ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΕΙΜΕΝΑ



Ευρώπη

Προηγούμενη σελίδα


Ο Αρχιεπισκοπος υπερασπίζεται την κοινωνική συνοχή της Ευρώπης

14/6/2005

Επιστολή στον Πρόεδρο της Κομισιόν κ. Μπαρόζο.

Προς τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Κύριο J o s é M a n u e l B a r r o s o
1049 Βρυξέλλες
Βέλγιο



Αξιότιμε κ. Πρόεδρε,


Η Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία της Ελλάδος, ως εκφραστής της πίστεως της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρακολουθεί και σταθερώς ενισχύει τις πολιτικές επιλογές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης γενικότερα, για την ανάπτυξη αυτής και των επιμέρους κρατών μελών της. Κατανοεί ότι κίνητρο της Επιτροπής είναι κυρίως η οικονομική ανάπτυξη, προκειμένου η Ενωμένη Ευρώπη να αντιμετωπίσει επιτυχώς τον παγκόσμιο ανταγωνισμό και με τον τρόπο αυτό να εξασφαλίσει την ευημερία των Ευρωπαίων πολιτών υπό συνθήκες πλήρους απασχόλησης.

Στο πλαίσιο αυτό, επικροτήσαμε και συνεχίζουμε να στηρίζουμε την αναληφθείσα από την Ευρωπαϊκή Ένωση πρωτοβουλία για τη θέσπιση της «Στρατηγικής της Λισσαβόνας». Διαπιστώνουμε ότι αυτή εισηγείται την εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων και πολιτικών επιλογών που θα οδηγήσουν στον στρατηγικό στόχο, ο οποίος είναι το να καταστεί η ευρωπαϊκή οικονομία η ανταγωνιστικότερη και δυναμικότερη οικονομία της γνώσης ανά την υφήλιο, ικανή για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, με περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και την ευρύτερη δυνατή κοινωνική συνοχή.

Επίσης χαιρόμεθα ιδιαίτερα διότι η Στρατηγική της Λισσαβόνας δεν επικεντρώνει τις προσπάθειες και τους στόχους της μόνο στην οικονομική ανάπτυξη αλλά, εν ταυτώ και εξίσου, στην επίτευξη ευρύτερης κοινωνικής συνοχής, προς αποφυγή των κοινωνικών αντιθέσεων και αποκλεισμών.

Είναι άξιο προσοχής και επαίνου το γεγονός ότι, στα συμπεράσματα της Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Λισσαβόνας της 23ης – 24ης Μαρτίου 2000, καθώς επίσης και σε αυτά του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελών της 22ας – 23ης Μαρτίου 2005, για την επίτευξη του ανωτέρω στρατηγικού στόχου, δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στον «εκσυγχρονισμό του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου με επένδυση στον άνθρωπο και οικοδόμηση ενός ενεργού κράτους πρόνοιας». Αυτός ο στόχος είναι σημαντικό και αναπόσπαστο μέρος της χριστιανικής κοινωνικής αντίληψης, που έχει τις καταβολές της στη διδασκαλία του Ιησού Χριστού και των Αποστόλων Του. Είναι στόχος που αποτελεί αληθινή έκφραση των αξιών και αρχών του κοινού μας ευρωπαϊκού πολιτισμού, ο οποίος πάντοτε επεδίωκε να συνδέει την οικονομική προκοπή με το κράτος δικαίου. Είναι στόχος σύμφωνος με την ιστορική μας παράδοση, που θεωρούσε πάντοτε την οικονομική προκοπή ως παράγοντα ενίσχυσης της ελευθερίας του ανθρώπου. Μιας ελευθερίας που όπως έχει επιγραμματικώς διατυπωθεί, μένει κοινωνικώς νεκρή εάν ο άνθρωπος δεν έχει διασφαλίσει φαγητό, σπίτι, μόρφωση και υγεία. Αυτή η συνείδηση οδήγησε τα κράτη της Ευρώπης να έχουν οικοδομήσει ένα σχετικώς ικανό κράτος πρόνοιας, που θέλει να τείνει χείρα βοηθείας στους αδύναμους και γενικότερα στους μη προνομιούχους της ζωής. Πρόκειται για επίτευγμα για το οποίο οι Ευρωπαίοι είμαστε πάντοτε υπερήφανοι.

