ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΕΙΜΕΝΑ



Μηνύματα

Προηγούμενη σελίδα


Χαιρετισμός προς το 2ο Διεθνές Συνέδριο για τη μετανάστευση (10/10/2005)

10/10/2005

Ευχαριστώ θερμώς τους διοργανωτές του Δεύτερου Διεθνούς Συνεδρίου για την Μετανάστευση, τον ελλογιμώτατο Πρόεδρο του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής, κύριον Αλέξανδρον Ζαβόν, και τον ελλογιμώτατο Πρόεδρο του εδρεύοντος στην Washington Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής (Migration Policy Institute) κύριον Δημήτριον Παπαδημητρίου, για την πρόσκληση τους να παραστώ στο Δεύτερο Διεθνές Συνέδριο για την Μετανάστευση με Θέμα:

«Διασφαλίζοντας τα Οφέλη από τη μετανάστευση στην Ν.Α. Ευρώπη»

Η πρόσκληση αυτή μού δίνει την ευκαιρία να εκφράσω τα θερμά συγχαρητήριά και την χαράν μου:

• Καταρχήν για την δραστηριοποίηση και την πρόοδο που σημειώνει το Ινστιτούτο Μεταναστευτικής Πολιτικής, ιδιαίτερα στον τομέα των Μελετών και Ερευνών στα θέματα της Μετανάστευσης.

Είναι πλέον επείγουσα η ανάγκη να αποκτήσει η χώρα μας μια σαφή, συνεκτική και καλά μελετημένη μεταναστευτική πολιτική. Απαραίτητη όμως προϋπόθεση για μια τέτοια μεταναστευτική πολιτική είναι κατά τη γνώμη μας αφ’ ενός μεν η συστηματική μελέτη και διερεύνηση του κοινωνικού αυτού φαινομένου και η ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών με την διεθνή Ακαδημαϊκή Κοινότητα, τους Διεθνείς Οργανισμούς, τις Μή Κυβερνητικές Οργανώσεις, και τις Οργανώσεις των ιδίων των Μεταναστών, και αφ’ ετέρου η προθυμία των υπευθύνων για την χάραξη της μεταναστευτι-κής πολιτικής να λαμβάνουν σοβαρώς υπόψη τα ευρήματα των ερευνών, τα πορίσματα των Συνεδρίων, όπως το σημερινό, και τις διαπιστούμενες από τις ανταλλαγές «καλές πρακτικές». Στον τομέα αυτό το ΙΜΕΠΟ μπορεί και ευχόμεθα να προσφέρει πολλά. Η Εκκλησία μας, τόσον με τις ιδιαίτερες Υπηρεσίες της για τους Μετανάστες, τους Πρόσφυγες και τους Αιτούντες Ασυλον, το Κέντρον Συμπαραστάσεως Παλιννοστούντων και Μεταναστών και το Οικουμενικόν Πρόγραμμα Προσφύγων, όσον και με την Υπηρεσία της που δραστηριοποιείται αναπτυξιακά στις χώρες προελεύσεως των Μεταναστών και Προσφύγων, την ΜΚΟ «Αλληλεγγύη», είναι πρόθυμη να συνεργασθεί μαζί σας τόσον στον ερευνητικό όσον και στον πρακτικό τομέα.

