Home   ECCLESIA

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ ΑΘΗΝΩΝ

 
Προηγούμενη Σελίδα

ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ


Εκδήλωση λήξης εκπαιδευτικού προγράμματος πρόληψης 2002-2003
(Ι. Ν. Αγίας Μαρίνης Άνω Ιλισίων, 29 Μαΐου 2003)

Ομιλία κατά τη τελετή λήξης

Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χριστοδούλου

Ελέχθησαν τόσα πολλά και ενδιαφέροντα, Σεβασμιώτατε, Θεοφιλέστατε, εξοχωτάτη κυρία Υφυπουργέ, Άγιε Πρωτοσύγκελλε, Άγιε Γενικέ Διευθυντά του «Διακονία», ελλογιμώτατοι καθηγητές, κύριε Πουλόπουλε, εντιμότατα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του «ΔΙΑΚΟΝΙΑ», αγαπητοί πατέρες, αγαπητοί γονείς, αγαπητοί μαθητές, σπουδαστές των σεμιναρίων μας.

Ελέχθησαν τόσα πολλά απόψε, ώστε και εγώ έμαθα πράγματα που δεν τα ήξερα. Γιατί, μπορεί να είμαι ο Πρόεδρος του «ΔΙΑΚΟΝΙΑ», μπορεί να έχω διαθέσει δεκάδες ωρών για να συσκέπτομαι με τους αρμοδίους, αλλά τα αποτελέσματα αυτού του προγράμματος περίμενα απόψε να τα μάθω. Γιατί δεν είναι δυνατόν, το καταλαβαίνετε υποθέτω και μόνοι σας, ένας Αρχιεπίσκοπος να είναι πανταχού παρών.

Παρά ταύτα πρέπει να πω ότι έχω διαθέσει πολλή προσευχή γι’ αυτό το θέμα και, κυρίως, έχω αρχίσει από την αναγνώριση ότι δεν ξέρουμε τίποτε. Δεν ξέρουμε τίποτε, ζητάμε με ταπείνωση τη χάρη του Θεού, την ευλογία του Θεού, να μας φωτίσει να βρούμε το σωστό δρόμο. Παρά το γεγονός ότι έχουμε το μεγάλο θησαυρό και το μεγάλο κεφάλαιο των αγίων πατέρων της Εκκλησίας μας που μας καθοδηγούν για το πώς μπορούμε να χειραγωγήσουμε την ανθρώπινη προσωπικότητα, παρά ταύτα εμείς πρέπει να είμαστε ταπεινοί, πρέπει να αισθανόμαστε αδύνατοι και αδυνατότεροι από κάθε άλλον ο οποίος ασχολείται με αυτό το πολύπλευρο, πράγματι, πρόβλημα που μόνο όσοι από μας έχουμε λιγάκι ασχοληθεί με αυτό μπορούμε να αναγνωρίσουμε πόσο δύσκολο είναι.

Το ίδρυμα «ΔΙΑΚΟΝΙΑ», όπως ήδη ακούσατε, συνεπλήρωσε ζωή τεσσάρων ετών, και πρέπει να σας πω ότι αυτή ήταν μια δραστηριότητα εκ των πρώτων μετά την ανάρησή μας στον αρχιεπισκοπικό θρόνο. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου είναι επιστρατευμένα στελέχη της ακαδημαϊκής κοινωνίας, καθηγητές της ψυχιατρικής, ιερείς-ιατροί οι οποίοι υπάρχουν στην αρχιεπισκοπή μας, κοινωνικές λειτουργοί, καθηγητές της ποιμαντικής, καθηγητές της ιατροδικαστικής, καθηγητές της ιατρικής σχολής, ο κύριος Πουλόπουλος, Γενικός Διευθυντής του ΚΕ.Θ.Ε.Α. και άλλοι.

