικαιοσύνην ἀπό τοῦ νά καταντήσῃ summum jus καί summa injuria καί ἀνυψώνει τό διαφέρον ἡμῶν ἀπό τοῦ ἀτόμου πρός τό σύνολον, συνδυάζουσα οὕτω ἄριστα κοινωνισμόν καί ἀτομισμόν. Ὅθεν εὐστοχώτατα εἶχε παρατηρήσει ὁ συγγραφεύς τῆς Σοφίας Σολομῶντος (ιβ΄ 19) «δεῖ τόν δίκαιον φιλάνθρωπον εἶναι». Ὡς δέ παρετήρησεν βραδύτερον ὁ Αὐγουστίνος, ὄχι μόνον ἡ δικαιοσύνη, ἀλλ' οὐδέ ἡ ἐλευθερία δύναται νά ὑπάρξει ἄνευ ἀγάπης (Ἐπιστ. 167). Πράγματι, λοιπόν, μόνον ἡ χριστιανική ἀγάπη δικαιοῦται νά ἵσταται ἐπί κεφαλῆς τῶν ἀνθρωπίνων ἠθικῶν ἀξιῶν, ἅτε ἐφαπτομένη ἐκείνου, ὁ ὁποῖος εἶναι αὐτή ἡ ἀγάπη, δηλαδή τοῦ Θεοῦ" (Παν. Μπρατσιώτου "Τό νόημα τῆς Χριστιανικῆς Ἀγάπης", λόγος Πρυτανικός, Ἐκδ. Παν/μίου Ἀθηνῶν, Ἀθῆναι, 1956, σελ. 21).

Γιά τό ὅτι τά ἀνθρώπινα δικαιώματα ρυθμίζονται ἀπό τούς ἰσχυρούς τῆς Γῆς χωρίς ἀγάπη πρός τούς "ἐλαχίστους ἀδελφούς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ" καί χωρίς νά λαμβάνονται ὑπόψη τά δικαιώματα τῶν ἀδυνάτων, ὑπάρχουν πολλά παραδείγματα, εἴτε σέ ἀτομικό, εἴτε σέ κρατικό καί ὑπερκρατικό ἐπίπεδο. Στά θέματα Βιοηθικῆς λ.χ. ἡ ζωή ἤ ὁ θάνατος τοῦ ἐμβρύου ρυθμίζεται ἐρήμην του καί σύμφωνα μέ τίς ἀπαιτήσεις καί τήν ἐγωιστική λογική τῶν κοσμικῶν ἀνθρώπων, στούς ὁποίους ἡ θυσιαστική ἀγάπη εἶναι κάτι τό ἄγνωστο. Τό μόνο πού γνωρίζουν εἶναι ὁ ὠφελιμισμός καί ὁ εὐδαιμονισμός, ἔνστικτα πού ὅταν κυριαρχοῦν στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου τόν ὁδηγοῦν στήν παραβίαση τῆς φυσικῆς του κατάστασης καί στήν ὕβρη ἔναντι τοῦ Δημιουργοῦ Θεοῦ. Καί οἱ κυριαρχούμενοι ἀπό τά πάθη τους συνάνθρωποί μας δέν ἀρκοῦνται στή διάπραξη σοβαρῶν ἁμαρτημάτων κατά τῆς φυσικῆς κατάστασης τῶν πραγμάτων, ὅπως τήν καθόρισε ὁ Θεός, ἀλλά ἐπιχειροῦν μέ φανατισμό καί σχεδόν ἀπελπισμένα νά τά νομιμοποιήσουν καί νά τά ἐπιβάλουν, χρησιμοποιῶντας τήν κοσμική τους ἰσχύ. Ἀλλά ἡ φυσική τάξη καί οἱ φυσικοί νόμοι ἰσχύουν καί θά ἰσχύουν ὅσο θά ὑπάρχει ἡ Δημιουργία καί μόνο σέ ἐμπαθῆ στρουθοκαμηλισμό μπορεῖ νά ἀποδοθεῖ ἡ ἐπιδίωξη ἀνατροπῆς τους. Σκληρή συμπεριφορά ἐπιφυλάσσεται καί στούς γέροντες καί στούς βαρέως ἀσθενεῖς, ἐν ὀνόματι τοῦ δικαιώματος τοῦ "ἀξιοπρεποῦς θανάτου" καί τῆς, σέ σχῆμα ὀξύμωρο, ὀνομαζομένης, "εὐθανασίας".