• Κατά δεύτερον, αλλά όχι ήσσονα λόγον θέλω να συγχαρώ την Ελληνική Κυβέρνηση και ιδιαίτερα τον παριστάμενο Εξοχώτατο Υπουργό Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης καθηγητή κύριο Προκόπη Παυλόπουλο για την απόφασή τους να προσφέρουν μίαν ακόμη ευκαιρία νομιμοποιήσεως των μεταναστών εκείνων, που για πολλούς λόγους, και πρέπει να ομολογήσουμε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται και λόγοι που συνδέονται με την ελληνική γραφειοκρατία, διαβιούν και εργάζονται παραοικονομούντες στην Χώρα μας υπό καθεστώς κοινωνικού αποκλεισμού και διοικητικής αταξίας. Θα μού συγχωρήσετε ελπίζω το γεγονός ότι δεν χρησιμοποιώ τους καθιερωμένους στην καθημερινή γλώσσα και τα ΜΜΕ όρους «παράνομοι» και «λαθρομετανάστες». Οι χαρα-κτηρισμοί αυτοί ότι στιγματίζουν, και ενίοτε συμβάλλουν στην τάση εγκληματοποιήσεως ανθρώπων, των οποίων - κατά κανόνα - το παράπτωμα συνίσταται στο ότι, πιεζόμενοι από τις επικρατούσες στις χώρες τους πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές συνθήκες, αναζητούν στην χώρα μας βελτίωση της οικονομικής καταστάσεως και της ποιότητος της ζωής τους και της ζωής της οικογενείας τους. Στιγματίζονται δηλαδή επειδή συμπεριφέρονται κατά ένα τρόπο, τον οποίο επικροτεί και μάλιστα και επιβραβεύει το καθεστώς της ελεύθερης οικονομίας της αγοράς. Για μάς όμως, ως Εκκλησία, υπάρχει και ένας πρόσθετος και σημαντικότερος λόγος αποφυγής των χαρακτηρισμών αυτών. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί είναι τελείως ασύμβατοι με την περί του Ανθρώπου ως κατ’ εικόνα Θεού πλασθέντος και «βραχύ τι παρ’ αγγέλους» (Ψαλμός Η’. 5) «ηλαττωμένου» Προσώπου Διδασκαλίαν της Ορθόδοξης Εκκλησίας και Θεολογίας. Ασφαλώς• η διαδικασία της νομιμοποίησης δεν είναι απλή• και η εμπειρία από τις δύο προηγηθείσες νομιμοποιήσεις δίνει ενδεχομένως αφορμές για επικριτικά σχόλια - τόσον από πλευράς της Ελληνικής κοινωνίας όσον και από πλευράς των μεταναστών. Επί πλέον, είναι γνωστές και οι επικρίσεις εναντίον της νομιμοποιήσεως γενικώς, με το επιχείρημα ότι οι νομιμοποιήσεις μπορούν να αποτελέσουν κίνητρο είτε για την παραγωγή πλαστών αποδεικτικών στοιχείων επιλεξι-μότητας για νομιμοποίηση, είτε και για νέα κύματα άτυπης μετανάστευσης. Ο χρόνος δεν επιτρέπει να συζητήσω εδώ τα υπέρ και τα κατά, απευθυνόμενος μάλιστα σε εκλεκτούς ειδήμονες Συνέδρους και σε υψηλής στάθμης ενήμερον ακροατήριον. Μια εξαιρετικά χρήσιμη συγκριτική σύνοψη και συζήτηση του προβλήματος μπορούν να αναζητήσουν οι ενδιαφερόμενοι σε πρόσφατο πόνημα του ελλογιμωτάτου κυρίου Παπαδημητρίου με τίτλο: «The “Regularization” Option in Managing Illegal Migration More Effectively» . Η δική μας εμπειρία - τόσον μέσα από τις προαναφερθείσες ειδικές Υπηρεσίες μας, όσον όμως και από την καθημερινή αναστροφή των κληρικών μας στις Ενορίες τους με τους μετανάστες - μας οδήγησε σε ένα συμπέρασμα, το οποίο θα μπορούσε να συνοψισθεί σε μια φράση: «Οσους δεν υποδέχεται και δεν αποδέχεται η Κοινωνία, τους αγκαλιάζει πρόθυμα η Μαφία».

• Θα αποτελούσε ασύγγνωστη παράλειψή μου να μήν εκφράσω την χαρά και τα συγχαρητήριά μου και προς τον πρόεδρο του mi-gration policy institute ελλογιμώτατο κύριο Δημήτριο Παπαδημητρίου για το πλούσιο και υψηλής ποιότητος έργο του και για την πολύτιμη συμβολή του στην μελέτη των μεταναστευτικών φαινομένων και στην διατύπωση θεμελιωμένων προτάσεων μεταναστευτικής πολιτικής και μάλιστα από πολλές διαδοχικά σημαντικές επάλξεις, περί των οποίων «επιλείψει ...με διηγούμενον ο χρόνος» (Εβραίους 11,32). Αισθανόμεθα πολύ υπερήφανοι βλέποντας τους Ελληνες να διαπρέπουν στην Ξένη και συγκινούμεθα όταν διαπιστώνουμε ότι δεν μάς ξεχνούν.