Κάποτε, σε κάποιες από τις επαφές που είχα για το θέμα του «ΔΙΑΚΟΝΙΑ», από κάποιον άνθρωπο πολύ ειδικό σε θέματα ψυχιατρικής άκουσα κάτι το οποίον κατ’ αρχήν με εξέπληξε. Σε μια συζήτηση σχετικά με το πώς μπορούμε να συστήσουμε μια κοινότητα απεξάρτησης μου λέει: «Μακαριώτατε, μη χάνετε τον καιρό σας. Όσοι μπαίνουνε στο λούκι των ναρκωτικών δεν γυρίζουν πίσω. Επομένως, αν θέλετε σαν Εκκλησία κάτι να κάνετε, στραφείτε προς την πρόληψη. Μόνο η πρόληψη μπορεί να φέρει αποτελέσματα. Οι άλλοι είναι χαμένοι». Εγώ, βέβαια, αντέδρασα αμέσως. Του είπα: «Δε σε πιστεύω, γιατί εμείς στην Εκκλησία έχουμε μάθει ότι παραπάνω και από τις επιστήμες, παραπάνω κι από τους ανθρώπους, υπάρχει η χάρις του Θεού. Και η χάρις του Θεού είναι παντοδύναμη. Και η προσευχή είναι παντοδύναμη. Και αυτόν που εσύ θεωρείς χαμένο, εμείς τον παραδίδουμε στην ευσπλαχνία και στο έλεος του Θεού. Γι’ αυτό και ελπίζουμε, γι’ αυτό και πιστεύουμε, γι’ αυτό και αγαπάμε. Για μας οι τρεις λέξεις που τις έχουμε στο στόμα μας κάθε ώρα, κάθε λεπτό είναι: πίστις, ελπίδα, αγάπη. Επάνω σ’ αυτές στηρίζουμε τις δραστηριότητές μας. Παρά ταύτα, του είπα: «δέχομαι την παρατήρηση ως προς την προτεραιότητα της πρόληψης».

Γι’ αυτό αφήσαμε λίγο παραπίσω το θέμα της ίδρυσης μιας μονάδας απεξάρτησης, ενός κέντρου κλειστού - ανοικτού. Πρέπει δε να σας πω ότι επί τέσσερα χρόνια συζητούμε. Πολλοί με ρωτούν και λένε: «Τι κάνετε τόσα χρόνια; Δε μας είπατε και κάτι, ας πούμε, για τα ναρκωτικά». Τους λέω: «Περιμένετε. Δε μπορώ να σας πω. Γιατί τώρα διάγουμε την περίοδο της κυοφορίας, την περίοδο κατά την οποία συζητούμε, αναπτύσσουμε απόψεις, ακούμε, μαθαίνουμε και προσπαθούμε να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά».

Έτσι, λοιπόν, αρχίσαμε να βάζουμε προτεραιότητες, πρώτη από τις οποίες ήτανε η πρόληψη. Για να γίνει η πρόληψη χρειαζόμασταν ανθρώπους που να ξέρουνε αυτή τη δουλειά. Ξέρετε, έχουμε έρθει σε μία σύγκρουση με μερικούς υπερσυντηρητικούς οι οποίοι μας κατηγορούν για το ότι για τέτοια θέματα συμβουλευόμαστε και τους επιστήμονες των ειδικών επιστημών, λέγοντας ότι είμαστε αυτάρκεις, δεν χρειαζόμαστε καμία βοήθεια ξένη, η Εκκλησία τα ξέρει όλα και, επομένως, στηριζόμενοι σ’ αυτά και μόνο μπορούμε να φέρουμε αποτέλεσμα. Δεν αντιλέγω ότι η Εκκλησία έχει παγκόσμια πείρα και διαχρονικότητα. Εμείς όμως δεν έχουμε να χάσουμε τίποτε αν συμβουλευόμαστε κάθε φορά τους αρμοδίους επιστήμονες. Γι’ αυτό και στραφήκαμε προς την Ιατρική Σχολή και τη Θεολογική Σχολή και κάναμε το πρώτο σεμινάριο σε κληρικούς και λαϊκούς, πρώτους συνεργάτες μας, ώστε να μπούνε στο νόημα, και επίτηδες βάλαμε μέσα και τη Θεολογική Σχολή, ώστε στα μαθήματα που γίνονταν να υπάρχει η άποψη της Εκκλησίας και να μη στηριχθούμε αποκλειστικά και μόνο στην κοσμική άποψη των ζητημάτων.