Ο εκσυγχρονισμός του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, με βάση τις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν στο ξεκίνημα του εικοστού πρώτου αιώνα, αποτελεί ασφαλώς επιβεβλημένη ενέργεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συστατικό στοιχείο της προσπάθειας για την επίτευξη του στόχου της Στρατηγικής της Λισσαβόνας. Δεν μπορεί όμως και δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να οδηγήσει σε αναίρεση των μέχρι σήμερα βασικών αρχών και κανόνων του. Είναι αναμφισβήτητο ότι για τον εκσυγχρονισμό του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου απαιτούνται μέτρα σαν αυτά που περιέχονται στο κείμενο της Στρατηγικής της Λισσαβόνας, όπως είναι η ενίσχυση της εκπαίδευσης και κατάρτισης για τη δημιουργική συμμετοχή στην κοινωνία της γνώσης --με πλήρη, βεβαίως, σεβασμό στην αρχή της επικουρικότητας στα θέματα παιδείας--, η ανάπτυξη ενεργητικών πολιτικών για την απασχόληση, ο εκσυγχρονισμός της κοινωνικής προστασίας και η προαγωγή της κοινωνικής συνοχής. Θεωρούμε αυτονόητο ότι οι προσπάθειες για εκσυγχρονισμό αποβλέπουν στη δημιουργία αληθινά ισορροπημένων ανθρώπινων κοινωνιών. Αυτό βεβαίως προϋποθέτει μεγέθυνση του οικονομικού αποτελέσματος και πλήρη απασχόληση, αλλά πηγαίνει πολύ πέραν αυτών.

Μόνον εφ όσον η ανάπτυξη της οικονομίας επιδιώκεται παράλληλα με την ανάπτυξη της κοινωνικής συνευθύνης, μπορεί κ. Πρόεδρε, η ευρωπαϊκή κοινωνία να προχωρήσει. Μόνον εφ όσον η επιδίωξη της τεχνολογικής ανάπτυξης θα συνδέεται με την κοινωνικότητα και την πνευματικότητα, θα οδηγήσει σε μια αναβαθμισμένη ποιοτική κοινωνία. Και αυτό που ο Ευρωπαίος χρειάζεται, είναι πράγματι μια κοινωνία με συνοχή, ενότητα και αλληλεγγύη, με αίσθημα δικαιοσύνης και κατανόησης στους αδύνατους. Μια τέτοια κοινωνία θα μπορεί να αντιμετωπίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα προβλήματα που η ατελής κοινωνία μας, ως έργον ανθρώπου, πάντοτε θα έχει.

Αντιλαμβάνομαι, κ. Πρόεδρε, ότι, δυστυχώς, το αξίωμα της άκρατης ανταγωνιστικότητας και της μεγιστοποίησης του οφέλους, κυριαρχεί σε όλα τα στρώματα του πληθυσμού, σε όλους τους λαούς και σε όλο τον πλανήτη. Ο ρόλος όμως της Ευρώπης είναι να δείξει ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης, που χωρίς να εγκαταλείπει τις απαιτήσεις και τους κανόνες της ανοιχτής αγοράς, θα έχει ανθρώπινο πρόσωπο. Η «θεοποίηση» του ατομικού οφέλους, όπως κι αν αυτό νοείται, οδηγεί πάντοτε τις κοινωνίες στην παρακμή . Επομένως, παράλληλα με την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και την υπόδειξη των συγκεκριμένων μέτρων στον τομέα του εκσυγχρονισμού του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, η Στρατηγική της Λισσαβόνας θα έπρεπε να τολμήσει περισσότερο, και να προτείνει περαιτέρω μέτρα που θα είχαν ως στόχο να εκσυγχρονίσουν την κοινωνία κατά τρόπο συμβατό με τις αρχές και τις αξίες της χριστιανικής θρησκείας και του ευρωπαϊκού πολιτισμού γενικότερα. Παράλληλα με τη δημιουργία της ανταγωνιστικότερης και παραγωγικότερης οικονομίας της υφηλίου, θα έπρεπε να αποτελεί στρατηγικό στόχο της Ένωσης και η δημιουργία της πλέον ευαίσθητης κοινωνίας με ανθρώπινο πρόσωπο.