Εντιμότατοι Κύριοι Σύνεδροι,

Οπως διεπίστωσα, έχετε μπροστά Σας ένα πλούσιο και πολυ-επίπεδο Πρόγραμμα εργασιών, το οποίο Σας εύχομαι ολόψυχα να διεκπεραιώσετε με επιτυχία, καταλήγοντας σε συμπερά-σματα αντάξια όχι μόνον της διακεκριμένης ειδημοσύνης Σας, αλλά και των προσδοκιών των διοργανωτών αυτού του Συνεδρίου, της Ελληνικής Κοινωνίας, αλλά και της ευρύτερης Ευρωπαϊκής Κοινωνίας. Διότι το πρόβλημα της σωστής τοποθέτησης απέναντι στην μετανάστευση δεν έχει ακόμη βρεί την ικανοποιητική απάντησή του ούτε στις πολιτικές - ή «μή-πολιτικές» - των χωρών μελών, ούτε όμως και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης. Τις ελπίδες που συνδέθηκαν με το φιλόδοξο πενταετές πρόγραμμα του Τάμπερε διέψευσαν τα πενιχρά αποτελέσματα που σημάδεψαν την εκπνοή του. Θέλουμε να ελπίζουμε ότι παρά τις αντίξοες για τη μετανάστευση πολιτών από Τρίτες Χώρες συνθήκες που προέκυψαν μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11 Σεπτεμβρίου 2001 στην Νέα Υόρκη, της 11ης Μαρτίου 2004 στην Μαδρίτη, και της 7ης Ιουλίου 2005 στο Λονδίνο, το «Πρόγραμμα της Χάγης» θα γνωρίσει μια καλύτερη τύχη. Δεν μπορεί όμως παρά να μας εμπνέει ανησυχία το γεγονός, ότι πολλά και ισχυρά κράτη-μέλη της ΕΕ, αντί να εντείνουν τις προσπάθειές τους στην επιτυχή υλοποίηση του Προγράμματος της Χάγης και στην επεξεργασία μιας κοινής Ευρωπαϊκής Μεταναστευτικής Πολιτικής, προτιμούν να ακολουθούν αποκλίνουσες ατραπούς, όπως λ.χ. συνέβη και πάλιν τον παρελθόντα Μάιον με την υπογραφή της λεγόμενης Συνθήκης «Schengen III) στην μικρή πόλη Prüm του Γερμανικού Κρατιδίου της Ρηνανίας-Παλατινάτου .

Είναι πολύ σημαντικό ότι πρίν αρχίσετε την ανάλυση για τα οικονομικά οφέλη της Μετανάστευσης προτάσσεται τη συζήτηση για τον ρόλο της τοπικής Αυτοδιοίκησης, των περιφερειών και των ΜΚΟ στην ένταξη των Μεταναστών. Η ένταξη των Μεταναστών στις εθνικές και τις τοπικές κοινωνίες είναι ένα ζήτημα που επί πολλά χρόνια παραμελήθηκε όχι μόνον στην χώρα μας, αλλά και στις περισσότερες χώρες της ΕΕ και φυσικά και στην ΕΕ στο σύνολο της. Ισως για τον λόγο αυτό και σε κάθε χώρα-μέλος της ΕΕ ο όρος «Inte-gration» προσλαμβάνει και διαφορετικό περιεχόμενο, που κυμαίνεται σε ένα συνεχές, τα δύο άκρα του οποίου είναι η «αφομοίωση» (as-similation) και η επίσης πολλαπλώς παρεξηγημένη έννοια της «πολυεθνικότητος». Δεν θα υπεισέλθω εδώ σε αναλύσεις, θεωρώ όμως σημαντικό να υπενθυμίσω στην ελλογιμότητά Σας μερικά αυτονόητα:

• Η ένταξη είναι μια διαδικασία πολυδιάστατη: οικονομική, κοινωνική, πολιτισμική, γλωσσική, θρησκευτική, διοικητική, κλπ. κλπ.
• Σε κάθε μια από τις διαστάσεις αυτές η ένταξη δεν αποτελεί μονόδρομο, αλλά είναι μια αμφίδρομη διαδικασία. Οπως δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνικός αποκλεισμός χωρίς αποκλείοντες και αποκλειομένους, έτσι δεν μπορεί να υπάρξει και ένταξη χωρίς εντασσόμενους, αλλά και εντάσσοντες. Αυτό σημαίνει ότι η ένταξη των μεταναστών προϋποθέτει την βούληση των μεταναστών να ενταχθούν, όσο κα την βούληση των γηγενών να αποδεχθούν και να εντάξουν τους μετανάστες στον κοινωνικό περίγυρό τους. Η βούληση αυτή δεν μπορεί ούτε να υπαγορευθεί και επιβληθεί με νόμους, εγκυκλίους ή πορίσματα ερευνών - όσον απαραίτητα είναι όλα αυτά για την δημιουργία του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου - ούτε να εκπονηθεί σε Γραφεία ερήμην της κοινωνίας, της κοινωνίας των μεταναστών και της κοινωνίας των γηγενών, που πρέπει να έλθουν σε επαφή και διάλογο.
• Ο ενταξιακός διάλογος είναι δυνατός και υπόσχεται επιτυχία μόνον όταν θεμελιώνεται και αναπτύσσεται στον αμοιβαίο σεβασμό και την αμοιβαία αναγνώριση. Η ένταξη δημιουργεί δικαιώματα και υποπχρεώσειςς και αυτό ισχύει τόσο για τους μετανάστες όσο και για την ελληνική κοινωνία. Η διαδεδομένη αντίληψη ότι η ένταξη είναι μονόπλευρη προσπάθεια μόνον των μεταναστών που οφγείλουν να προσαρμοσθούν δεν μπορεί να οδηγήσει στα ποθητά αποτελέσματα.
• Τέλος υπενθυμίζω ότι η κοινωνική και πολιτισμική ένταξη δεν μπορεί να συντελεσθεί παρά μόνον στα πλαίσια της τοπικής κοινωνίας: Στην γειτονιά, στην Ενορία, στο Σχολείο, στην Πλατεία του Χωριού, στην Λαϊκή Αγορά, στην καθημερινή συναναστροφή. Και στο σημείο αυτό η Εκκλησία, ο πλέον αποκεντρωμένος θεσμός την Ελληνικής Κοινωνίας, ο θεσμός που εξακολουθεί να εκπροσωπείται ακόμη και στους πλέον απομακρυσμένους οικισμούς, στους οποίους λ.χ. η υπογεννητικότητα και η έλλειψη παιδιών έκλεισε τα Σχολεία, και θέλει και μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στην ομαλή, δημιουργική και απροκατάληπτη ένταξη των μεταναστών αδελφών μας. Και αυτό ισχύει ανεξάρτητα από την εθνική, θρησκευτική, ή άλλη προέλευση τους και παρά τα όσα συχνά υποβολιμαία και ξένα προς το ήθος και την πρακτική της Εκκλησίας ηθελημένως ή εν αγνοία διαδίδονται.
• Θα κλείσω τον χαιρετισμό μου αυτό με μια επιθυμία και μια ευχή.
• Πρώτα η επιθυμία. Απευθυνόμενος σε ειδήμονες περί τα μεταναστευτικά δεν θεωρώ αναγκαίο να υπογραμμίσω ούτε τον ρόλο που διαδραματίζουν οι ανά τον κόσμον Εκκλησίες στην υπεράσπιση των δικαίων και στην ανακούφιση των αναγκών των μεταναστών, ανεξαρτήτως του νομικού status των, ούτε και την σημασία και συμβολή του θρησκευτικού παράγοντος στην κοινωνική και πολιτισμική ένταξη των μεταναστών και στην διατήρηση της πολιτιστικής τους ταυτότητας. Η Εκκλησία μας, πέραν από το προνοιακό της έργο προς τους μετανάστες, συνεργάζεται μέσω των Υπηρεσιών που προανέφερα με όλες τις Ευρωπαϊκές Εκκλησίες και με την Διεκκλησιαστική Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών για τους Μετανάστες στην Ευρώπη, την γνωστή ως CCME, και από κοινού με αυτές επεξεργάζεται και υποβάλλει διαρκώς τις παρατηρήσεις της προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οσάκις αυτή προετοιμάζει σχέδια Οδηγιών ή άλλα κείμενα που αφορούν στην Μεταναστευτική Πολιτική της ΕΕ και συμμετέχει στις εκδηλώσεις συνηγορίας υπέρ των μετανα-στών και των δικαιωμάτων τους. Σε συνεργασία ακόμη με πολλά Ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια και στα πλαίσια των Ευρωπαϊκών ερευνητικών Προγραμμάτων δραστηριοποιείται και στην κοινωνιο-λογική έρευνα, έχοντας ερευνήσει ιδιαίτερα το θέμα της εγκληματικότητας και εγκληματοποίησης των μετανα-στών, ενώ προσεχώς θα συντονίσει ευρωπαϊκή έρευνα επί του θέματος της εμπορίας γυναικών από της πλευ-ράς της ζητήσεως. Η επιθυμία μου λοιπόν είναι κάποια στιγμή το ΙΜΕΠΟ να συμπεριλάβει στις έρευνες και μελέτες του και την εξέταση του θρησκευτικού παρά-γοντος στην μετανάστευση προς την Ελλάδα.

• Και κλείνω με την ευχή. Σας Εύχομαι:
• η παραμονή Σας στην φιλόξενη χώρα μας να είναι όσο γίνεται πιο ευχάριστη,
• το Συνέδριό Σας να στεφθεί με τέτοια επιτυχία, που θα Σας κάνει υπερήφανους για το ότι συμ-μετείχατε σε αυτό,
• και η επιστροφή στην πατρίδα όσων μας έκαναν την τιμή και μας έδωσαν την χαρά να έλθουν από την Αλλοδαπή, να έχει «καλό κατευόδιο»

Σας ευχαριστώ για την προσοχή Σας να με ακούσετε.

+Ο Αθηνών Χριστόδουλος


Προηγούμενη σελίδα