Εν συνεχεία προχωρήσαμε σ’ αυτό το πρόγραμμα της πρόληψης, της ενημέρωσης, ουσιαστικά της δημιουργίας των υποδομών για να μπορέσουμε έτσι να εξασφαλίσουμε στελέχη για να κάνουμε τη δουλειά μας. Και θέλω με την ευκαιρία αυτή να ευχαριστήσω και εγώ με τη σειρά μου όλους όσοι συνέβαλαν στην επιτυχία αυτού του προγράμματος, που είναι και ο πατήρ Κωνσταντίνος Καραϊσαρίδης και ο κύριος Πουλόπουλος και τα άλλα αξιόλογα μέλη του Διοικητικού μας Συμβουλίου, που είναι επίσης οι ιερείς, οι περιφερειάρχες των ΙΓ' Αρχιεπισκοπικών Περιφερειών, που είναι οι κατ’ ιδίαν ιερείς αρμόδιοι σε κάθε ενορία για τα θέματα της ψυχοκοινωνικής στήριξης και βεβαίως οι στενοί επιστημονικοί μας συνεργάτες, τα στελέχη πρόληψης που έχουνε αφιερωθεί, αφοσιωθεί σ’ αυτό το έργο και για έναν ολόκληρο χρόνο προσφέρουνε πολύτιμες υπηρεσίες, η αξιολόγηση των οποίων θα γίνει και είμαι βέβαιος ότι θα είναι πολύ θετική.

Είπα προηγουμένως ότι οι τρεις λέξεις, οι τρεις έννοιες που διαφεντεύουν την ύπαρξή μας είναι η πίστις, η ελπίδα, η αγάπη. Η πίστη στο Θεό, από τον οποίο εκπορεύεται «πᾶσα δόσις ἀγαθή και πᾶν δώρημα τέλειον». Η ελπίδα, η οποία στηρίζει την ύπαρξή μας και η οποία μας δίνει φτερά για να επιχειρούμε τέτοιου είδους πρωτοβουλίες. Η αγάπη στο πλάσμα του Θεού, στον ίδιο δηλαδή τον εαυτό μας, στον άνθρωπο που πάσχει, ιδίως στο νέο άνθρωπο. Με έχει εντυπωσιάσει, αγαπητοί μου, από τα πρώτα μου χρόνια αυτή η δυστυχία η οποία δέρνει πολλές φορές τις οικογένειες οι οποίες έτυχε να έχουν παιδιά που τελούν κάτω από ουσιοεξάρτηση και τα οποία ουσιαστικά έχουν πλέον υποθηκεύσει τη ζωή τους και υπονομεύσει την ύπαρξή τους. Όταν ήρθα στην Αθήνα έμαθα ότι στο Σταθμό της πλατείας Ομονοίας τα βράδια μετά τις 11, 12, 1 η ώρα είναι ξαπλωμένα παιδιά κάτω εκεί και περνούν αδιάφοροι άνθρωποι που δεν τους δίνουν καμία σημασία. Και μου ήρθε στο νου μία εικόνα πριν 25 με 30 χρόνια περίπου, όταν ήμουν στη Γαλλία. Μία φορά, στη στάση του τραμ, του λεωφορείου, εκεί στο στέγαστρο που περιμένουμε για να έρθει το λεωφορείο πήγα και εγώ και είδα έναν μαύρο ο οποίος ήταν ξαπλωμένος στο παγκάκι ανάσκελα, έβγαζε αφρούς από το στόμα του και κάτω ήταν γεμάτο από τενεκεδένια κουτιά από μπύρα. Υπέθεσα ότι ήταν μεθυσμένος. Έβγαζε αφρούς όμως από το στόμα του. Και μου έκανε εντύπωση ότι δίπλα του στεκότανε πολλοί άνθρωποι που περιμένανε να’ρθει το λεωφορείο να φύγουνε. Εγώ, με όσα ξέραμε τότε για την πατρίδα μας, για τη μεσογειακή μας νοοτροπία, πήγα και είπα στον κόσμο (φόραγα και τα ράσα μου), «Σας παρακαλώ, ελάτε να βοηθήσουμε αυτόν τον άνθρωπο. Μου φαίνεται πως πεθαίνει». Γύρισαν και μου είπανε: «Γιατί ενδιαφέρεστε; Γι’ αυτό πληρώνουμε φόρους. Για να έχουμε αστυνομία, για να έχουμε νοσοκομεία, για να έχουμε το Πρώτων Βοηθειών. Έχουμε τηλεφωνήσει και θα’ρθουν οι αρμόδιοι να τον πάρουν». Ομολογώ ότι ξαφνιάστηκα εκείνη την ώρα και όταν γύρισα στο δωμάτιό μου σκεφτόμουνα και έλεγα: «Τι κοινωνίες είναι αυτές οι οποίες συμπεριφέρονται έτσι απέναντι σ’ένα συμπάσχοντα συνάνθρωπο». Δεν μπορούσα να το καταλάβω, να δώσω καμία εξήγηση. Τη μόνη εξήγηση που έδωσα ήταν ότι είναι οι δυτικές κοινωνίες της παρακμής. Δεν μπορεί αλλιώς να ερμηνευθεί αυτή η τόσο, ας το πούμε, γαλαντόμα εξήγηση, ότι επειδή πληρώνω φόρους έχω αστυνομία, έχω νοσοκομεία, έχω πρόνοιες, έχω τα 166, έχω το ΕΚΑΒ και επομένως αυτοί θα’ ρθούνε να κάνουνε τη δουλειά τους, εμένα δε μου πέφτει λόγος. Ενώ εμείς ξέρουμε στην Ελλάδα μας, ξέραμε μάλλον, ότι όταν γίνεται καβγάς έξω από το σπίτι σου, ανοίγεις το παράθυρο, βγάζεις το κεφάλι σου, βλέπεις τι γίνεται και μερικοί πιο ευαίσθητοι, πιο θερμόαιμοι τρέχουνε, βγαίνουν έξω και πάνε να τους χωρίσουνε αυτούς που συμπλέκονται. ΄Άλλο το ότι όποιος μπαίνει σε ένα τέτοιο χώρο τις τρώει τις περισσότερες φορές. Αλλά παρά ταύτα οι Έλληνες δεν έχουμε διδαχθεί, κατά κάποιο τρόπο, αρνητικά, και γι’ αυτό σπεύδαμε τότε. Σήμερα κι εδώ τα πράγματα τείνουν να αλλάξουν και βλέπω και σήμερα ότι κοιτάνε, αλλά μέσα απ’ τις γρίλιες του παραθύρου. Δε θέλουνε να εμφανιστούνε, με διάφορα προσχήματα, να μη μπλέξω, να μη με τρέχουνε, να μη με κουβαλάνε, να μη χρειαστεί να πάω να καταθέσω, το ένα το άλλο. Έρχεται βλέπετε, πολλές φορές το κύμα αυτό απ’ έξω όχι μόνο με τα καλά του, αλλά και με τα άσχημά του.