Τα θέματα που απασχολούν σοβαρά σήμερα τους ευρωπαίους πολίτες, όπως προέκυψε και από τα δημοψηφίσματα στη Γαλλία και την Ολλανδία, είναι πολλά. Θεωρώ, και πιστεύω ότι και σεις κ. Πρόεδρε συμφωνείτε, ότι το πρώτο και σπουδαιότερο ίσως είναι το αίσθημα ότι απειλείται η κοινωνική συνοχή. Αυτή την απειλή εκφράζει εντονώτατα το φάσμα της ανεργίας, ιδιαίτερα των νέων και των γυναικών. Αυτή εγείρει και και τη συνακόλουθη αβεβαιότητα των εργαζομένων για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας τους στο μέλλον. Είναι ευρύτερα κατανοητή, πιστεύω, η άποψη ότι το πρόβλημα αυτό θα λυθεί σε μεγάλο βαθμό με τη δημιουργία της ανταγωνιστικής οικονομίας, όπως προβλέπεται άλλωστε και από τη Στρατηγική της Λισσαβόνας. Μέχρις ότου όμως επιτευχθεί ο στόχος αυτός, όλοι οι παράγοντες της πολιτικής και της οικονομίας θα πρέπει να δείχνουν πλήρη ευαισθησία έναντι των εργαζομένων και των πολιτών που αισθάνονται απειλούμενοι.

Έτσι, π.χ., το φαινόμενο που παρατηρείται σε αρκετές περιπτώσεις στην Ενωμένη Ευρώπη, δηλαδή η αντικατάσταση των εργαζομένων με πλήρη δικαιώματα από οικονομικούς μετανάστες χωρίς δικαιώματα, επιφέρει βαθειά ρήγματα στην ευρωπαϊκή κοινωνία, και προκαλεί συγκρουσιακές συσπειρώσεις. Σε άλλες περιπτώσεις παρατηρείται το φαινόμενο καταστρατήγησης του ωραρίουσε βάρος των εργαζομένων. Είναι αυτονόητο ότι δεν μπορεί να αναπτύσσεται η κοινωνική συνοχή όταν οι εργαζόμενοι υποκύπτουν σε πιέσεις από φόβο ότι θα χάσουν τη θέση τους και άρα θα βάλουν σε κίνδυνο το επίπεδο ζωής των. Ο φόβος ουδέποτε δημιούργησε κοινωνία. Ο φόβος δημιουργεί μόνον δουλεία. Και θα πρέπει να είμαστε εξαιρετικά προοσεκτικοί σε αυτό. Δεν είναι λοιπόν πολυτέλεια, αλλά είναι απόλυτη ανάγκη, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να βοηθηθούν ώστε να αναπτύξουν όσο γίνεται περισσότερο το μάνατζμεντ της κοινωνικής συνευθύνης.

Έχοντας συνείδηση ότι η οικονομική ανάπτυξη πρέπει να θωρακίζει την κοινωνική συνοχή, χαιρετίζουμε με ιδιαίτερη ικανοποίηση όλες τις δηλώσεις Ευρωπαίων πολιτικών ηγετών που εμμένουν ότι η Ευρώπη χρειάζεται ισχυρό κοινωνικό κράτος. Όσα μειονεκτήματα και αντιφάσεις έχει το κοινωνικό κράτος μπορούν και πρέπει να διορθωθούν, έχοντας όμως πάντοτε ως αρχή ότι δεν ωφελεί την Ευρώπη η μετατροπή της σε περιοχή στέρησης και ανασφάλειας. Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί στην Ευρώπη, ο αληθινός εφιάλτης της, είναι να αντικατασταθεί ο ανταγωνισμός των επιχειρήσεων από τον ανταγωνισμό μεταξύ των εργαζομένων για μια θέση εργασίας. Εάν αυτό το αίσθημα μεταδοθεί στη νεολαία της Ενωμένης Ευρώπης, κύριε Πρόεδρε, πιθανώς να επιβιώσει η Ενωση, αλλά θα χαθεί για πάντα η Ευρώπη.