Ἐπίσης, σέ γενικότερη κλίμακα, ἡ ζωή τῶν ἀνθρώπων στήν ἀναπτυσσόμενη ἀνθρωπότητα ἔχει πολύ μικρότερη ἀξία καί σημασία, σέ σχέση μέ αὐτήν τῶν ἀνθρώπων τῶν ἀνεπτυγμένων χωρῶν. Ἀκόμη φαινόμενα ὅπως τό ἐμπόριο γυναικῶν ἤ παιδιῶν, ἡ διακίνηση ναρκωτικῶν καί ἡ παράνομη ἐμπορία ὅπλων ἀποδεικνύουν τίς ἀδυναμίες τῆς ἀνθρωπότητας στό νά ἐπιβάλει τήν πραγματική ἐν ἀγάπῃ δικαιοσύνη. Τέλος, εἶναι γνωστό ὅτι τά δίκαια ὁλόκληρων λαῶν ὑποτάσσονται στά συμφέροντα τῶν ἰσχυρῶν, πού ἐνεργοῦν μέ τήν βεβαιότητα τῆς ἀτιμωρησίας.

Ἀγαπητοί μου,
Στήν κατάσταση αὐτή ἐμεῖς, ὡς Χριστιανοί, ὀφείλουμε νά συνεχίσουμε τόν πνευματικό μας ἀγῶνα καί νά ἐντείνουμε τίς προσευχές μας. Σήμερα ἔχουμε ἕνα ἐπί πλέον ἐφόδιο. Εἶναι ἡ ἐμπειρία τῶν 2.000 ἐτῶν τήν ὁποία διαθέτουμε. Γνωρίζουμε ὅτι πάντοτε ὑπῆρχαν καί θά ἐξακολουθήσουν νά ὑπάρχουν Νέρωνες καί Διοκλητιανοί, ὅπως ἐπίσης γνωρίζουμε ὅτι αὐτοί ἐξέλιπαν καί ἡ Ἐκκλησία ζεῖ στόν αἰῶνα. Γνωρίζουμε πολύ καλά τίς δοκιμασίες καί τά μαρτύρια τῶν Νεομαρτύρων τοῦ 20οῦ αἰώνα, πού ὑπέφεραν ἀπό ὁλοκληρωτικά καί ἀπάνθρωπα καθεστῶτα, τά ὁποῖα, ἐνῶ ἐθεωροῦντο παντοδύναμα, κατέρρευσαν ὡς χάρτινοι πύργοι. Καί στήν αὐγή τοῦ 21ου αἰῶνα ὁ Χριστιανισμός ἐξακολουθεῖ νά ἀποτελεῖ τήν ἐλπίδα τῆς ἀνθρωπότητος καί ἡ κηρυσσόμενη ἀπό τήν Ἐκκλησία μας ἀγάπη νά εἶναι τό μόνο μέσο γιά τήν ἐμπέδωση τῆς εἰρήνης καί τῆς εὐημερίας στόν κόσμο.

Γνωρίζουμε ὅτι οἱ διωγμοί τῶν Χριστιανῶν δέν ἔχουν ἐκλείψει. Ὑπάρχουν κράτη στά ὁποῖα οἱ θρησκευτικές ἐλευθερίες καί τά ἀνθρώπινα δικαιώματα θρησκευτικῶν καί ἐθνικῶν μειονοτήτων καταπατῶνται βάναυσα. Σέ ὁρισμένες χῶρες στούς Χριστιανούς ἀπαγορεύεται ἀκόμη καί ἡ ἄσκηση τῶν θρησκευτικῶν τους καθηκόντων. Ἀπό τήν πλευρά μας δέν παύουμε νά ζητοῦμε οἱ θρησκευτικές ἐλευθερίες νά ἔχουν γενική καί παγκόσμια ἰσχύ. Δέν παύουμε ἐπίσης νά προωθοῦμε τήν ἀνεκτικότητα μεταξύ τῶν πιστῶν τῶν διαφόρων θρησκειῶν καί νά ἐπιδιώκουμε νά συμβάλουμε, στό μέτρο τῶν δυνατοτήτων μας, στή συνεννόηση μεταξύ ὅλων τῶν Χριστιανῶν, σέ θέματα κοινῶν Ἀρχῶν καί Ἀξιῶν.

Περαίνων τόν λόγο μου συγχαίρω καί πάλι τόν Σεβασμιώτατο καί τούς συντελεστές τοῦ παρόντος Συνεδρίου καί εὔχομαι σέ ὅλους ἐσᾶς πού συμμετέχετε σ' αὐτό νά κοσμεῖσθε πάντοτε ἀπό τήν κατά Χριστόν Ἀγάπη, τήν ὁποία δίδαξε καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Καί σᾶς παρακαλῶ νά προσεύχεσθε ὑπέρ τῆς ἀποκαταστάσεως τῆς τρωθείσης ὑγείας μου.

Ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός καί ἡ Κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά εἶναι πάντοτε μαζί σας.


Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ


Προηγούμενη σελίδα