Εμείς, λοιπόν, εδώ κάνουμε μια προσπάθεια σαν Εκκλησία και νομίζω ότι αυτός ο τομέας είναι τόσο απαιτητικός, έχει προτεραιότητα και γι’ αυτό θέλω όχι απλώς να συγχαρώ, αλλά να εκφράσω τη βαθύτατη ικανοποίηση και την ευγνωμοσύνη μου σε όλους όσοι συντρέχουν αυτό το έργο και φέρνουν σήμερα αυτό το αποτέλεσμα, που είναι αυτά τα παιδιά μας, αυτοί οι γονείς, που θα πάρετε και τις βεβαιώσεις ότι παρακολουθήσατε αυτά τα μαθήματα, και που θέλω να πιστεύω δε θα μας εγκαταλείψετε, ούτε θα σπεύσετε απλώς να κορνιζάρετε τη βεβαίωση, αλλά θα υπάρχει το follow-up που λένε, το λέω για σας τους νέους που ξέρετε τα αγγλικά μερικές φορές καλύτερα από τα ελληνικά. Το follow-up λοιπόν είναι αυτό το οποίο μας ενδιαφέρει, η συνέχεια δηλαδή που πρέπει να υπάρξει, για να μπορέσουμε έτσι να αποκτήσουμε στελέχη, τα οποία στη συνέχεια θα αναλάβουν, πολλαπλασιαζόμενα, να προσφέρουνε αυτές τις υπηρεσίες που τις έχει τόσο πολλή ανάγκη η κοινωνία μας.

Ο παπάς με το πετραχήλι του, ο παπάς από τον άμβωνα, ο παπάς ως κατηχητής, ο παπάς ως πνευματικός είναι ένας διαχρονικός, διαιώνιος διδάσκαλος της πρόληψης κατά των ναρκωτικών. Αυτή τη δουλειά κάνει η Εκκλησία μας δύο χιλιάδες χρόνια και, με τη χάρη του Θεού, θα συνεχίσει μέχρι συντελείας των αιώνων. Αλλά προσπαθούμε να επωφεληθούμε και από τα πορίσματα της επιστήμης και από τις νεώτερες εξελίξεις και κυρίως θέλουμε να κάνουμε ένα έργο χρήσιμο, εποικοδομητικό και θετικό.