Κεντρικής σημασίας για το μέλλον της Ευρώπης, κύριε Πρόεδρε, είναι το δημογραφικό πρόβλημα. Είναι γνωστό σε όλους ότι η ευρωπαϊκή κοινωνία αντιμετωπίζει οξύ πρόβλημα υπογεννητικότητας για την αντιμετώπιση του οποίου καταφεύγει στην μέθοδο της νόμιμης αλλά ενίοτε και παράνομης μετανάστευσης. Χωρίς κανένα απολύτως ίχνος ξενοφοβικής αντιμετώπισης του θέματος εκ μέρους της Εκκλησίας της Ελλάδος, θεωρούμε ότι πρέπει να προταθούν γενναία μέτρα στήριξης της οικογένειας. Όποτε η απόκτηση παιδιών έγινε βάρος και παράγων ανασφαλείας για την οικογένεια, ακολούθησε σεισμική κατάρρευση της κοινωνίας. Πιστεύουμε ότι η επιτυχής αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος θα αποτελούσε την περισσότερο ζωτική και αποδοτικότερη επένδυση για την ευρωπαϊκή κοινωνία.

Η Εκκλησία της Ελλάδος υποστηρίζει ενθέρμως τις πολιτικές της ΕΕ για τη βελτίωση της θέσεως των μεταναστών, πιστεύει όμως ότι το μεγάλο ενδιαφέρον και η οικονομική υποστήριξη της Ένωσης προς τον Τρίτο Κόσμο και τους πολίτες του θα έπρεπε να εκδηλώνεται κυρίως στον τόπο καταγωγής τους, ώστε να βελτιωθεί η ζωή και το επίπεδο διαβίωσης των ανθρώπων αυτών στον τόπο που γεννήθηκαν και να μην καταφεύγουν στην απεγνωσμένη οδό της παράνομης μετανάστευσης που και τη ζωή τους θέτει σε κίνδυνο, και την αξιοπρέπειά τους τραυματίζει πολλαπλώς, αλλά και την καταστροφή της παράδοσής τους συνεπάγεται.

Τέλος, κ. Πρόεδρε, θεωρούμε ότι η Στρατηγική της Λισσαβόνας θα έπρεπε να είναι πιο γενναιόδωρη σε μέτρα και πολιτικές που θα αφορούσαν στη διαφύλαξη, προστασία αλλά και βελτίωση του περιβάλλοντος. Η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, που με έμφαση αποτελεί στόχο των ισχυουσών Συνθηκών, θα έπρεπε να αποτελεί αντικείμενο μεγαλύτερης φροντίδας. Είναι έργο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διδάξει όλους τούς πολίτες της και όλους τους φορείς, δημόσιους και ιδιωτικούς, αλλά και όλους τους λαούς, ότι η οικονομική και τεχνολογική ανάπτυξη πρέπει να γίνεται μέσα σε προστατευόμενο περιβάλλον, άλλως σύντομα δεν θα έχει κανένα νόημα, αφού όλα γύρω μας θα ερημωθούν. Θα πρέπει να ενισχύονται οι επιχειρήσεις που έχουν υψηλής ποιότητας μανατζμεντ κοινωνικής ευθύνης, ιδιαιτέρως δε εκείνες που τα αναπτυξιακά τους σχέδια περνούν μέσα από την αειφόρο ανάπτυξη. Είναι καθήκον της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διδάξει όλους ότι ή θα προφθάσουμε να περισώσουμε το περιβάλλον, ή θα ετοιμάσουμε τη νεκρώσιμο ακολουθία του πολιτισμού.

Εν κατακλείδι, κ. Πρόεδρε, ως Προκαθήμενος της εν Ελλάδι Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας, θα ήθελα να σας επαναβεβαιώσω για τη συμπαράστασή μας στην προσπάθεια που η Ευρωπαϊκή Ένωση καταβάλλει για την βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη της Ευρώπης και τον εκσυγχρονισμό του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου στο πλαίσιο της Στρατηγικής της Λισσαβόνας, υπογραμμίζοντας την ανάγκη όπως ο εκσυγχρονισμός αυτός στηριχθεί στις διαχρονικές και ακατάλυτες αξίες του Χριστιανισμού και του ευρωπαϊκού πολιτισμού, διότι, όπως ορθά υπογραμμίζεται στην παράγραφο 24 του κειμένου της Στρατηγικής της Λισσαβόνας, «οι άνθρωποι είναι το πολυτιμότερο κεφάλαιο της Ευρώπης και πρέπει να αποτελούν το επίκεντρο των πολιτικών της Ένωσης».


Μετ’ ευχών και αγάπης
+ O ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ


Προηγούμενη σελίδα