Με αυτά τα ολίγα επευλογώ αυτή την προσπάθεια.

Θέλω να ευχαριστήσω κι εγώ την κυρία Υφυπουργό που από την πρώτη στιγμή έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον γι’ αυτό το έργο. Μας ενίσχυσε και οικονομικά από το Υπουργείο Πρόνοιας, ώστε να μπορέσουμε αυτό το πρόγραμμα να το συντηρήσουμε και να το επεκτείνουμε και θέλω να πιστεύω ότι και μετά τη θετική, όπως αναμένουμε, αξιολόγηση του έργου που έγινε, θα συνεχιστεί αυτή η υποστήριξη.

Να ευχαριστήσω και όλα τα μέλη του Διοικητικού μας Συμβουλίου που αφιλοκερδώς, εθελοντικώς, με πολλή αγάπη ανταποκριθήκανε στην πρόσκλησή μας και έρχονται στις πολύωρες συνεδριάσεις του Διοικητικού μας Συμβουλίου, όπου εκεί προσπαθούμε να βάλουμε τα πράγματα σε μία σειρά, ώστε να γίνονται σωστές ενέργειες. Για να ξεπεράσουμε και την επιφυλακτικότητα που και δικαιολογημένα ίσως ορισμένοι επαγγελματικοί, επιστημονικοί παράγοντες του χώρου μπορεί να έχουν ή να είχαν για την Εκκλησία μας και για την προσφορά της. Εμείς θέλουμε να προσφέρουμε από αγάπη. Χωρίς ιδιοτέλεια. Χωρίς συμφέρον. Χωρίς σκέψεις υστερόβουλες. Αυτό μας το επιβάλλει η συνείδησή μας. Δεν είναι κάτι που μας επιβάλλεται έξω από τη συνείδησή μας. Γι’ αυτό κάποτε σε κάποιον πολιτικό ο οποίος ήθελε να μου πει ότι τα θέματα της πρόνοιας ανήκουνε στο κράτος και επομένως η Εκκλησία δεν έχει κανένα λόγο να ασχολείται με αυτά, του είπα: «΄Εχετε δίκαιο. Όταν θα φτάσετε ως κράτος σε μία τέτοια κατάσταση ώστε να μπορείτε να περιθάλπετε και αυτούς που περιθάλπουμε εμείς σαν Εκκλησία, ευχαρίστως να σας τα παραδώσουμε και να τα κάνετε εσείς όπως θέλετε. Εμείς θα βρούμε διέξοδο να κάνουμε κάτι άλλο. Γιατί έχουμε την εσωτερική φλόγα που δε μας αφήνει να καθίσουμε στα αυγά μας. Θέλουμε να δώσουμε στο διπλανό μας από αγάπη που έχουμε, από ελπίδα που έχουμε, από πίστη που έχουμε. Αλλά, πριν φτιάξεις την «καλή πολυκατοικία» στην οποία θα δώσεις διαμέρισμα σ’ αυτόν που κάθεται στην «παράγκα» (η «παράγκα» είναι αυτά που κάνουμε εμείς), τουλάχιστον μην τη χαλάς την «παράγκα» πριν ετοιμάσεις εσύ το «διαμέρισμα», γιατί θα τον οδηγήσεις τον άνθρωπο να βρέχεται το χειμώνα και να καίγεται το καλοκαίρι από τον ήλιο, γιατί δε θα έχει τουλάχιστον αυτό που έχει τώρα».

Η Εκκλησία μας με πολλή αγάπη, λοιπόν, αντιμετωπίζει τα προβλήματα και ζητεί τη βοήθεια του Θεού πρωτίστως και τη στήριξη των ανθρώπων. Όλοι εσείς, με το να έλθετε στα μαθήματά μας αυτά έχετε ήδη γίνει στελέχη μας, είστε συνεργάτες μας και αυτό θα συνεχιστεί και θα εμπλουτιστεί. Και τα στελέχη, από εκατό που είναι τώρα, θα γίνουν διακόσια, θα γίνουν πεντακόσια, θα γίνουν εφτακόσια, θα είμαστε πολλοί, για να προσφέρουμε πολλή αγάπη, με πολλή ελπίδα και με πολλή πίστη.

Προηγούμενη Σελίδα